τις ἐκείνων εὐνομίας βασιλικῆς ἐξοκείλασα πόλεις τὰς ὁμόρους ἠδίκει μηδὲν ἀποδοκιμάζουσα πρὸς σωφροσύνην , οὐ πολιὰν αἰδουμένη , οὐ τὴν | ||
τις γονέας μὴ θεραπεύῃ , τούτῳ δίκην τε ἐπιτίθησι καὶ ἀποδοκιμάζουσα οὐκ ἐᾷ ἄρχειν τοῦτον , ὡς οὔτε ἂν τὰ |
προκληθέντες ἔφθασαν ἀλλήλους προσνέμοντες ἑαυτοὺς τῷ Φιλίππῳ καὶ τὰς πατρίδας ἐγχειρίζοντες . Ἐπ ' ἄρχοντος δ ' Ἀθήνησι Θεμιστοκλέους ἐν | ||
καὶ δυνάστας καθιστάντες καὶ πόλεις τὰς μὲν ἐλευθεροῦντες τὰς δὲ ἐγχειρίζοντες τοῖς δυνάσταις τὰς δ ' ὑπὸ τῷ δήμῳ τῷ |
οἴκους , ταῦτά μοι πρᾶξον , τέκνον , καὶ μὴ βράδυνε μηδ ' ἐπιμνησθῇς ἔτι Τροίας : ἅλις γάρ μοι | ||
τὴν ἐπαγγελίαν γενόμενος καὶ ἀναρτήσας ἑαυτὸν τῆς ἀκροάσεως “ μὴ βράδυνε ” φησὶν “ ἀλλ ' ἤδη διηγοῦ . ” |
: ἐπεὶ τὸ ὑπερχεόμενον καὶ ῥέον ὕδωρ τοῦ φρέατος τὰ προσγενόμενα ἀγαθὰ καὶ γυναῖκα τε καὶ παῖδας μὴ παραμεῖναι μαντεύεται | ||
ἀναλγησίαν ἀλλὰ διὰ μεγαλοψυχίαν : τοὐναντίον δὲ τὰ μεγάλα εὐτυχήματα προσγενόμενα τῷ ἀγαθῷ μακαριώτερον , φησί , ποιήσει τὸν βίον |
δύνανται ποιῆσαι , ἀλλ ' ἐν μισθωταῖς οἰκοῦσι ; καὶ ἀνάσχου μέντοι , ὦ σοφιστά , ἐλεγχόμενος . Νὴ Δί | ||
ἢ ' γὼ παῖδας , εἴπερ εὖ φρονεῖς . τούτους ἀνάσχου δεσπότας ἐμῶν δόμων καὶ μὴ ' πιγήμηις τοῖσδε μητρυιὰν |
πόλις Θρᾴκης προσεχὴς τῇ Παλλήνῃ . Αἰσαῖος , ὡς Αἶα Αἰαῖος . Αἰσύμη , πόλις Θρᾴκης . Ὅμηρος ” τόν | ||
πόλις Ἰβηρίας πλησιόχωροι Καρχηδόνος . τὸ ἐθνικὸν Ἀλθαῖος , ὡς Αἰαῖος , ἢ Ἀλθαιάτης , ἢ Ἀλθαιανός . . . |
, τερεβινθίνης λι αʹ , ἀφρονίτρου γο Ϛʹ , λίθου ἀσσίου ἄνθους γο Ϛʹ , λιβάνου γο Ϛʹ , ἐλαίου | ||
, σμύρνης , πεπέρεως , ἁλῶν ὀρυκτῶν ῥυπαρῶν , λίθου ἀσσίου ἄνθους , στυπτηρίας σχιστῆς ἀνὰ γο αʹ , χαλβάνης |
ὅπως ὅτι μάλιστα θαρρήσομεν , τὸ δὲ τοὐναντίον ὅτι μάλιστα φοβησόμεθα . Ἃ τῆς αἰδοῦς ἔλεγες , ὡς οἰόμεθα . | ||
κἂν τὴν βασιλέως ἀρχὴν καὶ δύναμιν λάβωσιν ; ἔπειτα εἰ φοβησόμεθα οὓς ἂν εὖ ποιῶμεν , τίσι θαρρήσομεν ; οὐχ |
θ οὐχ ὁμιλητὸν ] ἀπρόσψαυστον . ὁμιλητὸν ] φορητὸν καὶ ὑπομονητόν . ὁμιλητὸν ] ὁμιλίαν παραδεχόμενον . δείσασα ] φοβηθεῖσα | ||
. εὐεστοῖ ] εὐτυχίᾳ . . ὁμιλητὸν ] φορητὸν , ὑπομονητόν . . κρατοῦσα ] εὐτυχής . . νικῶσα . |
μὴ κρυπτέτω καὶ καλυπτέτω ἐν σιωπῇ ἀλλ ' ἐπαινείτω καὶ κηρυττέτω αὐτόν , μὴ βλάπτων καὶ ἀθετῶν καὶ ἀτιμάζων τὸν | ||
καὶ ὅσα ἄγεται καὶ φέρεται πάνθ ' ὡς αὐτὸν ἀναπέμπεσθαι κηρυττέτω . γνῴη δ ' ἂν αὐτὸς ἄριστα πρὸς τοὺς |
προσκλυζόμενον . Πεσσὸς κάλλιστος ἀνακαθαρτικὸς τῶν ῥυπαρῶν ἑλκῶν οὗτος . Τερεβινθίνης δραχ . δ . στέατος χηνείου δραχ . ζ | ||
τὸ ἄλειμμα γένηται . Ἄλλο ἄλειμμα πρὸς τὸ αὐτό . Τερεβινθίνης , δαφνίνου ἐλαίου ἀνὰ γοστ . ἰρίνου , ἀνηθίνου |
ὅς ἐστι τετράγωνος ἀριθμὸς ἀπὸ πλευρᾶς λζ δεκάτων . . Κείμενον . Αὐτὸς ἄρα ὁ τετράγωνος ἔσται δυνάμεων τεσσάρων μο | ||
ἔσται δυνάμεως μιᾶς , ἤτοι τετράγωνος . . τετραγώνῳ . Κείμενον . Ἀπὸ Ϟοῦ ἑνὸς μος α . Αὐτὸς ἄρα |
τιμῆς τοσαύτης ἀποστερήσαντες , ἐρήμους γενομένους τῆς ἡγεμονίας ἰδεῖν ἅπαντες τετολμήκασιν : εἶτα τῶν Ἑλλήνων οὐκ ἐνεγκόντων τὴν Λακεδαιμονίων φυγὴν | ||
