τὰ δὲ περισπώμενα ἔχουσιν ὄνομα : εὔτακτος εὐτακτῶ , ἄτακτος ἀτακτῶ , ὑλακή ὑλακτῶ . τούτοις ἠκολούθησε καὶ τὸ ἀγανακτῶ
πυρακτός : ὡς τάσσω τάξω , τακτὸς , ἄτακτος , ἀτακτῶ . Ἑταῖρος . ἔθος ἐθαῖος ὁ συνήθης , καὶ
5835590 ἀλυσσω
ἐμὸν αἷμα πίνοντες ἀλύσσοντες περὶ θυμῷ . παρὰ τὸ ἀλῶ ἀλύσσω , ὡς ὀρύσσω , ἐξ οὗ καὶ ἄλυς ,
. ἢ ὅτι ἄλλη ἄλλης ἐξήρτηται . . . . ἀλύσσω : τὸ ἀδημονῶ : παρὰ τὸ ἀλῶ διανοίας .
5711814 βηλος
: ἐνδυθεῖσαι , περιβαλοῦσαι . Βάλω τὸ ἐνδύομαι ἀπὸ τοῦ βῆλος τὸ βλαττίον , τὸ δὲ βάλλω τὸ τιτρώσκω ἀπὸ
: ἐνδυθεῖσαι , περιβαλοῦσαι . Βάλω τὸ ἐνδύομαι ἀπὸ τοῦ βῆλος τὸ βλαττίον , τὸ δὲ βάλλω τὸ τιτρώσκω ἀπὸ
5391762 ἀκα
ἁρμοζούσας βλασφημίας , οὐκ ἐάσομεν τὴν Παυσανίου κακίαν καὶ προδοσίαν ἀκα - τηγόρητον . τίς γὰρ οὐκ ἂν θαυμάσαι τούτου
ἐὰν φιλολογῶ παραγενήσεται Δίων , ἐὰν ἀναγινώσκω παραγίνεται Τρύφων : ἀκα - τάλληλον γὰρ τὸ ἐν παρῳχημένῳ . ὁμοίως καὶ
5298923 συνετεθη
ἦν δὲ ἀγέννητα καὶ τὰ ἁπλᾶ ἐξ ὧν ἡ ὕλη συνετέθη , οὐκ ἔσται δύο καὶ μόνα τὰ ἀγέννητα .
ταύτην ἀποτελεῖ , συντεθείσης δὲ ἀμήχανον ἔτι τὰς ἐξ ὧν συνετέθη διακριθῆναι δυνάμεις , ἀλλ ' ἑκάστη μὲν αὐτῶν ἠφάνισται
5148967 θριγκος
ἐλπίζουσιν ἐμὲ ὄψεσθαι οὔτε ἐγὼ ἐκείνας : τὸ λοίσθιον δὲ θριγκός : τὸ ἔσχατον πάντων κακῶν . τὸ δοῦλον εἶναι
κτλ . τίς ὁ διαλεκτικός . ἐπικαταδαρθάνειν . ἐπικατακοιμίζεσθαι . θριγκός . περίφραγμα , στεφάνη , τειχίον , περίβολος .
5141904 πλεονασμον
Δωρικὴν γίνεται φάζω ὡς βῶ βάζω , καὶ Αἰολικῶς κατὰ πλεονασμὸν τοῦ υ φαύζω : οἱ γὰρ Αἰολεῖς εἰώθασι τῷ
ἐν Ἠλιακῶν πρώτῳ . τὸ ἐθνικὸν Νωνακρίτης , καὶ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ α Νωνακριάτης , ὁ Ἑρμῆς . Λυκόφρων „
5040255 στρεφω
, παρὰ τὸ θῶ , τρίτης ἐστὶ συζυγίας , τὸ στρέφω , θήσω μέλλων . ῥηματικὸν ὄνομα θώνη , καὶ
τέρπω τερπνός . . , : στραβός : παρὰ τὸ στρέφω , τροπῇ τοῦ ε εἰς α καὶ τοῦ φ
4955668 φθαιρω
διδασκόμθʹ : παρὰ τὸ ῥαίω τὸ φθείρω κατὰ Δωριέας . φθαιρῶ , φθαίρα : κατὰ ἀποβολὴν τοῦ φθ , καὶ
διδασκόμθʹ : παρὰ τὸ ῥαίω τὸ φθείρω κατὰ Δωριέας . φθαιρῶ , φθαίρα : κατὰ ἀποβολὴν τοῦ φθ , καὶ
4925561 πρισις
σαρκὸς τοῦ ὀστοῦ : ἀκώλυτος γὰρ ὁμοῦ καὶ ἀβλαβὴς ἡ πρίσις ἔσται διὰ τὰς τῶν τελαμώνων περιβολὰς καὶ τὴν τῆς
ἀχλυῶδες , κακόν . Ὀξυφωνίη κλαγγώδης , πονηρόν . Ὀδόντων πρίσις , ὀλέθριον , οἷσι μὴ σύνηθες καὶ ὑγιαίνουσιν :
4919695 φορην
: Ἀλκμάν παιάν δελφίν ἀκτίν ῥίν Σαλαμίν Κάρ ψάρ μάρτυρ φόρην . σεσημείωται τὸ μάκαρ δάμαρ . Τὰ εἰς ΑΣ
: Ἀλκμάν παιάν δελφίν ἀκτίν ῥίν Σαλαμίν Κάρ ψάρ μάρτυρ φόρην . σεσημείωται τὸ μάκαρ δάμαρ . Τὰ εἰς ΑΣ
4908069 ἀϋω
. Αὖος , ὁ ξηρός , ἀπὸ τοῦ ὕω : ἀΰω , ἄϋος , καὶ κατὰ συναίρεσιν αὖος , ὁ
τὸ ὕω , τὸ βρέχω , μετὰ τοῦ στερητικοῦ α ἀΰω καὶ κατὰ συναίρεσιν αὔω , τὸ ἐξ ἀνομβρίας γινόμενον
4907501 παρενθεσις
δὲ καὶ τοῦτο παρένταξις , δι ' ὅτι ἀνομοίων ἐστὶ παρένθεσις , οἷον ψιλῶν παρ ' ὁπλίτας : τὴν γοῦν
εἰσὶν ὀκτώ , ὄνομα ἀντωνυμία ῥῆμα μετοχὴ ἐπίρρημα πρόθεσις σύνδεσμος παρένθεσις : τισὶν δὲ δοκεῖ καὶ προσηγορία . , .
