κέρδος φόβῳ ζημίας ἀδήλου ; θαυμάζω δέ , εἰ χρημάτων ἀποβολὴν ὑφορώμενος ἔνδειαν σαυτῷ προξενεῖς καὶ μέλλουσαν μὲν δυσχεραίνεις πενίαν
τῆς ἀφροσύνης προσεκτήσατο τὴν φρόνησιν , ἢ κατὰ τὴν ἐκείνης ἀποβολὴν καὶ τὴν ταύτης κτῆσιν γέγονε φρόνιμος . καὶ εἰ
7970379 συγκοπην
, οὕτω καὶ τὸ βλήμενος , ἐκ τοῦ βεβλημένος κατὰ συγκοπήν . . . . βλῆσθαι : ἀπὸ τοῦ βλῶ
ἀπαγγελεῖ καὶ εἰς τὸ μέλλον διαστέλλεται . ἀππέμψει , κατὰ συγκοπήν , ἀποπέμψει . ἀπροτίμαστος ἄψαυστος , ἀπρόσθικτος : τὸ
7728551 πλεονασμον
Δωρικὴν γίνεται φάζω ὡς βῶ βάζω , καὶ Αἰολικῶς κατὰ πλεονασμὸν τοῦ υ φαύζω : οἱ γὰρ Αἰολεῖς εἰώθασι τῷ
ἐν Ἠλιακῶν πρώτῳ . τὸ ἐθνικὸν Νωνακρίτης , καὶ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ α Νωνακριάτης , ὁ Ἑρμῆς . Λυκόφρων „
7355689 ἀναδιπλασιασμον
ὁ παρακείμενος ἦρκα καὶ ὁ μέσος ἦρα , καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν Ἀττικὸν ἄρηρα , ἡ μετοχὴ ἀρηρώς : οὔτε φρεσὶν
, ὡς ῥίπτω ῥιπτάζω καὶ ἐνθουσιῶ ἐνθουσιάζω , καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν παφλάζω . . . , πεπάλη : πάσω πάλη
7352033 συναιρεσιν
τοῦ τος τὰ δὲ διὰ τοῦ εος , ἃ καὶ συναίρεσιν ἐπιδέχονται , τρεῖς σοι τούτων κανόνας προτίθεται , τὸν
τειχέοιν καὶ κατὰ συναίρεσιν τειχοῖν . ὦ τείχεε καὶ κατὰ συναίρεσιν τείχη . Πληθ . Τὰ τείχεα καὶ κατὰ συναίρεσιν
7235218 παραγωγην
εἰς ος πρωτοτύπων μὴ ἐπιδεχομένων τὰ ἄρθρασύγκρισίν . τε καὶ παραγωγὴν ἀνεδέξατο , ὡς ἐν Ἀλκυόνι Ἐπίχαρμος , αὐτότερος αὐτῶν
ταρασσόμενοι : ἀτύω , τὸ ταράσσω , ἀτύσω καὶ κατὰ παραγωγὴν ἀτύζω Αἰολικῶς , . , . . . Ἀτύζων
7093893 ἀποκοπην
Στράβων ὀγδόῃ . χώρα δὲ ἡ Μεσσηνία καὶ Μέσση κατὰ ἀποκοπήν , ἢ Μέση καὶ Μεσήνη , ὥς τινες .
δόλοισιν : ἐν , μηχανήμασιν . Πολλάκι : κατ ' ἀποκοπήν . κρατερόν : ἰσχυρόν . ὑπέρτερον : ἰσχυρότερον ,
6924094 παραληγουσαν
ὀξύτονα , εἴτε βαρύτονα διὰ τοῦ υ ψιλοῦ γράφει τὴν παραλήγουσαν : οἷον , σφαλερός : δολερός : χλοερός :
εἰς χω λήγοντα δισύλλαβα περισπώμενα διὰ τοῦ ι γράφει τὴν παραλήγουσαν , ἢ διὰ τοῦ υ : οἷον , τυχῶ
6918413 συστολην
, ἐπειδὰν κάθαρσιν ἐπεσχημένην προκαλεῖσθαι θέλωμεν ἢ μύσιν ὑστέρας ἢ συστολὴν ἐπανορθῶσαι : σκευάζονται δὲ καὶ οὗτοι διὰ μέλιτος ,
Ἐρασιστρατείων συντιθείς , ὅσοι τὸν σφυγμὸν ἔφασαν εἶναι διαστολὴν καὶ συστολὴν ἀρτηριῶν τε καὶ καρδίας , ὑπὸ ζωτικῆς τε καὶ
6861814 τροπῃ
μὲν εἶχον τὴν ἐνεργητικὴν μετοχὴν εἰς ς ὀξύτονον , ἐκεῖνα τροπῇ τοῦ τ εἰς ς ποιεῖ τὸ δεύτερον , ὅσα
αὐτὸν εἰσάγει . εἰπὼν δὲ αὐτὸν βούταν , ἐνέμεινε τῇ τροπῇ : αὐλοῦσι γὰρ ἑπόμενοι τοῖς ποιμνίοις οἱ βουκόλοι .