ἔχειν ὡμολόγηκεν : οἱ δ ' ὑπὲρ ταύτης πάντων ἀμφισβητεῖν τετολμήκασιν : εἰς τοῦτο ἀναιδείας ἐληλύθασι . Λαβὲ δὴ αὐτοῖς |
ὕψος , ἄθας δὲ ὁ θεός . Οὕτω Φίλων . Γέρασα , πόλις τῆς Κοίλης Συρίας , τῆς τεσσαρεσκαιδεκαπόλεως . | ||
. . . . . ξε γοʹ κθ ∠ ʹδ Γέρασα . . . . . . . . . |
τρέφει ἡ Λιβύη . Ἀετὸς θρίπας ὁρῶν : ἐπὶ τῶν ἀφροντιστούντων καὶ καταφρονούντων . Ἀζάνια κακά : ἐπὶ τῶν κακοῖς | ||
τὸν θεὸν ἐξαπατήσεις . Ἀετὸς θρίπας ὁρῶν : ἐπὶ τῶν ἀφροντιστούντων τῶν μικρῶν . Ἄμας ἀπῄτουν , οἱ δ ' |
συλλογισμὸς μόνον , τὸ δὲ καὶ ὡς ἀπόδειξις ἤδη . Πλείω δὲ ταὐτοῦ μέσα τε καὶ αἴτια εἶναι οὐχ οἷόν | ||
οὕτως ἀκαίρως . ἰτέον δ ' ἐφεξῆς τῷ λόγῳ . Πλείω γοῦν ποτε ἐδηδοκότων καὶ ἀπεπτησάντων λεπτά τε καὶ λευκὰ |
στήσομεν εὐθύμως τὸ μυοκτόνον ὧδε τρόπαιον . Ὣς εἰπὼν ἀνέπεισε καθοπλίζεσθαι ἅπαντας . φύλλοις μὲν μαλαχῶν κνήμας ἑὰς ἀμφεκάλυψαν , | ||
. θωρῆξαι , ἀφ ' ἑνὸς μέρους τοῦ σώματος , καθοπλίζεσθαι . ἴα μία : “ ἐν δὲ ἴα ψυχή |
συνῆκα . συνῆχ ' . κοππατίαν ] ὄνομα ἵππου . παρήχησις τὸ σχῆμα . κοππατίαν ] ἵππον . εἴθ ' | ||
τὴν περὶ τὸν ἰχθὺν τὸν μέγαν γινομένην . ἀφραδίῃ : παρήχησις : μωρίᾳ , ἀβουλίᾳ . προφερέστερον : τῶν ἰχθύων |
ὀθόνην ἐξέτεινα ἐν ὀρθῷ ξύλῳ ἐμμέσῳ : καὶ ἐν αὐτῷ διαπορευόμενος τοὺς αἰγιαλούς , ἡλίευον ἰχθύας οἴκῳ τοῦ πατρός μου | ||
αὐτόθεν ξυμμάχων παραλαβὼν τά τε ἄλλα ξυγκαθίστη περὶ τὴν ξυμμαχίαν διαπορευόμενος Πελοπόννησον τῇ στρατιᾷ , καὶ Πατρέας τε τείχη καθεῖναι |
ἐλέῳ τῆς ἱκεσίας οὔτε ἔκτεινεν οὔτε ἀνέστησεν , ἀλλὰ χρήμασιν ἐζημίωσε καὶ τῆς πόλεως μέρος διατειχίσας ἐσήγαγεν ἐς αὐτὸ φρουρὰν | ||
, ὀλίγους δὲ πάνυ τοὺς αἰτίους τῆς ἀποστάσεως φυγαῖς ἀιδίοις ἐζημίωσε , τοῖς δ ' ἄλλοις ἅπασι τὰ σφέτερα συνεχώρησεν |
τὰς θέας αὐτὰ λαμβάνετε : ὑποσιωπήσει ἐχρήσατο . τὸ σχῆμα ὑποσιώπησις . ὡς . . . λαμβάνετε ] πάλιν ὑποσιωπήσει | ||
τὸ οὐ βούλομαι δὲ δυσχερὲς οὐδὲν εἰπεῖν , ἡ δὲ ὑποσιώπησις αἰνίττεταί τι , ὡς ἐνταῦθα . εἴη ἂν οὖν |
σπουδήν . ὁ δὲ Σύλλας τῆς ἐπιούσης τόν τε ταξίαρχον ἐστεφάνου καὶ τοῖς ἄλλοις ἀριστεῖα ἐδίδου . καὶ τὴν Βοιωτίαν | ||
μὲν κατηγόρει , τοὺς δὲ οὐκ ἔψεγε , σὲ δὲ ἐστεφάνου λέγων μὲν οὐδὲν καινόν , οὐ γὰρ ἀφῆκεν ἡ |
Νείλου τὴν ῥύσιν ποιουμένου , καὶ γῆν πολλὴν καὶ παντοδαπὴν καταφέροντος , ἔτι δὲ κατὰ τοὺς κοίλους τόπους λιμνάζοντος , | ||
ὄψις ἑτέρων κακῶν , τοῦ μὲν πυρὸς ἐπιφλέγοντος πάντα καὶ καταφέροντος , τῶν δὲ ἀνδρῶν τὰ οἰκοδομήματα οὐ διαιρούντων ἐς |
μὴ λέγ ' , ὦ πόνηρε , ταῦτ ' . Ἔχ ' ἥσυχος . Ἐγὼ γὰρ ἀποδείξω σε τοῦ Διὸς | ||
χορδὴν φέρε . Φέρε , τοῦ δόρατος ἀφελκύσωμαι τοὔλυτρον . Ἔχ ' , ἀντέχου , παῖ . Καὶ σύ , |
δῆτά σοι τῶν μάντεων ; πότερος ἀμείνων , Ἀμφοτερὸς ἢ Στιλβίδης ; Γ πιέζει Γ : ἀντὶ τοῦ “ λυπεῖ | ||
δῆτά σοι τῶν μάντεων ; πότερος ἀμείνων ἀμφοτέρων ; ἢ Στιλβίδης ; Ἱερόκλεες βέλτιστε χρησμῳδῶν ἄναξ καὶ τῷ Πυριλάμπους ἆρα |
