οὑτοσί , δεῖ τ ' οὐχὶ σείειν , ἀλλ ' ἀποσείειν αὐτόθεν . οἶς ' εἰσιὼν πανόν , λύχνον ,
οὑτοσί : δεῖ τ ' οὐχὶ σείειν , ἀλλ ' ἀποσείειν αὐτόθεν . Νικόστρατος ἐν Πατριώταις : ὁ κάπηλος γὰρ
6597836 φανος
Πυθέου καὶ Πλάτων ἐν αʹ τῆς Πολιτείας . Λαμπτήρ . φανός . Λασιόκωφος , ὁ λίαν κωφός : οἷον λάσια
συνήγορον διὰ τῶν λόγων . λυχνοῦχος Ἀττικοί , λαμπὰς ἢ φανός Ἕλληνες . λίσφους Ἀττικοί , ἀπύγους Ἕλληνες . λοπίδες
5681057 Ἀριστιου
ἐν τῷ ξυστῷ περιπατοίην . εἴρηται δὲ καὶ ἐν τῷ Ἀριστίου Ὀρφεῖ ἦν μοι παλαίστρα καὶ δρόμος ξυστὸς πέλας .
τιμῶσι καὶ χρυσῷ τὸ ἄγαλμα ἐπικοσμοῦντες . ἐνταῦθά ἐστι καὶ Ἀριστίου μνῆμα τοῦ Πρατίνου : τούτῳ τῷ Ἀριστίᾳ σάτυροι καὶ
5578997 μετρητης
ἐννέα ὀβολῶν Ἀλεξανδρεινῶν : τοῦ δ ' οἴνου δραχμῆς ὁ μετρητὴς καὶ ἔριφος ὁ μέτριος ὀβολοῦ καὶ λαγώς . τῶν
. παρεκόπην διχοινίκῳ : ἀντὶ τοῦ “ ἐπλάνησέ με ὁ μετρητὴς μετρῶν τῇ ποσότητι δύο χοίνικας ” . οὐ τοῦτ
5515378 εὐφθαρτος
Ἰβηρικοί . πηλαμὺς μικρὰ γίνεται ἐν Μαιώταις , εὔστομος , εὔφθαρτος , εὐέκκριτος . κυβινοπηλαμὺς μετὰ τεσσαράκοντα ἡμέρας , ἀπὸ
ἄγαν τρόφιμος , εὐέκκριτος . σκάρος εὔστομος , δυσδιαφόρητος , εὔφθαρτος , διαχωρητικός : ὁ δ ' ἀρτιάλωτος καὶ μὴ
5514113 ἀπαρτια
, ὅ ἐστιν εὐαρμόστως , συμπληρῶ , καὶ ἐξ αὐτοῦ ἀπαρτία , . , , . . α . *
: ὁ κατὰ ἔπιπλα . ἔστιν ἀπαρτῶ συμπληρῶ , καὶ ἀπαρτία . . . . ἄπαστος : ὁ ἄγευστος ἡ
5506993 ἐκπιῃς
ἔθηκα τὴν συνθήκην ; καὶ ἐρεῖ σοι ἵνα τὴν θάλασσαν ἐκπίῃς . σὺ δὲ εἰπέ μή τι ἕτερον ; καὶ
τεθείκαμεν τὰς συνθήκας ; καὶ ἐρεῖ σοι ἵνα τὴν θάλασσαν ἐκπίῃς . εἰπὲ οὖν μή τι πλέον ; ἐρεῖ οὔ
5503861 ἐσθιε
καὶ ἀφετῆρος τῆς μολόχης ὡρμημένος . οὐ μόνον οὖν μὴ ἔσθιε μηδὲ ἀφάνιζε τὰς τοιαύτας παρατηρήσεις , ἀλλὰ καὶ αὖξε
νῷν . Τί δὲ δὴ ' γώ ; Τὴν Σίβυλλαν ἔσθιε . Οὔτοι μὰ τὴν Γῆν ταῦτα κατέδεσθον μόνω ,
5501199 θωσω
καὶ θηλή . Θῶκος . παρὰ τὸ θέσω , καὶ θώσω : ὅ ἐστιν ἀπὸ τοῦ θῶ . οὗ μέλλων
τρίτης συζυγίας τῶν περισπωμένων , τὸ τρέφω , ὁ μέλλων θώσω , ῥηματικὸν ὄνομα θώνη καὶ τροπῇ τοῦ ω εἰς
5495266 Ἀλυπον
: δι ' ὃ πρὸϲ τὰϲ ζεούϲαϲ ἁρμόζει φλεγμονάϲ . Ἄλυπον . καθαίρει τὸ ϲπέρμα αὐτοῦ κάτω μέλαιναν χολὴν πλῆθοϲ
αὐτὸ ποϲὸν ὡϲαύτωϲ κενοῖ γλήχωνι : ἄμφω δὲ ξηραί . Ἄλυπον . εἴρηται καθαίρειν κάτω τὸ ϲπέρμα αὐτοῦ μέλαιναν χολὴν
5486674 μεχιρ
γίνεσθαι - ] . Γίνεται δὲ ἡ ταριχεία ἀπὸ μηνὸς μεχὶρ κεʹ [ καὶ ] ἕως μεσωρὶ κεʹ : ὅσα
καὶ θείου λευκοῦ : τάδε χρῄζουσιν μὲν προταριχείας ἀπὸ μηνὸς μεχὶρ ἕως μηνὸς φαρμουθὶ ιεʹ ἡμέραι μαʹ , εἶτα πλύσεως
5479494 δεδειχως
συμπεραίνεται . ὥστε καὶ εἴ τίς τι τοιοῦτον ἀγαθὸν εἶναι δεδειχὼς ἢ καλὸν ἢ δίκαιον ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ μὲν
καὶ τὸν μείζονα καὶ τὸν ἐλάττονα , καθόλου ἂν εἴη δεδειχὼς ὡς δοκεῖ . . . λέγει δὲ ὧδε ἐν
5476535 Παιωνια
, ἐπικαλῇ , ὥσπερ οὐκ εἰδὼς ὅτι σήμερον οὐκ ἔστι Παιώνια . ἔστι δὲ ἑορτὴ Ἀθήνησιν , Ἀπόλλωνι ἴσως ἀνακειμένη
δὲ ὧν ὁ Λάμαχος λέγει τρέπει οὗτος εἰς παιδιάν . Παιώνια ] ἑορτὴ Ἀθήνησιν εἰς Ἀπόλλωνα . λάβεσθέ μου λάβεσθε
