ἔνθα δὴ τὰς μὲν ἐρρύσαντο πολὺ ἀργύριόν τε καὶ χρυσίον ἀντιδόντες , τινὲς δὲ τῶν βαρβάρων αὐταῖς οἰκειωθέντων ἀπήχθησαν ,
ὡς τάχιστ ' ἄντρων ἄπο , βότρυος ἐμοὶ πῶμ ' ἀντιδόντες εὐίου . οἴμοι : Κύκλωψ ὅδ ' ἔρχεται :
6599547 ἐρρυσαντο
αὐτῆς ἐκρύπτετο ἐπὶ διπλῆς ὀροφῆς μεταξύ , μέχρι τινὲς αὐτὸν ἐρρύσαντο παρὰ τῶν προγραψάντων καὶ ὕστερον ἐπὶ εἰρήνης ὑπάτευσεν .
ἵππων καταπηδήσαντες καὶ γενναίως ξὺν ἐκείνῳ ἀγωνισάμενοι τοῦ κινδύνου τοῦτον ἐρρύσαντο : πεντεκαίδεκα δ ' ὄντων ξυμπάντων πέντε μόνοι εἰς
6408983 ἀπηχθησαν
ἐπράθησαν , παῖδές τε αὐτῶν καὶ γυναῖκες ἀνδραποδισθέντες ὑπὸ Ῥωμαίων ἀπήχθησαν , καὶ ἡ πόλις διαρπασθεῖσα ἐνεπρήσθη . ταῦτα διαπραξάμενος
, ἀντίπαιδες ἔτι τὴν ἡλικίαν ὄντες , ὑπό τινος συγγενοῦς ἀπήχθησαν εἰς τὴν Τερμησσὸν λαθραίως . ἐν ταύτῃ δὲ τραφέντες
6378320 λαχαι
τάφοι γὰρ ἄντικρυς τῷ πατρὶ ἡ στέρησις τῶν ὀμμάτων . λαχαὶ ] διορύξεις . λαχαὶ ] αἱ διορύξεις , ἀπὸ
πατρὶ ἡ στέρησις τῶν ὀμμάτων . λαχαὶ ] διορύξεις . λαχαὶ ] αἱ διορύξεις , ἀπὸ τοῦ λαχαίνω τὸ σκάπτω
5894645 ἀνεψιοι
μυρίοι διδάσκαλοι γεγόνασι , πατέρες , ἀδελφοί , θεῖοι , ἀνεψιοί , πάπποι , πρόγονοι μέχρι τῶν ἀρχηγετῶν , οἱ
καὶ εἰδὼς ἐπῄνεις τε καὶ ἐχρῶ . τούτῳ τρεῖς εἰσιν ἀνεψιοί , εἷς μὲν ὁμώνυμος , ἕτερος δὲ Ἀρτεμίσιος καὶ
5881564 Βαιου
. εἶπον δὲ περὶ ἔκγονος καὶ ἔγγονος ἀλλαχοῦ * . Βαίου : ὄνομα κύριον . ὁ Βαῖος κυβερνήτης τοῦ Ὀδυσσέως
καὶ πινόμενά ἐστιν ἥδιστα : τὰ γὰρ περὶ Βαίας ἢ Βαίου λιμένα τῆς Ἰταλίας παντελῶς ἄποτα . σταθμήσας τὸ ἀπὸ
5857732 λαχαινω
φησιν ὅτι αἱ λαχαὶ καὶ αἱ διορύξεις , ἀπὸ τοῦ λαχαίνω τὸ ὀρύσσω , τῶν τάφων τῶν πατρῴων , ἤτοι
. . λαχαὶ ] ἢ ἀντὶ τοῦ διορύξεις νόει , λαχαίνω γὰρ τὸ σκάπτω , ἐξ οὗ καὶ λάχανα ,
5800007 Βουτου
ἀλλὰ Ὕλλου μὲν τοῦ Ἡρακλέους θυγατρὶ Εὐαίχμῃ συνοικῆσαι Πολυκάονα υἱὸν Βούτου λεγούσας τὰς με - γάλας οἶδα Ἠοίας , τὰ
. γένος παρ ' Ἀθηναίοις , οἷον οἱ ἀληθῶς ἀπὸ Βούτου : ἐτεὸν γὰρ τὸ ἀληθές . ἐκ δὲ τούτων
5785263 Λεαρχος
, ὡς καὶ Ἑλλάνικος μαρτυρεῖ . Ἰνοῦς δὲ καὶ Ἀθάμαντος Λέαρχος καὶ Μελικέρτης . , : Τούτους δὲ Ἡρόδωρός φησιν