4878416 βεβακται
' εἴ πέρ τι βέβακται . παρὰ γοῦν τὸ † βέβακται γίνεται βύκτης . ἢ πεποίηται ἀπὸ τοῦ βυθοῦ καὶ
, βάξω βέβακται , οἷον : ἔπος δ ' εἴπερ βέβακται , βεβάκτης βαβάκτης , ὁ πολλὰ λαλῶν . ἔστι
4857635 ἀκαλαρρειτης
ἥκιστα , οὐδ ' ὅλως μετὰ ῥήματος . . . ἀκαλαρρείτης : ὄνομα ποταμοῦ , ὁ Ὠκεανός , οἷον :
δὲ δισσοί χεύμασιν ἀπλώτοισι περισχίζουσι ῥέεθρα Φᾶσις τ ' εὐρυμενὴς ἀκαλαρρείτης τε Σαράγγης : τόν ῥα πλημμύρουσα διὰ χθονὸς εἰς
4850187 πλεονασμῳ
τὰ ἄχυρα λικμώμενα ἐπιφέρονται , οἱονεὶ ἀχυριαί τινες οὖσαι , πλεονασμῷ τοῦ μ ἀχυρμιαί , . , . . ,
. : δάπτομαι : Καὶ κατὰ ἀναδιπλασμὸν δαδάπτομαι , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ρ δαρδάπτομαι . : Κέαρ παρὰ τὸ κεκρᾶσθαι
4808486 παραγωγην
εἰς ος πρωτοτύπων μὴ ἐπιδεχομένων τὰ ἄρθρασύγκρισίν . τε καὶ παραγωγὴν ἀνεδέξατο , ὡς ἐν Ἀλκυόνι Ἐπίχαρμος , αὐτότερος αὐτῶν
ταρασσόμενοι : ἀτύω , τὸ ταράσσω , ἀτύσω καὶ κατὰ παραγωγὴν ἀτύζω Αἰολικῶς , . , . . . Ἀτύζων
4805735 ἀλξω
βάζω βάξω , ἀφαιρέσει τοῦ ω βάξ , ὡς ἄλκω ἄλξω ἄλξ , καὶ ἐν διπλασιασμῷ βάβαξ . πολλὰ δὲ
ἐπίῤῥημα καὶ ἀντίης . Ἀλκή , παρὰ τὸ ἄλκω καὶ ἄλξω μέλλων . ἀφ ' οὗ ἀλκτήρ : ὡς παρὰ
4787967 ἀραιη
εἰς ρ ἀργαλέος . . . . ἀραιήν : ἀσθενῆ ἀραιή , ὅθεν καὶ δασύνεται : ἀπὸ οὖν τοῦ ῥαίω
ὕδωρ ξυνεχὲς ἐν ἠέρι . Καὶ τότε δὴ ἡ γῆ ἀραιή ἐστι τοῦ θέρεος καὶ κούφη καὶ ὕδωρ ἐν αὑτῇ
4771651 ἐκτασις
τοῖς τοιούτοις τροπὴ τοῦ ε εἰς ο , καὶ αὖθις ἔκτασις τοῦ ο εἰς ω : νέμω , νωμῶ :
ἐστιν αὕτη καὶ οἷον γένεσίς τις ἀπὸ λόγου σπερματικοῦ καὶ ἔκτασις , τετευχυῖα παρὰ τὸ τοιοῦτον τῆς ὀνομασίας , παρ
4763825 ἀλαλη
ὡς δρῶ δραίνω . οὕτως Μεθόδιος . . . . ἀλαλή : ὁ θόρυβος : παρὰ τὴν ἅλα , τὴν
μασχάλη αἰθάλη δαμάλη . τὸ δὲ κεφαλή ὀξύνεται . τὸ ἀλαλή παρὰ τὸ λαλῶ . τὸ δὲ ἀμυγδαλῆ ἐκ συναιρέσεως
4751124 δασυνεται
, τὸ δέ γ ' ἅω αὕω αὑαίνω τὸ ξηραίνω δασύνεται παρὰ πᾶσιν , ὅθεν καὶ παρὰ τῷ κωμικῷ ἀφαυαίνειν
, καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ τούτοις ἀλλοχροοῦσι , καὶ ἡ φωνὴ δασύνεται , αἵθ ' ὑπὸ τὴν γλῶτταν φλέβες πλήρεις τε
4738477 πληθυω
, καὶ ἀνώρμησεν : ἐκ τοῦ ὀρούω ὀρύω ὡς πλήθω πληθύω , πηδῶ πηδύω , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ο βοιωτικῶς
τὸ ἀντλῶ : παρὰ τὸ ἀρῶ ἀρύω , ὡς πλήθω πληθύω , ἔρω ἐρύω καὶ ἐρύσω , ἄνω ἀνύω καὶ
4723492 ναε
ς ποιεῖ τὴν εὐθεῖαν τῶν πληθυντικῶν , χάριτε χάριτες , νᾶε νᾶες , ἔρωτε ἔρωτες . τῶν Αἰάντων : πᾶσα
ς ποιεῖ τὴν εὐθεῖαν τῶν πληθυντικῶν , χάριτε χάριτες , νᾶε νᾶες , ἔρωτε ἔρωτες . τῶν Αἰάντων : πᾶσα
4708153 συγκειται
Ἅ - πας δὲ ὅρος ἐκ γένους διαφόρου καὶ ἰδιότητος σύγκειται : τὸ γεγονὸς μέν ἐστιν , ἀφ ' οὗ
πέρας ἔχει τὴν ἀποδεικτικήν , ἡ ἀποδεικτικὴ δὲ ἐκ συλλογισμῶν σύγκειται , οἱ συλλογισμοὶ δὲ ἐκ προτάσεων , αἱ προτάσεις
4702577 ἰαμβικου
ὅσα πρὸς τῷ τελείῳ προσέλαβε μέρος ποδός , οἷον ἐπὶ ἰαμβικοῦ εἶμ ' ὧτε πυσσάκω λυθεῖσα : τοῦτο μὲν οὖν
μιᾶς λειπούσης συλλαβῆς . τὸ γὰρ ἐγκωμιολογικὸν ἐκ δακτυλικοῦ καὶ ἰαμβικοῦ πενθημιμερῶν σύγκειται . Τὸ εʹ ὅμοιον τῷ βʹ ,
4697552 τροπῃ
μὲν εἶχον τὴν ἐνεργητικὴν μετοχὴν εἰς ς ὀξύτονον , ἐκεῖνα τροπῇ τοῦ τ εἰς ς ποιεῖ τὸ δεύτερον , ὅσα
αὐτὸν εἰσάγει . εἰπὼν δὲ αὐτὸν βούταν , ἐνέμεινε τῇ τροπῇ : αὐλοῦσι γὰρ ἑπόμενοι τοῖς ποιμνίοις οἱ βουκόλοι .
