ὅσα καὶ ὑποδεδεμένων καὶ ἐνειλιγμένων τοὺς πόδας εἰς πίλους καὶ ἀρνακίδας , οὗτος δ ' ἐν τούτοις ἐξῄει ἔχων ἱμάτιον | ||
ποσὶν ἔχων πίλους . ὁ δὲ Πλάτων ἐν Συμποσίῳ καὶ ἀρνακίδας τοῖς πίλοις προστίθησιν : ἐνειλιγμένων τοὺς πόδας εἰς πίλους |
ὕδατος πλήρης προσαρτώμενος . ἔνιοι δὲ πρὸς τὸν καταχεόμενον μόλιβδον πίλους τοῖς μηχανήμασιν ἐπιθέντες χοῦν καὶ πηλὸν τετριχωμένον προσῆγον . | ||
. . . ἃ δὲ ποδεῖα Κριτίας καλεῖ , εἴτε πίλους αὐτὰ οἰητέον εἴτε περιειλήματα ποδῶν , ταῦτα πέλλυτρα καλεῖ |
μὲν γὰρ δημοσίᾳ φανέντος , Ἡφαιστίων ἦν ἀφανὴς ἐν τοῖς στρώμασι κατακείμενος , καὶ συνασκῶν ἑαυτὸν περὶ τοὺς λόγους : | ||
ψακαστοῖς , φησὶν Ἔφιππος . Ἀριστοφάνης : ὅστις ἐν ἡδυόσμοις στρώμασι παννυχίζων τὴν δέσποιναν ἐρείδεις . Σώφρων δὲ στρουθωτὰ ἑλίγματά |
, ἄρκυας εὐστρεφέας τε λύγους ταναόν τε πάναγρον δίκτυά τε σχαλίδας τε βρόχων τε πολύστονα δεσμά , αἰχμὴν τριγλώχινα , | ||
φημὶ δὴ ἄρκυς , λίνους , πάναγρον , δίκτυα , σχαλίδας , βρόχους , προσέτι καὶ τὰ ἐκ σιδήρου ταυτὶ |
κλίνειν τ ' ἀναγκάζει φύσιν . πρὸς δὲ τοὺς περιέργως ὀψωνοῦντας τάδε φησὶν Ἄλεξις ἐν Ἐπικλήρῳ : ὅστις ἀγοράζει πτωχὸς | ||
πρέσβειρα πεντήκοντα Κωπαΐδων κορᾶν . ὀψωνοῦντας : εὐκαίρως τὸ “ ὀψωνοῦντας ” προσέθηκε πρὸς ἀντιδιαστολὴν τοῦ πολέμου , ἐν ᾧ |
πλάστρα , μαλάκιον , βότρυς , χλίδωνα , περόνας , ἀμφιδέας , ὅρμους , πέδας , σφραγῖδας , ἁλύσεις , | ||
περιβραχιόνια , περὶ δὲ τοὺς καρποὺς περικάρπια καὶ ἐχίνους καὶ ἀμφιδέας καὶ ὄφεις καὶ ψέλια καὶ χλιδῶνας καὶ βουβάλια , |
οὔτε γνωρίζεσθαι , κλέπτει δ ' αὑτὸν πλανῶν τε καὶ παρατρέπων τὴν τῶν ὁρώντων ὄψιν : εἰ γὰρ περιτύχοις μέλαν | ||
συνταράττων , μεθιστάς , παρακινῶν , μεταβάλλων , μετατιθείς , παρατρέπων , νεωτερίζων , ἐκνεωτερίζων , παρανεωτερίζων , νεωτεριστής νεωτεριστικός |
καὶ τοῦ ἔξω . ὑφαίνεται δ ' ἐξ αὐτοῦ καὶ πόδεια καὶ ἄλλα ἱμάτια ” , ὡς καὶ Φαινίας φησί | ||
καὶ τοῦ ἔξω . ὑφαίνεται δ ' ἐξ αὐτοῦ καὶ πόδεια καὶ ἄλλα ἱμάτια , ὡς καὶ Φαινίας φησί , |
, ἔδει προςιέναι τῷ δήμῳ , ἔδει κατ ' ἐμοῦ συγκροτεῖν δικαστήριον , καὶ ὅσα τοιαῦτα . Ὁ Ἐπίλογος καταφορικὸς | ||
συνδραμὼν τῷ ' μῷ σκοπῷ [ καὶ ] μὴ κατόκνει συγκροτεῖν ξένους [ ] ποτέ . [ ἁγίως ] ὁ |
Ἡράκλειον ἀθροιζομένοις τοῖς τὰ γέλοια λέγουσιν ἀπέστελλεν ἱκανὸν κερμάτιον καὶ προσέτασσέ τισιν ἀναγράφοντας τὰ λεγόμενα ὑπ ' αὐτῶν ἀποστέλλειν πρὸς | ||
Ἡράκλειον ἁθροιζομένοις τοῖς τὰ γέλοια λέγουσιν ἀπέστελλεν ἱκανὸν κερμάτιον καὶ προσέτασσέ τισιν ἀναγράφοντας τὰ λεγόμενα ὑπ ' αὐτῶν ἀποστέλλειν πρὸς |
δὲ σκόροδα προεψήσας μετὰ τοῦ ἐλαίου ἕως φρυγῶσι ῥῖψον . Ποιοῦσα πρὸς ἀποστήματα , δοθιῆνας καὶ εἰς πάνυ πολλὰ χρήσιμος | ||
ἀπὸ τοῦ πυρός , καὶ ψύξας τῇ κινήσει χρῶ . Ποιοῦσα πρὸς πᾶσαν σκληρίαν καὶ κατάγματα ἄρθρων καὶ πλευρῶν : |
ΓΔ εὐθεῖα ἐμπίπτουσα ἡ ΕΖ τὴν ἐκτὸς γωνίαν τὴν ὑπὸ ΕΗΒ τῇ ἐντὸς καὶ ἀπεναντίον γωνίᾳ τῇ ὑπὸ ΗΘΔ ἴσην | ||
. ὁ δὲ χρόνος , ἐν ᾧ τὸ Ε τὴν ΕΗΒ περιφέρειαν διελθὸν ἐπὶ τὸ Β παραγίνεται , ὁ χρόνος |
ἐσθίειν ἀμύγδαλα πικρά . Κεφ . ιβʹ . [ Πρὸς σπληνικούς . ] Χαμαίδρυος ἀφεψήματι πότιζε , ἢ χαμαιπίτυος , | ||