6830345 ἀποβολῃ
τοῦ θελῶ : θελησμός : ὡς μελήσω μελησμός : καὶ ἀποβολῇ τοῦ σ , θελημός . Θύελλα : παρὰ τὸ
φώς φωτός , χρώς χρωτός , εἰ δὲ πεπονθότα , ἀποβολῇ τοῦ ς , ὁ σῶς τοῦ σῶ , ὁ
6784217 μεταθεσιν
κεφάλαια μελετῆσαι : εἶτ ' ἐπανελθεῖν δεῖ πάλιν ἐπὶ τὴν μετάθεσιν τῆς αἰτίας καὶ εἰπεῖν : οἷον διὰ τὸ ἀναγκάσαι
Λητώ , οἱονεὶ ληθώ τις οὖσα καθ ' ἑνὸς στοιχείου μετάθεσιν : τὸ γὰρ ἀμνημονούμενον οὐκέτι ἀγγελθῆναι δύναται , διὸ
6729012 συναλοιφην
ὁ νεωτερισμὸς ἡμῖν κακὸν ἀναστήσῃ . ἄλλως : τινὲς κατὰ συναλοιφὴν θέλουσιν ἐξενηνέχθαι , ὡς παρ ' Ὁμήρῳ : ἢ
ἵππαιχμόν θ ' ἅμα δή , καὶ ὁ λόγος κατὰ συναλοιφὴν , ἵν ' ᾖ : ὁ λαὸς μνηστὴρ ἅμα
6685792 τροπην
κινεῖ . Θράττει , οἷον ταράττει , κατὰ συγκοπὴν καὶ τροπὴν γεγενημένον . Θυήματα . θυμιάματα . ἄλφιτα δέ ἐστι
ἐπίῤῥημα , καὶ τὸ οἴκει ἀπὸ τὸ οἴκοι γεγονὸς κατὰ τροπὴν τοῦ ο εἰς ε : τὰ γὰρ Δωρικῶς παρηγμένα
6564451 γενικην
σεσημειωμένων , ὅτι τὰ εἰς ΟΣ λήγοντα μονοσύλλαβα κατὰ τὴν γενικὴν , τὰ μὲν ὀξύτονα , ἐὰν διὰ συμφώνων κλίνοιντο
αἱ πτώσεις : ὀρθὴν γὰρ καὶ αἰτιατικὴν ὁμοῦ λέγομεν καὶ γενικὴν καὶ δοτικὴν πάλιν ὁμοῦ . Καὶ ἄξιόν ἐστι ζητῆσαι
6395789 αο
, ἀφ ' οὗ φάος , καὶ κατὰ κρᾶσιν τοῦ αο εἰς ω φῶς : καὶ τὸ ὦς , ὃ
[ [ ] αυτ ? ! [ [ ] ! αο ? ! [ [ ] εμ ? [ [
6377296 δοτικην
Ἰσθμοῖ , πολλαχόθι , οὐδαμόθι , ὁτὲ δὲ κατὰ τὴν δοτικὴν μόνην , οἷον Ἀθήνῃσι , Θήβῃσι καὶ ὡς ἐπὶ
γραμματικοί , τὴν ἀπὸ τῆς ὀρθῆς ἐπὶ τὴν γενικὴν καὶ δοτικὴν ἑτερότητα . Ἰστέον δὲ ὅτι τινὲς τὰ παρώνυμα μέσα
6360789 ληγουσαν
γενικὴ ἰσοσυλλαβοῦσα τῇ εὐθείᾳ τὴν δοτικὴν ἔχει εἰς ι ἀνεκφώνητον λήγουσαν μετὰ τοῦ φωνήεντος τῆς εὐθείας ἢ μείζονος ἀντιστοίχου .
τὴν παραλήγουσαν , οἷον Ἀτρείδεω Πριαμίδεω , ἢ συστέλλει τὴν λήγουσαν καὶ ἐκτείνει τὴν παραλήγουσαν , οἷον καλοῖο σοφοῖο Πριάμοιο
6263497 μεταπλασμον
ὅτι πᾶσα δοτικὴ ἑνικῶν εἰς νι λήγουσα μὴ οὖσα κατὰ μεταπλασμὸν τροπῇ τοῦ ν εἰς ς τὴν δοτικὴν τῶν πληθυντικῶν
τὸ ἄλκω ἀλκὶ τὸ δέ : ἀλκὶ πεποιθώς . κατὰ μεταπλασμὸν , ὡς διχομήνῳ διχόμηνι . Ἀηδών , παρὰ τὸ
6262138 φλεγω
βαρύτονα διὰ τοῦ ε γράφονται : οἷον , λέγω : φλέγω : στέγω : οἷς ὅμοιον τὸ ἀλέγω : ὀρέγω
παραγωγὴν τελέθω , ὡς ἀπὸ τοῦ νέμω νεμέθω , καὶ φλέγω φλεγέθω , καὶ θάλλω θαλέθω : ὃ τρέπει τὸ
6240406 πλεονασμῳ
τὰ ἄχυρα λικμώμενα ἐπιφέρονται , οἱονεὶ ἀχυριαί τινες οὖσαι , πλεονασμῷ τοῦ μ ἀχυρμιαί , . , . . ,
. : δάπτομαι : Καὶ κατὰ ἀναδιπλασμὸν δαδάπτομαι , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ρ δαρδάπτομαι . : Κέαρ παρὰ τὸ κεκρᾶσθαι
6229150 σημαινοντος
. . . † ἀπωμόρξατο : ἐκ τοῦ ἀμέργω τοῦ σημαίνοντος τὸ ἐκπιάζω , μεταθέσει τοῦ ρ εἰς λ ἀμέλγω
κτισάντων τὴν πόλιν , ἥτις τῇ Κολχίδι φωνῇ Πόλαι καλεῖται σημαίνοντος τοῦ ὀνόματος τοὺς φυγάδας , ὥς φησι Καλλίμαχος .
6223696 ἀρχουσαν
τοῦ Ἀπίωνος λόγος διὰ τοῦ ι γράφει τὴν τοῦ Ἠλυσίου ἄρχουσαν : ὁ δ ' αὐτὸς λέγει καὶ ὅτι πείρατα
. τὸ γʹ ἰαμβέλεγος τὴν τελευταίαν συλλαβὴν μετατιθεὶς ἐπὶ τὴν ἄρχουσαν . γεγένηται δὲ καὶ παρὰ τὸ Σαπφικὸν , συστεῖλαν
6179151 τετυμμαι
τοῦ παθητικοῦ παρακειμένου γίνεται καὶ αὐτός : ἐκ γὰρ τοῦ τέτυμμαι , ἐὰν ἀποβάλῃς τὸ κατ ' ἀρχὰς Τ καὶ
τοῦ φα εἰς μαι καὶ προσλαμβανομένου ἑτέρου μ , τέτυφα τέτυμμαι . Τοῦτο γάρ σοι κοινῶς περὶ τῶν παθητικῶν παρακειμένων
6156544 ἐκτασιν
. ἐκ δὲ τοῦ ὀΐω ὀϊστός καὶ ἀνώϊστος κατ ' ἔκτασιν . ἢ ἐκ τοῦ ὤϊσμαι ὤϊσαι ὠϊστί καὶ ἀνωϊστί
μὲν βραχύ , ἀποκοπή ἐστιν , ἐὰν δὲ κατ ' ἔκτασιν , ἀπὸ τοῦ ἱστῶ ἵστα , ὡς βόα .