Ἕλλην κατὰ Πακτύην φησὶν Ἑλλάνικος . Ἰνοῦς δὲ καὶ Ἀθάμαντος Λέαρχος καὶ Μελικέρτης . τόν ῥα χρύσειον : λέγεται γὰρ
5745336 Μυκηναι
ναʹ Ϛʹ λϚʹ γʹʹ ιβʹʹ Ἄργος ναʹ γʹʹ λϚʹ δʹʹ Μυκῆναι ναʹ ∠ ʹʹδʹʹ λϚʹ Ϛʹʹ Ἀσίνη ναʹ ∠ ʹʹιβʹʹ
καὶ ὅπως ἂν αὐτῇ παριστῆται μετὰ ἰσχυρᾶς ἀνάγκης ἄγουσαν . Μυκῆναι μέν γε , τοῦ πρὸς Ἰλίῳ πολέμου τοῖς Ἕλλησιν
5737577 Πτερελαου
ὄντα . Ἠλεκτρύονος δὲ βασιλεύοντος Μυκηνῶν , μετὰ Ταφίου οἱ Πτερελάου παῖδες ἐλθόντες τὴν Μήστορος ἀρχὴν τοῦ μητροπάτορος ἀπῄτουν ,
, τὴν ποίης ' Ἴθακος καὶ Νήριτος ἠδὲ Πολύκτωρ ] Πτερελάου παῖδες Ἴθακος καὶ Νήριτος ἀπὸ Διὸς ἔχοντες τὸ γένος
5708442 πηλικοι
αἱ δὲ δὴ πόλεις πρὸς Διὸς καὶ οἱ ἄνδρες αὐτοὶ πηλίκοι διεφαίνοντο ἄνωθεν ; Οἶμαί σε πολλάκις ἤδη μυρμήκων ἀγορὰν
[ ἐξ ἀμφοτέρων τούτων κεκεραμευμένος ] τῶν κατεσταμνισμένων ἡμῖν λαγύνων πηλίκοι τινές ; τρίχους . . . . . .
5704079 ἐκαρατομησε
τι μυθεύεται περὶ τούτου , ὅτι , ὅτε ὁ περσεὺς ἐκαρατόμησε τὴν μέδουσαν , αἱ δύο ἀδελφαὶ ἐθρήνουν αὐτὴν καὶ
. Περσέως δὲ ἀντὶ τοῦ πορθητοῦ , ἢ ἐπεὶ ἀπεστραμμένος ἐκαρατόμησε Μέδουσαν : ἀποστραφείς , φησίν , ὡς ἐκεῖνος μήπως
5683057 Κραναος
Ζάλευκος , Τιμάρης Ποσειδωνιᾶται Ἀθάμας , Σῖμος , Πρόξενος , Κραναός , Μύης , Βαθύλαος , Φαίδων Λευκανοὶ Ὄκκελος καὶ
Ζάλευκος , Τιμάρης Ποσειδωνιᾶται Ἀθάμας , Σῖμος , Πρόξενος , Κραναός , Μύης , Βαθύλαος , Φαίδων Λευκανοὶ Ὄκκελος καὶ
5664471 θρασυτεραι
προσπίπτουσί τε καὶ γέλωτος , ὅσαι δ ' ἀπὸ ξανθῆς θρασύτεραι καὶ πικρότεραι . διὰ τοῦτο καὶ Ἱπποκράτης φησὶν ,
οὐδὲν ἐν ψάμμῳ τρώξιμον , ἐλθοῦσαι πρὸς τὴν ναῦν αἱ θρασύτεραι αὐτῶν τὴν λύγον τὴν χλωράν , ᾗ δέδετο ἡ
5639788 διεσπασαντο
τὸν Ἀκταίωνος ἄθλιον μόρον , ὃν ὠμόσιτοι σκύλακες ἃς ἐθρέψατο διεσπάσαντο , κρείσσον ' ἐν κυναγίαις Ἀρτέμιδος εἶναι κομπάσαντ '
τῶν ἀναιρουμένων , ἀλλ ' οἰωνοὶ καὶ κύνες ἄνδρας τοιούσδε διεσπάσαντο . πολὺς δὲ καὶ ἄλλος ἦν τῶν στασιωτῶν φόνος
5629374 Βακχαι
Ἀλκιβιάδου οὐδὲν διάφορον τῶν Βακχῶν ἐπεπόνθειν . καὶ γὰρ αἱ Βάκχαι ἐπειδὰν ἔνθεοι γένωνται , ὅθεν οἱ ἄλλοι ἐκ τῶν