τὰ ὠὰ καὶ συλλείου καλῶς : καὶ ἐκ τούτου κατάπλασσε σπληνικούς , ἡπατικούς , ὑδρωπικούς , ὁμοίως καὶ ὑδροκοίλους καὶ |
καὶ τέττιγας τερετίζειν , καὶ μελίττας βομβεῖν , καὶ ἔποπας πιπίζειν , καὶ γλαῦκας ἰύζειν , καὶ μελεαγρίδας κακκάζειν , | ||
τοῦ καθάπτεσθαι τῶν σμωμένων . ὁ Σύμμαχός φησι παρὰ τὸ πιπίζειν τὸν οἶνον . ἐγὼ δὲ οὐχ ὁρῶ τὸ πιπίζειν |
δὲ Ταῦρος σιμούς , δασεῖς τῷ σώματι , προκεφάλους , εὐρυμετώπους , τρίχας ἔχοντας ἀνεσταλμένας , κρυψίφρονας , ὑποκρίσει ἐξαπατῶντας | ||
δὲ Ταῦρος σιμούς , δασεῖς τῷ σώματι , προκεφάλους , εὐρυμετώπους , τρίχας ἔχοντας ἀνεσταλμένας , κρυψίφρονας , ὑποκρίσει ἐξαπατῶντας |
, ἢ ὅτι οἱ ἄγαμοι γυμνοὶ ἐβάδιζον . Ἀμνισίδας : Κρητικάς . Ἀμνισὸς γὰρ ποταμὸς Κρήτης . ἐνδρομίδας : τὰ | ||
ἐντεῦθεν εὐθὺς ἐπιφέρει τραγήματα ἡμῖν ὁ παῖς μετὰ δεῖπνον ἀκίδας Κρητικάς , ὥσπερ ἐρεβίνθους , δορατίων τε λείψανα κατεαγότ ' |
ἁπλοῦς . γεῖσα : ἅπαντα τὰ ἐξέχοντα τῶν τοίχων . γέρρα : δύο σημαίνει , τάς τε πλεκτὰς ἀσπίδας καὶ | ||
. γέρρον Περσικὰ μὲν εἰσὶν ὅπλα : κυρίως δὲ τὰ γέρρα : κατὰ χρηστικῶς δὲ καὶ ἅπαν σκέπασμα , εἶτε |
δὲ γῆν ἐκείνην , δηλονότι τὴν Ἰβηρίαν , τῷ σχήματι βοείῃ βύρσῃ ὁμοίαν εἶναι λέγουσιν . Ἐπὶ τούτοις δὲ τοῖς | ||
καὶ ἔγκατα πίονα δημῷ ἐν ῥινῷ κατέθηκε , καλύψας γαστρὶ βοείῃ , τοῖς δ ' αὖτ ' ὀστέα λευκὰ βοὸς |
τάγμα . Ξ ἐν ἀμπυκτῆρσιν : οἱ κορυφιστῆρες , τὰ προμετωπίδια κυρίως . νῦν δὲ λέγει τοῖς χαλινοῖς ἵν ' | ||
ἐν ἀμπυκτῆρσιν ] ἀμπυκτῆρες οἱ κορυφιστῆρες , τὰ κυρίως λεγόμενα προμετωπίδια . νῦν δὲ λέγει τοῖς χαλινοῖς , ἵν ' |
προκινδυνεύοντα πρός τινας ἀντιτεταγμένους μετὰ λέοντος , συναγωνιζομένου τοῦ θηρίου καταπληκτικῶς : ὑπὲρ οὗ τῶν ἐξηγουμένων οἱ μὲν ἔφασαν πρὸς | ||
πάσας ἔχειν τριήρεις διακοσίας . ταύτας δὲ κοσμήσας πρὸς ναυμαχίαν καταπληκτικῶς , καὶ συνεχεῖς διαπείρας καὶ γυμνασίας ποιούμενος , ἡτοιμάζετο |
μή ς ' ἐλινύοντα προσδερχθῇ πατήρ ; καὶ δὴ πρόχειρα ψάλια δέρκεσθαι πάρα . βαλών νιν ἀμφὶ χερσὶν ἐγκρατεῖ σθένει | ||
μασχάλῃ καὶ εἰς ἄλλο μέρος τοῦ σώματος . λέγονται δὲ ψάλια κυρίως τὰ χαλινὰ τῶν ἵππων . . νιν ] |
τῷ Βρυεννίῳ , δεῖν ᾠήθη μηκέτι μένειν , ἀλλ ' ἐξορμᾶν καὶ οἴκαδε ἀπιέναι . Ἐξῄει οὖν ὀλίγην τινὰ μεθ | ||
τοὺς πρυτάνεις . . . ἀποδημεῖν : οὐ δηλοῖ τὸ ἐξορμᾶν καὶ ἐξιέναι , ἀλλὰ τὸ ἀπεῖναι καὶ μὴ εἶναι |
Λυσίστρατος : “ ἔοικας , ὦ πρεσβῦτα , νεοπλούτῳ τρυγὶ κλητῆρί τ ' εἰς ἀχυρὸν ἀποδεδρακότι . ” ὁ δ | ||
, ὅπου καὶ τὸ Πλάτωνος παράκειται ἐξ Ἀδώνιδος . Γ κλητῆρί ] γέροντι δικαστῇ . ἀποδεδρακότι ] ὄνῳ φυγόντι . |
δὲ τῶν τελευτησάντων ἰδίως οἱ κατὰ τὴν Αἰθιοπίαν ποιοῦνται : ταριχεύσαντες γὰρ τὰ σώματα καὶ περιχέαντες αὐτοῖς πολλὴν ὕελον ἱστᾶσιν | ||
ἱρήια καὶ περιέποντες ὡς κάλλιστα ζώοντας : ἀποθανόντας δὲ θάπτουσι ταριχεύσαντες ἐν ἱρῇσι θήκῃσι . Οἱ δὲ περὶ Ἐλεφαντίνην πόλιν |
ἐπ ' ἄνδρας τοιούτους παρασκευάζεαι στρατεύεσθαι , οἳ σκυτίνας μὲν ἀναξυρίδας , σκυτίνην δὲ τὴν ἄλλην ἐσθῆτα φορέουσι , σιτέονταί | ||
τῶν γυναίων ἐπίνοιαν τιάραν πρώτην φορέσαι , πρῶτον δὲ καὶ ἀναξυρίδας , καὶ τὴν τῶν εὐνούχων ὑπουργίαν εὑρεῖν , καὶ |
