καὶ τοὺς ἱερεῖς ἀπάρξασθαί τι τῷ βωμῷ , μὴ νομίσαντας ἀσυλίαν εὑρῆσθαι τὰς ὑπηρεσίας καὶ λειτουργίας ἐφ ' ὧν ἐτάχθησαν
ἔσχε θησαυρούς : μάλιστα δ ' αὐτοῖς αἱ λίμναι τὴν ἀσυλίαν παρεῖχον , εἰς ἃς καθίεσαν ἀργύρου ἢ καὶ χρυσοῦ
7135244 Οὐεσπασιανου
συμβέβηκε δὶς ἀληθῶς γενέσθαι ἡμέρας πεντεκαίδεκα ἐν Καισαρείᾳ λέγω Καίσαρος Οὐεσπασιανοῦ ὑπάρχου τῶν Ῥωμαίων . ἐν Ταύρῳ ἢ Παρθένῳ τε
χρηματίζει † ἐὰν θῇ μὲν οὖν εἰς συμπλήρωσιν τῶν λʹ Οὐεσπασιανοῦ ιαʹ καὶ ἐβασίλευσε ιʹ , γίνεται καʹ : ἀφεῖλον
7099045 Λαιδα
ἐν τοῖς Ἀντιλεγομένοις πρὸς Τίμαιον , καὶ γενέσθαι ἐν τούτωι Λαίδα τὴν ἐπὶ κάλλει διαβεβοημένην ἑταίραν , ἣν οἱ πολλοὶ
πάσῃ τρυφῇ καὶ πολυτελείᾳ μύρων καὶ ἐσθήτων καὶ γυναικῶν . Λαίδα γοῦν ἀναφανδὸν εἶχε τὴν ἑταίραν καὶ ταῖς Διονυσίου πολυτελείαις
7094992 Μεγαρικην
λέγοντες , ἄλλα δὲ ποιοῦντες . διὰ τοῦτο τὴν μηχανὴν Μεγαρικὴν ὠνόμασεν . Μεγαρικά ] ἤγουν πανοῦργος . χοίρους γὰρ
. Γ πόρνην δὲ Σιμαίθαν : οἱ ἀπὸ τῶν Ἀθηναίων Μεγαρικὴν γυναῖκα ἥρπασαν Σιμαίθαν . Δωρικώτερον δὲ εἶπε “ Σιμαίθαν
7045009 ἀπεσφαγη
μηνύον τὴν ἐπιβουλήν : ὃ μετὰ χεῖρας ἔχων πρὶν ἀναγνῶναι ἀπεσφάγη : μετὰ δὲ ἀποθανόντος ἀνευρέθη ἐν τοῖς ἄλλοις γραμματιδίοις
τροφῆς , εἰς Λῆμνον ἀπεμποληθεὶς ἐσώθη : τότε δὲ ληφθεὶς ἀπεσφάγη . τοσοῦτον αὐτὸν ὤνησεν ἡ Δημήτηρ . τὰς νήττας
7037374 Ἀμαζονιδα
δοτικὰς συνάπτουσιν : οἷον Διονύσιος ὁ Χαλκιδεύς : Μυρρίνην τὴν Ἀμαζονίδα περιβλεψάμενος , ἔδωκεν αὐτῷ τὰς ἄλλας Ἀμαζονίδας μετακαλέσασθαι .
Ἀμαζόνων : Ἀμαζονίδα λίμνην λέγει τὴν θάλασσαν τὴν παρὰ τὴν Ἀμαζονίδα νῆσον : εἰς γὰρ τὸν Εὔξεινον πόντον οἰκοῦσιν αἱ
7025681 Κοϊντος
βουλευτικοῦ συνεδρίου περὶ τὸ τέταρτον ἔτος τῆς δωδεκάτης ὀλυμπιάδος . Κόϊντος δὲ Φάβιος κατὰ τὸ πρῶτον ἔτος τῆς ὀγδόης ὀλυμπιάδος
. . . . . . . . . δ Κόϊντος . . . . . . . . .
6955203 Σικελιην
τε ἀγγέλους ὁμαιχμίην συνθησομένους πρὸς τὸν Πέρσην , καὶ ἐς Σικελίην ἄλλους πέμπειν παρὰ Γέλωνα τὸν Δεινομένεος ἔς τε Κέρκυραν
ὑπὸ δικαιοσύνης ἐς μέσον Κῴοισι καταθεὶς τὴν ἀρχὴν οἴχετο ἐς Σικελίην , ἔνθα μετὰ Σαμίων ἔσχε τε καὶ κατοίκησε πόλιν
6950852 Κοτυτω
Δωριεῦσι τιμωμένης Κοτυτοῦς ὠνόμασται Κοτυταρίς . ἦσαν δὲ Τιμάνδρου θυγατέρες Κοτυτὼ καὶ Εὐρυτιώνη , ἃς ἐτίμησαν Ἡρακλεῖδαι διὰ τὸ συναγωνίσασθαι
. ἁ γραία με : Εὐρυτιώνην τὴν Τιμάνδρου θυγατέρα καὶ Κοτυτὼ ἐτίμησαν οἱ Ἡρακλεῖδαι διὰ τὸ συναγωνίζεσθαι εἰς τὴν τῆς
6948647 ΓΕΖ
ΓΕ ἡ ΗΚΘ . ἐπεὶ οὖν ἴση ἐστὶν ἡ ὑπὸ ΓΕΖ τῇ ὑπὸ ΘΕΚ , ἡ δὲ ὑπὸ ΖΕΓ τῇ
ΖΕΓΗ παραλληλόγραμμον τῷ ΑΒΓ τριγώνῳ . καὶ ἔχει τὴν ὑπὸ ΓΕΖ γωνίαν ἴσην τῇ δοθείσῃ τῇ Δ . Τῷ ἄρα
6944976 Ἀφιδνα
οἴει καὶ ὁ πολὺς τῶν ἀνοήτων συρφετός . Ἀφιδναῖον . Ἀφίδνα δῆμος Αἰαντίδος φυλῆς , ἐξ οὗ οὗτος . Χολαργέα
οἴει καὶ ὁ πολὺς τῶν ἀνοήτων συρφετός . Ἀφιδναῖον . Ἀφίδνα δῆμος Αἰαντίδος φυλῆς , ἐξ οὗ οὗτος . Χολαργέα
6939599 Νομῳ
κοιτάζεσθαί τε ἔνθα καὶ πρότερον ἐν τῷ αὐτῷ δωματίῳ . Νόμῳ τε μόνον ἀνὴρ ἦν , τὰ δ ' ἄλλα
οὐ νόμοις ἐγγράφοις χρῶνται ὥσπερ οἱ βάρβαροι . Νομισθέντος . Νόμῳ κρατήσαντος : νόμῳ γὰρ κρατεῖ τὰ ἐν πόλει δίκαια
6926243 ἐπιφανει
μηνυθεὶς εὑρεθήσεται : ἐὰν δὲ ἐπὶ τοῦ μεσουρανήματος , ἐν ἐπιφανεῖ καὶ πολυοχλουμένῳ τόπῳ εὑρεθήσεται : ἐὰν δὲ ὑπὸ γῆν
τῶν τραυμάτων ἐλάττωσιν ἀπέγνω τὸν διωγμόν . οὗτος μὲν οὖν ἐπιφανεῖ μάχῃ νικήσας καὶ δύο μεγάλους ἡγεμόνας ἀνελὼν μεγάλης ἔτυχε
6915706 ἀποστερησεις
καὶ συκοφαντίας καὶ ἔχθρας καὶ ῥᾳδιουργίας καὶ λῃστρικὰς ἐπιθέσεις καὶ ἀποστερήσεις καὶ ἐπιορκίας ἐκ φίλων , ἐπανάστασίν τε ἐχθρῶν καὶ
σεωυτὸν νεμέεις καὶ τῆς ἀπαιτεομένης ἐν τῷ ἄρχοντι σεμνότητος σεωυτὸν ἀποστερήσεις καὶ παρὰ τῶν ξυνεπισταμένων ὅτι ἔχθρῃ διδοῖς σεωυτόν ,
6908057 ἐπιγινομενος
δὲ καὶ μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ . μὴ θραύσοι : ὁ ἐπιγινόμενος χρόνος τὸν ὄλβον αὐτῶν μὴ θραύοι , τοὐναντίον δὲ
, λύσις . Ὑπὸ διαῤῥοίης ἐχομένῳ μακρῆς ἀπὸ ταὐτομάτου ἔμετος ἐπιγινόμενος λύει τὴν διάῤῥοιαν . Ὑπὸ πλευρίτιδος , ἢ ὑπὸ
6899149 Φευγει
Ἑρμηνεία . Τυράννων εἴ τις τῆς πείρας βλάβην ἔχει , Φεύγει φυλαττόμενος καὶ νεκρῶν τάφους . Ὁ παθὼν ἰατρός .
