ἐθαυμάσθη ἐκ τούτου . ἡ μὲν ἐπίπαν ἰδέα τοῦ ἀνδρὸς ἀφέλεια προσβάλλουσά τι τῆς Νικοστράτου ὥρας , ἡ δὲ ἐνίοτε | ||
ἀσθενῶν δὲ Δαρεῖος . κινδυνεύει δὲ ἐγγυτάτω εὐτελείας προσιέναι ἡ ἀφέλεια διὰ τὸ πλείστοις ὀνόμασιν ἀνεμφάτως χρῆσθαι , ὡς καὶ |
αὐτὸ ἕκαστον καθ ' αὑτὸ πρόκειται , ὁποῖόν τί ἐστι σεμνότης δεῖξαι καὶ ὅπως γίνεται , ὁποῖόν τί ἐστι τραχύτης | ||
θρυλλεῖσθαι τὴν Ὀδυσσέως εὐδοξίαν . τοῖς γὰρ περὶ Ὀδυσσέως κεκηρυγμένοις σεμνότης τις ἐπήνθει . ποτανὴν δὲ μηχανὴν τὰ ποιήματα εἶπε |
, ὡς πολλάκις εἴπομεν ἐν ἑτέροις , μνήμηςμεταληφθεὶς γάρ ἐστι καρποφορία , καρπὸς δὲ ψυχῆς ἄριστος ἡ μνήμη : συγγενὲς | ||
δὲ ποταμὸς „ φησίν ” ὁ τέταρτος Εὐφράτης . ” καρποφορία καλεῖται ὁ Εὐφράτης , ἔστι δὲ συμβολικῶς ἀρετὴ τετάρτη |
μεγάλ ' ὠφελήσεσθε πρὸς ἱστορίαν τῶν κοινῶν , καὶ ὅση δεινότης ἦν ἐν τῷ Φιλίππῳ θεάσεσθε . Οὐκ ἦν τοῦ | ||
δέδεικται ἄρα , ὅτι καὶ ἐπὶ τοῦ δοξαστικοῦ δύο εἴδη δεινότης καὶ φρόνησις : ἡ μὲν δεινότης ὡς φυσικὴ ἀρετή |
τοῖς λόγοις ἐλέγετο ὑπὸ σοῦ ἡ δικαιοσύνη καὶ σωφροσύνη καὶ ὁσιότης καὶ πάντα ταῦτα ὡς ἕν τι εἴη συλλήβδην , | ||
τὸ δὲ πρότερον αὖ ἐφάνη ἡμῖν ἡ δικαιοσύνη καὶ ἡ ὁσιότης σχεδόν τι ταὐτὸν ὄν . Ἴθι δή , ἦν |
, λογιστικός λογιστικῶς λογιστικώτατος , συλλογίζεσθαι συλλογισμός , ἐπιλογίζεσθαι , ἀναλογισμός ἀναλογίζεσθαι . πλῆθος , παμπληθές πολυπληθές , ἰσοπληθία , | ||
κατατήκεται . Μετάνοια , μεταμέλεια , μετάγνωσις , μετάμελος , ἀναλογισμός , ἔννοια , ἐπανόρθωσις , ἀνάδυσις , ἀναχώρησις . |
ἁρπαγαί , ψευδομαρτυρίαι , ὑποκρίσεις , διπλοκαρδία , δόλος , ὑπερηφανία , κακία , αὐθάδεια , πλεονεξία , αἰσχρολογία , | ||
, τὸ πληγῆναι πολλάκις , εἰς δὲ τὴν τύχην αὐτὴν ὑπερηφανία , βαρύτης , μικρολογία . ἀδικώτατά μοι δοκοῦσιν ἐγκαλεῖν |
ἔνδειαν , ὡς ἐπὶ τῆς ἐλευθεριότητος ὁρᾶται ἐπὶ θάτερα μὲν μικρολογία , ἐπὶ θάτερα δὲ ἀσωτία . Γίνεται γὰρ ἐν | ||
[ ἢ ἄνοιαν ] γινόμενα . ἀκολουθεῖ δὲ τῇ μικροψυχίᾳ μικρολογία : μεμψιμοιρία : δυσελπιστία : ταπεινότης . . . |
καὶ δυνάμενοι συντελεῖν . Φίλιππος μὲν οὖν ὁ Ἀμύντου , πραγματικὸς ἀνὴρ γενόμενος , οὐδέποτε ἐν ταῖς τοιαύταις περιστάσεσιν ἐφείσατο | ||
, ἁπάσαις τε συλλήβδην κεκοσμημένον ἀρεταῖς : καὶ ὁ μὲν πραγματικὸς τύπος αὐτῷ τοιοῦτος . ὁ δὲ λεκτικὸς πῇ μὲν |
ἀσφοδέλου ἡ ῥίζα , καὶ μᾶλλον καυθείσης ἡ τέφρα , ἀτρακτυλὶς ἢ κνῆκος ἄγριος μετρίως , ἀφάκη μᾶλλον φακῆς , | ||
ἤτοι μυράκανθον λεγόμενον . ἁλικάκκαβον ἤτοι τὸ στρύχνον ὀνομαζόμενον . ἀτρακτυλὶς ἤτοι ὁ κνῆκος ὁ ἄγριος . ἄσφαλτον ἤτοι ἡ |
. ἀποσῴζοι δ ' ἂν τὸ ἐκ τούτων κοινὸν ἀγαθὸν εὐαρμοστία τις καὶ τῶν πολλῶν ὁμοφωνία μετὰ πειθοῦς συνῳδοῖσα . | ||
ἐν αὐτῇ κατὰ φύσιν γιγνομένας ἐπιθυμίας τε καὶ ἡδονάς : εὐαρμοστία καὶ εὐταξία ψυχῆς πρὸς τὰς κατὰ φύσιν ἡδονὰς καὶ |
καὶ ὕψωμα γενέσεως Διδύμοις . ἀπὸ μετριότητος ἀναβεβίβασται καὶ γέγονεν ἡγεμονικὴ καὶ στρατηγική . ἡμερινῆς γὰρ οὔσης τῆς γενέσεως εὗρον | ||
ζῶια . τοῖς δ ' ὅλοις οὐκ ἀγνοητέον , ὡς ἡγεμονικὴ πᾶσα δύναμις ἀφ ' ἑαυτῆς ἄρχεται : ταύτηι καὶ |
