φίλων οἱ ἐντιμότατοι καὶ οἷς μάλιστα πιστεύει τὰ τοιαῦτα οὐκ ἀπέτρεψαν : ἔτι δὲ καὶ ἡ γυνὴ βούλεται , οὐκ | ||
τοὺς αὑτῶν παῖδας σαφῶς εἰδότες ἀπολουμένους ἐν τῷ πολέμῳ οὐκ ἀπέτρεψαν μᾶλλον , ἀλλ ' ἐνήγαγον εἰς τοῦτο οὐκ ἐλάττω |
τε μελαγχολίας καὶ λαγνείας καὶ λαβρότατας ἄγοισαι ἀμέ . καὶ ῥευματιζόμενά τινα μέρεα ὀδαξασμὼς ποιέντι καὶ μορφὰς φλεγμαινόντων σωμάτων μᾶλλον | ||
τε μελαγχολίας καὶ λαγνείας καὶ λαβρότατας ἄγοισαι ἀμέ . καὶ ῥευματιζόμενά τινα μέρεα ὀδαξασμὼς ποιέντι καὶ μορφὰς φλεγμαινόντων σωμάτων μᾶλλον |
τοῦτο . Γραῶν ὕθλοι : ἐπὶ τῶν μάτην ληρούντων . Γηράσκω αἰεὶ πολλὰ διδασκόμενος : ἐπὶ τῶν διὰ γῆρας ἐμπειροτέρων | ||
Γέροντα δ ' ὀρθοῦν φλαυρόν , ὃς νέος πέσοι . Γηράσκω ἀεὶ πολλὰ διδασκόμενος : ἐπὶ τῶν διὰ γῆρας ἐμπειροτέρων |
ἀντιδόσεις τὰ παρ ' ἀμφοτέροις σπανίζοντα πρὸς δαψίλειαν τῶν χρησίμων διορθοῦνται . ἡ δὲ παρὰ τὸν ὠκεανὸν Ἀραβία κεῖται μὲν | ||
γεγραμμένοις καὶ ποιήμασι μᾶλλον , οἷον καὶ τὸν Ὅμηρον ἔνιοι διορθοῦνται , ὡς Ἱππίας ὁ Θάσιος , πρὸς τοὺς ἐλέγχοντας |
. Γηράσκω ἀεὶ πολλὰ διδασκόμενος : ἐπὶ τῶν διὰ γῆρας ἐμπειροτέρων . Γῆρας λέοντος κρεῖσσον ἀκμαίων νεβρῶν . Γῆς ἔντερα | ||
. Γηράσκω ἀεὶ πολλὰ διδασκόμενος : ἐπὶ τῶν διὰ γῆρας ἐμπειροτέρων . Γηρᾷ βοῦς , τὰ δ ' ἔργα πολλὰ |
Λιβύης καὶ Κιλικίας , καὶ τῶν ἐν αὐταῖς ἐλαιῶν . συναίρεται δὲ τῇ τοῦ ἀέρος ἐπιτηδειότητι καὶ τὰ τῆς γῆς | ||
τίνων ἀπέχεσθαι προσήκει , καὶ πρὸς μὲν τὰ δίκαια ἔργα συναίρεται , διακωλύει δὲ τὰ ἄδικα , πολλούς τε τῶν |
ἀσχημοσύναι πᾶσαι , ὅταν ὁ νοῦς ἀποκαλύπτῃ τὰ αἰσχρά , συσκιάζειν δέον , ἐπαυχῶν καὶ σεμνυνόμενος ἐπ ' αὐτοῖς . | ||
δημοσιεύειν περιφανῶς τὴν ἐκ φαύλης οὕτω προφάσεως τολμηθεῖσαν σφαγήν , συσκιάζειν δὲ μᾶλλον καὶ περιστέλλειν ἔνεστιν , οὐκ εἰς εὐρυχωρίαν |
χωροῦσιν : οἱ δὲ ἐπὶ φυλακῇ τῶν κτημάτων , οὓς οἰκουρούς τε καὶ δεσμίους λέγομεν : οἱ δὲ ἐπὶ τερπωλῇ | ||
χωροῦσιν : οἱ δὲ ἐπὶ φυλακῇ τῶν κτημάτων , οὓς οἰκουρούς τε καὶ δεσμίους λέγομεν : οἱ δὲ ἐπὶ τερπωλῇ |
συστολὴν ἀκή , . , . * . Ἀκηδής : ἀφρόντιστος , ἀνελεήμων , κηδεμόνα μὴ ἔχων , . , | ||
ἡ ὀξύτης τὴν ὀξύτητα . . . . ἀκηδής : ἀφρόντιστος , ἀνελεήμων , κηδεμόνα μὴ ἔχων : παρὰ τὸ |
. τῶν δὲ μεταξὺ ἀγαθῶν αἱ ὑπερβολαὶ μοχθηραί εἰσι καὶ ψεκταί , ὅτι τὰ τοιαῦτα ἀγαθὰ ἀφ ' ἑαυτῶν οὐκ | ||
καὶ ἔνδειαν διαθέσεις , εἰ καὶ μὴ παντελῶς κακαί , ψεκταί εἰσιν . καθάπερ οὖν τῇ σωφροσύνῃ μεσότητι οὔσῃ περὶ |
, οὐ μακροῦ χρόνου . Ὕπεστί μοι θράσος , ἁδυπνόων κλύουσαν ἀρτίως ὀνειράτων . Οὐ γάρ ποτ ' ἀμναστεῖ γ | ||
. δωμάτων ἄτιμα ] ἀπεσπασμένους καὶ φυγαδευθέντας τῶν οἴκων . κλύουσαν ] ἀντὶ τοῦ κλυούσηι . καὶ τότε ] ὅτε |
μορίου καὶ τοῦ στάσις ἢ τοῦ ἵστημι στήσω . . νήστισιν αἰκίαις ] ἐστερημέναις τροφῆς καὶ στάσεως . . πληγαῖς | ||
. σκιρτημάτων δὲ νήστισιν αἰκίαις : Ἐν μάστιξι δὲ σκιρτημάτων νήστισιν παρεγενόμην λαβρόσσυτος καὶ ταχεῖα καὶ ἄγαν ὁρμητική , δαμασθεῖσα |
καί σύνδεσμος . . οὗτοι αἰσχροί . . Ἀρίστυλλος : αἰσχροποιὸς οὗτος . . καλαμίνθης : Δυσώδης βοτάνη καὶ ὄφεις | ||