ἔτι πω μενέει σχεδόν , οὐδ ' ἐνὶ χειῇ . Φεύγει καὶ κνίσσῃσι γαγάτην ὀρνυμένῃσι , τείροντα θνητοὺς ἐχεπευκέϊ πάντας
6898206 ἀρειη
* . ? Ἀραριημένος : ἔστιν ὄνομα παρὰ τῷ ποιητῇ ἀρειή , ἀφ ' οὗ ῥῆμα ἀρειῶ : τούτου ὁ
κυρίως ὁ κατὰ τὸν πόλεμον καλλίων . . . . ἀρειή : Ἰωνικῶς ἡ ἐν πολέμῳ ἀπειλή : ἐκ τοῦ
6875258 ἡλιαστης
Εἰ μὴ μεταλάβῃ τοὐπίπεμπτον , κλᾳέτω . Ὁ δ ' ἡλιαστὴς εἷρπε πρὸς τὴν κιγκλίδα . Τὸν Ἐρεχθέα μοι καὶ
] . ἀντὶ τοῦ εἰπεῖν “ μῦς ὀροφίας ” “ ἡλιαστὴς ” εἶπε διὰ τὸ φιλόδικον αὐτοῦ : ὀροφίαι γὰρ
6873119 Πραινεστον
Ῥώμη λϚʹ γοʹʹ μαʹ γοʹʹ Τιβούρ λϚʹ ∠ ʹʹγʹʹ μβʹ Πραίνεστον λζʹ ∠ ʹʹ μαʹ ∠ ʹʹγʹʹ ιβʹʹ Τούσκουλον λϚʹ
τῇ πρὸς Σύλλαν γενναίως ἀγωνισάμενος , ὅμως ἡττηθεὶς κατέφυγεν εἰς Πραίνεστον ἅμα μυρίοις πεντακισχιλίοις . συγκλεισθεὶς δ ' ἐν αὐτῇ
6866353 Ἀπαμεων
' ἡμᾶς φιλοσόφων πολυμαθέστατος . Ὅμορος δ ' ἐστὶ τῇ Ἀπαμέων πρὸς ἕω μὲν ἡ τῶν φυλάρχων Ἀράβων καλουμένη Παραποταμία
. ἐγεγένητο μὲν γὰρ ἐν Κασιανοῖς , φρουρίῳ τινὶ τῆς Ἀπαμέων γῆς , τραφεὶς δ ' ἐν τῇ Ἀπαμείᾳ καὶ
6865769 Μεσσηνιαν
ἀρχαῖον ὡμολογήκασιν οἱ Ἀρκάδες . ὅρον δὲ Ἠλείοις πρὸς τὴν Μεσσηνίαν τῆς Νέδας τὰ ἐπὶ θαλάσσῃ γενέσθαι τις πείθοιτο ἂν
ἀφεστηκότας , τὸν δὲ βασιλέα σφῶν Ἀνάξανδρον ἐσβαλόντα ἐς τὴν Μεσσηνίαν λαβεῖν αἰχμαλώτους γυναῖκας , ἐν δὲ αὐταῖς εἶναι Κλεώ
6863623 Σελινουντιων
χώρας ἱππεῖς ἄγοντες πρὸς τὸν Γέλωνα βιβλιαφόρον ἐπιστολὰς κομίζοντα παρὰ Σελινουντίων , ἐν αἷς ἦν γεγραμμένον , ὅτι πρὸς ἣν
ἅμ ' ἡμέρᾳ πρὸς τὴν ναυτικὴν στρατοπεδείαν , ὡς ὄντας Σελινουντίων συμμάχους , γενομένους δ ' ἐντὸς τοῦ ξυλίνου τείχους
6839642 Φιλους
. Φάγει με ἡ διαφορά , καὶ μὴ ἀλλότριος . Φίλους κτίζε , καὶ μὴ χρήματα . Χωλῷ παροικήσας ὑποσκάζειν
τοὺς φίλους ἡ δικαιοσύνη , βλάπτειν δὲ τοὺς ἐχθρούς . Φίλους δὲ λέγεις εἶναι πότερον τοὺς δοκοῦντας ἑκάστῳ χρηστοὺς εἶναι
6837947 ἀπαντησαντες
πορρωτέρω προελθεῖν , συνελήφθημεν τοῖς Ἱππογύποις παρ ' αὐτοῖς καλουμένοις ἀπαντήσαντες . οἱ δὲ Ἱππόγυποι οὗτοί εἰσιν ἄνδρες ἐπὶ γυπῶν
' ὅτων δή ποτε ἀνεχώρησαν , οἵ τε εἰς Πύλας ἀπαντήσαντες κατεχώσθησαν ὑπὸ τῶν βαρβάρων : καὶ οὐ τοσοῦτόν γ
6830061 ἐρυεσθαι
Ζεὺς ἐρρύσατο καὶ θεοὶ ἄλλοι . ἀλλ ' οὐ νῦν ἐρύεσθαι ὀΐομαι , ὡς ἐνὶ θυμῷ βάλλεαι : ἀλλά ς
τραγῳδοποιῶν περὶ νεωτέρων οὕτω φησὶ κατὰ λέξιν : ῥύεσθαι καὶ ἐρύεσθαι δια - φορὰν ἔχει πρὸς ἄλληλα . τὸ μὲν
6827704 ῥευμαϲιν
ὀϲτέον μὴ ϲαρκούμενον , ἐλαφρῶϲ αὐτὸ ξύϲομεν . Ἐπί τε ῥεύμαϲιν ὀφθαλμῶν χρονίοιϲ ἐπί τε τῷ ϲκοτωματικῷ πάθει τὰϲ ὄπιϲθεν
δὲ τούτουϲ : λουτρὰ γὰρ τοῖϲ μὲν εἰϲ τὴν γαϲτέρα ῥεύμαϲιν ἐπιτηδειότατα , τὰϲ δὲ αἱμορραγίαϲ καὶ τοὺϲ ἱδρῶταϲ δεινῶϲ
6825127 κιθαρῳδειν
οὐδὲ κιθαρῳδοῦ ἀηδῶς ἀκούω : μή τι οὖν τούτου ἕνεκα κιθαρῳδεῖν με δεῖ στάντα ; ἄκουσον , τί λέγει Σωκράτης
γεγενημένης , ὁ δὲ κατέτρεχεν , ὅτι τὸ παράπαν οὐδὲ κιθαρῳδεῖν καθήκει , παρ ' οἷς οὐδ ' οἱ τέττιγες
