καὶ ἔλεγον ἴσως ὅτι παραπλησία τῷ μυκήματι τῶν ταύρων ἡ ἀπήχησις τοῦ ὕδατος ἐν τοῖς σφοδρῶς ῥέουσι ποταμοῖς . ἢ | ||
εἰδοποιούμενον διὰ γλώττης καὶ ἐπιγλωττίδος . ἄλλως . φωνή ἐστιν ἀπήχησις πνεύματος κατὰ προαίρεσιν ἡμῶν γινομένη συστελλομένων τῶν μεσοπλευρίων μυῶν |
ὀδὰξ κατεχούσας . κατὰ δὲ μέσον τὸ μῆκος εἶχον πόλον ἐνηρμοσμένον μηχανικῶς ἐν μέσῃ τῇ καμάρᾳ , ὥστε δύνασθαι διὰ | ||
, παίζω παίγνιον : ἤγουν τὸ εὔσχιστον . ἢ τὸ ἐνηρμοσμένον : χνοῦς γάρ ἐστιν ὁ ἐνηρμοσμένος καὶ ἀνυφανθείς , |
ὑπάρχουσα , οὐ μὴν μέχρι γε παντός : καὶ γὰρ βαθυτάτη ἐστὶ πάνυ μεγάλην ἔχουσα τὴν διάμετρον , καὶ ὁ | ||
ἡ μέθοδός ἐστι τῶν τοιούτων λόγων . μεγίστη δὲ καὶ βαθυτάτη ἐν τούτοις τοῖς λόγοις μέθοδος , τὸ ἑτέρας αἰτίας |
. Ψύλλιός ἐστι βοτάνη πᾶσι γνωστή . Ψύλλος θαλάσσιος μικρὸν ζωύφιον ὃ χρῶνται οἱ ἁλιεῖς παρὰ τοὺς αἰγιαλούς : Ψάρος | ||
ἡ παρ ' ἡμῖν λεγομένη ψυχή . ἔστι δὲ αὕτη ζωύφιον ᾗ φασιν ἐμφερῆ τὸν κρανοκολάπτην . Σώστρατος δέ φησι |
Μέμνονος πατρός , κύκλον ἔχουσα ἑκατὸν καὶ εἴκοσι σταδίων , παραμήκης τῷ σχήματι : ἡ δ ' ἀκρόπολις ἐκαλεῖτο Μεμνόνιον | ||
καὶ γὰρ οἴκοι παρ ' ἡμῖν λόφος ἐστὶν ἐν πεδίῳ παραμήκης , οὗτος δ ' ἐστὶ μεστὸς ψήφων φακοειδῶν λίθου |
βραχύνοντας τοὺς φθόγγους , ἡ γὰρ ἔμμονος αὐτῶν καὶ ἐπιμηκεστέρα ἐκφώνησις ἀκριβεστέραν τῇ ἀκοῇ χαρίζεται τὴν κρίσιν . ⊢ Γ | ||
τάξιν ” φησὶν ὁ Διονύσιος . ἀλλ ' ἡ μὲν ἐκφώνησις οὐκ ἂν λέγοιτο σύμβολον εἶναι τοῦ ὀνόματος , ἀλλὰ |
ἐνθέῳ κατοκωχῇ τε καὶ μανίᾳ χρώμενον . τοιγαροῦν ” ἡ ῥάβδος ἡ Ἀαρὼν κατέπιε τὰς ἐκείνων ῥάβδους ” , ὡς | ||
. Ἐν ἀέρι δὲ γίνονται σημεῖα κατὰ φάσιν ἴρις καὶ ῥάβδος καὶ ἅλως καὶ σέλας τὸ πυρφλέγον . αἱ μέν |
ἡλικίας . ὥρας ] πρέποντος καιροῦ . θ ταρφύς : πεπυκνωμένη . ταρφὺς ] δασεῖα . ταρφὺς ] πυκνή . | ||
ῥινὶ καὶ ἐν τοῖς οὔλοις , ἐπειδὴ τούτων ἡ οὐσία πεπυκνωμένη ἐστί : πυκνὴ δὲ οὖσα οὐκ ἐᾷ διαφορηθῆναι τὴν |
εὐστομίᾳ λειπόμενον , εὐδιοίκητον , πεπτικόν . σάρδα ἡ πηλαμὺς ἐπιμήκης , ὠκεάνιος , εὔστομος , δριμύτητι κυβίου προφέρουσα , | ||
πρόσεστιν ἀκανθώδης , ἐχίνῳ θαλασσίῳ ἐμφερής , πλὴν ἐλάττων , ἐπιμήκης : ἄνθη πορφυρᾶ , ἐν οἷς τὸ σπέρμα ὡς |
ʹδ . Νῆσοι δὲ παράκεινται τῇ Συρίᾳ ἥ τε Ἄραδος ἐπέχουσα μοίρας . . . . ξη λδ ∠ ʹ | ||
οὖν Διοσκουριὰς ἐν κόλπῳ τοιούτῳ κειμένη καὶ τὸ ἑωθινώτατον σημεῖον ἐπέχουσα τοῦ σύμπαντος πελάγους , μυχός τε τοῦ Εὐξείνου λέγεται |
ἡ χώρη ἐκείνη ἑλώδης ἐστὶ καὶ θερμὴ καὶ ὑδατεινὴ καὶ δασεῖα : ὄμβροι τε αὐτόθι γίγνονται πᾶσαν ὥρην πολλοί τε | ||
τῇ νήσῳ Λευκή , περίπλους δὲ αὐτῇ σταδίων εἴκοσι , δασεῖα δὲ ὕλῃ πᾶσα καὶ πλήρης ζῴων ἀγρίων καὶ ἡμέρων |
διὰ τοῦ ιγʹ θεωρήματος , λόγου χάριν , ὅτι ἡ ἐπιβάλλουσα παράλλαξις ταῖς λ μοίραις ἀπὸ τοῦ κατὰ κορυφὴν σημείου | ||
αἱ λοιπαὶ ἀλλ ' αὐτὴ παρ ' αὑτῆς τοῖς ὑποκειμένοις ἐπιβάλλουσα . Ἀλλὰ γὰρ καὶ τὴν τῶν πρώτων στοιχείων πεντάδα |
σικύαι , παντάπασι τὸ πνεῦμα ἀπελήφθη , καὶ διῆλθεν ὀδύνη ναρκώδης καὶ ἄπορος φέρειν , καὶ πάντα αἵματι ἐπέφυρτο καὶ | ||
