ποδοῖν τὸν σπασμὸν ὄρθιον ἀντιτείνει κάτω καὶ εἰς τοὺς δακτύλους ἀποξύνεται . τὸ δὲ ἄλλο σχῆμα δείκνυσι τὸν πόνον : | ||
, καὶ ἐπὶ πλεῖστον ἐν τοῖς ὑποχονδρίοις ἐμμένει καὶ ῥᾳδίως ἀποξύνεται καὶ εἰς ἔμετον ὁρμᾷ : μόνοις δ ' ἐστὶν |
θανάτου , Τέχνης διαλεκτικῆς δύο , Περὶ κατηγορημάτων , Περὶ ἀμφιβολιῶν , Ἐπιστολάς . Χρύσιππος Ἀπολλωνίου Σολεύς , ἢ Ταρσεὺς | ||
μέρη , καὶ περὶ σολοικισμοῦ καὶ βαρβαρισμοῦ καὶ ποιημάτων καὶ ἀμφιβολιῶν καὶ περὶ ἐμμελοῦς φωνῆς καὶ περὶ μουσικῆς καὶ περὶ |
ποσὶν , ὀσφύϊ , κνήμῃ : βραχὺ βουβῶνες , γαστὴρ σκληρὴ , καὶ ἔντασις ἤτρου ἡ πᾶσα , καὶ ὀδυνώδης | ||
ἄγνοια , παραληρήσεις συχναὶ καὶ ὑποστροφαί : ἡ δὲ γλῶσσα σκληρὴ , καὶ εἰ μὴ διακλύσαιτο , λαλεῖν οὐχ οἷός |
στομίων ἐμφράξας συνεπλάκη , καὶ τὸν αὐχένα σφίγξας τοῖς βραχίοσιν ἀπέπνιξε . τὴν δὲ δορὰν αὐτοῦ περιθέμενος , καὶ διὰ | ||
ἀπέφηνε καὶ γυμνήν : ἐνταῦθά τε ἡ ὕαινα ἐνέφυ καὶ ἀπέπνιξε , καὶ ἐς τὸν φωλεὸν ἀπάγει . καὶ τοῖς |
αἱ πλησίον ἀσύμφωνοιμιᾶς τῶν συμφώνων κρουσθείσης ἀναπάλλονται καὶ τὰ κάρφη ἀποσείονται , ἠρεμουσῶν τῶν πλησίον καὶ ἀπαθῶν διὰ τὴν ἀσυμφωνίαν | ||
αἷμα παρ ' ἕκαστον τῶν μορίων καὶ ὡς ἀλλότριον αὐτὸ ἀποσείονται . ἔνθεν τῶν ἄλλων παρὰ προαίρεσιν ἐφλεβοτόμησε , καὶ |
ἐς Κύπρον ἵκηται . „ ἐκ μέσων γὰρ τῶν τῆς Καταονίας πεδίων ἐνεχθεὶς πλωτὸς καὶ διεκπαισάμενος διὰ τῶν τοῦ Ταύρου | ||
καὶ τὴν Συριακὴν ἐκτείνεται θάλατταν πρὸς τὴν ἑσπέραν ἀπὸ τῆς Καταονίας καὶ τὸν νότον : τῇ δὲ τοιαύτῃ διαστάσει περικλείει |
: σῶμα * λαιφάξῃ : λάψῃ , ῥοφήσῃ ῥοφήσῃ καὶ κληΐδας δὲ τὰς σάς , ἤτοι τὰς τοῦ πληττομένου , | ||
: σῶμα * λαιφάξῃ : λάψῃ , ῥοφήσῃ ῥοφήσῃ καὶ κληΐδας δὲ τὰς σάς , ἤτοι τὰς τοῦ πληττομένου , |
τι μέρος τοῦ σώματος στενότης ἄπονος , μέλαινα ὑπέρυθρος ἢ πελιδνή , ψιλὴ ἢ τετριχωμένη . πῶλυψ σὰρξ ῥινὶ ἐπιφυομένη | ||
ἀναδέδρομεν οἴδει , ἄλλοτε φοινίσσουσα , τότ ' εἴδεται ἄντα πελιδνή : ἄλλοτε δ ' ὑδατόεν κυέει βάρος , αἱ |
: ὡς παρὰ τὸ ἔχω ἕξω ἐχμὸς καὶ συνεχμός . Βραδύς , παρὰ τὸ βάρος βαρύς . ὑπέρθεσις τοῦ ρ | ||
ὁ μὲν ἐν ὀλίγῳ χρόνῳ κινουμένης τῆς ἀρτηρίας γινόμενος . Βραδύς ἐστι σφυγμὸς ὁ βραδεῖαν ἔχων τὴν διαστολήν τε καὶ |
ἑπτά , εἶθ ' ἑτέραις τοσαύταις πλησιφαὴς γίνεται καὶ πάλιν ὑποστρέφει διαυλοδρομοῦσα τὴν αὐτὴν ὁδόν , ἀπὸ μὲν τῆς πλησιφαοῦς | ||
ἡμέρῃ [ ἀφῇ , ] ὑποτροπιάζει : ὁτὲ δὲ καὶ ὑποστρέφει ἐν κρισίμῃ ἡμέρῃ , τουτέων καταλειπομένων τοιούτων . Τὰ |
ὑψικόμοισι ἠπύει , ὅς τε μάλιστα μέγα βρέμεται χαλεπαίνων , ὅσση ἄρα Τρώων καὶ Ἀχαιῶν ἔπλετο φωνὴ δεινὸν ἀϋσάντων , | ||
: οἱ στάθμη νεάτης ἀποτείνεται οὐρῆς εἰς πόδας ἀμφοτέρους , ὅσση ποδὸς εἰς πόδα τείνει , αὐτὰρ ἀπὸ ζώνης ὀλίγον |
πονέειν ὀσφύν . Τρίτῃ πόνος τραχήλου , κεφαλῆς , κατὰ κληῗδα , χεῖρα δεξιήν : διὰ ταχέων δὲ γλῶσσα ἠφώνει | ||
ὑπὸ τὰς φρένας ᾖ τὸ ἄλγημα , ἐς δὲ τὴν κληῗδα μὴ σημαίνῃ , μαλθάσσειν δεῖ τὴν κοιλίην , ἢ |
τοῦ μακροτέρου : ἀνομοίως γὰρ ὁ ἀγκὼν καὶ ἡ ἰγνύη κάμπτεται . Διὰ οὖν ταύτας τὰς προφάσιας , τοῦ μὲν | ||