: αἵτινες , καὶ αὗται . Βάκχοιο : Διονύσου . Βάκχαι : τιθήναι παρδάλεις Διονύσου , καὶ δεῖγμα ταύταις τὸ
5618841 ἀπολιπουσα
γὰρ τὸν ἐπὶ μέρους τὸν γενητὸν καὶ θνη - τὸν ἀπολιποῦσα τὸν τῶν ὅλων καὶ ἀγένητον καὶ ἄφθαρτον ἐπιγράφεται ὄντως
διὰ τὸ μὴ εἶναι αὐτόν , φησίν , ὑβριστὴν τοῦτον ἀπολιποῦσα ᾤχετο . παννυχίζειν ] ⌈ ἄγρυπνον διαβιβάζειν . ⌈
5585973 Ἀονες
Οὐρανοῦ . . * Ἄονες ἔθνος Βοιωτικόν . * ? Ἄονες : ἔθνος Βοιωτίας . . σωτῆρ ' : τῷ
. βης , ἀπὸ Καλύδνου παιδὸς Οὐρανοῦ . . * Ἄονες ἔθνος Βοιωτικόν . * ? Ἄονες : ἔθνος Βοιωτίας
5536242 παλλακη
καὶ οἱ φαῦλοι . φησὶ γοῦν ὅτι Θαμνά , ἡ παλλακὴ Ἐλιφὰς τοῦ υἱοῦ Ἠσαῦ , ἔτεκε τῷ Ἐλιφὰς τὸν
βασιλεὺς Σαρδίων μούνῃ οὐ περιήνεικε τὸν λέοντα τόν οἱ ἡ παλλακὴ ἔτεκε , Τελμησσέων δικασάντων ὡς περιενειχθέντος τοῦ λέοντος τὸ
5523602 ἐψαλλον
δεῖπνον εἰσήιεσαν πεντήκοντα καὶ ἑκατὸν ψάλλουσαι καὶ ἄιδουσαι γυναῖκες : ἔψαλλον δὲ αὗται καὶ ἦιδον ἐκείνου δειπνοῦντος . . .
μου , ἀνελάμβανον τὸ ψαλτήριον καὶ τὸν μισθὸν τῆς ἀνταποδόσεως ἔψαλλον , καὶ κατέπαυον αὐτὰς τῆς ὀλιγωρίας τοῦ γογγυσμοῦ .
5502790 νηιαδες
υἱὸς ἵκηται , ὃν δὴ νῦν Χείρωνος ἐν ἤθεσι Κενταύροιο νηιάδες κομέουσι τεοῦ λίπτοντα γάλακτος , χρειώ μιν κούρης πόσιν
καὶ τὰ μὲν ἀθρόα πάντα δόμων ἐκ λύματ ' ἔνεικαν νηιάδες πρόπολοι , ταί οἱ πόρσυνον ἕκαστα : ἡ δ
5500272 θυγατερες
ᾖ : Ποσειδῶνος καὶ Ἀμυμώνης ὕδασιν : Ἀμυμωνίοις : Δαναοῦ θυγατέρες Ἵππη Ἀμυμώνη Φυσάδεια * * * : περιβαλὼν αὐταῖς
' ἄγριον εἵλεο παίδων : τοῦ Προίτου μανεῖσαι αἱ τρεῖς θυγατέρες πάλιν διὰ τῆς Ἀρτέμιδος ἡμερώθησαν . ὁ δὲ κτίζει
5463305 ἐπωνυμιαι
τὰς δὲ λοιπὰς δι ' οἶκτον καταστερίσας Ζεὺς Ὑάδας ἐπωνόμασεν ἐπωνυμίαι τοῦ ἀδελφοῦ : αἱ δὲ πλείους ζ βραδέως μέν
ἐξ ἐρωτικῆς διαθέσεως . ἐπέπνευσε γὰρ αὐτῶι ὁ Ἔρως . ἐπωνυμίαι ] τῆι δὲ ἐπωνυμίαι ἐβεβαιοῦτο ὁ εὔμοιρος αὐτοῦ βίος
5460004 παλαιφατοι
δὲ δῆμος τῆς Ἀττικῆς , ὅθεν ἦν ὁ Τιμόδημος . παλαίφατοι δὲ ἀντὶ τοῦ ἐξ ἀρχῆς λέγονται . ὅσσα δ
εἰσίν . παλαίφατοι ] αἱ πάλαι χρησμοδοθεῖσαι τῷ Λαΐῳ . παλαίφατοι ] αἱ πάλαι λεχθεῖσαι . παλαίφατοι ] παλαιαί .