5469380 τοπασαι
τοῖς Ἕλλησιν . ἄτοπα . ἄτοπα νῦν ἃ μὴ ἔστι τοπάσαι , ὅ ἐστιν ὑπονοῆσαι , σημαίνει δὲ καὶ κακὸν
. ” Κατορώρυκται , κατακέχωσται . Καχυπότοπος , καχύποπτος : τοπάσαι γὰρ τὸ ὑπονοῆσαι . Κεκόμψευται . πεπιθάνευται . Κεραμεικοὶ
5466295 ὀψοισιν
ἔχει . ὁ καπνὸς φερόμενος δεῦρο κἀκεῖ διαφορὰν εἴωθε τοῖς ὄψοισιν ἐμποιεῖν τινα . τί οὖν ἔτι σοι δίειμι τὰ
θερίην καταστήσεται ὥνθρωπος τοῖσί τε σιτίοισι μαλακωτέροισι χρεόμενος καὶ τοῖσιν ὄψοισιν ἑφθοῖσι καὶ λαχάνοισιν ἑφθοῖσι καὶ ὠμοῖσιν : ὡσαύτως καὶ
5429545 ὠστε
. . Ἀλκαῖος Ἡφαίστου . . . . . . ὤστε θέων μηδ ' ἔν ' Ὀλυμπίων λῦς ' ἄτερ
λέγει γὰρ μὴ παντὶ ἀνθρώπῳ ὑπάρχειν τὸ οὐ δίκαιον , ὤστε ἔσται ᾧ ὑπάρχει τὸ δίκαιον . Φανερὸν δὲ καὶ
5419762 ἐπαναβαντι
τάφος : καί οἱ κατὰ ἔτος ἐναγίζουσιν οἱ Δελφοί . ἐπαναβάντι δὲ ἀπὸ τοῦ μνήματος λίθος ἐστὶν οὐ μέγας :
τοῦ περιβόλου δὲ τοῦ ἱεροῦ θέατρον ἔχεται θέας ἄξιον , ἐπαναβάντι δὲ ἐκ τοῦ περιβόλου * * Διονύσου δὲ ἄγαλμα
5399926 μακρηγορει
ὑστάτη ] τελευταία . . θάψω ] καλύψω . μὴ μακρηγόρει ] ἤγουν , μὴ μακρολόγει . . ἀλλ '
. μὴ μακρηγόρει ] μὴ μακρὰ ἀγόρευε καὶ λέγε . μακρηγόρει ] πολυλόγει . μακρηγόρει ] ἤγουν πολλοὺς λέγε λόγους
5392463 θαλειῃ
καὶ Πηλεΐδεω Ἀχιλῆος , ὥς ποτε δηρίσαντο θεῶν ἐν δαιτὶ θαλείῃ ἐκπάγλοις ' ἐπέεσσιν , ἄναξ δ ' ἀνδρῶν Ἀγαμέμνων
ἐστὶ τὸ νέκταρ . τούτου χρὴ παρέχειν πίνειν ἐν δαιτὶ θαλείῃ τοῖσιν ἐμοῖσι φίλοις , τοῖς δ ' ἐχθροῖς ἐκ
5389626 κεφαλαιωδης
τὴν δὲ τελεωτέραν διδασκαλίαν ὕστερον εἴσῃ . Γνώμη ἐστὶ λόγος κεφαλαιώδης ἐν ἀποφάνσει καθολικῇ ἀποτρέπων τι ἢ προτρέπων ἐπί τι
, ῥοῦν δὲ πολὺν καὶ σφοδρόν . ἡ μὲν οὖν κεφαλαιώδης τοῦ κόλπου τούτου θέσις ὑπάρχει τοιαύτη . ἡμεῖς δ
5389269 τεθμος
παθεῖν ἔοικεν . τὰ μακˈρὰ δ ' ἐξενέπειν ἐρύκει με τεθμός ὧραί τ ' ἐπειγόμεναι : ἴϋγγι δ ' ἕλκομαι
ἐρύκει με καὶ κωλύει με ὁ τεθμός : ποῖος δὲ τεθμός ; ὁ νόμος τοῦ ἐγκωμίου . ὁ νόμος οὖν
5377255 Ἀγνοεις
ὅπερ Ἀττικοὶ φιλοῦσι . παρ ' αὐτοῖς γὰρ οὐ λέγεται Ἀγνόεις ἢ Φηγόεις ἢ Μυρρινόεις . ὅθεν οὐδὲ διὰ τοῦ
ὅπερ Ἀττικοὶ φιλοῦσι . παρ ' αὐτοῖς γὰρ οὐ λέγεται Ἀγνόεις ἢ Φηγόεις ἢ Μυρρινόεις . ὅθεν οὐδὲ διὰ τοῦ
5362053 Χαρισιου
δὲ Κοραξοί „ . Χαρισίαι , πόλις Ἀρκαδίας , ἀπὸ Χαρισίου παιδὸς Λυκάονος . Παυσανίας ὀγδόῳ „ ὠνομάσθησαν δὲ [
Ἑπτὰ γὰρ ταύτας παιδίσκας ἐκ μικρῶν παιδίων ἐκτήσατο Νικαρέτη , Χαρισίου μὲν οὖσα τοῦ Ἠλείου ἀπελευθέρα , Ἱππίου δὲ τοῦ
5350483 ψαυομενον
τοῦ ἀγκῶνος κάμψαι δύνανται , εὔδηλον δὲ καὶ τὸ ἄρθρον ψαυόμενον . Ἢν μὲν οὖν μὴ αὐτίκα ἐμβληθῇ ; ἰσχυραὶ
τὸ ἐξέχον : ἀτὰρ καὶ ἀλγέει μάλιστα κατὰ τὸ ἐξέχον ψαυόμενον . Τῶν δὲ ὀστέων τοῦ πήχεος , ὧν μὴ
5342044 βορβορωδους
βίον . Εὐρώεντος : πλατέος , σκωληκώδους , σκοτεινοῦ , βορβορώδους , ἢ σκοτεινοῦ παρὰ τὸν ἀέρα , ἢ γεννητικοῦ
τῆς γῆς ἀπορρέον ὕδωρ καθαρᾶς μὲν οὔσης διαυγές ἐστιν , βορβορώδους δὲ θολερόν . εἰ δ ' ἀνιαρῶς ἔχοιεν ,
5336777 χειριζειν