6822725 Κρασσῳ
συνετάσσοντο ἱππέες , ἐκ δὲ Παρθυαίων δύο , τῶν σὺν Κράσσῳ πεπολεμηκότων τὰ ὑπόλοιπα , . . . καί τι
ὅτι μετὰ τὴν νίκην ὁ Περσεύς , εἴτ ' ἐπιγελῶν Κράσσῳ καὶ τωθάζων αὐτόν , εἴτ ' ἀποπειρώμενος , ὅπως
6818319 Σιξος
. Σίξος , πόλις Μαστιηνῶν . Ἑκαταῖος ” μετὰ δὲ Σίξος πόλις ” . Σιποῦς , πόλις Δαυνίων . τὸ
Σινωπῖτις καὶ Σινωπίς ἀπὸ τοῦ Σινωπεύς . καὶ Σινωπικόν . Σίξος , πόλις Μαστιηνῶν . Ἑκαταῖος ” μετὰ δὲ Σίξος
6798258 προιαψαι
τοῦ καιροῦ πέμψαι . προιάψαι ] πέμψαι , δοῦναι . προιάψαι ] δοῦναι . θ προιάψαι ] παραπέμψαι . δορὸς
] πέμψαι , δοῦναι . προιάψαι ] δοῦναι . θ προιάψαι ] παραπέμψαι . δορὸς ἄγραν ] διὰ δόρατος ἀγρευθεῖσαν
6798143 Θουριων
στροφὴ ἑτέρα κώλων ηʹ . βαλὴν ] ὦ βασιλεῦ κατὰ Θουρίων γλῶσσαν , ὥς φησιν Εὐφορίων . ὦ . ἴθι
ἑσπέραν ἑκατέροις ἀγγέλλεται Σιποῦντα μὲν Ἀγρίππας ἀναλαβών , Πομπήιος δὲ Θουρίων μὲν ἀπεωσμένος , Κωνσεντίαν δ ' ἔτι περικαθήμενος ,
6789710 ἐπραθην
τὸν ἐμὸν εὐεργέτην , ἐλπίζω δὲ καὶ τὸν σόν : ἐπράθην γὰρ εἰς Καρίαν ὑπὸ βαρβάρων , οἵτινες ἐνέπρησαν τριήρη
. τοῦτο ἴδιόν ἐστι φιλοῦντος . δέδωκά σοι δίκας . ἐπράθην , ἐδούλευσα , ἐδέθην . μή μοι μνησικακήσῃς τοῦ
6789268 Γλαυκιας
ἄρουραι . ἀνοκώχησις : Βακχεῖος ἐν αʹ φησὶ σύμπτωσις . Γλαυκίας δὲ ἀναπίεσις καὶ ἀνοχή , οὐ κατὰ τρόπον ,
γενήσεσθαι . τῆς δὲ τεσσαρακοστῆς ὀλυμπιάδος καὶ ὀγδόης , ἣν Γλαυκίας ὁ Κροτωνιάτης ἐνίκησε , ταύτης ἔτει τρίτῳ ἆθλα ἔθεσαν
6788967 Πυλαιαν
τοῦ Θετταλῶν τῷ τοὺς τυράννους ἐκβαλεῖν Φίλιππον αὐτοῖς καὶ τὴν Πυλαίαν ἀποδοῦναι : οὐκ ἦν ἐν Θήβαις ἀσφαλές , πρὶν
[ ἅπαντες ? ] δὶς τοῦ ἐνιαυτοῦ εἰς [ τὴν Πυλαίαν ? ? ] θεωροὶ γενήσονται [ τῶν ἔργων τῶν
6782586 ΗΜΛ
ἤχθω τεταγμένως ἡ ΜΕ : ἔστιν ἄρα ὡς τὸ ὑπὸ ΗΜΛ πρὸς τὸ ἀπὸ ΜΕ , ἡ πλαγία πρὸς τὴν
δὴ δειχθήσεται καὶ ἑκάστη τῶν ὑπὸ ΚΘΗ , ΘΗΜ , ΗΜΛ ἑκατέρᾳ τῶν ὑπὸ ΘΚΛ , ΚΛΜ ἴση : αἱ
6781459 Ὀρθωσιας
ἔλαφον θήλειαν ἄξονθ ' , ἅν ποτε Ταϋγέτα ἀντιθεῖς ' Ὀρθωσίας ἔγˈραψεν ἱεράν . τὰν μεθέπων ἴδε καὶ κείναν χθόνα
φησί . ἐγένοντο δ ' αὗται πρὸς τῷ βωμῷ τῆς Ὀρθωσίας Ἀρτέμιδος , τῆς τὴν πολιτείαν ἀνορθούσης . παρειστήκει γὰρ
6773742 ἀγαυρος
πετάλοισιν ἀγαυρόν : εὐαυξῆ εὐθαλῆ * ἀγαυρόν : ὑψηλόν . ἀγαυρὸς κυρίως ὑπερήφανος πεδόεσσα ἤτοι χαμαιπετής , χαμηλή : διὸ
πετάλοισιν ἀγαυρόν : εὐαυξῆ εὐθαλῆ * ἀγαυρόν : ὑψηλόν . ἀγαυρὸς κυρίως ὑπερήφανος πεδόεσσα ἤτοι χαμαιπετής , χαμηλή : διὸ
6767144 Τεριναν
καὶ τὸ Γύθιον αὐτοὶ κατέσχον . Κλεανδρίδας ὁ Λάκων ἐπὶ Τέριναν ἄγων τὴν στρατιὰν ὁδὸν κοίλην λάθρα προσπεσεῖν ἐπεχείρησε τοῖς
' ὁ Λᾶρις ἐξερεύγονται ποτά . Λίγεια δ ' εἰς Τέριναν ἐκναυσθλώσεται , κλύδωνα χελλύσσουσα , τὴν δὲ ναυβάται κρόκαισι
6764638 ὀλολυγην
ὁ Ἀπόλλων . ποταμοῦ γένος ἀρχαίοιο : τοῦ Ἰνωποῦ . ὀλολυγήν : τὴν μετὰ εὐφημίας λέγει εὐχήν . τροχόεσσα .