5451307 ἐπιτροποι
ἄνθρωπος καὶ κρυψίνους . ἦσαν δὲ οὗτός τε καὶ Στελίχων ἐπίτροποι τῶν Θεοδοσίου παίδων . ἄμφω [ δὲ ] τὰ
ἐπὶ τῶν ὀρφανικῶν οἴκων . ὅτε γὰρ μὴ ἐκμισθώσαιεν οἱ ἐπίτροποι τὸν οἶκον τῶν ἐπιτροπευομένων , ἔφαινεν αὐτὸν ὁ βουλόμενος
5446082 ὡραιας
ἀενάοις , ἔτι δὲ μᾶλλον τὸ τῆς Καλυψοῦς , ἅτε ὡραίας καὶ φιλανθρώπου θεᾶς , ἐν νήσῳ καθ ' αὑτὴν
φιλότης , ἄτοπον ἔδοξεν εἶναι ὑπὲρ νέου τε καὶ κόρης ὡραίας ἀγωνισάμενον ἄνδρα γεγηρακότα περιιδεῖν καὶ παρθένον ἄμοιρον κάλλους .
5443609 προσεφυγον
. ταῦτα δ ' ἐργαζομένῳ τε καὶ ἐπινοοῦντι τῷ Κίννᾳ προσέφυγον ἀπὸ τῆς βουλῆς οἳ τὰ αὐτὰ ἐφρόνουν , Γάιός
' ἔτι πορθουμένων καὶ τοῦ κακοῦ μακροτάτου δοκοῦντος ἔσεσθαι , προσέφυγον ἑβδόμης ἡμέρας αὐτῷ τινες ἐστεμμένοι στέμματα Ἀσκληπίεια : τόδε
5436448 δουλαι
, ἤτοι ἐπειδὰν ἀφελκυσθῶσι τῶν δωμάτων ὑπὸ τῶν πολεμίων καὶ δοῦλαι γένωνται , στυγερὰν ὁδόν , ἤτοι διεφθάρθαι , προπάροιθεν
ὠφεληθήσεται καὶ ἀρρωστήσει καὶ προστεθήσονται οἱ δοῦλοι αὐτοῦ καὶ αἱ δοῦλαι ἢ γυναῖκα λήψεται . Εἶτα ἐπιμερίζει ὁ Ἄρης ἐν
5435576 γεγονυιαι
' αὐτῶν ἐκκαθαιρόμενος . ἀλλ ' ἐπειδὰν συνήθει . ἤδη γεγονυῖαι τῷ χρόνῳ , αὖθις τύχοιεν ἐπισχεθεῖσαι , πρὸς τῷ
αἱ ἀρχαί : ἐν δὲ τῇ πλοκῇ τρεῖς ὁρῶνται ἀγκύλαι γεγονυῖαι , δύο μὲν παρ ' ἑκάτερα , ἡ δὲ
5430009 Ἡλιαδων
δρέπονται τὸ ἤλεκτρον . Δάκρυα δέ φησιν , ὅτι τῶν Ἡλιάδων λέγει εἶναι δάκρυα . Ἔστι δὲ λίθος οὕτω λεγόμενος
. Ἢ λέγε τι σιγῆς κρεῖττον ἢ σιγὴν ἔχε . Ἡλιάδων δάκρυα : ἐπὶ τῶν πολλὰ ἐχόντων χρήματα : παρόσον
5428516 Ἠλεκτρυονος
τὴν οἰκειότητα τοῦ σημείου αὐτοῦ : ἄλλως : ἢ ἀπὸ Ἠλεκτρυόνος τοῦ πατρὸς Ἀλκμήνης ἢ ἀπὸ Ἠλέκτρας τῆς Ἀμφίονος .