ἔφοδον ἐξέσται προηγουμένως ἐπ ' αὐτῆς τῆς λέξεως τὰς αὐτὰς χειρίζειν ἀπορίας . ἢ γὰρ συλλαβή ἐστιν ἢ ἐκ συλλαβῶν
χειρουργίᾳ ὑποβάλλεσθαι , καταλιπεῖν καὶ διὰ φαρμάκων θεραπεύειν , μὴ χειρίζειν δέ . Φάρμακα δὲ ἁρμόδια καὶ τούτοις ἐστὶ τὰ
5336499 ἀναλισκεις
ἐν τῷ κυβεύειν , ἢ ἐν ἄλλῳ τινί . Ἄλλως ἀναλίσκεις ὕδωρ : ἐπὶ τῶν ματαιολογούντων . Ἀπὸ τῶν ἐν
δὲ πρὸς αὐτὴν ἔφη : „ τί μάτην τὰς θυσίας ἀναλίσκεις ; ἡ γὰρ θεὸς οὕτω σε μισεῖ , ὡς
5330921 Ὑδατος
ʹ γʹ δʹ ὁ ἐν τῷ ἀριστερῷ ἀκρόποδι λαμπρὸς κοινὸς Ὕδατος . . . . . Ταύρου ιθ ∠ ʹ
ἤγουν τῇ τοῦ Διὸς γνώμῃ καὶ βουλῇ καὶ χρησμῷ . Ὕδατος σθένος ] * Τὸν ὄμβρον λέγει : ἐπὶ γὰρ
5329831 Δοιδυξ
Καὶ κατέλαβεν αὐτὸν γῆν ἐν θυΐᾳ τρίβοντα δοίδυκι λιθίνῳ . Δοίδυξ δὲ ἔστιν ὁ τριβεύς , ὃν Ἀριστοφάνης καλεῖ ἀλετρίβανον
: φθαρέντος γὰρ τοῦ λιμώττοντος καὶ ὁ λιμὸς ἀπόλλυται . Δοίδυξ αὔξει : ἐπὶ τῶν μὴ αὐξανομένων : ὁ γὰρ
5318177 κυλισθηναι
δῆθεν τῶν ὑπουργούντων τινὶ πρὸς κόνεως κυλίστραν τὸν ἵππον ἐξαγαγεῖν κυλισθῆναι . ἄπαγε ] ὦ δοῦλε . ἐξαλίσας ] κυλισθῆναι
” ἄπαγε τὸν ἵππον οἴκαδε “ . ἢ ἀντὶ τοῦ κυλισθῆναι ποιήσας : ἁλίζειν γὰρ ἔλεγον τὸ ἐν κόνει κυλίεσθαι
5317028 παραλειπεται
διαφοραὶ καὶ τίνες οὐκ οἰκεῖαι , δι ' ἃς καὶ παραλείπεταί τινα , διὰ τοῦ παραδείγματος . Ἔξω γένη ἢ
παράλειψιν δέ ἐστι μοχθηρὸς λό - γος , ἐν ᾧ παραλείπεταί τι τῶν πρὸς τὴν συναγωγὴν τοῦ συμπεράσματος χρησιμευόντων :
5316600 ἀποκοπεν
φημί φησί . καὶ ὃν τρόπον παρὰ Ἀνακρέοντι τὸ φησίν ἀποκοπὲν φή ἐγένετο , σὲ γάρ φη ταργήλιος , τὸν
θεά ἀπεκόπη τοῦ ὅλου στίχου . ὥστε οὐ πᾶν τὸ ἀποκοπὲν ἀπό τινος ἤδη διὰ τοῦτο καὶ πολύσημον ἔσται .
5314268 ἀρκετον
τὸ χαῖρε : * εὐτυχήσας : * * εὐτυχής . ἀρκετὸν ἐφάνη . * εἰς . ἤτοι τὴν Ὀλυμπίαν .
, † εἰ κατανύγομαι ἐν τῇ καρδίᾳ μου ὅτι οὐκ ἀρκετὸν πράττειν † Δὸς τὸ ἀργύριον καὶ λήψει . καὶ
5300845 παιζε
Ἀγχιάλην καὶ Ταρσὸν ἔδειμεν ἡμέρῃ μιῇ . ἔσθιε πῖνε „ παῖζε , ὡς τἆλλα τούτου οὐκ ἄξια , „ τοῦ
καὶ ἄλλος δὲ τὰ ὅμοια ληρεῖ τις . πῖνε καὶ παῖζε : θνητὸς ὁ βίος , ὀλίγος οὑπὶ γῇ χρόνος
5298915 ἐργατιν
τὴν δεινότητα . Μάλιστα δὲ πάντων ἰστέον τὴν διάλυσιν δεινότητος ἐργάτιν , οἷον πορεύεται διὰ τῆς ἀγορᾶς τὰς γνάθους φυσῶν
καὶ καλῇ καὶ παντοδαπῇ χρωμάτων μέλιτταν σοφὴν ἀπέδειξεν θείου μέλιτος ἐργάτιν , ἔκ τε ᾠῶν ἀφώνων καὶ ἀψύχων πολλὰ γένη
5294485 σαυρας
προρρηθεῖσα κοινὴ ἐπιμέλεια . Τοῖς δὲ ὑπὸ τῆς λεγομένης χαλκίδος σαύρας πληγεῖσι , παρακολουθεῖ οἴδημα διαφανὲς ὥσπερ ἐκλάμπον , κύκλῳ
, ἄνθος Ἀσσίου λίθου : ἕψουσι φρύνους , μυγαλᾶς , σαύρας , γαλᾶς , βατράχους , ὑαίνας , τραγελάφους ,
5294219 ψυκτηρ
ψυχροποσίαν παρεσκευασμένον . Ψυκτῆρα Πλάτων Συμποσίῳ . ἔστι δὲ ὁ ψυκτὴρ σκεῦος , ἐν ᾧ διανίζουσι τὰ ποτήρια , μεστὸν
Διονυσιακὸν ἔκπωμα , ὥσπερ καὶ ὁ κοτυλίσκος . ὁ δὲ ψυκτὴρ πολυθρύλητος , ὃν καὶ δῖνον ἐκάλουν , ἐν ᾧ
5293888 παραφυλαττεσθαι
αʹ . Περὶ τῶν ἐν τῇ ἡμέρᾳ τοῦ πολέμου ὀφειλόντων παραφυλάττεσθαι . βʹ . Περὶ τοξοτῶν πολεμίων . γʹ .