δ ' ἁδελφὴ ' ποιήσει τοῦτό σοι ἀντάλλαγόν γ ' ἕξουσα τούτῳ διδομένη . Μάγειρ ' , ἀηδής μοι δοκεῖς | ||
τὸν ὅρμον ἔσχε Λάβδακος . [ ἐδέξατ ] ' οὖν ἕξουσα δύσφημον [ κλέος ; [ ἐδέξαθ ] ' , |
εἰ δὲ Ἑρμῆς , κωφοὺς ἢ ἀλάλους ἢ βραγχοὺς ἢ τραυλοὺς ἢ ψελλοὺς ποιεῖ . οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ μετὰ | ||
χαρίτων εἰσίν . ὁ Κρόνος τὸν Ἑρμῆν διαμετρῶν δυσγλώττους ἢ τραυλοὺς σημαίνει , καὶ μάλιστα τοῦ Ἑρμοῦ ἐν ἀφώνῳ ζῳδίῳ |
ἀνορεξίας , κάκισται δὲ καὶ αἱ πρασοειδεῖς καὶ μέλαιναι καὶ κατακορεῖς καὶ ποικίλαι καὶ δυσώδεις , καὶ ὑμενώδη ἀποπλύματα μεγάλα | ||
δέχονται , οὐδ ' οἱ ἔκλευκοι , οὐδ ' οἱ κατακορεῖς παντάπασιν , οὐδ ' οἱ φοβεροὶ καὶ ἄθυμοι : |
ἡμέρας ιʹ . γίνεται οὖν ὁ χρόνος τῶν Καισάρων μέχρι Οὐήρου αὐτοκράτορος τελευτῆς ἔτη σκεʹ . ἀπὸ οὖν τῆς Κύρου | ||
ιʹ . ἀπὸ δὲ τῆς Κύρου ἀρχῆς μέχρι αὐτοκράτορος Αὐρηλίου Οὐήρου τελευτῆς ἔτη ψμαʹ . Ὁμοῦ ἀπὸ κτίσεως κόσμου συνάγονται |
πόλις θηλυκῶς ὡς Εὐφορίων βουκολέων Τρηχινῖδα Τυμφρηστοῖο αἰπῆς . . Τυφρηστὸς καὶ πόλις καὶ ὄρος Τραχῖνος ἀπὸ Τυμφρηστοῦ τινος βασιλέως | ||
τῶν Μαγνήτων ἀπὸ πόλεως Εὐρυάμπου λεγομένης . * καὶ * Τυφρηστὸς ὄρος Μηλιέων * . . καὶ τὸν δυναστὴν : |
πάσχοντας : ἔχει δὲ ἡ γραφὴ αὐτοῦ . οὕτως : Ὀπίου . . . . . . . . . | ||
ἄρτῳ κατάπλασσε . Πρὸς τοὺς ἐν τοῖς βλεφάροις ἄνθρακας . Ὀπίου , μίσυος ὀπτοῦ , ἀκακίας , λεπίδος χαλκῆς ἀνὰ |
πλούτῳ προέχει , καὶ σύ μοι δοκεῖς οὐχ οὕτω τῆς ἀπορούσης θαυμάσαι τὸ κάλλος ὅσον αὐτῆς ἐλεῆσαι τὴν ἔνδειαν . | ||
ἄν τις οἰκειότερον κατασκαφῆς νομίσῃ τῇ πόλει , πάσης ἤδη ἀπορούσης δυνάμεως . Ταῦτ ' ἄρα καὶ θείη ἄν τις |
οὕτω γὰρ ἐπιμεληθὲν τὸ πλέθρον ἐνέγκοι μοδίους ἀναμφισβητήτως τεσσαράκοντα . Θέρμους σπείρειν χρὴ πρὸ τῶν ἄλλων μετὰ ἰσημερίαν μετοπωρινήν , | ||
μετὰ δ ' ὡριαῖον διάστημα ἀποσπόγγιζε . Φακοὺς αἶρον . Θέρμους πικροὺς ἐν κονίᾳ βρέχε , ἕως οἰδήσωσιν : λειώσας |
ἄλλαι Τροῖαι . ἐν Ἀττικῇ κώμη , ἥ τις νῦν Ξυπετή δῆμος καλεῖται . ἔστι καὶ πόλις ἐν Κεστρίᾳ τῆς | ||
Ἰλιεύς . καὶ Ξυνιὰς λίμνη , ἣν Βοιβιάδα φασίν . Ξυπετή , δῆμος Κεκροπίδος φυλῆς . ὁ δημότης Ξυπετεών ὡς |
, . , . * . . + , . Αἰπεῖα : πόλις : ἀπὸ τοῦ αἰπύς οἶμαι . εἴρηται | ||
, . , . * . . + , . Αἰπεῖα : πόλις : ἀπὸ τοῦ αἰπύς οἶμαι . εἴρηται |
παραδεχομένων , ψιλῇ φάσει χρωμένῳ , ἀλλὰ διὰ τῆς ἀντικειμένης ἐπισχεθήσεται φάσεως , εἰπόντος τινὸς εἶναι ἀπόδειξιν . εἰ δὲ | ||
τὸ πρὸς τὴν φύσιν , ἢ ἐξ ὑποθέσεώς τι λαμβάνων ἐπισχεθήσεται . ἔστιν οὖν καὶ διὰ τούτων ἐλέγχειν ἴσως τὴν |
, μὴ ἀτίμαζε τὸν γάμον . ἀτιμόω δὲ ἀτιμῶ τὸ ὑβρίζω . Καλῶ τὸ ὀνομάζω , ὡς παρὰ Πλάτωνι , | ||
σκώμματα αἱ μετὰ χάριτος παιδιαὶ καὶ σκώπτω τὸ μετὰ χάριτος ὑβρίζω . εἰσῇξε , - ῆξε ] εἰσῆλθεν ἡ κωμῳδία |
. καὶ Κύπρις , ἅτ ' εἶ γένους προμάτωρ , ἄλευσον : σέθεν γὰρ ἐξ αἵματος γεγόναμεν : λιταῖς [ | ||
ἄλευσον ] φύλαξον , ἀποδίωξον καὶ ἀποσόβησον τοὺς ἐχθρούς . ἄλευσον ] καὶ δίωξον τοὺς ἐχθρούς . ἄλευσον ] βοήθησον |