εἶδος ἀθάρας ἀπὸ φασηλίων . Σμοιός : Κύριον ὄνομα . αἰσχροποιὸς εἰς γυναῖκας , καὶ ἱππεύσας πρότερον , καὶ τοῖς |
δὲ ὁ τοῦ θαυμαστοῦ κτήματος δεσπότης καὶ αὐτὸν σὲ τῇ ἀπαιδευσίᾳ καὶ βδελυρίᾳ ὑπερηκόντισεν . ὁρᾷς ὅπως κακοδαιμόνως διάκειται , | ||
οἱ μὲν οὖν μήτε εὑρέσεως μήτε ζητήσεως ἐφιέμενοι τὸν λογισμὸν ἀπαιδευσίᾳ καὶ ἀμελετησίᾳ χαλεπῶς ᾐκίσαντο καὶ δυνάμενοι ὀξὺ καθορᾶν ἐπηρώθησαν |
δὴ πάλιν μὴ τεμνέτω ὁ ΒΑΓΔ κύκλος τοὺς ΑΗΒ , ΓΚΔ κύκλους διὰ τῶν πόλων , καὶ εἰλήφθω ὁ πόλος | ||
Β σημεῖα . Καὶ ἐπεὶ δοθεῖσά ἐστιν ἑκατέρα τῶν ὑπὸ ΓΚΔ , ΕΚΖ γωνιῶν , καὶ ὀρθαί εἰσιν αἱ πρὸς |
[ μύρμηξ ] . λόγωι νυν ? τῶιδ [ ' ἀληθείη ] πάρα [ . πόλιν ] δὲ ταύτην ? | ||
πολιτέων ἄλλός τίς σε κακῶς , ἄλλος ἄμεινον ἐρεῖ . ἀληθείη δὲ παρέστω σοὶ καὶ ἐμοί , πάντων χρῆμα δικαιότατον |
, καὶ ἀτιμίαις . ἐγκατέδησε : συνέκλεισεν , ἐδέσμησεν . Γαστήρ : γνώμη . ἀνάσσει : βασιλεύει . Ἠερίῃς : | ||
γαμηρὸς , συγκοπῇ καὶ προσθέσει τοῦ β , γαμβρός . Γαστήρ , ὅτι γαστρίζει ἡμᾶς ἐπιχορηγοῦσα τὴν τροφήν . Γλουτοί |
] Ἀντὶ δέ . Τὴν Φιλοκτήταο ] Τὴν Φιλοκτήτου . Δίκαν ἐφέπων ] Τρόπον διεξάγων . Ἔστι δὲ τὸ ἐφέπων | ||
ἀλλ ' ἐν ⌊ μέσῳ ⌋ κεῖται κιχεῖν πᾶσιν ἀνθρώποις Δίκαν ἰθεῖαν , ἁγνᾶς Εὐνομίας ἀκόλουθον καὶ πινυτᾶς Θέμιτος : |
τῇ θρασύτητι . ἡ δὲ σωφροσύνη μᾶλλον ὁμοία ἐστὶ τῇ ἀναισθησίᾳ ἢ τῇ ἀκολασίᾳ καὶ διὰ τοῦτο ἐναντιωτέρα ἐστὶ τῇ | ||
διὰ τὸ αἰσθανομένων εἶναι τὸ ἀγαθόν : ἀλλ ' ἐν ἀναισθησίᾳ οὔτε κακόν τι εἶναι οὔτε ἀγαθόν . τὸ μὲν |
τὰ δὲ πολύαιμα διὰ τὸ πλῆθος τοῦ αἵματος πολὺ γενόμενον ἀτρεμέει . χασμῶνται δὲ πρὸ τῶν πυρετῶν , ὅτι πολὺς | ||
τῇ ἄλλῃ χρήσει τοῦ στόματος , ἡ μὲν ἄνω γνάθος ἀτρεμέει : ξυνήρτηται γὰρ τῇ κεφαλῇ , καὶ οὐ διήρθρωται |
Ἕλλησιν . μελετῶμεν τὸν Πάτροκλον . Πόθεν τοῖς Ἕλλησιν ἤδη συνάχθεται Πάτροκλος οὔπω τοῦτο παθόντος τοῦ Θετταλοῦ ; ἄμφω μὲν | ||
πράττουσι μὲν συνήδεται , πεπονθόσι δὲ οἷά περ οὐκ ἔδει συνάχθεται . βουλοίμην δὲ καὶ σὲ πρὸς τῆς ἄλλης φιλοσοφίας |
ὀρέξεως : λιμὸς ἡ λεγομένη κυνώδης ὄρεξις . βαρείης : λαιμάργου , ἀπλήστου . βαρείης : κακῶν , λαίμαργον καὶ | ||
δ ' ὠὰ οὐχ ὅμοια . λάβροιο : ὁρμητικοῦ , λαιμάργου , ἰσχυροῦ . αἰετοῦ : εἶδος ἰχθύος : ἀετὸς |
μάχηαι . Ἥρῃ δ ' οὔ τι τόσον νεμεσίζεται οὐδὲ χολοῦται : αἰεὶ γάρ οἱ ἔωθεν ἐνικλᾶν ὅττι κεν εἴπῃ | ||
. . . . ἀγαίεται : βασκαίνει , ὀργίζεται , χολοῦται : τῷ δ ' ἦ τοι Ζεὺς αὐτὸς ἀγαίεται |
χοροῖσιν ἐμπαίζει τε καὶ κλῇδας γάμου φυλάττει . ἤγουν ἡ Γαμηλία . Ἀργεῖον τέμενος ] Ἡ πόλις τὸ Ἄργος . | ||
Τηλέφης , ὡς Μαρσύας ὁ νεώτερος ἐν πέμπτῳ Μακεδονικῶν . Γαμηλία : Δημοσθένης ἐν τῇ πρὸς Εὐβουλίδην ἐφέσει καὶ Ἰσαῖος |
εἰς Δελφοὺς ἐπηρώτων πότερον μένωσιν ἐπὶ ταύτης ἢ ἑτέραν χώραν ζητῶσι . τοῦ δὲ θεοῦ φήσαντος λευκοὺς κόρακας πρότερον φανεῖσθαι | ||
. . : σπονδαὶ Ἀθηναίων καὶ Ἀργείων ἑκατονταετεῖς ἐπαγγέλλωσιν : ζητῶσι . ταύτην τὴν πόλιν : ἐξ ἧς οἱ πολέμιοι |
κατηγοροῦσιν . ὀφθαλμοὶ μεγάλοι σημαίνουσιν ἀποπληξίαν τοῦ ἀνδρὸς καὶ ματαιότητα γαστριμαργίαν τε καὶ οἰνοφλυγίαν καὶ λαγνείαν καὶ μάλιστα εἰ τρέμουσιν | ||