τοῦ εἷλεν πολλὰ ἐδήλωσεν . Σαφήνειαν δὲ εὖ φασι δεῖν παραφυλάττεσθαι , ἐὰν ἐναντία τισὶ τῶν εἰς τὴν συντομίαν θεωρημάτων
5287411 ἐζυμωμενος
. μάζα οὖν ἀμολγαίη ἢ τυρὸς ἢ ἄρτος ἐκ γάλακτος ἐζυμωμένος . σβεννυμενάων : παυομένων τοῦ θηλάζειν καὶ διὰ τοῦτο
αὐτοῖς καὶ ὁ πολὺς ἄρτος : ὅπως γὰρ ἂν εἴη ἐζυμωμένος καλῶς , οὐ δύναται τὸ παχὺ καὶ ἐμφράττον μὴ
5286579 παροψις
* * * . Ἀριστοφάνης Λημνίαις . πάρδαλις καὶ πόρδαλις παροψίς : οὐ μόνον τὸ ἀγγεῖον , ἀλλὰ καὶ ὄψον
* * * . Ἀριστοφάνης Λημνίαις . πάρδαλις καὶ πόρδαλις παροψίς : οὐ μόνον τὸ ἀγγεῖον , ἀλλὰ καὶ ὄψον
5278823 ἐβρεξεν
ἐξέμησεν , ἔπεμψεν , ἐπήντλησεν . Ἐξέφυσεν ἀντὶ τοῦ ἔξω ἔβρεξεν , ἐξήφυσεν ἀντὶ τοῦ ἔξω ἤφυσεν καὶ ἀπήντλησε καὶ
. πρὶν οὖν γενέσθαι τὰ κατὰ μέρος συγκρίματα , οὐκ ἔβρεξεν ὁ θεὸς ἐπὶ τὴν ἰδέαν τῆς αἰσθήσεως , ἣν
5270417 πρωκτος
πίττα δήπου καομένης ἐξέρχεται . ὁ δ ' ὄπισθεν οὐχὶ πρωκτός ἐστιν οὑτοσί ; ὄζος μὲν οὖν τῆς δᾳδὸς οὗτος
τὸν πρωκτὸν ἠχεῖν ὑπὸ βίας τοῦ πνεύματος . σάλπιγξ ὁ πρωκτός ἐστιν ἄρα τῶν ἐμπίδων . ὦ τρισμακάριος τοῦ διεντερεύματος
5262825 ἀθαρη
κυάμων ἢ πισῶν ἢ ἁπλῶς κατερεικτῶν τινῶν , ἡ δὲ ἀθάρη πυρῶν ἡψημένων καὶ διακεχυμένων ὥσπερ ἔτνος . ἀλωπεκίσαι :
ἀθέρα καὶ ἀθάρα τὸ αὐτό φασιν . ἔστι δὲ ἡ ἀθάρη ἡ ἐκ πυρῶν ἡψημένων καὶ διακεχυμένων ὥσπερ ἔτνος τροφή
5259911 ῥιγουν
ϲικυωνίῳ ἢ γλευκίνῳ πρὸ μὲν τῶν παροξυϲμῶν , ὥϲτε μὴ ῥιγοῦν , παυομένων δὲ ὥϲτε μὴ ἐκ τῶν ἔξωθεν προϲπιπτόντων
ὁτὲ δ ' ἐκώλυσεν ἐξελθεῖν , ὥστε μὴ πεπαῦσθαι τὸ ῥιγοῦν ἀλλὰ τὰ μὲν περικεκαῦσθαι , τὰ δὲ κατεψῦχθαι καθάπερ
5258972 αἰγιλωπος
ἔφθαρται τὸ ὀστέον , ἀνθεμίδος φύλλα μασηθέντα καὶ ἐπιτεθέντα ἢ αἰγίλωπος τοῦ ἐν τοῖς σιτίοις χυλὸς σὺν ἀλεύρῳ σιτινίῳ καταπλασσόμενος
μέρος καὶ μὴ ἅμα γεννᾷν ἔνια καθάπερ ἐπί τε τοῦ αἰγίλωπος λέγεται καὶ τοῦ λωτοῦ καὶ τοῦ βολβοῦ . Τοῦτο
5257031 φρυγεται
λαγῷ ' ἀναπηγνύασι , πόπανα πέττεται , στέφανοι πλέκονται , φρύγεται τραγήματα : χύτρας ἔτνους ἕψουσιν αἱ νεώταται , Σμοῖος
ἐπιπάσσειν προσήκει , καὶ μηκέτι μετὰ τὸ ἐμπάσαι καθεψεῖν : φρύγεται γάρ , καὶ ἀφανίζεται τῶν ξηρῶν ἡ δύναμις ἐν
5245048 συνεστηκως
τοῖς πολιτικοῖς ἀγῶσι μόνος τῶν ἄλλων ἐφ ' ὑμᾶς οὐ συνεστηκώς , αἰτῶ παρ ' ὑμῶν τὴν σωτηρίαν , μετὰ
μέν γε τοῦ ἐμφανοῦς πόλεμος πρὸς τοὺς Θηβαίους οὐκ ἦν συνεστηκώς , ἀλλὰ οἱ Πλαταιεῖς μένειν τὴν εἰρήνην σφίσιν ἔφασαν
5234953 παρελκον
θ λευστῆρα ] τὸν ἀπὸ λιθασμοῦ γινόμενον . μὴ ] παρέλκον . μὴ ] ἀργόν . μὴ ] ἐκ παραλλήλου
, ἠγαπημένε . διδάσκου ] μάνθανε . . σοι ] παρέλκον ἀττικῶς , ὥσπερ καὶ τὸ ” ἐμοί , “
5230471 ῥητρα
δὲ παραλαβοῦσαι ἀποδίδονται τὸ βρέφος τῷ τιμὴν ἐλαχίστην δόντι . ῥήτρα τε πρὸς αὐτὸν καὶ ὁμολογία γίνεται ἦ μὴν τρέφειν
λέγειν ἢ ἀπὸ τοῦ συνηγορεῖν τὸν ῥήτορα τῷ νόμῳ : ῥήτρα γὰρ κατὰ Δωριέας ὁ νόμος . Διῄρηται δὲ ἡ
5222333 ἀμφορευς
πόσα ἐν ταὐτῷ γίνεται διαστήματα : ὃ κατέσχεν ὅλος ὁ ἀμφορεύς , ὃ κατέσχε τὸ τούτου μέρος τὸ ὕδωρ ,
ὅτι ἐκόμιζον αὐτοὺς δᾴδια ἡμμένα περιπηγνύντες ἐπ ' αὐτῶν . ἀμφορεύς ὁ ἀμφιφορεὺς ὑπὸ Ἀθηναίων καλεῖται . ἀμφώβολα : τὴν
5213501 ἐρυγη
παντὸς προτιμᾶν ἀεί : εἰ γὰρ ἀπὸ θερμότητος ἡ κνισσώδης ἐρυγὴ καὶ ἀπεψία συνέβη , ἐχρῆν οἶμαι τοῖς ἐναντίοις χρώμενον