ὁ Ἀπόλλων . ποταμοῦ γένος ἀρχαίοιο : τοῦ Ἰνωποῦ . ὀλολυγήν : τὴν μετὰ εὐφημίας λέγει εὐχήν . τροχόεσσα .
6762879 κατερρυην
τὸ λεγόμενον . Ἀριστοφάνης Ἀναγύρῳ : ὅρμου παρόντος τὴν ἀτραπὸν κατερρύην . οἶαι Ἀττικοί , Ἴωνες δὲ ὄϊαι διφθέραι ,
χειμέρια βροντᾷ μάλ ' αὖ . Ὅρμου παρόντος τὴν ἀτραπὸν κατερρύην . Ἐν τῷ στόματι τριημιωβόλιον ἔχων . Τοῦτ '
6760930 κρατησιν
μετουσίας ἀπολείπεσθαι . πόρον οὖν τινα καὶ ἰσχὺν εἰς τὴν κράτησιν ἐπεκτήσατο , τῶν μὲν ὠφελίμων καὶ πρωτουργῶν ἐγειρομένων ,
ὠφέλειαν διαγωγῆς μᾶλλον παρ ' ἡμῖν οὖσαν , ἢ κατὰ κράτησιν ἐχθρῶν , ἢ φίλους ὠφελῆσαι . ἐν οἷς μάλιστα
6760828 ἐψηφιζοντο
ὅτε πολεμίους ἡμᾶς τε καὶ τοὺς ὑφ ' ἡμῖν στρατοὺς ἐψηφίζοντο εἶναι . ” Κἀκεῖνοι μὲν τοσάσδε πολιτῶν μυριάδας ἡμῖν
παραφυλάττοντας τὸ σημανθησόμενον . οἱ μὲν Ἐνναῖοι συνελθόντες τὴν ἀπόστασιν ἐψηφίζοντο : τοῦ δὲ φρουράρχου σημήναντος οἱ στρατιῶται οἱ μὲν
6756940 Αἰγεστου
εἴρηται , παρ ' αὐτοῦ σταλέντων εἰς τὴν Σικελίαν μετὰ Αἰγέστου τοῦ Τρωός . οἰκεῖται δὲ καὶ ὁ Ἔρυξ λόφος
πρὸς φιλίαν λαβόντες παρ ' αὐτῶν τὸ χωρίον διὰ τὴν Αἰγέστου συγγένειαν γενομένου τε καὶ τραφέντος ἐν Σικελίᾳ κατὰ τοιόνδε
6756292 ἀνατι
τῶν κοπροφάγων καὶ εἰκαίων . Κάμηλος καὶ ψωριῶσα πολλῶν ὄνων ἀνατί - θεται φορτία : ἐπὶ τῶν ἐν γήρᾳ μὲν
λόγοις : ἀντὶ τοῦ ἄνευ αἰτίας . ἢ γράφεται καὶ ἀνατί , ἤτοι ἀτιμωρητὶ καὶ ἄνευ ἄτης : συγκοινωνεῖς μοι
6755203 ἐκπεσουσιν
Ἀργείας καὶ Λακωνικῆς : νεμόμενοι δὲ αὐτὴν ἔδοσαν Λακεδαιμόνιοι Αἰγινήταις ἐκπεσοῦσιν ἐνοικεῖν διά τε τὰς ὑπὸ τὸν σεισμὸν σφίσι γενομένας
εἰκὸς ἀντιπράττειν ἀνδράσι τοσοῖσδε ἰδίων ἢ προγονικῶν κτήσεων κατὰ στάσιν ἐκπεσοῦσιν ὑπὲρ νεανίσκου τοσόνδε πλοῦτον ἀλλότριόν τε καὶ οὐκ ἰδιωτικὸν
6752774 ἐγγυησαμενος
καταλύσει τοῦ δήμου συνιὼν ἁλῷ , ἢ τέλος πριάμενος ἢ ἐγγυησάμενος ἢ ἐκλέγων μὴ καταβάλῃ , ἀκούσατέ μου καὶ περὶ
βίου καταστροφὴν ἀνεφάνη πένης ὤν , ὃ δὲ ἀνεδύετο ὁ ἐγγυησάμενος , οὐδὲ ἔφασκεν ἄξεσθαι γυναῖκα . ἐπὶ τούτοις οἱ
6745840 διαμαϲαϲθαι
τὴν ἔκφυϲιν τῶν ὀδόντων . μηδὲν δὲ ϲκληρὸν αὐτοῖϲ διδόναι διαμαϲᾶϲθαι , ἵνα μὴ τυλωδέϲτερα τὰ οὖλα γενόμενα παρεμποδὼν γένηται
λιπαρῶν ἐκγιγαρτιϲμένων ὅϲον ἐξαρκεῖ εἰϲ ἀνάληψιν . ἐκ τούτου δίδου διαμαϲᾶϲθαι κατὰ μέροϲ ὅϲον # γ καὶ ἀποπτύειν . Ἄλλο
6745034 κατεμιξε
δὲ μνημεῖον ἀθάνατον κατέλιπεν , εἰς κοινὴν εὐχρηστίαν φιλοτιμηθείς . κατέμιξε δὲ καὶ τὴν σύγκλητον , οὐ τοὺς εὐγενεῖς καὶ
ἀνεσταύρωσε , τῶν δ ' ἄλλων μισθοφόρων ἑλὼν εἰς δισχιλίους κατέμιξε τοῖς ἰδίοις στρατιώταις . μετὰ δὲ τὴν ἅλωσιν ταύτης
6742894 Γλυκεραν
τὴν Ἰωνίαν , τὰς Κυκλάδας πάσας ; ἀφεὶς ταῦτα καὶ Γλυκέραν μετ ' αὐτῶν εἰς Αἴγυπτον ἀπέλθω χρυσὸν λαβεῖν καὶ
[ ' : ἀλλ ] ' ἔθυον ὑπὲρ εὐπραξίας [ Γλυκέραν ] ἀνευρηκυῖαν οὓς [ πυθόμενος . ὀρθῶς γὰρ λέγεις
6742878 Γνεου
τε αἰσχρῶς καὶ ἀπεχώρησε . Γαΐου δὲ Καικιλίου Μετέλλου καὶ Γνέου Κάρβωνος ὑπάτων γενομένων , οἱ ἀδελφοὶ Μέτελλοι κατὰ τὴν
ἐκοινώνησαν , καὶ τὸν δρόμον ἐπ ' αὐτὴν ποιούμενοι παρὰ Γνέου Κορνηλίου Δολοβέλλου τοῦ ὑπάτου πανωλεθρίᾳ διεφθάρησαν . Ὑπὸ τούτους
6742031 παραπομπην
σοῦ , αὐτὴ δέ σοι καὶ ἀργύριον δώσω καὶ τὴν παραπομπὴν ἐπισκευάσω . Δυνήσῃ δὲ πρὸ τοῦ πυθέσθαι τινὰ ἐπιβὰς
μετ ' αὐτοῦ ἀποσταλέντα σκάφη εἴκοσι ἐπὶ τὴν τοῦ σίτου παραπομπὴν εἰς Ἑλλήσποντον ὁ παρὰ Φιλίππου στρατηγὸς Ἀμύντας καταγήοχεν εἰς
6739628 ἀτρωτῳ
: μικτῆς δὲ παράδειγμα : τραυματίας ἀριστεὺς παρεχώρησε τὴν δωρεὰν ἀτρώτῳ ἀριστεῖ : καὶ ὁ μὲν αἰτεῖ εἰς τὸ γέρας
: εὔχεται τὴν ἀρχὴν μετὰ δόξης αὐτὸν διατελέσαι . σὺν ἀτρώτῳ καὶ ἀλύπῳ τῇ καρδίᾳ , τουτέστιν ἀπταίστῳ καὶ ἀβλαβεῖ
6737906 κεκομισμενων
ἐκ τῶν παρ ' ἐλπίδας σεσωσμένων καὶ τὰ ἴδια πάντα κεκομισμένων πίστιν . καὶ ἵνα μηδὲν αὐτοῖς ἔτι δεῖμα περὶ
αἰχμάλωτα τοσαῦτα τὸ πλῆθος εὑρέθη ὥστε τῶν πλείστων εἰς Καρχηδόνα κεκομισμένων τὰ ὑπολειφθέντα γενέσθαι πλείω τῶν μυρίων καὶ τρισχιλίων .