πάρος κοιμᾶθ ' ὅτε μιν γλυκὺς ὕπνος ἱκάνοι : ἔνθα καθεῦδ ' ἀναβάς , παρὰ δὲ χρυσόθρονος Ἥρη . Ἄλλοι | ||
καὶ οὐδετέρου . . . . . . . ἔνθα καθεῦδ ' ἀναβάς : ὅτι Ζηνόδοτος γράφει ἐνθ ' ἐκάθευδ |
] + ἐκ παραλλήλου . ξηροῖς ] ἀνύδροις , τοῖς ἀδακρύτοις , τοῖς ἀσυμπαθέσι . Ξ ἀκλαύστοις ] ἀναλγήτοις . | ||
τελεία ] τελεσθῆναι δυναμένη . Ξ ἀρά ] κατάρα . ἀδακρύτοις , ἀναλγήτοις διὰ τὸ τυφλοὺς εἶναι τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ |
νεύρων . ποιεῖ δὲ ὑδρωπικούς , ἀρθρητικούς , μανιώδεις , ἀποκόπους καὶ τραυματικοὺς καὶ ἐλεφαντιῶντας , ἰκτερικούς , μελαγχόλους , | ||
τὰ πάθη ἢ στείρας καὶ ἀτρήτους , Ἄρεως δὲ προσόντος ἀποκόπους ἢ τριβάδας . Καθόλου δὲ καθαρίους καὶ σεμνοὺς τοὺς |
ἰᾶται . τὰ δὲ πτερὰ αὐτοῦ θυμιώμενα , ληθαργικοὺς καὶ ὑστερικὴν πνιγάδα καὶ φρενιτικὴν ἰῶνται . οἱ δὲ ὄνυχες αὐτοῦ | ||
γὰρ αὐτῆς πᾶν πάθος εἰς τὰ ἐντός . ἰᾶται καὶ ὑστερικὴν πνίγα , ἐκβάλλει καὶ τὰ ἔμβρυα , ὠφελεῖ δὲ |
αὐτὸ ποικιλώτερον ταῶ . κρεᾴδια , ποδάρια , ῥύγχη , ὠτάρια , ὕειον ἡπάτιον ἐγκεκαλυμμένον : αἰσχύνεται γὰρ πελιδνὸν ὂν | ||
πανταχόθεν πίνειν ἐπιτήδειον . Παρθένιος δὲ διὰ τὸ περικεκυρτῶσθαι τὰ ὠτάρια : κυφὸν γὰρ εἶναι τὸ κυρτόν . Ἀνίκητος δὲ |
, οἴνῳ δεύσας , ἐν λαγωῇσι θριξὶ προστιθέναι , καὶ διακλυζέσθω τοῖσι στρυφνοῖσι . Ἢν τὰς ὑστέρας ἀλγέῃ , σκορόδων | ||
, κυπέρου ἴσα : διατρίψας ἐφ ' ἱκανὸν τὰ οὖλα διακλυζέσθω οἴνῳ εὐώδει . Ἀμόργῃ ἑφθῇ διάχριε : ποιεῖ γὰρ |
τὸν Πρίαμον ὁμοίως κείμενον προυπέστησεν οὕτως [ ] πρὸς δὲ κρηπίδων βάθροις πέπτωκε Πρίαμος . ὥστε εἰκὸς διὰ τὰ τοιαῦτα | ||
ἄλλαι τινὲς ἤδη πρότερον πόλεις , ἀλλ ' ἐπὶ κρειττόνων κρηπίδων ἀναστήσεσθαι , τηνικαῦτα ὑπολισθεῖν , πῶς οὐκ εὐτυχίας μέρει |
ἐν κτήματα κεῖται : ὃς Μενελάῳ δῶκε δύ ' ἀργυρέας ἀσαμίνθους , δοιοὺς δὲ τρίποδας , δέκα δὲ χρυσοῖο τάλαντα | ||
. ἐπὶ δὲ τῶν περὶ Τηλέμαχον : ἔς ῥ ' ἀσαμίνθους βάντες ἐυξέστας λούσαντο . ἀπρεπὲς γὰρ ἦν , φησὶν |
ἐστι θαλάσσιος . τούτου ἡ κεφαλὴ καυθεῖσα καὶ σὺν μέλιτι χρισθεῖσα τὰ πλαδαρὰ τῶν ἑλκῶν ἰᾶται , καὶ ἀλωπεκίας δασύνει | ||
δὲ χολὴ αὐτοῦ μετὰ μέλιτος καὶ χυλοῦ πρασίου καὶ ὀποβαλσάμου χρισθεῖσα τοῖς ὀφθαλμοῖς ὀξυωπίαν ποιεῖ , ἀλλὰ καὶ ὑπόχυσιν ὀφθαλμῶν |
ἀλλᾶντας ; Ἔχοντες εὐπαθῆ βίον παρουσίαν τε χρημάτων . Ἔπη τριπήχη Θετταλικῶς τετμημένα . Ἡμίεκτόν ἐστι χρυσοῦ , μανθάνεις , | ||
ἀγορᾶς οὐδὲ τάκωνας ποιησόμεθ ' οὐδ ' ἀλλᾶντας ; ἐπεὶ τριπήχη Θετταλικῶς τετμημένα ἡμίεκτόν ἐστι χρυσοῦ , μανθάνεις , ὀκτὼ |
πόντῳ οὐχὶ πλωΐμη : ἐπὶ τῶν εἰς μηδὲν συντελούντων . Νεκρῷ λέγουσα μύθους εἰς οὖς : ἐπὶ τῶν ἀναισθήτων . | ||
. Νῷ πείθου : ὁμοία τῇ : θεῷ ἕπου . Νεκρῷ μῦθον εἰς οὖς ἔλεγεν : ἐπὶ τοῦ μὴ ἐπαΐοντος |
κύλικας ἢ προχοίδια εἶναι δοκούσας , καὶ τὴν ἐν Ἀριστοφάνους Σκηνὰς καταλαμβανούσαις λήκυθον τὴν ἑπτακότυλον , τὴν χυτρίαν , τὴν | ||
Δημιοπράτοις ἀναγέγραπται , κόσκινον κριθοποιόν . ὁ δὲ Ἀριστοφάνης ἐν Σκηνὰς καταλαμβανούσαις ἔφη ὥσπερ κόσκινον αἰρόπινον τέτρηται . Λύχνοιδ ' |
οὐκ ἄν τις περιλαλήσαι . βαρυρρήμονα , 〚 σκληρὰ καὶ συνδεδεμένα ἔπη λέγοντα 〛 . φάκελοι γὰρ τὰ βαρέα 〚 | ||