6149294 κλινομενη
διὰ τοῦ η : οὐδέποτε γὰρ γενικὴ διὰ τοῦ τος κλινομένη ἀρσενικὴ ἔχει ἐν τῇ παραληγούσῃ τὸ ι , οἷον
ἡ κλίσις , ποτὲ μὲν περιττοσυλλάβως , ποτὲ δὲ ἰσοσυλλάβως κλινομένη : καὶ πρόσσχες , πότε μὲν περιττοσυλλάβως , πότε
6109372 Αἰολικως
ἄλιπτα : παρὰ τὸ ἀλείφω ἄλιμμα , καὶ † ἄλιπτα Αἰολικῶς . . . . ἁλιεύς : παρὰ τὸ ἁλός
ταράττεσθαι : παρὰ τὸ ἐν ἄτῃ ταράττεσθαι . Ἄμυδις , Αἰολικῶς : παρὰ γὰρ τὸ ἅμαδις καὶ ἄμυδις , τροπῇ
6098204 κοπτω
ἰτητέον . τί ταῦτ ' ἔχων στραγγεύομαι ἀλλ ' οὐχὶ κόπτω τὴν θύραν ; παῖ , παιδίον . βάλλ '
. ῥῆμα ἐστὶ δαδύσσω : δαίω γὰρ τὸ μερίζω καὶ κόπτω , ὅθεν καὶ δαιτρὸς ὁ μάγειρος : οὗ ὁ
6097751 Δωρικην
σιδήρειός τε ῥαιστήρων κτύπος . Μία δ ' ἐστὶν αὐτῶν Δωρικὴν ἀποικίαν ἔχουσα , Λιπάρα δ ' ὄνομα , συγγενὶς
ἀγαπῶσαν φίλει . Τὸν λίθον πρὸς τὴν σπάρτην κατὰ τὴν Δωρικὴν παροιμίαν ἄγοντες . Τὸν πόκον περικείρεσθαι βούλομαι τῶν προβάτων
6093025 κλισιν
ὀδούς ὀδόντος ὄνομα μετοχικὸν λέγεται , ἐπειδὴ καὶ τόνον καὶ κλίσιν μετοχῆς ἔχει : ὥσπερ γὰρ διδούς διδόντος οὕτω καὶ
Συνῃρημένα εἶπε διὰ τὰ ἀσυναίρετα : ταῦτα ἰδικὴν οὐκ ἔχει κλίσιν , ἀλλὰ τὴν τῶν ἐντελῶν ἀφ ' ὧν συναιροῦνται
6092128 τος
σφενδόνης κατ ' ἀλλήλων ἐκέχρηντο . Τούτου τοίνυν ἀπαγγελθέν - τος εἰς τὸ στρατόπεδον ξυνέθεον πλείονες : οἱ δὲ καὶ
, παίσας τῇ βακτηρίᾳ κατάγνυσι τὴν χύτραν : φεύγον - τος δὲ αὐτοῦ καὶ τῆς φακῆς κατὰ τῶν σκελῶν ῥεούσης
6089405 μυω
. . . . ἀμύμων : ἄψογος : παρὰ τὸ μύω , τὸ καμμύω , ὁ μέλλων χελύνη . ἢ
βαρύνονται δίχα ὡς εἴρηται τῶν παραληγομένων τῷ ο , οἷον μύω , κλύω , πλέω , νάω , τίω ”
6012850 διφθογγον
. ἀπολείψεσθ ' . “ ἀπολήψεσθαι ” γρ . καὶ δίφθογγον : καὶ εἰ οὕτως , νοεῖται ἀντὶ τοῦ “
παρὰ δὲ τοῖς Δωριεῦσι καὶ τοῖς Ἴωσιν εἰς τὴν ευ δίφθογγον , οἷον Ἰδομενέος Ἰδομενεῦς , Ν Ἰδομενεῦς δ '
6006204 Βοιωτικην
ἔσται οὕτως : ἥν τινα Πολυξένην ὁ Πύρρος ὥσπερ βοῦν Βοιωτικὴν εἰς βαθεῖαν τάφρον λαιμίσας φθερεῖ καὶ γράφοις τὸ τριπάτρῳ
, ἠώς ἠῷος καὶ αἰδώς αἰδῷος : καὶ κατὰ τροπὴν Βοιωτικὴν τῆς ωι διφθόγγου εἰς τὴν οι δίφθογγον ἠοῖος καὶ
6002636 κερω
μέλλων , καὶ τὴν παραλήγουσαν αὐτοῦ ἐκτείνει ὁ ἀόριστος , κερῶ ἔκειρα , τελῶ ἔτειλα . ἔτυψας , ἔτυψε .