6728710 ληιου
παρέφρασεν : ἰάνθη δ ' ὡσεί τε περὶ σταχύεσσιν ἐέρση ληίου ἀλδήσκοντος . τὸ μὲν οὖν τηκόμενον πάντως καὶ ἰαίνεται
ἀσταχύων ὑπερέχοντα , κολούων δὲ ἔρριπτε , ἐς ὃ τοῦ ληίου τὸ κάλλιστόν τε καὶ βαθύτατον διέφθειρε τρόπῳ τοιούτῳ .
6728151 φιλαρετου
σοφοῦ γεγόνασι , κατὰ δὲ τοὺς ἐν ἀλληγορίᾳ νόμους ὑπὸ φιλαρέτου ψυχῆς τὸν ἀληθῆ ζητούσης θεόν . Χαλδαῖοι γὰρ ἐν
τὴν μαθηματικὴν ἐπιστήμην διαπονοῦσιν , ἐκτετίμηται δ ' ὑπὸ τοῦ φιλαρέτου Μωυσέως , ὃς τὸ κάλλος αὐτῆς ἀνέγραψεν ἐν ταῖς
6724270 Δοθεντα
αος κς , ὁ δὲ βος ρλϚ . κε . Δοθέντα ἀριθμὸν διελεῖν εἰς τρεῖς ἀριθμούς , ὅπως ὁ ἐξ
τὸ δὲ μόριον ΜαΜΥ˙ ͵ϚτβΜΥ˙ Μο ͵αωκδ . κ . Δοθέντα ἀριθμὸν διελεῖν εἰς δύο ἀριθμοὺς καὶ προσευρεῖν αὐτοῖς τετράγωνον
6715248 πολυξεινον
: σὲ δὲ μή τι νόος κατελεγχέτω εἶδος . μηδὲ πολύξεινον μηδ ' ἄξεινον καλέεσθαι , μηδὲ κακῶν ἕταρον μηδ
μηδὲ πολύξεινον μηδ ' ἄξεινον καλέεσθαι : τὸ μὲν μήτε πολύξεινον εἶναι μήτ ' ἄξεινον ὅρον ἐπιτίθησι μετὰ τὰς φιλικὰς
6713682 Τιγρανους
μάλιστα καὶ εἴκοσι καὶ τέσσαρες . ἔνθα δὴ καὶ ὁ Τιγράνους ἦν παῖς Τιγράνης καὶ πέντε Μιθριδάτου , Ἀρταφέρνης τε
ἣ τοῖς Σελευκίδαις ὑπήκουε . καὶ βασιλεὺς Ἀρμενίας Τιγράνης ὁ Τιγράνους , ἔθνη πολλὰ τῶν περιοίκων , ἰδίοις δυνάσταις χρώμενα
6704442 Κυναιθος
Ἀλκήνωρ , εἰς δὲ Ἀμοργὸν Νάξιον , εἰς δὲ Ἄνδρον Κύναιθος καὶ Εὐρύλοχος , εἰς δὲ Κύθνον Κέστωρ καὶ Κεφαλῆνος
: οἷον , Σίμαιθος , ὄνομα ποταμοῦ : Ἀρίαιθος : Κύναιθος ὄνομα κύριον : Τενέαιθος ὄνομα ποταμοῦ : Ὀλίγαιθος .
6700761 Ἀρταιου
μετέστησε τὴν ἡγεμονίαν . τῶν δὲ Μήδων βασιλεῦσαι μετὰ τὴν Ἀρταίου τελευτὴν Ἀρτύνην μὲν ἔτη δύο πρὸς τοῖς εἴκοσι ,
τοὺς σύμπαντας οὐκ ἐλάττους εἴκοσι μυριάδων . τοῦ δὲ βασιλέως Ἀρταίου στρατεύσαντος ἐπ ' αὐτὸν μυριάσιν ὀγδοήκοντα μάχῃ κρατῆσαι καὶ
6699110 μαχεσαμενων
στρατηγὸς κατέσκαψε τὸ τεῖχος : νίκη γέγονεν , ἐξελθόντων καὶ μαχεσαμένων , κρίνεται ὁ στρατηγὸς δημοσίων : οὐκοῦν ἡ προβολή
περὶ τῶν ἐπ ' Εὐρυμέδοντι Παμφυλίας ποταμῷ ναυσὶ καὶ πεζῇ μαχεσαμένων ἐπί τε Κύπρον καὶ Αἴγυπτον ἐλθόντων . περὶ τῶν
6696079 Ἀγριππου
ὣς μαχούμενοι , Πλάγκος δὲ ἔσεσθαι μέσους Καίσαρός τε καὶ Ἀγρίππου , χρῆναι δ ' ἔτι καραδοκεῖν τὰ γιγνόμενα :
καὶ Οὐεντίδιον ᾔει , ἐνοχλούντων αὐτὸν ἑκατέρωθεν Σαλουιδιηνοῦ τε καὶ Ἀγρίππου καὶ φυλασσόντων , ὅτε μάλιστα περιλάβοιεν ἐν τοῖς στενοῖς
6693253 ἐσεβαλεν
μοῖρα τῆς Φιλίππου στρατιᾶς ἦσαν , ἡνίκα ἐς τὴν Λακωνικὴν ἐσέβαλεν , ἀποτραπόμενοι δὲ ἀπὸ τῶν ἄλλων τὰ παραθαλάσσια ἐλεηλάτουν
Λακεδαίμονιἐς ἀποικίαν στέλλεται : Κλεομένης δὲ ὡς ἐβασίλευσεν , αὐτίκα ἐσέβαλεν ἐς τὴν Ἀργολίδα , Λακεδαιμονίων τε αὐτῶν ἀθροίσας καὶ
6692461 ὁμολογιην
, ἐς ὅ σφι ἕαδε ὁμολογίῃ χρήσασθαι . Τὴν δὲ ὁμολογίην ἐποιεῦντο τοιήνδε τινά , ἐπὶ τῆς κρυπτῆς τάφρου τάμνοντες
ἢ θεραπευόμενοι , ἀνῃρέθησαν : καὶ αὐτῶν μὲν οὐχ ὡς ὁμολογίην τρέπεται τὸ ποιηθὲν , τῷ δὲ ἰητρῷ τὴν αἰτίην
6690536 ἀφικνουντο
τούτων καὶ τοῦ μαντείου , ὕστερον δὲ καὶ οἱ πόρρωθεν ἀφικνοῦντο καὶ ἐχρῶντο τῷ μαντείῳ καὶ ἔπεμπον δῶρα καὶ θησαυροὺς
καὶ τὰ ὅπλα μικροῦ δεῖν πάντες ἀπολωλεκότες εἰς πόλιν Τύσκλον ἀφικνοῦντο : σκηνὰς δ ' αὐτῶν καὶ ὑποζύγια καὶ χρήματα
6690311 ὑλωδεις
θαλύσια γουνῷ ἀλωῆς γὰρ Οἰνεὺς ἔρεξεν . ” θάμνοι οἱ ὑλώδεις τόποι : “ οἱ δέ τε θάμνοι πρόρριζοι πίπτουσι
καὶ καθύγρους τόπους τοὺς κλάδους ; . . ἰαμεναὶ οἱ ὑλώδεις καὶ ἔνυδροι τόποι . ἰάμνους δὲ τὰς ἰαμενάς .