4696574 στερητικου
κατὰ συγκοπὴν κράσω : ῥηματικὸν ὄνομα κρατὸς καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ α ἄκρατος , ἐξ οὗ καὶ κρατήρ , ἀφ
καὶ πλεονασμῶ τῆς λι συλλαβῆς σπαλιεύς : καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ α ἀσπαλιεὺς . ἀφροντιστήσας : ἀμεριμνήσας , ἢ ἀμελήσας
4691114 ῥηματικον
ἐστὶ ῥῆμα , δηλοῦν τὸ ὑπάρχω . ἀφ ' οὗ ῥηματικὸν ὄνομα ἀρ , ὡς θένω θέναρ , ἔβω ἔβαρ
κάζω ῥῆμα : ὅθεν κέκασμαι , κέκασται , κεκασμένος ὄνομα ῥηματικὸν κασμὸς , καὶ μεταθέσει τοῦ α εἰς ο ,
4679926 κνιζω
καὶ τὸ κνήθω , ὡς ἀλῶ ἀλήθω , καὶ τὸ κνίζω ὡς πολεμῶ πολεμίζω , ὃ δὴ κνίζω καὶ κνίδα
, καὶ τὸ κνίζω ὡς πολεμῶ πολεμίζω , ὃ δὴ κνίζω καὶ κνίδα ποιεῖ κατὰ πλεονασμὸν , ὡς οὗτος ὁ
4662492 διπλασιασμῳ
ἀργὸς ἀργής : ἀργῆτι κεραυνῷ . Ἐδωδή . ἔδη , διπλασιασμῷ ἐδηδὴ , καὶ ἐδωδὴ κατὰ τροπὴν τοῦ η εἰς
καὶ ἐνοσίφυλλος . ἤνοκα καὶ ἤνοθα ὁ μέσος , καὶ διπλασιασμῷ Ἀττικῷ ἐνήνοθα . . . . , , :
4646461 σμω
χαλῶ , γυμνάζω , νύσσω , κνήθω , ξύω , σμῶ , βρέχω , τύπτω , παίω , λούω ,
σεσημείωται τὸ σμώνη ἡ τοῦ ἀνέμου πλήγη , ἀπὸ τοῦ σμῶ ῥήματος γενόμενον , καὶ διὰ τοῦ ω μεγάλου γραφόμενον
4635512 ἀγκυλοχειλου
ἀγκυλοχειλής ἀγκυλοχειλοῦς καὶ ἀγκυλοχείλης ἀγκυλοχείλους ὤφειλεν εἶναι , ἀλλὰ ἀγκυλοχείλης ἀγκυλοχείλου φαμέν , ὥστε ἄρα οὐκ ἐγένετο οὕτως , ἀλλ
εἰρηνάρχου , Ἄραξος Ἀράξης Ἀράξου : οὕτω καὶ ἀγκυλόχειλος ἀγκυλοχείλης ἀγκυλοχείλου : τὰ δὲ ὀξύτονα εἰς ους , κυκλοτερός κυκλοτερής
4624855 φυω
ῥηματικοῖς ὀνόμασι βραχεῖαν αὐτὴν ἔχουσιν , οἷον κονίω κονία , φύω φυή , ἀκούω , ἀκοή . . . .
ὡς ζεύγω ζεύξω ζεύγλη , τρώγω τρώξω τρώγλη , οὕτω φύω φύσω φύτλη . . , : χείμεθλα : *
4624600 διπλασιασμος
, τρὶς τρεῖς ἐννέα : ὑπὸ δυάδος γὰρ γίνεται ὁ διπλασιασμός . ἐπεὶ οὖν πάντα ἐκ τῆς ὕλης γίνονται διὰ
. προφάσεσι . ἴσως ἄν , ἴσως ] τεχνικὸς ὁ διπλασιασμός . οὔτε γὰρ φανερῶς ἀπεφήνατο οὔτε μόνῳ τῷ ἴσως
4623899 στιβαροισι
ὁμῶς , κεφαλαὶ δὲ ἑκάστῳ πεντήκοντα ἐξ ὤμων ἐπέφυκον ἐπὶ στιβαροῖσι μέλεσσιν . οἳ τότε Τιτήνεσσι κατέσταθεν ἐν δαῒ λυγρῇ
μεγάλη δὲ βίη καὶ χεῖρες ἄαπτοι ἐξ ὤμων ἐπέφυκον ἐπὶ στιβαροῖσι μέλεσσι . ] τῶν δ ' ἦν χάλκεα μὲν
4614619 βλοσυρῃσιν
ἄκοντι λήθεται ἠνορέης , ἀλλὰ στρέφετ ' ἄγριον ὄμμα σμερδαλέον βλοσυρῇσιν ὑπαὶ γενύεσσι βεβρυχώς : ὣς ἄρα Πηλείδαο χόλος καὶ
' ὑψόθεν ἔκ τινος ἄκρης ἀθρήσας ὀλοοῖσιν ἐπέσσυται ἀγρευτῇσι σμερδαλέον βλοσυρῇσιν ὑπαὶ γενύεσσι βεβρυχώς : ὣς ἄρα φαίδιμος υἱὸς ἀταρβέος
4602789 ὁμοθεν
ὑμένων γενέσθαι ; καὶ ἕτερα ζῶα παντοῖα . Οὕτως οὖν ὅμοθεν φησὶ στοιχεῖα καὶ ἀνθρώπους γενέσθαι . . ὩΣ ὉΜΟΘΕΝ
ὑμένων γενέσθαι ; καὶ ἕτερα ζῶα παντοῖα . Οὕτως οὖν ὅμοθεν φησὶ στοιχεῖα καὶ ἀνθρώπους γενέσθαι . . ὩΣ ὉΜΟΘΕΝ
4602755 τευχω
τοῦ Ἀσκληπιάδου λέγει αὐτὴν παρὰ τὸν ἀΐξω μέλλοντα εἶναι ὡς τεύχω τέχνη ἀποβολῇ τοῦ ι , . , , .