ἑλληνισμός , ἀττικισμός , πολυγνωμοσύνη , πολύνοια , πολυλογία , εὐγλωττία , εὐφωνία , ἀφθονία , βραχυλογία , συντομία , | ||
εὐπαιδία , εὐγαμία , εὐτεκνία , εὐγένεια , εὐλάβεια , εὐγλωττία , εὐφημία , εὐσέβεια , εὐμένεια , εὐμουσία , |
δὲ πόθος χρόνιος μετὰ σωφροσύνης γινόμενος , τέρψις δὲ οἱονεὶ ψυχαγωγία ἀπὸ ἀηδοῦς τινος ἐπὶ τὸ κρεῖττον , εὐθυμία δὲ | ||
οὔτε τῆς μουσικῆς αὕτη τέλος , ἀλλ ' ἡ μὲν ψυχαγωγία κατὰ τὸ συμβεβηκός , σκοπὸς δὲ ὁ προκείμενος ἡ |
, οὕτω κἀνταῦθα ἡ φυσικὴ ἀρετὴ προϋπάρχει τῆς κυρίας , εὐφυΐα τις οὖσα καὶ αὐτὴ πρὸς ὑποδοχὴν τῆς κυρίως ἀρετῆς | ||
εὐφυὴς εὐθιξίας , ἐπιμονῆς , μνήμης , ἐν οἷς ἡ εὐφυΐα : ὁ δὲ εὐμαθὴς ἀκροάσεως , ἡσυχίας , προσοχῆς |
σχῆμα τοῦ λόγου . τῇ γὰρ ἀντιπαραθέσει τοῦ ἥττονος ἡ εὐτέλεια δείκνυται . καταγλωττισμάτων : εἶδος φιλημάτων περιεργότερον τὸ καταγλώττισμα | ||
. Οἰκεῖαι δέ εἰσιν αὐτῆς : αὐστηρία : ἐγκράτεια : εὐτέλεια : λιτότης : κοσμιότης : εὐταξία : αὐτάρκεια . |
καὶ ἐνοχλοῦν σῶμά ἐστι , κινεῖ δ ' ἡμᾶς ἡ εὐμουσία ἐνοχλεῖ δ ' ἡ ἀμουσία . ἔτι πᾶν τὸ | ||
καὶ διατρίβουσι περὶ παιδείαν , οὐδὲ αὐτὴ ἡ ἐν λόγοις εὐμουσία καὶ διατριβή , ἀλλ ' ἣν οἱ πολλοὶ ἀκύρως |
κατὰ γῆς ἐρριζωμένον , ἢ τὸν ὁρμητικὸν πρὸς ὕψος : εὐαυξὴς γάρ ἐστι καὶ καυλὸν ἔχει μακρόν . ὄρδειλος δὲ | ||
. Μονογενὴς δὲ καὶ ἡ μίλος , ὀρθοφυὴς δὲ καὶ εὐαυξὴς καὶ ὁμοία τῇ ἐλάτῃ , πλὴν οὐχ ὑψηλὸν οὕτω |
καταβολῆς . Ἐξ ἑνὸς δέ του πρὸς πίστιν τῶν λοιπῶν παραστήσω . Βοτάνη γὰρ ἔστιν , ἡ λεγομένη κώνειον : | ||
λημμάτων μόνον : οὐθέτερον δὲ τούτων ἐστὶν ἀπόδειξις , ὡς παραστήσω : οὐκ ἄρα ἔστιν εἰδικὴ ἀπόδειξις . τὸ μὲν |
. τέτταρα δὲ πάντα τῆς πολιτείας τὰ μέρη νομοθετικὴ καὶ δικαστική , γυμναστικὴ καὶ ἰατρική . ἐπεὶ γὰρ ἐκ ψυχῆς | ||
πολῖται καὶ πολιτικοὶ λέγονται . ἡ δὲ ἰδίως πολιτικὴ καὶ δικαστική , διότι τοιαύτη ἐστὶ κατ ' ἐνέργειαν , κρεῖττον |
δὲ ὁ τόπος , ὡς τό : ἀσφοδελὸν λειμῶνα . ἁπλότης μωρίας διαφέρει . ἁπλότης μὲν γάρ ἐστιν ἡ φρόνησις | ||
. ἀφάδιον : τὸ ἐχθρὸν καὶ ἀπαρέσκον . ἀφέλεια : ἁπλότης ἢ μεγαλεῖόν τι καὶ ἐνδοξότης . ἀφ ' ἑστίας |
εἴη καταριθμεῖσθαι : μίαν δὲ τὴν ἀρίστην λεκτέον . φιλοσοφίαν ὤμβρησε μὲν ὁ οὐρανός , ἐχώρησε δὲ ὁ ἀνθρώπινος νοῦς | ||
δυνάμεως ἀρχῆς , ἀφ ' ἧς ἡ τῶν ὄντων γένεσις ὤμβρησε καὶ τὸ σοφίας ἐπλήμμυρε νᾶμα . ἐγὼ γάρ εἰμι |
θεωρίαν ἐνδεικνυμένου τοῖς μεταγενεστέροις . οὐδέ γε αὐτὸν μεθεῖλκεν ἀνάγκη βιωτικὴ καὶ πλάνη φιλάργυρος , ὥσπερ πολλοὺς τῶν νῦν : | ||
ἀρεταῖς τὴν παρέκβασιν ἰωμένη τοῦ θείου ὅρκου , ἡ δὲ βιωτικὴ εὐορκία ταῖς πολιτικαῖς ἀρεταῖς διασῴζεται . μόνοι γὰρ οἱ |
ἔν τε μικροῖς καὶ μεγάλοις . παρέπεται δὲ τῇ σωφροσύνῃ εὐταξία : εὐκοσμία : αἰδώς : εὐλάβεια . Ἐγκράτεια δέ | ||
οὐχ ἥκιστα δὲ κἀν ταῖς μελίσσαις : ἥ τε γὰρ εὐταξία καὶ πρὸς τὰς ἡγουμένας τῆς ἐν αὑταῖς πολιτείας εὐπείθεια |
καρδία τάλαινα , πρὶν μὲν ἐς ξένους γαληνὸς ἦσθα καὶ φιλοικτίρμων ἀεί , ἐς θοὐμόφυλον ἀναμετρουμένη δάκρυ , Ἕλληνας ἄνδρας | ||
Χαλκηδόνιος , ὁ ἑταῖρος Πλάτωνος , τά τε ἄλλα ἦν φιλοικτίρμων καὶ οὐ μόνον φιλάνθρωπος , ἀλλὰ καὶ πολλὰ τῶν |