ἀκέραιος , ὁ ἀόργητος καὶ ἀβλαβής . ἢ ἐκ τοῦ κερῶ , τὸ μιγνύω , κιρνῶ καὶ ὥσπερ παρὰ τὸ
5998244 συλληψιν
Ἀκάν : ἢ δύο , καὶ ταῦτα , ἢ κατὰ σύλληψιν , ὡς τὸ ἰδμάν : μεγιστάν : ἢ κατὰ
κατ ' ἰδίαν μὲν λαμβανομένη ἓν εἶναι λέγεται , κατὰ σύλληψιν δὲ ἑτέρας ἢ ἄλλων δύο καὶ τρεῖς καὶ τέσσαρες
5982960 ἀλω
οὕτως καλούμενος , ὡς λέγει ὁ Χοιροβοσκός , ἀπὸ τοῦ ἀλῶ ἀλέσω Ἀλείσιον : πέτρης τ ' Ὠλενίης καὶ Ἀλεισίου
ἔχειν τὸ σ ἐγκεχαραγμένον / . ⌈ ἁλῶ / [ ἀλῶ ] ] συντρίψω . τὸν σειραφόρον ] τὸν τοὺς
5980130 προσγεγραμμενου
καὶ τροπῇ τοῦ ε εἰς η μένοντος καὶ τοῦ ι προσγεγραμμένου . . . . ὁ Θύρσις δὲ τοῦτο λέγει
ἐκτάσει τοῦ ο εἰς ω δῴη μένοντος καὶ τοῦ ι προσγεγραμμένου , οὕτως ἅλωμι ἁλώσω ἥλων ἁλούς ἁλόντος ἁλοίην ἁλοίης
5963895 αἰζηος
συλλαβὰς . . . . . τῷ Η παραληγόμενα τὸ αἰζηός ἐστὶν ὀξυνόμενον . τὸ γὰρ παληός καὶ ἀρχῆος κατὰ
αἰετός , ὅθεν ἀναλογώτερον οὕτως Ὠρίων . . . . αἰζηός : ὥσπερ ἀπὸ τοῦ Αἰτωλός , γράφεται δὲ τὸ
5954254 θαλλω
ἀπὸ τοῦ νέμω νεμέθω , καὶ φλέγω φλεγέθω , καὶ θάλλω θαλέθω : ὃ τρέπει τὸ θʹ εἰς τʹ ,
τὸ τιθῶ γέγονε θᾶκος καὶ θῶκος . . , : θάλλω : τὸ αὔξω . παρὰ τὸ θῶ , τὸ
5950099 γεα
τὸ βαρύτονον , ὅπερ Συρακόσσιοι θάα λέγουσιν : τὸ γὰρ γέα γῆ διὰ τοῦ ε ψιλοῦ γραφόμενον , καὶ εἰς
γεώμορος , διὰ τοῦ ω μεγάλου : σημειωτέον οὖν τὸ γέα διφορούμενον καὶ κατὰ τὴν γραφὴν καὶ κατὰ χρόνον :
5926189 περισπωμενως
Ξενοφῶν δ ' ἐν Κυνηγετικῷ χωρὶς τοῦ ν λαγῶ καὶ περισπωμένως , ἐπεὶ τὸ καθ ' ἡμᾶς ἐστι λαγός .
φαμὲν , οἳ τοὺς νόμους ἐπὶ μισθῷ πωλοῦσιν . . περισπωμένως ὡς Μηλιᾶς . λέγει γὰρ τοὺς πολίτας . τὸ
5920363 πεμπελος
ὑπερδισύλλαβα ἔχοντα τὴν τρίτην μακρὰν προπαροξύνεται : ἀείδελος εἴκελος εὐτράπελος πέμπελος . εἰ δὲ τρισύλλαβα εἴη ἐπιθετικὰ μὴ ὄντα σύνθετα
φησιν οὕτως εἰν Ἀρίμοις ὅθι φασὶ Τυφωέος ἔμμεναι εὐνάς εἰναλίου πέμπελος : ἡ γραῦς , παρὰ τὸ εἶναι πλησίον τοῦ
5918177 ἀω
. οὕτως Ἡρωδιανός . τὸ δὲ ἄση γέγονεν ἐκ τοῦ ἄω , τὸ βλάπτω , ἄσω ἄση . . .
. Ἀεσίφρων : ὁ μὴ διεγηγερμένας ἔχων τὰς φρένας : ἄω , τὸ κοιμῶμαι , ὁ μέλλων ἀέσω , ὅθεν
5906801 ἀκη
ἐπένθεσις τοῦ β , ἀβλεμέως . Ἀκμή , παρὰ τὸ ἀκὴ , καὶ πλεονασμῷ τοῦ μ , ἀκμή . Αὔριον
σίγα , ὡς σαφὴς σάφα , λιγὺς λίγα , οὕτω ἀκὴ ἄκα , καὶ κατὰ τροπὴν ἦκα , ὡς ἄγυρις
5902066 προφοραν
τὴν διάθεσιν τῆς ψυχῆς σημαίνει , τὸ δὲ προλέγειν τὴν προφορὰν αὐτὴν τῶν λεγομένων ἣν ποιούμεθα ἀλλήλοις ἀνακοινούμενοι τὰ πράγματα
ἀγαθῶν εἰς ἀεὶ καρπούμενος . ἀλλὰ μετανάστηθι κἀκ τοῦ κατὰ προφορὰν λόγου , ὃν πατρὸς οἶκον ὠνόμασεν , ἵνα μὴ
5899565 κλητικην
ὡς προείρηται : εἰ οὖν ταῦτα εἰς φωνῆεν ἔχουσι τὴν κλητικὴν καταλήγουσαν , ὦ Ἐρετριεῦ γὰρ καὶ ὦ Πειραιεῦ καὶ
τρίτοις προσώποις σύνταξιν ποιουμένων , καὶ εἰ ἀπεμφαῖνον τὸ τὴν κλητικὴν ὄνομα μὴ παραδέχεσθαι , ἀπεμφαῖνον ἄρα καὶ τὸ τῆς
5898730 αἰολικως
ἐν τῇ θαλάσσῃ τρεφόμενα . Εἰπέμεν : ὥστε εἰπεῖν , αἰολικῶς . οἱ Δωριεῖς εἰώθασι τὴν με συλλαβὴν τιθέναι ἐπὶ
τὸ δὲ τλήσετ ' εἴνεκα * ψιλοῦται * ἰωνικῶς καὶ αἰολικῶς : ἐκεῖνοι γὰρ πάντα ψιλοῦσιν ὡς τὸ Λεύκιππος ,
5892089 καιω
στάχυας ἀντὶ τοῦ ταῖς χερσὶ συντρίβοντες . καὶ ψῶ τὸ καίω , ἐξ οὗ καὶ ψωλὸς δαλὸς ὁ κεκαυμένος καὶ
μέλλων μαρῶ καὶ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ υ μαυρῶ , ὡς καίω καύσω καὶ κλαίω κλαύσω , καὶ ἐξ αὐτοῦ ῥηματικὸν
5871979 ἡβω
ἡ νεότης : παρὰ τὸ βῶ , τὸ βαίνω : ἡβῶ : καὶ ἐξ αὐτοῦ ἥβη . ἠωρῆσθαι , ἠρθῆσθαι
ὄντες . ταὔτ ' ἐμοὶ πάσχεις ἄρα : κἀγὼ γὰρ ἡβῶ κἀπιχειρήσω χοροῖς . οὔκουν ὄχοισιν εἰς ὄρος περάσομεν ;
5869205 θω
. οὖθαρ : οὖθαρ : . . . ἀπὸ τοῦ θῶ , τὸ τρέφω ἢ θάλλω , θὰρ , καὶ
; δῆλον ὅτι ἡ ἀναγκαῖον μὴ εἶναι . ἐὰν οὕτως θῶ τὴν οὐκ ἀναγκαῖον μὴ εἶναι ὑπὸ τὴν δυνατὸν εἶναι
5856469 κρατω
ἐξισωτέον τὸ γοῦν ἴς ' ἀντιλέξαι : τοῦδε γὰρ κἀγὼ κρατῶ : οὐ γάρ τι σοὶ ζῶ δοῦλος , ἀλλὰ
τὸ κρατήσας καὶ κόψας : παρὰ τὸ ἔχω : τὸ κρατῶ : ὁ παθητικὸς πα - ρακείμενος εἶχμαι : καὶ
5854527 γηρω
γηράντεσσι τοκεῦσιν ἀπὸ θρεπτήρια δοῖεν . . ΓΗΡΑΝΤΕΣΣΙ . Γηράω γηρῶ , γηράσω , ἐγήρασα , ὁ γηράσας , τοῦ
φωνήεντι Α ἢ Η ἢ Ω περισπᾶται : κηρῶ πληρῶ γηρῶ τηρῶ ὠρῶ τιμωρῶ . σεσημείωται τὸ ἄρω βαρύτονον .