, . . α . * . Ἀτυχθείς : ἔστι τεύχω , τὸ ἐπιτυγχάνω , ὁ μέλλων τεύξω , ὁ
4598078 ῥυθμος
τὰς δύο βραχείας ἴσον τι ἔχει . κατὰ δάκτυλον δὲ ῥυθμός ἐστιν ὁ ἐν ἴσῳ λόγῳ . ὁ δὲ ἐνόπλιος
πρῶτος , εἶπεν , ἐκληρώθην . ἀντὶ τοῦ ἐξιέναι . ῥυθμός ἐστι Κρητικός . γαλῆ εἶδος ἰχθύος . ἀπὸ τῶν
4596296 φθειρω
, ἀπολύω . ἁρπάζω , πλανῶ , διαρπάζω , συναρπάζω φθείρω , ἐξαρπάζω . φέρω , ἐπιφέρω εἰσφέρω , προσφέρω
δεσμεύω , λύω , πλήσσω , φονεύω , κτείνω , φθείρω , καίω , φλέγω , καθίζω , θερίζω ,
4595535 περιεσπασθη
Η , παραληγόμενα φύσει μακρᾷ βαρύνεται . εἰ δέ τι περιεσπάσθη , τοῦτο ἐκ βαρυτόνου παρήχθη , ὡς ἐπὶ τοῦ
οὐκ ἀπὸ τῶν ἀρσενικῶν γεγενῆσθαι , διὸ καὶ ὡς μονογενῆ περιεσπάσθη , τὰ δὲ ἀρσενικὰ ἀπὸ τῶν θηλυκῶν παρωνύμως ἐσχηματίσθαι
4590282 ἐσχηματισται
δὲ ἑνὸς μέρους τὸ ὅλον . ἠΰς καλὸς κἀγαθός . ἐσχημάτισται ἀπὸ τοῦ ἐΰς . ἠΰτε ὡς : “ ἠΰτε
, ὅτι καὶ ἡ ψυχὴ κατ ' ἀνάγκην μὲν διηνεκῶς ἐσχημάτισται , ἔστι δ ' ὅμως καὶ ψυχῆς κατὰ φύσιν
4586068 ἀελλοπος
ἀποβάλλουσι τὸ υ κατὰ τὴν εὐθεῖαν : ὦρτο δ ' ἀελλόπος , καὶ ἢ τρίπος ἠὲ [ γυνή ] .
Θέτιν ἄσσον ἐμεῖο ὣς ἔφατ ' , ὦρτο δὲ Ἶρις ἀελλόπος ἀγγελέουσα : ἡ διπλῆ ὅτι ἐξ ὀνόματος μὴ καλέσαντος
4576949 τροχαϊκου
εἰκοσίκωλον , ὧν τὰ μὲν βʹ ἐξ ἰαμβικῆς βάσεως καὶ τροχαϊκοῦ ἑφθημιμεροῦς : τὰ δὲ ἑξῆς δύο ἐν ἐκθέσει ἰαμβεῖα
. Ἄλλο ἀσυνάρτητον ὁμοίως κατὰ τὴν πρώτην ἀντιπάθειαν , ἐκ τροχαϊκοῦ διμέτρου ἀκαταλήκτου καὶ ἰαμβικοῦ ἑφθημιμεροῦς , ὅπερ ἐὰν παραλλάξῃ
4576138 κνω
μὴ τὰ πράγματα ἡμῶν διακναίσῃ ” . παρὰ δὲ τὸ κνῶ μονοσύλλαβον γέγονεν καὶ κνημῶ : „ ἀλλ ' ἔστιν
, ὡς στῶ στίζω , πρῶ πρίζω : τὸ δὲ κνῶ σημαίνει τὸ ξύω καὶ λεπτύνω , λεπτὸς γὰρ ὁ
4574439 στιβη
τέλους : οἷον , Ἥβη : Θήβη : σεσημείωται τὸ στίβη διὰ μακροῦ τοῦ ι , καὶ τὸ λώβη διὰ
καὶ στέγην οἴκει . ] τί σε δροσίζει νῶτον ἔννυχος στίβη , καὶ καῦμα θάλπει , πάντα καὶ κατακναίει ;
4570522 συντιθεντος
ἀνόμοια , καὶ τὰ ὅμοια συγκρίνοντος , καὶ τὰ οἰκεῖα συντιθέντος , καὶ τὰ συγκεχυμένα διαιροῦντος , καὶ τὰ ἀλλότρια
καὶ θειότερον οὐ μεταβάλλοντος ἐκ τοῦδε εἰς τόδε , οὐδὲ συντιθέντος , οὐδὲ διαιροῦντος , οὐδὲ διεξόδῳ προσχρωμένου πρὸς τὰς
4569469 ἀκεων
Σάπειρες , . , . Βῆ : βῆ δ ' ἀκέων παρὰ θῖνα , ἀντὶ τοῦ ἐπορεύθη : παρὰ τὸ
. ἀκέων βʹ : ἡσύχως . καὶ ἡσυχάζων . οἶμαι ἀκέων καὶ ὁ λυπούμενος . ἀκήριος βʹ : ἀψυχοποιός .