: ἐν δὲ τῇ σημειώσει ὑποπίπτει ὄγκος ἀνώμαλος μικρός , ναρκώδης , αἴσθησιν ἐμποιῶν ἐν τῷ παραπιεσμῷ . Διαφέρει δὲ |
σκληρά πόντου ] τοῦ Εὐξείνου Ἡ Σαλμυδησσία ἐστὶ ῥαχία ἀκρωτηριώδης ἐοικυῖα ὄνου γνάθῳ . καλεῖται δὲ οὕτως ἀπό τινος Σαλμυδησσοῦ | ||
τίς αὕτη σπουδῇ πρόσεισι τεταραγμένη καὶ δακρύουσα , πάνυ ἀδικουμένῃ ἐοικυῖα ; μᾶλλον δὲ Φιλοσοφία ἐστίν , καὶ τοὔνομά γε |
τοῖς δ ' ἄλλοις ὅμοιος : καὶ ὁ κόραξ ἱέρακος σκληρότερος . οὐρανοσκόπος δὲ καὶ ὁ ἁγνὸς καλούμενος ἢ καὶ | ||
ὧν ὁ μείων ἡδύτερος . λάβραξ ἐξαλλάσσεται , ὅσον αὔξεται σκληρότερος γινόμενος : ἄριστος ὁ μηνῶν δυεῖν , εὐστόμαχος , |
κυρτός , ἔσωθεν δὲ κοῖλος ὑπάρχων , ὅπλῳ σκεπαστηρίῳ μάλιστα παραπλήσιος τῷ προμηκεστέρῳ τῷ καλουμένῳ θυρεῷ . καὶ τοὔνομά γε | ||
τὸ περὶ σοῦ παρὰ πολλῶν ᾀδόμενον , ὡς οὐδείς σοι παραπλήσιος . Νῦν ἔδει τοὺς οἰκείους Γαυδεντίου πρὸς ἡμᾶς ὅσα |
αἱ ἀποκρίσεις , διψῶσι γλῶσσα τραχεῖα , σφυγμὸς μικρὸς καὶ ἀμυδρός : ἅτε ἔστω νενευκότος τοῦ θερμοῦ . ρϞαʹ . | ||
μετὰ παλμῶν καὶ ἐξαναστάσεων ἀλόγων , καὶ σφυγμὸς ἀνώμαλος , ἀμυδρός , ἐκλείπων καὶ παλινδρομῶν , ἐνίοις δὲ καὶ ἀνορεξία |
μηδὲ μένειν μηδ ' αἰδεῖσθαι κακὸς εἶναι . ἡ δὲ γυμνοπαιδικὴ παρεμφερὴς τῇ τραγικῇ , ἣ ἐμμέλεια καλεῖται : ἐν | ||
περὶ τὸν Διόνυσον καὶ Ἰνδοὺς καὶ Πενθέα . ἡ δὲ γυμνοπαιδικὴ ἔοικε τῇ πάλαι καλουμένῃ ἀναπάλῃ : γυμνοὶ γὰρ ὀρχοῦνται |
ἀειθαλῶν πρὸς τὴν ὄψεως ἀδιάστατον ἡδονήν , τῶν δὲ ταῖς ἐαριναῖς ὥραις ἡβώντων καὶ βλαστανόντων , καὶ τῶν μὲν ἥμερον | ||
ἔστι τι γένος οὕτω μάχλον ἱέρακος , ὡς ἐν ταῖς ἐαριναῖς ὥραις πᾶσαν ἀποτίθεσθαι τὴν ἰσχὺν καὶ παρὰ τῶν βραχυτάτων |
περιπέτασον . Σπόγγος , λεκάνη , πτερόν , λεπαστὴ πάνυ πυκνή , ἣν ἐκπιοῦς ' ἄκρατον ἀγαθοῦ δαίμονος τέττιξ κελαδεῖ | ||
. καὶ προηγεῖται ἡ μεγάλη ἀναπνοή , ἕπεται δὲ ἡ πυκνή . Τρίτη διαφορὰ δυσπνοίας μεγάλη καὶ ἀραιά , ἥτις |
λευκὴν γῆν καὶ ὑπότεφρον παραληπτέον καὶ τῇ Σαμίᾳ ἐμφερῆ : πλακώδης δ ' ἐστὶ καὶ λεπτή , τοῖς δὲ σχήμασι | ||
εἴδη , τό τε προειρημένον καὶ ὁ καλούμενος ἀστήρ , πλακώδης ὢν καὶ πυκνὸς ὡς ἀκόνη . δύναμιν δ ' |
τελείᾳ κατοικεῖν , πρὶν ἐγγραφῆναι τῇ πόλει αὐτῆς , τοῖς ἐγκυκλίοις μαθήμασι παροικεῖ , ἵνα διὰ τούτων πρὸς τελείαν ἀρετὴν | ||
εὐσέβειαν ἐπρίαντο τῆς σωτηρίας , καὶ ταῦτα πυκνῶς διηγεῖσθαι ταῖς ἐγκυκλίοις αὐτῶν ἑορταῖς συνεθιζόμεθα δήπου παρόμοια τοῖς λεγομένοις φρονεῖν . |
ποτε εἶδον : κατὰ ἔχιν ἐστὶ τὸν μικρότατον , τέφρᾳ ἐμφερής , στίγμασιν οὐ συνεχέσι πεποικιλμένος : κεφαλὴ δέ ἐστιν | ||
ἑτέρῳ μέρει αὑτοῦ βατράχῳ , τῷ δὲ λοιπῷ γεώδει τινὶ ἐμφερής , ὡς καὶ ἐκλιπόντι τῷ ποταμῷ συνεκλείπειν . Ἄνοιξιν |
Τὸ δὲ ὑπόσφαγμα γίνεται τῶν φλεβῶν ἀναρρηγνυμένων τοῦ ῥαγοειδοῦς : φλεβώδης γὰρ ὁ ὑμὴν οὗτος , ὁ δὲ κερατοειδὴς ἥκιστα | ||
διάγνωσις σπληνὸς Γαληνοῦ καὶ Ἀρχιγένους . Ἔστι δὲ ὁ σπλὴν φλεβώδης καὶ ἀρτηριώδης καὶ ἀνισοπλατὴς λεπτὰ ἀγγεῖα ἔχων καὶ πολλὰ |
ἀξύμφορον . ἡ δ ' ἐφ ' ἕνα ἐπὶ μετώπου ἀβαθὴς τάξις ἐς λεηλασίας ἀνυπόπτους ἐπιτήδειος , ἢ εἴ που | ||