κακόδαιμον : Ἐπιπλήττει αὐτῷ ὁ Ποσειδῶν , ὡς διὰ τὴν γαστριμαργίαν προδιδόντα τὸν Δία . κάτω : Κάτω τοῦ οὐρανοῦ |
ἐν αὐτῇ πάντας ἐπιλανθάνεσθαι τῶν κακῶν καὶ τῶν θλίψεων . μειλίχιον δὲ εἶπε διὰ τὸ πάντας ἐν νυκτὶ ἡμεροῦσθαι . | ||
αὐτὸν μετὰ θάνατον ἐσεβάσθησαν : καλεῖσθαι δὲ αὐτὸν καὶ Δία μειλίχιον . Οἱ δὲ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ τοίχους φασὶν ἐπινοῆσαι |
ἡ νῆσος εὔοινός ἐστι καὶ εὔδενδρος καὶ σῖτον φέρει . Λεπρεατῶν : Λεπρεεῖς οὓς ἂν λάβωσι μοιχοὺς περιάγουσι γʹ ἡμέρας | ||
ἐπιτραπείσης ὑποτοπήσαντες οἱ Ἠλεῖοι μὴ ἴσον ἕξειν ἀνέντες τὴν ἐπιτροπὴν Λεπρεατῶν τὴν γῆν ἔτεμον . οἱ δὲ Λακεδαιμόνιοι οὐδὲν ἧσσον |
φίλον πίασμα Βοιωτῶν χθονί : οὗ σφιν κακῶν ὕψιστ ' ἐπαμμένει παθεῖν , ὕβρεως ἄποινα κἀθέων φρονημάτων : οἳ γῆν | ||
. τορῶς τέκμηρον ] ἀληθῶς , σαφῶς διασάφησον . . ἐπαμμένει ] ἀπόκειται . . χρὴ ] ἀπόκειται . φάρμακον |
ἰητρείην : θεραπείαν . ἴσχειν : συλλαμβάνειν . ἰδίειν . ἱδροῦν . | ἰπνοῦ : καμίνου , οἱ δὲ φούρνου | ||
καὶ ὀξείας , καὶ ἀνεμεῖν τὰ σιτία , μὴ εὐχερῶς ἱδροῦν ἐν βαλανείοις , συνήθεις κλυσμοὺς ἢ καθάρσεις κοιλίας ἐκλελοιπέναι |
ληʹ Θυάμιος ποταμοῦ ἐκβολαί μϚʹ δʹʹ ληʹ ιβʹʹ Σύβοτα λιμήν μϚʹʹ ∠ ʹʹδʹʹ ληʹ Τορύνη μϚʹʹ ∠ ʹʹγʹʹ ληʹ Ἀχέροντος | ||
μʹ Ἀστραίων Ἄστραιον μϚʹ γʹʹ μʹ ∠ ʹʹγʹʹ Παιονίας Δόβηρος μϚʹʹ γοʹʹ μʹ ∠ ʹʹδʹʹ Ἄλωρος μζʹ δʹʹ μαʹ Ϛʹʹ |
ἂν μαχέσαιτο παγκράτιον καθωπλισμένος ; ” ἐπειδὴ νόμος ἦν τοὺς γυμναστὰς γυμνοὺς εἰς τὸν ἀγῶνα εἰσέρχεσθαι . παρ ' ἀνδράσι | ||
γυμναστὴς ἐν Ὀλυμπίᾳ . Λακεδαιμόνιοι δὲ καὶ τακτικὴν ἐβούλοντο τοὺς γυμναστὰς εἰδέναι μελέτην τῶν πολεμικῶν τοὺς ἀγῶνας ἡγούμενοι , καὶ |
βασιλεύς : Αἰλιανοῦ δὲ ταῦτα ἀκηκοέναι δόκει . „ „ ξυνίημι ” ἦ δ ' ὃς ” τοῦ ἀπορρήτου , | ||
, ἥκετ ' ἐμῶν καμάτων παραμύθιον : οἶδά τε καὶ ξυνίημι τάδ ' , οὔ τί με φυγγάνει : οὐδ |
: Ὀλίγοι γὰρ ἐσθλοὶ κρείσσονες πολλῶν κακῶν . Θυέστου : Γνώμης γὰρ οὐδὲν ἀρετὴ μονουμένη . Ἐκ τῆς Ὑψιπύλης : | ||
, τὸ δὲ παχὺ τὸν μελαγχολικὸν χυμόν . γʹ . Γνώμης , μνήμης , ὀδμῆς καὶ τῶν ἄλλων καὶ πείνης |
τε καὶ λυπεῖσθαι . τοῦτο δέ ἐστι ζητοῦντα ῥᾳστώνην ἐν ἀηδίᾳ ζῆν . ἀλλ ' , ὦ φίλτατε , λογισάμενος | ||
ἀγαθά . οἱ γὰρ ἑαυτοὺς ἐξάγειν βουλόμενοι καὶ ἐν ἁπάσῃ ἀηδίᾳ ὄντες καὶ μηδέποτε ἑαυτοῖς ἀρέσκοντες ἢ τὰ αὐτὰ θέλοντες |
πορνίδιον , οὐδὲ θυροκοπῶν ὦφλεν δίκην . οὕτω τὸ γῆρας σωφρονοῦν οὐκ εὐτυχεῖ . Μάλιστα δ ' ἐκπλήττει με τῶν | ||
ἀκολασία κρατεῖ βίος τε ἀγεννὴς καὶ ἀνελεύθερος εὐδοκιμεῖ καὶ τὸ σωφρονοῦν ὀνειδίζεται . ἐν Ἰωνίᾳ μὲν ταῦτα , αἱ Λάκαιναι |
εἰ καὶ οὐδὲν ὁ αὐτοῦ λόγος ἰσχύει , σαίνων καὶ κολακευτικῶς καὶ δολίως ἄγαν ὑπερχόμενος πρὸς πάντας . πάγχυ καὶ | ||
τῶν ἔξω φροντίδος . Ἕπεσθε μητρὶ χοῖροι : ἐπὶ τῶν κολακευτικῶς τισιν ἑπομένων τροφῆς ἕνεκα . Ἐπὶ βύρσης ἐκαθέζετο : |
ἐγγίσει . Εἶτα ἐπιμερίζει ὁ Κρόνος ἐν τῇ τοῦ Ἑρμοῦ φαρταρίᾳ ἔτος α μῆνας ι ἡμέρας η ὥρας ιγ ἔγγιστα | ||
καὶ ἡ ἀργία . Εἶτα ἐπιμερίζει ὁ Ζεὺς ἐν τῇ φαρταρίᾳ τοῦ Κρόνου ἔτος ἓν μῆνας Ϛ ἡμέρας κε ὥρας |