4565329 φωνησαντε
ἀλλὰ παρὲξ τὴν νῆσον ἐλαύνετον „ , ” ὣς ἄρα φωνήσαντε παρὲξ ὁδοῦ ” . ἐνθάδε μὲν οὖν ἡγεῖται ὁ
ἀνακλινομένους , ἵνα ἀθεώρητοι ὦσιν , οἷον : ὡς ἄρα φωνήσαντε παρὲξ ὁδοῦ ἐν νεκύεσσι κλινθήτην . Λύγος : τὸ
4559485 ἀρσω
: ἔστιν ἀρῶ , τὸ ἁρμόζω , ὁ μέλλων Αἰολικῶς ἄρσω , ἐξ οὗ ἄρσιος καὶ ἀνάρσιος κατὰ στέρησιν τοῦ
παρὰ τὸ ἄρω , τὸ ἁρμόζω , ὁ μέλλων Αἰολικῶς ἄρσω , ὁ ἀόριστος ἦρσα , ἡ μετοχὴ ἄρσας ,
4555749 ἀναος
ἄος μετὰ τοῦ στερητικοῦ α , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ν ἄναος , καὶ Ἀττικῶς ἄνεως ὁ ἄφωνος : πρόσκειται ὀνόματα
καὶ παρὰ τὸ αὔω ἄναυος , καὶ ἐλλείψει τοῦ υ ἄναος . ἀφ ' οὗ τὸ Ἀττικὸν ἄνεως , ὡς
4553685 πρωτοτυπον
ἐδέξαντο . . Τὸ ΕΡΡΙΓΟΝΤΙ οὕτω κανονίζεται . Ῥιγέω ῥιγῶ πρωτότυπον , ὁ μέσος παρακείμενος ἔῤῥιγα , καὶ ἐκ τούτου
γὰρ λέγω ἀπό τινος οὐ παράγεται καὶ διὰ τοῦτό ἐστι πρωτότυπον , τὸ δὲ εὐλογῶ ἀπὸ τοῦ εὖ παράγεται καὶ
4549241 ἀκαλος
πάσσαλος Τάνταλος † κόκαλος . ἐκ δὲ τοῦ ἤκαλος γίνεται ἀκαλός κατὰ συστολὴν τοῦ η εἰς α καὶ ὀξύνεται ὁμοίως
ὁμοίως τῷ ἁπαλός ὁμαλός χθαμαλός . ἐκ τούτου οὖν γίνεται ἀκαλός ἀκαλά , ὡς ὁμαλός , ὁμαλά , ὡς παρὰ
4547043 οὐρανοθεν
δι ' ἔλεον τοῦ γένους ἡμῶν εἰς νοῦν τὸν ἀνθρώπινον οὐρανόθεν ἀποστέλλει . παραμένοντος γὰρ ἐν ψυχῇ τοῦ θεοειδεστάτου καὶ
. . . . . Μ . ὀρώρει δ ' οὐρανόθεν νύξ . νύκτα οὐδέποτε ἐξ Ὀλύμπου ἐρεῖ γεγονέναι ὁ
4543236 χεω
διὰ καθαροῦ τοῦ ω ἐκφέρεται , βαρύνεται : οἷον , χέω , χώω : ζέω , ζώω : τρέω ,
καλύψω Καλυψώ : καὶ εἰς ων : τέρπω τερπών , χέω χεών καὶ χιών . οὕτως οὖν καὶ ἀρήγω ἀρηγών
4523854 πτυξ
ἄμπυκος ἔχει τὸ κ καὶ ἀρσενικῶς λέγεται . Σημειωτέον τὸ πτύξ πτυχός καὶ νύξ νυχός , ὃ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ
κλίσεως ἔτυχε . καὶ ἕνεκα κλίσεως καὶ συντάξεως τὸ μὲν πτύξ ὄνομά ἐστιν , ἐπεὶ καὶ πτυχός καὶ πτύχες :
4511171 ὀρυσσω
ὡς ἄνω ἀνύω , ἀφ ' οὗ ἀλύσσω , ὡς ὀρύσσω : καὶ ὥσπερ ὀρύσσω ὀρυκτός , οὕτως ἀλύσσω ἀλυκτός
παρακείμενος ἔχει τὸ Χ , οἷον παίζω παίξω πέπαιχα , ὀρύσσω ὀρύξω ὤρυχα : ὅταν δὲ ἔχει τὸ Σ ὁ
4510358 πραπις
βαλεῖν , ἐμβαλεῖν . οὔασιν : ὠτίοις . πραπίδεσσι : πραπὶς ἡ φρόνησις ἀπὸ τοῦ τὰ πρέποντα διανοεῖν : εὐφραίνει
ἀπὸ τοῦ προϊῶ κατὰ συγκοπὴν πρῶ , καὶ ἐξ αὐτοῦ πραπὶς , ἐξ ἧς τὰ βουλεύματα προΐασιν . νόου :
4498720 ἀντισπαστικον
ὅμοιον εἴη τῷ τῆς ἀντιστροφῆς ἤτοι δίμετρον : τὸ Ϙʹ ἀντισπαστικὸν ἐξ ἀντισπάστου καὶ κρητικοῦ ἤτοι ἀμφιμάκρου : τὸ ζʹ
καταληκτικόν . τὸ ηʹ ἰαμβικὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ θʹ ἀντισπαστικὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ ιʹ τὸ αὐτό . τὸ
4498218 εἰργω
ἐπικρατείᾳ , ἔχω , κρατῶ , φυλάσσω , τηρῶ , εἴργω . καὶ τὸ μὲν ἐρίζω σοι , παλαίω σοι
: συνεχόμενον . τὸ δὲ ἐεργμένον παράγεται μὲν ἀπὸ τοῦ εἴργω τὸ κωλύω , σημαίνει δ ' ὅμως καὶ τὸ
4498174 λαλητος
γοῦν ἀλαλητός οὐ διὰ τοῦ κατ ' ἀρχὴν α τὸ λαλητός ποτε δηλώσει , οὐδὲ ἄλλο τι τῶν οὕτως πεπλεονακότων
ἀλαλάζω καὶ ἀλάλαγμα καὶ ἀλαλητός : δύναται δὲ τὸ † λαλητός κατὰ στέρησιν τοῦ λαλεῖν λέγεσθαι , ἢ κατ '
4487615 ἁλιζω
τὸ ἅλες , τὸ σημαῖνον τὸ † ἀρθροῦν , γίνεται ἁλίζω : ἔνθεν τὸ αὐλίζω : ἀπὸ οὖν τοῦ ἁλίζω
ἀπὸ τοῦ ἅλες , τὸ σημαῖνον τὸ ἀθροῦν , γίνεται ἁλίζω , ὅθεν τὸ αὐλίζω εἰς ρ καὶ τροπῇ τοῦ
4484735 Ἀθοω
νιφόεντα ἀκροτάτας κορυφάς : οὐδὲ χθόνα μάρπτε ποδοῖιν : ἐξ Ἀθόω δ ' ἐπὶ πόντον ἐβήσετο κυμαίνοντα , Λῆμνον δ
ἐστιν ἀνδραδέλφη , ὡς Ἄθως : καὶ διαίρεσις γαλόω ὡς Ἀθόω δ ' ἐπὶ πόντῳ . . Λαοδίκην Πριάμοιο θυγατρῶν
4484694 εἱρω
τὸ ὅρμος : ⌊ τὸ δὲ ὅρμος ⌋ ἀπὸ τοῦ εἵρω εἵρμος ⌊ ἕρμος ⌋ καὶ ὅρμος , τροπῇ τοῦ