μοι δοκεῖ τεκμαρίοις φανερὸν ἦμεν . συμπνείουσα γὰρ αὐτῷ καὶ συνδεδεμένα τὰν ἀρίσταν τε ἅμα καὶ ἀναγκαίαν ἀκολουθίαν ὀπαδεῖ ῥύμᾳ |
ποιεῖ . Ἀγήρατος λίθος ἐστὶ στυπτικὸς καὶ διαφορητικός . γαργαρεῶνας φλεγμαίνοντας ὠφελεῖ . καυθεὶς δὲ καὶ ποθεὶς στομαχικοὺς ἰᾶται . | ||
, ἀσυλληψίαν ποιεῖ : σὺν μέλιτι δὲ ἐπιτιθέμενος , μασθοὺς φλεγμαίνοντας ὠφελεῖ καὶ νομὰς ἵστησι . Λίθος ὀστρακίτης ὁ ἐκ |
ἐπιτελεσθῆναι , καὶ τρεῖς ἡμέρας ἔθηκεν εἰς ταῦτα ἱεράς . Μανίου δὲ Τυλλίου θατέρου τῶν ὑπάτων ἐν τοῖς ἱεροῖς καὶ | ||
Μιθριδάτης ἐς αὐτὸν ἀναχθέντας ἀπέλυσε , καταδημοκοπῶν τοὺς πολεμίους . Μανίου δ ' ἐλήφθη καὶ τὸ στρατόπεδον , καὶ φεύγων |
δῆλον . τὸ γὰρ διάστημα τὸ μεταξὺ τῶν κοίλων τοῦ ἀμφορέως ἔσται ἐν ἄλλῳ διαστήματι μετατεθέντος τοῦ ἀμφορέως . ἆρ | ||
μορίων τοῦ ὕδατος . τούτοις εἰ προσθείης καὶ τὸ τοῦ ἀμφορέως ὡς τοῦ ὕδατος σώματος καὶ τὸ τοῦ μέρους ὡς |
. σπονδαρχεῖν τὸ προπίνειν φιλοτησίας . τὰς κύλικας ἐν κύκλῳ περιελαύνειν , πυκνὸν ὑποψεκάζειν . καὶ πότος μεταδόρπιος , καὶ | ||
. ὁ δὲ Κῦρος τοὺς παρ ' ἑαυτῷ ἱππέας καταλειφθέντας περιελαύνειν ἐκέλευε τὸ στρατόπεδον , καὶ εἴ τινας σὺν ὅπλοις |
, θέοντα περιθέοντα , στρεφόμενα , περιστρεφόμενα , κυκλούμενα , εἱλούμενα περιειλούμενα , περιαγόμενα . καὶ τὰ ἀπ ' αὐτῶν | ||
τὸ δὲ ναρκίσσῳ : τὰ δὲ δάκρυα τῶν ὀφθαλμῶν ἔνδον εἱλούμενα γελᾷ . τοιαῦτα Λευκίππης ἦν τὰ δάκρυα , αὐτὴν |
κυάμους , ἵνα μὴ κοιμηθῶσιν . ὅθεν [ . ] κυαμοτρὼξ , ἀκρόχολος . αἰετὸν τίκτοντα : Λείπει τὸ ὡς | ||
δὲ ἐχρῶντο διὰ τὸ μὴ καθεύδειν . ἔστι δὲ τὸ κυαμοτρὼξ ἀντὶ τοῦ φιλόδικος καὶ σκληρός . κυαμοτρώξ ] φιλόδικος |
Λαμπάδα θεὶς καὶ τόξα βοηλάτιν εἵλετο ῥάβδον οὖλος Ἔρως , πήρην δ ' εἶχε κατωμαδίην , καὶ ζεύξας ταλαεργὸν ὑπὸ | ||
Ἀχαιούς , ὡς μὴ ψυχρὸς ἐὼν θερμηγορέειν ἐπιχειρῇ χρυσῷ σαξάμενος πήρην μάλα πολλὰ δανείζων , ἐν καλαῖς Πάτραισιν ἔχων τρὶς |
νεύρων ποδῶν καὶ τῶν ἀστραγάλων . ποιεῖ δὲ ἀρθρητικούς , ποδαγρούς , ὑποκύρτους , λεπροὺς ἢ ἀλφοὺς ἢ λειχῆνας ἔχοντας | ||
, ἢ ὑποδήματα ἐξ αὐτοῦ γινόμενα καὶ φορούμενα , θεραπεύει ποδαγρούς , γοναγρούς , χειραγρούς , ἀρθριτικούς , καὶ πάντα |
ἐχώνων , ἐπίμιξον ἐκ τῶν τεχνιτῶν βαλλόντων , πρῶτον κάθαιρε ὕελον : εἶτα ἐξίου ὡς ὕστερον ὑποθήσομαι : εἶτα ἐπίβαλλε | ||
κάλλιστον . Πάντα μαλάσσει , πάντα λευκαίνει : ἀλλὰ καὶ ὕελον μαλάσσει , ὥστε καὶ λευκαίνεσθαι αὐτὸν ποιεῖ . ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ |
ἴδον , Διὸς ἀγλαὸν υἱόν , χρύσεον σκῆπτρον ἔχοντα θεμιστεύοντα νέκυσσιν , ἥμενον : οἱ δέ μιν ἀμφὶ δίκας εἴροντο | ||
ὑπὸ πότμῳ θυμὸν τολμήεντα καὶ ὄβριμα γυῖα βαρυνθεὶς ἤριπεν ἀμφὶ νέκυσσιν ἀλίγκιος οὔρεϊ μακρῷ : γαῖα δ ' ὑπεπλατάγησε καὶ |
. Νεκρῷ μῦθον εἰς οὖς ἔλεγεν : ἐπὶ τοῦ μὴ ἐπαΐοντος . καὶ ἐπὶ τῶν ἀναισθήτων . Νεφέλας ξαίνεις : | ||
. Νεκρῷ μῦθον εἰς οὖς ἔλεγεν : ἐπὶ τοῦ μὴ ἐπαΐοντος . καὶ ἐπὶ τῶν ἀναισθήτων . Νέους φίλους ποιῶν |
. ποιεῖ δὲ πρὸς τὰς σκληρότητας τῶν νεύρων καὶ τὰ ἠγκυλωμένα τῶν ἄρθρων καὶ τὰ πέρα τοῦ μετρίου ἐκτεταμένα καὶ | ||
πάλιν ἐπιτίθημι τὸ μαλακτικὸν φάρμακον . πολλὰ γὰρ ἤδη τελέως ἠγκυλωμένα διὰ τούτου τοῦ τρόπου τῆς θεραπείας ἐν αὐτῷ τῷ |