[ κδʹ . Πρὸς τὰς ἐκ τοκετοῦ χλωράς . ] Πάνακος ῥίζας τρίψας ἐν οἴνῳ γλυκεῖ δίδου πιεῖν νηστικῇ . | ||
νίτρου λεάνας , δίδου πίνειν μεθ ' ὕδατος θαρρῶν . Πάνακος ῥίζης , κυμίνου , ἀνὰ δραχμὰς δύο , νίτρου |
εἶδος τῶν λόγων ποιούμενοι , καί τις πάλιν ἡμῖν αὐτὸ ὀνειδίσῃ . Ἀλλὰ δὴ πειράσομαί γε καθ ' ὅσον ἂν | ||
συνέμιξε τὸ γένος αὐτοῦ καὶ τὴν τέχνην , ἵνα πλέον ὀνειδίσῃ . δείκνυσι δὲ τὴν εὐτέλειαν τοῦ Κλέωνος , ἀφ |
ἀδικοῖντο , καὶ τιμὰς περιάπτειν αὐτοῖς : τούτοις δ ' εὐεργετοῦντα ὑπερβάλλειν αὐτὸν οὐδέν ' ἂν ἡγεῖτο δύνασθαι . πρὸς | ||
τὴν οἰκουμένην , ἐξημεροῦντα μὲν τὴν χώραν ταῖς φυτείαις , εὐεργετοῦντα δὲ τοὺς λαοὺς μεγάλαις τιμαῖς καὶ χάρισι πρὸς τὸν |
ἐν τῷ κατ ' Αἰσχίνου . πόλις ἐστὶ τῆς Βοιωτίας Κορσιαὶ , ὡς Θεόπομπος ἐν τῇ λʹ . Κοτύλαιον ὄρος | ||
δὲ Φωκεῖς Βοιωτοί εἰσιν ἔθνος , καὶ πόλεις αἵδε : Κορσιαὶ , Σίφαι καὶ λιμὴν , Εὔτρητος καὶ τεῖχος Βοιωτῶν |
! ] ? . μηθαμῶς . οὐκ οἶδ ' : ἀθυμῶ καὶ δέδοιχ ' ὑπερβολῆι . εἰκός τι πάσχειν . | ||
τοι πρὸς ς ' ἀποσκοποῦς ' , ἄναξ . Δεινῶς ἀθυμῶ μὴ βλέπων ὁ μάντις ᾖ . Δείξεις δὲ μᾶλλον |
Ἑρμοῦ . κεῖται δὲ ἐν τῷ κλίματι τῷ τῆς Αἰγύπτου ἀπομεμερισμένον ἀνέμῳ Λιβί . κυριεύει δὲ κνημῶν . ἀναβαίνει δὲ | ||
. κεῖται δὲ ἐν τῷ κλίματι τῷ τῆς Περσίδος , ἀπομεμερισμένον ἀνέμῳ Ἀπηλιώτῃ . κυριεύει δὲ κεφαλῆς καὶ ὅλου προσώπου |
' ἀνδρὸς ἄνδρα Κερκίδας ἀπέκτεινεν . × – ˘ “ βαύ βαύ ” καὶ κυνὸς φωνὴν ἱείς . ἀνὴρ ὅδ | ||
ἀνδρὸς ἄνδρα Κερκίδας ἀπέκτεινεν . × – ˘ “ βαύ βαύ ” καὶ κυνὸς φωνὴν ἱείς . ἀνὴρ ὅδ ' |
' ἑξῆς ἡμερῶν ε καὶ διαλίμπανε δέκα . Διουρητικόν . Καρδαμώμου , ἀμώμου , σχοίνου ἄνθους ἀνὰ ⋖ Ϛ , | ||
ὄξει ἐπίχριε : τοῦτο ῥήσσει καὶ ξηραίνει . Ἄλλο . Καρδαμώμου σπέρμα κυαμίνῳ ἀλεύρῳ σὺν ὕδατι κατάπλασ - σε δὶς |
τετριμμένην τὴν σὺν μέλιτι διαμεμιγμένην ἢ τὸ ῥόδων ἄνθος : σύγκλυζε καὶ στόμα ἑψήματι τῶν τῆς ἐλαίας φύλλων . Κεφ | ||
ιεʹ . Πρὸς ὀδονταλγίαν . ] Σκινελαίῳ μὴ παλαιῷ ὀδόντας σύγκλυζε . ἄλλο . συγκλυζέσθω τὸ στόμα σὺν τοῖς πηγάνου |
ἀπὸ τῶν εἰς ω ῥημάτων : οἷον πείθω Πειθώ , κλώθω Κλωθώ , καλύψω Καλυψώ : καὶ εἰς ων : | ||
δισύλλαβα βαρύτονα διὰ τοῦ ω μεγάλου γράφονται : οἷον , κλώθω : γνώθω , ἀφ ' οὗ τὸ ἐγνώσθη : |
μοῦνον ἀποτμήξας πόλιος πεδίον δὲ δίηται , καὶ δή μιν καταπαύσῃ ἀγηνορίης ἀλεγεινῆς ἥ μιν ἔχεσκ ' , ἐπεὶ οὔ | ||
ἕως ἂν αἴθων : ἕως ἂν ὁ Μακεδὼν Ἀλέξανδρος ἐλθὼν καταπαύσῃ τὸν πόλεμον κυριεύσας καὶ μοναρχήσας . ἡ δὲ Ὀλυμπιὰς |
. τί τὸ κακόν ; ἀλλ ' ἦ κοκκύμηλ ' ἠκρατίσω ; τὸν Πειραιᾶ δὲ μὴ κεναγγίαν ἄγειν . ἥ | ||
. τί τὸ κακόν ; ἀλλ ' ἦ κοκκύμηλ ' ἠκρατίσω ; τὸν Πειραῐᾶ δὲ μὴ κεναγγίαν ἄγειν ἥτις κυοῦς |
συνέδραμεν . : Φιλοκτήτου δ ' ἐστὶ καὶ ἡ παλαιὰ Κρίμισα περὶ τοὺς αὐτοὺς τόπους . Ἀπολλόδωρος δὲ ἐν τοῖς | ||
ἐθνικὸν Κριθώσιος ὡς Περκώσιος . ἔστι καὶ ἄκρα Ἀκαρνανίας . Κρίμισα , πόλις Ἰταλίας πλησίον Κρότωνος καὶ Θουρίου . Λυκόφρων |
. Ἐλαίου παλαιοῦ λι βʹ , ἰρίνου γο Ϛʹ , στυρακίνου γο Ϛʹ , δαφνίνου γο Ϛʹ , τερεβινθίνης , | ||