. Φιλεῖ δὲ καὶ Θεὸς τὸν σοφῶς συζῶντα : ἡ ἀμέλεια κατὰ τὴν θεόπνευστον γραφήν : Ἀνὴρ κατοιόμενος καὶ καταφρονῶν | ||
, ὁ δὲ ἀμελεῖ . ἢ ἔστιν ἄλλως πως γιγνομένη ἀμέλεια ; οὐ γάρ που ὅταν γε ἀδύνατον ᾖ τῶν |
νῦν ὁρώμενον ἀποφαίνεται , καὶ οὕτως αὐτῷ ἡ τοῦ καθόλου κατανόησις περιγίνεται . τὰ μὲν οὖν μέχρι τῆς αἰσθήσεως ἱστάμενα | ||
, μετεωρολογικός μετεωρολογικῶς , φυσιολογία , φυσικός φυσικῶς , ἄστρων κατανόησις . ἄστρα , ἀστέρες . ἄστρων στάσεις , εἴδη |
δὲ δικανικός , ὃ δὲ πανηγυρικός . καὶ ὁ μὲν συμβουλευτικὸς δῆλον ὡς ἐν τοῖς μέγεθος ποιοῦσι μᾶλλον πλεονάζει τύποις | ||
καὶ λόγος εἷς ἐκ τῶν δικανικῶν . ὁ μὲν οὖν συμβουλευτικὸς λόγος ἔστω , ἐν ᾧ παρακαλεῖ τοὺς Ἀθηναίους διαλύσασθαι |
γάρ ἐστιν ὁ μαλθακευόμενος ἐν ὑποκρίσει τὸ σῶμα : καὶ βλακεία ἡ μεθ ' ὑπεροψίας ὁμιλία . συντεταγμένως : Σπουδαίως | ||
στοχαζόμενον τῆς σωματικῆς εὐμετρίας . ἐπιτεινομένη γὰρ καθαρειότης θρύψις καὶ βλακεία εὑρίσκεται , ἐπιτεινομένη δὲ λιτότης ἀκαθαρσία καὶ ῥύπος γίνεται |
τῶν Πλάτωνος εἰσαγωγὴν ποιούμενος . ἐν οἷς ἡ πρᾶξις . Ὄγδοον κεφάλαιον τῶν προτεθέντων τὸ ζητῆσαι τί τὸ εἶδος τῆς | ||
οὐκ ἔστιν ἄδοξον καθ ' ὑπερβολὴν , ὥσπερ ἐνταῦθα . Ὄγδοον κατὰ τὸ ἀπερίστατον : οἷον ἀποκηρύττει τις τὸν ἑαυτοῦ |
καὶ νομὰς ἵστησι , καὶ ἥλους καὶ θύμους ἀναλίσκει . σκορπιοπλήκτοις δὲ καὶ κυνοπλήκτοις ὠμὴ ἁρμόζει , καθάπερ καὶ εἰς | ||
. ὁ ἐγκέφαλος περιτριβόμενος ὠφελεῖ ὀδοντοφυοῦσι παιδίοις οἴνῳ δὲ ποθεὶς σκορπιοπλήκτοις ἀρήγει . ἡ δὲ καρδία αὐτῆς , ἔτι σπαίρουσα |
ἃ τοῖς τρισὶ πλάσμασιν ὁμοίως παρέπεται καὶ ἔστι παντὸς λόγου Δημοσθενικοῦ μηνύματα χαρακτηριστικὰ καὶ ἀνυφαίρετα . ὑπομνήσω δὲ πρῶτον μέν | ||
μάλιστα δικασταὶ κατέχονται . Ὁ δὲ Αἰσχίνειος ἀτονώτερος μὲν τοῦ Δημοσθενικοῦ , ἐν δὲ τῇ τῶν λέξεων ἐκλογῇ πομπικὸς ἅμα |
αὐτήν : οὕτω γὰρ συμβαίνει ἅμα καὶ ἡ τῶνδε εὐγένεια κοσμουμένη . Ἔστι δὲ ἀξία ἡ χώρα καὶ ὑπὸ πάντων | ||
ἀίδιον ὑπάρχειν , ὅπερ εἶδός ποτε ἐκείνη ἡ ὕλη γίνεται κοσμουμένη ἐξ αὐτοῦ . εἰ γὰρ μήτε τὸ εἶδός ἐστι |
τῆς ἐμπειρίας , ὅτι αὕτη ἤδη καὶ τῆς αἰτίας ἐστὶ γνωστική , χειροτέχνου δὲ ἀρχιτέκτων ἀντὶ τοῦ τοῦ δὲ τεχνίτου | ||
ἡ πῇ ἀληθής ; ἀλλ ' οὐδὲ ἐπιστήμη τῶν ἀρχῶν γνωστική : αἱ μὲν γὰρ ἀρχαὶ τῶν ἀποδείξεων γνωριμώτεραι , |
, οὕτως αὐτοῦ ἀποδεχώμεθα . Καί μοι εἰπέ , ὦ Θρασύμαχε : τοῦτο ἦν ὃ ἐβούλου λέγειν τὸ δίκαιον , | ||
. Καὶ θεοῖς ἄρα ἐχθρὸς ἔσται ὁ ἄδικος , ὦ Θρασύμαχε , ὁ δὲ δίκαιος φίλος . Εὐωχοῦ τοῦ λόγου |
ὅπερ Ἀττικοὶ φιλοῦσι . παρ ' αὐτοῖς γὰρ οὐ λέγεται Ἀγνόεις ἢ Φηγόεις ἢ Μυρρινόεις . ὅθεν οὐδὲ διὰ τοῦ | ||
ὅπερ Ἀττικοὶ φιλοῦσι . παρ ' αὐτοῖς γὰρ οὐ λέγεται Ἀγνόεις ἢ Φηγόεις ἢ Μυρρινόεις . ὅθεν οὐδὲ διὰ τοῦ |
δένδρων , οἷον τῶν τε σιτηρῶν τὰ σταχυώδη καὶ τῶν θαμνωδῶν ἐρείκη καὶ σπειραία καὶ ἄγνος καὶ ἄλλ ' ἄττα | ||
ἀκρεμόνας . Τῶν μὲν οὖν δένδρων ταῦτα . τῶν δὲ θαμνωδῶν κιττὸς βάτος ῥάμνος κάλαμος κεδρίς : ἔστι γάρ τι |
τὴν πέψιν ἔχοντα τῶν χυλῶν ὑδαρῆ καὶ μὴ παχεῖαν . ὀψίκαρπα δὲ τὰ ἐναντία τούτων ὅσα κάθυγρα καὶ ψυχρὰ καὶ | ||
: καὶ πρωϊβλαστῆ δὲ καὶ πρωΐκαρπα τὰ δὲ ὀψιβλαστῆ καὶ ὀψίκαρπα : ὡσαύτως δὲ καὶ ὅσα παραπλήσια τούτοις . καί |