αὖ μηκῦναι τὸ μέτωπον ἐς ὀκτώ , ἔσται οὐ πάντη ἀβαθὴς ἡ φάλαγξ . τὴν δὲ εἰς ὀκτὼ εἰ ἐκτεῖναι |
δὲ τὸ Ἀλβανὸν Ἀρικία ἐστὶ πόλις ἐπὶ τῇ ὁδῷ τῇ Ἀππίᾳ : στάδιοι δ ' εἰσὶν ἐκ τῆς Ῥώμης ἑκατὸν | ||
, τούτου δὲ Φοῦνδοι , πόλις ἐν τῇ ὁδῷ τῇ Ἀππίᾳ κειμένη . πάντες δ ' εἰσὶν οἱ τόποι οὗτοι |
πολεμοῦσιν . ἐν Ἰταλίᾳ δὲ περδίκων ἐστὶ γένος ἀμαυρὸν τῇ πτερώσει καὶ μικρότερον τῇ ἕξει τὸ ῥύγχος οὐ κινναβάρινον ἔχων | ||
περιτιθέσθω βρόχος , οὗ αἱ ἀρχαὶ ἀναγέσθωσαν καὶ τῇ καταλλήλῳ πτερώσει ἢ τῇ ἐκθέτῳ τοῦ ἄξονος ἀποτορνώσει προσαπτέσθωσαν . οὕτω |
μῆτραι ἑνὶ αὐχένι συνεζευγμέναι . Ὁ δὲ αὐχὴν τῆς μήτρας μυώδης ἐστὶ γενόμενος ἐκ σαρκὸς σκληρᾶς καὶ χονδρώδους , καὶ | ||
τῆς ἀναπνοῆς ὅρμημα . μθʹ . Καρδία ἐστὶ νευρώδης καὶ μυώδης καὶ φλεβώδης , ἔχουσα καὶ ἀρτηρίας . κωνοειδὴς τῷ |
Μήδου υἱοῦ Μηδείας . . Ὑώπη : πόλις Ματιηνῶν , προσεχὴς τοῖς Γορδίοις . Ἑκαταῖος Ἀσίαι : ἐν δὲ πόλις | ||
τε Συρακουσῶν μεμνῆσθαι καὶ τῆς Ὀρτυγίας : αὕτη δέ ἐστι προσεχὴς ταῖς Συρακούσαις νῆσος καὶ ἀχώματος . ὁ δὲ Δίδυμος |
ἐπιζεύξει τῶν ἐπιτιθεμένων οὐ δεῖ περικαλύπτειν τὰς ἀρχὰς ὅθεν ἡ ἔκφυσις : φανεραὶ δ ' εἰσὶ τοῖς ἐμπείροις . διὰ | ||
καὶ μὴ διάστενον ἔχουσα βάσιν . υβʹ . Θύμος ἐστὶν ἔκφυσις σαρκὸς τραχείας ὁμοία τοῖς ἐδωδίμοις θύμοις περὶ αἰδοίῳ καὶ |
Τὰ εἰς ΧΟΣ δισύλλαβα μὴ ὄντα ἐπιθετικὰ βαρύνεται : κόλχος βρόγχος μόσχος κόχλος τρόχος βρόχος . σεσημείωται τὸ μυχός . | ||
τροφὴν καταπιόντες πνιγόμεθα ; ὅτι ἔμπροσθεν τοῦ στομάχου ἐστὶν ὁ βρόγχος κατὰ μῆκος αὐτῷ παρακείμενος . πληρωθεὶς οὖν οὗτος , |
δέ φασιν ᾠὸν ἐκεῖνο ὃ τεκεῖν Λήδαν ἔχει λόγος . ὑφαίνουσι δὲ κατὰ ἔτος αἱ γυναῖκες τῷ Ἀπόλλωνι χιτῶνα τῷ | ||
〚 Τοὺς ἱστοὺς , οὓς ἐν τῷ ἀέρι οἱ ἀράχναι ὑφαίνουσι . λάμβανε δὲ ἀπὸ κοινοῦ εἰς τὰς μελέτας τὸ |
τὸ γὰρ ἐν τῇ συνηθείᾳ ἕτερον . εἴρηται παρὰ τὸ αὐτοέντης τις ὤν , ὁ ἑαυτὸν βάλλων τοῖς ἔντεσιν , | ||
. . . . αὐθέντης : ὁ φονεὺς ἕτερον . αὐτοέντης τίς ἐστιν ὁ ἑαυτὸν βάλλων τοῖς ἔντεσιν , ὅ |
παρὰ τὸ φαγεῖν , φάγνη καὶ φάτνη . Ὁ γαργαρεὼν κιονὶς καὶ σταφυλὴ λέγεται : γαργαρεὼν διὰ τὸν γινόμενον παρ | ||
καὶ δυσεπίσχετοι οἱ κροταφῖται μύες , μήνιγγες , ὑπερώα , κιονὶς , τράχηλος , μασχάλαι , βουβῶνες καὶ τὰ τοιουτότροπα |
ὅθεν καὶ ϲύνθετον τὸ ὄνομα ἔχει . ἔϲτι δὲ τῇ χρόᾳ τεφρώδηϲ | , ϲτόμα ἔχει ἐπίμηκεϲ , λεπτῇ καὶ | ||
πλῆθος ἀκρίδων ἀμύθητον , τοῖς τε μεγέθεσι διαλλάττον καὶ τῇ χρόᾳ τοῦ πτερώματος εἰδεχθὲς καὶ ῥυπαρόν . ἐκ τούτου δαψιλεῖς |
ὀρῶν λόφοι , προσαναβάσεις , ὑπεροχαί , καὶ αἱ τοῖς κοιλώμασι περικείμεναι ὀφρῦς . Συναγ . λέξ . χρησίμ . | ||
ὀλίγον διαλείπουσιν οἱ ἁλιεῖς , καὶ ἐμβάντες καταλαμβάνουσιν ἐν τοῖς κοιλώμασι τῶν βημάτων καὶ τοῖς ἴχνεσι τοὺς ἰχθῦς τοὺς πλατεῖς |
: ὧρα , ἄορος : γέα , εὔγεος , καὶ εὔγεως Ἀττικῶς . Καθόλου πᾶν ῥῆμα ἐν κινήσει τινὶ , | ||
Ἑλικὼν ὀρῶν τῶν ἐν τῇ Ἑλλάδι ἐν τοῖς μάλιστά ἐστιν εὔγεως καὶ δένδρων ἡμέρων ἀνάπλεως : καὶ οἱ τῆς ἀνδράχνου |
τῶν διειργόντων ; Ὅτι ἐν μὲν τοῖς ὕδασιν , ὥσπερ μύσις τις ἀκριβὴς γίνεται , ὡς μὴ ἐνδέχεσθαι τὸν ἀέρα | ||