τὴν οἰκειότητα τοῦ σημείου αὐτοῦ : ἄλλως : ἢ ἀπὸ Ἠλεκτρυόνος τοῦ πατρὸς Ἀλκμήνης ἢ ἀπὸ Ἠλέκτρας τῆς Ἀμφίονος .
5422670 Λατοϊδα
, ἅς ποθ ' ἵπποι κτησάμεναι Χρομίῳ πέμψαν θεμιπˈλέκτοις ἁμᾶ Λατοΐδα στεφάνοις ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος . Ζεῦ πάτερ ,
υἱὸν τάδε Μώσαι κροκόπεπλοι ἦρα τὸν Φοῖβον ὄνειρον εἶδον ἐμὲ Λατοΐδα τέο † δ ' αχοσχορον † πρόσθ ' Ἀπόλλωνος
5409565 ἐποικων
πόλεως Σικελίας , διάσημος νομοθέτης τῶν Ἀθήνησιν ἐλθόντων εἰς Θουρίους ἐποικῶν , φευγόντων δέ : τῷ πατρὶ συνακολουθήσας κατῴκησεν ἐν
πόλεως Σικελίας , διάσημος νομοθέτης τῶν Ἀθήνησιν ἐλθόντων εἰς Θουρίους ἐποικῶν , φευγόντων δέ : τῷ πατρὶ συνακολουθήσας κατῴκησεν ἐν
5377846 Νηλειδαι
τριήκοντα , ἐόντες δὲ καὶ οὗτοι ἀνέκαθεν Πύλιοί τε καὶ Νηλεῖδαι , ἐκ τῶν αὐτῶν γεγονότες καὶ οἱ ἀμφὶ Κόδρον
τοὺς βασιλεύοντας , ὅτι ἦσεν ἐξ Ἰωλκοῦ τὸ ἀνέκαθεν οἱ Νηλεῖδαι . γυναῖκα δὲ ἔσχε Κρεσφόντης Μερόπην τὴν Κυψέλου ,
5365415 Κηφηνες
Κασσιέπεια . οἱ Ἕλληνες κακῶς φασιν . ἀφ ' οὗ Κηφῆνες οἱ Αἰθίοπες . ἔστι καὶ Θεσσαλίας ἄλλη . τὸ
: ἐπὶ τῶν μάτην πονούντων . Κέρδος αἰσχύνης ἄμεινον . Κηφῆνες μόχθους ἄλλων κατέδονται : ἐπὶ τῶν ἀργῶν καὶ τὰ
5363131 Εὐρυδικη
τὸν Πορναπίδην νόει . σύνευνος ἦν Ὁμήρου δὲ τὴν κλῆσιν Εὐρυδίκη , Γνώστορος εἴτε Πάστορος θυγάτηρ τοῦ Κυμαίου . Σερίφων
Πρόκνη καὶ Φιλομήλη . αἱ Μελεάγρου ἀδελφαί , Φοίβη , Εὐρυδίκη , Μενεστώ , Ἐρατώ , Ἀντιόπη , Ἱπποδάμεια .