μὲν τέχνην , οἱ δὲ τοὐναντίον ἀτεχνίαν , ἄλλοι δὲ κακοτεχνίαν , ἄλλοι δὲ ἄλλο τι . ὁμοίως δὲ καὶ | ||
δὲ ἔχων μὴ εἰληφέναι . καὶ ὁ μάγειρος αἰσθόμενος τὴν κακοτεχνίαν αὐτῶν ἔφη : ” ἀλλὰ κἂν ἐμὲ λάθητε ἐπιορκοῦντες |
ἔνθα ἐγέννησεν . τραφερῇ : ἐν τῇ γῇ , τῇ τρεφούσῃ γῇ , τῇ ξηρᾷ . σύν : ἐν . | ||
οἶδ ' ἐπὶ δεξιᾶ . ” βωτιανείρῃ ἄνδρας βοσκούσῃ ἢ τρεφούσῃ . γαυλοί τὰ ποιμενικὰ ἀγγεῖα τοῦ γάλακτος . γάννυται |
. . . μειράκιον νέον ] ἀντὶ τοῦ οὐκ ἀκριβῶς βούπαιδα , ἀλλ ' ἔτι μικρόν . . . . | ||
, τὸν δὲ ἐχόμενον οἱ μὲν πάληκα , οἱ δὲ βούπαιδα , οἱ δὲ ἀντίπαιδα , οἱ δὲ μελλέφηβον : |
. Ἐλαίου παλαιοῦ λι βʹ , ἰρίνου γο Ϛʹ , στυρακίνου γο Ϛʹ , δαφνίνου γο Ϛʹ , τερεβινθίνης , | ||
μυελοῦ ἐλαφείου γο δʹ , στύρακος γο αʹ , ἐλαίου στυρακίνου γο δʹ , ἐλαίου ἰρίνου γο Ϛʹ , πεπέρεως |
ἐν Πυθοῖ : αἰνέσω δὲ καὶ τὸν πατέρα αὐτοῦ [ Διαγόρα ] τὸν Δαμάγητον , τὸν ἀρέσκοντα τῇ δίκῃ , | ||
γράφει : καθ ' ὃν χρόνον ἐπεδήμησας ἐν Σάμῳ , Διαγόρα , πολλάκις οἶδά σε παραγινόμενον εἰς τοὺς παρ ' |
ὑπερηφάνῳ . ὑπερκόμπῳ ] ἐπηρμένῳ . ὑπερκόμπῳ ] ἀλαζονικῷ . ὑπερκόμπῳ ] θρασεῖ καὶ ὑπερηφάνῳ . ἐκλαπάξαι ] ἐκπορθῆσαι . | ||
. Ξ ὑπερκόμπῳ ] ὑπερηφάνῳ . ὑπερκόμπῳ ] ἐπηρμένῳ . ὑπερκόμπῳ ] ἀλαζονικῷ . ὑπερκόμπῳ ] θρασεῖ καὶ ὑπερηφάνῳ . |
' Ἀχιλλέως παρόντων εἰσάγεσθαι τὸν Νέστορα γενναιότερον , τῇ ἡλικίᾳ προβεβηκότα . τούτων τοίνυν οὕτως κατηγορουμένων τῇ ἀναστροφῇ χρησάμενοι ἀπολύομεν | ||
ταῦτα ἐμὲ λέγειν . λοιδορεῖν γὰρ πράγματα ἀνίατα καὶ πόρρω προβεβηκότα ἁμαρτίας οὐδαμῶς ἡδύ , ἀναγκαῖον δ ' ἐνίοτέ ἐστιν |
ἀκούοντας . ποιφύγμασι ] φυσήμασι . ποιφύγμασι ] στεναγμοῖς . ποιφύγμασι ] ἐν φοβήμασιν . ποιφύγμασι ] θρήνοις , βοαῖς | ||
. ποιφύγμασι ] στεναγμοῖς . ποιφύγμασι ] ἐν φοβήμασιν . ποιφύγμασι ] θρήνοις , βοαῖς . θ ποιφύγμασι ] θορύβοις |
: τῶν ἰχθύων . περίαλλα : πέρι τῶν ἄλλων , περισσοτέρως , περισσότερον . δηθύνουσι : βραδύνουσι , χρονίζουσιν . | ||
. εἶθ ' ] ἐστίν , ὑπάρχει . μάλιστα ] περισσοτέρως , λίαν , μᾶλλον . πέφρικα ] τρέμω , |
καὶ μὴ εἰκαῖον μηδ ' ἐπισεσυρμένον ; ἂν μιμῆται τοὺς κυβεύοντας . αἱ ψῆφοι ἀδιάφοροι , οἱ κύβοι ἀδιάφοροι : | ||
ἐργάζεσθαί τε ἔφη καὶ ἐργάτας ἀγαθοὺς εἶναι , τοὺς δὲ κυβεύοντας ἤ τι ἄλλο πονηρὸν καὶ ἐπιζήμιον ποιοῦντας ἀργοὺς ἀπεκάλει |
, στρατεύων ἑτέρους ἐφ ' ἑτέροις : καὶ πάντας ἐς Ἀρρήτιον ἔπεμπεν . Ἀντωνίῳ δ ' ἀφῖκτο μέσον ἐς τὸ | ||
γʹʹ Φαίσουλαι λδʹ μγʹ Περουσία λεʹ γʹʹ μβʹ ∠ ʹʹ Ἀρρήτιον λδʹ γοʹʹ μβʹ ∠ ʹʹδʹʹ Κόρτωνα λεʹ μβʹ γοʹʹ |
, ὀρεινῆς . τάτ ' : ἅτινα , ἰωνικῶς . Τερπωλή : χαρὰ , εὐφροσύνη . ἠέ : ἰωνικόν . | ||
Εἰσδῦναι : εἰσελθεῖν . εἰσορόωντας : εἰς αὐτὸν βλέποντας . Τερπωλή : τέρψις . ἀπειρήτοισιν : ἀπείροις , ἀνοήτοις . |
πλοῖα ; τοὺς κάδους μὲν οὖν καλοῦσι γαυλοὺς πάντες οἱ προγάστορες . Τέτταρες δ ' αὐλητρίδες ἔχουσι μισθὸν καὶ μάγειροι | ||
ἀνωφελῶν καὶ εἰκῇ πραττομένων ἐλέγετο : οἱ γὰρ παχύπρωκτοι καὶ προγάστορες οὐ δύνανται ἑαυτοὺς ἀπονίψασθαι εὐπετῶς . Προφάσεως οὐ δεῖ |
στρατιώτας στάσιν , ἀνέλαβε τοὺς φυγάδας . φήσας δὲ ἐν παρακαταθήκῃ τὸν βασιλέα Πτολεμαῖον τὸν Φιλομήτορα δεδωκέναι παιδίον αὐτῷ τρέφειν | ||