τίς ὁ ἁπλῶς πανηγυρικός , ἀλλ ' οὐχ ὁ κάλλιστος πανηγυρικὸς ἢ Πλατωνικὸς ἢ Ὁμηρικός , οὕτω καὶ περὶ τῶν | ||
ἢ ὅσα τοιαῦταὡς ἐν τοιούτοις ζητήμασιν οὐκέθ ' ὁμοίως ὁ πανηγυρικὸς ἀλλὰ πολιτικώτερος γίνεται καὶ σχεδὸν δι ' ὧνπερ καὶ |
τοῦ σώματος ἰσχὺς ὑποφθίνει , τοσοῦτον ἡ τῆς διανοίας αὔξεται ῥῶσις . Τίνα τοίνυν παρεισελθὼν ὁ νοῦς ἐξεπαίδευσε τὸν Τηλέμαχον | ||
γὰρ πόνῳ πραΰνεται πόνος , καὶ ὑγεία , ἔτι δὲ ῥῶσις καὶ θρέψις γίνεται σωμάτων διὰ πόνων , τέχνας τε |
ἐστι , μιᾶς δὲ δὲ ῥηγνυμένης καὶ οὐ πασῶν εὐθὺς ἀναρμοστία γίνεται , οὕτως καὶ ἐν τῷ ἀποδοθέντι λόγῳ ἐπειδὴ | ||
τὴν ἐπίδειξιν ἐμποδών τι τῇ προθυμίᾳ γένηται ἡ τῶν ὀργάνων ἀναρμοστία , καταγέλαστον τὸ ἐπιχείρημα . τῶν γὰρ ὀργάνων ἐξασθενούντων |
μὲν οὖν παρὼν καιρὸς ] δεύτερον προοίμιον . δεύτερον προοίμιον ἀκατάσκευον ἐκ τοῦ ἀναγκαίου . λαμβάνεται δὲ ἐξ ὑπολήψεως τῶν | ||
σύντομα καὶ στρογγύλα καὶ ἀληθείας μεστὰ καὶ τὴν ἀφελῆ καὶ ἀκατάσκευον ἐπιφαίνοντα φύσιν , καθάπερ ἐκεῖνα ; πάντων μὲν οὖν |
Χαρικλέους ἐμμανέστερον ἀνεβόησεν , Ἡράκλεις , ὅση μὲν τῶν μεταφρένων εὐρυθμία , πῶς δ ' ἀμφιλαφεῖς αἱ λαγόνες , ἀγκάλισμα | ||
; Ναί . Εὐλογία ἄρα καὶ εὐαρμοστία καὶ εὐσχημοσύνη καὶ εὐρυθμία εὐηθείᾳ ἀκολουθεῖ , οὐχ ἣν ἄνοιαν οὖσαν ὑποκοριζόμενοι καλοῦμεν |
ἀφθονίας , ὃ πολλάκις γίνεσθαι φιλεῖ , πρὸς τὸν τῶν ἀνεφίκτων ἔρωτα ἐξώκειλε καὶ περὶ ἀθανασίας ἐπρεσβεύετο γήρως ἔκλυσιν καὶ | ||
γέγονε θάνατος . Ἄμμον μετρεῖν : ἐπὶ τῶν ἀδυνάτων καὶ ἀνεφίκτων . Ἅμ ' ἠλέηται καὶ τέθνηκεν ἡ χάρις : |
ἀπόρους ἀσωτία καὶ πολυτέλεια , πολλοὺς δὲ ἀδόξους αἰσχροκέρδεια καὶ μικροπρέπεια . μετά γε μὴν τὴν κακίαν δευτέρα τῶν τοιούτων | ||
. ἔστι δὲ περὶ χρημάτων δαπάνας ὑπερβολή , ἔλλειψις δὲ μικροπρέπεια , ὧν μεγαλοπρέπεια μεσότης ἐστί . οὐ τὸ μὴ |
πάνυ καλῷ ; Ἐμφαίνει οὕτως . Αὕτη τοίνυν ἐστὶν ἡ Εὐδαιμονία , ἔφη . Ὅταν οὖν ὧδέ τις παραγένηται , | ||
, τὴν δ ' εὐδαιμονίαν συνωνυμεῖν τῷ τέλει λέγουσιν . Εὐδαιμονία δ ' ἐστὶ τὸ ἄριστον ἐν τῷ βίῳ , |
καὶ ἆθλα τοῖς νικῶσι μεγαλοπρεπῶς ἐδίδου , καὶ ἦν πολλὴ εὐθυμία ἐν τῷ στρατεύματι . Τῷ δὲ Κύρῳ σχεδόν τι | ||
δὲ οἱονεὶ ψυχαγωγία ἀπὸ ἀηδοῦς τινος ἐπὶ τὸ κρεῖττον , εὐθυμία δὲ ψυχῆς βραχεῖα χαρά , ἡδονὴ δὲ ψυχῆς ἀρέσκεια |
γὰρ ἀποθανόντων περιστεῖλαι καὶ κηδεῦσαι τὸ ἑαυτῶν σῶμα σεμνῶς : ἠρώτησάς με , φησίν : ἰδοὺ κἀγώ σε ἀντερωτήσω . | ||
δὲ ζῆν : † ἤρου : τί δὲ ζῆν : ἠρώτησάς με , εἰ προσήκει με ἀποθανεῖν μετὰ σοῦ κἀγώ |
πολυτελής . Ἅβρων γάρ τις ἐγένετο πλούσιος : ὅθεν καὶ ἁβροδίαιτος . Ἀεὶ γεωμόρος εἰς νέωτα πλούσιος . Ἀδεὲς δέος | ||
λόγῳ δὲ τῆς ἀρετῆς ἀντιλαμβανόμενος ἐπέγραψε τοῖς αὐτοῦ ἔργοις : ἁβροδίαιτος ἀνὴρ ἀρετήν τε σέβων τάδε ἔγραψεν . καί τις |
εὐετηρία , εὐαισθησία , εὐβουλία , εὐλογία , εὐμαθία , εὐφωνία , εὐστοχία , εὐστομία , εὐνομία , εὐδικία , | ||
, ἀηδόνων , τῶν ἄλλων ὅσα φύσις μεμούσωκε , λογικῶν εὐφωνία , κιθαρῳδῶν κωμῳδίαν τραγῳδίαν τὴν ἄλλην ὑποκριτικὴν ἐπιδεικνυμένων . |
τὰ αὐτὰ ταῦτα . ἀποξιφίσαι : ἐξορχήσασθαι . ὁ γὰρ ξιφισμὸς εἶδος ὀρχήσεως . ἀποτυχίσαι : ἀποπελεκῆσαι λίθον , καὶ | ||