5340742 ἀμναμοι
δὲ παρὰ τὴν τῶν Κυρηναίων διάλεκτον οἱ τῶν ἀμνῶν ἀμνοὶ ἄμναμοι λέγονται του - τέστι τῶν ἀρνῶν ἄρνες : πρὸ
γυιαὶ γὰρ : τὸ ἑξῆς οὕτως : αἱ χωλαὶ γὰρ ἄμναμοι τῆς Τηθύος , λέγει δὲ τὰς Μοίρας , γυιαὶ
5327624 ὀλολυγῃ
συνεπελάβοντο δὲ καὶ γυναῖκες τοῦ ἔργου οὐχ ὅσον κραυγῇ καὶ ὀλολυγῇ καὶ λίθοις ἀπὸ τοῦ στέγους , τοῦτο δὴ τὸ
ἐπικλαιόντων καὶ οἰκείων καὶ μάλιστα τῶν μητέρων , αἳ σὺν ὀλολυγῇ μανιώδει τῶν τέκνων ἐξήπτοντο καὶ νεῶν τῶν φερουσῶν αὐτὰ
5321630 ἀναπλεῳ
ἐκ βαριασνοου , αἳ δὲ ἐκ σφενδαμνίνων ξύλων , ἀργυρωμάτων ἀνάπλεῳ , ἐπὶ δὲ τούτοις θεράποντες εἱστήκεσαν οἳ μὲν χέρνιβας
τῷ προσώπῳ δ ' αἱ τρίχες φορούμεναι εἴξασι πολιαῖς , ἀνάπλεῳ ψιμυθίου . στεφάνους ἴσως βούλεσθε : πότερ ' ἑρπυλλίνους
5315149 Κεκροψ
Πέλοπος τοσαῦτα , περὶ δὲ τοῦ Κέκροπος ἤδη λελέξεται . Κέκροψ βασιλεὺς γέγονεν Ἀθηνῶν , ὃς μεγάλως τὴ Ἀττικὴν κατεκόσμησεν
ἔχει τὸ Ι βραχύ , οἷον Πέλοψ Πέλοπος Πελοπίδης . Κέκροψ Κέκροπος Κεκροπίδης . Ὅσα ῥήματα ἐν κινήσεσιν εὑρίσκονται γεννῶνται
5297679 ἀδελφαι
γρ . εὐπρεπέστατα . πολὺ ] κατὰ . ἄμωμοι . ἀδελφαὶ . ταὐτοῦ ] τοῦ ἑνὸς γένους . ἀπὸ .
ποτε , ὦ ἄνδρες δικασταί , τοὺς ἑαυτῶν ἄνδρας αἱ ἀδελφαὶ μαρτυρεῖν εἴασαν καὶ ἐπέτρεψαν . Καὶ μὴν οὐδ '
5296606 Σιμιχου
ὁ τῶν βουκολικῶν ποιητὴς Συρακούσιος ἦν τὸ γένος , πατρὸς Σιμίχου , ὡς αὐτός φησι : Σιμιχίδα , πᾷ δὴ
. Σιμιχίδα : οἱ μὲν αὐτόν φασι Θεόκριτον , καθὸ Σιμίχου ἦν υἱὸς ἢ καθὸ σιμὸς ἦν . οἱ δὲ
5292117 Νηλεως
τότε αὐτὴν Λέλεγας : καὶ τῆς μὲν οὐκ ὤνατο ὑπὸ Νηλέως καὶ τῶν ἐξ Ἰωλκοῦ Πελασγῶν ἐκβληθείς , ἀποχωρήσας δὲ
α ἐπιτάσεως καὶ πλεονασμῷ τοῦ σ ἀσελγαίνειν . καὶ ἡ Νηλέως θυγάτηρ , Ἐλεγηὶς οὖσα , ἄσωτος ἦν : ἧς
5284937 ὑποσταχυοιτο
Ἀπίων ἀποδίδωσιν ὑπαύξοιτο , ὁ δὲ Ἡλιόδωρος ὑπογεννῷτο : “ ὑποσταχύοιτο βοῶν γένος εὐρυμετώπων . ” ὑγιῶς μὲν οὖν ἑκάτερος
γενειῶντι : διόπερ ἐπήνεγκε “ τοῦπερ χαριεστάτη ἥβη . ” ὑποσταχύοιτο . τῶν ἅπαξ εἰρημένων . ὁ μὲν οὖν Ἀπίων
5281262 σφαγιασθεντος