ἀρρωστήματα ἔτεκεν ἀνίατα , ὑφ ' ὧν ἰλυσπωμένη ταπεινοῦται καὶ κάμπτεται : πιέζει γὰρ αὐτὴν ἕκαστον ἐπιφέρον ἄχθος ἀνήνυτον , |
. Ἔστι δὲ καὶ ἀμφίβιον γῆν τε πεζεῦον καὶ θάλασσαν τέμνον καὶ πλοῦν τὸν αὐτόστολον ναυτιλλόμενον : δεῆσαν γὰρ τὸ | ||
: πάλιν γὰρ χρόνου ἐστὶ τοῦ γενικωτάτου ἐμπεριεκτικόν , οὐ τέμνον τὸ ἐπιμεριζόμενον τοῦ χρόνου , διῆκον μέντοι δι ' |
οἱ πόλοι ἴσον ἀπέχουσιν ἀπὸ τῶν ἐπιπέδων , ὁμοίως εἰσὶ κεκλιμένοι : οἱ ἄρα ΜΝΞ , ΟΠΡ κύκλοι πρὸς τὸν | ||
καὶ τὰς δύσεις ποιοῦνται , ἔτι δὲ καὶ ὁμοίως ἔσονται κεκλιμένοι πρὸς τὸν ὁρίζοντα . Ἔστω ἐν σφαίρᾳ κύκλος ὁρίζων |
κίνησις μὲν οὐχ ὁμοία τοῦ παντὸς οὐρανοῦ , ἀλλὰ καὶ θάττων αὐτοῦ καὶ βραδυτέρα , θάττων μὲν περὶ τὸν ἰσημερινόν | ||
πλήξαντος δύναμιν . ” Ἀλλὰ μὴν καὶ κατὰ τὰς συγκρίσεις θάττων ἑτέρα ἑτέρας φορηθήσεται τῶν ἀτόμων ἰσοταχῶν οὐσῶν , τῷ |
καὶ Μακεδονίᾳ . ὀπίζεται δ ' ἡ ῥίζα ἐπί τι τεμνομένη ἄρτι βλαστανόντων καυλῶν : ἀνίησι δὲ λευκὸν ὀπόν , | ||
ὀξέϊ παλμῶι , ἧιχι φαεινομένων σελάων πολυαύχενος ὁρμὴ εἰς δέκα τεμνομένη θωρήσσεται : ἀλλ ' ἐνὶ μέσσωι ἀνδρομέη μόρφωσε φύσις |
ἔστι γὰρ καὶ ἕτερος μὴ τοιοῦτος , ἀλλὰ κρυώδης καὶ πνευματώδης φ δι ' ὀλίγου : ἀντὶ τοῦ ἐγγύθεν , | ||
ὕστερον τῆς κρίσιος , καὶ ὅτι πολλά . Τημένεω ἀδελφιδῆ πνευματώδης , ὑποχόνδρια καὶ ἐντεταμένα ἐφάνη διὰ χρόνου : εἰ |
τὸ περὶ τὸ πρόσωπον δέρμα κινεῖται , κἂν ἀκίνητος ἡ γένυς φυλάττηται . Ὁ μὲν δὴ περὶ τῇ βάσει μῦς | ||
, κυρτοῦντες τῷ θυμῷ τὰς κεφαλὰς , ἐκίνουν δὲ τὰς γένυς καὶ τὴν γλῶτταν οὗτοι οἱ ὄφεις ὡς λείξοντες . |
] μέζον , ἢν προϲφέρωνται καὶ καταπίνωϲι : ἄϲη , ἀπορίη , ὄψιεϲ ἀμαυραί , ὤτων ἦχοι , βάρεα κεφαλῆϲ | ||
, δυσφόρως : διψώδης : ἀσώδης : πουλὺς βληστρισμός : ἀπορίη : παρέκρουσεν : ἄκρεα πελιδνὰ , καὶ ψυχρά : |
δὲ φλεγμαίνοντος κατὰ μὲν τὰ πλάγια μέρη πόνος τῆς καταλλήλου λαγόνος γίνεται , σφοδρυνόμενος κατὰ τὴν εἰς τὰ ἐναντία ἐπιστροφήν | ||
ὦ γαῖα κεραμί , τίς σε Θηρικλῆς ποτε ἔτευξε κοίλης λαγόνος εὐρύνας βάθος ; ἦ που κατειδὼς τὴν γυναικείαν φύσιν |
μισητὸς , καιρὸς , θανατηφόρος . ἕρπει : ἀκολουθεῖ , σύρεται , διατρέχει , ἐπιγίνεται : ἕρπει ἐπὶ τῶν βραδέως | ||
μὲν ἔθνη τὴν Ἰταλίαν κατοικεῖ . Ἐκεῖθεν δὲ πρὸς ἀνατολὰς σύρεται ἢ τὴν θάλασσαν ἐπερεύγεται ὁ Ἀδρίας κόλπος , τοὺς |
τῆς ἀκτῆς ἐστιν ἑπτά που στάδια , πλάτος δὲ ᾗ πλατυτάτη σταδίων τριῶν οὐ πλέον . ἐνταῦθα ἡ προτέρα πόλις | ||
ἀπὸ Μέμφεως ἰόντι πλατυτέρα , κατὰ δὲ τὸ ἀνώτερον αὑτῆς πλατυτάτη . Τὸ μέρος τὸ ἄνωθεν Μέμφιδος Αἰγύπτου ἐστὶ τὸ |
! ! ! ! τὰ ἐκ τοῦ κενεῶνος εἰς τὰς ὠμοπλάτας πολυ ! ! ! ! ! ! ! ! | ||
καὶ ἐρύθημα . ψύξις περὶ τὰ γόνατα καὶ ὀσφὺν καὶ ὠμοπλάτας . ἔστι δ ' ὅτε καὶ καθ ' ὅλον |
καναχηδὸν ἐπ ' ἀλλήλῃσι φέρεσθαι . ἐκ δὲ τοῦ οἰγόμενος παραπέπταται ἐγγύθι Πόντος πολλὸς ἐὼν καὶ πολλὸν ἐπ ' ἀντολίης | ||
βεβλημένος ἄλλος Ὀϊστὸς αὐτὸς ἄτερ τόξου : ὁ δέ οἱ παραπέπταται Ὄρνις ἀσσότερος βορέω . Σχεδόθεν δέ οἱ ἄλλος ἄηται |
καὶ μυκτῆρα τραχύν , ἐπισκύνιον μετέωρον , ὀφθαλμοὺς σκυθρωπούς : ὕπωχρος δ ' ἐστὶ καὶ τὸ γένειον προπαλέστερος . ὁ | ||