στόμα . ὅταν οὖν ἐπιτεῖναι βούλῃ , περιελόντα δεῖ τὰ καλύμματα θεῖναι τὸ πλινθίον ἐπὶ κρόταφον ὑποθέντα τι ὑπόθεμα στερεόν | ||
ἰδιότητας τῶν μελλόντων ἀφίεσθαι βελῶν ἁρμοζούσας . αὗται δὲ εἶχον καλύμματα διὰ μηχανῆς ἀνασπώμενα , δι ' ὧν ἀσφάλειαν ἐλάμβανον |
. ἐσμήχθη ψιμυθίῳ . . τρῆμα : εἶδος κοσμίου τὸ ἐπίκλιντρον . ὄφιν ἢ τὸ ζῷον ἢ ἐπὶ τοῦ αἰδοίου | ||
κλιντήρια , χαμεύνια , χαμεύνη , τὸ δὲ καλούμενον ἀνάκλιντρον ἐπίκλιντρον Ἀριστοφάνης ἔφη , τὸ δ ' ἐνήλατον κλιντήριον . |
τὰς ἀπουλώσεις τῶν ἑλκῶν εἶναι χρησίμους , εἰς δὲ τὰς σαρκώσεις ἀχρήστους : ἄκρατοι δ ' ἐπιτιθέμεναι αἱ ἐπισπαστικαὶ καὶ | ||
οὐ συλλαμβάνει Ἐρασίστρατος παρὰ τὴν μήτραν ὅταν τύλους ἔχῃ καὶ σαρκώσεις ἢ ἀραιοτέρα ᾖ τοῦ κατὰ φύσιν ἢ μικροτέρα . |
Ἐλέφαντας δὲ ἀκούω τῶν τετρωμένων τοὺς ἀτρώτους πεφεισμένως ἐξαιρεῖν καὶ ξυστὰ καὶ ἀκόντια , ὥσπερ οὖν χειρουργίας ἐπιστήμονας καὶ μαθόντας | ||
' αὐτοῦ οὕτω δή τι παχύ ἐστι ὥστε αὔου γενομένου ξυστὰ ποιέεσθαι [ ἀκόντια ] ἐξ αὐτοῦ . γίνονται δὲ |
: κόψαιο * κορύνην : ἀντὶ τοῦ κλάδον , ῥάβδον κόκκυγας : καὶ γὰρ οὕτως φησὶ τοὺς ὀλύνθους διὰ τὸ | ||
σκόρπιος . Διοκλῆς ξηροτέρας εἶναι τὰς σάρκας φησὶ σκορπίους , κόκκυγας , ψήττας , σαργούς , τραχούρους , τὰς δὲ |
ὀρθῆς ἡ ὑπὸ ΛΗΘ : μείζων ἄρα ἐστὶν ἡ ὑπὸ ΛΘΗ τῆς ὑπὸ ΛΗΘ : πλευρὰ ἄρα ἡ ΛΗ πλευρᾶς | ||
ΗΘ μετὰ τοῦ ἀπὸ ΗΘ , ἴσον ἐστὶν τῷ ὑπὸ ΛΘΗ μετὰ τοῦ δὶς ἀπὸ ΗΘ καὶ τοῦ ὑπὸ ΚΘΗ |
ἐν ἐρήμῳ τόπῳ κείμενος . ὠνομάσθη δὲ Πνὺξ παρὰ τὸ πεπυκνῶσθαι ταῖς οἰκήσεσιν . κατέτεμε γὰρ αὐτὴν εἰς οἰκίας τοῖς | ||
παρὰ τὸ πυκνοῦσθαι ἐκεῖ τοὺς βουλευτάς , ἢ ἀπὸ τοῦ πεπυκνῶσθαι ἐκεῖ τὰς καθέδρας . ΓΘ πνὺξ : τὸ ἐν |
ἄμυναν . ἀρνακίδας . ἀρνῶν κώδια . χαμεύνια . ταπεινὰ κλινίδια . ἀπὸ Δηλίου . Δήλιον χωρίον τῆς Βοιωτίας . | ||
σῶμα ἢ μέρος τι σωματικὸν καὶ τὰ ἐκτός , οἷον κλινίδια ἢ κιβώτια ἢ κιστίδια καὶ τὰ ἄλλα σκεύη ἐσθήματά |
. Φάγει με ἡ διαφορά , καὶ μὴ ἀλλότριος . Φίλους κτίζε , καὶ μὴ χρήματα . Χωλῷ παροικήσας ὑποσκάζειν | ||
τοὺς φίλους ἡ δικαιοσύνη , βλάπτειν δὲ τοὺς ἐχθρούς . Φίλους δὲ λέγεις εἶναι πότερον τοὺς δοκοῦντας ἑκάστῳ χρηστοὺς εἶναι |
οἷον λέβητι λέβησι Αἴασι , δυνάμει δέ , οἷον κόραξι Κύκλωψιν . ἐπεὶ οὖν τὸ καλοῖς οὐδετέρων οὐδέποτε λήγει εἰς | ||
νῦν δ ' οὐδ ' ἀφύην κινεῖν δοκεῖς . Καλλίας Κύκλωψιν : πρὸς τῆς ἀφύης τῆς ἡδίστης . Ἀριστώνυμος Ἡλίῳ |
αὐτοῖς τὸν νοῦν προσέχειν : ὡς ἐὰν μὲν κλάοντας αὐτοὺς καθίσω , αὐτὸς γελάσομαι ἀργύριον λαμβάνων , ἐὰν δὲ γελῶντας | ||
τὴν δὲ σοῦ λύπην ἐπιστρέψω εἰς χαράν , καὶ ἐπιστρέψας καθίσω σε εἰς τὴν ἀρχήν σου ἐπὶ τὸν θρόνον τοῦ |
, ἐπεὶ παρεδήλωσεν ἂν αὐτό . ἀλλ ' ἔοικεν ὁ Λάβης ὠνοματοπεποιῆσθαι ἁπλῶς , καθάπερ ὁ Δάκης ⌈ ὁ Γ | ||
, ἢν ἅπαξ ἁλῷ . καὶ μὴν ὁ φεύγων οὑτοσὶ Λάβης πάρα . ὢ μιαρὸς οὗτος . ὡς δὲ καὶ |
πάλιν ἅδε ποθέρπει . αἴθ ' ἦς μοι ῥοικόν τι λαγωβόλον , ὥς τυ πάταξα . θᾶσαί μ ' , | ||
ὁ δὲ Θεόκριτος Μυρτοῦς ὄνομα . λαμβάνει δὲ ὁ Θεόκριτος λαγωβόλον παρὰ Λυκίδα , καὶ οὕτω χωρίζονται ἀπ ' ἀλλήλων |
