ἡ πίττα : ἐπεὶ καὶ αἱ δᾷδες καιόμεναι πίτταν ⌈ ἀπολύουσιν [ ἀποτελοῦσιν ] . ὄζος : κλάδος . ⌈
αἶγες τούτου κατελθοῦσαι τήν τε λύγον κατεσθίουσι καὶ τὴν ναῦν ἀπολύουσιν . Εἶδες αὐτὴν ἐπὶ τῇ θαλάσσῃ φερομένην , πόσων
6279769 μυιαι
, οἶμαι δὲ καὶ τῷ μέλιτι πολλοὺς διεκτρέφω , κἂν μυῖαί τινες δυσγενεῖς , ὡς οὐδὲ τῷ ἀττικῷ οὐδὲ τούτῳ
τούτων , ὑγρότητός τινος συσσαπείσης ὑπὸ μετρίας τῆς θέρμης , μυῖαί τε καὶ σκώληκες , καὶ πολλά γε τῶν ἐντόμων
6254583 περιστεραι
πέρδικες , ἀτταγῆνες , ἀλε - κτρυόνες , ἀλεκτορίδες , περιστεραὶ καὶ τῶν φασιανῶν ζώων πλῆθος καὶ τῶν στρουθῶν καὶ
πάντως , τὸ δὲ δεύτερον θῆλυ . τίκτουσι δὲ αἱ περιστεραὶ κατὰ πᾶσαν ὥραν τοῦ ἔτους : ἔνθεν τοι καὶ
6110994 πετομενοι
ζῷον ἐλπίδι τροφῆς . ὀρτάλιχοι : νεοσσοὶ μικροί , μηδέπω πετόμενοι . μινυροὶ δὲ ἀντὶ τοῦ μινυρίζοντες καὶ λεπτῇ φωνῇ
φείδονται τῶν γαμψωνύχων , οἵπερ οὖν καὶ αὐτοὶ κατὰ νέφη πετόμενοι εἶτα αὐτοὺς ἀνασπῶσιν , καὶ ἰδίᾳ τινὶ φύσει τοῖς
6106922 ὠφθησαν
καὶ Λυδοῖς πόλεμος ἦν . οὐ φαῦλοι περὶ τὴν μάχην ὤφθησαν οἱ Λυδοί , σοφίᾳ δὲ τούτους καὶ ῥώμῃ παρῆλθεν
ὁ Μουσαῖος ἐπῆγε τῇ Αἰγύπτῳ , τὰς νεανικωτάτας αὐτῶν ἐπιλύεσθαι ὤφθησαν δυνατοί . Διὰ δὴ τούτων ὁ Νουμήνιος καὶ τοῖς
5965531 Πληϊαδες
Κυθερήας ἐπιπνεῖτ ' ὄργια λευκωλένου δέδυκε μὲν ἁ σελάνα καὶ Πληϊάδες , μέσαι δὲ νύκτες , παρὰ δ ' ἔρχεθ
ἐπὶ τοῦ Περσέως : δέ οἱ σκαιῆς ἐπιγουνίδος ἤλιθα πᾶσαι Πληϊάδες φορέονται . καὶ πάλιν : οἱ δεξιτερὴ μὲν ἐπὶ
5949315 γλωσσαι
ἱστορῶν παρὰ τὸ ἄλλο φάσκειν καὶ ἄλλο φρονεῖν . δασεῖαι γλῶσσαι : αἱ ὑπὸ ξηρότητος τοσοῦτον κεκακωμέναι , ὡς μὴ
: οἰδαίνουσαι γὰρ οὐκέτ ' ἐξίασι διὰ τῶν βρόχων αἱ γλῶσσαι καὶ ὀγκοῖ τις αὐτὰς λοιπὸν ἀλγηδών , μέχρις ἂν
5935563 εὐπνοοι
τοῦ ἐπιπέδου ὀλίγας ἔχειν τὰς ἀπὸ τοῦ ἡλίου ἀντανακλάσεις , εὔπνοοι δὲ διὰ τὸ πανταχόθεν ἐξανεῷχθαι καὶ μηδὲν ἔχειν τὸ
ἀντίσπαστοι ἐπιδρομάδην παταγεῦσαι , ὑμᾶς νῦν λίτομαι , δροσοείμονες , εὔπνοοι αὔραις , πέμπειν καρποτρόφους ὄμβρους ἐπὶ μητέρα γαῖαν .
5846003 ἠγερεθοντο
: ἀμφὶ δ ' ἄρ ' ἄλλαι δμῳαὶ Ὀδυσσῆος ταλασίφρονος ἠγερέθοντο καὶ κύνεον ἀγαπαζόμεναι κεφαλήν τε καὶ ὤμους . ἡ
ἆλτο χαμᾶζε . οὐδὲ μὲν ἄλλοι Τρῶες ἐφ ' ἵππων ἠγερέθοντο , ἀλλ ' ἀπὸ πάντες ὄρουσαν , ἐπεὶ ἴδον
5838358 ἑλκονται
Ἐφέστιοι : συνήθεις εἰσίν . Ἕλκονται : ὅρα , τὸ ἕλκονται ἐπὶ τῶν ἀπόδων ἰχθύων . τεκέων : ὀδύνης ,
, δι ' ὧν οὗτοι μεταλαμ - βάνονταί τε καὶ ἕλκονται πρὸς τῶν καθαρτικῶν φαρμάκων , ἀναστομοῦν , εἰ ἡ
5830491 ἀρσενες
: καλεῖται δὲ Γορτύνιος καὶ ὁ ποταμός . Ἀλέῳ δὲ ἄρσενες μὲν παῖδες Λυκοῦργός τε καὶ Ἀμφιδάμας καὶ Κηφεύς ,
ἀρτάβαι : σινήπυος σπέρματος τρίτον ἀρτάβης . πρόβατα , οἱ ἄρσενες τετρακόσιοι : βόες ἑκατόν : ἵπποι τριάκοντα : χῆνες
5816652 ἱπταμενοι
χέονται μάστακι σιτοβόρῳ ἐναλίγκια , τοί θ ' ὑπὲρ ἄκρων ἱπτάμενοι ἀθέρων λεπυρὸν στάχυν ἐκβόσκονται Πήδασα καὶ Κισσοῖο κατὰ πτύχας
ἔτι μέμνηνται ἐπιστήμης οὐ πόρρω τῶν πόλεων καὶ τῶν λιμένων ἱπτάμενοι . πλείω δ ' ἔστι γένη τῶν λάρων :
5805187 κεκριμενοι
, καὶ πολλάκιϲ κατ ' ἐκεῖνον τὸν καιρὸν αἱμορραγίαιϲ εἶεν κεκριμένοι , καὶ πληθωρικὸν τὸ ϲῶμα , καὶ ϲυνήθων ἐκκρίϲεων
ἂν εὑρεθῶσιν κατὰ τὰ ἡμῖν δοκοῦντα βιοῦντες , εὐδαιμονήσουσιν ἄριστοι κεκριμένοι : τοὺς γόητας δὲ καὶ οὐδὲν ἡμῖν προσήκοντας κακοὺς
5799531 ὡραιαι
Δῆμος . ΓΘ ὡς ] λίαν . Γ εἰσῆλθον ἑταῖραι ὡραῖαι τὰς ὄψεις ὑποκρινόμεναι τὰς σπονδάς , πρὸς ἃς ὁ
δὲ οὔτε τι διδόντες οὔτε λαμβάνοντες , ἀλλὰ ὅσαι ἤδη ὡραῖαι γάμου , ταύτας οἱ πατέρες προάγοντες ἐς τὸ ἐμφανὲς
5794338 φερωνται
χαυνοτέραν ποιοῦντα τὴν ἐπίδεσιν , ἵνα αὐτοὶ οἱ λεπτομερεῖς ἰχῶρες φέρωνται ἀπὸ τοῦ ἕλκους παρὰ τὰ κάτω καὶ μὴ ἀνίας
: ἀπατηλὸν γὰρ τὸ ζῶον . ἔχωνται : κρατῶνται , φέρωνται , κρατηθῶσιν . Ἄνω : πρὸς τὴν ὁρμιάν .