καὶ τὰ ἔσω τῆς χειρός . ἧλος συστροφὴ τυλώδης περιφερὴς ὕπωχρος , ἡλοειδής ὅτι ἄνωθεν μὲν εὐρύνεται , περὶ δὲ |
ἠπάτησε τοιούτῳ : “ κόραξ , καλαί σοι πτέρυγες , ὀξέη γλήνη , θεητὸς αὐχήν : στέρνον αἰετοῦ φαίνεις , | ||
, καὶ ἔγκειται βαρὺ ἐν τῷ πλευρῷ , καὶ ὀδύνη ὀξέη ἐς τὸ αὐτὸ ἀεὶ χωρίον λαμβάνει , καὶ δίψα |
Περὶ δὲ τὰς πεντεκαίδεκα , ἀλγήματα γαστρὸς κατὰ σπλῆνα καὶ κενεῶνα ἀριστερόν : θερμῶν προσθέσιες ἧσσον ἢ ψυχρῶν ξυνέφερον : | ||
Περὶ δὲ τὰς πεντεκαίδεκα γαστρὸς ἄλγημα κατὰ σπλῆνα καὶ κατὰ κενεῶνα ἀριστερόν : θερμῶν προσθέσιες ἧσσον ἢ ψυχρῶν προσωφέλεον : |
ΑΒ τῇ ΓΔ . Ἐὰν ἄρα εἰς δύο εὐθείας εὐθεῖα ἐμπίπτουσα τὴν ἐκτὸς γωνίαν τῇ ἐντὸς καὶ ἀπεναντίον καὶ ἐπὶ | ||
ἄλλα πάντα ἐφαίνετο , καὶ πολὺ κρείττων ἂν ἦς , ἐμπίπτουσα ὅλη ταῖς τῶν ὁρώντων θήραις . ἀλλὰ τῶν μὲν |
οὔρους . Ὡς δὲ ἐκ τῆς Φρυγίης ἐσέβαλε ἐς τὴν Λυδίην , σχιζομένης τῆς ὁδοῦ καὶ τῆς μὲν ἐς ἀριστερὴν | ||
. Ἐπὶ Ἄτυος τοῦ Μάνεω βασιλέος σιτοδείην ἰσχυρὴν ἀνὰ τὴν Λυδίην πᾶσαν γενέσθαι : καὶ τοὺς Λυδοὺς τέως μὲν διάγειν |
Μεγασθένης μῆκος μὲν ἐπέχειν τὴν πόλιν καθ ' ἑκατέρην τὴν πλευρήν , ἵναπερ μακροτάτη αὐτὴ ἑωυτῆς ᾤκισται , ἐς ὀγδοήκοντα | ||
, ἢ τὰ πτερά . ἐμπεφύασι : ἀνεβλάστησαν . παρὰ πλευρήν : τῶν πλευρῶν . ἑκάτερθεν : ἀμφοτέρωθεν , ἐν |
ῥ ' ἠῢς θεράπων Σαρπηδόνος ἦεν ἄνακτος , τὸν βάλε νείαιραν κατὰ γαστέρα , λῦσε δὲ γυῖα . Σαρπηδὼν δ | ||
, καὶ ὀδύναι αὐτέῃ ἐμπίπτωσιν ἐς τὰς ἰξύας καὶ τὴν νείαιραν γαστέρα : ἡ δὲ νοῦσος αὕτη γίνεται μάλιστα , |
ἀπελαύσαμεν , ἀλλὰ καὶ τῶν ἐκείνων γυναικῶν , αἳ τοὺς ἱστοὺς ὑπερβᾶσαι κρείττους ἐγένοντο τῆς φύσεως εἰς τὴν πόλιν , | ||
, καθίστη , ἐν δὲ ταῖς ναυσὶν αἰρόμενος αὖ τοὺς ἱστοὺς ἀπὸ τούτων ἐσκοπεῖτο . πολὺ οὖν ἐπὶ πλέον οὗτοι |
ἰξύας , ἀδυναμίη ψυχρὴ , καὶ ἡ χροιὴ τρέπεται ὡς ἰκτερώδης . Ἢν δὲ ὁ χρόνος μηκύνῃ καὶ ἡ νοῦσος | ||
ἀθεώρητος ᾖ : τοῖς δὲ πίνουσιν ἀκολουθεῖ σκότωσις χολώδης , ἰκτερώδης . τοῦτο γάρ φησι ἀγρώστορος ] τοῦ ἀγρώστου , |
, ποιοῦμεν τὰ αἰσχρά : σὺ τὴν ἐναντίαν διαστροφὴν ἔσῃ διεστραμμένος δογματίζων τὰ αἰσχρά , ποιῶν τὰ καλά . Τὸν | ||
ἑψομένου τοῦ ὕδατος , θερμαινομένου δίεισι διὰ τοῦ στόματος ἀὴρ διεστραμμένος , καὶ τὰ ἄρθρα διαλύεται πρὸ τῶν πυρετῶν καὶ |
καὶ χίλιοι , εὖρος δὲ ἐς εἴκοσί τε καὶ τετρακοσίους προήκει . πρῶτοι δὲ διαβῆναι λέγονται ναυσὶν ἐς τὴν νῆσον | ||
ὀδμὴν ξὺν τῷ ἠέρι διὰ τῶν βρογχίων ξηρῶν ἐόντων : προήκει γὰρ ὁ ἐγκέφαλος τῆς ῥινὸς ἐς τὰ κοῖλα : |
τὸ ἀμύσσω . Ὅμηρος [ Ε ] : κατεμύξατο χεῖρα ἀραιήν : ὑβρίζεις ἀφανίζεις : τὸ κρήδεμνόν φησιν : ὦ | ||
τε καὶ φλεγμαίνει , καὶ ὀδύνην παρέχει λεπτὴν καὶ βῆχα ἀραιήν τε καὶ ξηρὴν τὸ πρῶτον , ἔπειτα ἐπὶ μᾶλλον |
προσπέσωσι [ πρὸς ] τὰ ὑποχόνδρια , πνίγουσι , καὶ ἐμέει φλέγμα ὀξὺ , καὶ τοὺς ὀδόντας αἱμωδέειν ποιέει , | ||
ὀφρύες ἐπικρέμασθαι δοκέουσι , καὶ τὴν κεφαλὴν ἀλγέει , καὶ ἐμέει σίαλον θερμὸν καὶ χολὴν πολλήν : ἐνίοτε καὶ κάτω |
