κατέκλεισαν , προσεκάθισαν . ἐκάθισε τὸ στράτευμα , προσήδρευσεν , ἀπέκλεισεν . παρέτειναν τὸν χρόνον τῆς πολιορκίας , ἐπετείχισαν ,
αὐτῶν οἱ Μακεδόνες , πολλοὺς καὶ τῶν φιλίων τῆς εἰσόδου ἀπέκλεισεν , οὓς πρὸς αὐτοῖς τοῖς τείχεσιν οἱ Μακεδόνες διέφθειραν
6746366 ξυμβολην
ἀπείργειν τὸν Καύκασον τὸ ὄρος ἔστε ἐπὶ τοῦ Ταύρου τὴν ξυμβολήν : τὴν δὲ ὡς πρὸς ἑσπέραν τε καὶ ἄνεμον
ἀπείργειν τὸν Καύκασον τὸ ὄρος ἔστε ἐπὶ τοῦ Ταύρου τὴν ξυμβολήν : τὴν δὲ πρὸς ἑσπέραν τε καὶ ἄνεμον Ἰάπυγα
6373616 κατεμαθεν
τοῦ Λυκούργου πῶς οὐ μεγάλως ἄξιον ἀγασθῆναι ; ὃς ἐπειδὴ κατέμαθεν ὅτι ὅπου οἱ βουλόμενοι ἐπιμελοῦνται τῆς ἀρετῆς οὐχ ἱκανοί
ἀνάδεσιν δὲ καὶ κατάστεψιν ἡγητέον τὸ ἐξ ὧν αὐτός τις κατέμαθεν οἷόν τε γενέσθαι καὶ ἑτέρους εἰς τὴν αὐτὴν θεωρίαν
6276680 ἐπιφανεντα
: καὶ τὸν εἰς τὴν ἀκτὴν διαγαγόντα αὐτὴν διαπεραιοῦν . ἐπιφανέντα δὲ τὸν Ἀπόλλωνα τήν τε κόρην ἁρπάσαι καὶ τὴν
: καὶ τὸν εἰς τὴν ἀκτὴν ἀγαγόντα αὐτὴν διαπεραιοῦν . ἐπιφανέντα δὲ τὸν Ἀπόλλωνα τήν τε κόρην ἁρπάσαι καὶ τὴν
6240723 συνετρεχε
παραλαβὼν δὲ ὀκτακισχίλια τάλαντα μισθοφόρους ἤθροιζε καὶ δυνάμεις παρεσκευάζετο : συνέτρεχε δὲ καὶ φίλων πλῆθος πρὸς αὐτὸν διὰ τὴν ἐπιείκειαν
ἅρμα τοῦ Οἰνομάου τὸ πτερωτὸν καὶ ταχύτατον . οὗτος γὰρ συνέτρεχε τοῖς ἑαυτοῦ γαμβροῖς γενησομένοις ἐπὶ τῇ Ἱπποδαμείᾳ καὶ νικῶν
6225006 παυθηναι
Ἦ που ἄρα , εἰ τοσαύτην γε ὑμεῖς τε μὴ παυθῆναι ἀρχῆς καὶ οἱ δουλεύοντες ἤδη ἀπαλλαγῆναι τὴν παρακινδύνευσιν ποιοῦνται
εἶναί τινος τῶν τελῶν ὡς οὖσα ἐνέργεια καὶ μετὰ τὸ παυθῆναι τὸν κατ ' αὐτὴν ἐνεργοῦντα μὴ ὑπομένουσα , διὰ
6218307 ἐθρηνει
ἀπὸ τῶν αὐτοῦ κεράτων ἔμελλεν αὐτὴν ἀπολύειν . ἡ δὲ ἐθρήνει , καὶ θορύβου γενομένου ἠθροίσθη πλῆθος γεωργῶν , καὶ
, [ ἐν ] ἀκμῇ ἔφηβον , μετὰ τῶν οἰκετῶν ἐθρήνει συμπαθῶς τὸν προειρημένον . Ἴσιδος δὲ αἰφνιδίως ἐπιφανείσης ,
6211437 πεπραμενον
τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ , ᾗπερ ἔδοξεν κεκοιμῆσθαικαὶ καταλαβόντα τὸν ἀγρὸν πεπραμένον καὶ τὴν σκευὴν ἠλλαγμένην ἀπαίρειν εἰς τὴν πόλιν .
. ἐλεύθερος δ ' ὢν δοῦλός ἐστι τοῦ λέχους , πεπραμένον τὸ σῶμα τῆς φερνῆς ἔχων . . . .
6204080 Καλην
περὶ ταῦτα χάριν , αὐτὸν δὲ ἑτέροις μὴ δοῦναι . Καλὴν ἐλπίζω τὴν ἐμπορίαν ἔσεσθαι τοῖσδε τοῖς νεανίσκοις , ὅτι
σοφῶν ἕκαστον ᾠδήν τινα καλὴν εἰς μέσον ἠξίουν προσφέρειν . Καλὴν δὲ ταύτην ἐνόμιζον τὴν παραίνεσίν τέ τινα καὶ γνώμην
6202684 ἐσημηνε
νεώτερον τὸν πεζόν . Οὗτος ὦν ὁ Ἀβρώνιχος ἀπικόμενός σφι ἐσήμηνε τὰ γεγονότα περὶ Λεωνίδην καὶ τὸν στρατὸν αὐτοῦ .