5777391 κομισθεντες
βουλήν . τῶν δ ' οἱ πλείους ἡμιθνῆτες ἐπὶ κλινιδίων κομισθέντες καὶ συνεδρεύσαντες ἀπεκρίναντο τοῖς παροῦσιν ἀγγέλλειν τοῖς σφετέροις ,
συμφορητοὶ τόπων , οἱ μὲν ἐκ τῶν ἐν Ἰταλίᾳ πόλεων κομισθέντες , οἱ δ ' ἐξ Ἐρυθρῶν τῶν ἐν Ἀσίᾳ
5760897 τικτουσιν
λεπτυνόντων , ὥστε μὴ πολλὴν ἀθροίζεσθαι ὕλην παχεῖαν , ἣν τίκτουσιν εἰκότως καὶ ἀθροίζουσιν ἀδδηφαγίαι τε ἄτακτοι καὶ μετὰ τροφὴν
ὁ ὀπωρινὸς καιρός . Καὶ οἱ μὲν ἅπαξ τοῦ ἔτους τίκτουσιν , ὁ δὲ λάβραξ δὶς τίκτει , οἱ δὲ
5740686 πετασαντες
τὰ ἐπιτήδεια , προελθόντες καὶ τὴν ναῦν πεπηγυῖαν ἀνασπάσαντες καὶ πετάσαντες τὴν ὀθόνην ἐσυρόμεθα ὥσπερ πλέοντες λείως καὶ προσηνῶς ἐπὶ
δένδρα μόλις ἀνιμησάμεθα , καὶ θέντες ἐπὶ τῶν κλάδων , πετάσαντες τὰ ἱστία καθάπερ ἐν θαλάττῃ ἐπλέομεν τοῦ ἀνέμου προωθοῦντος
5738661 χελιδονες
ὄρνιθες ἄπληστον κλύζονται ἐνιέμεναι ὑδάτεσσιν : Ἢ λίμνην πέρι δηθὰ χελιδόνες ἀΐσσονται γαστέρι τύπτουσαι αὔτως εἰλεύμενον ὕδωρ : ἢ μάλα
βοτάνη ἐστί , καὶ φυέται καθ ' ὃν καιρὸν αἱ χελιδόνες φαίνονται . δαύκειον : ὅπερ Ἀπολλόδωρός φησιν ἐν τῷ
5733927 γυπες
κληρονομίαν ἢ ὅλως κέρδος οἱονοῦν παρεδρευόντων τισίν : οἱ γὰρ γῦπες τοῖς θνησιμαίοις παρεδρεύουσι . Ἀποῤῥαγήσεται τεινομένων τὸ καλώδιον :
αἰσχύνης ἔχοντες τὴν ἀπάτην οὐ σπουδῇ ἐχώρουν , τῷ Ῥώμῳ γῦπες ἐπισημαίνουσιν ἓξ ἀπὸ τῶν δεξιῶν πετόμενοι . καὶ ὁ
5719876 μετεωροι
ἀλαζόνες , μεγαλόψυχοι , ἄστατοι , ἀνώμαλοι , ὑψαύχενες , μετέωροι , ἀπειλητι - κοί , ταχέως μεταβαλλόμενοι , εὔποροι
οὐχ ὑπέμενον , τὴν δὲ προγεγενημένην τῆς Ἑλλάδος δυναστείαν ἐπιποθοῦντες μετέωροι ταῖς ὁρμαῖς ὑπῆρχον πρὸς καινοτομίαν . εὐθὺς οὖν τὰς
5715096 καθαιρονται
ἰδιῶται περιάγονται , ἔπειτα θάπτονται . Θάψαντες δὲ οἱ Σκύθαι καθαίρονται τρόπῳ τοιῷδε . Σμησάμενοι τὰς κεφαλὰς καὶ ἐκπλυνάμενοι ποιεῦσι
καὶ γὰρ αἱ διὰ πλῆθος μὴ καθαιρόμεναι φλεβοτομηθεῖσαι , παραχρῆμα καθαίρονται . σιτία δὲ τὰ μὲν παχέα καὶ φλεγματώδη πάντα
5699341 γερανοι
πορείας ἔχονται . οὕτω μὲν δὴ θερίζουσί τε καὶ χειμάζουσι γέρανοι : σοφίαν δὲ ἥγηνται ἄνθρωποι θαυμαστὴν τοῦ Περσῶν βασιλέως
αὐτὸν λειμῶνα ἐνέμοντο . ἐπιφανέντων δὲ αὐτοῖς θηρευτῶν αἱ μὲν γέρανοι ἐλαφραὶ οὖσαι ἀπέπτησαν , οἱ δὲ χῆνες μείναντες διὰ
5693130 τρυγονες
. ἐστὶ δ ' ἡ ματτύα φάτται , χῆνες , τρυγόνες , κίχλαι , κόσσυφοι , λαγῴ , ἄρνες ,
λαγωοὶ καὶ ἔριφοι καὶ ἕτεροι ἄρτοι πεπονημένοι καὶ περιστεραὶ καὶ τρυγόνες πέρδικές τε καὶ ὅσον ἄλλο πτηνῶν πλῆθος ἦν .