μυελοῦ ἐλαφείου γο δʹ , στύρακος γο αʹ , ἐλαίου στυρακίνου γο δʹ , ἐλαίου ἰρίνου γο Ϛʹ , πεπέρεως |
Γ ψήφῳ δακεῖν : οἷον καταδικάζειν . πανταχοῦ δὲ ὡς φιλοδίκους καὶ πρὸς τὸ καταδικάζειν ἑτοίμους τοὺς Ἀθηναίους κωμῳδεῖ . | ||
ἐστρατευμένους καὶ ἐπαίνου ἀξίους : τοὺς δὲ διαδιδράσκοντας τὰς στρατείας φιλοδίκους εἶναι καὶ συκοφάντας . ἢ τὸ ἐναντίον , ἵνα |
ἀριστερῶν μερῶν , μέχρι τῶν στενῶν τοῦ Ἀραβίου κόλπου στάδιοι ͵͵α ͵αχοʹ . Ἀπὸ δὲ τῶν στενῶν τοῦ Ἀραβίου κόλπου | ||
τὸ μὲν ἀρκτῷον αὐτῆς ἄκρον ἀπὸ τοῦ ἀρκτῴου ὁρίζοντος σταδίους ͵͵α ͵δσνʹ : τὸ δὲ δυτικὸν αὐτῆς ἄκρον [ ἀπὸ |
τὸ ἔργον , ὑπὲρ βασιλείας , ὑπὲρ ἐλευθερίας , ὑπὲρ εὐροίας , ὑπὲρ ἀταραξίας . τοῦ θεοῦ μέμνησο , ἐκεῖνον | ||
καὶ τῶν νύκτωρ τε καὶ τήμερον πεποιημένων δοκῶ μοι τῆς εὐροίας τὸν Ὅμηρον ἐπιγράψασθαι : θείως γάρ πως καὶ μαντικῶς |
τρόπον σώφρονα . Ὅτῳ δὲ ταῦτα μὴ μαρτυρεῖται , μὴ βεβαιοῦτε αὐτῷ τοὺς ἐπαίνους , καὶ τῆς δημοκρατίας ἐπιμελήθητε ἤδη | ||
λύετε , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , τὰς παρανόμους γνώμας , βεβαιοῦτε τῇ πόλει τὴν δημοκρατίαν , κολάζετε τοὺς ὑπεναντίως τοῖς |
μάλιστα τὸν σπλῆνα νοσεῖ , ἄνθρακας μυρικίνους εἰς ὕδωρ ἀποσβέσας παράσχε πιεῖν . καὶ ἀνθρώπους δὲ οἶνος ἀντὶ τοῦ ὕδατος | ||
ἀνὴρ τῶν στρατηλατῶν οὐ δύναται πάντα θεωρῆσαι , ἀλλὰ βοηθοὺς παράσχε ἑκάστῳ : γράφεται καὶ θράσει : λείπει ἡ ἐν |
πόλις Ἰωνική . Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ . τὸ ἐθνικὸν Μυήσιος ὡς Φαγρήσιος . Μυκάλη , πόλις Καρίας . Ἡρόδοτος πρώτῃ . | ||
πόλις καὶ ποταμὸς Πισιδίας . τὸ ἐθνικὸν Πυδήσιος , ὡς Φαγρήσιος καὶ Μαγνήσιος , οὗ τὸ Μαγνησία . Πύδνα , |
Βριάρεως . . . + . Βριάρηο : οἷον : Βριάρηο κόρα . ἔστι Βριαρῆος ἡ εὐθεῖα καὶ Θετταλικῶς γενικῇ | ||
εὐθεῖαν ἀναχθεῖσα ἐποίησε τὴν Βριάρεως . . . + . Βριάρηο : οἷον : Βριάρηο κόρα . ἔστι Βριαρῆος ἡ |
: τὸν ἄγαν πρέποντα ἐν πᾶσιν . . . . Ἀρίσβη : πόλις : ἀπὸ Ἀρίσβας † Δαρδανίδης : Λυκόφρων | ||
ἣν ἔγημε Δάρδανος , ἀφ ' ὧν γέγονεν Ἐριχθόνιος . Ἀρίσβη πόλις ἀπὸ Ἀρίσβας θυγατρὸς Τεύκρου , ἣν ἔγημε Δάρδανος |
ὁ μὲν ζηλωτός , ὁ δὲ ἐλεεινός : ὁ μὲν ἐπάρατος , ὁ δὲ ἐπαινετός : ὁ μὲν μοιχικός , | ||
τοῦτο . παρ ' αὐτῷ δὲ καὶ λιμὴν ὁ καλούμενος ἐπάρατος καὶ ἐξάγιστος . . . ἐξάγιστος ] ὁ ἄγαν |
, ἀντιβολῶ σε , τοῦτο τί ; Φιλοξένου καινή τις ὀψαρτυσία . ἐπίδειξον αὐτὴν ἥτις ἔστ ' . ἄκουε δή | ||
, ἀντιβολῶ σε , τοῦτο τί ; Φιλοξένου καινή τις ὀψαρτυσία . ἐπίδειξον αὐτὴν ἥτις ἔστ ' . ἄκουε δή |
τοῦτο γὰρ οἶδε καὶ ῥῶσαι τὸν στόμαχον καὶ λεπτῦναι καὶ ἀπωθῆσαι τὸ περιττὸν ἐν αὐτῷ περιεχόμενον . οὕτω μὲν διαιτᾶν | ||
ἀσθενής τε ἡ δύναμις , τότε μὴ ἰσχύουσα ἡ φύσις ἀπωθῆσαι ἐπὶ τοὺς φυσικοὺς ὑπονόμους τὴν ὕλην , ἐξ ἀνάγκης |
σὺ δὲ οὐ πῶλον ζητῶν ἀγέρωχον , ἀλλ ' ἰδὼν ἀδικουμένην | τὴν χώραν . . . . . . | ||
] , τὴν ἤπειρον κόλπον εἰργάσατο . ἰδὼν δὲ οὗτος ἀδικουμένην τὴν φύσιν | . . . . . . |