ἄλλων καὶ τοῦ ἑρμηνέως ἐπὶ τὸ τεῖχος τὸ ταύτῃ ἀνελθὼν ἐσήμηνε τοῖς ἀμφὶ τὸν Ἀρχίην ὅπως συνέκειτο . συνέκειτο γὰρ
6200694 μυσαντα
τὰ τῶν διεξόδων στόματα ᾗ τὸ πτερὸν ὁρμᾷ , συναυαινόμενα μύσαντα ἀποκλῄει τὴν βλάστην τοῦ πτεροῦ , ἡ δ '
ἀναγκάζειν τε αὑτὸν καὶ τοὺς ἄλλους μὴ ἀποδειλιᾶν ἀλλὰ παρέχειν μύσαντα εὖ καὶ ἀνδρείως ὥσπερ τέμνειν καὶ κάειν ἰατρῷ ,
6187431 μισθοφορον
δ ' ἁ συγκειμένα καλῶς , στράτευμα δὲ τὸ μὴ μισθοφόρον μηδ ' ἀγύμναστον : κρέσσονα γὰρ τὰ οὕτως συνταχθέντα
τὴν δὲ Ἀμπρακιῶτιν καὶ Λευκανὴν καὶ Ταραντίνην καὶ τὴν Ἑλληνικὴν μισθοφόρον , ἣν ἐξεπλήρουν Ἀκαρ - νᾶνές τε καὶ Αἰτωλοὶ
6167029 ἐνηγεν
ἀναρριπιζομένη , πρὶν ἢ πεπαῦσθαι καλῶς ἔτι τὴν προτέραν , ἐνῆγεν αὐτοὺς ψηφίζεσθαι τὸν ἀπόστολον . πάλιν γάρ , ὥσπερ
ὁ δὲ τὴν γυναῖκα συμπείθειν τὸν ἄνδρα διὰ τῶν γραμμάτων ἐνῆγεν . καὶ πάλιν ἦν πρὸς τὸ θεῖον ἀναφορὰ παρὰ
6155568 κατεαξαι
Παλαίμονα . . τὸν Λίβυν τὸν Ποσειδῶνος ἑξηκοντάπηχυν ὄντα καὶ κατεάξαι οὗ καὶ τὰ ὀστᾶ πρὸς Ὀλυμπίαν ἠνέχθη , ὡς
Ἀζέα πρὸς τὸν Γλαῦκον τὸν τοῦ Σισύφου † διακομιζόμενον Ὀλύμπια κατεάξαι αὐτοῦ τὸ ἅρμα καὶ ἐπὶ τῇ πράξει ὀνομάσαι τὸν
6152717 Τισις
τὸ ἐθνικὸν Τισιάτης ὡς Ἀσιάτης , καὶ Τισιᾶτις θηλυκόν . Τῖσις , πόλις Αἰγύπτου , ἣν ἔκτισε Τῖσις . ὁ
, ἀπεδύσατο μὲν εἰς τὴν αὐτὴν παλαίστραν , οὗπερ καὶ Τῖσις ὁ φεύγων τὴν δίκην . ὀργῆς δὲ γενομένης ἐς
6106484 καταβαλλει
δὲ ποσότητι βαρύνει τὰς ἐν ἥπατι δυνάμεις καὶ καταπνίγει καὶ καταβάλλει , καὶ ἐπὶ τῇ καταβολῇ ἀποτυγχάνει ἡ ἐξαιμάτωσις καὶ
ἀπέθραυσε , τὴν πληγὴν δὲ ἔσχε τὸ κράνος . καὶ καταβάλλει καὶ τοῦτον Ἀλέξανδρος παίσας τῷ ξυστῷ διὰ τοῦ θώρακος
6071592 Ἐλαβε
μόνος δὲ ὁ Ἱππόθοος ἠδυνήθη διαφυγεῖν ἀράμενος τὰ ὅπλα . Ἔλαβε δὲ τὴν Ἀνθίαν Περίλαος καὶ πυθόμενος τὴν μέλλουσαν συμφορὰν
- ] [ ] μερισμόν ? ? ? ? . Ἔλαβε [ δὲ καὶ ] ἡ γεωμετρία [ ] πολλὴν
6060104 προσαξειν
πως τῇ φωνῇ καὶ διαλιπὼν ἐξεπίτηδες ὡς μάλιστα ἔμελλεν ἐκεῖνον προσάξειν τῷ μέλλοντι λεχθήσεσθαι : ἔτι δ ' αὐτοῦ μέλλοντος
ἐστίν , τοῖς πρυτάνεσιν , οἱ δὲ [ πρυτάνεις ] προσάξειν ἔφασαν αὐτὸν πρὸς τὴν βουλήν , ἐπαγγεῖλαί τ '
6043585 ΑΘΡ
ΛΗΜ , ὁ δὲ ΒΖΓ συμπίπτει τῇ τῶν ΗΘΚ , ΑΘΡ κύκλων κοινῇ τομῇ ἐντός , τουτέστιν ὡς κατὰ τὸ
τῇ ΣΘ . καὶ ἐπεὶ ἐν σφαίρᾳ μέγιστος κύκλος ὁ ΑΘΡ κύκλον τινὰ τῶν ἐν τῇ σφαίρᾳ τὸν ΟΚΠ διὰ
6038995 ὑπηλθεν
. Πέμπτῃ , χαλεπῶς . Ἕκτῃ , ἀπὸ λινοζώστιος εὖ ὑπῆλθεν . Ἑβδόμῃ , χαλεπώτερον : καὶ τὰς ἐφεξῆς ξυνεχέστερος
ἰδών , πρὶν ἢ τῇ γῇ προσαραχθῆναι τὸ βρέφος , ὑπῆλθεν αὐτὸ καὶ τὰ νῶτα ὑπέβαλε , καὶ κομίζει ἐς
6026238 ἐπιλαβον
γὰρ ἔνον τὸ παλαιόν φασίν : νέον δὲ τὸ νῦν ἐπιλαβὸν τοῦ εἰσεληλυθότος , ὃ διὰ τοῦ νέα δηλοῦσι .
ὁμοίως πάντα . σὺν δέ σφισι καὶ αὐτὸν τὸν βωμὸν ἐπιλαβὸν τὸ πῦρ ἐξανήλωσε : μεγίστην δὲ ταύτην φλόγα καὶ
6014678 Περσικῃ
καὶ τῆς ῥινὸς αὐτοῦ . ἀπισονασάτρα : παίζει ὡς τῇ Περσικῇ διαλέκτῳ χρώμενος . ξυνήκαθ ' ] ἔγνωτε . ]
. βραδύνειν . καιρὸς . Ἑλληνικὴ . ἡ Ἑλληνικὴ . Περσικῇ . τῇ Περσικῇ δηλονότι . τὸν ἔμβολον τὸν εἰς
5995532 ἐγκατῳκοδομησεν
ὡς ἀσελγῆ τῷ πατρί : ὁ δὲ ἐπήρωσεν αὐτὸν καὶ ἐγκατῳκοδόμησεν . ἐπὶ τούτοις καὶ ὁ πατὴρ ἑαυτὸν ἀνήρτησεν ,
] πάλιν τὴν νεότητα λέγει ἡλικίαν . . . . ἐγκατῳκοδόμησεν ] ἀντὶ τοῦ ἐν οἰκήματί τινι ἀπέφραξεν . .
5991198 ἐφρουρει
βασιλεὺς Ἄλβης ἐγένετο . τὸν μὲν δὴ Νεμέτορα τὸν ἀδελφὸν ἐφρούρει , θυγατέρα δὲ αὐτοῦ Σιλουίαν , ἵνα μὴ παῖδες
δύναμιν ἐπὶ τὸν χάρακα τῶν Ῥωμαίων , καὶ κύκλῳ περιστήσας ἐφρούρει , μὴ λάθοιεν ἀπιόντες . ὁ δὲ Κοίντιος ,
5990230 Δοξαν
, ἀλλὰ φράσαντες τῷ πατρὶ τὰς ἀληθείας ἐκποδὼν ἀπιέναι . Δόξαν δὲ οἱ μὲν εἶπαν , ὁ δὲ Ἀετίων εἰς
ἠὼς γένηται καὶ τὸ πᾶν ἡ Κλειὼ βασανιζομένη κατείπῃ . Δόξαν οὖν οὕτως εἰχόμεθα ἔργου , σκηψάμενοι πρὸς τὸν θυρωρὸν
5987393 ἀνηγαγοντο
νῆες ἅπασαι ἐν Παρίῳ ἓξ καὶ ὀγδοήκοντα τῆς ἐπιούσης νυκτὸς ἀνηγάγοντο , καὶ τῇ ἄλλῃ ἡμέρᾳ περὶ ἀρίστου ὥραν ἧκον
Ὡς δὲ τὴν ἄκραν κάμπτοντας ἡμᾶς εἶδον , ἐμβάντες ταχὺ ἀνηγάγοντο . Ἐκλελάκτικεν ὁ χρηστὸς ἡμῖν μοιχός , ἀλλ '
5982577 ἐτελεσεν
τὰ Μιτραίων ὄρη , διαναπαύων μεταξὺ τὴν παῖδα , τριταῖος ἐτέλεσεν ἐκ Μαχλύων ἐς Σκύθας . καὶ ὁ μὲν ἵππος
καὶ πάντας τοὺς σπερματικοὺς καρποὺς δέδωκε , καὶ τὰ μυστήρια ἐτέλεσεν αὐτούς , καὶ ἔδειξε πῶς δεῖ τελεῖν καὶ τελεῖσθαι
5980906 σεσωσται
εἶδε Χαρμῖνόν τε καὶ Πολύνικον : Ταῦτα , ἔφη , σέσωσται δι ' ὑμᾶς τῇ στρατιᾷ καὶ παραδίδωμι αὐτὰ ἐγὼ
] ὧν ἴσμεν . σέσωσται ] ἄκουε τὸ πᾶν . σέσωσται ] ἐσώθη . σέσωσται ] + σεσωσμένη ἐστί .