πλησίον , ἀπολεπτύνεται δὲ εἰς τὴν οὐράν , καί ἐστιν μύουρος . Ἔστι δὲ αὐτοῦ τὸ μὲν χρῶμα οὐκ ἀεὶ | ||
ἀνασπάσθω , καὶ ἐπεζεύχθω κανόνιον , καὶ κρεμάσθω κάμαξ μακρὸς μύουρος ἐκκεκολαμμένος κοιλάσματι ἡμικυκλίῳ , χολέδρᾳ τὸ σχῆμα ὅμοιος , |
τοῖς ἀριθμοῖς , ἔσται ἐναλγὴς τὰς ὠμοπλάτας καὶ περὶ τὰς ψόας , ὅλον τε τὸ σῶμα διάπυρον καὶ περὶ τὴν | ||
ὠφελοῦνται . δεῖ δὲ μὴ μόνον τὸ ἦτρον καὶ τὰς ψόας ἀλείφειν , ἀλλὰ καὶ κροκύδα πληροῦντας διὰ τοῦ δακτυλίου |
δεσμός . σχῆμα δὲ τοῦ ὑποθήματος κατὰ πύργον μάλιστα ἐς μύουρον ἀνιόντα ἀπὸ εὐρυτέρου τοῦ κάτω : ἑκάστη δὲ πλευρὰ | ||
, καλυπτούσης τὰ ἄκρα τῶν ἠπείρων ἑκατέρωθεν καὶ συναγούσης εἰς μύουρον σχῆμα , καὶ τρίτου τοῦ μήκους καὶ πλάτους τοῦ |
καὶ τῆς Κελτικῆς . ἔστι δ ' ἔνθεν μὲν εἰς Νάρβωνα μίλια ἑξήκοντα τρία , ἐκεῖθεν δὲ εἰς Νέμαυσον ὀγδοήκοντα | ||
ἐκ δὲ θατέρου τῇ τε Ἰβηρικῇ καὶ τῇ Κελτικῇ κατὰ Νάρβωνα καὶ Μασσαλίαν , καὶ μετὰ ταῦτα τῇ Λιγυστικῇ , |
ἡ χώρη ἐκείνη ἑλώδης ἐστὶ καὶ θερμὴ καὶ ὑδατεινὴ καὶ δασεῖα : ὄμβροι τε αὐτόθι γίγνονται πᾶσαν ὥρην πολλοί τε | ||
τῇ νήσῳ Λευκή , περίπλους δὲ αὐτῇ σταδίων εἴκοσι , δασεῖα δὲ ὕλῃ πᾶσα καὶ πλήρης ζῴων ἀγρίων καὶ ἡμέρων |
δ ' Εὐτέρπη , ἣ τὴν κατ ' αὐλοῦ εὗρεν εὐέπειαν , συνοικήσασα Στρυμόνι τεκνοῖ Ῥῆσον ὃς ὑπὸ Ὁδυσσέως καὶ | ||
καὶ περιεβάλετο χρήματα πολλά : ἐσήμαινε γὰρ τὸ μέλι τὴν εὐέπειαν τῆς σοφίας , ὡς εἰκός , τὸν πορισμὸν δὲ |
, μικρότερα δὲ καὶ λιπαρώτερα καὶ ἐρυθρά : θάμνος δὲ σπιθαμιαῖος , εὔστομος , δριμύς , εὐώδης . Κότινος , | ||
ῥίζαν δὲ πολυσχιδῆ καὶ βαθεῖαν . Ὀρεοσέλινον : καυλός ἐστι σπιθαμιαῖος εἷς ἐκ ῥίζης λεπτῆς , περὶ δ ' αὐτὸν |
ἐς ἑσπέρην δὲ σιτίοισιν ὡς ἐλαχίστοισι χρήσθω καὶ μαλθακωτάτοισιν . Ἑτέρη πλευρῖτις : πυρετὸς ἔχει καὶ βὴξ καὶ ῥῖγος καὶ | ||
πόμασι τοῖσιν αὐτοῖσι χρῆσθαι οἷσί περ ἐπὶ τοῖσι πρόσθεν . Ἑτέρη νοῦσος : ἢν ὕδωρ ἐπὶ τῷ ἐγκεφάλῳ γένηται , |
καὶ παραχρῆμα βοηθεῖ . ποιεῖ δὲ καὶ ἰϲχιαδικοῖϲ . Ἡ περιπνευμονία φλεγμονὴ τοῦ πνεύμονόϲ ἐϲτι τὰ πολλὰ μὲν ἐπὶ κατάρροιϲ | ||
οὐ ποιεῖ φλεγμονήν . διὰ δὲ τὸ φλέγμα γίνεται ἡ περιπνευμονία , ἐπειδὴ παχύς ἐστιν οὗτος ὁ χυμός , καὶ |
καταπονηθῇ ὑπὸ τῆς πληγῆς , ὡς ὑπὸ τῆς μηρίνθου κρατούμενος ἀνανήχεται τοῦ βυθοῦ σὺν αὐτῇ , ὀδυρομένη δὲ τὸν ἄτρωτον | ||
ποταμῶν ἀπολείπεται ἔξω , ἐκ δ ' ἁλὸς ἐς προχοὰς ἀνανήχεται : ἐγχέλυες δὲ ἐκ ποταμῶν πλαταμῶσιν ἐνιχρίμπτουσι θαλάσσης . |
μέλιτοϲ ἴϲα : ποιεῖ καὶ ἐπὶ πάϲηϲ ἑλκώϲεωϲ πελμάτων καὶ πτερνῶν καὶ θέναροϲ καὶ τοῦ ἐντὸϲ τῶν δακτύλων , καὶ | ||
θερμὰ καταχέας λειοτρίβει , ἕως ψυγῇ . θαυμαστῶς ποιεῖ πρὸς πτερνῶν ῥαγάδας , ἐπὶ δ ' ἑλκῶν φυλάσσου : δυσῶδες |
ἡ ὄρεξιϲ ἐϲ τέρμα ἥκει . Περὶ κοιλιακῆϲ διαθέϲιοϲ . Κοιλίη , ϲπλάγχνον πεπτήριον , κάμνει τὴν πέψιν , ὁκότε | ||
, ἢν μέλλῃ ὑγιὴς ἔσεσθαι . Καύσου γένος ἄλλο . Κοιλίη ὑπάγουσα , δίψης μεστὴ , γλῶσσα τρηχείη , ξηρὴ |
κατανοήσεις . οὐ γὰρ ἐν σοὶ μὲν νοῦς ἐστιν ἡγεμὼν ἐπιτεταγμένος , ᾧ καὶ τοῦ σώματος ἅπασα κοινωνία πειθαρχεῖ καὶ | ||
' οὐδεὶς ἑώρακε τοῦτο ποιοῦντα . ἀλλὰ νύκτωρ ; πότερον ἐπιτεταγμένος ἤδη ἐκείνοις ἢ πρὸ τῶν λόγων ; ἀλλὰ πρὸς |