. εἰλήφει δὲ τοῦτον παρὰ τοῦ Πριάμου ὁ Πολυμήστωρ ἐν παρακαταθήκῃ μετὰ χρημάτων . ἁλούσης δὲ τῆς πόλεως κατασχεῖν αὐτοῦ |
ὁσίαν καὶ νομίμην γυναῖκα . ἡ δὲ ἄνοια συνέμιξε νυμφίους φρενώλεις καὶ τὰς φρένας ἀπολέσαντας , τόν τε Οἰδίποδα καὶ | ||
γονήν . αἱματόεσσαν ] συγγενικήν . . παράνοια συνάγαγε νυμφίους φρενώλεις ] γρ . σύναγε . . μώρανσις ἥνωσε τὸν |
βασιλέως , ὡς ἱστορεῖ Νίκανδρος ἐν ἕκτῳ Περιπετειῶν . ἐν Αἰγίῳ δὲ παιδὸς ἠράσθη χήν , ὡς Κλέαρχος ἱστορεῖ ἐν | ||
λέγει τοῦτο . σὺν τοῖς Ὠλενίων δὲ φυγάσιν ἐφρουρεῖτο ἐν Αἰγίῳ ὁ παῖς . οὐκοῦν ὁ χὴν αὐτῷ δῶρα ἔφερε |
γινομένοις ἀληθείας μαθηταῖς . Τίς γὰρ ὀρθῶς διδαχθεὶς καὶ λόγῳ προσφιλεῖ γεννηθεὶς οὐκ ἐπιζητεῖ σαφῶς μαθεῖν τὰ διὰ λόγου δειχθέντα | ||
ἀνθρώπους ποιεῖν . εὐεστοῖ ] εὐτυχίᾳ . θΞ φίλῃ ] προσφιλεῖ . δογματίζει Αἰσχύλος ὡς δεῖ ἀπέχεσθαι τῆς πρὸς γυναῖκα |
καὶ πάντων μιμητὴς ὅσα ἄνθρωπος ποιεῖ . διόπερ καὶ τοὺς ἐξαπατωμένους ῥᾳδίως ἐκ τοῦ τυχόντος οἱ κωμικοὶ ὤτους καλοῦσιν . | ||
ἄγνοια τῶν συμβησομένων , ἐπὶ τὸν γόητα ἐκεῖνον ἐπῆρε τοὺς ἐξαπατωμένους καὶ περιφθειρομένους λαούς . . καίτοι τί βούλει ; |
ὡς ὁ δελφίς . Κέρκωπες : πανοῦργοι , δόλιοι , ἀπατεῶνες , κόλακες , οἳ καθάπερ ἡ ἀλώπηξ τοὺς θηρευτικοὺς | ||
: ἐπὶ τῶν πονηρῶν καὶ κακοήθων . Κέρκωπες γάρ τινες ἀπατεῶνες ἐγένοντο ἐν Ἐφέσῳ , οἳ καὶ τὸν Δία ἐξαπατῆσαι |
Ἀράβων βασιλεὺς στρατιώτας οὐκ ὀλίγους καὶ ἄλλοι τινὲς οἱ ἐν ὑποψίαις ὄντες τῷ τῶν Περσῶν βασιλεῖ . Οὗτος μὲν οὖν | ||
, γυναῖκες ἀπόντων τούτων παῖδάς τινας ἐγέννησαν , οὓς ἐν ὑποψίαις εἶχον οἱ πατέρες ὡς οὐκ ὄντας αὐτῶν καὶ Παρθενίας |
μοι παρ ' ὑμῶν πρότερον : οἵτινες , ὦ λίαν ὀλίγωροι , οὔτε τοὺς ἄλλους οὔθ ' ὑμᾶς αὐτοὺς αἰσχύνεσθε | ||
χρήματα ὡς ἐκ τῶν χρημάτων ναῦς . Αἱ βουλαὶ ὑμῶν ὀλίγωροι , αἱ ὑπουργίαι βραδεῖαι . τί τούτων τέλος ἐννοεῖσθε |
δὲ τοῦ ; σόν , φησιν ? [ ] . ἀπόλωλας : φενακίζεις με . ἐγώ ; εἰδότα γ ' | ||
καὶ πολλῶν ἐπαίνων ἀξία τῆς εὐγενοῦς προαιρέσεως , οἴχῃ καὶ ἀπόλωλας οὐχ ὑπομείνασα τυραννικὴν ὕβριν , ἁπάσας ὑπεριδοῦσα τὰς ἐν |
προοιμίοις οὐ καλοῖς , οὐκ εὐσχήμοσιν : ὦ τάλας δισσῶς ἀυτῶ : τὸ ὦ τάλας δεύτερον βοῶ διὰ τὸ μεγάλα | ||
ἀρῆξαι διαπεπραγμένῳ : τί γάρ ; ἰοὺ ἰού . κωφοῖς ἀυτῶ καὶ καθεύδουσιν μάτην ἄκραντα βάζω . ποῦ Κλυταιμήστρα ; |
δὲ νήπια καὶ τὰ πρεσβύτερα εὐλαβέεσθαι χρή . Ἐν τῇσι φαρμακείῃσι τοιαῦτα ἄγειν ἐκ τοῦ σώματος , ὁκοῖα καὶ αὐτόματα | ||
τεκμαιρόμενος πειρῶ , ὅλου τοῦ σώματος , κεφαλῆς καθάρσεσι , φαρμακείῃσι , καὶ πυρίῃσι τῆς ὑστέρης καὶ προσθέτοισι χρῆσθαι : |
ἔχων ἐν χερσὶν ἑκηβόλου Ἀπόλλωνος χρυσέῳ ἀνὰ σκήπτρῳ , καὶ λίσσετο πάντας Ἀχαιούς , Ἀτρεΐδα δὲ μάλιστα δύω , κοσμήτορε | ||
τιμὴ μεγάλη ἔσσεται . “ Πρὸς τάδε ὁ Κομβάβος αὐτίκα λίσσετο πολλὰ λιπαρέων μή μιν ἐκπέμπειν μηδὲ πιστεύειν οἱ τὰ |
γυναῖκας . Οἱ μὲν πολλοὶ τῶν εἰωθότων τοιαύτας μελετᾶν ὑποθέσεις ἐλεεινοὺς ᾄδουσι λόγους καὶ τοῖς ὀδυρμοῖς οἴονται τῶν ἀκουόντων εὐδοκιμεῖν | ||