ἀκούσαντες . Τοσαῦτα μὲν ὑπὲρ τῶν φιλοσοφησάντων ἐν δόξῃ τοῦ σοφιστεῦσαι . οἱ δὲ κυρίως προσρηθέντες σοφισταὶ ἐγένοντο οἵδε : | ||
αὐτὸν ὧν αὐτοὶ ἠξιοῦντο . Τοὺς φιλοσοφήσαντας ἐν δόξῃ τοῦ σοφιστεῦσαι καὶ τοὺς οὕτω κυρίως προσρηθέντας σοφιστὰς ἐς δύο βιβλία |
μήτε νεφέλη μήτε ἀχλύς . ὡς γὰρ οὐχ ἡδὺ θέαμα κεκλεισμένα ὄμματα , οὕτως οὐδὲ γένεια καλοῦ κομῶντα . εἴτε | ||
ὑστεραίας ἦλθεν ἐπὶ τὰ βασίλεια , ζητῶν τὴν γυναῖκα . κεκλεισμένα δὲ ἰδὼν καὶ πολλοὺς ἐπὶ θύραις τοὺς φυλάσσοντας περιῄει |
: ταῦτα παρὰ πᾶσαν πόλιν παραποταμίην ποιεῦσι . Ἐπεὰν δὲ ἀπίκωνται ἐς τὴν Βούβαστιν , ὁρτάζουσι μεγάλας ἀνάγοντες θυσίας , | ||
ἔνεστι , ἐν δὲ τοῖσι μέζοσι πλέονες . Ἐπεὰν ὦν ἀπίκωνται πλέοντες ἐς τὴν Βαβυλῶνα καὶ διαθέωνται τὸν φόρτον , |
καὶ ταύτῃ κατέγνωμεν . ἐπὶ τῶν Πτολεμαίων οἱ Αἰγύπτιοι τοὺς κυνοκεφάλους καὶ γράμματα ἐδίδασκον καὶ ὀρχεῖσθαι καὶ αὐλεῖν καὶ ψαλτικήν | ||
οὐρὰς ἰχθύος ἐκ τῶν ὄπισθεν μερῶν ἔχοντας , καὶ ἵππους κυνοκεφάλους , καὶ ἀνθρώπους , καὶ ἕτερα ζῶα κεφαλὰς μὲν |
, ἐπουλοῖ , ἑτέρου μὴ δεομένη . Ποιεῖ καὶ πρὸς χείμεθλα μὴ ἀποδεδαρμένα καὶ ἐκβράσματα μηδέπω ἀνεστομωμένα , πρός τε | ||
πρὸς νεῦρα διακεκομμένα καὶ θλάσματα καὶ σηπεδόνας καὶ ἀποσκήμματα καὶ χείμεθλα καὶ ἄνθρακας καὶ ὅσα μαλάξεως δεῖται . καὶ τῶν |
δύναμιν κατὰ τὰς ὥρας τοῦ ἔτους , ἐπιτείναντάς τε καὶ ἀνιέντας τὴν κρᾶσιν αὐτῶν : χαλεπὴ δὲ γίνεται μῖξις , | ||
συμμάχοις δουλείαν ἐπάγοντας . ʃ τὸ ἐπαγομένους ἀντίκειται μὲν τῷ ἀνιέντας , μετῆκται δὲ ἀμφότερα ἀπὸ τῶν τοὺς δεσμοὺς ἀνιέντων |
λέγονται . οἰκείως δὲ ὁ Πίνδαρος τὸν τοῦ Ἰξίονος τροχὸν τετράκνημον εἶπεν , ἵνα τοῖς μὲν δυσὶ ποσὶ τὰς δύο | ||
Ζεὺς νεφέλην ὁμοιώσας Ἥραι παρακοιμίζει αὐτῶι . καὶ ὕστερον ποιήσας τετράκνημον τροχὸν καὶ δεσμεύσας αὐτὸν τιμωρεῖται . . Βιβλιοθ . |
τὸ . [ Ἀσσίων πόλισμα ] ? Ἤδη δὲ ὑπὸ παραλύσεως καὶ τὸ σῶμα διέφθαρτο , καὶ πρὸς Ξενοκράτην διεπέμπετο | ||
Γυμνάζειν δὲ καὶ ἀνατρίβειν τὰ μέρη ὥσπερ ἐν τῷ Περὶ παραλύσεως χωρίῳ προείρηταις , οὐρητικά τε μὴ προσφέρειν . Ἡ |
# α . ὁ ὀποπάναξ ὄξει λειοῦται . Ἄλλο εἰς μελικηρίδας . Σταφίδας ἐκγιγαρτισμένας κ , λεπίδος , μάννης ἀνὰ | ||
. ὅ γε μὴν χιτὼν πολὺ παχύτερος ὁ περιέχων τὰς μελικηρίδας , καὶ τὸ σχῆμα ἐπὶ μὲν τῶν μελικηρίδων ἀεὶ |
τε θρόνους τε , ἐς δ ' ἀσαμίνθους βάντες ἐϋξέστας λούσαντο . τοὺς δ ' ἐπεὶ οὖν δμῳαὶ λοῦσαν καὶ | ||
, καὶ οὕτως ἀναψύ - ξαντες ἐς ἀσαμίνθους βάντες ἐυξέστας λούσαντο καὶ ἀλειψάμενοι λίπ ' ἐλαίῳ δείπνῳ ἐφιζανέτην . ἔστι |
σώματος ἢ ἄνω , διὰ τοῦτο τοῖς ἀπαθέσι μορίοις ἀναγκαζόμεθα προσπεριβάλλειν τοὺς ἐπιδέσμους , ὅπως ἔνθα μὲν εἰκὸς ἀναδραμεῖν ἐστιν | ||
περιτείνεται ἁπλᾶ τε καὶ πλατέα , οἷον ἡ μύλη . προσπεριβάλλειν δὲ καταλήψιος μὲν τῶν περὶ ταῦτα εἵνεκα . ἀναλήψιος |
ἐλαίῳ ἢ ὀμφακίνῳ , ἐν ᾧ ἐτάκη στέαρ ἀρκεῖον ἢ συάγρων . ἐὰν δὲ νεοσσὸν μικρὸν πελαργοῦ λαβὼν βάλῃς εἰς | ||
, ἐν τοῖς ὄρεσι τοῖς πρὸς τῇ Ἰνδικῇ , ὑπὸ συάγρων τῶν συννεμομένων συλλαμβάνειν , ὁ αὐτὸς Δίδυμός φησιν . |
. Σπεύσιππος δ ' ἐν δευτέρῳ Ὁμοίων ἐμφερεῖς φησιν εἶναι μελάνουρον καὶ κορακῖνον . Νουμήνιος δ ' ἐν Ἁλιευτικῷ φησι | ||