πλείοσιν , οὐχ ἧττον δὲ καὶ διὰ φλεγμονῆς γλισχρότητα , μύσις δέ , διὰ ξηρότητα . αἱ πλείους δὲ φοραὶ |
ἐπίκειται τῇ πρώτῃ συλλαβῇ κατὰ τὸ λόχμη , λόγχη , ὄχθη , ὄγχνη . ἕτερος δέ τις λέγει καὶ αὐτός | ||
δέ τις λέγει καὶ αὐτός , ὅτι δόχμη , ὡς ὄχθη καὶ στάθμη κατὰ Τρύφωνα , εἰ καὶ Ἀρίσταρχος ὀξύνειν |
. ἡ δ ' ὅλη μήτρα κατὰ τὸ πλειστοδυναμοῦν ἐστι νευρώδης : σύγκειται γὰρ οὐκ ἐκ νεύρων μόνον , ἀλλὰ | ||
ἀποτικτομένων . ἡ δὲ ὅλη μήτρα κατὰ τὸ πλειστοδυναμοῦν ἐστιν νευρώδης . συγκέκριται γὰρ οὐκ ἐκ νεύρων μόνον , ἀλλὰ |
ἔκειτο δὲ ἐν στενῷ χωρίῳ μεταξὺ ὑπερκειμένου ὄρους καὶ τῆς Κωπαΐδος λίμνης πλησίον τοῦ Περμησσοῦ καὶ τοῦ Ὀλμειοῦ καὶ τοῦ | ||
Πτῷον , ἔστι δὲ Θηβαίων , κεῖται δὲ ὑπὲρ τῆς Κωπαΐδος λίμνης πρὸς ὄρεϊ ἀγχοτάτω Ἀκραιφίης πόλιος . Ἐς τοῦτο |
καὶ λειότερος καὶ σκληρότερος καὶ λευκότερος : ὁ δὲ ἔσωθεν σαρκωδέστερος καὶ δασύτερος καὶ ἁπαλώτερος καὶ ἐνερευθέστερος , δι ' | ||
τοξικός , ὃν δὴ Κρητικόν τινες καλοῦσιν : ὀλιγογόνατος μὲν σαρκωδέστερος δὲ πάντων καὶ μάλιστα κάμψιν δεχόμενος , καὶ ὅλως |
τὸ ὄνομα τοῦ στοιχείου δασύνεται , ὅτι παρὰ ἀρχαίοις ὁ τύπος τοῦ Η ἐν τύπῳ δασείας ἔκειτο , ὥσπερ καὶ | ||
, διὰ τοῦ Η . Ὁ γὰρ διὰ τοῦ ΗΝΟΣ τύπος τὴν ὀξεῖαν ποθεῖ . Καὶ οἱ μὲν ἁπλῆν παρὰ |
διὰ τῆς θαλάσσης συνεστὼς καὶ γλυκὺ φυλάττων τὸ ῥεῖθρον , ἀμιγὴς ἔτι καὶ καθαρὸς ἐπείγῃ οὐκ οἶδ ' ὅπου βύθιος | ||
ἐπανέπλει τὸ ποτὸν καὶ ἐπανῄει . καὶ ἄκρατος οἶνος , ἀμιγὴς πρὸς ὕδωρ , ἄμικτος . ἄκρατον σπάσαι . κεκραμένος |
, ὡς εἶναι τὸ μὲν ἑκούσιον . οἱ πύκται , κλίμαξ εἰσεφέρετο , ὥστε διαστάντας καὶ χώραν λαβόντας μένειν ἐν | ||
καὶ λοξὰ τῇ θέσει ἔχουσα κλιμάκια , ἀλλ ' ἔστω κλίμαξ ἰσοπαχὴς ἔχουσα τετράγωνα τὰ κλιμάκια . χάριν δὲ τοῦ |
ὡς μηκέτι μηδὲ πυρῆνα μήλης παραδέχεσθαι . εἰ δ ' ἕλιξ ἐντέρου κατωλισθηκέναι τύχοι , ἀπὸ τῶν κενεώνων ἀρξάμενοι τοῦ | ||
ἀποβολῇ τοῦ ω λάψ , ὡς φυλάξω φύλαξ , ἑλίξω ἕλιξ , καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν λάλαψ , μετὰ προσθέσεως τοῦ |
δύσφθαρτος , μετρία πρὸς ἐκκρίσεις . διαφέρει δ ' ἡ πελάγιος τῆς πετραίας , διάπυρος οὖσα κινναβάρει καὶ χρυσώπῃ : | ||
ἐν ταῖς χειμεριωτάταις ἡμέραις χαίρει τε πρόσγειος μᾶλλον ὢν ἢ πελάγιος . ζῇ δ ' οὐ πλέον δύο ἐτῶν . |
ἔβαλεν . Ἐλήλαται : κρέμαται , ἐκκρέμαται . Δινωτός : στρογγύλος , συστρεπτικός . κύβος : σφαῖρα . ἅμματος : | ||
ἐπιγινομένῳ : ὁ δὲ καρπὸς μέγεθος μὲν ἡλίκον σήσαμον , στρογγύλος δὲ καὶ τῷ χρώματι χλωρός , ἀγαθὸς δὲ διαφερόντως |
γὰρ καπνὸς ἕπεται τῷ πυρὶ φυσικῶς . . ὄφεων δὲ πλεκτάναισι ] τὸ κύτος δὲ , φησὶ , τὸ στρογγύλον | ||
γηγενεῖς δρακοντόποδας ἔγραψεν . πλεκτάναισι ] ἐν συμπλοκαῖς . Ξ πλεκτάναισι ] περιπλοκαῖς . περίδρομον κύτος : τὸ χώρημα τῆς |
τὴν ἐκ τοῦ Τέκτονος ὀργάνου σπάθην : ἐν δὲ τῇ χελώνῃ ἐστὶν ἡ ῥίζα . αὕτη δ ' ἡ σπάθη | ||
, Ἀφροδίτην δὲ Πάνδημον ὀνομάζουσι . τὰ δὲ ἐπὶ τῇ χελώνῃ τε καὶ ἐς τὸν τράγον παρίημι τοῖς θέλουσιν εἰκάζειν |