5853813 στερητικου
κατὰ συγκοπὴν κράσω : ῥηματικὸν ὄνομα κρατὸς καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ α ἄκρατος , ἐξ οὗ καὶ κρατήρ , ἀφ
καὶ πλεονασμῶ τῆς λι συλλαβῆς σπαλιεύς : καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ α ἀσπαλιεὺς . ἀφροντιστήσας : ἀμεριμνήσας , ἢ ἀμελήσας
5852899 ἐρρω
ἀποβολῇ τοῦ ι Αἰολικῶς καὶ κατὰ διπλασιασμὸν τοῦ ρ γίνεται ἔρρω , ὡς κείρω κέρρω : οἱ δὲ Αἰολεῖς τὰ
. οὕτω γοῦν καὶ φθείρω εἴρω , ἐξ οὗ Αἰολικῶς ἔρρω ὡς κείρω κέρρω , δείρω δέρρω : Αἰολεῖς γάρ
5847064 συναλιφην
λέγειν , οὐχὶ κάκκαβον . καλὸς κἀγαθός : λέγεται κατὰ συναλιφήν , οὐχὶ καλὸς καὶ ἀγαθός . κατὰ χειρὸς ὕδωρ
τοῦ εἰπεῖν καὶ λαλεῖν , οἷον νηέπιος καὶ νήπιος κατὰ συναλιφήν . ὁ λέγειν μὴ δυνάμενος . οὕτω Φιλόξενος .
5841344 λειψω
γὰρ ἔνερθεν γῆς ὀλέσας ψυχὴν κείσομαι ὥστε λίθος ἄφθογγος , λείψω δ ' ἐρατὸν φάος ἠελίοιο : ἔμπης δ '
μὴ θανοῦμαί γ ' : εἰ δὲ μή , οὐ λείψω ποτέ . ὡς τοῦτ ' ἄραρε κοὐ μενῶ πόσιν
5837590 μετοχη
ἥλην . ἀφ ' οὗ τὸ ἐάλην , παράκειται , μετοχὴ ἀλεὶς , ὡς ἐνύγην νυγείς . τὸ δὲ ἀλῶ
τοῦ ῥήματος : μετέχει γὰρ καὶ ἀμφοτέρων , διὸ καὶ μετοχὴ ὀνομάζεται , καθόσον γὰρ ἐπιδέχεται ἡ μετοχὴ γένη καὶ
5829211 τιω
τιμωρίαν ὑπομεῖναι , καὶ γεννηθέντα ὀνομασθῆναι Τισαμενόν : ἐκ τοῦ τίω , τὸ τιμωρῶ : ὁ ἐν μεγάλῃ τιμωρίᾳ γεννηθείς
εἵλετο μητίετα Ζεύς . ἐχθρὰ δέ μοι τοῦ δῶρα , τίω δέ μιν ἐν καρὸς αἴσῃ . οὐδ ' εἴ
5808182 ἀλοιω
, εἰ μὴ διάστασις γένοιτο τοῦ Ι : ποιῶ οἰῶ ἀλοιῶ ἀλλοιῶ ἑτεροιῶ . τὸ δὲ οἴω ὀΐω γίνεται .