τείνονται γὰρ κατὰ τὸ συνεχὲς δίκην σχοινίου : καὶ οὔτε ἐρυγὴ ἄνω οὔτε φύσα κάτω . Εἰ μὲν ἐξαίφνης εἰσβάλλῃ
5211213 διπλασιασθηναι
τὴν ἀλήθειαν . τὸ δὲ τεράστιον οὐ μόνον ἐκ τοῦ διπλασιασθῆναι τὴν τροφὴν ἐδηλοῦτο οὐδ ' ἐκ τοῦ διαμεῖναι σῷον
τὰ δίκαια τοῦ δήμου πρὸς τὴν βουλὴν ἅπαντα εἰσενεγκάμενος ᾐτήσατο διπλασιασθῆναι τὴν ἀρχὴν τὴν προισταμένην τοῦ δήμου , καὶ ἀντὶ
5204954 θοινη
, ὁ μέλλων θώσω , θώνη ἔδει : καὶ λέγεται θοίνη . . . : υἱέα : ἐν ἐπιστολῇ ποτε
καὶ ἐνεργεῖν κατὰ τὴν ἐμὴν καθαρτικὴν δύναμιν ; Καὶ ἡ θοίνη δὲ τὴν πολλὴν αὐτοῦ πρόνοιαν καὶ προθυμίαν ἐνδείκνυται τοῦ
5199730 Ἀρτου
' ὁ κηρὸς συνολμοκοπηθεὶς τῇ χαλβάνῃ . Ἀρθριτικὸν κατάπλασμα . Ἄρτου τὸ ἐντὸς # Ϛ , ὠῶν ὀπτῶν λεκίθους [
. μέγας καὶ λαμπρὸς ἦν . οὐ τούτου οὖν τοῦ Ἄρτου ὁ νῦν καιρὸς ἦν , ἀλλὰ τῶν εὑρημένων ὑπὸ
5194643 οὑψωνης
δ ' εἴρηκεν Ἀριστοφάνης ἐν Ταγηνισταῖς διὰ τούτων : ὡς οὑψώνης διατρίβειν ἡμῖν τἄριστον ἔοικε . παροψωνεῖν δ ' ἔφη
: φειδωλὸς ἦν καὶ μέτριος ἀγοραστής . Ἀριστοφάνης : ὡς οὑψώνης διατρίβειν ἡμῖν τὸ ἄριστον ἔοικε . κεῖται δὲ καὶ
5192030 ἀνεπιτηδεια
, ὥστε καὶ κόλυμβος ὁ ἐν τοῖς τοιούτοις καὶ βαπτισμὸς ἀνεπιτήδεια . ὑπέχειν δὲ κρουνοῖς αὐτοφυῶν ὑδάτων ἐκείνοις χρὴ μόνοις
ἐν τῷ πρότερον εἴρηκα , καὶ τὰ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἀνεπιτήδεια γίνηται , καὶ θερμαίνηται ὁ ἄνθρωπος , ταράσσεσθαι τὸ
5189510 κροτωνος
ὥστε παλαιούμενον μεταβάλλειν , ὥσπερ ἐπὶ τῆς λεύκης καὶ τοῦ κρότωνος . εἴδη δ ' ἐστὶ πλείω τῆς ἕλικος ,
φύλλων μετασχηματισμὸς καὶ ἑτέρων κοινός : ἐπεὶ καὶ τὰ τοῦ κρότωνος ἔνια περιφερῆ φυόμενα τὴν ἀρχὴν ὕστερον ἀπογωνιοῦται καθαπερανεὶ διαρθρούμενα
5184731 τοὐνιαυτου
ὡστ ' οὐκ ἔτ ' οὐδεὶς οἶδε πηνίκ ' ἐστὶ τοὐνιαυτοῦ . μέγιστον ἀγαθόν , εἴπερ δι ' ἐνιαυτοῦ ὅτου
' οὐκ ἔτ ' οὐδεὶς οἶδ ' ὁπηνίκ ' ἐστὶ τοὐνιαυτοῦ . . . . . μέγιστον ἀγαθόν , εἴπερ
5182933 λυχνιον
εἴρηκεν ἐν Δαιταλεῦσιν . λυχνοποιός λυχνοπώλης , λύχνος λυχνοῦχος , λύχνιον ἐλλύχνιον , λυχνοκαυτεῖν , λυχνοκαΐα παρ ' Ἡροδότῳ .
τῷ Τροφωνίῳ Μένανδρος δὲ ἐν Θεττάλῃ λύχνων ἀφάς . καὶ λύχνιον μὲν ἐφ ' οὗ ἐντίθεται ὁ λύχνος , ἡ
5178252 τακερον
ψυχροῦ ψαύειν τὸ δὶϲ ἑψόμενον : οὐκέτι γὰρ ἀκριβῶϲ γίνεται τακερόν , οὔδ ' ἂν ἐπὶ πλεῖϲτον ἑψηθῇ . ἀφαιρεθεῖϲα
ὕδατοϲ ψυχροῦ τὸ δὶϲ ἑψόμενον : οὐκέτι γὰρ ἀκριβῶϲ γίγνεται τακερόν , οὐδ ' ἢν ἐπὶ πλεῖϲτον ἑψηθείη . ἐμβαλόντεϲ
5172647 ἀλεξικακε
ὦ Ἡράκλεις “ ἐπὶ θαυμασμοῦ λαμβάνεται . τὸ ” ὦ ἀλεξίκακε “ ἐπὶ σχετλιασμοῦ καὶ λαμβάνεται διὰ μέσου . ὁμομητρίαν
. σχετλιάζων δ ' ἔθηκε διὰ μέσου τὸ ” ὦ ἀλεξίκακε “ : ἔστι δὲ ἐπίθετον τοῦ Ἡρακλέους . ὦ
5169571 ἐλαδιον
λοπάδι μεγάλῃ ταῦτα , λιτῶς προσαγαγὼν χλόην κύμινον ἅλας ὕδωρ ἐλάδιον . λάβρακα μετὰ ταῦτ ' ἐπριάμην καλὸν σφόδρα ,
λιτῶς προσαγαγὼν χλόην , κύμινον , ἅλας , ὕδωρ , ἐλάδιον . λάβρακα μετὰ ταῦτ ' ἐπριάμην καλὸν σφόδρα ,
5169274 διαπηλας
διαμερίσας . διαπήλας ] ἀπομοιράσας . διαπήλας ] διαμοιράσας . διαπήλας ] διὰ κλήρου δούς . θ διαπήλας ] διακληρώσας
διακόψας . διαπήλας ] διαμερίσας . διαπήλας ] ἀπομοιράσας . διαπήλας ] διαμοιράσας . διαπήλας ] διὰ κλήρου δούς .