6689868 Ὑποθεσις
κῶλα χοριαμβικά ἐστιν ὅμοια τοῖς ῥηθεῖσιν δεκαέξ . παλαιόν . Ὑπόθεσις τοῦ προκειμένου δράματος . Ἀγαμέμνων εἰς Ἴλιον ἀπιὼν τῆι
ἀποβεβήκασι καὶ διὰ τὸ αὐτεξούσιον τῇ σφῶν ἀβελτερίᾳ παρεδόθησαν . Ὑπόθεσις δὲ αὐτοῖς τῆς ἀποστασίας οἱ ἄνθρωποι γίνονται . διάγραμμα
6689237 Λαοδικειαν
στενώματα λέγει τῶν ὀρῶν . Δάφνην δὲ οἱ μὲν τὴν Λαοδίκειαν λέγουσιν εἶναι , οἱ δὲ προάστειον εἶναι Ἀντιοχείας .
ὁ Νικάτωρ καὶ ἄλλην παραλίαν πόλιν ἐν τῇ Συρίᾳ ὀνόματι Λαοδίκειαν εἰς ὄνομα τῆς αὐτοῦ θυγατρὸς , πρῴην οὖσαν κώμην
6688494 μετεταξαντο
Πελοποννησιακῷ πολέμῳ ἐν αὐτῇ τῇ παρατάξει ἀπὸ Ἀθηναίων πρὸς Λακεδαιμονίους μετετάξαντο , ὥς φησιν ὁ Θουκυδίδης . ἡ δὲ Μαγνησία
τραυματίας οὐκ ὀλίγους ἀπολελοιπότας ; ἆρ ' ἐβοήθησαν , ἢ μετετάξαντο ; οὐ μὲν οὖν ἀπέστησαν πρὶν παρέδωκαν οἱ στρατηγοὶ
6687553 εἰσηρρησεν
φθορᾶς παρεγένετο . Γ εἰσήρρησεν ] μετὰ φθορᾶς εἰσῆλθε . εἰσήρρησεν ] μετὰ φθορᾶς παρεγένετο , ὡς ἀναιδῶς ἐλθόντος .
εἰσελθεῖν . ΓΘ ἄλλως : μετὰ φθορᾶς παρεγένετο . Γ εἰσήρρησεν ] μετὰ φθορᾶς εἰσῆλθε . εἰσήρρησεν ] μετὰ φθορᾶς
6681534 ἐμβαπτομενος
πῶς ἐγὼ Σθενέλου φάγοιμ ' ἂν ῥήματα ; εἰς ὄξος ἐμβαπτόμενος ἢ λευκοὺς ἅλας ; ἡμεῖς μὲν οὖν σοι ταῦτα
πῶς ἐγὼ Σθενέλου φάγοιμ ' ἂν ῥήματα ; εἰς ὄξος ἐμβαπτόμενος ἢ ξηροὺς ἅλας . τότε μέν γε , Μανῆ
6679345 Ἑλλανικωι
νῦν καλεομένην Τυρσηνίην ἔκτισαν . Μυρσίλος δὲ τὰ ἔμπαλιν ἀποφαινόμενος Ἑλλανίκωι τοὺς Τυρρηνούς φησιν , ἐπειδὴ τὴν ἑαυτῶν ἐξέλιπον ,
καὶ τοῖς τραγικοῖς ποιηταῖς ἢ Κτησίαι τε καὶ Ἡροδότωι καὶ Ἑλλανίκωι καὶ ἄλλοις τοιούτοις . . . . , :
6679189 Φοιβιδας
ὑμῶν . ἀναμνῆσαι δ ' ὑμᾶς πρῶτον βούλομαι , ὅτε Φοιβίδας ἠγγέλθη τὴν Καδμείαν κατειληφὼςὁ δὲ Φοιβίδας ἐστί μοι Λακεδαιμόνιοιπῶς
Θηβαίων γίγνεσθαι δεῖν οἴεται . Ἐγὼ δ ' ὅτι μὲν Φοιβίδας ὁ ταῦτα πράξας ἦν καὶ οὐδὲν ἐπράχθη τούτων ἀπὸ
6676133 Βυζαντις
Ἀκάμαντος διὰ τῆς ει διφθόγγου . λέγεται καὶ Ἀκαμαντίς ὡς Βυζαντίς . Παρθένιος δ ' ἐν Ἀφροδίτῃ Ἀκαμαντίδα αὐτήν φησι
. τὸ δὲ κτητικὸν Βυζαντιακός . λέγεται καὶ Βυζαντιάς καὶ Βυζαντίς . ἔστι καὶ ἐπὶ τῆς χώρας Βυζάντεια διὰ διφθόγγου
6674363 Πασαργαδας
γεγένησθε ; Διὰ τοῦτο ὁ Περσῶν βασιλεὺς , ἐπειδὰν εἰς Πασαργάδας ἀφίκηται , χρυσὸν δωρεῖται ταῖς Περσίσι γυναιξί : καὶ
ἀνάθημα ἐκ τῆς Ἑλλάδος Ξέρξης ἀνεκόμισεν ἐς Βαβυλῶνα ἢ ἐς Πασαργάδας ἢ ἐς Σοῦσα ἢ ὅπῃ ἄλλῃ τῆς Ἀσίας ,
6674235 παρθενιοι
ἔτι παρθένος εἶναι . διὸ καὶ οἱ ἐξ αὐτῶν παῖδες παρθένιοι . ἢ ὅτι λαθραίως ἡ Πιτάνη διεκορεύθη καὶ ἔτεκεν
. εἶσι δὲ οἵδε : προσωδιακοί , ἀποστολικοὶ οἱ καὶ παρθένιοι , εἶσι δὲ καὶ παρὰ βαρβάροις σπουδαῖαι καὶ φαῦλαι
6672684 περικυκλωσιν
. τὸ πλῆθος : τῶν νεῶν τῶν Πελοποννησίων . τὴν περικύκλωσιν : τὸ περικυκλωθῆναι ὑπὸ τῶν Πελοποννησίων . ἁθρόαις μέν