. . . . ἀλοία : ἔτυπτε : παρὰ τὸ ἀλοιῶ δευτέρας συζυγίας τῶν περισπωμένων ὁ παρατατικὸς ἠλοίαον ἠλοίων ,
5807530 ἀνεως
ἐδείκνυτο γὰρ τὸ προκείμενον , ὡς ἀπὸ Ἀττικῆς γραφῆς τῆς ἄνεως ἐσχημάτιστο : ἦν δὲ τὸ παρὰ Ἀττικοῖς ἄνεως τρίτην
ἐξ αὐτοῦ γίνεται ἴος καὶ ἄνιος ἄνεος : καὶ Ἀττικῶς ἄνεως . ἢ ἀπὸ τοῦ αὔω τοῦ σημαίνοντος καὶ Ἀττικῶς
5798724 ἐπιτατικου
τὸ ἐπιτεταμένως βλέπειν : τείνω τενῶ τενίζω καὶ μετὰ τοῦ ἐπιτατικοῦ α ἀτενίζω , * ? Ἄπλητα ἄπειρα , πολλά
παρὰ τὸ ῥαίω , τὸ φθείρω , καὶ μετὰ τοῦ ἐπιτατικοῦ α ἀραιή , ὅθεν καὶ δασύνεται . ἔστιν ὅτε
5788624 χεω
διὰ καθαροῦ τοῦ ω ἐκφέρεται , βαρύνεται : οἷον , χέω , χώω : ζέω , ζώω : τρέω ,
καλύψω Καλυψώ : καὶ εἰς ων : τέρπω τερπών , χέω χεών καὶ χιών . οὕτως οὖν καὶ ἀρήγω ἀρηγών
5782728 σω
εἶπεν ὦ θαυμάσιε λυτικέ , ἐὰν ἀφέλῃς τοῦ Σωτῆρος τὸ σω καὶ τοῦ Σωσιγένους τὸ σι καὶ τοῦ Βίωνος τὴν
τοῦ ἐνεστῶτος ἐκβολῇ τοῦ τι καὶ τροπῇ τοῦ μι εἰς σω : σημείωσαί σοι περὶ τῶν μελλόντων καί τι θαυμάσιον
5781023 συγκοπῃ
καὶ διέχειαν ἢ χωρισμὸν καὶ διακοπὴν μὴ ὑφιστάμενον , καὶ συγκοπῇ τοῦ ι καὶ ἐκτάσει τοῦ ε εἰς η καὶ
. Κῦμα . κύω , κυήσω , κύημα , καὶ συγκοπῇ κῦμα . οἱ δὲ παρὰ τὸ κυκῶ , κυκήσω
5780162 ἀναος
ἄος μετὰ τοῦ στερητικοῦ α , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ν ἄναος , καὶ Ἀττικῶς ἄνεως ὁ ἄφωνος : πρόσκειται ὀνόματα
καὶ παρὰ τὸ αὔω ἄναυος , καὶ ἐλλείψει τοῦ υ ἄναος . ἀφ ' οὗ τὸ Ἀττικὸν ἄνεως , ὡς
5779080 λαταγος
τοῦ λαλαγή , φημὶ δὴ τὸ γ . Τὸ λάταξ λάταγος οὐκ ἀντίκειται τῷ κανόνι , πρῶτον μὲν ὅτι σύνθετόν
θηλυκά διὰ τὰ ἀρσενικά : ἁπλᾶ διὰ τὰ σύνθετα , λάταγος εἰνάνυχος σύζυγος : ὑπὲρ μίαν συλλαβήν διὰ τὸ στάξ
5777675 ἀϊδνοδηλος
ἢ τὸ βλέπω γίνεται ἰδνόν καὶ μετὰ τοῦ δῆλος γέγονεν ἀϊδνόδηλος καὶ συγκοπῇ [ ἀΐδηλον ] , . , .
γινώσκω ἢ τὸ βλέπω γίνεται ἰδνόν καὶ μετὰ τοῦ δῆλος ἀϊδνόδηλος 〛 , . , . Ἄειλα : τὰ [
5771159 διφορειται
οὗ καὶ τὸ ἴημι : μνίω τὸ ἐσθίω : τίω διφορεῖται περὶ τόνον οὐ περὶ γραφήν : λίω καὶ αὐτὸ
σεσημείωται διὰ τῆς οι διφθόγγου γραφόμενον : τὸ γὰρ κοινὸς διφορεῖται : ἐπὶ μὲν γὰρ τῆς πόλεως βαρύνεται καὶ διὰ
5769570 ἐπενθεσιν
συγκοπῇ τοῦ ε ἐρώοντο . Αὐξάνει δὲ χρονικῶς κατ ' ἐπένθεσιν τοῦ ρʹ , ὥσπερ καὶ τὸ ἔρδω τὸ πράττω
δέ σοι χάριν ὁμολογεῖν : ἵνα τὸ μεταξὺ κατ ' ἐπένθεσιν γένηται : τουτέστι πλέον ἢ ἐγὼ δύνασθαι . ὁ
5766412 μαι
τοῦ παθητικοῦ παρακειμένου : τοῦ τέτυμμαι γίνεται , τροπῇ τῆς μαι εἰς μην καὶ προσόδῳ τοῦ ε τέτυμμαι ἐτετύμμην :
μέλλων τὸ ἐὰν τύπωμαι γίνεται : προσόδῳ γὰρ μόνης τῆς μαι συλλαβῆς γίνεται ἀπὸ τοῦ ἐὰν τύπω ἐὰν τύπωμαι .
5747765 ἐθω
ἀποστρέφεται τὴν διὰ τῆς αι διφθόγγου γραφήν : οἷον , ἔθω τὸ ἐξ ἔθους τι διαπράττεσθαι : ἔθος : ἔθειρα
βαρύνεται : οἷον , σπέθω : σχέθω : μέθω : ἔθω : κενέθω : ἀρέθω : κερέθω : φαέθω :
5740471 ἐπεκτασει
μονοσύλλαβον , ὥσπερ παρὰ τὸ φέρω φὲρ καὶ φὸρ καὶ ἐπεκτάσει τοῦ ο εἰς ω φώρ , ὁ λῃστής ,
εἰς δεύτερον μέλλοντα , κατὰ μετάθεσιν τοῦ ά , καὶ ἐπεκτάσει τοῦ ε πραθέειν . . Τὸ ΚΕΑΤΟ Ἰωνικόν ἐστιν
5737970 μεταθεσει
γὰρ μετὰ τὰ ἀπ ' ἀρχῆς ἄχρι τέλους χρωμένου τῇ μεταθέσει τῆς αἰτίας τῇ ὅτι μοιχὸν ἀπέκτεινα τοῦ φεύγοντος ,