5162200 μεσωρι
: Ἄρχεται ἡ ταριχεία ἀπὸ μηνὸς μεχεὶρ εἰκάδος πέμπτης ἕως μεσωρὶ εἰκάδος πέμπτης : καὶ συναπτόμενος πάλιν : ὅσα ἂν
βάλλεται . Οὐκ εἶπε δὲ ὅτι μετὰ τὸ τέλος τοῦ μεσωρὶ εἰς τὸ πῦρ βάλλεται , ἀλλ ' ἀπὸ τῆς
5160003 παρασιτου
, Φρίξος , ἐὰν δὲ κωδάριον Ἰάσων . Χαιρεφῶντος δὲ παρασίτου μέμνηται Μένανδρος λέγων : διαφέρει Χαιρεφῶντος οὐδὲ γρῦ ἄνθρωπος
γαστέρα δέ , φέρε καὶ ἡμεῖς καί τι παίσωμεν , παρασίτου μνημονεύσαντες ἡμεδαποῦ . Ἰόρτιόν τε καὶ τοῦτον θῶπα ἰσχυρὸν
5159431 φλεγμαινουσιν
αὐτοῦ πολυειδεστέρα , διὰ τὸ πᾶσι τοῖς καθ ' ὑποχόνδρια φλεγμαίνουσιν ἁρμόττειν . Ὑπαλλαττόμενον οὖν μεγάλως διαφέρει , ὡς τὴν
τραχύτητος καὶ διαφορεῖ χωρὶς δήξεως , ὧν μάλιστα χρεία τοῖς φλεγμαίνουσιν . ποιεῖ δὲ καὶ τὰ πρὸς ὀδονταλγίας ἀναγεγραμμένα ,
5159223 ἀνωτερα
διὰ αὐτῶν ἀγάγωμεν κάθετον , τὰ κατὰ τῆς ΒΑ τὰ ἀνώτερά ἐστι τῆς καθέτου : τὸ ἀπὸ τῆς ἀνωτέρας ὁρώμενον
διὰ αὐτῶν ἀγάγωμεν κάθετον , τὰ κατὰ τῆς ΒΑ τὰ ἀνώτερά ἐστι τῆς καθέτου : τὸ ἀπὸ τῆς ἀνωτέρας ὁρώμενον
5157943 Ἀλλως
τρεφόμενοι νομαδικῶς , οἱ δ ' ἀλλοεθνεῖς οὐκ ὑπομένουσιν . Ἄλλως δὲ οἱ Νομάδες δυσεπίμικτοι τοῖς ἄλλοις ὄντες καὶ πλήθει
ἐκ τῶν πολυκάρπων χωρίων , ἢ πολυανθῶν δένδρων . 〚 Ἄλλως . συγκέκραμαι , μεταφορικῶς : ὡς ἀπὸ οἴνου καὶ
5157205 στομουν
τεσσάρων τὴν διάσφιγξιν γενέσθαι , εἶθ ' οὕτως κατὰ κορυφὴν στομοῦν χρὴ τὸν ὄγκον , καὶ μετὰ τὴν ἔκκρισιν τοῦ
ἀκονᾶν θήγειν , προσηλοῦν , δια - πατταλεύειν προσπατταλεύειν , στομοῦν , ἥλους ποιεῖν , στόμωμα Κρατῖνος γὰρ ἔφη Χαλυβδικὸν
5154212 κἠκ
. ἀλλ ' οὗτος τοιοῦτος ἐὼν βοτὰ χίλια βόσκω , κἠκ τούτων τὸ κράτιστον ἀμελγόμενος γάλα πίνω : τυρὸς δ
, ὅμοιός ἐστι διὰ τὸ ἀδελφὰς εἶναι αὐτάς . Γ κἠκ τωὐτοῦ ] ἐκ τοῦ αὐτοῦ . Γ κἀναχνοιανθῇ :
5148225 ποκου
μουσεῖον αὐτόχρημα Χαιρεφῶν Ἐρετρικὸς κατάλογος σπερχυλλάδην κέκραγας Ἐπειοῦ δειλότερος ἠρινοῦ πόκου κεραμικὴ μάστιξ ἀλλὰ θῦε τοὺς κέδρους . [ κἄν
τὸν σίδηρον βλέπον οὐδὲν ὑποπτεύει : δοκεῖ γὰρ τὸ τοῦ πόκου βάρος ἀποτίθεσθαι καὶ τὴν τοῦ γάλακτος ἄμελξιν . ὁ
5146343 εἰσπνοη
, ἔστιν ἠρεμία . ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τῆς ἀναπνοῆς ἐστιν εἰσπνοὴ καὶ ἐκπνοή , καὶ μεταξυλαβεῖται ἠρεμία . ἐν ταύταις
θύραθεν ἐπεισιόντων ἄλλων ἐν τῷ ἀναπνεῖν . κωλύει γὰρ ἡ εἰσπνοὴ αὐτά τε τὰ σφαιρικὰ καὶ τἄλλα τὰ ἐνυπάρχοντα τοῖς
5144173 ὑγροτατα
τὰς ζωτικὰς δυνάμιας , θερμότατα , ψυχρότατα , ξηρότατα , ὑγρότατα , λειότατα , τραχύτατα , εἴκοντα , ἀντίτυπα ,
μιῆς μερίδος : ταῦτα ἐν γάλακτι αἰγείῳ ἑψήσας , ὡς ὑγρότατα ῥοφέειν . Μετὰ δὲ ταῦτα διδόναι αὐτῷ ἐς ἄρι
5139890 γαλαθηνα
βίων εἰς τοῦτό φησιν ὠμότητος Φάλαριν τὸν τύραννον ἐλάσαι ὡς γαλαθηνὰ θοινᾶσθαι βρέφη . : Ἕκτωρ γὰρ θνητός τε γυναῖκά
βίων εἰς τοῦτό φησιν ὠμότητος Φάλαριν τὸν τύραννον ἐλάσαι ὡς γαλαθηνὰ θοινᾶσθαι βρέφη . : πόσῳ γὰρ τούτων βέλτιον Γοργίας
5138259 Ὁποια
ἐκ τῶν συνδυαζομένων δυσκρασιῶν γενόμενά τε καὶ φαινόμενα οὖρα . Ὁποῖα δὲ τοῖς τε πολλὰ καὶ ὑπὲρ τὴν δύναμιν γυμναζομένοις
Κύμῃ , τῇ πρὸ τῆς Σικελίας νήσῳ . Οἷα ] Ὁποῖα . Ἀρχῷ ] Ἡγεμόνι , τῷ Γέλωνι τῷ ἀδελφῷ
5135366 χαριτοεις
θηλυκοῦ ἀλλὰ τὴν εὐθεῖαν , χάρις γάρ , δηλονότι τὸ χαριτόεις ἀναλογώτερόν ἐστι τοῦ χαρίεις . Παραφυλαττόμεθα δὲ παρὰ τῷ
γὰρ ἄνεμος ἀρσενικόν ἐστιν : εἰ ἄρα οὖν τὸ μὲν χαριτόεις ἀποβολῇ τῆς ει διφθόγγου τὴν γενικὴν τοῦ θηλυκοῦ ποιεῖ
5134384 καθεζου
, ὡς τὸ δαιμόνιον . Καθεζομένη δὲ τῷ σώματι , καθέζου καὶ τοῖς πάθεσιν , καὶ οὕτως σαυτὴν διευθύνασα ,
γὰρ καὶ Ἡλίωι καθιέρωται . ιη . ἐπὶ χοίνικι μὴ καθέζου . ιθ . γαμψώνυχον μηδὲν παράτρεφε . κ .