ἡ μεγάλη ἐν Αἰγύπτῳ . τρίτη ἐν Αἰθιοπίᾳ τῇ Ἐρυθρᾷ παρακειμένη . τὸ ἐθνικὸν Ἀπολλωνοπολίτης . Ἄπρος , θηλυκόν , | ||
ἔτι τῷ πολέμῳ ” . Ὦφθις , πόλις Λιβύης Αἰγύπτῳ παρακειμένη . ὁ πολίτης Ὠφθίτης , διὰ τὴν εἰς ιτης |
τῆς φύσεως ὠχύρωται : τὸ μὲν γὰρ δέρμα αὐτοῦ πᾶν φολιδωτόν ἐστι καὶ τῆι σκληρότητι διάφορον : ὀδόντες δὲ ἐξ | ||
τῆς φύσεως ὠχύρωται : τὸ μὲν γὰρ δέρμα αὐτοῦ πᾶν φολιδωτόν ἐστι καὶ τῇ σκληρότητι διάφορον , ὀδόντες δ ' |
γίνεται , ἀλλὰ ἄλλη μὲν ἄλλης προκαθημένη τὸν κλύδωνα τοῖς ἀκρωτηρίοις λαμβάνει : ἀέρων δὲ τὸν ἄριστον δοκοῦσιν ἔχειν . | ||
, οὐδαμοῦ τῆς Λήμνου καθορμίζεται , μετέωρος δὲ ἐπισαλεύει τοῖς ἀκρωτηρίοις , ἔς τε ὅσιον τὸ ἐσπλεῦσαι γένηται . θεοὺς |
καὶ ἀγκῶνας δύο , ἤτοι κανόνας , ὅθεν δέδενται αἱ νευραί παρετείνατο ] ἐξήπλωσε καὶ πέζαις , τοῖς ὤμοις : | ||
ἀλλὰ καὶ ὄργανόν τι ψαλτήριον . μέρη δὲ τῶν ὀργάνων νευραί , χορδαί , λίνα , μίτοι , τόνοι , |
μὲν θεραπευτὴν αὐτὸν κρίσεως καὶ δίκης εἰσηγεῖται : ἡ γὰρ προσηγορία τῆς Μαδιὰμ μεταληφθεῖσα ἐκ κρίσεως ὀνομάζεται . διττὸν δὲ | ||
κλίσει [ ἐστὶ ] τάδε [ ] , ὄνομα , προσηγορία , μετοχή , ἄρθρον [ , ἀντωνυμία ] [ |
νόμον ] ἑσπέρα , φησὶν , ἐστὶν ἤδη καὶ ἡ σῦριγξ ἠχεῖ . τοῦτο γὰρ δηλοῖ τὸ δόναξ . τὸ | ||
ἀπέθανεν ; Οἷον ᾄδουσιν αἱ ἀηδόνες , ἡ δὲ ἐμὴ σῦριγξ σιωπᾷ : οἷον σκιρτῶσιν οἱ ἔριφοι , κἀγὼ κάθημαι |
, ἀργὴν τὴν ὁμιλίαν καὶ ἄναρθρον ποιεῖ : ἡ δὲ στενὴ καὶ μικρά , ἐπερείδεσθαι πρὸς τοὺς ὀδόντας μὴ σώζουσα | ||
ὑπὲρ τῆς γῆς . κατὰ τοῦτο ἥ τε ὁδὸς μάλιστα στενὴ γίνεται καὶ τὸ μνῆμα Ἀρηιθόου λέγουσιν εἶναι , Κορυνήτου |
εἴδη , ἐξ ὧν αἱ βάσεις πλέκονται ὥσπερ ἐν τοῖς φθόγγοις τέτταρα ὅθεν αἱ πᾶσαι ἁρμονίαι , τεθεαμένος ἂν εἴποιμι | ||
τὸ κατασταλτικώτερον , ὅτι καὶ τὸ μὲν ὀξύτερον ἐν τοῖς φθόγγοις συντατικώτερον , τὸ δὲ βαρύτερον χαλαστικώτερον , ὥστε εἰκότως |
κέχηνε δὲ τῇ διαστάσει τῶν περικειμένων ὀστράκων , καὶ προτείνει σαρκίον ἐξ ἑαυτῆς οἱονεὶ δέλεαρ τοῖς παρανηχομένοις τῶν ἰχθύων . | ||
τοῦ λίθου , τηνικαῦτα τῆς ἐπιθυμίας ἀπέστη καὶ προβαλλόμενος τὸ σαρκίον ἐπλησίασεν . τῆς πράξεως ταύτης μνημονεύει καὶ Ἄλεξις ὁ |
τοῦ Ἀθηναίου τὸ περὶ τὴν τέχνην ἀκριβὲς ἐκείνου ἔμαθεν . αὐτοσχέδιος δὲ ὢν οὐδὲ φροντισμάτων ἠμέλει , ἀλλ ' Ὀλυμπικούς | ||
περὶ μὲν οἰκίας εἴρηται πρότερον , ὅτι ἐστὶν ἀκαλλώπιστος καὶ αὐτοσχέδιος , πρὸς τὸ χρειῶδες αὐτὸ μόνον εἰργασμένη : καὶ |
Ἰσσῷ γενομένης μάχης , ὅτι ἄρα ἐμειονέκτησε τῶν χωρίων τῇ στενότητι : καὶ Δαρεῖος οὐ χαλεπῶς ἐπείθετο . Ταῦτα ὡς | ||
δὴ τοὺς βαρβάρους ἐνίκησεν . Λεωνίδας ἐν Θερμοπύλαις παραταξάμενος τῇ στενότητι τοῦ χωρίου ἀχρεῖον ἐποίησε τὸ πλῆθος τῶν βαρβάρων . |
ἐξαπλοῦται , ὑψοῦται . Μέσος δὲ διαῤῥέει : ἐξήπλωται , διαχεῖται , καθά περ ἄρμενον . λαῖφος : ἄρμενον . | ||
προσμίξαντες . ἔστι δὲ τοῦδε καὶ ἄλλος μεταχειρισμός : ὄξει διαχεῖται ἡ ζύμη , ὡς εἶναι χυλοῦ τὸ πάχος : |
ἡ μερικὴ κατάφασις , εἴτε ὡς ἀεὶ τῇ μερικῇ ἀποφάσει συντρέχουσα εἴτε μή , τὸν αὐτὸν ἕξει δῆλον ὅτι τρόπον | ||
πάθος καὶ ποεῖ τὸ πάσχειν : τοῖς δὲ πρός τι συντρέχουσα ἢ ἐν ἄλλῳ τίθεται καὶ τὸ κεῖσθαι λέγεται ἢ |