5691891 σειραι
ἐκ τῶν ὤτων ἅπαντας δεδεμένους . δεσμὰ δέ εἰσιν οἱ σειραὶ λεπταὶ χρυσοῦ καὶ ἠλέκτρου εἰργασμέναι ὅρμοις ἐοικυῖαι τοῖς καλλίστοις
παράσειροι καὶ σειραφόροι καὶ σειραῖοι , καὶ αἱ τούτων ἡνίαι σειραὶ καὶ παρηορίαι . ἐπιβεβήκασι δὲ τοῦ ἁρματείου δίφρου ἡνίοχος
5684145 ἐλαται
Ἴτυν Ἴτυν πολύθρηνον . σύριγγας δ ' οὐριβάται κινοῦσιν ποιμνᾶν ἐλάται , ἔγρονται δ ' εἰς βοτάναν ξανθᾶν πώλων συζυγίαι
οὐ σφόδρα . ἰτέαι γὰρ καὶ μυρίκαι καὶ λεῦκαι καὶ ἐλάται καὶ μελίαι καὶ πτελέαι καὶ πάντα τὰ ὁμοιογενῆ τοῖς
5673475 τευθιδες
σησάμου σπέρμα , ἐρυσίμου σπέρμα , τὰ καλούμενα μαλάκια , τευθίδες , σηπίαι , πολύποδες , οἱ κητώδεις τῶν ἰχθύων
δέ . τὰ δὲ μαλάκια καλούμενα , οἷον πολύποδες , τευθίδες , σηπίαι , οὔτε διαχωρεῖ , ἀλλὰ καὶ τὰς
5673033 διεφθαρατο
θορύβῳ τούτῳ : τῶν τινες Φοινίκων , τῶν αἱ νέες διεφθάρατο , ἐλθόντες παρὰ βασιλέα διέβαλλον τοὺς Ἴωνας , ὡς
ὑπεχώρει δὲ καὶ ὁ Πομπήιος . νῆες δὲ ἑκατέρων ἴσαι διεφθάρατο , καὶ τὰς λοιπὰς λελωβημένας τε καὶ πεπονημένας ὁ
5664030 ἀναστρεφουσιν
τὰ πράγματα , ἀλλὰ καλλίονα . ἀμφότερα δὲ εἰς ταὐτὸ ἀναστρέφουσιν : ἄλλως : τὸ ταῦτα πῇ μὲν περισπᾶται .
ἐπῆγε . τρισὶ δὲ ὕστερον ἡμέραις μεσούσης σχεδὸν τῆς νυκτὸς ἀναστρέφουσιν οἱ λῃσταί , χρυσίον μὲν οὐδὲ ἀργύριον οὐδὲ ἄλλο
5650676 χορευουσι
δ ' ἡ τέχνη ; παρθένοις ηἴθεοι τὰς χεῖρας ἐπιπλέξαντες χορεύουσι . σὺ δ ' , ὡς ἔοικεν , οὐκ
, σαῖς ἅμα περιπόλοις Θυίαισιν , αἵ σε μαινόμεναι πάννυχοι χορεύουσι τὸν ταμίαν Ἴακχον . Κάδμου πάροικοι καὶ δόμων Ἀμφίονος
5640851 κουφαι
ἀκοίταις , αἱ δὲ φίλοις ἐπὶ παισί , χελιδόνες οἷάτε κοῦφαι , μητέρες ὠδύροντο : νέη δέ τις ἀσπαίροντα ἠίθεον
, ἤγουν τοῦ διδάξαι . κουφότεραι γάρ , ἀντὶ τοῦ κοῦφαι , ἤγουν ἐλαφραί , ἀμαθεῖς αἱ φρένες τῶν ἀπειράτων
5640575 συριγγες
αἱ πλημμυρίδες τῶν ποταμῶν , πλῆμναι δὲ αἱ τῶν τροχῶν σύριγγες . πλῆθος καὶ ὄχλος διαφέρει . πλῆθος μὲν γάρ
. ‖ χνόαι : αἱ χοινικίδες , αἱ τοῦ ἄξονος σύριγγες . ‖ χνόην : τὸν τῶν ποδῶν ψόφον .
5637026 κολοιοι
, τηλόθε μεταμαιόμενος , δαφοινὸν ἄγˈραν ποσίν : κραγέται δὲ κολοιοὶ ταπεινὰ νέμονται . τίν γε μέν , εὐθρόνου Κλεοῦς
οἷον σταλαγμοὺς ὕδωρ σημαίνει . Ἐάν τε κόρακες ἐάν τε κολοιοὶ ἄνω πέτωνται καὶ ἱερακίζωσιν ὕδωρ σημαίνουσι . Καὶ ἐὰν
5635305 κιχλαι
πλήρη οὖσαν πολλῶν ἀγαθῶν : ἦσαν γὰρ ἐν αὐτῷ συνωπτημέναι κίχλαι καὶ νῆτται καὶ συκαλλίδων πλῆθος ἄπειρον καὶ ᾠῶν ἐπικεχυμέναι
τότε γενεᾶς ἀφθίτου λαχόντες θείας . κιχλῶν : αἱ μὲν κίχλαι εἶδος στρουθῶν , δοκοῦσι δὲ πρὸς τρυφὴν ἐκ τῶν
5633818 κοιμωνται
ταρρὸς μετέωρόν τι ἰκρίον , ἐφ ' οὗ αἱ ἀλεκτρυονίδες κοιμῶνται . τοιαύτην δή τινα ὑποληπτέον τὴν κρεμάστραν ἐσκευάσθαι .
Πρωτέως ἢ Νηρέως , τί ποιοῦσιν οἱ ἰχθύες ἢ πῶς κοιμῶνται ἢ πῶς διαιτῶνται . τοιαῦτα γὰρ συνέγραψεν ὡς εἶναι
5631000 πυρραι
πέττεσθαί τε καὶ διαλύεσθαι . καὶ ὠχραὶ μὲν οὖν καὶ πυρραὶ ὑποστάσεις , συναναμιγνύμενόν τινα χολώδη σημανοῦσι χυμὸν τῷ αἵματι
ἐκροὰϲ ἕξουϲιν οὗτοι : τρίχεϲ δὲ αὐτοῖϲ εὐθεῖαί τε καὶ πυρραὶ καὶ μόνιμοι καὶ μετὰ πολὺν χρόνον τοῦ γεννηθῆναι φυόμεναι
5625186 χελωναι
, ἑλεπόλεις , μηχαναί , καὶ καταπάλται Μακεδονικοί , καὶ χελῶναι . χρεία δ ' εἰς τοὺς πολέμους σκευοφόρων μὲν
βάρος ἔχειν πολύ . αἱ δ ' ἐπὶ τῶν λέμβων χελῶναι κατασκευάζονται περιφερεῖς ἄνωθεν ἐκ σανίδων ἰσχυρῶν συμπηγνύμεναι , ὑπόφαυσιν