ἀλφηστήν τε καὶ ἐν χροιῇσιν ἐρυθρὸν σκορπίον ἢ πέρκαισι καθηγητὴν μελάνουρον . ὅτι δὲ καὶ πληκτικός ἐστιν Ἀριστοτέλης ἱστορεῖ ἐν |
δειλήν . Ἄνευθε ] Μακράν . Ἐγχέων ] Ἤγουν τὰ ἔγχη . Ἀκμὰν ] Τῶν δοράτων τὴν ὀξύτητα . Ἰαίνει | ||
” ἐγκοσμεῖτε ἐν τάξει θέτε . ἐγχεσίμωροι οἱ περὶ τὰ ἔγχη μεμορημένοι , ὅπερ ἐστὶ πεπονημένοι . ἔνιοι δὲ περὶ |
καταδικαζόμεθα καὶ ζημιούμεθα . ΓΓ προσαλισκόμεθα ] ἤγουν τιμωρούμεθα . Μαρψίας : οὗτος ὁ Μαρψίας ὡς φιλόνεικος καὶ φλύαρος καὶ | ||
διωκόμεθα , κᾆτα πρὸς ἁλισκόμεθα . Πρὸς τάδε τίς ἀντερεῖ Μαρψίας ; Τῷ γὰρ εἰκὸς ἄνδρα κυφόν , ἡλίκον Θουκυδίδην |
, μάλιστα ἐν κεφαλῇ , ὀστέα διακεκομμένα , χόνδρους , ἡπατικούς , σπληνικούς , αἷμα ἀνάγοντας , πρός τε κυνόδηκτα | ||
καὶ φόρει ὡς βούλει . ποιεῖ γὰρ πρὸς δυσπνοϊκούς , ἡπατικούς , καὶ νεφριτικούς . ἔστι γὰρ Διὸς ὁ λίθος |
ἀσάμινθον δ ' Ὅμηρος , ἔς ῥ ' ἀσαμίνθους βάντες ἐϋξέστας λούσαντο : καίτοι ἔν γε τοῖς Κρατίνου Ἥρωσι τὴν | ||
ἐπεὶ τάρπησαν ὁρώμενοι ὀφθαλμοῖσιν , ἔς ῥ ' ἀσαμίνθους βάντες ἐϋξέστας λούσαντο . τοὺς δ ' ἐπεὶ οὖν δμῳαὶ λοῦσαν |
μὴ πάσχειν , ὥσπερ εἴπομεν , οἷον τὸ μὴ γλύφεσθαι σιδηρίοις ἀλλὰ λίθοις ἑτέροις . ὅλως μὲν ἡ κατὰ τὰς | ||
τοῦ σιδήρου δύναμιν : ἔνιοι δὲ λίθοις ἄλλοις γλύφονται , σιδηρίοις δ ' οὐ δύνανται καθάπερ εἴπομεν . οἱ δὲ |
σὺν ὄξει καὶ ῥοδίνῳ κατάχριε τὸ μέτωπον . [ Πρὸς ἡμικρανίαν . ] Πράσου κεφαλὴν καὶ κόμην ἑψήσας ἐλαίῳ βρέχε | ||
τόπον . [ Τροχίσκος ὁ ἔνδοξος Σωκράτους πρὸς κεφαλαλγίαν καὶ ἡμικρανίαν καὶ πρὸς πάντα τὰ ῥευματικὰ πάθη θαυμάσιος . ] |
δὲ ἐπὶ τοῦ φρουρίου τῇ καταλήψει ὀλίγαις ἡμέραις ὕστερον Ζαριάσποις πελάσαντες τῇ μὲν πόλει προσβαλεῖν ἀπέγνωσαν , λείαν δὲ πολλὴν | ||
. μάχονται δὲ ἀπὸ ἵππων , σειρὰς ἱμάντων ἑλίσσοντες : πελάσαντες δὲ τοῖς πολεμίοις ἐφιᾶσι τοὺς ἀπὸ τῶν ἱμάντων βρόχους |
ἀπεπυδάρισα : πυδαρίζειν ἐπὶ τοῦ ἅλλεσθαι . ἤτοι ποδαρίζειν καὶ πυδαρίζειν , ὡς ὄνομα καὶ ὄνυμα Αἰολικῶς 〚 , ἢ | ||
δὲ ἀργῆτες καλοῦνται , ὡς Ὅμηρος ὠνόμασεν . ἀπεπυδάρισα : πυδαρίζειν ἐπὶ τοῦ ἅλλεσθαι . ἤτοι ποδαρίζειν καὶ πυδαρίζειν , |
ἐπιχάριτας , εὐδιαγώγους , φιλεταίρους , ἡδυβίους , εὐφροσύνους , παιγνιώδεις , ἀφελεῖς , εὐρύθμους , φιλορχηστάς , ἐρωτικούς , | ||
, τῷ προσώπῳ νεύοντας κάτω , οὐλότριχας , δειλούς , παιγνιώδεις , αἰσχρολόγους , ὁ δὲ Ταῦρος σιμούς , δασεῖς |
, εἴτε πίλους αὐτὰ οἰητέον εἴτε περιειλήματα ποδῶν , ταῦτα πέλλυτρα καλεῖ ἐν Φινεῖ Αἰσχύλος πέλλυτρ ' ἔχουσιν εὐθέτοις ἐν | ||
ποδεῖα τοὺς περὶ τοῖς ποσὶ πίλους Κριτίας , ἅπερ Αἰσχύλος πέλλυτρα καλεῖ . λέγεται δέ τι καὶ περὶ πόδα , |
ἢ διατεταμένως . περόνῃσι δὲ τοῖς πασσάλοις τοῖς κατὰ τὰ σανιδώματα καὶ τοὺς τῆς νεὼς τοίχους , ἐφ ' ὧν | ||
πρὸς τὰ κατὰ γῆς κατορυττόμενα . φίλυρα δὲ πρὸς τὰ σανιδώματα τῶν μακρῶν πλοίων καὶ πρὸς κιβώτια καὶ πρὸς τὴν |
, πρῶτος δὲ διάφορα ἐς τοσοῦτο μέλη ἐπ ' αὐλοῖς ηὔλησε τοῖς αὐτοῖς . λέγεται δὲ ὡς καὶ τοῦ προσώπου | ||
ἢ μὴ πιέσας τὸ στόμα θρυλιγμὸν ἢ τὴν καλουμένην ἐκμέλειαν ηὔλησε . καίτοι γ ' εἴ τις κελεύσειε τὸν ἰδιώτην |
μητριδίων ἀκαληφῶν . ἐπεὶ τήθεα τὰ ὄστρεα . μέμικται γὰρ κωμῳδικῶς πρὸς τὴν τήθην καὶ μητέρα . καὶ περὶ τῶν | ||