ἕζω τὸ καθέζομαι . ἐνέρσει : συμπλοκῆ : παρὰ τὸ εἵρω , τὸ συμπλέκω : ἐξ οὗ καὶ σειρὰ ,
4482409 ἀδιαιρετων
ὄντος , καὶ τὸ ὅπερ ὂν ἐξ ἀχωρίστων μὲν καὶ ἀδιαιρέτων ὑπάρξει , ἐξ ὅπερ δὲ ὄντων . ὅμως τούτῳ
δύναμιν τῶν δημιουργικῶν ἀνυμνοῦσι μονάδων : ὅταν δὲ μέγεθος ἐξ ἀδιαιρέτων ὑφίστασθαι , οὐχ ὅτι συνελθόντα τὰ ἄτομα καὶ οἱονεὶ
4479212 ἀντισπαστου
τροχαϊκῆς καταληκτικῆς . τὸ εʹ ἀντισπαστικὸν δίμετρον καταληκτικὸν Φερεκράτειον ἐξ ἀντισπάστου καὶ κρητικοῦ . τὸ Ϛʹ ὅμοιον τῷ γʹ ἰαμβικόν
ἰωνικοῦ καὶ διιάμβου . τὸ καʹ ἀντισπαστικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον ἐξ ἀντισπάστου ἢ ἐπιτρίτου τετάρτου , διιάμβου καὶ συλλαβῆς . τὸ
4471749 ἰωνικης
ὡς οὐκ ἀναπαιστικὸν ἡγούμενοι , ἀλλὰ προσοδιακόν , τὸ ἐξ ἰωνικῆς καὶ χοριαμβικῆς , τῆς ἰωνικῆς καὶ βραχεῖαν τὴν πρώτην
ἀλλὰ προσοδιακόν , τὸ ἐξ ἰωνικῆς καὶ χοριαμβικῆς , τῆς ἰωνικῆς καὶ βραχεῖαν τὴν πρώτην δεχομένης . δύναται δὲ καὶ
4467803 ἀω
. οὕτως Ἡρωδιανός . τὸ δὲ ἄση γέγονεν ἐκ τοῦ ἄω , τὸ βλάπτω , ἄσω ἄση . . .
. Ἀεσίφρων : ὁ μὴ διεγηγερμένας ἔχων τὰς φρένας : ἄω , τὸ κοιμῶμαι , ὁ μέλλων ἀέσω , ὅθεν
4467408 περισση
καὶ τὸν περισσόν : ἡ γὰρ μονάς , εἰ καὶ περισσή , ἀλλ ' οὐκ ἀριθμός . γίνεται τοίνυν μήκει
ρᾶς ἐκ τοῦ ῥίου ἐκδεθείσης . καὶ ὅτι ἡ ἐξ περισσή . . . Ζῆν ' ὕπατον μήστωρα : ἡ
4467347 ἀλαλυκτημαι
ἢ ἀπὸ † Ἀλαλκομενηΐου τραφεῖσα Βοιωτοῦ . . . . ἀλαλύκτημαι : τὸ ἀδημονῶ καὶ πεπλάνημαι : καὶ οἱ μὲν
πέρι δείδια , οὐδέ μοι ἦτορ ἔμπεδον , ἀλλ ' ἀλαλύκτημαι : κραδίη δέ μοι ἔξω στηθέων ἐκθρώσκει , τρομέει
4465705 ἑδρηϲ
γὰρ ἐϲ μὲν τὸν τῆϲ ἰητρείηϲ καιρὸν ἡ νοῦϲοϲ ἐξ ἕδρηϲ [ δὲ ] ἐκινήθη : ἢν δὲ ἐϲ ἀνάπλαϲιν
, ἢ ταμών τιϲ τὸ ὑποχόνδριον ἐκχέῃ , ἐφ ' ἕδρηϲ ἔαϲι οἱ ὑδρωπιώδεεϲ . ἡ μὲν ὦν πρωτίϲτη αἰτίη
4463833 δαιδαλος
ποικίλος : αἴθαλος αἰθάλειος , σημαίνει δὲ τὸν καπνόν : δαίδαλος , ὁ ποικίλος , δαιδάλειος . μέγαλος μεγάλειος ,
ἀπὸ τέλους μακρὰν , προπαροξύνεται : Κώδαλος Τάνταλος Ἅρπαλος ἴξαλος δαίδαλος . σεσημείωται τὸ ὀμφαλός καὶ τὸ Θεσσαλός . Τὰ
4461694 ἰϲχνοτηϲ
εἰϲ διαχώρηϲιν . Πῶϲ ἀνατρέφειν δεῖ τοὺϲ κατιϲχνωμένουϲ . Ἡ ἰϲχνότηϲ τοῖϲ ϲώμαϲιν ἐγγίγνεται , τιϲὶ μὲν ἐπὶ τῇ καθ
βὴξ καὶ ἀγρυπνίη καὶ θέρμη ξυνά , καὶ ἀποϲιτίη καὶ ἰϲχνότηϲ ὅλου . καὶ γὰρ ἐϲ χρόνον τὸ κακὸν ἀποτείνεται
4461085 ἀλκω
ἄναλκις : ὄνομα σύνθετον : ἔστιν ἀλκή , καὶ ῥῆμα ἀλκῶ , τὸ βοηθῶ , ὁ μέλλων ἄλξω , ὄνομα
, ὄνομα ῥηματικὸν ἄλξις καὶ ἔπαλξις . ἐκ τοῦ οὖν ἀλκῶ ἄλξω ἄλξις , καὶ τροπῇ τοῦ ξ εἰς τὸ
4457871 μεθιστησιν
τοὺς οὐκ ἰθεῖαν αὐτὴν νείμαντας τοῖς δικαζομένοις ἐπὶ τὸ ἰθὺ μεθίστησιν ἀπὸ τοῦ σκολιοῦ ἤθους . Καὶ γὰρ ἑλκομένη διὰ
γνώμας σκοπῶν : ὥστε μαγνῆτις λίθος τὴν δόξαν ἕλκει καὶ μεθίστησιν πάλιν : οὐ λέγει νῦν ὑπὸ τῆς μαγνήτιδος λίθου
4452076 μελεσσιν
ὑπὲρ κνημῖδος , ἔνερθε δὲ δαιδαλέοιο θώρηκος βριαροῖσιν ἀρηρότος ἀμφὶ μέλεσσιν , ἄμφω ἐπειγόμενοι : περὶ δέ σφισιν ἄμβροτα τεύχη
πρὶν μένος ἠελίοιο σκήλει ' ἀμφὶ περὶ χρόα ἴνεσιν ἠδὲ μέλεσσιν . Οὐδὲ πυρὴ Πατρόκλου ἐκαίετο τεθνηῶτος : ἔνθ '
4447755 συγκοπη
, . . α . . Ἄμφις : τοῦτο οὐ συγκοπή , ἀλλὰ μετασχηματισμός : ἀπὸ γὰρ τοῦ Ἀμφιάραος Ἄμφις
ἀναστῆσαι , ἐπᾶραι . Ἀμπετάσαι : ἀνοῖξαι , ἀναπετάσαι , συγκοπή . βλεφάρων : ἀπὸ τῶν : βλέφαρον παρὰ τὸ
4439396 διμετρου
τὴν βάσιν : οἷον εἰ ἐκκειμένου μὲν ἑνὸς δακτύλου , διμέτρου δὲ ἀναπαιστικοῦ κατὰ μέσον πέσοι σπονδεῖος , ἄδηλον πότερα
δέ ἐστι παρὰ Ἀρχιλόχῳ ἀσυνάρτητον ἐκ δακτυλικοῦ πενθημιμεροῦς καὶ ἰαμβικοῦ διμέτρου ἀκαταλήκτου ἀλλά μ ' ὁ λυσιμελής , ὠταῖρε ,
4438037 πληθω
καὶ παράγωγον ἀχόω : ὡς ἄνω ἀνέω : καὶ ὡς πλήθω πληθύω πληθύνω , οὕτως ἀχύνω καὶ ὑπερθέσει ἀχνύω .