τοὺς στρατιώτας μὴ φονευθῆναι , εἰς τὸ πάντας τοὺς ἐχθροὺς ἐλεεινοὺς εἶναι νομίζεσθαι παρὰ τῶν στρατιωτῶν . Χρὴ ἐχθρῶν ἐγγιζόντων |
πόλις Λιβύης καὶ Κίνυψ ποταμὸς Λιβύης πλησίον Αὐσίγδης . * Αὐσίγδα πόλις Λιβύης ἣν παραρρεῖ ὁ Κίνυφος ποταμός . * | ||
δ ' ἀνεστήλωσαν ; περὶ τὴν Αὐσίγδα πόλιν Λιβύης ἥντινα Αὐσίγδα παραρρεῖ ὁ Κίννυφος ποταμός . Τιταιρώνειον : ὁ Μόψος |
. καὶ ἐν τῷ βίῳ τρύχειν ἑαυτὸν λέγεται , οἷον καταπονεῖν . τρύφος κλάσμα : “ τὸ δὲ τρύφος ἔμπεσε | ||
' . οὐ μαλακιστέον δ ' ὅμως , ἐπείπερ ἦργμαι καταπονεῖν τὸ πρᾶγμ ' ἅπαξ . τουτὶ τὸ πρόβατόν ἐστιν |
πληγέντι τόπῳ . Βοηθοῦνται δὲ οἱ ἀμφότεροι πηλῷ ἢ βολβίτῳ καταχριόμενοι μετ ' ὀξυκράτου , ἢ μαλάχης φύλλοις σὺν ὀξυκράτῳ | ||
. πυρρὰϲ ποιοῦϲι τρίχαϲ θέρμοι ὠμοὶ ϲὺν ὕδατι καὶ νίτρῳ καταχριόμενοι , λωτοῦ τοῦ δένδρου πριϲμάτων ἀφέψημα , κύπρου φύλλα |
κοινά : τὰ κοινά , ἃ ἂν οὐδεὶς μεταχειρίσαιτο . ἀντιβολία : ἡδὺ καὶ σεμνόν . σημαίνει δὲ καὶ ἱκετείαν | ||
' οὐκ ἀνεῖχες αὐτὸν ὥσπερ εἰκὸς ἦν . . . ἀντιβολία : δέησις . . . ἀνακλῖναι : τὸ ἀνοῖξαι |
. ἡ βασίλεια , ἡ βασιλίς καὶ ἡ βασίλισσα . ἀπαιόλη ] σοφιστικὴ δύναμις καὶ παραλογιστική . τὸ “ ὥστε | ||
] : ἰστέον δὲ ὅτι ἀπὸ τοῦ ῥηθέντος αἰόλλω καὶ ἀπαιόλη γίνεται ἡ ἀπάτη καὶ ἀποστέρησις . Αἰσχύλος : τέθνηκεν |
ἀθέων : ταὶ δ ' αὐτίκα οἱ τέμενος βωμόν τε τεῦχον , χραῖνόν τέ μιν αἵματι μήλων καὶ χοροὺς ἵσταν | ||
ῥά οἱ αἷμα κάθηραν ἀφ ' ἕλκεος ἄλλά τε πάντα τεῦχον ὅς ' οὐταμένων ὀλοὰς ἀκέονται ἀνίας . Αἴας δ |
. παραφρονῶ ] μαίνομαι . παραφρονῶ ] παράνους γίνομαι . παραφρονῶ ] τῶν φρενῶν ἐξίσταμαι : εἰπὼν γὰρ ταῦτα εἰς | ||
φησιν αὐτὸν εἰπεῖν , Εἰ μὲν εἰμὶ Σοφοκλῆς , οὐ παραφρονῶ : εἰ δὲ παραφρονῶ , οὐκ εἰμὶ Σοφοκλῆς , |
ἐνταῦθα , ἐν αὐτῷ τῷ τόπῳ . κακκᾶν ] τὸ χέσειν : ἤγουν ἐνταῦθα ἔχεσα . πηδᾶν ] κινεῖσθαι . | ||
' ] καὶ κράζοντα , φωνοῦντα . χεζητιῴην ] ὀρέγομαι χέσειν , ἐπιθυμῶ . βούλομαι χέσαι . , χέσαι θέλω |
, θεραπεύειν ὑπερθεραπεύειν , ὑπιέναι , ὑπάγεσθαι , ὑπέρχεσθαι , ὑποτρέχειν , ὑποπίπτειν , ὑποκεῖσθαι , κατεπᾴδειν , κατακηλεῖν , | ||
, εἶτα τοῦ δρόμου ἄρχονται . ὑποθεῖν οὐκ ἐῶ : ὑποτρέχειν καὶ ὑποσκελίζειν καὶ ἐμποδὼν ἵστασθαι . ΓΘ ἄπιτον ] |
ἀνῃρημένους , ἔτι δὲ τοὺς ἐπὶ κακουργίᾳ καταδεδικασμένους ἠναγκασμένοι καταδέξασθαι μετεμέλοντο μὲν ἐπὶ τοῖς πεπραγμένοις , ἠναγκάζοντο δὲ καρτερεῖν , | ||
βασιλέα συνθέσει τοὺς κατὰ τὴν Ἀσίαν Ἕλληνας ἐκδότους πεποιηκέναι , μετεμέλοντο τοῖς πεπραγμένοις καὶ πρόφασιν εὔλογον ἐζήτουν τοῦ πρὸς τὸν |
ὡς βοῦς κινουμένη , ἀλλὰ καὶ ὑπὸ τῆς μανίας σκιρτῶσα σκιρτημάτων ] κινημάτων νήστῃσιν ] ἐστερημέναις τροφῆς καὶ στάσεως αἰκίαις | ||
] Τὸν Διὸς ἔρωτα . : φοιταλέοισιν ] Μανικοῖς . σκιρτημάτων δὲ νήστισιν αἰκίαις : Ἐν μάστιξι δὲ σκιρτημάτων νήστισιν |
φρουρὰν τοῦ σώματος κατὰ τὸν ὁρῶντα τῶν ὀφθαλμῶν λαμβάνοντες . Ἰαλέμου ψυχρότερος : Ἰάλεμον τὸν θρῆνον φασί . λέγουσι δὲ | ||
ἐπὶ τῶν ἀναισχύντως χωρούντων πρὸς πᾶν τὸ τυχόν . Γυμνότερος Ἰαλέμου : ἐπίῤῥημα θρήνου . Τάττεται δὲ ἐπὶ τῶν οἰκτρῶν |