5622763 ἀλυποι
ἀξιοθέατον ἢ ὅτι ταχὺ πλεῖ ; διὰ τί δὲ ἄλλο ἄλυποι ἀλλήλοις εἰσὶν οἱ ἐμπλέοντες ἢ διότι ἐν τάξει μὲν
, τὸ μὲν ἄλλο πᾶν σῶμα ἁπαλοί τε εἰσὶ καὶ ἄλυποι προσαπτομένῳ , καὶ ὀδόντες οἱ οὐ πάνυ τι σκολιοὶ
5616576 παιδαγωγοι
ἀεὶ τοῖς παισὶ περιγίνεται καὶ παροῦσι καὶ μέλλουσι . διδασκάλους παιδαγωγοὶ διαδέχονται , φοβεροὶ μὲν ἰδεῖν , αἰκιζόμενοι δὲ φοβερώτεροι
οἱ νέοι , ὀπίσω δ ' οἱ παλαιοὶ , ὡς παιδαγωγοὶ , ἡνίκα δὲ γεννηθῶσι , παραπλέουσι ταῖς μητράσι καὶ
5607181 διεκρινοντο
, ἀρετῇ τε οἱ μαχόμενοι καὶ τύχαις ἐκ τοῦ θεοῦ διεκρίνοντο . φαίνονται δὲ οἱ Λακεδαιμόνιοι καὶ ὕστερον , ἡνίκα
ἢ ἀπὸ τοῦ λέξασθαι : καὶ γὰρ οἱ τοιοῦτοι ἐπίλεκτοι διεκρίνοντο εἰς τὰς ἐνέδρας . ἢ ὡς εἰς λέχος ἔχειν
5603336 χωρειτ
ἐνδεές . οὔκουν πάλαι χρῆν τοῖσδ ' ἀνεπτύχθαι πύλας ; χωρεῖτ ' ἐς οἴκους : ἀντὶ γὰρ χρηστῶν λόγων ξενίων
εἰκός , οὐ χρηστηρίοις ἐν τοῖσδε πλησίοισι τρίβεσθαι μύσος . χωρεῖτ ' ἄνευ βοτῆρος αἰπολούμεναι . ποίμνης τοιαύτης δ '
5602902 ἀγεληδον
πελάζουσι τοῖσιν οἰκουμένοισι , νύκτωρ δὲ πλανῶνταί τε πάντη καὶ ἀγεληδὸν νέμονται τῷ μεγίστῳ καὶ γενναιοτάτῳ σφῶν ἑπόμενοι , κατάπερ
Βαλίε , τηλεκλυτὰ τέκνα Ποδάργης . . καί τ ' ἀγεληδὸν ἴασιν ἀπὸ κρήνης μελανύδρου λάψοντες γλώσσῃσιν ἀραιῇσιν μέλαν ὕδωρ
5592919 βραδυτεροι
ὥς φησι Δικαίαρχος . ὥσπερ ὁ Κλεάνθης καὶ ὁ Ξενοκράτης βραδύτεροι δοκοῦντες εἶναι τῶν συσχολαστῶν οὐκ ἀπεδίδρασκον ἐκ τοῦ μανθάνειν
' ἀῤῥωστίας δυνάμεως γίνονται . οἱ δὲ τῶν γερόντων τοὐναντίον βραδύτεροι καὶ ἀραιότεροι πρὸς τοὺς παῖδας διὰ τὴν ἐν ἑαυτοῖς
5581395 ὑβριζουσαν
ἕπονται τελείαν ἐξ ἀγέλης βοῦν ἄγοντες διειλημμένην δεσμοῖς τε καὶ ὑβρίζουσαν ἔτι ὑπὸ ἀγριότητος . ἐλάσαντες δὲ πρὸς τὸν ναὸν
καὶ ἱμάτια καλά , καὶ ἐξόδους λαμπρὰς ἐξιοῦσαν , καὶ ὑβρίζουσαν ἐκ τῶν ἡμετέρων , αὐταὶ δὲ καταδεεστέρως περὶ ταῦτα
5577147 παραγινονται
χορὸς συνέστηκεν ἐκ γυναικῶν Ἀργείων ἡλικιωτίδων Ἠλέκτρας , αἳ καὶ παραγίνονται ὑπὲρ τῆς τοῦ Ὀρέστου πυνθανόμεναι συμφορᾶς . προλογίζει δὲ
: γράφεται νέμεσθαι . Στέλλονται : ἐκεῖσε , πορεύονται , παραγίνονται . ἅμα : ὁμοῦ . ὁμιλαδόν : ἀπὸ τοῦ
5573019 τιθασοι
δὲ ποικίλη χρυσόπαστος , καὶ βόνασοι καὶ παρδάλεις καὶ λέοντες τιθασοὶ καὶ τῶν ποικίλων ὀρνέων καὶ εὐφθόγγων πλῆθος . ὁ
. τῇ γὰρ ἐπαφῇ τῶν χειρῶν οἱ ἵπποι συχνῶς καταψώμενοι τιθασοὶ λίαν γίνονται , ὥστε † οὔτε χρὴ δὴ λέγεσθαι
5560458 βακχευουσι
καὶ νηοῖσι ξυλίνοισι , καὶ τῷ Διονύσῳ τριετηρίδας ἀνάγουσι καὶ βακχεύουσι . Εἰσὶ γὰρ οἱ Γελωνοὶ τὸ ἀρχαῖον Ἕλληνες ,
γάρ : εὐπαίδευτα δ ' ἀπετράπου λέγειν . αὑταί σε βακχεύουσι συγγενῆ φόνον . οἴμοι διωγμῶν οἷς ἐλαύνομαι τάλας .
5556663 ὀργιλοι
σώματι λεῖοι , λεπτόκνημοι , λεπτόποδες , φύσει βιαῖοι , ὀργίλοι , τολμηροί , τοιαῦτα ὅμοια τῷ λέοντι : εὐρύστηθοι
νυττομένου ἐξ αὐτῆϲ ἔνδοθεν τοῦ ἐγκεφάλου καὶ τῶν μηνίγγων , ὀργίλοι καὶ θραϲεῖϲ γίνονται καὶ πλῆκται καὶ ὑβριϲταί . ἐφ
5556017 εὐϲτομαχοι
διαίτηϲ , ἐπὶ πάϲῃ ξυρρήξει , τροφαὶ μὲν εὔχυμοι , εὐϲτόμαχοι , εὔπεπτοι : ἢ χυλοὶ ἢ οἱ διὰ γάλακτοϲ
ὑπάρχουϲα κατὰ τὰ μόρια . καὶ διὰ τοῦτο ἐϲθιόμεναι μὲν εὐϲτόμαχοι καὶ ἄδιψοι : καταπλαττόμεναι δὲ ξηραίνουϲί τε καὶ μετρίωϲ
5552928 σκληραι
μακρὰ κατὰ γῆς , στρυφνά , καὶ πρὸς αὐτὰ ἄκανθαι σκληραί . φύεται παρὰ ποταμοῖς καὶ οἰκοπέδοις . ὁ δέ
, χοιράδες , ἄκραι χειμέριοι , κατήνεμοι , ὀξεῖαι , σκληραί , περιπετεῖς , ἁλιτενεῖς , ἀπορρῶγες , ἀπρόσμικτοι ,