εἶπον . . . ἀποξιφίσασθαι : ἀπορχήσασθαι : ὁ γὰρ ξιφισμὸς εἶδος ὀρχήσεως . . . ἀποτριάσαι : πληγὰς τρεῖς |
ἔναιμος ἀγωγή , ἄνευ βλάβης δὲ μᾶλλον ἡ ἀφλέγμαντος καὶ πυοποιὸς θεραπεία . Μεγάλου δὲ τραύματος γενομένου καὶ ἐπὶ πλεῖον | ||
, διαμοτούσθω ἡ ἀναστολή , καὶ δι ' ὅλου ἡ πυοποιὸς ἐπιμέλεια ἐγκρινέσθω . Τῆς ἀλωπεκίας ἡ ὑπερμεγέθης ἀθεράπευτός ἐστιν |
τὸ πλῆθος αἰτιατέον τῶν πραγμάτων , ἐὰν δὲ ἀρχαῖος , διδακτέον , ὅτι νῦν καιρὸς αὐτοῦ , ἐὰν δὲ ἀπίθανος | ||
, πότερον τὰς οὐσίας αὐτῶν ἢ τὰς ἐνεργείας ἡμῖν προτέρας διδακτέον ; σαφέστεραι γὰρ ἐπὶ πολλῶν ἡμῖν αἱ ἐνέργειαι : |
ὁ θάνατός τινα ] # ἕξει καὶ ? [ παντελὴς ἀναισθησία ] ? [ εὐθὺς γενήσεται ] # , ἢ | ||
ὁμολογοῦμεν : οὐ γὰρ ἐν τῷ χρώματι ἡ τοῦ τυφλοῦ ἀναισθησία , οὐδὲ γὰρ ἡ τυφλότης , ἀλλ ' ἐν |
σκιάδια αὐτοῖς ἕπεται : τὸ γὰρ κάλλος τιμῶντες ἀσκοῦσιν ὅσα καλλωπίζει τὴν ὄψιν : ἀλήθειάν τε ὁμοίως καὶ ἀρετὴν ἀποδέχονται | ||
ἐσπουδακώς . Πλάτων δέ , ὃς ἐπαγγέλλεται σοφίαν , τρυφεροῖς καλλωπίζει καὶ περιέργοις σχήμασι τὴν φράσιν . καὶ οὔπω τοῦθ |
οὕτως . Ἔτι καὶ τοῦτον ἐνδιαστέλλομαι τὸν τρόπον : Πλάτων πολύφωνος ὤν , οὐχ ὥς τινες οἴονται πολύδοξος , πολλαχῶς | ||
λαμπρόφωνος καὶ ὡς Δημοσθένης λαμπροφωνότατος , δύσφωνος , ἰσχνόφωνος , πολύφωνος , ἡδύφωνος , χαλκόφωνος , βαρβαρόφωνος , βαρύφωνος , |
ἐν δὲ τῇ Ἀμειψίου Σφενδόνῃ ὅ τε τρόπος δεδήλωται τῆς κυβείας καὶ προσείρηται ὅτι εἴη τὸ τρῆμα μνααῖον , ὡς | ||
ἡγησαίμην ἂν ἔγωγε προσήκειν αὐτῷ τι , πολὺ δὲ μᾶλλον κυβείας . Δύο δέ τινων τοῦ μὲν λέγοντος ὅτι πλευσεῖται |
εὔφθαρτον , ἐπιπολαστικὸν κοιλίας , ἄτροφον . ἐρυθρῖνος εὔστομος , στατικὸς κοιλίας , σκληροπαγής , τρόφιμος , ἐντατικὸς πρὸς συνουσίας | ||
δὲ τὸ βαρὺ καὶ τὸ κοῦφον σταθμὸς καὶ στατικὴ καὶ στατικὸς διακρίνει , τί ὂν τό τε βαρὺ καὶ τὸ |
ἄπιστος ] ἀπειθὴς ἀφηνιαστὴς γόης εἴρων κέρκωψ δυσυπονόητος δυσώνυμος δυσεύρετος δυσέφικτος ἐξώλης κακόνους ἀσύμμετρος ἀκαιρολόγος μακρήγορος ἀδολέσχης ἀερόμυθος κόλαξ νωθὴς | ||
ἀπὸ τῆς αὐξήσεως , μέγεθος περιτιθεὶς τῇ ὑποθέσει , ὅτι δυσέφικτος , καὶ ὅτι καθῆκας ἑαυτὸν εἰς ἀγῶνα οὐ ῥᾴδιον |
τὴν ἐρωτικὴν φιλίαν πολλῶν ἐνδέχεται φίλον εἶναι . ἡ γὰρ ἐρωτικὴ φιλίας ἐστὶν ὑπερβολή , καὶ διὰ τοῦτο πρὸς ἕνα | ||
ἔδει γάρ τινα πρὸ αὐτῆς ἀποδειχθῆναι . Ἐπεὶ γὰρ ἡ ἐρωτικὴ εἰς τὸ νοητὸν βούλεται κάλλος ἀνάγειν τὴν ψυχὴν , |
τὸ μέτωπον αὐτοῦ χθαμαλὸν λεῖον σαρκῶδες καὶ τὸ πᾶν πρόσωπον σαρκωδέστερον , τὸ δὲ εἶδος ὑπνηλόν , ὀφθαλμοὶ ὑγροὶ εὐλαμπεῖς | ||
ἄκρου σκιάδειον πλατύ , ἐν δὲ τούτῳ καρπὸν πλατύτερον καὶ σαρκωδέστερον , εὐώδη . δυνάμεις δὲ τὰς αὐτὰς ἔχει . |
τοῦ βίου διαναπαυόμενος τὰς ἱερὰς ἑβδομάδας . ἆρ ' οὐ παγκάλη παραίνεσις καὶ πρὸς πᾶσαν ἀρετὴν ἱκανωτάτη προτρέψασθαι καὶ διαφερόντως | ||
καὶ κύριος εἵλατό σε σήμερον γενέσθαι λαὸν αὐτῷ ” . παγκάλη γε τῆς αἱρέσεως ἡ ἀντίδοσις , σπεύδοντος ἀνθρώπου μὲν |
παῖδα , διέβαλλεν ὡς ἀσελγῆ τῷ πατρί : ὁ δὲ ἐπήρωσεν αὐτὸν καὶ ἐγκατῳκοδόμησεν . ἐπὶ τούτοις καὶ ὁ πατὴρ | ||