5972204 παραθαλασσιῳ
μενετέον τὴν ἐκ τῶν καιρῶν ὠφέλειαν . δεῖ τοίνυν ἐν παραθαλασσίῳ μὲν καὶ τότε διαιτᾶσθαι , τὴν δ ' ἄμμον
ὅτι μαθήματα τοῖς φρονίμοις τὰ παθήματα γίνονται . ποιμὴν ἐν παραθαλασσίῳ τόπῳ ποίμνιον νέμων ἑωρακὼς γαληνιῶσαν τὴν θάλατταν ἐπεθύμησε πλεῦσαι
5964057 ὑποκινειν
καὶ πρὸς τὴν θεὸν ἀναβλέπειν , καὶ ἡσυχῆ τοὺς κλάδους ὑποκινεῖν , οἷον ἱκετηρίαν τινὰ ταύτην τῇ θεῷ προτείνοντας ὑπὲρ
ἐς Σικελίαν τε καὶ ἄκραν Ἰαπυγίαν : ἤδη γὰρ καὶ ὑποκινεῖν αὐτὸν τὸ Ῥωμαίων ὄνομα προχωροῦν ἐπὶ μέγα . Ἐγὼ
5963392 ἀνηρωτα
ὄνομα , καὶ τὸν ἄθλιον Ἀγαμέμνον ' ὡς ὤικτιρ ' ἀνηρώτα τέ με γυναῖκα παῖδάς τ ' . ἔστιν ἡ
μαστῶν : καὶ τὸ μὲν πρῶτον οἰκτείρας τὴν τύχην αὐτῆς ἀνηρώτα τὴν αἰτίαν τῆς καταδίκης , κατὰ μικρὸν δὲ ἁλοὺς
5955847 ἀναβιβασαι
ᾖ , ἄρθρον τοῦ μηροῦ ἀποκόψαι καὶ οὕτως τοὺς μηροὺς ἀναβιβάσαι , ὥστε μεῖναι τὴν κεφαλὴν εὔθλιπτον πρὸς εὐχερῆ κομιδήν
ἂν δὴ τὴν θυγατέρα αὑτοῦ ἔδωκεν ἐπὶ τὸ ἅρμα αὐτοῦ ἀναβιβάσαι . ῥητέον οὖν ὅτι Πέλοψ ἦλθεν ἔχων πλοῖον ,
5955760 συγκλεισαι
τῶν πυ - λῶν ὠθούμενοι ἐς τὴν πόλιν οὐκ ἔφθησαν συγκλεῖσαι τὰς πύλας . ἀλλὰ συνεσπίπτουσι γὰρ αὐτοῖς εἴσω τοῦ
φενακίσαι , σοφίσασθαι , παρενεγκεῖν , παρασῦραι , κλεῖσαι , συγκλεῖσαι , συγχέαι τὴν γνώμην , συνταράξαι τὸν λογισμόν ,
5951539 ὑφαλον
δὲ θυμῷ ὀργισθεὶς τὸ Θριάσιον πεδίον ἐπέκλυσε καὶ τὴν Ἀττικὴν ὕφαλον ἐποίησε . Κέκροψ δὲ γήμας τὴν Ἀκταίου κόρην Ἄγραυλον
ὧδε μὲν ἐντύνας πλεκτὸν δόλον ἐγγύθι πέτρης δόχμιον ἀγκλίνοις , ὕφαλον λόχον : αὐτίκα δ ' ὀδμὴ κάνθαρον ὀτρυνέει τε
5950767 διηγειρεν
λόγους καὶ τὴν ἀψευδῆ φρόνησιν τῶν μαντευμάτων ἐγχρίσας φήμην γὰρ διήγειρεν ὁ Ἀπόλλων ὅτι Κασσάνδρα οὐκ ἔστι μάντις , ἀλλὰ
ἡ φωνὴ λέγεται δὲ ἐπὶ τῶν κυνῶν * ἐπήισε : διήγειρεν * ἐπώρινε : ἐφώρμησε , ἐποίησε ἐφώρμησε * ἀργός
5946285 ϲυϲτοληϲ
ϲυμπτωμάτων αὔξηϲίϲ τε καὶ δεινότηϲ ἐπιγίνεται : τὰ δὲ τῆϲ ϲυϲτολῆϲ τε καὶ καταψύξεωϲ ἀπολήγει καὶ ὁ ϲφυγμὸϲ ἀνωμάλωϲ ἀνακύπτει
τῆϲ διαϲτολῆϲ ὁ ϲφυγμὸϲ ἐπιταχύνοι τὸ πέραϲ αὐτῆϲ καὶ τῆϲ ϲυϲτολῆϲ τὴν ἀρχήν , τὰ τῆϲ ϲήψεωϲ ἐπικρατοῦντα δηλοῖ πρὸϲ
5942320 ἰξευτης
γράφεται : οἷον , ἰξός : ἴξαλος : ἰξεύω : ἰξευτής : ἰξύς : ἴξω : σχίζω : καὶ τὸ
γράφεται : οἷον , ἰξός : ἴξαλος : ἰξεύω : ἰξευτής : ἰξύς : ἴξω : σχίζω : καὶ τὸ
5932855 διεσπεκλωμενῃ
τῶν μαστῶν ταύτης . οἱ χαλεπαίνοντες τὸ συνουσιάζειν ἔλεγον . διεσπεκλωμένῃ : γεγηρακυίᾳ , ἐξηραμμένῃ , γαμηθείσῃ , ἐν τῇ
εἶτα διαλυθέντων ἐν χρόνῳ . ἢ ὑπεσπληνι - σμένῃ . διεσπεκλωμένῃ οὖν , πρὸς συνουσίαν ἀχρήστῳ γενομένῃ καὶ πεπαλαιωμένῃ καὶ
5928330 σκουταριου
] ἤτοι ἕως τοῦ τέλους : τὸ τέλος γὰρ τοῦ σκουταρίου πρὸς τὴν γῆν ἐπιρρέπει : διὰ τοῦτο εἶπεν τὸ
τοῦ κοίλην ἔχοντος τὴν γαστέρα . Ξ κύκλου ] τοῦ σκουταρίου . αὐτὸς ] ὁ Ἱππομέδων . ἐπηλάλαξεν ] ἤχησεν