5549819 ῥᾳδιουργιαν
ΓΘ τῷ μὲν ] ἤγουν τῷ δήμῳ . Γ τὴν ῥᾳδιουργίαν ἐπεξηγούμενος τῶν τροφῶν , “ ὥσπερ αἱ τίτθαι σιτίζεις
πολλὰ κακῶς διατιθέναι . τῇ δὲ βασιλείᾳ προσήκειν ἐνόμιζεν οὐ ῥᾳδιουργίαν ἀλλὰ καλοκἀγαθίαν . καὶ τοῦ μὲν σώματος εἰκόνα στήσασθαι
5549145 ἀμειλικτοι
γὰρ θήρεσσιν ἀκαμπέες εἰσὶν ὀδόντες , οὐδὲ τέχναις εἴκουσιν , ἀμείλικτοι δὲ μένουσι : τοὺς σοφίῃ τεῦξαι κεραοξόος ἢν ἐθέλῃσιν
ὅτι εὔνους μὲν ἦν οὐδείς , ἐχθροὶ δὲ πάντες δυσπραξίᾳ ἀμείλικτοι . Τῆς δὲ ἀνηνύτου καὶ συνεχοῦς εὐλαβείας μάρτυρες οἱ
5544839 κοσσυφοι
τεθνηκός , ἐξ αὐτοῦ τρώγει ἤδη . οἱ δὲ θήλεις κόσσυφοι , ἕως μὲν ἄρρενα ὁρῶσι προασπίζοντα , ὡς ἂν
γένη δύο ἐνταῦθα ἀλεκτρυόνων , οἵ τε μάχιμοι καὶ οἱ κόσσυφοι καλούμενοι . τούτων τῶν κοσσύφων μέγεθος μὲν κατὰ τοὺς
5543520 σκηπτοι
ψολοέντες ταχέως διάττοντες ἀργῆτες γραμμοειδῶς φερόμενοι ἑλικίαι κατασκήπτοντες εἴς τι σκηπτοί ἢ ἡμίπυρόν ἐστι σφοδρὸν δὲ ἄλλως καὶ ἁθρόον πρηστήρ
κύκλος , ἶρις , νέφη , ἀστραπαί , βρονταί , σκηπτοί , στρόβιλοι . ταῦτα γὰρ πάντα καὶ ὁ περὶ
5539419 συες
σοὶ ναίους ' ὑποφῆται ἀνιπτόποδες χαμαιεῦναι καὶ ἔδμεναι , οἷα σύες χαμαιευνάδες αἰὲν ἔδουσιν ἴσως διὰ τὸ φαντασίαν τινὰ παρέχειν
οἰκτίστῳ θανάτῳ : περὶ δ ' ἄλλοι ἑταῖροι νωλεμέως κτείνοντο σύες ὣς ἀργιόδοντες , οἵ ῥά τ ' ἐν ἀφνειοῦ
5531244 ἐμαντευοντο
ᾔδοντο ἐν πολλοῖς χωρίοις , καὶ θειασμοῖς κάτοχοι γυναῖκες οἰκτρὰς ἐμαντεύοντο καὶ δεινὰς τῇ πόλει τύχας . ἥψατο δέ τις
πόλιν . . Τὸ μαντείῳ λέγει διότι ἐνταῦθα οἱ Ἰαμίδαι ἐμαντεύοντο , ὡς καὶ αὐτὸς προϊὼν ἐρεῖ . * *
5530383 λιμναι
Περουσία . προσλαμβάνουσι δὲ πρὸς τὴν εὐδαιμονίαν τῆς χώρας καὶ λίμναι μεγάλαι τε καὶ πολλαὶ οὖσαι : καὶ γὰρ πλέονται
τῆς Μυρλειανῶν χώρας : ὑπέρκεινται δὲ τῆς Δασκυλίτιδος ἄλλαι δύο λίμναι μεγάλαι ἥ τε Ἀπολλωνιᾶτις ἥ τε Μιλητοπολῖτις : πρὸς
5524004 ἀολλεες
' ὀστέ ' ἀράξω . κηδεμόνες δέ οἱ ἐνθάδ ' ἀολλέες αὖθι μενόντων , οἵ κέ μιν ἐξοίσουσιν ἐμῇς ὑπὸ
ὀϊσάμενος δόλον εἶναι . οἱ δ ' ἅμ ' ἀϊστώθησαν ἀολλέες , οὐδέ τις αὐτῶν ἐξεφάνη : δηρὸν δὲ καθήμενος
5517762 ὑφαλοι
ἃς ἐναυάγησαν οἱ Ἕλληνες . σπίλοι δὲ καὶ σπιλάδες αἱ ὕφαλοι πέτραι καὶ τραχεῖαι λέγονται . * γωλειὰ δὲ καὶ
ναῦν περιπεσεῖν ἐν χειμῶνι , ἕρματα ἕρματα κρύφια , πέτραι ὕφαλοι , σκόπελοι , σπιλάδες , βράχη , χοιράδες ,
5511511 μαλακαι
σάρκας τῶν ἐχιδνῶν ἑψεῖν προσήκει , μέχρις ἂν ἀκριβῶς γενηθῶσι μαλακαί . καὶ αὐτὸ δὲ τὸ δι ' αὐτῶν σκευαζόμενον
τε ἀταλαίπωροι καὶ πίεραι , καὶ αἱ κοιλίαι ψυχραὶ καὶ μαλακαί . Καὶ ὑπὸ τουτέων τῶν ἀναγκέων οὐ πολύγονόν ἐστι
5511072 ἀρνες
λέουσι καὶ ἀνδράσιν ὅρκια πιστά , οὐδὲ λύκοι τὲ καὶ ἄρνες ὁμόφρονα θυμὸν ἔχουσιν : οὐκ ἔστιν οὐδὲ ἀνδρὶ πρὸς
λέουσι καὶ ἀνδράσιν ὅρκια πιστά , οὐδὲ λύκοι τε καὶ ἄρνες ὁμόφρονα θυμὸν ἔχουσιν , ἀλλὰ κακὰ φρονέουσι διαμπερὲς ἀλλήλοισιν
5509515 τοιαι
ῥίγησέν τε ἰδών , ὑπό τε σπέος ἤλασε μῆλα : τοῖαι ἅμ ' Αἰάντεσσι διοτρεφέων αἰζηῶν δήϊον ἐς πόλεμον πυκιναὶ
τὴν πρός τι σχέσιν ὁτὲ μὲν τοῖαι γινόμεναι ὁτὲ δὲ τοῖαι , οἷον αἱ τῶν ἀπόρων λόγων , οὔτε δὲ
5506501 ἀπεσπων
ἀναφερομένην ἡγεμονίαν χαλεπῶς ἔφερον , καὶ τὰς κατὰ Βοιωτίαν πόλεις ἀπέσπων τῆς τῶν Θηβαίων συντελείας . οἱ δὲ Θηβαῖοι ,
μου καὶ ἐξεκρέματο βοῶσα . τῶν δὲ λῃστῶν οἱ μὲν ἀπέσπων , οἱ δὲ ἔτυπτον : ἀπέσπων μὲν τὴν Λευκίππην