νζ κ καὶ ἡμερῶν νθ ἔγγιστα , ἡ δὲ ὅλη προήγησις μοιρῶν θ νδ μ καὶ ἡμερῶν ριη . Πάλιν | ||
ἐγγὺς παρέξει τὸ διάφορον τοῖς μαθήμασιν . ἔτι δὲ ἡ προήγησις τῶν ἐν τῇ συστάσει τοῦ παντός , πρώτη οὖσα |
πετάλοισιν ἀγαυρόν : εὐαυξῆ εὐθαλῆ * ἀγαυρόν : ὑψηλόν . ἀγαυρὸς κυρίως ὑπερήφανος πεδόεσσα ἤτοι χαμαιπετής , χαμηλή : διὸ | ||
πετάλοισιν ἀγαυρόν : εὐαυξῆ εὐθαλῆ * ἀγαυρόν : ὑψηλόν . ἀγαυρὸς κυρίως ὑπερήφανος πεδόεσσα ἤτοι χαμαιπετής , χαμηλή : διὸ |
ὡϲ κἂν μόνον προϲθίγῃ τῷ ἄϲθματι , βλάπτειν τοὺϲ πληϲίον γινομένουϲ . πλείονα δὲ περὶ τοῦ ζῴου ἱϲτορούμενα παραπέμπομαι , | ||
. πρὸϲ δὲ τοὺϲ χρονίουϲ ἤχουϲ ἐπὶ πάχεϲι καὶ γλίϲχροιϲ γινομένουϲ χυμοῖϲ ὄξει καὶ νίτρῳ καὶ μέλιτι κλύζε . Ἄλλο |
] ταραχάς . ἀναστάσεις ] † καταβολάς , ἀνατροπάς , ἀφανισμούς . ἀντιστροφὴ κώλων Ϛʹ . ἔμαθον ] οἱ Πέρσαι | ||
πρὸς τὰ τῶν ἀδελφῶν αἰκίσματα . οὐλόμενα δὲ διὰ τοὺς ἀφανισμούς : γράφεται δισσῶν : τυφλὸν ὄμμα : κλητική : |
παραινέσεσι ταῖς εἰς ἀνάληψιν , ἃ τοῖς ἐλευθέροις καὶ μὴ ἀμούσοις τὸ ἦθος ἡδίω τῶν ὅσα περὶ ἐδωδὴν καὶ πόσιν | ||
ταύτην εἰλικρινῆ βάσανον ἀρετῆς . τί γὰρ μέγα μουσικὸν ἐν ἀμούσοις δοκεῖν ἢ παρὰ στρατιώταις ἀνάνδροις πολεμικόν ; ἡ γὰρ |
. ἄρτι . ἄρτι : τοῦτο σημαίνει τὸ παρὸν καὶ ὑπόγυιον καὶ τὸ παραυτίκα μέλλον γίνεσθαι . ἐπιεικῶς . ἱκανῶς | ||
. καὶ τὸ σκεῦος . χθιζόν : χθεσινόν . ἢ ὑπόγυιον . χορός σημαίνει δʹ : τὸ χορεύειν . οἱ |
σοι τόδε , . ξυναίρεσθαι ] γρ . ξυνάρασθαι . συναίρομαι τὸ συλλαμβάνω καὶ τὸ συμβοηθῶ . συμβοηθῆσαι , ὑπουργῆσαι | ||
σοι τόδε , . ξυναίρεσθαι ] γρ . ξυνάρασθαι . συναίρομαι τὸ συλλαμβάνω καὶ τὸ συμβοηθῶ . συμβοηθῆσαι , ὑπουργῆσαι |
, ἀπώλεια , ζημία ζημιῶδες , ἐπιβλαβές , ἐπιζήμιον , βλαβερῶς ἐπιβλαβῶς , ἐπιζημίως , βλαβερὸς ἐπιβλαβής , ζημιώδης ἐπιζήμιος | ||
, ζημία βλαβερά ἐπιβλαβής καὶ τὰ ὅμοια ἐπιζήμιος ζημιώδης , βλαβερῶς ἐπιβλαβῶς ἐπιζημίως : τὸ γὰρ ζημιωδῶς δύσφθεγκτον , εἰσενεγκεῖν |
καὶ ὅτι περὶ Ἑλένου ἱστορία τοιαύτη φέρεται παρὰ Ἀρριανῶι . Ἠδωνοῦ Θραικὸς ἀνδρὸς παῖς Ἕλενος , μάντεων διαπρεπέστατος : παρὰ | ||
καὶ Καλλιρρόης τῆς Νέστου . ἀδελφὸς δὲ ἦν Ὀδόμαντος καὶ Ἠδωνοῦ . ἔνιοι δὲ Παίονος τοῦ Ἄρεος παιδός . τὸ |
Πολυκράτην ἐπαχθῶς φέρειν πρὸς τὴν νουθεσίαν : ὅπερ πάσχουσιν οἱ μωροί . ἵνα δὲ μὴ δοκῶ ] ἰστέον ὅτι συμπέρασμα | ||
τῶν ἄλλων πόλεων ἀπολειφθέντας , αἰτιωμένους τὴν ἀτραπόν : Μὴ μωροί , ἔφασαν , ἐὰν καὶ ἡμεῖς εἰς τὸ μέλλον |
οἱ δὲ σὺν πολλῷ πόνῳ ἡμέρωσαν . τῆς ὑστεραίας ἐκέλευσε λουσαμένους ἥκειν . ἐπεὶ δὲ ἧκον , προέθηκεν αὐτοῖς εὐωχίαν | ||
ἱστορεῖ κρήνην ἐν Χρωψὶ τῆς Θράικης , ἐξ ἧς τοὺς λουσαμένους παραχρῆμα μεταλλάσσειν . . : . . . . |
δὴ σμικρᾶς ἔχθρας γενομένης , πολλὴν φωνὴν ἱέντες κακῶς ἀλλήλους βλασφημοῦντες λέγουσιν , οὐ πρέπον ἐν εὐνόμων πόλει γίγνεσθαι τοιοῦτον | ||
δύναμιν τὸν Διόνυσον φάσκουσιν μανιῶν εἶναι αἴτιον τοῖς ἀνθρώποις , βλασφημοῦντες οὐ μετρίως . ὅθεν ὁ Μελανιππίδης ἔφη : πάντες |
μέρος . θ περιπίτνει κρύος ] περιπίπτει φόβος κακοῦ . περιπιτνεῖ κρύος ] φρίσσω , δέδοικα . περιπιτνεῖ ] περιπίπτει | ||