περικείμενον ἐχούσης ἔριον μαλακὸν ἐκμάσσειν : καὶ πυριᾷν δὲ σπόγγοις τρυφεροῖς ἐν ὕδατι ἡψημένην ἔχοντι ἀλθαίαν , ἣν καὶ δενδρομαλάχην | ||
ἀπὸ μιᾶς ῥίζης , ὅμοια κοριάννῳ , περὶ καυλίοις σπιθαμιαίοις τρυφεροῖς , περιλεύκοις , ἐνερευθέσιν : ἄνθη φοινικᾶ , μακρά |
τῇ Κύρου , ἔστι δὲ καὶ μεγάλου βασιλέως βασίλεια ἐν Κελαιναῖς ἔρυμνα ἐπὶ ταῖς πηγαῖς τοῦ Μαρσύου ποταμοῦ ὑπὸ τῇ | ||
ἐν Τρωικοῖς σύριγγα μέν φησιν εὑρεῖν Μαρσύαν καὶ αὐλὸν ἐν Κελαιναῖς , τῶν πρότερον ἑνὶ καλάμωι συριζόντων . Εὐφορίων δ |
καλὴ ψυχὴ ἐν καλῷ σώματι , νέα ἐν νέῳ , ἀνθοῦσα ἐν ἀνθοῦντι , τὴν μὲν ἔχουσα ἀγλαΐαν ἤδη , | ||
ἐπ . . . περιβρίθουσά τε μήκων : ἤτοι περισσῶς ἀνθοῦσα . δύο δὲ γένη εἰσὶ μηκώνων , ὧν ἡ |
χαλκοῦ κεκαυμένου ⋖ γ , στίμμεως ⋖ κ , νάρδου Συριακῆς ⋖ δ , ἀκακίας ⋖ ι , κόμμεως ⋖ | ||
μυρσίνου , κηροῦ , πίσσης ἀνὰ # α , ῥοὸς Συριακῆς # δ . οἴνῳ Ἀμιναίῳ κατάρραινε τὰ ξηρά . |
κατ ' ἰνίον ὀστῷ τῆς κεφαλῆς καὶ τῇ τῆς ῥάχεως ἀκάνθῃ καὶ ταῖς τοῦ θώρακος πλευραῖς καὶ τῷ προτεταγμένῳ τοῦ | ||
ἀκάνθῃ : στύφει . Ἀκάνθιον ἐμφερῆ τὰ φύλλα τῇ λευκῇ ἀκάνθῃ ἔχει : ἐπ ' ἄκρῳ δ ' ἀκανθώδεις ἐξοχάς |
πως οὕτως . Τοὺς δὲ ἐν ἀμαθίᾳ τε αὖ καὶ ταπεινότητι πολλῇ κυλινδουμένους εἰς τὸ δουλικὸν ὑποζεύγνυσι γένος . Ὀρθότατα | ||
καὶ τὸ πρωτεῖον εἶχε , νῦν ἐν ἀδοξίᾳ πάσῃ καὶ ταπεινότητι καθεστάναι ; Πολλὰ τοίνυν ἔχων ἔτι καὶ περὶ πολλῶν |
ἣν ἥψατό τις διαστολήν , σῴζει τὴν αὐτὴν διάστασιν ὁ σφυγμὸς ἢ μεταβέβληκε , καὶ μάλιστα τῶν ἀνωμάλων καὶ ἀτάκτων | ||
ἐντὸς αὐτῆς μεστότερόν τε καὶ σωματωδέστερον καταλαμβάνεσθαι . Κενός ἐστι σφυγμὸς καθ ' ὃν αὐτῆς τε τῆς ἀρτηρίας ἡ περιοχὴ |
εἰς ἅλα δίναις . κεῖθεν δὲ προτέρωσε μέγας καὶ ὑπείροχος ἀγκών ἐξανέχει γαίης : ἔπι δὲ στόμα Θερμώδοντος κόλπῳ ἐν | ||
ὑπόκειται ἐρῶν αὐλητρίδος : ὦ χρυσοῦν ἀνάδημα , ὦ γλυκὺς ἀγκών . ὡς εἴ τις εἶποι : ὦ γλυκὺς πῆχυς |
στροφῇ ἔστι καὶ μεσῳδός , αἱ δὲ λοιπαὶ δύο ταῖς ἀντιστροφαῖς εἰσὶ συνημμέναι . εἰσὶ γοῦν τῆς μὲν πρώτης στροφῆς | ||
ἐπόλιζον αὖ μέτροις ἰωνικοῖς τε , τοῖς ἐλάττοσι λέγω . ἀντιστροφαῖς μὲν καὶ μελῶν χρῶνται στάσει , τοῖς οἷς δεκαπλοῖς |
τῇ χρείᾳ μέσος ἐστί . κοινῶς δ ' ὁ Χῖος πεπτικός , τρόφιμος , αἵματος χρηστοῦ γεννητικός , προσηνέστατος , | ||
τὸ ἀναζέσαι καὶ καταστῆναι μεταγγίζειν . ἔστι δὲ θερμαντικός , πεπτικός , σμηκτικός , ἀνακαθαρτικός , εὔθετος τοῖς περὶ θώρακα |
καὶ τὸν ὅλον ὄγκον σείσωσιν ἐκ ταύτης , ὁ μὲν σαρκώδης τόπος ἅπας ἐκπίπτει θρυπτόμενος διὰ τὴν εἰρημένην θερμασίαν : | ||
, καλεῖται δὲ χύμωσις ἡ ἐπὶ τῷ κερατοειδεῖ ἐρυθρὰ καὶ σαρκώδης φλεγμονὴ , σάρκας μυῶν ἐπιμελῶς λεάνας , καὶ προσβαλὼν |
γὰρ δριμύ , ἀϲῶδεϲ : ὀδύνη κατ ' ὀϲφὺν ἐπὶ ῥάχει βαρεῖα : διάταϲιϲ τῶν μερέων , μᾶλλον δὲ τῶν | ||
παραστάτην ὠνόμαζεν . ὁ δὲ στόμαχος πρόσκειται μὲν ἔνδοθεν τῇ ῥάχει , κατατείνει δ ' εἰς πνεύμονα , ὀνομάζεται δὲ |
Σοφοκλῆς ἐν Κολχίσι κυνάραν καλεῖ , ἐν δὲ Φοίνικι κύναρος ἄκανθα πάντα πληθύει γύην . Ἑκαταῖος δ ' ὁ Μιλήσιος | ||