5499987 ἡσσονες
πόδες , μέγεθος μὲν κατὰ κάμηλον ] πόδες μακροί , ἥσσονες δὲ οἱ ὀπίσθιοι καὶ ὑποκλάζειν ἄρα δοκοῦντες . ἀμέλει
πρὸς τὸν Ὀρέστην κατάδηλοι γεγόναμεν ἀσθενεῖς ὄντες οἱ Φρύγες : ἥσσονες Ἑλλάδος ἐγενόμεθ ' αἰχμᾶς : εἰκότως ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων
5497803 χειμεριοι
, σκόπελοι , σπιλάδες , βράχη , χοιράδες , ἄκραι χειμέριοι , κατήνεμοι , ὀξεῖαι , σκληραί , περιπετεῖς ,
τῆι δ ἡμέραι Δημοκρίτωι Πλειάδες δύνουσιν ἅμα ἠοῖ : ἄνεμοι χειμέριοι ὡς τὰ πολλὰ καὶ ψύχη ἤδη καὶ πάχνη ἐπιπνεῖν
5493858 μυριαι
ἁμαρτίαι ἀναρίθμητοι , ἀντὶ τοῦ πλεῖσται , μυρίαι , τουτέστι μυρίαι δὲ ἁμαρτίαι περικρέμανται ἑκάστῃ ψυχῇ ἀνθρώπου , ὧν εἴς
ποταμῶν οἱ κάλλιστοι , ἐμηχανῶντο δὲ αὐτῷ τὴν δίαιταν τέχναι μυρίαι : ἀλλ ' ἐπεὶ πόλεμος αὐτῷ ἐκ θαλάττης ἦλθεν
5491245 Δημητριων
ἁλουργῆ οὖσαν ἔσφιγγε ἐπὶ τῶν νώτων . γινομένων δὲ τῶν Δημητρίων Ἀθήνησιν ἐγράφετο ἐπὶ τοῦ προσκηνίου ἐπὶ τῆς Οἰκουμένης ὀχούμενος
καὶ καννάβεωϲ , ὡϲ εἶναι φαρμακώδη λοιπόν . τῶν δὲ Δημητρίων ϲπερμάτων εἰϲ λεπτύνουϲαν δίαιταν ἄλυποι κριθαὶ μόναι , δεύτεροι
5491061 πρηνεις
πίπτουσι : καὶ γὰρ ἐπὶ τὰ ἀριστερὰ καὶ δεξιὰ καὶ πρηνεῖς καὶ ὕπτιοι . μόνοι δὲ οἱ τῷ πίνῳ μεθυσθέντες
ἐπὶ τὰ ὑδρεῖα ἀναβαίνουσι πανοίκιοι μετὰ παιανισμοῦ , ῥιφέντες δὲ πρηνεῖς πίνουσι βοῶν δίκην ἕως ἐκτυμπανώσεως τῆς γαστρός , εἶτ
5489787 ἡμιονοι
σοφίης πέρι δηρισάντοιν , γνοίης χ ' ὅσσον ὄνων κρέσσονες ἡμίονοι . τῆμος δ ' ἠέλιος μὲν ἐν αἰθέρι μώνυχας
, ἔνθα μοι ἵπποι δώδεκα θήλειαι , ὑπὸ δ ' ἡμίονοι ταλαεργοὶ ἀδμῆτες : τῶν κέν τιν ' ἐλασσάμενος δαμασαίμην
5489516 καυθειϲαι
. ἔϲτι δὲ καὶ τραυματικὴ ὀξυμέλιτι λυομένη . Τελλῖναι ταριχηραὶ καυθεῖϲαι καυϲτικὴν ἐργάζονται τέφραν , ἥτιϲ μιγνυμένη κεδρίᾳ τῶν τριχῶν
τῶν οὕτωϲ αἱμορραγούντων ἰϲάτιϲ ἥμεροϲ ἐπιπαττομένη καλῶϲ ἐπέχει ἢ κηκῖδεϲ καυθεῖϲαι : δεῖ δὲ αὐτὰϲ διαπύρουϲ δι ' ὄξουϲ ἢ
5478361 τεγξιεϲ
γὰρ ἡ κύϲτιϲ ἠδὲ γαϲτὴρ ἐν πάϲῃ τῇ νούϲῳ . τέγξιεϲ τῆϲ κεφαλῆϲ , αἵπερ καὶ τοῖϲι φρενιτικοῖϲι . ἀμφοῖν
ϲκυβάλοιϲι παλαιοῖϲι μοῦνον χρέοϲ : τῆϲ δυνάμιοϲ δὲ φείδεο . τέγξιεϲ κεφαλῆϲ ψυχραί , ὁκόϲαι μοι ἐπὶ φρενιτικοῖϲι λελέχαται :
5475292 ἀλλοιουνται
γένεσιν ἀποτελεῖ ; Διὰ τί ἐπὶ τῶν πυρεσσόντων οἱ σφυγμοὶ ἀλλοιοῦνται ; ὅτι τὸ πνεῦμα τὸ ἐν ἡμῖν κατὰ φύσιν
μὲν ἄτρεπτος καὶ ἀναλλοίωτος , τὰ δὲ περὶ αὐτὴν εἴδη ἀλλοιοῦνται , λέγω δὴ ποιότητες καὶ ποσότητες καὶ διαθέσεις καὶ
5467319 εὐδιοι
περιδνοφέοιντ ' ἀνέμοιο . Οὐδὲ μὲν ἠελίου σχεδόθεν μελανεῦσαι ἀλωαὶ εὔδιοι : ἀσσότεραι δὲ καὶ ἀστεμφὲς μελανεῦσαι μᾶλλον χειμέριαι :
' ἀνέμοιο . Καί ποτε καὶ κέπφοι , ὁποτ ' εὔδιοι ποτέωνται , ἀντία μελλόντων ἀνέμων εἰληδὰ φέρονται . Πολλάκι
5462197 οἰσουσι
ὥστε ζητεῖτε αὐτῶν νυνὶ ἀπαλλαγῆναι : ἄλλοι δὲ ἄρα αὐτὰς οἴσουσι ῥᾳδίως ; πολλοῦ γε δεῖ , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι
ἔαρι τὸν καρπὸν δώσουσι . τῷ δὲ ἔαρι φυτευθεῖσαι μόλις οἴσουσι τὸν καρπὸν τῷ ἐπιόντι ἐνιαυτῷ , καὶ αὐταὶ μὲν
5460974 Ἐπιτηδειοι
κατὰ βραχὺ ἐμψύχοντα ὅσον ἐπιδέχεται , καὶ ἑνώσας χρῶ . Ἐπιτήδειοι δὲ εἰς τοῦτό εἰσι χυλοὶ τοῦ τε ἀειζώου καὶ
' ἂν μή , μηδενὶ τρόπῳ πρᾶξαι ἂν ἐθέλειν . Ἐπιτήδειοι γάρ , ἔφη . Δοκεῖ δή μοι τηρητέον αὐτοὺς
5460006 πρυμνῃσι
ἀλλὰ Ζεὺς κῆρας ἄμυνε παιδὸς ἑοῦ , μὴ νηυσὶν ἔπι πρύμνῃσι δαμείη : Αἴας δ ' ἀσπίδα νύξεν ἐπάλμενος ,