5927952 ἀνελε
εἰς ον μεταποιοῦσιν , τὸ λάβε λάβον λέγοντες καὶ τὸ ἄνελε ἄνελον : οὕτω καὶ τὸ τύψε τύψον . τυψάτω
πεδίον προκαλούμενος . μᾶλλον δέ , τὴν ταχίστην ἡμῖν ἥκων ἄνελε τὴν τῶν γραμμάτων χρείαν τῇ συνουσίᾳ . Ἐγὼ καὶ
5927610 ὑπακουσαντος
διὰ φαρμακείας λύσειν τὴν νόσον . ἀσμένως δὲ τοῦ βασιλέως ὑπακούσαντος διὰ τὸ λέγεσθαι Δαρεῖον μετὰ τῆς δυνάμεως ἐκ Βαβυλῶνος
Κροτωνιατῶν ἀναιρεθήσεσθαι . τοῦ δὲ Πολυζήλου πρὸς τὴν στρατείαν οὐχ ὑπακούσαντος διὰ τὴν ῥηθεῖσαν ὑποψίαν , δι ' ὀργῆς εἶχε
5926741 ἠρεν
φορέομαι . νεότης τε κὐγιείη χθόνιον δ ' ἐμαυτὸν † ἦρεν . ἀπὸ δ ' ἐξείλετο θεσμὸν μέγαν , ἀλλὰ
ὁ τῶν ὅλων δεσπότης καθήμενος ἐπὶ τοῦ ἁγίου θρόνου αὐτοῦ ἦρεν τὸν Ἀδὰμ καὶ παρέδωκεν αὐτὸν τῷ ἀρχαγγέλῳ Μιχαήλ ,
5920911 ὀδυρωμαι
ἀνὴρ χρηστός . τί πρῶτον ἐννοήσω καὶ διὰ τί πρῶτον ὀδύρωμαι ; ὡς ἓν ἡμᾶς οἴκημα εἶχεν Ἀθήνησιν ; ὡς
ἢ ποῦ : ἔξεισί τις ἀγγέλλων αὐτὴν ζῆν ἢ θανοῦσαν ὀδύρωμαι : πόριζε : ἀπὸ κοινοῦ τὸ μηχανάν : καὶ
5918804 Περτινακα
καθ ' ἑαυτοὺς δὴ ἀναλογιζόμενοι οὐδένα οὕτως ἐπιτήδειον εὕρισκον ὡς Περτίνακα . ἦν δ ' ὁ Περτίναξ τὸ μὲν γένος
ἐκκλησίαζεν , [ ᾠήθη ] τὸν ἵππον ἀποσείσασθαι μὲν τὸν Περτίνακα καὶ ῥῖψαι , αὐτῷ δὲ † ἄλλως ἑστῶτι ὑποδῦναί
5912785 Λιβυκην
τὸ νομίζειν ἢ τὴν Ἀράβιον ταύτην τὴν ὀρεινὴν ἢ τὴν Λιβυκὴν ὕδατος μεστὴν εἶναι τίς λόγος ; ποῖαι γὰρ ἢ
τῇ πίσυνος λειμῶσι θέρους ἔνι τέρπεο , Καῖσαρ , καὶ Λιβυκὴν στείχων οὐκ ἀλέγοις ἄμαθον : οὐδὲ μὲν ἀμφίσβαινα φέροι
5912094 Σερτωριον
παρέλειπεν , ὃς καὶ Σαυνίταις καὶ Κελτοῖς συνετίθετο καὶ ἐς Σερτώριον ἔπεμπεν ἐς Ἰβηρίαν . τρωθείς τε τὸ σῶμα πολλάκις
ὁ Σκιπίων ἐς Νωρβανὸν τὸν σύναρχον περὶ τῶν λελεγμένων πέμψαι Σερτώριον ἀπαγγελοῦντα , καὶ ὁ στρατὸς ὁ ἑκατέρων ἡσύχαζε ,
5903776 στρατοπεδευσας
πρώτοις , ἐξήγαγεν ἐπ ' αὐτοὺς τὴν δύναμιν , καὶ στρατοπεδεύσας ἐκ τοῦ πρὸς τὴν Νάξον μέρους προσεκαρτέρει τῇ πολιορκίᾳ
- τειν ἐπηγγείλαντο . ὁ δὲ Ἀλέξανδρος πλησίον τῆς πόλεως στρατοπεδεύσας συνεστήσατο πολιορκίαν ἐνεργὸν καὶ καταπληκτικήν . τὸ μὲν γὰρ
5898528 ἐγεννησαμεν
Σήθ . καὶ λέγει ὁ Ἀδὰμ τῇ Εὔᾳ : ἰδοὺ ἐγεννήσαμεν υἱὸν ἀντὶ Ἄβελ , ὃν ἀπέκτεινεν Κάϊν : δώσωμεν
τε ἄλλῃ πόλει ὥσπερ ἐν σμήνεσιν ἡγεμόνας τε καὶ βασιλέας ἐγεννήσαμεν , ἄμεινόν τε καὶ τελεώτερον ἐκείνων πεπαιδευμένους καὶ μᾶλλον
5887534 ἐκαθισε
ἐπολιόρκησαν , συνήλασαν , συνέκλεισαν , κατέκλεισαν , προσεκάθισαν . ἐκάθισε τὸ στράτευμα , προσήδρευσεν , ἀπέκλεισεν . παρέτειναν τὸν
ἀφορμὰς εἰς τὴν ὑπὲρ τῶν ἀριστείων κρίσιν , ὁ βασιλεὺς ἐκάθισε μετὰ τῶν ταξιάρχων κατὰ τὸν νόμον . προλαβὼν οὖν
5870181 ἐξαπατησαντα
καὶ καλεῖν συνεχῶς Ἄρατον ὥσπερ παρόντα , καὶ διαφυγεῖν οὕτως ἐξαπατήσαντα τοὺς πολεμίους . Οὐ μὴν δοκεῖ πιθανῶς ἀπολογεῖσθαι .