ἓξ ὡρῶν ποιεῖται τὴν νύκτα , οὐ δύεται δέ . Λοξόν , ὥστε μὴ καταδύεσθαι , ὅτι περὶ τοῦτο κυκλοτερὴς | ||
ἓξ ὡρῶν ποιεῖται τὴν νύκτα , οὐ δύεται δέ . Λοξόν , ὥστε μὴ καταδύεσθαι , ὅτι περὶ τοῦτο κυκλοτερὴς |
, οὐκ ἰσότονος τῇ συγκρίσει τοῦ χρώματος , ἔχων δὲ διαφύσεις λευκὰς ὡς καδμεία . καίεται δ ' οὕτως : | ||
ἔστι τις καὶ πλακωτὴ λεγομένη , ὡσπερεὶ ζώνας ἔχουσα τὰς διαφύσεις , ὅθεν καὶ ζωνῖτιν αὐτὴν ἐκάλεσαν . καλεῖταί τις |
, πλῆσεν δὲ τιταινόμενον στόμα δειλῆς ἐγχέλυος : πνοιῇ δὲ περιστένεται μογέουσα ἀνδρομέῃ , δέδεται δὲ καὶ ἱεμένη περ ἀλύξαι | ||
αἵματος : ἐν δέ τε θυμὸς στήθεσιν ἄτρομός ἐστι , περιστένεται δέ τε γαστήρ : τοῖοι Μυρμιδόνων ἡγήτορες ἠδὲ μέδοντες |
ὄσχη , καὶ ὀδύνη λάζεται τὴν νειαίρην γαστέρα καὶ τὰς ἰξύας καὶ τοὺς βουβῶνας : καὶ ὁκόταν ἐπιγένηται χρόνος , | ||
ὄσχη , καὶ ὀδύνη λαμβάνει τὴν νειαίρην γαστέρα καὶ τὰς ἰξύας , καὶ ὁκόταν ὁ χρόνος ἐγγένηται , οὐ θέλουσιν |
αὖ κητοφάγοιο , μητρόθεν Ἰδογενής , πατρὶς δέ μοί ἐστιν ἐρυθρή Μάρπησσος , μητρὸς ἱερή , ποταμός τ ' Ἀιδωνεύς | ||
, ἡ δὲ μία ψαφαρή τε καὶ ἐκ πυρὸς οἷον ἐρυθρή . ἣ μὲν ἔην μέσση , ἐκέκαυτο δὲ πᾶσα |
στόνυχι χρίμψε σφυρόν , ἐκ δέ οἱ ἰχώρ τηκομένῳ ἴκελος μολίβῳ ῥέεν . οὐδ ' ἔτι δηρόν εἱστήκει προβλῆτος ἐπεμβεβαὼς | ||
μηδ ' ἡντιναοῦν ἐκ πληγῆς μηδ ' ἡστινοσοῦν , ἐν μολίβῳ καὶ σιδήρῳ καὶ γύψῳ τῶν ἐσχάτων λίθων πρὸς ἀλλήλους |
τοῖσι πλείστοισιν ἀποκοπτομένοισιν ἀσινέα γίνεται , ὅσα ἂν μὴ αὐτίκα λειποθυμίη ἀνατρέψῃ , ἢ τεταρταίοισιν ἐοῦσι πυρετὸς ξυνεχὴς ἐπιγένηται . | ||
τοῖσιν αὐχμοῖσιν ὀφθαλμίαι ἐπεδήμησαν ὀδυνώδεες . Αἵματος φλεβῶν στάσιες , λειποθυμίη , σχῆμα , ἄλλη ἀπό - ληψις , μοτώματος |
: ἱμασσομένης δ ' ἔτι ῥιπῆς , πυκνὰ βιαζομένοιο τινασσομένου κενεῶνος , ῥηγνυμένων νεφέων καναχὴ βαρύφωνος ὁδεύει : βροντὴ δὲ | ||
νεφρῶν ποιητέον ἐπί τε βουβῶνα προχωρητέον ἐν λοξῇ τῇ τοῦ κενεῶνος θέσει , καθ ' ὃν ὑφηγοῦνται τόπον αἱ ἀλγηδόνες |
πεπαλαγμένον ἄζῃ , ἀντὶ τοῦ κεχρωσμένον ὑπὸ μελανίας . * περιστιγές : καὶ ἔχον γραμμάς αἰθαλέη δὲ ἤγουν τεφρώδης . | ||
δὲ τοῦ πεπιλημένου δηλωθήσεται τὸ στερεόδερμον τοῦ θηρίου . * περιστιγές : κατάστικτον * ἔρφος : δέρμα στέρφος δερῶν * |
τῶν ἰγνύων ἐκ τοῦ ἔσωθεν μέρεος , ἔπειτα διὰ τῶν κνημέων παρὰ τὰ σφυρὰ τὰ ἔσωθεν καὶ ἐς τοὺς πόδας | ||
: ἐπιτάμνων γὰρ κατὰ μῆκος τὰς σάρκας προέβαινε ἐκ τῶν κνημέων ἐς τοὺς μηρούς , ἐκ δὲ τῶν μηρῶν ἔς |
μὴ μὴν πολλῷ . Κατάτασις δὲ ὡς ἐπὶ τὸ πουλὺ μετρίη ἀρκέει , τῇ μὲν κατατείνειν τὴν κνήμην , τῇ | ||
, ἐγκεφάλου διαϲφύξιεϲ , ὀφθαλμῶν πρήϲιεϲ , ἤχων ἀκοή . μετρίη ὀξυφωνίη κεφαλῇ ὀνηϊϲτόν . ἔπειτα δὲ καιρὸϲ αἰώρηϲ ἐϲ |
. . . . πγ ∠ ʹ ια ∠ ʹδ Μικρὸς Αἰγιαλός . . . . . . . . | ||
βάθος καὶ πλάτος τῆς ἀρτηρίας ἐπὶ πολὺ διϊσταμένης γινόμενος . Μικρὸς σφυγμός ἐστιν ὁ τοὐναντίον ἐπ ' ἐλάχιστον κατὰ μῆκος |
γίνεται δὲ καὶ τριῶν σπιθαμῶν . τὸ δὲ χρῶμά ἐστιν ὑπέρυθρος , καὶ τῶν ὀδόντων τὸν μὲν κάτω ἐλάττονα ἔχει | ||