οὗτος νόμος ἄφυκτος , καθ ' ὃν πάντα τέτακται . Κινεῖται δὲ τὸ κινούμενον κατ ' ἐνέργειαν τῆς κινήσεως τῆς | ||
' ἕνεκα λέγομεν , τοῦτο μόνον φυλάττωμεν , ἐρωτῶντες : Κινεῖται καὶ ῥεῖ , ὥς φατε , τὰ πάντα ; |
' οἰκόσιτος ὡς Ἀθηναῖοι : μηδὲ οἰκογενῆ , ἀλλ ' οἰκότριβα . . Τὸ ὁλοσφύρατον ἔκβαλλε καὶ ἤτοι σφυρήλατον λέγε | ||
, ἀλλ ' οἰκόσιτος : μηδὲ οἰκογενῆ , ἀλλ ' οἰκότριβα . Σφυρήτατον , καὶ ὁλόσφυρον , οὐχ ὁλοσφύρατον . |
καὶ αὗται δοκοῦσιν . Ἀρετὴ μὲν ἡ ἀνδρώδης αὕτη , Σωφροσύνη δὲ ἐκείνη καὶ Δικαιοσύνη ἡ παρ ' αὐτήν . | ||
ἔοικεν , αἰδὼς οὐκ ἀγαθὸν καὶ ἀγαθόν . Φαίνεται . Σωφροσύνη δέ γε ἀγαθόν , εἴπερ ἀγαθοὺς ποιεῖ οἷς ἂν |
θαυμάζειν μᾶλλον τοὺς ἀρχιτέκτονας τῶν ἔργων ἢ τοὺς βασιλεῖς τοὺς παρασχομένους τὰς εἰς ταῦτα χορηγίας : τοὺς μὲν γὰρ ταῖς | ||
, ὦ ἄνδρες δικασταί , οὕτω πολλὰ καὶ μεγάλα τεκμήρια παρασχομένους ἡμᾶς ἀπολέσθαι ἀδίκως . ἀκήκοα γὰρ ἔγωγε καὶ τοῦ |
τύχῃ λέγων ὁ πλούταξ , πάνυ τοῦτ ' ἐπαινῶ καὶ καταπλήττομαι δοκῶν τοῖσι λόγοισι χαίρειν . εἶτ ' ἐπὶ δεῖπνον | ||
] ὦ ἰὼ ] ὦ πέφρικ ' ] φοβοῦμαι καὶ καταπλήττομαι πρᾶξιν ] τὴν δυστυχίαν , τὸ πάθος ἡμέτερα † |
μεγίστων κύκλων οὖσαι τῶν παραλλήλων κύκλων περιφέρειαι αἱ ΚΡΛ , ΕΞΖ , ΑΝΒ , ΗΟΘ , ΓΠΔ περιφέρειαί εἰσιν . | ||
τὸ Α στερεὸν τῆς πυραμίδος τῆς βάσιν μὲν ἐχούσης τὸ ΕΞΖ ΟΗΠΘΡ πολύγωνον , κορυφὴν δὲ τὸ Ν σημεῖον . |
ἑταίρους , ὥσπερ πατὴρ ὑὸν ἐξ οἰκίας μετὰ ὀχληρῶν συμποτῶν ἐξελαύνων ; Γνώσεταί γε , νὴ Δία , ἦ δ | ||
Φιλοκτήτης Εὐνέῳ τῷ Ἰάσονος συνεξῄρει τὰς μικρὰς τῶν νήσων Κᾶρας ἐξελαύνων , ὑφ ' ὧν κατείχοντο , καὶ μισθὸς τῆς |
, ὀβελίζει τοὺς ἑπτὰ τούτους στίχους : ἀπὸ τοῦ ΠΑΝΤΑ ΙΔΩΝ , μέχρι τοῦ , ΑΛΛΑ ΤΑΓ ' ΟΥΠΩ ΕΟΛΠΑ | ||
ὑψηλότατα οἰκήματα οἰκεῖ : τουτέστι τὸν οὐρανόν . . ΚΛΥΘΙ ΙΔΩΝ . Ὡς πάντα ἐφορῶν καὶ ἀκούων τῶν γινομένων , |
ἕτερα . Ἴσον , ἰσάριθμον , ἰσοπληθές , ἰσοτελές , ἰσόμηκες , ἰσομέγεθες , ἰσομέτρητον , ἰσοστάσιον , ἰσόσταθμον , | ||
σκαληνόν , ὀρθογώνιον ἀμβλυγώνιον ὀξυγώνιον . στερεομετρία , πλευραί , ἰσόμηκες τετράγωνον , πρόμηκες ἑτερόμηκες , βάθος ἔχον , ἀβαθές |
ἔμοιγε εἶναι δοκεῖ . ὥστε , ὦ παῖδες μεγάλου καὶ ὑπερφυοῦς πατρός , φρονεῖτε μὲν ἄξια τοῦ τεκνώσαντος , πενθεῖτε | ||
τῆς ἐλευθερίας ἀγωνίζεσθαι . ὦ μεγάλης μὲν τῆς ἐπινοίας καὶ ὑπερφυοῦς , θαυμαστῆς δὲ τῆς ῥώμης , ὅστις ταῦτα πρῶτος |
γεγράφασι ; καὶ ὁ Δημοκλῆς εὖ γε νὴ τοὺς θεοὺς ἐπιτετίμηκας , ἔφη , Διονύσιε . καὶ Σάτυρον δέ τινα | ||
γεγράφασι ; καὶ ὁ Δημοκλῆς εὖ γε νὴ τοὺς θεοὺς ἐπιτετίμηκας ἔφη Διονύσιε . καὶ Σάτυρον δέ τινα ἀναγράφει ὁ |
θρῆνον . σθένος ] τῶν Περσῶν . δίαινε πῆμα ] δάκρυε τὸ ἀτύχημα . δόσιν κακάν ] δίδου τοῖς κακοῖς | ||
. τὸ δὲ τοὺς Θηβαίους ἐλεεῖς , ὡσανεὶ ἔλεγε μὴ δάκρυε τὰς Θήβας , Αἰσχίνη , ἀφ ' ὧν πεπλούτηκας |
φλεβὸς , ἀρτηρίης . Μυελὸς τροφὴ ὀστέου , διὰ τοῦτο ἐπιπωροῦται . Δύναμις πάντα αὔξει καὶ τρέφει καὶ βλαστάνει . | ||
ἡ προσήκουσα , τοῖσιν ὀθονίοισιν ἐπίδεσις . Μὴ ἐμπεσὸν γὰρ ἐπιπωροῦται ἔξωθεν . Ἐκ γενεῆς δὲ ἢ ἐν αὐξήσει ἐξαρθρήσαντα |