θυγατέρα ἐκβάλλει ἐκ τῆς οἰκίας , τόν τε Στέφανον τὸν ἐξαπατήσαντα αὐτὸν τουτονὶ ἀπελαύνει ἀπὸ τοῦ συνεδρίου . καὶ οὕτως
5860308 προσαγαγων
' ἑαυτόν , ὑπὸ μάλης τῇ γαστρὶ μᾶλλον τοῦ δέοντος προσαγαγών . Εὐμήδης δ ' ἐν Σφαττομένῳ προειπών : ἡγοῦ
' ἑαυτόν , ὑπὸ μάλης τῇ γαστρὶ μᾶλλον τοῦ δέοντος προσαγαγών . Διόδωρος οὑπίτριπτος ἐν ἔτεσιν δύο σφαῖραν ἀπέδειξε τὴν
5855847 διαπορευεσθαι
δοκεῖ , εἰ μέν τις ἐᾷ ἡμᾶς ἀπιέναι οἴκαδε , διαπορεύεσθαι τὴν χώραν ὡς ἂν δυνώμεθα ἀσινέστατα : ἢν δέ
μὴ ἐν ἴσοις χρόνοις μήτε τὸν ὁρίζοντα μήτε τὸν μεσημβρινὸν διαπορεύεσθαι : ἑκάτερον μέντοι τούτων τὴν μὲν ἐπὶ τοῦ ἑνὸς
5850416 βραδυνεις
. ἔπειγε : λειφθεὶς δεινὰ πείσομαι μάχης . σύ τοι βραδύνεις , οὐκ ἐγώ , δοκῶν τι δρᾶν . οὔκουν
, φησὶν ἡ Ἰὼ πρὸς αὐτόν : διὰ τί οὖν βραδύνεις καὶ ἀργεῖς μὴ γεγωνίσκειν καὶ βοᾶν καὶ λέγειν ἐμοὶ
5848407 ἀπεκρυπτε
δὲ εἰς ἄνδρας ἧκε , πάντα ἀπεκάλυψεν , ἃ τότε ἀπέκρυπτε . καὶ τοῦ μὲν ἄλλου σώματος ἔξωρος γενόμενος ἠμέλησε
Ὁ δ ' εὐνοῦχος ἐλθὼν πρὸς βασιλέα τὴν μὲν ἀλήθειαν ἀπέκρυπτε τῶν γεγονότων , ἀσχολίαν δὲ ἐσκήπτετο καὶ τήρησιν ἀκριβῆ
5845621 αἰτησω
' , ἐγὼ μέν , ” εἶπεν , “ ἄρτον αἰτήσω , σὺ δ ' οὐ τὸν ἄρτον , σφενδόνην
μίαν δέ , ἣν ἀντὶ πολλῶν δεκάδων αἱροῦμαι , προθύμως αἰτήσω : ” καὶ ἅμα τὸν περὶ τῶν Ἐρετριέων διῆλθε
5842640 ἀποκρυψαμενος
ὦ Σώκρατες , τὸ τεκμήριον εἶπες : οὐ γάρ σε ἀποκρυψάμενος ἐρῶ . ἐγὼ γὰρ ὅταν ἐλεινόν τι λέγω ,
αὐτοῖς διανέμειν τὰ κοινά ; ταυτὶ γὰρ ἀπόκριναί μοι μηθὲν ἀποκρυψάμενος . εἰπόντος δὲ τοῦ Οὐεργινίου τῇ Λατίνων τε καὶ
5842206 εἰσελθουσα
εἰσέλθῃς καὶ φύγωσι πάντες τὸ τέρας ἰδόντες . “ καὶ εἰσελθοῦσα θεωρεῖ ἔτι μαχομένας τὰς συντρόφους καὶ λέγει ” τί
αὐτήν . ὁ δὲ ὑπέδειξεν αὐτῇ τὴν ἑαυτοῦ καλύβην , εἰσελθοῦσα δὲ ἐκρύπτετο εἰς τὰς γωνίας . τῶν δὲ κυνηγῶν
5841663 ἐπεραιωθη
ὑπαργμάτων καὶ κατασκευασάμενος χρυσοῦς δισχιλίους τὸ μὲν πρῶτον εἰς Ἰταλίαν ἐπεραιώθη , ἐντεῦθεν δὲ ὑπὸ ἰδιοξένων τινῶν κομιζόμενος εἰς Μασσαλίαν
ἀφαιρεθῆναι : ἡ ἄρα κατάληξις αὐτῶν εἰς διφορούμενον τὸν ζ ἐπεραιώθη , δευτέρους δὲ καὶ συνθέτους πρὸς ἀλλήλους ἀποφαίνου τοὺς
5835570 ἐπιτρεπουσης
ποτὲ δὲ ἑφθοῖς καὶ οἰναρίῳ τῆς γε τοῦ βρέφους προκοπῆς ἐπιτρεπούσης . διαφθειρομένου δὲ τοῦ γάλακτος , ὅπερ ἐπὶ τὸ
αὐτῶν καὶ τῆς πατρίδος . αἳ μὲν δὴ τῆς βουλῆς ἐπιτρεπούσης ἐξῄεσαν , μόναι γυναῖκες , ἐς ἐχθρῶν στρατόπεδον .
5835472 ἐξειλε
παραχρῆμα τοῖς τείχεσι προσήγαγε καὶ ἀφύλακτα καταλαβὼν , εὐκόλως ὑπερβὰς ἐξεῖλε τὸ φρούριον . Καῖσαρ ἐπὶ Γεργοβίην πόλιν τῶν ἐν
, ἀλλὰ καὶ μακροτέραν ἀποδημίαν ἀποδημήσαντος , τὴν τελευταίαν ὅτε ἐξεῖλε τὴν Οἰχαλίαν , καὶ λεγομένου δὴ ὡς ἐρασθείη τῆς
5830199 πραττουσαν
, σκορπίον , διὰ τὸ δυσκίνητον . Γυναῖκα ἀνδρὸς ἔργα πράττουσαν βουλόμενοι σημῆναι , γαλῆν ζωγραφοῦσιν : αὕτη γὰρ ἄρρενος
. ἡγώμεθα δὲ τὴν τετράδα κύκλον ἡμερῶν τεττάρων ἄλλο ἄλλην πράττουσαν : ἡ μὲν γὰρ παρασκευάζει τὸν ἀθλητήν , ἡ
5827306 ῥαγεισα
τοὺς ἐν Ἄργει καὶ κατὰ Σπάρτην θεούς τὸν Ἀμφιάρεων ἐδέξατο ῥαγεῖσα Θηβαία κόνις αὐτοῖσιν ὅπλοις καὶ τετρωρίστῳ δίφρῳ ὅθεν κατεῖδον
φυγόντα τὸν Ἀμφιάρεων , ὥς φησι Σοφοκλῆς , ” ἐδέξατο ῥαγεῖσα Θηβαία κόνις αὐτοῖσιν „ ὅπλοις καὶ τετρωρίστῳ δίφρῳ .
5824733 παιδισκαριον
πικρὰν δουλείαν ἀπολοφυράμενος ἐξῆλθεν . εἶτα , τί λέγει ; παιδισκάριόν με , φησίν , καταδεδούλωκ ' εὐτελές , ὃν
παρθένος Νίκη μεθ ' ἡμῶν εὐμενὴς ἕποιτ ' ἀεί . παιδισκάριόν με καταδεδούλωκ ' εὐτελές , ὃν οὐδὲ εἷς τῶν
5822865 μαλακισθηναι
καὶ διὰ τοῦτο τὸ αἰτίαμα ὕστερον φεύγειν ἐκ Σπάρτης δόξαντας μαλακισθῆναι , καὶ τοὺς πολεμίους φθάσαι τῇ προσμείξει , καὶ
ὑπὲρ Καλάνου ἐχρῆν εἰπεῖν ἐν τῇ περὶ Ἀλεξάνδρου συγγραφῇ : μαλακισθῆναι γάρ τι τῷ σώματι τὸν Κάλανον ἐν τῇ Περσίδι
5813033 Ἐπιστημην
οὔ . ] Οὐ γὰρ θέμις Δόξαν εἰσπορεύεσθαι πρὸς τὴν Ἐπιστήμην , ἀλλὰ τῇ Παιδείᾳ παραδιδόασιν αὐτούς . εἶτα ὅταν
ὡς εἰδὼς διακείσεται περὶ ὧν ἔψευσται . Τί μήν ; Ἐπιστήμην ἄρα οἰήσεται τεθηρευκὼς ἔχειν ἀλλ ' οὐκ ἀνεπιστημοσύνην .