φόβος κακοῦ . περιπιτνεῖ κρύος ] φρίσσω , δέδοικα . περιπιτνεῖ ] περιπίπτει . περιπιτνεῖ ] ἐπέρχεται . πίτνω γίνεται |
Ἰσχυρόν ἐστι πρᾶγμ ' ἀλήθει ' ὡς φύσις . Ἰατρὸς ἀδόλεσχος ἐπὶ τῇ νόσῳ νόσος . Ἴσον ἐστὶν εἰς πῦρ | ||
Λάλος , φλύαρος , κομπώδης , ὀχληρός , ἀπεραντολόγος , ἀδόλεσχος , κουφολόγος , ἀθυρόγλωσσος , γλώσσαλγος , προσκορής , |
κακοῦ κυνὸς ὗν ἀπαιτεῖς : ἐπὶ τῶν καλὰ ἀντὶ κακῶν ἀνταποδιδόντων . Ἄνθρακες ὁ θησαυρός : ἐπὶ τῶν ἐφ ' | ||
τῶν τοὺς ὁμοίους φυλαττομένων . Κῶνος ἀρτοξύει : ἐπὶ τῶν ἀνταποδιδόντων . Λάβρακας Μιλησίους : ὅταν ἐν ἀγορᾷ εἰς πλῆθος |
, γνώσεσθαι δέ μ ' ἔφη τεκμηρίῳ τῷδε : ” Εὑρήσεις γάρ , ὦ Σώκρατες , ἀνθρώπους ἀνοσιωτάτους μὲν ὄντας | ||
ἡμιόλιος . Ὁ δὲ διὰ πασῶν , ὁ διπλάσιος . Εὑρήσεις δὲ , εἰ σκοπήσεις , ἐνταῦθα τρεῖς ἐπιτρίτους , |
κακά , βλαβερά . ταλάντατον . ἀτυχέστατον . ἀποδιοπομπησόμεθα . ἀποδιοπομπεῖσθαί φασι ἀποτρέπεσθαι τὸν προστρόπαιον Δία καὶ οἱονεὶ καθαίρεσθαι τὰ | ||
κακά , βλαβερά . ταλάντατον . ἀτυχέστατον . ἀποδιοπομπησόμεθα . ἀποδιοπομπεῖσθαί φασι ἀποτρέπεσθαι τὸν προστρόπαιον Δία καὶ οἱονεὶ καθαίρεσθαι τὰ |
μὲν , οὕτω νεότης πονεῖν οὐκ ἐθέλουσα παρὰ τὸ γῆρας κακοπραγεῖ : ἐνθυμηματικῶς δὲ , ὅτ ' ἂν λέγωμεν : | ||
ἔνδειαν . οὕτως νεότης πονεῖν οὐκ ἐθέλουσα παρὰ τὸ γῆρας κακοπραγεῖ . ἀνὴρ εὐπορῶν χῆνά τε ἅμα καὶ κύκνον ἄμφω |
δ ' ἂν ἐκ τούτων καὶ συντυχία . Πλάτων δὲ συμμαθητὰς ἔφη καὶ σύνοψιν οἰκειότητος . Εὔπολις δὲ συμβίοτοι συμπάροικοι | ||
παιδεύεται . . ) . εἴσιθ ' ] πρὸς τοὺς συμμαθητὰς λέγει . εἴσιθ ' ] εἴσελθε . . . |
ἀρετῆς σημεῖα καὶ κακίας . διὸ χρὴ συνεθίζειν ἐκ παίδων κολάζοντας μὲν τοὺς φιλοψευδεῖς , φιλοῦντας δὲ τοὺς φιλαλήθεις , | ||
μᾶλλον δὲ ὑπηρέτας , τῶν σοὶ δοκούντων , ὁτὲ μὲν κολάζοντας ὁτὲ δὲ διαλλάττοντας , ὁπόταν σοι δοκῇ . ἅπαξ |
ὡς ἡμαρτηκὼς ἄφεσιν αἰτεῖσθαι τῆς τιμωρίας , οὐδ ' εἰς ὀλοφυρμοὺς καὶ δεήσεις καταφεύξεται παρὰ τὸν ἑαυτοῦ τρόπον , ἀλλ | ||
τῶν παρόντων φωναί . ἐπειδὴ δὲ τελευτῶν τοῦ λόγου πρὸς ὀλοφυρμοὺς ἐτράπετο καὶ τὰς μελλούσας καθέξειν συμφορὰς τούς τε ὑπομένοντας |
ζήσεις , ἀνεκτῶς δὲ ἀποθανῇ : ἐκεῖνα δὲ ζηλῶν ζήσεις ταλαιπώρως . ταῦτά μου διεξιόντος αὐτῷ τόν τε φοίνικα εἰς | ||
πρὸ ἀκμῆς . καὶ ἐπὶ τῶν ἀνορέκτων δὲ φύσει καὶ ταλαιπώρως προσφερομένων , καὶ μάλιστα εἰ καὶ ξηρότης εἴη περὶ |
σκληρὸν γὰρ τὸ ἐληλεγμένως , ἐπιρρήτως δὲ καὶ ἐπιβοήτως καὶ περιβοήτως . τὸ δὲ κεκηρυγμένως ἄηθες . ἐκ δὲ τῶν | ||
, ζηλωτῶς , λαμπρῶς , ἐκφανῶς ἐπιφανῶς , περιβλέπτως , περιβοήτως , γνωρίμως . τὰ δὲ ῥήματα εὐδοκιμεῖν , εὐδοξεῖν |
στεγανόποδας ἱστοροῦντος , οὐδ ' Αἰσχύλου κυνοκεφάλους καὶ στερνοφθάλμους καὶ μονομμάτους , ὅπου γε οὐδὲ τοῖς πεζῇ συγγράφουσιν ἐν ἱστορίας | ||
δ ' ὥστ ' ἀνασπᾶν δένδρα καὶ ῥήττειν νευράν , μονομμάτους τε ἄλλους ὦτα μὲν ἔχοντας κυνὸς ἐν μέσῳ δὲ |
σε παντοίας πλέκειν εἰς ἀπόφευξιν παλάμας τὴν γὰρ ἐμὴν ὀργὴν πεπᾶναι χαλεπὸν μὴ πρὸς ἐμοῦ λέγοντι . πρὸς ταῦτα μύλην | ||
πρεσβύτερα δὲ τῶν νέων . ἔνια δὲ καὶ πρὸ τοῦ πεπᾶναι τὸν καρπὸν ἀποβάλλει τὰ φύλλα , καθάπερ αἱ ὄψιαι |