Πηλεΐωνα , ἤματι τῷ ὅτ ' ἂν οἳ μὲν ἐπὶ πρύμνῃσι μάχωνται στείνει ἐν αἰνοτάτῳ περὶ Πατρόκλοιο θανόντος : ὣς
5456141 ἀνηγοντο
ἁλμυρὸν ἐπίνετο . ἅμα τε ὁ ἄνεμος ἐπαύσατο καὶ οἳ ἀνήγοντο . καὶ περαιωθέντες σταδίους ἐς ἑξήκοντα ὁρμίζονται πρὸς αἰγιαλῷ
τὰ ὄντα ἐπεδείκνυον , οὕτω δὴ ἐκ τῶν παρόντων ἐπισιτισάμενοι ἀνήγοντο , καὶ ὁρμίζονται πρὸς ἄκρην , ἥντινα οἱ ἐπιχώριοι
5453206 καταγουσι
' ἐπὶ τὴν τοῦ παντὸς ἀρχὴν ἐλθόντες ἀπ ' αὐτῆς κατάγουσι πάντα , διὰ πάντων φοιτήσασαν αἰτίαν καὶ ταύτην οὐ
, βάθος ἐξαίσιον , εἰς ὃ αἱ παλίρροιαι τοῦ πορθμοῦ κατάγουσι φυσικῶς τὰ σκάφη τραχηλιζόμενα μετὰ συστροφῆς καὶ δίνης μεγάλης
5449604 ἰϲχυραι
τι κωλύει καὶ τοῦτο . εἰ μὲν οὖν αἱ δυνάμειϲ ἰϲχυραὶ τύχοιεν οὖϲαι πᾶϲαι καὶ ὁ πυρετὸϲ διακαέϲτατοϲ καὶ τὰ
τῆϲ κεφαλῆϲ φύονται , πολλῷ μὲν οὖϲι θερμοτέροιϲ μέλαιναι καὶ ἰϲχυραὶ καὶ οὖλαι , μὴ πολλῷ δὲ ὑπόξανθοι μὲν τὸ
5449021 χαμαιευναι
ἀμφὶ δὲ Σελλοί σοι ναίους ' ὑποφῆται , ἀνιπτόποδες , χαμαιεῦναι . Σόλων νομοθέτης ἦν Ἀθηναίων . οὗτος αἰτούμενος νομοθετῆσαι
ἁγνείαν μὴ προερχόμενοι : “ σοὶ ναίους ' ὑποφῆται ἀνιπτόποδες χαμαιεῦναι . ” ἀνεβάλλετο ἀνεφορμίζετο , προοιμιάζετο . ἀντίθεον τὸν
5446258 μεγαλοπλουτ
καὶ φλυαρίας καὶ κάρδαμ ' ἐσκευασμένα . μετὰ ταῦτα θύννων μεγαλόπλουτ ' ἐπεισέπλει ὑπογάστρι ' ὀπτῶν , αἵ τε λιμνοσώματοι
ὡς καὶ Εὔβουλός φησιν ἐν Ἴωνι : μετὰ ταῦτα θύννων μεγαλόπλουτ ' ἐπεισέπλει ὑπογάστρι ' ὀπτῶν . Ἀριστοφάνης Λημνίαις :
5440900 μανδραν
μηκάδων , τὰς Ἑλικωνίτιδες βοτάναι θρέψαν καλλίστως : οὐ περὶ μάνδραν ἔδυν τεήν , ἀλλὰ σποράδας ἐξ ὀρέων συνέλεξα καὶ
, ἀλλὰ σποράδας ἐξ ὀρέων συνέλεξα καὶ ἐς μίαν ἤγαγον μάνδραν βωκολικὰς Μοίσας , αἳ γέννημα σέθεν . οὐ πλειόνων
5440409 μηκαδες
οὐδέ σφιν θανάτοιο πέλε στονόεντος ἄλυξις , ἀλλ ' ἅτε μηκάδες αἶγες ὑπὸ βλοσυρῇσι γένυσσι πορδάλιος κτείνοντο . Ποθὴ δ
Χαλκίδι δύο ποταμοί , Κέρων καὶ Νηλεύς , ὧν αἱ μηκάδες ἐὰν περὶ τὸ συλλαμβάνειν οὖσαι πίωσιν , ἐὰν μὲν
5439463 φανεισαι
. Μίμαντος ] ὄρος Θρᾴκης . χαρεῖσαι ] γρ . φανεῖσαι . ἀένναοι Νεφέλαι : μετὰ τὴν τοῦ Σωκράτους εὐχὴν
Μίμαντα ” . χαρεῖσαι : ἡδυνθεῖσαι : γράφεται δὲ “ φανεῖσαι ” . ἀέναοι Νεφέλαι : ἡ ἐπεισόδιος . .
5435271 ἀνιασι
φακέλους ἐμβαλόντες , οἷσπερ οὖν ὡς ἀναβαθμοῖς χρώμενοι ἐκεῖνοι εἶτα ἀνίασι . Καὶ νοσοῦντα ἐλέφαντα οὐκ ἄν ποτε καταλίποιεν οἱ
φακέλλους ἐμβαλόντες , οἷσπερ οὖν ὡς ἀναβαθμοῖς χρώμενοι ἐκεῖνοι εἶτα ἀνίασι γήρᾳ βαρεῖς ὄντες . ποῦ δὲ ἠλόησε πληγαῖς πατέρα
5434602 χαριζομεναι
αὑτὴν ἑκάστη καὶ καλούμεναι καὶ τοῖς αὐτοῖς εὐθυμούμεναί τε καὶ χαριζόμεναι καὶ κερδαίνουσαι , ὧν μὲν περίεστι μεταδιδοῦσαι , ὧν
αὐτῷ , τὴν εὑρεθεῖσαν ἄμπελον ὑπὸ τοῦ θεοῦ τοῖς ἀνθρώποις χαριζόμεναι . Λυκοῦργος δὲ μέχρι τῆς θαλάσσης συνεδίωξε τὸν Διόνυσον
5433811 ἡπλωθη
θέας καὶ τῆς προσβολῆς τοῦ κάλλους φησὶν ὅτι ἐθερμάνθη καὶ ἡπλώθη καὶ ἐπὶ τὰ ὅλα ἀνελθεῖν ἠδυνήθη τὰ περὶ τὴν
πολυτρήτου , ὁ μέγας δ ' ἀγρευθεὶς εἰς τὸ πλοῖον ἡπλώθη . Σωτήριόν πώς ἐστι καὶ κακῶν ἔξω τὸ μικρὸν
5432859 ἐλασαντες
ἄγοντες διειλημμένην δεσμοῖς τε καὶ ὑβρίζουσαν ἔτι ὑπὸ ἀγριότητος . ἐλάσαντες δὲ πρὸς τὸν ναὸν οἱ μὲν ἔσω φέρεσθαι τὴν
Μόψοιο θεοπροπίας ἀγόρευσεν . αἶψα δὲ κουρότεροι μὲν ἀπὸ σταθμῶν ἐλάσαντες ἔνθεν ἐς αἰπεινὴν ἄναγον βόας οὔρεος ἄκρην : οἱ
5430733 ἀκηριοι