5811180 φοβηθεισα
καὶ φάσματα ἡρώων τῇ γυναικὶ ὀφθῆναι : ἃ δὴ πάντα φοβηθεῖσα ἀπέστη ἔργων ἀνηκέστων , ὁμολογίην πικρὴν ποιησαμένη , καὶ
ὑπὲρ τὴν ἀξίαν ἐλάλησεν : ἱκανὴν γὰρ ἡμῖν τιμωρίαν ἔδωκεν φοβηθεῖσα ἐπὶ τῇ παιδί . χαίρωμεν οὖν τῷ γάμῳ .
5807145 ὑπερδεξιον
μόνον τὸ καλυπτόμενον ἐν ταῖς πλημμυρίσι , τὸ δ ' ὑπερδέξιον καὶ μετεωρότερον τοῦ ῥεύματος πᾶν ἀοίκητον διεξιὼν ἑκατέρωθεν καὶ
ἑαυτὸν δηλώσας ἐπηγγείλατο καθηγήσεσθαι διὰ τῆς δυσχωρίας καὶ ποιήσειν αὐτὸν ὑπερδέξιον γενέσθαι τῶν κατειλημμένων τὴν πέτραν βαρβάρων . ὁ δὲ
5803296 ἐγνωριζε
τῶν χρημάτων : ἐνταῦθα ᾔει καὶ ἡ Ἀνθία : οὐκ ἐγνώριζε δὲ Ἱππόθοον , οὐδὲ Ἱππόθοος τὴν Ἀνθίαν . Ὁπότε
οὐδαμοῦ Θήρωνα εὑρεῖν ἠδύνατο . ἐμπόρους ἐξήταζε καὶ πορθμεῖς , ἐγνώριζε δὲ οὐδείς . ἐν πολλῇ τοίνυν ἀπορίᾳ γενόμενος κωπῆρες
5801049 ἐπιτηρησας
παρηγορεῖν ἀνιαρῶς ἔχοντα . περὶ δὲ πρώτην νυκτὸς φυλακὴν πάντας ἐπιτηρήσας καθεύδοντας πρόειμι τὸ ξίφος ἔχων , ἐπικατασφάξων ἐμαυτὸν τῇ
τις τὴν θρυαλλίδα ἡμμένην εἰσπέμψειεν ἂν εἰς τὰ νεώρια , ἐπιτηρήσας βορέαν πνέοντα , καὶ οὕτω καύσει τὰς ναῦς .
5800447 ἀποδερειν
δὲ τετάρτῃ ἢ τῇ πέμπτῃ τῆς φλυκταίνης φανείσης τοῖς δακτύλοις ἀποδέρειν , καὶ τοῦ ὑγροῦ ἐκκριθέντος προσάμυσσε τὸν τόπον φαρμάκῳ
ἐϲθιομένη . χρὴ δὲ κόψαντα τὴν κεφαλὴν καὶ τὴν οὐρὰν ἀποδέρειν καὶ ἐξελεῖν τὰ ἐντοϲθίδια πάντα καὶ ἀποπλύνειν τὴν ϲάρκα
5798765 Νικοπολιν
πάντα καθαρεύειν τῆς νόσου . καταλαβὼν δὲ τά τε περὶ Νικόπολιν καὶ Βυδήνην χωρία ὑγιεινά τε ὄντα καὶ κράσεως εὐκαίρου
τὰς πόλεις εἰς μίαν συνῴκισε τὴν ὑπ ' αὐτοῦ κληθεῖσαν Νικόπολιν ἐν τῷ κόλπῳ τούτῳ , ἐκάλεσε δ ' ἐπώνυμον
5793463 ἀγγελουντα
, μάλα ἠθικῶς καὶ ἐναργῶς τόν τε ἄγγελον ἐμφήνας ἀκουσίως ἀγγελοῦντα τὴν συμφοράν , καὶ τὴν μητέρα εἰς ἀγωνίαν ἐμβαλὼν
, ἄγοντα εἴκοσι καὶ ἑκατὸν τάλαντα ἀργυρίου , καὶ ἅμα ἀγγελοῦντα τοῖς ἐκεῖ ὅτι ἥξει βοήθεια καὶ ἐπιμέλεια αὐτῶν ἔσται
5792348 ἡσυχασε
τι προελθεῖν ἐξαπιναίως ἐν Ταρσῷ τῆς Κιλικίας . Οὐ μὴν ἡσύχασε Λικινίῳ τὰ πράγματα . Κωνσταντῖνος γὰρ , στρατηγεῖν τε
καὶ ἀπὸ τοῦ συνεκτικωτάτου περὶ τῶν ἄλλων , ἐν οἷς ἡσύχασε , δυνάμει διεξιόντος : συνεκτικώτατον γὰρ ἡ γαστρὸς ἐκπλήρωσις
5790350 τεγος
μὲν αὐτοῦ κατέλιπον δεδεμένην , αὐτὸς δὲ ἀνελθὼν ἐπὶ τὸ τέγος ἐβόων τε καὶ τοὺς ἑταίρους συνεκάλουν . ἐπεὶ δὲ
τιν ' ἴσως τρόπον εἰκότως οὐκ εὐπορῶν ἀργυρίου , ἢ τέγος ὡς τοὺς γείτονας ὑπερβαίνοι , ἢ ὑποδύοιθ ' ὑπὸ
5789923 ἐπορευθη
ἀντὶ τοῦ κριοῦ τοῦ ἀφέντος τὴν ὁδὸν αὐτοῦ . καὶ ἐπορεύθη πρὸς αὐτὸν καὶ ἐλάλησεν αὐτῷ σιγῇ κατὰ μόνας ,
Φθίας ὄρη τὴν λοιπὴν [ ἤδη ] πᾶσαν διὰ φιλίας ἐπορεύθη εἰς τὰ Βοιωτῶν ὅρια . ἐνταῦθα δὴ ἀντιτεταγμένους εὑρὼν
5788025 Κλοιλιον
. ἦν δὲ τὸ προβούλευμα τοιόνδε : Λάρκιον μὲν καὶ Κλοίλιον τοὺς τότε ὑπατεύοντας ἀποθέσθαι τὴν ἐξουσίαν , καὶ εἴ
τὴν κρατίστην περὶ αὑτὸν εἶχεν , ἐκ δὲ τῶν ὑπολειπομένων Κλοίλιον ἐκέλευσε τὸν συνύπατον ἣν αὐτὸς ἐβούλετο λαβεῖν , τὴν
5786073 δοκιμιον
καὶ τοῖς ἀπορρήτοις φιλοσοφίας ἀληθοῦς κατεποίκιλε λόγοις ἀγαγὼν εἰς τὸ δοκίμιον καὶ διασήμους καὶ ἐπιφανεῖς καὶ λαμπροὺς ἐποίησεν , αἰτιᾶται
. δεῖ δὲ ὥςπερ κανόνα εἶναι καὶ στάθμην τινὰ καὶ δοκίμιον ὡρισμένον , πρὸς ὅ τις ἀποβλέπων δυνήσεται τὴν κρίσιν
5778617 αἰχμαλωτισθηναι
. Ἐγκρατεύεται , οὐκ ἀκρατεύεται . Αἰχμάλωτον γενέσθαι , οὐκ αἰχμαλωτισθῆναι . Ὠνησάμην : ἔνθα ἂν μὴ δυνηθῇς τὸ πρίασθαι
τὴν παρθενίαν , πρὸ τοῦ ἐλθεῖν εἰς ὥραν γάμου , αἰχμαλωτισθῆναι καὶ δούλας εἰς ξένην χώραν ἀπελθεῖν . Ἄλλως .