ἢ γῆρας , ἡ ἀναγκαία καὶ κοινὴ πάντων νόσος , ἐπήρωσεν ; ἔτι δ ' οὐχὶ πλοῦτοι καὶ δόξαι καὶ |
δορατοφόρος ἐν ἱππικῇ , ἐκ διαστήματος δέ , ὡς ἡ τοξικὴ καὶ ἀκοντιστική . καὶ τούτων ἑκάστη ἤτοι ταχεῖα ἢ | ||
δὲ τύχῃ , τέλος . οὕτως οὖν καὶ κυβερνητικὴ καὶ τοξικὴ οὐκ ἀπὸ τῶν τελῶν ὁρίζονται . οὐ γὰρ ἀεὶ |
καὶ ὑποστατικὰ τῶν δεινῶν : τῶ δ ' ἐπιθυματικῶ ἁ σωφροσύνα : μετριότας γάρ ἐντι καὶ κατοχὰ ποθ ' ἁδονὰν | ||
ἀφείης ἱμέρωι χρίσας ' ἄφυκτον οἰστόν . στέργοι δέ με σωφροσύνα , δώρημα κάλλιστον θεῶν : μηδέ ποτ ' ἀμφιλόγους |
καὶ . . . τῶν ἐκτὸς ἡ μὲν παρωκεανῖτις ἡ πρόσβορρος ἀμοιρεῖ διὰ τὰ ψύχη , ἡ δ ' ἄλλη | ||
ἡ Χῖος ἐλέγετο . . . . Κύρνος : νῆσος πρόσβορρος Ἰαπυγίας . Ἑκαταῖος Εὐρώπηι . . . . Νῶλα |
πρόσφατος καὶ λευκὴ ἄγαν καὶ ἄρριζος στύφουσά τε εὐτόνως καὶ ἄλιθος , ἔτι δ ' οὐ πεπιεσμένη βωληδὸν ἢ σχιδακηδόν | ||
Μίλτος Σινωπικὴ κρατίστη ἡ πυκνὴ καὶ βαρεῖα , ἡπατίζουσα , ἄλιθος , ὁμόχρους , πολύχυτος ἐν τῇ ἀνέσει . συλλέγεται |
οὕτως ἔρως σοι πρὸς θεῶν τελεσφόρος γένοιτο παίδων καὐτὸς ὄλβιος θάνοις . εὕρημα δ ' οὐκ οἶσθ ' οἷον ηὕρηκας | ||
πέπονθε πρὸς τὸν Πέρσην διαιρούμενος . τὸ δὲ γηραιὸς δὲ θάνοις παρέγγραπτον ὡς ἀδιανόητον . μουνογενὴς ⌊ ⌋ δὲ πάις |
καὶ ἡ ὑπὲρ ἑκάστου τούτων εὐχαριστία καθ ' αὑτήν . Ἀπόχρη τοσαῦτα περὶ τῆς ὁλοκαύτου θυσίας λελέχθαι . τὴν δὲ | ||
φησί , κολάζοντος , ὦ ἄνθρωποι , μὴ κατανοεῖτε . Ἀπόχρη γὰρ ὑμῖν τοῦτο γνῶναι ὅτι ὑπέμειναν τιμωρίαν οὓς ἐχρῆν |
Ἀλιμαλεῖς . Ἀρύκανδα , πόλις Λυκίας , ὡς Καπίτων ἐν Ἰσ . δευτέρῳ . Τὸ ἐθνικὸν Ἀρυκανδεύς . Σύβρα , | ||
Ἀρνεαὶ , πόλις Λυκίας μικρὰ , ὡς Κ . ἐν Ἰσ . τρίτῳ . Τὸ ἐθνικὸν Ἀρνεάτης . Μενεδήμιον , |
' ἄμφω καὶ διὰ τοῦτο πρὸϲ ϲηπεδόναϲ καὶ τὰ ῥεύματα χρήϲιμοϲ ὑπάρχει , πρὸϲ δὲ τὰ ϲηπόμενα ἐν τῷ ϲτόματι | ||
καὶ μάλιϲτα τραγήματοϲ παντὸϲ φείδεϲθαι . οἶνοϲ λεπτὸϲ καὶ λευκὸϲ χρήϲιμοϲ εἰϲ ἡδονὴν δὲ καὶ ὁ γλυκὺϲ καὶ τὸ οἰνόμελι |
' ὀλίγα πιπράσκειν καὶ μικρά . κακοτεκνία : τοὐναντίον τῷ εὐτεκνία . σημαίνει τὸ κακοῖς καὶ πονηροῖς χρῆσθαι τέκνοις . | ||
αἱ ἐνέργειαι . κοινῶς δὲ τῶν ἀγαθῶν μικτὰ μέν ἐστιν εὐτεκνία καὶ εὐγηρία , ἁπλοῦν δ ' ἐστὶν ἀγαθὸν ἐπιστήμη |
] εὑρεσιλόγος , εὑρεσιολόγος . , ἐφευρετὴς λόγων ψευδῶν , πολύλογος , ἑτοιμολόγος . , λόγους ἐφευρίσκων εὑρίσκων καὶ ἀπολογίαν | ||
. Κηφισοδήμῳ ] καὶ οὗτος Ἀθηναῖος , ῥήτωρ καὶ ξυνήγορος πολύλογος . κἀπεμορξάμην : ἔκλαυσα . ἐκ τοῦ παρακολουθοῦντος . |
ἀνθρώπων ὑπόκρισις . τοσαύτη δὲ αὐτῆς ἡ πρὸς τὴν μίμησιν κακουργία ὥστε καὶ μέχρις εὐνῆς ἔλθοις ἂν πολλάκις τοῖς ἴχνεσιν | ||
τῇ πολλῇ πειρᾶται ἀντεκπλήττειν αὐτὸν καὶ ἀντιφοβεῖν . κροκοδείλου δὲ κακουργία ἐς ἀνθρώπου τε θήραν καὶ ζῴου ἑτέρου * * |
γὰρ ἐλευθεριότης περὶ δόσιν ἐστὶ καὶ λῆψιν , ἡ δὲ μεγαλοπρέπεια περὶ τὴν δόσιν . καλείσθω γὰρ ἡ δαπάνη καὶ | ||
τε καὶ βαναυσία τῆς ἀσωτίας διαφέρει , οὕτως καὶ ἡ μεγαλοπρέπεια τῆς ἐλευθεριότητος διοίσει . λέγονται δὲ βάναυσοι καὶ οἱ |
, κακοήθεια , πικρία , πειθώ , φενακισμός , ἀπάτη ἐξαπάτη , παροξυσμός , δεινολογία , οἰκτρολογία , ταπεινολογία . | ||