τεί παρὰ Δωριεῦσι διὰ τοῦ ει γραφομένης ᾖ ἐσχηματισμένη , μεταθέσει τοῦ ει εἰς τὸ ι , ὅπερ σύνηθες ,
5733721 ἀποβαλον
προάγεσθαι . ἕνεκα τούτου μοι δοκεῖ καὶ τὸ χωρίς , ἀποβαλὸν τὸ ς οὐ δεόντως , ἀναλόγως βεβαρύνθαι ἐν τῷ
τὸν αὐτὸν τόνον . ἀναγκαίως δὲ καὶ τὸ ἄναξ , ἀποβαλὸν τὸ ξ , τὸν αὐτὸν τόνον φυλάσσει . πολλαὶ
5725696 συνεκδρομην
λῆγον τοῦ ἄρθρου , ἐκεῖνο , τοῦτο , καὶ κατὰ συνεκδρομὴν τούτων , ὅτε φαμὲν αὐτό . ἀναλογώτερον οὖν ὁ
πλαγίου δὲ καὶ αὐτὴν σημαίνουσαι : ἡ δὲ ὀρθὴ κατὰ συνεκδρομὴν πτῶσις καλεῖται , ὥσπερ ἡ ἀπαρέμφατος ἔγκλισις , καὶ
5724082 ἀττικως
γελοίου ὅμως τοῦτό φησιν . ψύλλαν ] ἡ διά ἔξωθεν ἀττικῶς , διά . , διὰ τήν , περὶ τῆς
ἐπὶ , ἀνά . ἐπί : ἀνά . Οὐδέν : ἀττικῶς , οὐδαμῶς . οἰσάμενοι : ὑπολαβόντες . ὀϊόμενοι :
5720927 κειρω
ἐνεστῶτα τὸν σημαίνοντα τὸ καταπονῶ ὁ μέλλων τερῶ , ὡς κείρω κερῶ , γέγονε ῥηματικὸν ὄνομα κατὰ ἀποβολὴν τοῦ ω
, , . , . : κορμός : παρὰ τὸ κείρω . . . , : κορυθαίολος : αἰόλλω ῥῆμα
5719174 κυω
δὲ μὴ οὕτως ἔχοντα βαρύνεται : δύω θύω λύω μύω κύω ξύω . Ἔτι τὰ διὰ τοῦ ΥΩ ὑπερδισύλλαβα βαρύνεται
ἄκυθοι , πᾶσαι δέ κεν εἶεν ὕπαρνοι : παρὰ τὸ κύω ἄκυος καὶ πλεονασμῷ τοῦ θ ἄκυθος . ἢ παρὰ
5713821 ἰωνικως
τὰ κρέα ἀττικῶς . ὦ κρέατα κοινῶς , ὦ κρέαα ἰωνικῶς , ὦ κρέα ἀττικῶς . Ἑνικά . Τὸ τεῖχος
ὅτε δὴ κείρασθαι , καί τινα ἐπιστολὴν ἀνέπλασαν ξυγκειμένην μὲν ἰωνικῶς , τὸ δὲ μῆκος ἄχαρι , ἐν ᾗ βούλονται
5711206 ἰσχω
Ε , ἢ προτακτικὸν ὂν ἢ ὑποτακτικόν , οἷον ἔχω ἴσχω , μένω μίμνω , τέκω τίκτω , ῥέπω ῥίπτω
: τὰ λεπτυνθέντα σῦκα ἐν τῷ ξηραίνεσθαι . παρὰ τὸ ἴσχω παράγωγον ἰσχνῶ καὶ ἐξ αὐτοῦ ἰσχνάδες , αἱ λεπταί
5708119 ἀντιφρασιν
τὰ σκληρὰ κάρφη , ἤτοι τοὺς ἁπαλοὺς κόκκους κατ ' ἀντίφρασιν , τῇ ἰσχνῇ καλύπτρᾳ καλύπτουσιν , ἤτοι περιβολῇ ἰσχνῇ
καθέδρα . παρὰ τὸ θῶ ῥῆμα , ὃ σημαίνει κατὰ ἀντίφρασιν τὸ ἑδραιῶ , ὁ μέλλων θώσω ἐξ οὗ γίνεται
5688936 δαιω
. . Ἀπολλόδωρος διὰ τοῦ σ φησί : παρὰ τὸ δαίω δαστὸς , καὶ ῥῆμα δαστῶ : ὁ παρακείμενος δεδάστηται
τοῦ δ παρ ' Ὁμήρῳ „ αἵμονα θήρης „ . δαίω οὖν καὶ δαίνεα καὶ δήνεα . . . ,
5683539 ἰσπω
συμφώνου τρόπον ποιεῖ : τέκω , τίκτω : ἔπω , ἴσπω , ἐνίσπω : βλάβω βλάπτω : ἐπεισόδῳ τοῦ τ
ποιοῦσι : τὸ γοῦν ἔχω ἴσχω φασὶ καὶ τὸ ἔπω ἴσπω καὶ ἐνίσπω , οὕτω δὲ καὶ τὸ ἕζω ,
5679082 Ἀττικως
βαδίζων ” θλασθείη τὴν κεφαλήν . τῆς κεφαλῆς Ὀρέστης : Ἀττικῶς ἀντὶ τοῦ τὴν κεφαλήν . ὁ δὲ Ὀρέστης οὗτος
, ἀλυκτῶ : ὁ παθητικὸς παρακείμενος , ἠλύκτημαι : καὶ Ἀττικῶς ἀλαλύκτημαι . ἀλειπὴς πηγὴ ἐν Ἐφέσω : οὕτω καλουμένη
5676703 ἰσοσυλλαβως
Μηριόνου , καὶ Ἀττικοὶ συναιροῦντες τὴν Δημοσθένεος γενικὴν Δημοσθένους φασὶν ἰσοσυλλάβως : ἐπειδὴ δὲ πᾶσα εὐθεῖα εἰς ς λήγουσα ,
τὰ ἐντελῆ αὐτῶν ἰσοσυλλάβως κλίνονται , οὕτω καὶ τὰ συνῃρημένα ἰσοσυλλάβως κλίνονται . Καλῶς δὲ εἴρηται , ὅτι τὰ συνῃρημένα
5674226 βαζω
. καὶ πλεονασμῷ τοῦ ρ , φράζω . τὸ δὲ βάζω ὁ μέλλων βάξω , καὶ ὄνομα βάξις . Βάβαξ
ἀνιῶ ἀνιάζω , ἀτιμάζω , πελάζω . ἐκ δὲ τοῦ βάζω καὶ ἡ βάξις Δωρικώτερον . καὶ οὕτω μὲν ἐκ
5668368 ἰσοσυλλαβον
τὴν μετοχὴν εἰς σ ὀξύτονον ποιοῦσι τὸ τρίτον τῷ πρώτῳ ἰσοσύλλαβον , οἷον ἐμάθομεν ἐμάθοσαν , εἴδομεν εἴδοσαν , ἐπὶ