περισπᾶται , ἀπὸ ὀνόματος γέγονε : ἀλήθω κνήθω λήθω πήθω πλήθω πρήθω . τὸ δὲ βοηθῶ ἀηθῶ παρ ' ὄνομα
4427019 ἰαμβικη
] νέα γὰρ ἦν . κῶλα ιβʹ . τὰ πρῶτα ἰαμβικὴ βάσις , τὰ δὲ δεύτερα τροχαϊκὰ ἑφθημιμερῆ . +
ξένων βέλτιστε : διπλῆ καὶ ἄλλη περίοδος τοῦ χοροῦ , ἰαμβικὴ καὶ αὕτη , ἐκ τριῶν μὲν διμέτρων ἀκαταλήκτων καὶ
4422558 ἀλω
οὕτως καλούμενος , ὡς λέγει ὁ Χοιροβοσκός , ἀπὸ τοῦ ἀλῶ ἀλέσω Ἀλείσιον : πέτρης τ ' Ὠλενίης καὶ Ἀλεισίου
ἔχειν τὸ σ ἐγκεχαραγμένον / . ⌈ ἁλῶ / [ ἀλῶ ] ] συντρίψω . τὸν σειραφόρον ] τὸν τοὺς
4418080 ξυσμη
γὰρ ἡ τοῦ μ στοιχείου ἐγχάραξις ὥσπερ καὶ νυγμή καὶ ξυσμή ἡ τοῦ ν καὶ τοῦ ξ . . .
διὰ τοῦ υ ψιλοῦ γράφονται : οἷαν , νυγμή : ξυσμή : πυγμή : δυσθμή . Τὰ εἰς μη ἔχοντα
4417703 ὑπερβιβασμῳ
τροπῇ τῆς ου διφθόγγου εἰς ω χοώμενος , καὶ ἐν ὑπερβιβασμῷ χωόμενος , ὡς ὄρωρεν ὤρορεν . κρυερή : χαλεπὴ
, ὥσπερ δύω δύνω καὶ θύω θύνω , καὶ ἐν ὑπερβιβασμῷ τοῦ ν ἀχνύω . ἐκ δὲ τούτου παράγωγον ἄχνυμι
4416573 διαφορουμενου
. παρηκμακυίας ἤδη τῆς δυνάμεως , μήτε τοῦ ῥεύματος ῥᾳδίως διαφορουμένου , σκληροῦ ἤδη γεγονότος καὶ συμμυσάντων τῶν πόρων .
. ἐκρέοντος γάρ τινος κατὰ τὰ στόματ ' αὐτῶν καὶ διαφορουμένου καὶ μήτ ' ἀθρόου τόπου κενοῦ δυναμένου γενέσθαι μήτε
4415989 πυγμη
, οὐδὲ δόκωσις παρὰ τάς πως διακειμένας δοκούς , οὐδὲ πυγμὴ παρὰ τήν πως ἐσχηματισμένην χεῖρα , οὕτως εἰ οὐδὲν
ἀτελοῦς πυγμῆς συγκείμενος . καὶ δήλη μὲν ἡ πάλη , πυγμὴ δὲ τὸ πρὶν ἐσκευάζετο οὕτως . εἰς στρόφιον ὅ
4412232 ἐγκεφαλου
διανοίας καὶ πληγὴν ὑπ ' ἀέρος δι ' ὤτων καὶ ἐγκεφάλου καὶ αἵματος μέχρι ψυχῆς διαδιδομένην . λέγεται δὲ καὶ
συστρέφονται περὶ τὸν ἐγκέφαλον , ἔνθα , ἤγουν ἀπὸ τοῦ ἐγκεφάλου , προέρχονται κεκαλυμμέναι σκότῳ πολλῷ . χορεύουσι δὲ συστρέφοντες
4410960 Γινεται
ἐλλιποῦς , ἢ παραγραφικῶς ἢ κατὰ χρόνον ἢ τόπον . Γίνεται λύσις καὶ μεταστατικῶς συγγνωστά , οἷον ἀδικεῖς , φησίν
λεχθῆναι ἢ πραχθῆναι λεγόμενον εἰς κακόζηλον ἐξάγει τὴν διασκευήν . Γίνεται δὲ ἡ διατύπωσις τοῦ πράγματος ἢ ἐκ τῶν παρελθόντων
4407033 ἀγκυλοχειλης
ὡς ἀνωτέρω εἰρήκαμεν , τουτέστιν ἀπὸ τοῦ χεῖλος ἀγκυλόχειλος καὶ ἀγκυλοχείλης ἀγκυλοχείλου . Εἰδέναι δὲ δεῖ , ὅτι πᾶσα γενικὴ
. Κρεῖττον οὖν ἐστιν εἰπεῖν καὶ ἀντιθεῖναι τοῖς λέγουσι τὸ ἀγκυλοχείλης παρὰ τὸ χηλή οὕτως : οἱ Βοιωτοὶ τότε τρέπουσι
4404232 ἀχυνω
οὕτω δέ , φασί , καὶ ἄχω ἀχύω καὶ Δωρικῶς ἀχύνω καὶ μεταθέσει ἀχνύω , ἐξ οὗ τὸ ἄχνυμι .