Ῥωμαῖοι Σάγκον καλοῦσιν , ἀσπὶς ξυλίνη βύρσῃ βοείᾳ περίτονος τοῦ σφαγιασθέντος ἐπὶ τῶν ὁρκίων τότε βοός , γράμμασιν ἀρχαϊκοῖς ἐπιγεγραμμένη
σφαγιασθέντος τῷ Διὶ αὐτὸς ἑαυτὸν ἔδωκεν εἰς σφαγὴν καὶ εὐθέως σφαγιασθέντος ἐρρύη ὑετός . Ἠλεῖοι δὲ ἱερὸν Ὀμβρίου Διὸς ἐποίησαν
5279212 ἱερειαι
Ἀττικὸν καὶ γνήσιον , ἐξ οὗ ἐγίνοντο τῆς Ἀθηνᾶς αἱ ἱέρειαι . Ἐξ ὅτου . Ἀντὶ τοῦ ἀφ ' οὗ
φύς , ἃς ἐφ ' ἑκάστοις τοῖς γάμοις εὔξονται καὶ ἱέρειαι καὶ ἱερεῖς καὶ σύμπασα ἡ πόλις ἐξ ἀγαθῶν ἀμείνους
5277545 Εὐρυσθενης
ἐγίγνετο , Μεσσήνης δὲ Κρεσφόντης , Λακεδαίμονος δὲ Προκλῆς καὶ Εὐρυσθένης . Πῶς γὰρ οὔ ; Καὶ πάντες δὴ τούτοις
Ἡρακλειδῶν διαίρεσις . οἱ μὲν γὰρ Ἀριστοδήμου παῖδες Προκλῆς καὶ Εὐρυσθένης ἔσχον τὴν Λακωνικὴν , ὁ δὲ Τήμενος τὸ Ἄργος
5276926 σημειουνται
φίλον ; . . , : ἐνταῦθα δέ τινες ἐκτοπισμὸν σημειοῦνται τῆς κατὰ τὴν Καλυψὼ νήσου . . . .
εἰς τὴν καρδίαν , οὐκ ἄπειρος τοιούτου : πεσόντος δὲ σημειοῦνται μαντεῖά τινα ἐκ τοῦ πτώματος καὶ εἰς τὸ κοινὸν
5271836 Ὀξυαρτου
Φραταφέρνου τοῦ Παρθυαίων καὶ Ὑρκανίας σατράπου παῖδες , καὶ Ἰτάνης Ὀξυάρτου μὲν παῖς , Ῥωξάνης δὲ τῆς γυναικὸς Ἀλεξάνδρου ἀδελφός
τοῖς ἑξακοσίοις , Ἀνδρόβαζος δ ' ἐκ Παροπανισαδῶν , τοῦ Ὀξυάρτου κυριεύοντος τῆς σατραπείας , ἀπέσταλτο μετὰ πεζῶν μὲν χιλίων
5269353 Νικοκρεοντος
θύλακον , Ἀνάξαρχον δὲ οὐ πτίσσεις . κελεύσαντος δὲ τοῦ Νικοκρέοντος καὶ τὴν γλῶτταν αὐτοῦ ἐκτμηθῆναι , λόγος ἀποτραγόντα προσπτύσαι
τρόπον ὁ περὶ Κύπρον αὐτῶι πόλεμος διελύθη : καὶ περὶ Νικοκρέοντος ὡς ἐπεβούλευσεν , ὡς παραδόξως ἐφωράθη , ὡς ἔφυγε
5266884 ἐπανασταντες
Ἅμα δὲ τούτοις πραττομένοις τῶν ἐκ Κορκύρας τινὲς φίλοι Λακεδαιμονίων ἐπαναστάντες τῷ δήμῳ , παρεκάλεσαν τοὺς Σπαρτιάτας ἀποστεῖλαι ναυτικὴν δύναμιν
ἀπέστησαν ἀπὸ Περσῶν , καί τινες τῶν σατραπῶν καὶ στρατηγῶν ἐπαναστάντες πόλεμον ἐξήνεγκαν πρὸς Ἀρταξέρξην . ὁμοίως δὲ τούτοις καὶ
5266722 ἀσημοι
οὔσης τῆς τὴν σφαγὴν δεχομένης φλεβός . θΞ κορκορυγαὶ ] ἄσημοι βοαί . θΞ πτόλιν ] + ἐκ παραλλήλου .