παντὶ δήλη , ὅστις Ἑρμῆν καλεῖ λόγιον καὶ ἀγοραῖον καὶ ἐμπολαῖον : ἐναγωνίῳ δὲ καὶ ἀντὶ χορηγοῦ καθέστηκεν . Ὅμηρος | ||
: καταχρηστικῶς δὲ πᾶς πωλῶν κάπηλος λέγεται . ἀλλ ' ἐμπολαῖον : Ποιήσατε πράτην . . πραγματευτήν . . πραγματευτικόν |
ὅσον ἐφ ' ἑαυτῷ κατὰ τὸν μερισμὸν τοῦ λόγου , παριστάνει ἐκ τοῦ δηλουμένου πληθυντικὴν ἔννοιαν . ἀλλὰ καὶ ὅτε | ||
περιφερόμενον μήτε μοι Λυδῶν καρύκας μήτε μαστίγων ψόφους τρυφηλοὺς αὐτοὺς παριστάνει . καὶ ὁ Λυδοφοίτης δὲ μυροπώλης τὴν τρυφὴν ταύτην |
: υἱέϊ δὲ Πριάμοιο Λυκάονι εἴσατο φωνήν : τῷ μιν ἐεισάμενος προσέφη Διὸς υἱὸς Ἀπόλλων : Αἰνεία Τρώων βουληφόρε ποῦ | ||
, ὃς Φρυγίῃ ναίεσκε ῥοῇς ἔπι Σαγγαρίοιο : τῷ μιν ἐεισάμενος προσέφη Διὸς υἱὸς Ἀπόλλων : Ἕκτορ τίπτε μάχης ἀποπαύεαι |
ἔσχον τιμὴν βασιλικὴν , ἤγουν βασιλεῦσι πρέπουσαν . . ΔΕΥΤΕΡΟΝ ΑΥΤΕ ΓΕΝΟΣ . Ὁ μὲν Ὀρφεὺς τοῦ ἀργυροῦ γένους βασιλεύειν | ||
καὶ καταστεῖλαι τὸ θυμοειδὲς αὐτῶν . . ΠΑΥΡΟΙ Δ ' ΑΥΤΕ ΜΕΤΕΙΚΑΔΑ ΜΗΝΟΣ ΑΡΙΣΤΗΝ . Τὴν καʹ οἱ Ἀθηναῖοι μετεικάδα |
εὐφιλήταν ] εὖ φιλουμένην . εὐφιλήταν ] ἀγαπητήν . θ εὐφιλήταν ] καλῶς φιλουμένην , ἀγαπητήν . εὐφιλήταν ] φίλην | ||
ἥν ποτε ἔθου εὖ πεφιλημένην . εὐφιλήταν ] πεφιλημένην . εὐφιλήταν ] προσφιλῆ . εὐφιλήταν ] εὖ φιλουμένην . εὐφιλήταν |
. ἔπειτα καὶ τρόπον τινὰ τὸ πρᾶγμά μοι λυσιτελὲς εἶναι νενόμικα . οἷον φίλερίς τίς ἐστι καὶ μάχεταί τί μοι | ||
τις ἄλλος μικρὸς ᾖ : τοὺς γὰρ μεγάλους τούτους ἅπαντας νενόμικα ἀνθρωποφάγους ἰχθῦς . τί φής , ὦ φίλτατε , |
οἰκοῦντες Ζαριασπηνοί ἐγχωρίως . ἀπὸ δὲ τοῦ Ζαριάσπη Ζαριασπεύς . Ζαύηκες , ἔθνος Λιβύης , Ἡρόδοτος δʹ . ” Ζαύηκες | ||
Περιηγήσει Ἀσίας : ἐξ αὐτῆς σιτοφάγοι καὶ ἀροτῆρες . . Ζαύηκες : ἔθνος Λιβύης . Ἡρόδοτος δ . Ζαύηκες ἔθνος |
κοινῷ καὶ καταγωγὰς τοῖς ἑαυτῶν βίοις ἀσφαλεῖς τούτους εἶναι τοὺς παρασκευαζομένους : μαχητὰς δέ γε καὶ δικαίους ἄνδρας καὶ τὰς | ||
, καὶ τοὺς παιδοτροφεῖν καὶ μὴ παιδοτροφεῖν , καὶ τοὺς παρασκευαζομένους συμβιοῦν τοῖς δυνάσταις καὶ μὴ προσιόν - τας . |
τοὺς τῆς αὐτῆς φύσεως κεκοινωνηκότας ἤτοι ἀπλανεῖς ἀστέρας ἢ τόπους ζῳδιακοὺς κατὰ τὰς ἀποδεδειγμένας αὐτῶν πρὸς τοὺς πλανῆτας συνοικειώσεις . | ||
[ αὐτοῖς ] φύσεως κεκοινωνηκότας ἤτοι ἀπλανεῖς ἀστέρας ἢ τύπους ζῳδιακοὺς κατὰ τὰς ἀποδεδειγμένας αὐτῶν πρὸς τοὺς πλανήτας συνοικειώσεις . |
Ἀσσυρίοις . Οἱ δὲ ὅτι βηρύτου τὴν ἰσχύν φασι . Βοστρηνὸς ποταμὸς Σιδῶνος , ἀφ ' οὗ καὶ πόλις Βόστρα | ||
Ἀσσυρίοις . Οἱ δὲ ὅτι βηρύτου τὴν ἰσχύν φασι . Βοστρηνὸς ποταμὸς Σιδῶνος , ἀφ ' οὗ καὶ πόλις Βόστρα |
βοῦς . Καὶ τίς εἶδε πώποτε βοῦς κριβανίτας ; Τῶν ἀλαζονευμάτων . Καὶ ναὶ μὰ Δί ' ὄρνιν τριπλάσιον Κλεωνύμου | ||
βοῦς . καὶ τίς εἶδε πώποτε βοῦς κριβανίτας ; τῶν ἀλαζονευμάτων . καὶ ναὶ μὰ Δί ' ὄρνιν τριπλάσιον Κλεωνύμου |
μὲν ἀνθρώπους ἀσθενεστέρους οἱ δυνατώτεροι συνεχέσι καὶ ἀδιαστάτοις ἐπιτάγμασιν , ἐβάρυναν δὲ καὶ τὰς ἀρούρας ἀεὶ κέρδη μεταδιώκοντες ἐκ πλεονεξιῶν | ||