5778564 Μεσση
νιφετώδη . Ὑπόκειται δὲ αὐτῷ κλίμα τῆς Αἰγύπτου καὶ ἡ Μέσση τῶν ποταμῶν . κατὰ δὲ Πτολεμαῖον Σαυροματική , Ὠξιανή
πανέρημος . Ὑπόκειται δὲ αὐτῷ κλίμα τῆς Αἰγύπτου καὶ ἡ Μέσση τῶν ποταμῶν . Ὑπόκειται δ ' αὐτῷ ἡ Ἐρυθρὰ
5776824 πυριπνουν
Χίμαιραν πῦρ πνέοισαν : ἐνίκησε δὲ σὺν αὐτῷ καὶ τὴν πυρίπνουν Χίμαιραν , καὶ τοὺς Σολύμους ἀνεῖλε . Σόλυμοι δὲ
θηρίον τούτους ἐκάλεσαν , διὰ δὲ τὸ πολεμικὸν καὶ δραστήριον πυρίπνουν . τούτους γοῦν ὁ Βελλεροφόντης ἡττήσας μόλιβδον ἐμβάλλει τοῖς
5774231 ὑπεκριθη
. ἀλλ ' ὁ Ἀριστοφάνης μόνος χρίσας ἑαυτὸν τρυγὶ αὐτὸν ὑπεκρίθη . ἐξῃκασμένος ] ὁμοιωθείς . Γ ἐξῃκασμένος ] ἤγουν
Αἴσωπος δαρήσεται . “ ἡ δὲ θέλουσα τὸν Αἴσωπον τυφθῆναι ὑπεκρίθη , καὶ λαβοῦσα λέντιον προσέφερε τῷ ξένῳ τὴν λεκάνην
5771078 ἀπερειδεται
μὲν αὐτὸ ἐργάζεται , δίδωσι δὲ αὐτῷ ἰσχύειν εἰς ὃ ἀπερείδεται . γέγραπται δὲ ὁ μὲν ἀποπνίξας νεκρῷ εἰκάσαι καὶ
θώρακας μεγάλων ἐντὸς ἔχει νεφέων . πείσμασι δ ' ἀγκύρας ἀπερείδεται οἷσιν Ἀβύδου Ξέρξης καὶ Σηστοῦ δισσὸν ἔδησε πόρον .
5768304 πορευθεντα
τοίνυν λουτρὸν ἐν Σμύρνῃ προσετάχθη χειμῶνος ἱσταμένου , ἔδει δὲ πορευθέντα πρὸς τὰς πηγὰς τὰς θερμὰς τῷ μὲν θερμῷ ὕδατι
Ἰάσονα ὑπὸ τοῦ Αἰήτου ἐπὶ τὸ κῶας : τὸν δὲ πορευθέντα φονεῦσαί τε τὸν δράκοντα καὶ τὸ κῶας ἀπενεγκεῖν πρὸς
5764208 συντυχια
ἀνθρώποις οὐκ εὐσύνοπτός ἐστιν , ἀλλὰ μέλαινά τις αὐτοὺς κατέχει συντυχία . πίπτει δ ' ἀσφαλές : εἰ δέ τι
φησι τὸ ἐξ εἱμαρμένης : τύχῃ δὲ τῇ κατὰ πόλεμον συντυχία - : οὐκοῦν φησὶν ἀρκέσθητι τῷ θανάτῳ ὃν ἔτυχεν
5762400 σκεπτομενου
ἐτίμησε : πολλῶν δὲ ἱερείων συναχθέντων εἱστίασε τὴν στρατιάν . σκεπτομένου δὲ αὐτοῦ περὶ τῶν ἑξῆς ἀπήγγειλαν οἱ ἱερεῖς ὅτι
Σελήνης ἐν τῷ ὡροσκόπῳ οὔσης ἄλλης οἰκίας καὶ οὐ τοῦ σκεπτομένου ἔσται πλὴν ἀναχθήσεται , ἢν δὲ ἀστήρ τις δύνῃ
5762325 ὡρμα
ἐπιστάμενοι . Ἔτι δὴ ἐπὶ τὸ τρίτον καταβαλῶν ὥσπερ πάλαισμα ὥρμα ὁ Εὐθύδημος τὸν νεανίσκον : καὶ ἐγὼ γνοὺς βαπτιζόμενον
: καὶ γὰρ ὁ πούς , εἰ φρένας εἶχεν , ὥρμα ἂν ἐπὶ τὸ πηλοῦσθαι . Ἐπεί τοι τίνος ἕνεκα
5760057 θαψω
. οὐ δῆτ ' , ἐπεί σφας τῆιδ ' ἐγὼ θάψω χερί , φέρους ' ἐς Ἥρας τέμενος Ἀκραίας θεοῦ
κόσμον ἐκ τῶν αἰχμαλωτίδων , ἐὰν ἔχωσί τι , καὶ θάψω κοσμίως καὶ πλουσίως τὴν Πολυξένην , μετέγνω καί φησιν
5747898 δυσδαιμονα
κερσάμενος καὶ τεμὼν καὶ ἀφανίσας τὴν νυχίαν πλάκα καὶ τὴν δυσδαίμονα ἀκτήν , ἤγουν τὸ ναυτικὸν τῶν Περσῶν τὸ ἐν
Ἰώνων . τουτέστι νικηφόρος . ἀποκείρας στυγνὴν πλάκα κατὰ τὴν δυσδαίμονα ἀκτήν , τουτέστι κατὰ τὴν Σαλαμῖνα . σημείωσαι ὅτι
5747495 ἀποσπασαι
μετὰ μέλιτος χρῶ . [ θʹ . Αἷμα ἀπὸ μυκτήρων ἀποσπᾶσαι . ] Ἡδύοσμον ἀναλαβὼν μέλιτι καὶ κολλύρια ποιήσας θὲς
] * Τοῦτο εἶπεν , ὅτι ὁ Πορφυρίων ἐπεχείρει βοῦς ἀποσπᾶσαι ἐκ τῶν Δελφῶν , ἄκοντος τοῦ Ἀπόλλωνος : διὸ
5746776 ἀνεζευξε
οὐκ ἐμνησικάκησε τοῖς πολίταις , ἀλλὰ τοὺς μισθοφόρους πείσας παραχρῆμα ἀνέζευξε καὶ διανύσας ὀξέως τὴν εἰς Συρακούσσας ὁδὸν ἧκε πρὸς