βούλεται καταγωνίσασθαι ὑμᾶς . . . πάλαισμα δὲ καταγωνισμὸς καὶ ἐξαπάτη ἢ τέχνη , σχῆμα . . ἐμβαλεῖν ] ἐνέμεινε |
φλοιοῦ τοῦ περὶ αὐτὴν ἡ αὐτή . ἄνθος δὲ λευκὸν ἀπίῳ καὶ μεσπίλῃ ὅμοιον , ἐκ μικρῶν ἀνθῶν συγκείμενον κηριῶδες | ||
φλοιὸν δ ' ὅμοιον φιλύρᾳ , ἄνθος δὲ λευκόν , ἀπίῳ καὶ μεσπίλῃ ὅμοιον , ἐκ μικρῶν ἀνθῶν συγκείμενον , |
δὲ Ἰξιὰς πόλις , ἐν δὲ Μενεκίνη πόλις . . Μενεκίνη πόλις Οἰνώτρων ἐν μεσογείαι . Ἑκαταῖος Εὐρώπηι . . | ||
ἐν Ἰσαυρικῶν τρίτῳ . τὸ ἐθνικὸν Μενεδήμιος ἢ Μενεδημιεύς . Μενεκίνη , πόλις Οἰνώτρων ἐν μεσογείᾳ . Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ . |
οὐ μόνον ὀξύτης καὶ βαρύτης , ἀλλὰ καὶ μέγεθος καὶ σμικρότης καὶ λειότης καὶ τραχύτης φωνῆς , εὕροι δ ' | ||
ἀπορία , ἀλογία , ἀφωνία , ὀλιγότης , βραχύτης , σμικρότης , ἀγλωττία , ἀμηχανία , ἀδυναμία ἀδυνασία , ἀσθένεια |
προστίθεται , ἐπεὶ προκρίνει τι κατὰ πίστιν ἢ ἀπιστίαν , ἐκπέφευγε τὸν σκεπτικὸν χαρακτῆρα : ὡς γὰρ καὶ τοῦτο ἡμῖν | ||
. Λιπαρότητος ἥκιστα μετέχει : διὰ τοῦτο καὶ τὸ ναυτιῶδες ἐκπέφευγε , καὶ εἰ πεφθείη καλῶς , τροφὴν οὐκ ὀλίγην |
γενναῖα . ἀγελιδόν : ἠθροισμένως . ἡνωμένως . ἀγεννία : ἀνανδρία , δειλία . ἀγέραστος : ἄτιμος . ἀγέλαιος δὲ | ||
ἢ τελευτῆσαι καλῶς . ἀκολουθεῖ δὲ τῇ δειλίᾳ μαλακία : ἀνανδρία : ἀπόνοια : φιλοψυχία [ : ὕπεστι δέ τις |
φίλοις , οἰκείοις , πολίταις . τῇ δὲ φρονήσει ἡ ἀρτιότης . ἀρτιότης μὲν γὰρ συμπλήρωσίς ἐστι τῶν τῆς ψυχῆς | ||
αὑτὰ δὲ καὶ δι ' ἕτερα ἰσχύς , εὐαισθησία , ἀρτιότης . δι ' αὑτὰ μέν , ὅτι κατὰ φύσιν |
ἑτέρων ἕτερα ἐπιτιθέμενα . Πολυειδεστάτη ἐστὶ τοῦ ἐπιπλάσματος τοῦδε ἡ μεταχείρισις καὶ ἐπαρκὴς εἰς πολλά : ἤτοι γὰρ εὖ μάλα | ||
Οὐκοῦν τὰ μὲν ἐπινοήματα ἔστιν ὅτε ταὐτά , ἡ δὲ μεταχείρισις τὴν διαφορὰν ποιεῖ τοῦ λόγου . ὁρᾷς δὲ καὶ |
ταῖς δ ' ἑξῆς ἡμέραις πυριάσθω , καὶ τὸ ἑλκύδριον θεραπευέσθω . ἐν δὲ τοῖς παρισθμίοις ἀποστήματος συστάντος , διελεῖν | ||
εἰθισμένον . Ἢν μὲν οὖν ἀπὸ τουτέου ἱκανῶς ἔχῃ , θεραπευέσθω τὰ ἐπίλοιπα τοῖσι μὲν σιτίοισιν ἐλάσσοσι , τοῖσι δὲ |
κραιπάλη καὶ μέθη διαφέρει . κραιπάλη μὲν γάρ ἐστιν ἡ χθεσινὴ μέθη , μέθη δὲ ἡ τῆς αὐτῆς ἡμέρας γινομένη | ||
, ἀπὸ τοῦ τῶν καιρίων σφάλλεσθαι . κραιπάλη γὰρ ἡ χθεσινὴ μέθη καραπάλη τις οὖσα . . ἡγούμενον : Προοδοποιοῦντα |
ἡ παρὰ Ξενοφῶντι εὐποδία , καὶ ἡ παρ ' Εὐριπίδῃ εὐπαιδευσία , καὶ ἡ παρὰ Κριτίᾳ εὐξυνεσία , καὶ ἡ | ||
ἀστύτριψ . καὶ ἡ παρ ' Εὐριπίδηι [ . ] εὐπαιδευσία καὶ ἡ παρὰ Κίαι εὐξυνεσία . . . οὐ |
πόσον χρόνον , οὕτω καὶ τὰ τῆς αὐξήσεως ἀκολουθεῖ . Σχεδὸν δὲ καὶ ὅσα πρωϊβλαστῆ καὶ πρωϊανθῆ φύσει ταὐτὸ τοῦτο | ||
Κύρτιοι δὲ καὶ Μάρδοι λῃστρικοί , ἄλλοι δὲ γεωργικοί . Σχεδὸν δέ τι καὶ ἡ Σουσὶς μέρος γεγένηται τῆς Περσίδος |
πρὸς τοῖς δέκα . πέμπω τοίνυν τοῦτο τῇ βασιλικῇ σου ἐπιστασίᾳ καὶ σοφίᾳ δοκιμασθησόμενόν τε καὶ κριθησόμενον . κἂν μέν | ||
δὲ τῆς κακίας ἄμετρον εἶδος μείζονος καὶ τῆς δίκης ἠξίωται ἐπιστασίᾳ τινυμένων δαιμόνων . Οὕτω τοι καίπερ οὖσα θεῖον καὶ |
εὐμαθία , εὐφωνία , εὐστοχία , εὐστομία , εὐνομία , εὐδικία , εὐπαιδία , εὐγαμία , εὐτεκνία , εὐγένεια , | ||