ὁμόνοια ἡρμόζετο πάντα γὰρ δι ' ἑβδομάδος καὶ ἑβδομάς , ἐβάρυναν μὲν ἀνθρώπους ἀσθενεστέρους οἱ δυνατώτεροι συνεχέσι καὶ ἀδιαστάτοις ἐπιτάγμασιν |
ἐκμέμακται ἐκ τοῦ παραδείγματος . εἰ κέρδους κρείττων ἐγενόμην , ἐζήλωσα τὸν ὁσημέραι πλουτοδοτοῦντα . εἰ τὸν θυμὸν ἐχαλίνουν , | ||
ἐστι διαπεπραγμένος , ἐπαβελτερώσας τὸν πρότερον ἀβέλτερον . οὐπώποτ ' ἐζήλωσα πολυτελῆ νεκρόν : εἰς τὸν ἴσον ὄγκον τῷ σφόδρ |
παῖδα , διέβαλλεν ὡς ἀσελγῆ τῷ πατρί : ὁ δὲ ἐπήρωσεν αὐτὸν καὶ ἐγκατῳκοδόμησεν . ἐπὶ τούτοις καὶ ὁ πατὴρ | ||
ἢ γῆρας , ἡ ἀναγκαία καὶ κοινὴ πάντων νόσος , ἐπήρωσεν ; ἔτι δ ' οὐχὶ πλοῦτοι καὶ δόξαι καὶ |
μετοχήν . ἐπ ' ἄτρυτον : τὸν ἄτρυτον καὶ τὸν ἀκαταπόνητον : ἐκ δὲ τούτου τὸν ὑπερβεβλημένον ὡς δεινὸν ἐμφαίνει | ||
ἀκατάβλητον ] τὸν μὴ καταβάλλοντά τι ἤτοι διδόντα , τὸν ἀκαταπόνητον . , τὸν ἀκαταγώνιστον , τὸν ἰσχυρόν . ἔξαρνος |
οὗ καὶ Χαρισίου πόρτα . Ἀφροδίσιος : ὄνομα κύριον . Ἀρκείσιος : ὄνομα ποταμοῦ . Σιμοείσιος : ὄνομα κύριον : | ||
. ὧδε γὰρ ἡμετέρην γενεὴν μούνωσε Κρονίων : μοῦνον Λαέρτην Ἀρκείσιος υἱὸν ἔτικτε , μοῦνον δ ' αὖτ ' Ὀδυσῆα |
ἡ ἔπαυλις . σταφυλή : ὁ καρπός . καὶ τὸ τεκτονικὸν ἐργαλεῖον . στεῦται : ὁρμᾶται . διορίζεται . ἵσταται | ||
οἴκους τε καὶ πόλεις καλῶς οἰκήσειν μαντικῆς ἔφη προσδεῖσθαι : τεκτονικὸν μὲν γὰρ ἢ χαλκευτικὸν ἢ γεωργικὸν ἢ ἀνθρώπων ἀρχικὸν |
. Μεθόδιος , . , . . Ἁμαρτῶ : τὸ ἀποτυγχάνω : ἀπὸ τοῦ μάρπτω , τὸ καταλαμβάνω , ὅθεν | ||
, , . . α . . Ἁμαρτάνω : τὸ ἀποτυγχάνω : ἀπὸ τοῦ ἁμάρτω ἁμαρτάνω , ὡς ἥδω ἁνδάνω |
τοὺς λόγους . ὥστε τίς ἂν φρονῶν ταύτην τὴν δύναμιν ζηλώσειεν , ἣ τῶν καιρῶν τοσοῦτον ἀπολείπεται ; πῶς δ | ||
ἠρόμην , ὅπου μηδ ' αὐτῶν τις τῶν μαθητῶν αὐτοῦ ζηλώσειεν ἄν ; τὸν γοῦν Θεαγένη τοῦτο μάλιστα αἰτιάσαιτο ἄν |
ἐφ ' ὧν ἐστι θερμὴ διάθεσις , κεχρῆσθαι τοιούτοις . Ἴρεως Ἰλλυρικῆς . . . δραχ . ιδʹ σμύρνης τρωγλοδύτιδος | ||
, στάδια ρʹ , μίλια ιϚʹ . Ἀπὸ δὲ τοῦ Ἴρεως ποταμοῦ εἰς Ἡράκλειον , ἱερὸν καὶ ἀκρωτήριον , στάδια |
οἰκῶν τῶν ἀγρῶν . ἀλλ ' εἰπέ μοι τὸ πρᾶγμα τοὐξημβλωμένον . ἀλλ ' οὐ θέμις πλὴν τοῖς μαθηταῖσιν λέγειν | ||
, ὅπερ οὕτως ἔχει τηλοῦ γὰρ οἰκῶν βίοτον ἐξιδρυσάμην . τοὐξημβλωμένον ] τὸ ἀπολωλὸς καὶ διεφθαρμένον . ἀλλ ' οὐ |
εἰ τουτονὶ κεχειροτονήκας ' οἱ θεοί ; Ἕξεις ἀτρέμας ; Οἴμωζε : πολὺ γὰρ δή ς ' ἐγὼ ἑόρακα πάντων | ||
ὁ Ζεὺς ποεῖ ; Ἀπαιθριάζει τὰς νεφέλας ἢ ξυννέφει ; Οἴμωζε μεγάλ ' . Οὕτω μὲν ἐκκεκαλύψομαι . Ὦ φίλε |
σεβασμίων οἴκων ὅ τε διὰ χρυσοῦ καὶ ἀργύρου καὶ λοιπῆς χρειώδους ὕλης ἀφαιρεθῆναι κόσμος ἢ καὶ αὐτοὶ οἱ πανευαγεῖς οἶκοι | ||
ἀὴρ ὄργανονκαὶ ἔτι τὰς ἐτησίους ὥρας , πυρὸς τοῦ μὲν χρειώδους πρὸς τὰ ἑψόμενα καὶ θερμαινόμενα , τοῦ δὲ οὐρανίου |
τῇ νήσῳ πλὴν ἑνὸς ἐξαυάνθη . Χρεωμένοισι δὲ τοῖσι Θηραίοισι προέφερε ἡ Πυθίη τὴν ἐς Λιβύην ἀποικίην . Ἐπείτε δὲ | ||
Θεμιστοκλέα παρεχόμενον οὕτω ἐκέλευε γνώμας συμβάλλεσθαι . Ταῦτα δέ οἱ προέφερε , ὅτι ἡλώκεσάν τε καὶ κατείχοντο αἱ Ἀθῆναι . |