Παρελθὼν δὲ ὁ ἱερεὺς ἤρξατο αὐτὸς λέγειν πάνυ ἀστείως καὶ κωμῳδικῶς εἰς πορνείαν αὐτοῦ καθαπτόμενος , “ Παρὰ τὴν θεόν |
ἐς ἀγρυπνίαν , ὅσπερ οὖν εἵπετό οἱ διώκων , καὶ ὑλακτῶν οὐκ ἀνίει , ᾗπερ οὖν ἔσθενε δυνάμει τὸ πραχθὲν | ||
οἴνου . στέφει δὲ κρᾶτα μυρσίνης κλάδοις , ἄμους ' ὑλακτῶν : δισσὰ δ ' ἦν μέλη κλύειν : ὁ |
εἰς τοὺς νόμους τετόλμηκας τυραννικὰς οὕτως ἀπολογίας , μᾶλλον δὲ Μηδικὰς πρὸς Ἀθηναίους ποιῇ : καὶ τηλικαῦτα παρ ' ἡμῶν | ||
ἔχοντας Περσῶν τε καὶ τῶν ἄλλων συμμάχων διέδωκεν αὐτοῖς τὰς Μηδικὰς στολάς : καὶ τότε πρῶτον Πέρσαι Μηδικὴν στολὴν ἐνέδυσαν |
δὲ ἑβδόμῃ καὶ δεκάτῃ ἡμέρᾳ μετὰ τὴν εἰσβολὴν εἰς Ἔφεσον ἀπέπλευσε , καὶ τοὺς μὲν ὁπλίτας πρὸς τὸν Κορησσὸν ἀποβιβάσας | ||
αὐτὸν τὸ Ταυρομένιον . μετὰ δὲ τὰς συνθήκας Μάγων μὲν ἀπέπλευσε , Διονύσιος δὲ παραλαβὼν τὸ Ταυρομένιον τοὺς μὲν πλείστους |
βᾶριν , ὁ δὲ λίθος ὄπισθε ἐπελκόμενος καὶ ἐὼν ἐν βυσσῷ κατιθύνει τὸν πλόον . Ἔστι δέ σφι τὰ πλοῖα | ||
ἐνδύματα ἀμόργινα ἢ ἀμοργίδια λεγόμενα : οἱ δὲ τὰ παραπλήσια βυσσῷ . ἔστι δὲ ἄμοργις καὶ ἡ τοῦ ἐλαίου ὑποστάθμη |
δὲ Ἄρεως τόποις ἐπὶ νυκτερινῆς γενέσεως ψῦξιν πράξεως καὶ πραγμάτων ἐκκοπὰς καὶ ἐχθρῶν ἐπαναστάσεις καὶ θλίψεις βιωτικὰς καὶ ψυχοπονίας καὶ | ||
παρακολλᾷ : χρῶ δὲ καὶ πρὸς τὰ παλαιὰ ἕλκη καὶ ἐκκοπὰς καὶ πληγὰς καὶ κρούσματα καὶ τὰ ἀπὸ ψύξεως ἐπαλγῆ |
' ἢ ὑπὲρ ἀλλήλων ἀποθάνοιεν ἢ νικῷεν τοὺς πολεμίους . Γοργίδας ἱππεῖς ἔχων Θηβαίους παρετάσσετο Φοιβίδᾳ πελταστὰς ἔχοντι : στενόπορον | ||
παρετάσσετο Φοιβίδᾳ πελταστὰς ἔχοντι : στενόπορον ἦν τὸ χωρίον . Γοργίδας φεύγειν προσποιούμενος τοὺς πελταστὰς ἐπὶ πόδα ἀνεχώρει : τῶν |
οἱ μὲν Κλειοῦς , οἱ δὲ Εὐτέρπης . Ὅμηρος δὲ Ἠϊονέως φησίν [ Κ ] : ἐν δέ σφι Ῥῆσος | ||
. Ἀντίονος . φασὶ δέ , ὅτι γαμήσας Δῖαν τὴν Ἠϊονέως θυγατέρα πολλὰ ὑπέσχετο δώσειν δῶρα . ἐλθόντος δὲ ἐπὶ |
τοῦτο τοῖς κοινοῖς ὠφελήμασι τῶν σοφῶν αἱ ἀρεταὶ τελευτῶσιν . ἐλήρει δ ' Ἀριστοτέλης , ἐλήρει δὲ Ξενοκράτης , ὠφελεῖσθαι | ||
, ὡς ἐλήρει μὲν Πλάτων , ἐλήρει δὲ Ἰσοκράτης , ἐλήρει δὲ Σοφοκλῆς , οὐκ ἐσωφρόνει δὲ Γοργίας , οὐκ |
οὓς ποδεῶνας καλοῦσιν , καὶ οὗτοι ἄχρηστοι . Γ τὰ κράσπεδα , οὓς ποδεῶνας καλοῦσιν : οὗτοι δὲ ἄχρηστοί εἰσιν | ||
Γ ὅτι τῶν ἀρχαίων οἱ στέφανοι κατὰ τὸ ὄπισθεν μέρος κράσπεδα εἶχον . οὐχ ἱμάτια , ἀλλὰ κράσπεδα στεμμάτων : |
οὐγγίας η . Τὴν κολοφωνίαν μετὰ τοῦ ἐλαίου ἕψε ὑποκαίων πεύκινα ξύλα καὶ κίνει δαδίνῃ σπάθῃ , ἕως σκληρότερον γένηται | ||
μακρὰ πλοῖα ἐλάτινα ποιοῦσι διὰ κουφότητα , τὰ δὲ στρογγύλα πεύκινα διὰ τὸ ἀσαπές : ἔνιοι δὲ καὶ τὰς τριήρεις |
καὶ ἐπάνω ἔρια . Κεφ . κεʹ . [ Πρὸς δυσουριῶντας καὶ λιθιῶντας ] Σκορπίοι ὠπτημένοι τρωγόμενοι : πρὸς δὲ | ||
. ταύτης ἡ ῥίζα σὺν οἴνῳ πινομένη οὖρα κινεῖ καὶ δυσουριῶντας ἰᾶται , καὶ λίθους θρύπτει καὶ στροφοὺς παύει καὶ |
τὴν διὰ γαστρὸς προσφερομένην ὕλην : τὰ δ ' ἔντερα χολάδας ἐκάλουν οἱ παλαιοὶ , ὥς φησι καὶ Ὅμηρος λέγων | ||
: μόνος μοι θάνατος οὗτος φαίνεται εὐθάνατος , ἔχοντα πολλὰς χολάδας κεῖσθαι παχὺν ὕπτιον , μόλις λαλοῦντα καὶ τὸ πνεῦμ |