ὀρεινοῖς καὶ τραχέσι χωρίοις . Ἄλυπον φρυγανώδης ἐστὶ πόα , ὑπέρυθρος , λεπτόφυλλος καὶ λεπτόκαρπος : ἄνθος μαλακὸν καὶ κοῦφον |
τοῦτο τῶν ἄκρως ἐστὶ δεδημευμένων . τῇ γάρ τοι νεῖ νήματ ' : ὡς ἐργαστικωτέρας οὔσης τῆς δωδεκάτης τῷ νήματι | ||
τῷ νήματι τῆς ἀράχνης χρῆται . τῇ γάρ τοι νεῖ νήματ ' : ἐν ᾗ νήθει τὰ νήματα αὑτοῦ ὁ |
: γεννᾶται δὲ καὶ ἐν τῇ Ἰστρίᾳ . ἔστι δὲ θαμνίσκος μικρός , σὺν ταῖς ῥίζαις εἰς δεσμὰς ἀναλαμβανόμενος χειροπλήθεις | ||
, στρογγύλον ὥσπερ ὀρχίδια κατὰ δύο προσκείμενα : ὅλος ὁ θαμνίσκος σπιθαμιαῖος καὶ μείζων . Λειχὴν ὁ ἐπὶ τῶν πετρῶν |
εὐφρασίαν δηλοῖ . Βρόχθος πάλλων ἔπαινον καὶ δόξαν σημαίνει . Τράχηλος πάλλων χαρὰν ἐπί τινι δηλοῖ . Κατάκλεις δεξιὰ μάχας | ||
τεσσαράκοντα ἡμέρῃσι κρίνηται , μεγάλην ἔχει ῥοπὴν ἐς σωτηρίην . Τράχηλος σκληρὸς καὶ ἐπώδυνος , καὶ γενύων σύνδεσις , καὶ |
Διονύσου γενόμενος . χορεύων δὲ τῷ θεῷ πρὸς τὴν γῆν καταφέρεται : καὶ Γῆ τιμῶσα Διόνυσον ἄνθος ἀνῆκεν ὁμώνυμον βλάστημα | ||
νενόμικεν , ἡ δὲ Ἰὰς τὸ στερεὸν ὑποστελλομένη τοῦ α καταφέρεται πρὸς τὸ η . τὸ δὲ ε θῆλυ μέν |
δύο ὀρθαῖς ἴσαι εἰσίν , εἰσὶ δὲ καὶ αἱ ὑπὸ ΑΗΘ , ΒΗΘ δυσὶν ὀρθαῖς ἴσαι , αἱ ἄρα ὑπὸ | ||
κοινὴ ἀφῃρήσθω ἡ ὑπὸ ΒΗΘ : λοιπὴ ἄρα ἡ ὑπὸ ΑΗΘ λοιπῇ τῇ ὑπὸ ΗΘΔ ἐστιν ἴση : καί εἰσιν |
φειδὼ ἡλικίας , οὐδὲ μέχρι νηπίων . τὰ δὲ πτώματα συρόμενα μεθ ' ὕβρεως πάσης ἁμάξαις ἐπιτεθέντα καὶ ἔξω τῆς | ||
τὰς ἐκείνων ἐσπίπτει γαστέρας ὑπὸ τῆς παρ ' αὐτῶν ἐκπνοῆς συρόμενα αὐτοῖς πτεροῖς . καὶ ταῦτα μὲν ἰδίᾳ ἐκείνοις δρᾶται |
ἐπιμιγνύντες ἀλλήλοις ἀντὶ τοῦ ἐπιμιγνύμενοι , καὶ πάλιν τοὺς τὴν μεσόγειαν μᾶλλον κατῳκημένους ἀντὶ τοῦ κατῳκηκότας . Πολύπτωτόν ἐστιν , | ||
πόρρω μένειν θαλάσσης οὕτω φησὶν . . χερσαῖος ὁ τὴν μεσόγειαν τῆς Πελοποννήσου Ἀρκαδίαν οἰκῶν , ὡς καὶ Ὅμηρος ἐμφαίνων |
διὰ τὸ ψῦχός εἰσιν , ἀφορίζονται δ ' ὑπὸ τῶν ἀρκτικῶν πρὸς τοὺς πόλους . Αἱ δὲ τούτων ἑξῆς , | ||
δ ' αὐτὸν τρόπον καὶ περὶ τῶν τροπικῶν καὶ τῶν ἀρκτικῶν , παρ ' οἷς εἰσιν ἀρκτικοί , διορίζουσιν ὁμωνύμως |
τοῦ ἀδάμαντος καθημένη , Διὸς θυγάτηρ Ἀλήθεια : ἡ δὲ ἐπικλίνουσα τὴν κεφαλὴν αὕτη καὶ ἐπαναπαυομένη καλεῖται μὲν Εὔνοια , | ||
τῷ τῆς ἑτέρας ἀγκῶνι , τῇ δεξιᾷ δὲ τὴν παρειὰν ἐπικλίνουσα . τίς ἄρα τῶν γεγραμμένων ὁ νοῦς ; ἢ |
κατὰ τὰ Ε , Γ σημεῖα , καί ἐστιν ἡ ΕΗΓ γραμμὴ ἐπὶ τῆς τοῦ κυλίνδρου ἐπιφανείας , ἡ ΕΘΓ | ||
, ΖΔ γραμμάς . λέγω , ὅτι καὶ ἑκατέρα τῶν ΕΗΓ , ΔΖ γραμμῶν εὐθεῖά ἐστιν . εἰ γὰρ δυνατόν |
οἷστισιν ἔθνεσι πρὸς τὰς αὐγὰς παρὰ τῷ Ἰνδῷ ποταμῷ οἱ νότιοι Σκύθαιοἱ καὶ Ἰνδοσκύθαι καλούμενοικατοικοῦσιν , ὅστις Ἰνδικὸς κατέναντι τῆς | ||
. Καίσαρι βορέαι παύονται πνέοντες . ιεʹ . Εὐδόξῳ ἄνεμοι νότιοι . ιϚʹ . Καλλίππῳ καὶ Κόνωνι ἐπισημαίνει . ιζʹ |
Ἕτεροι δὲ δοκιμάζουσιν ὡρίμους εἶναι τὰς σταφυλὰς οὕτως : ὅθεν πυκνότατός ἐστιν ὁ βότρυς , ἐκεῖθεν ἐξελόντες μίαν ῥάγα , | ||
Ἕτεροι δὲ δοκιμάζουσιν ὡρίμους εἶναι τὰς σταφυλὰς οὕτως : ὅθεν πυκνότατός ἐστιν ὁ βότρυς , ἐκεῖθεν ἐξελόντες μίαν ῥάγα , |