ἄχω ἄχομαι παράγωγον ἀχύω ὡς ἄνω ἀνύω , Δωριεῖς δὲ ἀχύνω φασί : μεταθέσει δὲ ὁμοίᾳ γίνεται ἄχνυμαι , ὡς
4404223 ἐξελυθη
' ἔπαιρε ] ἤγουν ἀνάνηψον . ὄντως ἀπέφυγεν : ⌈ ἐξελύθη [ ὑπεξελύθη Γ ] † γενόμενος † ἐκτὸς τιμωρίας
ἡ μεγίστη σπουδὴ τῶν θηρίων ὅτι πλεῖστον διεστάναι καὶ θυμὸς ἐξελύθη δάκρυσι καὶ τὸ τῆς ὀργῆς ζέον ἐσβέσθη κλαυθμῷ καὶ
4399180 ῥαπτω
ἀπὸ τοῦ Ε ἄρχονται : ἄρα τὸ ῥυπῶ καὶ τὸ ῥάπτω οἱ ἐνεστῶτες ἀπὸ συμφώνου ἄρχονται : πρόδηλον , ὅτι
Ρ καὶ δασύνεται καὶ ψιλοῦται : καὶ δασύνεται μὲν οἷον ῥάπτω , ψιλοῦται δὲ ὡς ἐν τῷ ῤάρος καὶ ὡς
4399002 ἀποτελειται
οὐδαμῶς ἀγαθόν : ἀναυξῆ γὰρ ὑπὸ τῆς παρὰ καιρὸν σκληρότητος ἀποτελεῖται τὰ σώματα . καὶ οἴνου δὲ τὸν οὕτως πεφυκότα
τοίνυν ἡ τῆς σφαίρας στροφὴ περὶ τοὺς τοῦ ἰσημερινοῦ πόλους ἀποτελεῖται , φανερόν , ὅτι ἐν τῷ αὐτῷ χρόνῳ τό
4397032 ἡμεδαπος
μοι τίνα ἐπωνυμίαν ἔχει Βάκις τε καὶ Σίβυλλα καὶ ὁ ἡμεδαπὸς Ἀμφίλυτος ; Τίνα γὰρ ἄλλην , ὦ Σώκρατες ,
καὖθις , ἢν ἔχωμεν τὴν Πύλον . Ὁ γοῦν χαρακτὴρ ἡμεδαπὸς τῶν ῥημάτων . Ὧν οὕνεκ ' οὐκ οἶδ '
4389506 ἀχνυω
, ἑννύω , ἕννυμι , καὶ ἀμφιέννυμι , ἄχω , ἀχνύω , ἄχνυμι , ῥῶ , ῥωννύω , ῥώννυμι ,
καὶ ὡς πλήθω πληθύω πληθύνω , οὕτως ἀχύνω καὶ ὑπερθέσει ἀχνύω . καὶ ἀχνύομαι , καὶ ἄχνυμαι . συγκοπῇ καὶ
4387505 σπω
σφάλλω ἀσφαλής , . , . Ἀσφάλαξ : παρὰ τὸ σπῶ γίνεται σπάλαξ , καὶ πλεονασμῷ τοῦ α ἀσφάλαξ κατὰ
ἐστὶ τὸ ῥῆμα , οὗ παθητικὸν σπῶμαι , καὶ τοῦ σπῶ παράγωγον σπάζω : ὡς βῶ βάζω : τούτῳ τῷ
4381140 στεῤῥος
καὶ στῆναι στερὸς , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ἑτέρου ρ , στεῤῥὸς , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ε , στερεός . Στρηνιᾶν
δὲ χρέεσθαι δριμέσι : δηχθεὶς γὰρ καὶ φλεγμήνας ὁ στόμαχος στεῤῥὸς ἔστιν ὅτε γίνεται : κατὰ δέ τι ἠδέλφισται ,
4379948 ὑφισταται
ποιοτήτων ἐπιμονή . ἐκ γὰρ τῆς τούτων συγκράσεως ἢ μίξεως ὑφίσταται τὰ ὄντα : οὐδὲν δ ' ἂν ἦν ,
τὸν ἀνθρώπινον βίον , ἐξ ἀνθρώπων γεγονὼς , καὶ τετάρτην ὑφίσταται . καὶ ὅτι ἡ τοιαύτη γνώμη ἀσφαλής ἐστι ,
4376858 ἀγροτεραων
ὅτι γράφει „ ἐξ Ἐνετῆς , ὅθεν ἡμιόνων γένος ” ἀγροτεράων . „ ταύτην δέ φησιν Ἑκαταῖον τὸν Μιλήσιον δέχεσθαι
Ὅμηρος μέμνηται ” ἐξ Ἑνετῶν , ὅθεν ἡμιόνων γένος „ ἀγροτεράων . ” καὶ Διονύσιος ὁ τῆς Σικελίας τύραννος ἐντεῦθεν
4367492 συγκοπῃ
καὶ διέχειαν ἢ χωρισμὸν καὶ διακοπὴν μὴ ὑφιστάμενον , καὶ συγκοπῇ τοῦ ι καὶ ἐκτάσει τοῦ ε εἰς η καὶ
. Κῦμα . κύω , κυήσω , κύημα , καὶ συγκοπῇ κῦμα . οἱ δὲ παρὰ τὸ κυκῶ , κυκήσω
4366982 μαυρος
πάλιν διακρίνονται εἰς χροίας τε καὶ γεύσεις : ὁ Κρόνος μαῦρος , μόλυβδος καὶ στυφερὸς πρὸς γεῦσιν , Ἄρης ῥούσιος
σαῦρος καῦρος . σημείωσαι τὸ σταυρός ἄψυχον : καὶ τὸ μαῦρος ἀπὸ τοῦ ἀμαυρός γέγονεν . Τὰ εἰς ΡΟΣ δισύλλαβα

Back