πορθεῖν αὐτὴν ἐνεστήσατο : αὐτὸς δὲ τοῦ θέρους ἤδη λήγοντος ἀνέζευξε μετὰ τῆς δυνάμεως εἰς Συρακούσας . Ἐν δὲ ταῖς
5739669 μελλουϲαν
πεπαϲμοῦ : ἀλλ ' εἰ καὶ προδηλώϲειεν ἐπίδηλοϲ ἡμέρα τὴν μέλλουϲαν ἔϲεϲθαι κρίϲιν , ἅμα τε προδηλοῖ καὶ κακὴν ἔϲεϲθαι
ἂν πίοι τιϲ , κλυϲτέον αὐτόν , πρὸϲ δὲ τὴν μέλλουϲαν κόλληϲιν οἴνῳ ἢ οἰνομέλιτι , κἄπειτα χωρητέον ἐπὶ τὸ
5738918 δειπνοποιησαμενος
, ᾗ ἡ Βόλβη λίμνη ἐξίησιν ἐς θάλασσαν , καὶ δειπνοποιησάμενος ἐχώρει τὴν νύκτα . χειμὼν δὲ ἦν καὶ ὑπένειφεν
τὰς ἑαυτῶν τάξεις τε καὶ σκηνάς , καὶ αὐτὸς δὲ δειπνοποιησάμενος ἀνεπαύετο . ἕωθεν δὲ ἀναστὰς καλεῖ πρῶτον τοὺς μηχανοποιοὺς
5738235 ἐξευρησει
οἶμαι γὰρ ἔγωγε οὐδένα οὕτως ἀγαθὸν εἶναι λογίζεσθαι , ὅστις ἐξευρήσει τοὔνομα αὐτοῦ . Τριῶν γὰρ οὐσῶν γυναικῶν αἷς συνῳκηκὼς
πάσης κακίας ἡγεμὼν ἡ τῆς εὐσεβείας ἀπόπτωσις . μόνος οὖν ἐξευρήσει τούτων τὴν ἴασιν ὁ πράως αὐτὰ φέρειν δεδιδαγμένος .
5737234 ἀναιρησαι
ἀποκρύψας συνέταξεν , ὅταν ἴδωσι πέλτην χαλκῆν ἀρθεῖσαν , ἐκδραμόντας ἀναιρῆσαι πάντας τοὺς ἠθροισμένους . ἀνεδείχθη μὲν ἡ πέλτη ,
γυναι - κείας φύσεως . ἔδει γὰρ πρῶτον λογισμῷ τινι ἀναιρῆσαι τὸ εἶναι αὐτὰς , εἶθ ' οὕτως ἄρξασθαι τῶν
5733638 Μεγαβυζον
τὸ μέσον αὐτέων , στρατηγοὺς δὲ παρείχετο Σμερδομένεά τε καὶ Μεγάβυζον . Ὁ μέν νυν ναυτικὸς στρατὸς ὡς ἀπείθη ὑπὸ
πόλις ἐν τῆς Ἐρυθρᾶι θαλάσσηι , εἰς ἣν ὑπερώρισεν Ἀρταξέρξης Μεγάβυζον : Κτησίας † γ Περσικῶν . . . .
5731762 σπασθῃ
τὸ σῶμα . Ἄορτρα τοῦ πλεύμονος σπασθέντα : ἐπὴν ἄορτρον σπασθῇ τοῦ πλεύμονος , τὸ πτύσμα λεπτὸν πτύει , ἐνίοτε
ἀρκοῦν . Αἴλουρος ἤτοι κάττα πᾶσι γνωστή . Ἐὰν οὖν σπασθῇ ἐπιληπτικὸς καὶ πέσῃ χαμαὶ ἢ σκοτωματικὸς ἢ ἀποπληξία λάβῃ
5726193 γαμηθεισῃ
συγκατῴκισέ τινι ὄνομα Σαμιάδῃ . οὗτος μὲν οὖν συμβιώσας τῇ γαμηθείσῃ χρόνον ἐνιαύσιον ἀπεδήμησε μακρὰν ἀποδη - μίαν . τὴν
ὅτι οὐκ ἂν αὐτῇ διαλεχθείην διεσπεκλωμένῃ 〚 ἤγουν ἐξηραμμένῃ , γαμηθείσῃ , ἐν τῇ συνουσίᾳ κατατετριμμένῃ , ἢ ἀχρήστῳ πρὸς
5725011 βασταζει
θεοῦ μέγα ἐστὶ καὶ ἀχώρητον , καὶ τὸν κόσμον ὅλον βαστάζει . εἰ οὖν πᾶσα ἡ κτίσις διὰ τοῦ υἱοῦ
θερμασίας , ἐν δὲ τῇ ἐγρηγόρσει οὔ . τί οὖν βαστάζει τοῦτο ἡ ἀκοὴ , ὡς ἡ ἐπιφάνειά ποτε θερμοτέρα
5723172 ἀξινῃ
, δι ' οὗ τὸ στειλειὸν ἐνερείδεται τὸ ἐν τῇ ἀξίνῃ ξύλον στελεοῦ * πάχετος : πάχος τῆς δ '
τὸ γεγονὸς οἰωνισάμενος ἀναιρεῖ ⌈ τῇ [ τοῦτον εὐθὺς ] ἀξίνῃ ⌈ τὸν βοῦν : ὅθεν ἔσχεν ⌈ ἐκείνη ἡ
5719774 ἀτιμασῃς
ῥύου με κἀκφύλασσε : μηδέ μου κάρα τὸ δυσπρόσοπτον εἰσορῶν ἀτιμάσῃς . Ἥκω γὰρ ἱερὸς εὐσεβής τε καὶ φέρων ὄνησιν
] ὀνειδίσῃς . , λοιδορίαν εἴπῃς , ὑβρίσῃς . , ἀτιμάσῃς . τρυγοδαίμονες ] τραγικοί , οἱ κωμικοὶ ποιηταί ,
5715646 ἐλυπειτο
: ὥστε αὖ πάλιν ἡ μὲν ἥδετο , Δάφνις δὲ ἐλυπεῖτο . Ηὔχοντο δὲ δὴ ταχέως παύσασθαι τὸν τρυγητὸν καὶ
τριήρη , Χαιρέᾳ δὲ βοηθοῦσαν ἑαυτήν . ὁ δὲ Διονύσιος ἐλυπεῖτο μὲν ὁρῶν τρυχομένην τὴν γυναῖκα , μὴ ἄρα τι

Back