, γλαύκιον ἢ κόπρος ὄϊος . ἀντὶ ἀκτῆς βοτάνης , ἄκανθα ἢ ἀκάνθου κεράτια . ἀντὶ ἁλικακάβου , δορυκνίου ἢ |
οὐ χρή . ἔπειτα τὰϲ κόμαϲ ξυρῷ ἀφαιρέοντα ϲικύην τῇ κορυφῇ προϲβάλλειν προτέρην : τὴν δὲ ἑτέρην [ τὴν ] | ||
, περιφανέστατα δὲ τῆς Αἰνειάδος Ἀφροδίτης ὁ βωμὸς ἐπὶ τῇ κορυφῇ τοῦ Ἐλύμου ἱδρυμένος καὶ ἱερὸν Αἰνείου ἱδρυμένον ἐν Αἰγέστῃ |
, ἔκπληξις , φρίκη , τρόμος , πτοία πτόησις , συστολή , θόρυβος , ταραχή . καὶ τὰ ῥήματα φοβοῦμαι | ||
ἐπιθυμία , ἡδονή . αʹ Λύπη μὲν οὖν ἐστιν ἄλογος συστολή : ἢ δόξα πρόσφατος κακοῦ παρουσίας , ἐφ ' |
λίθου , ὁτὲ δὲ ψαμμία ὑφίστανται τῷ οὔρῳ , εἰ εὔθρυπτος εἴη ὁ λίθος , ἢ καὶ γενέσεως ἀρχὴν ἔχοι | ||
τρόφιμος , εὐέκκριτος . ἥπατος ἢ μαζέας τρυφερὸς μέσως , εὔθρυπτος , λελυμένος , εὔστομος , δύσπεπτος δὲ καὶ τρόφιμος |
οἰκήτωρ ὁμοφώνως . ὀξύνεται δέ . ἔστι δὲ ἡ πόλις ξυλίνη , κειμένη ἐν Βουδίνοις , ἔθνει μεγάλῳ , ὡς | ||
ληστρικὸν σκάφος μεταξὺ ἐπακτρίδος καὶ κέλητος . κιβωτὸς μὲν ἡ ξυλίνη , δι ' ὃ καὶ ἀντίπηξ καλεῖται : κίστη |
συνήθους τροφῆς πάλιν καλὸν ἐγεγόνει καὶ τὸ δέρμα ἐπανθούσῃ τῇ τριχὶ ἀπέστιλβεν . οἱ δὲ γενναιότατοι μέγαν τέ με καὶ | ||
ἑλκούσας ὡς αὑτὰς τοὺς παριόντας καὶ πολιτῶν καὶ ξένων καὶ τριχὶ καὶ ὄμματι καὶ παρειᾷ καὶ χροιᾷ . κἀν ταύταις |
τὴν κόμην ἄνετον , τὴν δὲ χρόαν εἶχεν ἀνθηρὰν τῇ λαμπηδόνι τοῦ σώματος τὰ ἄνθη δηλῶν . ἦν δὲ Διονύσῳ | ||
ἔστιλβεν ὑπὲρ τὸν ἥλιον , ὥστε με θαυμάζειν ἐπὶ τῇ λαμπηδόνι τῆς πύλης . κύκλῳ δὲ τῆς πύλης εἱστήκεισαν παρθένοι |
λήξεις γόων , ἐνταῦθα πέμψειν ἔνθα μήποθ ' ἡλίου φέγγος προσόψει , ζῶσα δ ' ἐν κατηρεφεῖ στέγῃ χθονὸς τῆσδ | ||
δ ' ἐστὶν ἕτερον ἡ περσέα καλούμενον , τῇ μὲν προσόψει μέγα καὶ καλόν , παραπλήσιον δὲ μάλιστα τῇ ἀπίῳ |
ὣς ἄρα μιν εἰπόντα καταστέγασε [ Στυγὸς ] ὕδωρ . φολὶς δ ' ἀπέλαμπε φαεινή , ἄλλοτε μὲν κυανοῦ , | ||
πολυπόδια λέγει . Λεπίσι : λεπίς ἐστιν ἡ ἀποξεομένη , φολὶς δ ' ἡ ἄνω τοῦ δέρματος οὖσα : ἡ |
δ ' ἐνίοτε προσπεπηγὸς δάκρυον ὅμοιον τῷ λιβανωτῷ πρὸς τοῖς καυλοῖς καὶ ταῖς ῥίζαις . τοῦ δ ' ὀποῦ διαφέρει | ||
, καὶ τὸν χυλὸν τοῦ βρόμου δοτέον αὐτοῖς . καὶ καυλοῖς δὲ θριδάκων ἢ ἰντύβων ἀναγκαῖον χρήσασθαι . εἰ δὲ |
τις τὸ ἑαυτοῦ σῶμα , οὐδὲν αὐτῷ προσελεύσεται θηρίον . Στρύχνον βοτάνην ὕαινα οὐχ ὑπερβαίνει οὐδὲ λύκου δέρμα πρόβατον . | ||
, ᾧ καὶ οἱ στεφανηπλόκοι χρῶνται καταπλέκοντες τοῖς στεφάνοις . Στρύχνον ὑπνωτικόν θάμνος ἐστὶ καυλοὺς ἔχων πυκνούς , πολλούς , |
ἐμφράξαντος τὸ νεῦρον αὐτοῦ . Ἐγίνοντο δὲ καὶ νυκτάλωπες . νυκτάλωψ δέ ἐστι τὸ γινόμενον πάθος ταῖς ἀλώπεξι : ἐκεῖναι | ||
Κενταύροισι : παροιμία ἐπὶ τῶν ἀδυνάτων καὶ ἀνοήτων ταττομένη . νυκτάλωψ : ὁ νύκτωρ ἀλαὸς τοὺς ὦπας . καὶ νυκταλωπιῶν |
κατεσκεύαζον , ἀπὸ τῆς τῶν λίθων συνθέσεως , ἥ ἐστι νῆσις . ἢ ἐσώρευον : ἔνθεν καὶ ναῦς , ἐν | ||
κατεσκεύαζον , ἀπὸ τῆς τῶν λίθων συνθέσεως , ἥ ἐστι νῆσις . ἢ ἐσώρευον : ἔνθεν καὶ ναῦς , ἐν |
ποτὲ [ δὲ ] γνόφος : καὶ θηρσὶν αὐτὸς γίνεται παρεμφερής , ἀνέμῳ νεφέλῃ τε καὶ ἀστραπῇ , βροντῇ , | ||