τῶν πεζῶν μόνων τε ὄντων καὶ κακοπαθούντων καὶ δεδιότων τὴν περικύκλωσιν φυγὴ πανταχόθεν ἦν ἐς τὰ στρατόπεδα . καὶ ἀπώλλυντο
6671783 ΕΜΠΙΠΤΕΙ
κατόρθωμα : τὸ δὲ σὸν εὐτελές . ΠΡΟΣ ΤΙ ΟΥΚ ΕΜΠΙΠΤΕΙ . Οὐκ ἔχει γὰρ οὔτε Δημοσθένης οὔτε Κλέων πρός
σφαγὴν γενόμενος , καὶ τὰ τοιαῦτα : ΠΡΟΣ ΤΙ ΟΥΚ ΕΜΠΙΠΤΕΙ . Οὐ δυνατὸν γάρ ἐστιν εἰπεῖν , ὅτι μεῖζόν
6669096 ἀργυρωνητοις
' εἰς δεσμοὺς τὰ τῶν ὑποχρέων ἀπῆγον σώματα καὶ ὥσπερ ἀργυρωνήτοις αὐτοῖς ἐχρῶντο . ταῦτα δὴ μαθὼν ἔπεμψεν ὁ Ταρκύνιος
τε ἄρχεσθαι καὶ ἑαυτοῖς ἄρχειν . ὅτι πρῶτοι Ἑλλήνων Χῖοι ἀργυρωνήτοις ἐχρήσαντο δούλοις μετὰ Θετταλοὺς καὶ Λακεδαιμονίους , ὥς φησι
6668622 Αἰβουτιος
. . . Πόπλιος Ποστούμιος Κοίντου υἱὸς Τούβερτος , Τῖτος Αἰβούτιος Τίτου υἱὸς Φλαούιος , Σέρβιος Σολπίκιος Ποπλίου υἱὸς Καμερῖνος
εἰς τὸν ἐπιόντα ἐνιαυτὸν ἀπεδείχθησαν Πόπλιος Οὐετούριος Γεμῖνος καὶ Πόπλιος Αἰβούτιος Ἔλβας . τούτων ὁ μὲν Αἰβούτιος ἐπὶ τῶν πολιτικῶν
6667561 βιαζων
θυγατέρα , ταύτην μνηστευθεὶς ἐβούλετο πρὸς γάμον . Ἐπέκειτο γοῦν βιάζων καθ ' ἑκάστην γονεῖς τῆς κόρης δοῦναι τὴν θυγατέρα
καὶ γέγονεν ὕστερον . διαβληθεὶς γὰρ παρ ' Ἱπποδαμείας ὡς βιάζων αὐτὴν ἢ , ὡς οἱ πολλοί φασι , πειράζων
6665965 διηθησιν
Ἐπειδὴ πύκνωσις γίνεται περὶ τὸ πρόσωπον ὑπερβάλλουσα καὶ ὥσπερ κατὰ διήθησίν τινα φέρεται τὸ ὑγρὸν ἀπὸ τῶν παρακειμένων τῇ ῥινί
Ἐπειδὴ πύκνωσις γίνεται περὶ τὸ πρόσωπον ὑπερβάλλουσα καὶ ὥσπερ κατὰ διήθησίν τινα φέρεται τὸ ὑγρὸν ἀπὸ τῶν παρακειμένων τῇ ῥινί
6662942 ῥαβδοδιαιτος
τάδ ' ἔγραψεν . καί τις ὑπεραλγήσας ἐπὶ τούτῳ παρέγραψεν ῥαβδοδίαιτος ἀνήρ . ἐπέγραψεν δ ' ἐπὶ πολλῶν ἔργων αὐτοῦ
' ἔγραψεν . καί τις ὑπεραλγήσας ἐπὶ τούτῳ παρέγραψεν : ῥαβδοδίαιτος ἀνήρ . : Κλέαρχος δ ' ἐν τῇ τετάρτῃ
6662640 διτης
ὁ μὲν ἀκριβὴς ἥλιος ἐπὶ μὲν τοῦ τῆς Ἀφρο - δίτης Διδύμων μοίρας κδ γʹ , ἐπὶ δὲ τοῦ τοῦ
ἐν ἰδίῳ οἴκῳ ἢ ὑψώματι μετὰ Διὸς καὶ Ἀφρο - δίτης συγγενικῷ γάμῳ ζευγνύουσιν ἀπὸ πατρός : Ἀφροδίτη ἐν ἰδίῳ
6658776 ἐπικτωνται
δὲ ῥηθεῖσαι φαῦλαι τῶν ὑποστάσεων ἀεὶ μὲν πλῆθος καὶ πάχος ἐπικτῶνται , τὸ πλέον δὲ τὸν τῆς ἀμίδος τηροῦσι πυθμένα
δι ' οἰκονομίας ὠφέλιμον , συστάσεις τε καὶ φιλίας καινοτέρας ἐπικτῶνται καὶ συνηθείας , καὶ ἐπιπλοκαῖς ἀρρενικῶν καὶ θηλυκῶν περιτρέπονται
6655301 μυρσινινου
διηθήματι τῆς εἰρημένης γῆς . καὶ καταχρίσαντα πλύμασι μολύβδου μετὰ μυρσινίνου ἐλαίου ἢ μηλίνου ἢ στύμμασιν , ὁμοίως τὸ προπεπτωκὸς
ἀδίαντον καὶ λάδανον ἴσα λειώσας μετ ' ἐλαίου ὀμφακίνου ἢ μυρσινίνου , ἢ σχινίνου ἐπίχριε . ἄλλο . λάδανον ἀποβρέξας
6654023 Λαου
καὶ τῆς Σικελικῆς , τῆς μὲν ἀπὸ τοῦ Σιλάριδος μέχρι Λάου , τῆς δ ' ἀπὸ τοῦ Μεταποντίου μέχρι Θουρίων
Σαυνιτῶν μέχρι τοῦ ἰσθμοῦ τοῦ ἀπὸ Θουρίων εἰς Κηρίλλους πλησίον Λάου : στάδιοι δ ' εἰσὶ τοῦ ἰσθμοῦ τριακόσιοι .