. πρόδικος προδικεῖν , προδικάσασθαι προδικασία ὡς Ἀντιφῶν . καὶ εὐδικία εὐθυδικία , καὶ αὐτοδικεῖν . καὶ ἐκδικάζεσθαι , καὶ |
ὁ μὲν ὣς ἀπόλωλε κακὸν μόρον , οὐδέ τις ἥμιν θαλπωρή , εἴ πέρ τις ἐπιχθονίων ἀνθρώπων φῇσιν ἐλεύσεσθαι : | ||
. θαλπωρή Ζ . . . . . , : θαλπωρή : χαρά . ὁ δὲ Ἀπίων ἡδονή . ἐπὶ |
ἀγχίνους εὐπορήσει τῶν νοημάτων ἄλλως δὲ ὁ βραδύς τε καὶ ἁπλούστερος . εἰκότως οὖν καὶ τὸν περὶ τῶν ἰδεῶν λόγον | ||
καρδιακῶν σφυγμός ἐστιν ὁποῖος εἴρηται , ὁ δὲ τῶν στομαχικῶν ἁπλούστερος καὶ βραδύτερος καὶ ἀραιότερος συγκρινόμενος πρὸς τὸν τῶν καρδιακῶν |
μέγα καὶ σεμνὸν , ἀλλὰ πάντα σμικρὰ καὶ ἀσθενῆ καὶ ὀλιγοχρόνια καὶ ἀναμεμιγμένα λύπαις μεγάλαις . Τὸ ζῆν ἔοικε φρουρᾷ | ||
τὴν δύνουσαν , ἀλλ ' ὅμως εἰ αὕτη ἀναιρετικὴ εἴη ὀλιγοχρόνια ἔσται . εὕρομεν δὲ πολλάκις , φησίν , τῇ |
, ὦ παῖ , ποιεῖται ἆθλονφρουρὸς γάρ τις αὐτῷ δράκων ἐμπέπλεκται δεινὸν βλέπων καὶ ὑπερορῶν τοῦ καθεύδεινὅθεν ἄρχει τῆς νεώς | ||
αὐτὸν τὸν Ἵππαρχον τό γε μὴ ἀντιπίπτειν τὰς σκιὰς ψεῦδος ἐμπέπλεκται . καὶ γὰρ εἰ μὴ τῇ Μερόῃ ἀνταίρει , |
τοῖς μαθήμασιν ἄλλον τρόπον ἢ ὁ πειραστικός . ὁ γὰρ ψευδογράφος εἰ μὲν ἐκ τῶν ἀρχῶν πρόεισι τῶν γεωμετρικῶν , | ||
εἰ μὲν οὖν πάντῃ ὁμοίως εἶχον , καὶ ὥσπερ ὁ ψευδογράφος οὐκ ἄλλοθεν συλλογίζεται , ἀλλὰ ἐκ τῶν αὐτῶν ἀρχῶν |
ἐπιμελεῖσθαι χρεὼν ὑπηρεσίαν φιλοσοφίᾳ κτωμένους , αὐτοὺς δὲ πλοῦτον οὐκ ἐργαστέον , οὐδ ' εἰς τὴν οἰκίαν παραδεκτέον τὸν ἕτοιμόν | ||
χρείαν ὁ κοινὸς τόπος καὶ ὅτι ὡς ἐν δευτερολογίᾳ τοῦτον ἐργαστέον , ζητητέον , εἰ ἐν τῷ κοινῷ τόπῳ καὶ |
προθέμενον ? ? ζητεῖν ? [ ] ἐν μὲν τῶι Θεαιτήτωι [ ] περὶ ἃ οὐκ ἔστιν δεικνύναι - , | ||
, εὐθέως [ - ] καὶ ἀδύνατον . τῶι γοῦν Θεαιτήτωι μαρτυρεῖ [ - ] ὡς ἔχοντι ταῦτα . Ἀλλ |
δυνάμεως γὰρ ἐπισπαστικῆς τε καὶ διαφορητικῆς ἐστιν ἡ ζύμη . Πυτία πᾶσα δριμείας ἐστὶ καὶ λεπτυντικῆς καὶ διαφορητικῆς δυνάμεως καὶ | ||
ἀμυγδάλαιϲ πικραῖϲ ἀνάγει μὲν μᾶλλον , ἧττον δὲ πέττει . Πυτία Γαληνοῦ . Πυτία πᾶϲα δριμείαϲ ἐϲτὶ καὶ λεπτυντικῆϲ καὶ |
καὶ ὁ ἱερώτατος Πλάτων ἐν ἑβδόμῳ Νόμων πρόβλημά τι προβάλλει στεφανωτικόν , ὅπερ ἄξιόν ἐστιν ἐπιλύσασθαι , οὕτως λέγοντος τοῦ | ||
πνευματοῦσι . γίνεται δὲ ὄντως ἐκ τῶν κιβωρίων καὶ ἄνθος στεφανωτικόν . καλοῦσι δ ' Αἰγύπτιοι μὲν αὐτὸ λωτόν , |
. προκατάρχει δὲ τοῦ πάθους ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἐπάλληλος ἔκτρωσις , ὠμοτοκία , χηρεία μακρά , κράτησις ἐμμήνων καὶ | ||
καὶ ἄλλα , συνεχέστερον δὲ ψύξις , ὡσαύτως κόπος , ἔκτρωσις φαύλη τε μαίωσις , ὧν οὐδὲν εἰς τὴν ἐξαλλαγὴν |
α μετετίθετο , καὶ ἦν κοινότερον μεταλαμβανόμενον τὸ ἔνθα , ἐμερίζετο μὲν τῇ συνεκδρομῇ τῶν εἰς θεν ληγόντων τὸ ἔνθεν | ||
δὲ τῇ μητρὶ συνταξάμενος καὶ δακρύων κρουνοὺς ἀφιεὶς ἐπὶ δυσὶν ἐμερίζετο πάθεσι , σπλάγχνῳ τε μητρικῷ καὶ στρατείας ἐπιθυμίᾳ , |
τὴν παρέκβασιν ἰωμένη τοῦ θείου ὅρκου , ἡ δὲ βιωτικὴ εὐορκία ταῖς πολιτικαῖς ἀρεταῖς διασῴζεται . μόνοι γὰρ οἱ τὰς | ||
ὀμνύναι . μέρος γὰρ οὐ μικρόν ἐστι τῆς εὐσεβείας ἡ εὐορκία . καὶ περὶ μὲν τοῦ πρώτου γένους τῶν κρειττόνων |