, ἀφ ' ὧν καὶ ὁ ἰξός . ἀγκύλη σκληρότης τυλώδης ἐν ἄρθροις , μάλιστα ἐν δακτύλοις χειρῶν κατὰ τὸ | ||
κεχωρισμένος τῶν κατὰ φύσιν ὡς ἀλλόκοτος οὐσία , ὁ δὲ τυλώδης προσφυὴς συνημμένος . δεῖ δὲ τὰ ἐπικείμενα τῷ ὄγκῳ |
τὰς σμδ λα καὶ ὁμοίως τὰς ρκζ ια καὶ τὰς σλβ μθ . ἐπὶ δὲ τοῦ τοῦ Ἄρεως , ἐπειδὴ | ||
Ν σημεῖον ἀπέχουσα τοῦ Λ ἀπογείου τὰς τῆς ἀνωμαλίας μοίρας σλβ νϚ : οὐδὲν γὰρ αἰσθητὸν γίνεται διάφορον τοῦ ὁμαλοῦ |
: καὶ ὁ τόνος τοῦ σώματος , ἔκτηξις ἐσχάτη καὶ ἀδυναμίη , οὐδ ' ἀνίστασθαι ἄλλου ἐπαίροντος ἔτι δυνατὸς ἦν | ||
τὴν νειαίρην γαστέρα καὶ κενεῶνας καὶ ἰσχία καὶ ἰξύας , ἀδυναμίη ψυχρὴ , καὶ ἡ χροιὴ τρέπεται ὡς ἰκτερώδης . |
καὶ ἀπαρέγκλιτοι οἱ κάμνοντες διατελοῦσιν , ἀνδριάντων δίκην , καὶ τέτανος ἰδίως τουτὶ τὸ εἶδος λέγεται τοῦ πάθους , ἐμπροσθότονός | ||
ὄπισθεν τένοντας ἐν τῷ τραχήλῳ ξυντείνεται , καὶ δοκέει οἱ τέτανος ἐντετάσθαι , καὶ ἡ φωνὴ ἀπέῤῥωγε , καὶ τὸ |
καὶ ἄμοχθον ἐδωδήν . ὄστρεα μὲν κληῗδας ἀναπτύξαντα θυρέτρων ἰλὺν λιχμάζουσι καὶ ὕδατος ἰσχανόωντα πέπταται , ἀγκοίνῃσιν ἐφήμενα πετραίῃσι : | ||
θαλάσσης , γηθόσυνοι , κεραὸν δὲ περισαίνουσιν ὅμιλον ἀμφί τε λιχμάζουσι καὶ ἀθρόοι ἀμφιχέονται , πυκνὰ κατασκαίροντες : ἔχει δ |
. ἡμάρτηται δέ , φησί , τὸ ἔα εἰς α περατούμενον καὶ Ἀσιανῆς ἔχεται φωνῆς καὶ οἱ ἑλληνίζοντες δὲ ἐν | ||
οὐ γὰρ δή γε τῷ φίλος παράκειται ἐπίρρημα εἰς ω περατούμενον , εἰς δὲ ως , καὶ . . . |
νεανίαι ἦσαν Καλλίμαχος καὶ Ἐρατοσθένης . οὗτοι μὲν τὰς σκηνικὰς διωρθώσαντο βίβλους , ὡς τὰς τῶν ποιητῶν ἐπεσκέψαντο Ἀρίσταρχοί τε | ||
παρασκευῆς τὸ μὲν διὰ τοῦ πτώματος ἐλάττωμα συντόμως οἱ Μεγαλοπολῖται διωρθώσαντο , πρὸς δὲ τοὺς ἐπὶ τῶν ξυλίνων πύργων ἀγωνιζομένους |
θαλάσσιοι μὲν εὔστομοι , εὐκάρδιοι , πρὸς ἀναδόσεις ῥᾷστοι , πλαδαρᾶς καὶ μαλθακῆς σαρκὸς ποιητικοί , αἵματος γόνιμοι , λαπακτικοὶ | ||
τὴν ὅσον οὔτω ἐσομένην ὑγίειαν ὑποσημαίνει : ῥυπαρᾶς δὲ ἢ πλαδαρᾶς τελούσης , οὐ δεῖ πιστεύειν , ἀλλὰ ταύτην μὲν |
, γῆ καὶ οὐρανός , ἡ μὲν ἀμβλίσκουσα καὶ τελειογονεῖν ἀδυνατοῦσα τοὺς καρπούς , ὁ δὲ μεταβεβηκὼς εἰς ἀγονίαν , | ||
. Ἐλάρη μήτηρ Τιτυοῦ , ὃν κύουσα ἐκ Διὸς καὶ ἀδυνατοῦσα γεννῆσαι διὰ τὸ μέγεθος τοῦ παιδὸς ἀπώλετο . . |
. Ὕσσωπον ἡ πόα ξηρὰ κόπτεται καὶ σείεται ὡς γενέσθαι λεπτοτάτη , καὶ ἑψεῖται ὁμοῦ λινοσπέρμου ἀλεύρῳ , καὶ γίνεται | ||
ἡ ἄμπελος ' . . . . αὔρα : ἡ λεπτοτάτη πνοὴ τοῦ ἀνέμου : παρὰ τὸ ἀήρ ἄρα καὶ |
τὴν γαστέρα τοῦ πληρώματος , ἐπὶ τὴν ἀριστερὰν πλευράν , λαπαρᾶς δὲ γενομένης μεταβάλλειν καὶ ἐπὶ τὴν δεξιάν : κατακεκλίσθαι | ||
τὴν γαστέρα τοῦ πληρώματος , ἐπὶ τὴν ἀριστερὰν πλευράν , λαπαρᾶς δὲ γενομένης μεταβάλλειν καὶ ἐπὶ τὴν δεξιάν : κατακεκλίσθαι |
. ὁ δὲ τόπος ὁ Φελεὺς ἦν ⌈ πετρώδης [ λιθώδης ] καὶ τραχύς ⌈ πάνυ : ⌈ καλοῦσι δὲ | ||
μήτραν , ὁπότε παρακολουθεῖ πρόδηλος ὄγκος περὶ τὸ ἐπιγάστριον ἀπηνὴς λιθώδης μετὰ κατασπασμοῦ τῶν ὑπερκειμένων ὑποχονδρίων καὶ ἰσχνώσεως ἀχροίας τε |
δεκανία καὶ ἐνωμοτία καὶ ἐνωμοτάρχης . Τί ἐστι διμοιρία καὶ διμοιρίτης καὶ τί ἡμιλόχιον καὶ ἡμιλοχίτης . Τί ἐστι πρωτοστάτης | ||