' ὕδωρ , ποτὲ γνόφος : καὶ θηρσὶν αὐτὸς γίνεται παρεμφερής , ἀνέμῳ νεφέλῃ τε καὶ ἀστραπῇ , βροντῇ , |
ὀξὺ λῆγον . ἐκαλεῖτο δὲ τοῦτο ἐπ ' ἀνδρῶν , κόρυμβος δὲ ἐπὶ γυναικῶν , σκορπίος δὲ ἐπὶ παίδων . | ||
' αὐχένι σάρκες : σφαιρωτὸς δ ' ἐφύπερθε μετήορος ὕψι κόρυμβος . ξείνη δ ' ἐν κεράεσσι φύσις κείνοισι τέτυκται |
αὐτὸς τῷ τῶν ἀκμαζόντων , πλὴν ἐπ ' ὀλίγον διαλλάττων βραδύτερος καὶ ἀραιότερος γεγονώς . τοῖς δὲ πρεσβύταις ἤδη τῷ | ||
ἕτερόν τι προστίθησιν : εἰ γὰρ καὶ ἔλαττον ἀεὶ τῷ βραδύτερος ὑποκεῖσθαι , ἀλλ ' οὖν προστίθησί γέ τι . |
τις ἐπακολουθεῖ τῆς φωνῆς τύπος , δῆλον ὡς ἅμα ταῖς ἁρμονίαις καὶ τὸ τοῦ μέλους εἶδος ἀλλοιωθήσεται . μεταβολαὶ δὲ | ||
ἐλαττόνων ἢ τριάκοντα τὰ μὲν εὐεπῶς συγκείμενα καὶ συνεξεσμένα ταῖς ἁρμονίαις οὐκ ἂν εὕροι τις ἓξ ἢ ἑπτὰ τὰ πάντα |
ἐπιστέγην ἕως τῶν ἐπ ' αὐτῷ δοκῶν , ὅπως ᾖ περίδρομος ἔγκυκλος . Ἐξῇρε δ ' ἐκ μέσης τῆς στέγης | ||
εἶναι τὴν γῆν . . διαπρὸ ] διόλου . . περίδρομος ] στρογγύλη . . διαπρὸ περίδρομος : οὐ περὶ |
ἀδιατύπωτος κακομήχανος αἰσχροκερδὴς φίλαυτος ἐθελόδουλος ἐθέλεχθρος δημοκόπος κακοικονόμος σκληραύχην θηλυδρίας ἐξίτηλος ἐκκεχυμένος σκωπτικὸς τρώκτης ἠλίθιος βαρυδαιμονίας ἐμπεφορημένος ἀκράτου . τοιαῦτα | ||
θύειν . ἐρυμάτων : στηριγμάτων . εἶργεν : ἐκώλυεν . ἐξίτηλος : ἀσθενής . ζώνη : ὁ τόπος , εἰς |
γὰρ ἄνθρωπος λέγεται μέν , ἄνθρωπος δὲ οὔ , καὶ λιθίνη ναῦς , ναῦς δὲ οὔ , καὶ κίβδηλος χρυσός | ||
: ᾠκοδόμητο δὲ πλίνθοις κεραμεαῖς : κρηπὶς δ ' ὑπῆν λιθίνη τὸ ὕψος εἴκοσι ποδῶν . ταύτην βασιλεὺς Περσῶν ὅτε |
περισκάψαι καὶ γυρῶσαι φυτὸν ἢ βαθῦναι τάφρον ἢ τὰς περιττὰς ἐπιφύσεις ἀποτεμεῖν ἤ τι τῶν ὁμοιοτρόπων ἐργάσασθαι , τὰ δ | ||
εἶναι . ἔνιοι δ ' ἐπιμυλίδας φασὶν εἶναι τὰς πλατείας ἐπιφύσεις . ἐπιγουνὶς δὲ τὸ ἀνώτερον μέρος τοῦ γόνατος , |
λευκή , ὑπόπαχυς , οὐ ψωρώδης , τάχιστα τηκομένη . Κάλαμός ἐστιν ἀρωματικὸς κάλλιστος ὁ κιρρός , πυκνογόνατος καὶ εἰς | ||
λευκή , ὑπόπαχυς , οὐ ψωρώδης , τάχιστα τηκομένη . Κάλαμός ἐστιν ἀρωματικὸς κάλλιστος ὁ κιρρός , πυκνογόνατος καὶ εἰς |
πρὸς τῷ Ἀδρίᾳ λοξὰ παρεμβάλλοντα , ἡ δὲ Ὀμβρικὴ καὶ παραλλάττουσα , ὡς εἴρηται , μέχρι τῆς θαλάττης . περὶ | ||
οὐ φέρουσιν : τῶν δὲ φερουσῶν οὐ συνεχὴς , ἀλλὰ παραλλάττουσα ἡ φορὰ κατὰ τὴν διάθεσιν . Ὁτὲ μὲν γὰρ |
κωλύοντοϲ καὶ εἰϲ λουτρὸν ἀπάξομεν εὐκράτῳ τε τῇ ἐμ - βάϲει χρηϲόμεθα ϲὺν ἐλαίῳ καὶ τρίψει μαλθακωτάτῃ . θρέψομέν τε | ||
φαινομένηϲ , ποτὲ δὲ μελαίνηϲ , ϲὺν τῷ προϲέχεϲθαι τῇ βάϲει καὶ τρόπον τινὰ προϲηλῶϲθαι μετὰ νομῆϲ : ἡ δὲ |
πόνον . αἶψα δὲ τοίγε Ῥήβαν ὠκυρόην ποταμὸν σκόπελόν τε Κολώνης , ἄκρην δ ' οὐ μετὰ δηθὰ παρεξενέοντο Μέλαιναν | ||
τινι τρόπῳ . Τέννης ἦν υἱὸς μὲν Κύκνου τοῦ βασιλεύσαντος Κολώνης τῆς ἐν τῇ Τρῳάδι , ἀνὴρ δ ' ἐπίσημος |
ῥητινίζων , ἐν τῷ διαμασᾶσθαι ἐκκαίων τὴν γεῦσιν : ῥίζα εὐμεγέθης ὕπεστιν , ὄζουσα λιβάνου . Ἄλλη λιβανωτὶς πάντα ἐοικυῖα | ||
ἡ γνώμη καὶ ἰσόθεος τιμή . τὰ δὲ σημεῖα : εὐμεγέθης , εὐρύστερνος , ἐκ τῶν μηρῶν εἰς τοὺς πόδας |