5133889 χαρτης
τοῦ σημαινομένου τοῦ χωρεῖν . παρὰ δὲ αὐτὸ τὸ χαίρω χάρτης , χωρητικὴ οὖσα τῶν ἐγγραφομένων . Φιλόξενος ἐν τῷ
καὶ τομὸς διαφέρει . τόμος μὲν γάρ ἐστιν ὁ τεμνόμενος χάρτης ἢ ἄλλο τι , τομὸς δὲ ὁ τέμνων σίδηρος
5130562 χεσειω
Ἰδοὺ θέασαι , κοὐχ ἅπαντας ἐκφέρω . Οἴμ ' ὡς χεσείω , κοὐχ ἅπαντας ἐκφέρω . Ταυτὶ τί ἐστι ;
ὑπὸ τοῦ βάρους τῶν βιβλίων τῶν τοὺς χρησμοὺς ἐχόντων “ χεσείω ” φησίν . ὡς δὲ ἔνδον καὶ ἄλλων ὄντων
5127016 ἑλεδωνη
ὀστέον . εἰσὶ δὲ οἵδε , πολύπους τευθὶς ἀκαλήφη ναύπλιος ἑλεδώνη πορφυρίων σηπία . αὕτη δὲ μόνη καὶ τοὺς ἀποδρᾶναι
στυγῶ μεταλλακτῆρα πολύπουν χρόος . εἴδη δ ' ἐστὶ πολυπόδων ἑλεδώνη , πολυποδίνη , βολβοτίνη , ὀσμύλος , φησὶν Ἀριστοτέλης
5125121 ὑπονοειται
. Καὶ μὴν ὥσπερ πᾶν τὸ πεπερασμένον ὑπό τινος περιεχόμενον ὑπονοεῖται , εἰ δὲ μή , οὐδ ' ἂν εἴη
μησὶ τὸν οἰκεῖον ἀνύειν κύκλον . Ὑπὸ τοῦτον ὁ ἥλιος ὑπονοεῖται , μέσος ὑπάρχων τῶν ἄλλων . Οὗτος ἐνιαυτῷ περιερχόμενος
5122295 πτισσειν
ἐσμὲν αὐτοὶ νῦν γε περιεπτισμένοι . καὶ ἀνεῖν δὲ τὸ πτίσσειν ἐλέγετο , ἀφ ' οὗ καὶ ἡ πτισάνη .
, πέψαι , τὸ τελευταῖον παραθεῖναι . καὶ ἐκ τοῦ πτίσσειν καὶ ἁνεῖν ἡ πτισσάνη [ ] . ἀνέμοις θάλασσα
5120616 λουμενος
μέντοι γενικώτερόν ἐστιν ἀπληστία , ὃ καὶ νῦν ἐμφαίνεται . λούμενος : Ἀντὶ τοῦ λουόμενος . . καταπτάμενος ἴκτινος κ
; Ὅταν διαριθμῶν ἀργυρίδιον τύχῃ ἅνθρωπος οὗτος , ἢ καθῆται λούμενος , καταπτόμενος ἰκτῖνος ἁρπάσας λάθρᾳ προβάτοιν δυοῖν τιμὴν ἀνοίσει
5118540 Βεβαιος
καὶ ἀνελλιπὲς Βεβαία εἴρηται , . , . * . Βέβαιος : ὁ ἀσφαλής : παρὰ τὸ βιβῶ γίνεται βίβαιος
κἂν εὐτυχῇς . Βίος βίου δεόμενος οὐκ ἔστιν βίος . Βέβαιος λογισμὸς τῷ † ἐγνωκότι † τὰ γράμματα . Βίου
5114604 ὁμοιοκαταληκτον
τὸ ἀνώτατα : ὡς μέντοι πρόκειται , παρὰ τὸ ἀνωτέρω ὁμοιοκατάληκτον πεσεῖται τὸ ἀνωτάτω , ὥστε διαφέρειν τὸ ἀνωτάτω τοῦ
τὴν κατάληξιν . ταὐτὸν δύναταί σοι κάρδοπος : δοκεῖ σοι ὁμοιοκατάληκτον εἶναι ; ἅμα δὲ καὶ ὡς γυναικώδη σκώπτει τὸν
5112701 παραδιαζευκτικος
τί οὐσίαν φησίν , ἐπιφέρει ἢ τὸ τί ἐστι . παραδιαζευκτικὸς γὰρ ὁ ἤ σύνδεσμος ἐνταῦθα : οὐ γὰρ ὡς
φιλεῖ ] εἴωθε . φιλεῖ ] ἀγαπᾷ . ἢ ] παραδιαζευκτικὸς ἀντὶ τοῦ καί : καὶ λέγειν τὰ καίρια .