ἀποιχομένων : ὀπίσω δὲ θεοὶ τελέθονται . ψυχαὶ γὰρ μίμνουσιν ἀκήριοι ἐν φθιμένοισιν . πνεῦμα γάρ ἐστι θεοῦ χρῆσις θνητοῖσι
τε ζαφλεγέες τελέθουσιν ἀρούρης καρπὸν ἔδοντες , ἄλλοτε δὲ φθινύθουσιν ἀκήριοι . ἀλλὰ τάχιστα παυώμεσθα μάχης : οἳ δ '
5428427 συχναι
Χιμαίρας καὶ ἡ Σκύλλης καὶ Κερβέρου , καὶ ἄλλαι τινὲς συχναὶ λέγονται συμπεφυκυῖαι ἰδέαι πολλαὶ εἰς ἓν γενέσθαι . Λέγονται
ἐγίνετο ἐρημουμένην τὴν πόλιν ὁρώντων . μετὰ τοῦτο βουλαί τε συχναὶ καὶ κατηγορίαι τῶν αἰτίων τῆς ἀποστάσεως ἐγίνοντο . ἐν
5427053 ναπαι
ποτῶν , καὶ Πῖς ' Ἀγύλλης θ ' αἱ πολύρρηνοι νάπαι . σὺν δέ σφι μίξει φίλιον ἐχθρὸς ὢν στρατόν
τέκε τέκνα καὶ αὐτίκα γίνετο μήτηρ . Αἴλινά μοι στοναχεῖτε νάπαι καὶ Δώριον ὕδωρ , καὶ ποταμοὶ κλαίοιτε τὸν ἱμερόεντα
5425324 ἡβηϲ
Περὶ πλευρῶν . Ϙζʹ . Περὶ ἰϲχίων καὶ τῶν τῆϲ ἥβηϲ ὀϲτῶν . Ϙηʹ . Περὶ ϲπονδύλων καὶ ἀκανθῶν ῥάχεωϲ
καὶ ἀπορρυήϲονται αἱ τρίχεϲ . βράδιον δὲ ποιεῖ καὶ ἐπὶ ἥβηϲ παιδίων αὔξεϲθαι τρίχαϲ , ἐνίοτε δὲ καὶ τὰϲ οὔϲαϲ
5423794 ἀναφυονται
ἔοικεν : ὅσῳ γὰρ ἂν ἐκκόπτωμεν , τοσῷδε πλείους ἡμῖν ἀναφύονται τοῦ κολάζειν ἀφορμαί . φέρειν δὲ ἀνάγκη καὶ τὸ
. εἰ γὰρ πλησίον ταῦτα μείνοι , τρεπομένων αὐτῶν κώνωπες ἀναφύονται , καὶ κακοσμία γίνεται , ἅπερ ἄμφω τὸν οἶνον
5422646 συννομοι
καρποφόρα τε γᾶς ἐπιπετόμενος ἰαχεῖ . ὧ πταναὶ δολιχαύχενες , σύννομοι νεφέων δρόμωι , βᾶτε Πλειάδας ὑπὸ μέσας Ὠρίωνά τ
καθόλου τοὺς συγγενεῖς αὐτοῦ Κλεωνυμίδας κέκληκε . καὶ ματρόθεν Λαβδακίδαισι σύννομοι : ὡς κατὰ μητέρα ἀπὸ Λαβδάκου καὶ Οἰδίποδος τοῦ
5422447 ἀπικοντο
ἐς Παιονίην . Ἀρισταγόρης δέ , ἐπειδὴ οἵ τε Ἀθηναῖοι ἀπίκοντο εἴκοσι νηυσί , ἅμα ἀγόμενοι Ἐρετριέων πέντε τριήρεας ,
Μιλήσιοι . Κατήλλαξαν δέ σφεας ὧδε οἱ Πάριοι . Ὡς ἀπίκοντο αὐτῶν ἄνδρες οἱ ἄριστοι ἐς τὴν Μίλητον , ὥρων
5421771 στρεβλουμενοι
δράσαντας , οἱ δὲ οὐδὲν οὔτε σφῶν οὔτε ἄλλου κατεῖπον στρεβλούμενοι , οὐδὲ ἄλλῃ πῃ ἐξηλέγχοντο ξυνειδότες τῷ ἔργῳ :
καὶ τὴν φύσιν πικρῶν ἔτι μᾶλλον ἐπ ' αὐτοῖς ἐκθηριωθέντων στρεβλούμενοι κεκαινουργημέναις αἰκίαις , ὥσπερ ἀλλότρια ἢ ἐχθρῶν ἐπιφερόμενοι σώματα
5416290 ποδαγραι
ἔχον εἶναί μοι δοκεῖ διασαφῆσαι . λίνα καὶ στάλικες [ ποδάγραι βρόχοι ] καὶ πᾶσα ἀρκυοστασία καὶ αἱ νεφέλαι λεγόμεναι
ἐπὶ τὰ συμβαίνοντα : περὶ τὸ σῶμα πλευρίτιδες περιπλευμονίαι φρενίτιδες ποδάγραι στραγγουρίαι δυσεντερίαι ληθαργίαι ἐπιληψίαι σηπεδόνες , ἄλλα μυρία :
5413431 τελλιναι
ἐκ θαλάσσης ὄστρεα καὶ κτένες ἐχῖνοί τε καὶ πελωρίδες καὶ τελλῖναι σεύτλοις συνηψημέναι : καὶ γὰρ ἰδιαίτερον ὁ ζωμὸς αὐτῶν
, εὔχυλοι , εὐστόμαχοι , καὶ μάλιστα αἱ μείζους . τελλῖναι γίνονται μὲν ἐν Κανώβῳ πολλαὶ καὶ ὑπὸ τὴν τοῦ
5413310 περιιστανται
ὁκόταν πλήρεες ἔωσιν , ἀεὶ ἐπιδιδόασιν : ὁκόταν δὲ κεναὶ περιίστανται , ἀπ ' αὐτοῦ : οὕτω δὲ καὶ ἡ
ἁλῷ θηρίον κατακλεισθὲν ὑπ ' αὐτῶν εἰς τὰ λίνα , περιίστανται τὴν ἐπιβάλλουσαν μοῖραν ἀπαιτοῦντες τῆς ἄγρας , καὶ ἐὰν
5412373 ὀλεθριαι
πηδῶ , ἡ ἐν τῷ ἅλλεσθαι πέρδουσα : ὀλοαί : ὀλεθρίαι , ὀλέθριοι . φύσαλοι : εἶδος κήτους , μεγάλοι
πηδῶ , ἡ ἐν τῷ ἅλλεσθαι πέρδουσα : ὀλοαί : ὀλεθρίαι , ὀλέθριοι . φύσαλοι : εἶδος κήτους , μεγάλοι
5411891 καπροι
ἔλαφοι ὥσπερ πτηναὶ ἥλλοντο πρὸς τὸν οὐρανόν , οἱ δὲ κάπροι ὥσπερ τοὺς ἄνδρας φασὶ τοὺς ἀνδρείους ὁμόσε ἐφέροντο :
ἀλλ ' εἰσὶν ἐκεῖνο ὃ θεραπεύουσιν , ἄλογοί τινες λύκοι κάπροι καὶ ὄνοι καὶ τοιαῦτά τινα ζῷα . βούλεται οὖν

Back