6652521 Ἀργολιδα
ἐπολέμησεν Ἀργείοις . ὡς δὲ ἐκ τῆς Τεγεατῶν ἐς τὴν Ἀργολίδα ἤγαγε τὸν στρατόν , πέμπουσι κήρυκα οἱ Ἀργεῖοι σπεισόμενον
μαζῷ ἀποθανόντες , ὁ δὲ τὴν Ἀρκαδίαν τε καὶ τὴν Ἀργολίδα καὶ τὴν ἐντὸς Ἰσθμοῦ δουλωσάμενος ἐς θείαν μνήμην ὑπὸ
6647304 συνιζοντος
, συνίζοντος μὲν πυρὸς κατὰ τὴν σβέσιν εἰς ἀέρα , συνίζοντος δ ' ὁπότε συνθλίβοιτο εἰς ὕδωρ ἀέρος , ὕδατος
μεγάλας λίμνας διανέμεσθαι , πρὸς τὰ κοιλότερα ἀεὶ τοῦ ὕδατος συνίζοντος , αὖθις δ ' ἐπιρρέοντος καὶ τοὺς μεθορίους ἰσθμοὺς
6646962 οἰκτρ
Ἀχαιοί . ἀμφὶ δέ ς ' ἔστησαν κοῦραι ἁλίοιο γέροντος οἴκτρ ' ὀλοφυρόμεναι , περὶ δ ' ἄμβροτα εἵματα ἕσσαν
ἀλλ ' ἄρ ' ἐπ ' οὐδοῦ ἷζε πολυκμήτου θαλάμοιο οἴκτρ ' ὀλοφυρομένη : περὶ δὲ δμῳαὶ μινύριζον πᾶσαι ,
6646679 ποδανιπτρον
' ἅττ ' ἂν καταπέσῃ τῆς τραπέζης ἐντός . μήτε ποδάνιπτρον θύραζ ' ἐκχεῖτε μήτε λούτριον . κἀπὸ τῆς Διειτρέφους
' ἅττ ' ἂν καταπέσῃ τῆς τραπέζης ἐντός . Μήτε ποδάνιπτρον θύραζ ' ἐκχεῖτε μήτε λούτριον . Κἀπὸ τῆς Διϊτρέφους
6646457 ἐχειροτονειτο
: καθ ' ἕκαστον ἐνιαυτὸν γυμνασίαρχος εἷς ἐξ ἑκάστης φυλῆς ἐχειροτονεῖτο . Γαμηλία . Ἡ εἰς τοὺς φράτορας ἐγγραφή :
μὲν δὴ ἐγήρασκεν ἤδη καὶ τοῦ ἀποδημεῖν ἐξώρως εἶχεν , ἐχειροτονεῖτο δὲ ὁ Πολέμων οὔπω πεπρεσβευκὼς πρότερον . εὐξάμενος οὖν
6643967 ὑβριζομενος
ἔλεγεν , οὐδενὸς ἀκούοντος ἑτέρου , φυγεῖν μὲν ἐς Πομπήιον ὑβριζόμενος ὑπὸ τοῦ τότε ναυάρχου Καλουισίου , τὴν δὲ ναυαρχίαν
τις ὑπὸ τῶν νόμων ὁλοσχερεῖ ἀτιμίᾳ , ἀτιμάζεται δὲ ὁ ὑβριζόμενος ἔν τινι πράγματι . ἄττα ψιλούμενον καὶ δασυνόμενον διαφέρει
6639412 Ὑλλῳ
οὖν αἰσθομένη τὸ γεγονὸς ἑαυτὴν ἀνήρτησεν . Ἡρακλῆς δὲ ἐντειλάμενος Ὕλλῳ , ὃς ἦν ἐκ Δηϊανείρας αὐτῷ παῖς πρεσβύτερος ,
ἀρχήν . ἐπὶ τούτου Δωριεῖς κατιόντας ἐς Πελοπόννησον ὑπὸ ἡγεμόνι Ὕλλῳ τῷ Ἡρακλέους Ἀχαιοὶ περὶ ἰσθμὸν τὸν Κορινθίων κρατοῦσι μάχῃ
6638710 παιδοτροφιαν
, λαβοῦσα παρὰ τοῦ ἀνδρὸς βουκόλου ὄντος , καὶ τὴν παιδοτροφίαν οὐ χαλεπῶς ἔφερεν . Τήλεφον δὲ τὸν Αὔγης καὶ
ᾧ καθεύδω . εἶθ ' ὁ πρῶτος ὁ κατὰ τὴν παιδοτροφίαν ἐπίπονος . πεινᾷ τὸ παιδίον , ἡ δὲ τροφὸς
6637300 Εὐαγορα
πρὸς Εὐαγόραν λόγος ὑπὲρ τοῦ πρὸς βασιλέα ἀναβῆναι : καὶ Εὐαγόρα ἐπιστολὴ περὶ ὧν ἠξιώθη ὑπ ' αὐτοῦ . καὶ
. καὶ Κόνωνος πρὸς Κτησίαν ἐπιστολή : καὶ βασιλεῖ παρὰ Εὐαγόρα φόρος : καὶ τῶν ἐπιστολῶν Κτησίαι ἀπόδοσις . Κτησίου
6635620 συνεμαχησε
ὕπο Παρνησσοῖο . ” γυναίων εἵνεκα δώρων διὰ δωροδοκίαν : συνεμάχησε γὰρ Εὐρύπυλος Πριάμῳ λαβούσης ἄμπελον χρυσῆν τῆς γυναικός .
εἰς Δῖον τῆς Μακεδονίας . ἐκεῖθεν δὲ παρελθὼν εἰς Ἄκανθον συνεμάχησε τοῖς Χαλκιδεῦσι . καὶ πρώτην μὲν τὴν Ἀκανθίων πόλιν
6634406 δωροδοκειν
κρέα τῶν ἀγρίων ζῴων . τούτους Ἀντίγονος πεῖσαι μὲν ἢ δωροδοκεῖν ἀγεννὲς ἡγεῖτο , τηλικαύτης αὐτῷ δυνάμεως συνακολουθούσης , προχειρισάμενος
τις ἐπιτιμᾷ : τἄλλα πάνθ ' ὅς ' ἐκ τοῦ δωροδοκεῖν ἤρτηται . ἐπεὶ τριήρεις γε καὶ σωμάτων πλῆθος καὶ
6634177 Κολωνετας
τῷ κατὰ Τιμάρχου . δῆμός ἐστι τῆς Αἰγηΐδος Κολλυτός . Κολωνέτας : Ὑπερείδης ἐν τῷ πρὸς Ἀπελλαῖον περὶ τοῦ θησαυροῦ
ἐν τῷ πρὸς Ἀπελλαῖον περὶ τοῦ θησαυροῦ . τοὺς μισθωτοὺς Κολωνέτας ὠνόμαζον , ἐπειδὴ παρὰ τῷ Κο - λωνῷ εἱστήκεσαν
6631016 Λεωσθενης
ἀντίγραφα Δημήτριος . ὀφείλω δ ' οὐδενὶ οὐθέν . ἐπίτροποι Λεωσθένης Σπεύσιππος Δημήτριος Ἡγίας Εὐρυμέδων Καλλίμαχος Θράσιππος . “ Καὶ
ὡς ἐκπολεμώσων τοὺς Ἀθηναίους πρὸς Ἀλέξανδρον . . . . Λεωσθένης : στρατηγὸς τῶν Ἀθηναίων . οὗτος ἐν τῷ πρὸς
6629463 λυπρας
οὗτος ἄχρι κόρου φενακίζει . Ἀχνυμένη σκυτάλη : ἐπὶ τῶν λυπρὰς ἀγγελίας ἀγγελλόντων . ἔθος γὰρ ἐπὶ ξύλου εἱλίσσειν τὸ
οὗτος ἄχρι κόρου φενακίζει . Ἀχνυμένη σκυτάλη : ἐπὶ τῶν λυπρὰς ἀγγελίας ἀγγελλόντων . ἔθος γὰρ ἐπὶ ξύλου εἱλίσσειν τὸ

Back