5112606 ἐσοδος
μάλιστα τόδε . τέμενός ἐστιν ἐν αὐτῷ Λυκαίου Διός , ἔσοδος δὲ οὐκ ἔστιν ἐς αὐτὸ ἀνθρώποις : ὑπεριδόντα δὲ
. Χρόνῳ δ ' ἐκ τῶν ἀπόρων ἐφάνη δή τις ἔσοδος τοῖσι βαρβάροισι : ἔδεε γὰρ κατὰ τὸ θεοπρόπιον πᾶσαν
5109956 Ἀδυνατον
τίς τέχνη ὑπόδημα βέλτιον ποιεῖ , μὴ εἰδότες ὑπόδημα ; Ἀδύνατον . Οὐδέ γε τίς τέχνη δακτυλίους βελτίους ποιεῖ ,
γνωστόν τε καὶ δοξαστὸν τὸ αὐτό ; ἢ ἀδύνατον ; Ἀδύνατον , ἔφη , ἐκ τῶν ὡμολογημένων : εἴπερ ἐπ
5109112 θεσφαθ
, οὐ γὰρ χρὴ ἕνα ἴδμεναι οὐδὲ δύ ' οἴους θέσφαθ ' , ἅ μοι Κίρκη μυθήσατο , δῖα θεάων
: “ ὢ πόποι , ἦ μάλα δή με παλαίφατα θέσφαθ ' ἱκάνει πατρὸς ἐμοῦ , ὃς ἔφασκε Ποσειδάων '
5103608 ἐξηρανεν
ὕδωρ καὶ τὴν χύσιν τοῦ ὕδατος , ἣν ἡ ἄμπωτις ἐξήρανεν . Ὅμηρος : ἄντλῳ δ ' ἐνδούπησε . τὸν
τρώσας . * ἕρπων : βαδίζων ἔσκληκεν ὀδοῦσι , ἤτοι ἐξήρανεν , ἀντὶ τοῦ στόμα καὶ τοὺς ὀδόντας ἐν γαστρὶ
5102499 τραγελαφος
χρόνου , καθ ' ὃν ἦν ἢ ἔσται , οἷον τραγέλαφος ἦν χθὲς ἢ πέρυσιν ἢ ἔσται αὔριον ἢ εἰς
ἔστιν αὐτὸ χωρὶς εἰπεῖν . οὐ γὰρ ἐπειδὴ λέγωμεν ὁ τραγέλαφος δοξαστόν ἐστιν , ἤδη δυνάμεθα εἰπεῖν ὅτι τὸ μὴ
5102002 τἀντος
ὡς λέγω σοι , σύγχεον . ἰχθὺς ἁδρὸς πάρεστι : τἀντός ἐστι σά . κἂν τέμαχος ἐκκλίνῃς τι , καὶ
ὡς λέγω σοι , σύγχεον . ἰχθὺς ἁδρὸς πάρεστι : τἀντός ἐστι σά . κἂν τέμαχος ἐκκλίνῃς τι , καὶ
5097678 διαφθειρουσα
οὐ τὸ μὴ σαφές . λύπη μάλιστά γ ' ἡ διαφθείρουσά με . . . δεινὴ γὰρ ἡ θεός ,
διδοὺς ὑπὲρ τοῦ τῆς μητρὸς φόνου : κατὰ κοινοῦ τὸ διαφθείρουσά με : ἤρξω δὲ λύσσης πότε : καὶ τοῦτο
5093052 σταθμουχος
εἴρηται τοίνυν ἐν Αἰσχύλου Σισύφωι : σὺ δ ' ὁ σταθμοῦχος εὖ κατιλλώψας ἄθρει . Ἐκλογ . διαφ . λέξ
Ἀντιφάνης δὲ ἐν Ὀβρίμῳ φησὶν ἂν κελεύῃ με σταθμοῦχοςἡ . σταθμοῦχος δ ' ἔστι τίς ; ἀποπνίξεις γάρ με καινὴν
5092704 τἀτο
μὲν λόγου εἵνεκα ἐπὶ κεφαλὴν οἰσθῇ ἡ πικρὰ ὑγρότης , τἀτὸ γενήσεται πάθος , * ἐὰν δὲ νῦν μὲν ἡ
. ταῦτα ? ? ? ? γὰρ παρὰ τὰς ὥρας τἀτὸ ? ? ? κατασκευάζουσιν [ ! ! ! !
5086147 ἀληϊος
πηγοὺς ἀθλοφόρους , οἳ ἀέθλια ποσσὶν ἄροντο . οὔ κεν ἀλήϊος εἴη ἀνὴρ ᾧ τόσσα γένοιτο , οὐδέ κεν ἀκτήμων
πηγοὺς ἀθλοφόρους , οἳ ἀέθλια ποσσὶν ἄροντο . οὔ κεν ἀλήϊος εἴη ἀνὴρ ᾧ τόσσα γένοιτο οὐδέ κεν ἀκτήμων ἐριτίμοιο
5086024 ἀχαριστειν
γὰρ ἐς τὰ μάλιστα ἐπιτήδειος , καὶ οὐ βουλόμενος αὐτῷ ἀχαριστεῖν , ὑπέσχετο εἰ καιρὸς εἴη μνησθήσεσθαι τῷ δεσπότῃ ὤκει
, λέγοντες , ὅτι ἄχρι νῦν οἱ Ἀττικοὶ τὸ ἀπειθεῖν ἀχαριστεῖν λέγουσι . χλοός : χλωριάσεως . χεδροπά : τὰ
5082180 σκεδασθηναι
μὲν ὡρμήθη καὶ ὥρμησε περᾶσαι τὸν πεπηγότα ποταμὸν , πρὶν σκεδασθῆναι πανταχοῦ τὰς ἀκτῖνας τοῦ ἡλίου , ἤγουν πρὸ τοῦ
ἀλλ ' οὔτε ἐκ διεστηκότων ἐστίν , ὡς τὰ μέρη σκεδασθῆναι , οὔτ ' ἐκ συναπτομένων , ὡς διαλυθῆναι ,
5080858 ἀειν
θεῖον ἀπάνθισμα τῶν ἡρώων . καὶ εἴρηται ἄωτος ἀπὸ τοῦ ἄειν , ὅ ἐστι πνεῖν καὶ ὀδωδέναι . νότῳ τρίτον
: αὐτὸς δὲ φίλης αἰῶνος † ἀμερθείς . παρὰ τὸ ἄειν , ὅ ἐστι πνέειν , σημαίνει δὲ τὸ αἰών
5080722 Κεφαλαια
κεφάλαια ἐν ἑνὶ συλλέξαντες τῆς κατὰ μέρος διηγήσεως ὑπετάξαμεν . Κεφάλαια τοῦ περὶ πεζικῆς τάξεως . Αʹ . Ποῖα δεῖ
ἡ ἐπίδεσις , ὡς ἐν τῷ αὐτῷ σχήματι διαφυλάσσειν . Κεφάλαια σχημάτων , ἔθεα , φύσιες ἑκάστου τῶν μελέων :
5077522 μεταληπτικην
εἶτα ἐπὶ τὴν διαίρεσιν τοῦ κεφαλαίου ἐλθὲ , οὖσαν τοιαύτην μεταληπτικήν : ἀλλ ' οὐ ταύτην ἔξεστίν σοι λαμβάνειν τὴν
ἑτέραν θήσεις ἀντίθεσιν , τὴν ὅτι ἔδει προςελθεῖν τῷ πατρὶ μεταληπτικήν . Εἶτα λύσεις πάλιν τῇ συγγνώμῃ , ὅτι θεασάμενος

Back