: ὤφειλον οὖν τὰ εἰς υς , ὡς δυνάμενα τὴν ἰσοσύλλαβον κλίσιν μιμήσασθαι , γενέσθαι ἐν τῇ γενικῆ καὶ κατὰ
5667394 παιω
εἴπερ βαρυνόμενα εἴη , πάντως κατὰ διάλεκτον , ὡς τὸ παίω πήω λεγόμενον παρὰ Βοιωτοῖς κτλ . . , :
τὸ γόνυ , ἐγὼ δὲ διελάσας τὴν ἀσπίδα τῇ σαρίσῃ παίω διαμπὰξ ἐς τὸ στέρνον , εἶτ ' ἐπιδραμὼν ἀπεδειροτόμησα
5656161 βαινω
ἀντὶ τοῦ ἐπορεύοντο ἐλθεῖν . ἐκ τοῦ βῶ , τὸ βαίνω , παράγωγον βῆμι , ὁ παρατατικὸς βῆν : οἱ
συγκοπὴν γίνεται πτῶ , οὗ παράγωγον πταίνω , ὡς βῶ βαίνω , ἀναδιπλασιασμὸς παπταίνω . Παφλάζων . παρὰ τὸ φλέω
5655935 τρεπουσιν
ἐπισημαίνων . Καὶ μὴν καὶ ἀλληγορίαι πολλοῖς ὀνόμασιν ἐφεξῆς μετακειμένοις τρέπουσιν ἐφ ' ἑτέραν ποιότητα τὴν διάνοιαν : ὅρα γὰρ
τὴν δίωξιν καὶ τὰ λάφυρα διεσκεδασμένοις : καὶ πάντας μὲν τρέπουσιν , αὐτὸν δὲ τὸν βασιλέα καταδιώκουσι πρὸς τὴν πόλιν
5655630 παρακειμενος
, τετύπατε , τετύπασι . Ἑνικά . Ἐτετύφειν : πᾶς παρακείμενος τρέπων τὸ α εἰς ειν ὑπερσυντέλικον ποιεῖ : εἰ
ἐντεταλμένον : καὶ προστεταγμένον , ἀπὸ τοῦ ἐφίημι : ὁ παρακείμενος ἐφῆκα : ὁ παθητικὸς ἐφέεμαι : καὶ πλεονασμῶ τοῦ
5654278 κλινουσι
, οὗ ὁ παθητικὸς Αἰολικῶς ἀλύκτημαι , ἐκεῖνοι γὰρ οὕτως κλίνουσι ποίημαι λέγοντες καὶ νόημαι , καὶ ἐν διπλασιασμῷ ἀλαλύκτημαι
οὐδετέρων καὶ διὰ τοῦ τος κλινομένων ἀποβάλλουσι τὸ τ καὶ κλίνουσι διὰ καθαροῦ τοῦ οσ , οἷον κρέαος γήραος .
5651369 βοιωτικως
τάφους Νηρέως καὶ σκύφον . Καδμίλου : Καδμίλος ὁ Ἑρμῆς βοιωτικῶς † οὗ καὶ Κλεοβούλης υἱὸς ὁ Μυρτίλος ὁ Οἰνομάου
, οἷον Ἀχιλλίος βασιλίος : τοιοῦτόν ἐστι καὶ τὸ Ζεύς βοιωτικῶς γινόμενον κατὰ τὴν γενικὴν Διός διὰ τοῦ ι καὶ
5649626 διπλασιασμον
εὔτακτον τῶν ἀρτίων ἐπ ' ἄπειρον προκοπὴν ἢ κατὰ τὸν διπλασιασμὸν τῆς χώρας , καὶ ἤδη ἐν τῇ μεθόδῳ εἰρήκαμεν
Τὰ εἰς ΛΙΣ ἁπλᾶ ἔχοντα σύμφωνον κατ ' ἐπιπλοκὴν ἢ διπλασιασμὸν τοῦ Λ ὀξύνεται , εἰ μὴ διὰ τοῦ Θ
5642382 βω
καὶ ἄβροτος , ἡ βρῶσις . Βορά , παρὰ τὸ βῶ τὸ τρέφω , οὗ μέλλων βώσω , ἀφ '
. παρὰ τὸ πλέκω πλοχμός . Πρόμος . παρὰ τὸ βῶ , πρόβος , καὶ πρόμος . οἷον παρὰ τὸ
5641360 ληγουσα
. Τὸν Μενέλεων . Εἴρηται ὅτι πᾶσα εὐθεῖα εἰς ς λήγουσα , ὅταν ἔχῃ τὴν αἰτιατικὴν ἰσοσύλλαβον μετὰ τῶν αὐτῶν
καὶ βέλεε : ἡ δὲ εἰς α καὶ εἰς ω λήγουσα , ἐφ ' ἧς ἂν ἔχῃ συλλαβῆς ἡ γενικὴ
5641096 σεσημειωμενου
τὸ τ διὰ τοῦ ε κλίνεται , αἰθέρος δαέρος , σεσημειωμένου τοῦ σπινθῆρος Ἐλευθῆρος . τῷ λουτῆρι , τὸν λουτῆρα
φλοῦς , θροῦς , χαλκοῦς , Σιμοῦς , ἀργυροῦς , σεσημειωμένου τοῦ πούς καὶ ὀδούς : ἁπλᾶ διὰ τὸ εὔνους
5638482 δεισω
, ὀλέκω : ὅθεν ὀλέκοντο δὲ λαοί : δείδω , δείσω , δείκω , τὸ φοβοῦμαι : ὅθεν ὁ δέδοικα
Δειλός . ὁ δεδιὼς τὰς μυίας . ἢ παρὰ τὸν δείσω μέλλοντα . οὕτως Ἀριστόνικος . δέος δεσαρός : μεταθέσει
5620978 φλεγεθω
τοῦ ἕω , τὸ πέμπω , ἑέθω , ὡς φλέγω φλεγέθω , καὶ τροπῇ τῶν δύο εε εἰς η ἥθω
διὰ τοῦ ΕΘΩ βαρύνεται : σχέθω ἔθω ἐρέθω ἀερέθω φαέθω φλεγέθω . τὸ δὲ τηλεθῶ περισπᾶται . Τὰ διὰ τοῦ
5613926 ἰσχος
ἴσπω καὶ ἐνίσπω , οὕτως καὶ παρὰ τὸ ἔχω γίνεται ἴσχος , καὶ μετὰ τοῦ α τοῦ δηλοῦντος τὸ κακὸν
γράφεται : σύνθετον γὰρ παρὰ τὸ ἔχω : ἴσχω καὶ ἴσχος , καὶ μετὰ τοῦ α δηλοῦντος τὸ κακὸν ,

Back