[ ἀγαθοὶ γὰρ ὄντες οὐδὲν ] ἀγαθὸν πράττομεν [ ὁ διμοιρίτης ] φέρων αὐτός ποτε [ ] ον , πήραν |
βρέγμα καὶ χιασθεῖσαι διακρατείσθωσαν , ἄλλη δὲ μεσότης ὑπὸ τὸ σφαίριον τῆς ῥινός . αἱ δ ' ἀρχαὶ καὶ ὑπὸ | ||
, οὗπερ ἡλίου περιδινηθέντος εἰς τὸ ὑπὸ γῆν ἡμι - σφαίριον γίνεται νύξ , ἀπὸ δὲ τοῦ ὑπὸ θάλασσαν καὶ |
ἐκτὸς ἢ παραλλάξει ὡς τὸ ΓΗΔ , καὶ κύκλος κύκλον τέμνει κατὰ πλείονα σημεῖα ἢ δύο : ὅπερ ἐστὶν ἀδύνατον | ||
ὡς ἀληθῶς τὰ πράγματα , ποτὲ δὲ ἀμφότερα , καὶ τέμνει καὶ δοκεῖ τέμνειν . κείσεται δὲ αὐτοῦ καὶ παραδείγματα |
ἀξύμφορον . ἡ δ ' ἐφ ' ἕνα ἐπὶ μετώπου ἀβαθὴς τάξις ἐς λεηλασίας ἀνυπόπτους ἐπιτήδειος , ἢ εἴ που | ||
αὖ μηκῦναι τὸ μέτωπον ἐς ὀκτώ , ἔσται οὐ πάντη ἀβαθὴς ἡ φάλαγξ . τὴν δὲ εἰς ὀκτὼ εἰ ἐκτεῖναι |
Ἑκάτης κέντρον πεφορῆσθαι . Δεξιτερῆς μὲν γὰρ λαγόνος περὶ χήραμα χόνδρων πολλὴ ἅδην βλύζει ψυχῆς λιβὰς ἀρχιγενέθλου ἄρδην ἐμψυχοῦσα φάος | ||
ἢ λάρυγξ . συνέστηκε δὲ ὁ πᾶς πόρος , ἐκ χόνδρων οἷον κρικοειδῶν , ἢ κυκλοτερῶν , ἵνα ἀσύμπτωτος μένῃ |
καὶ ἕνεκα τούτου τὰ τῆς συντάξεως ἀνεμερίσθη , καθὸ ἡ ἀπολελυμένη σύνταξις αἰτοῦσα ὑποτακτικὴν ἀντωνυμίαν μετατίθησιν καὶ τὴν τάσιν , | ||
ἀλλ ' ἐϲ λευκόν , παχύ , γονοειδέϲ . κοιλίη ἀπολελυμένη : γαργαλιϲμοὶ αὐτόματοι πλευρέων καὶ μαϲχαλῶν : ϲπαϲμώδεεϲ , |
ἴλιγγοι , σκοτώματα , μανία , μελαγχολία , λήθαργος , κόρυζα , βράγχος , κατάῤῥους , αἵματος ἀναγωγὴ , ἐμπύημα | ||
κυψελίδος εἶναι ἔμπλεα , ἑλκῶν , ὑγρότητος . κατάρρους , κόρυζα κορυζᾶν , πταρμός πτάρνυσθαι . στομαλγία στομαλγεῖν , ἡλκῶσθαι |
καμφθέντα , ὀγκωθέντα , ἐπικαμφθέντα . Κυρτοῦνται : κάμπτονται . κυρτοῦται : ἐξογκοῦται . λύθρον : αἷμα , τὸ σεσημμένον | ||
: κολποῦται γὰρ ἡ παραλία , πλησιάζουσα δὲ τῇ Χαλκίδι κυρτοῦται πάλιν πρὸς τὴν ἤπειρον . Οὐ μόνον δὲ Μάκρις |
πολὺς ὠκεανός : τρεῖς γὰρ κόλπους μεγάλα κύματα ἔχοντας συστρέφων ἐρεύγεται ἢ ἀποτίκτει ἐξ ἑαυτοῦ ἔσωθεν βάλλων εἰς τὴν ἤπειρον | ||
' ἀμφαδὸν ἄμμιγα παύροις Πόντον ἐς Ἄξεινον κυρτὴν ὑπ ' ἐρεύγεται ἄκρην . καί νύ κε δηθύνοντες Ἀμαζονίδεσσιν ἔμειξαν ὑσμίνην |
Ἰχθύων κε βο λβ γʹ εʹ τῶν ἐπὶ τοῦ δεξιοῦ ἀκροχείρου γ ὁ νότιος . . . . . . | ||
Ϛʹ βο ιε Ϛʹ γʹ με ὁ ἐπὶ τοῦ ἀριστεροῦ ἀκροχείρου ὁ καλούμενος Στάχυς . . . . Παρθένου κϚ |
, ἅμα τῇ ἀμφιπόλῳ προϊὼν ἐκ τοῦ αὐλίου τὰ ἄστρα ἐθηεῖτο , καὶ θηεύμενος ἐς τὸ κρημνῶδες ἐκβὰς καταπίπτει . | ||
καὶ ἡ γυνή : ἐσελθοῦσαν δὲ καὶ τιθεῖσαν τὰ εἵματα ἐθηεῖτο ὁ Γύγης . Ὡς δὲ κατὰ νώτου ἐγένετο ἰούσης |
: τὰς δὲ ἐπὶ τελευτῆς ὡς ἓξ ἡμέρας ἄφωνος καὶ σπασμώδης ἐγένετο . Καὶ ὁ τοῦ Τιμοχάριος θεράπων , ἐκ | ||
, ἐσχάτην ἀρρωστίαν τοῦ ζωτικοῦ τόνου σημαίνων . ὁ δὲ σπασμώδης οὕτω καλούμενος σφυγμός , ταῖς ἐντεταμέναις καὶ ὑποκινουμέναις χορδαῖς |
ἐκλειπτικὸν τόπον σχέσεις : ἑσπέριοι μὲν γὰρ σχηματιζόμενοι πρὸς τὰς ἡλιακὰς ἐκλείψεις , ἑῷοι δὲ πρὸς τὰς σεληνιακὰς ἐπὶ τὸ | ||
ἦν ἰδεῖν ἐπὶ τοῖς πραττομένοις καί τι καινότερον , τὰς ἡλιακὰς ἀκτῖνας τοῦ κατὰ φύσιν παρατραπείσας καὶ τῷ καύσωνι τῶν |