ἐξήγησιν ἐφεξῆς ἐξετάσωμεν . Τῶν γὰρ φωνῶν αἱ μέν εἰσιν ἄσημοι , οἷον κνὰξ βλίτυρι σκινδαψός , αἱ δὲ σημαντικαί
5263601 διεχρησαντο
τὴν Ῥώμην , διὰ χειρὸς τῶν αὐτόθι μονομαχούντων Μαγνεντίου στρατηγοὶ διεχρήσαντο εἰκοστῇ ὀγδόῃ τῆς τυραννίδος ἡμέρᾳ , μεγάλην προαπολόμενον τῶν
ἑαυτὸν λιμῷ τοῦ βίου ἐξαγαγόντα . . . ἀπεχρήσαντο : διεχρήσαντο , ἀπέκτειναν : Ἀριστοφάνης τοὺς ἄνδρας ἀπεχρήσαντο τοὺς παιδοσπόρους
5261333 Κραναου
ἦσαν τέτταρες , Κεκροπὶς Αὐτόχθων Ἀκταία Παραλία , ἐπὶ δὲ Κραναοῦ μετωνομάσθησαν Κραναῒς Ἀτθὶς Μεσόγαια Διακρίς , ἐπὶ δὲ Ἐριχθονίου
ἐπὶ νίκῃ . ὑμεῖς δ ' ἡγεῖσθε , πολισσοῦχοι παῖδες Κραναοῦ , ταῖσδε μετοίκοις . εἴη δ ' ἀγαθῶν ἀγαθὴ
5255543 Ἰφικλου
Ἠλεκτρύωνος καὶ Ἀμφιτρύωνος . Τοῦ δὲ Ἡρακλῆς καὶ Ἴφικλος , Ἰφίκλου δὲ Ἰόλαος . Γένος γὰρ τοῖς φιλοσόφοις δοκεῖ καὶ
ὑπόσπονδος ἐξελθεῖν ἀξιῶν μετὰ τῶν σὺν αὐτῷ . συγκαταθεμένου δὲ Ἰφίκλου , Φάλανθος καταβαλὼν ἱερεῖα καὶ τὰς κοιλίας ἐκκαθάρας ,
5252036 θεμενου
φύσιν ἀγαθὸν εἶναι ἢ μὴ εἶναι ; : τοῦ δὲ θεμένου τὸ κατὰ φύσιν ἀγαθὸν εἶναι συλλογίζεται καὶ οὐκέτι πᾶσαν
ἐπιφανέντος δ ' αὐτοῖς θατέρου τῶν ὑπάτων Λευκίου Λοκρητίου καὶ θεμένου τὴν παρεμβολὴν οὐ πρόσω καλὸν ὑπολαβόντες εἶναι καιρόν ,
5244747 Ἀργειαι
φίλας ἄγαλμ ' ὄψομαί σε ματρός . Ἄδραστε καὶ γυναῖκες Ἀργεῖαι γένος , ὁρᾶτε παῖδας τούσδ ' ἔχοντας ἐν χεροῖν
στέργει πόλις . βραχὺς τορός θ ' ὁ μῦθος : Ἀργεῖαι γένος ἐξευχόμεσθα , σπέρματ ' εὐτέκνου βοός : καὶ
5244490 βαμματων
βαφικῶν χρωμάτων τὰς μίξεις ἁπάσας καὶ τῶν περὶ ἐσθῆτα κοσμουμένων βαμμάτων παντοδαπῶν , ἔτι δὲ τῶν ξύλων τὰς μυρίας διαφορότητας
οἱ τῶν ἀλεκτρυόνων πώγωνες , κάλλη δὲ τὰ ἄνθη τῶν βαμμάτων . κάθησο τοῦ κάθισον διαφέρει . κάθησο μὲν γὰρ
5237483 θεραπαιναι
ἄπιθι ἤδη . ἐκ τούτου δὴ οἱ εὐνοῦχοι καὶ αἱ θεράπαιναι λαβοῦσαι ἀπῆγον αὐτὴν εἰς τὴν ἁρμάμαξαν καὶ κατακλίναντες κατεκάλυψαν
νῦν ὁρᾷς οἵα πρόεισι , χρυσὸς καὶ ἐσθῆτες εὐανθεῖς καὶ θεράπαιναι τέτταρες . Πῶς δὲ ταῦτα ἐκτήσατο ἡ Λύρα ;
5237468 ἀγρευονται
Ὑπηματίους : κατὰ τὴν ἡμέραν : πολλάκις γὰρ τῷ φωτὶ ἀγρεύονται οἱ ἰχθύες . ἕσπερος : κατά . Γλαφυρόν :
: κατὰ πολύ . Τέρπονται : χαίρουσιν . ἀγρώσσονται : ἀγρεύονται . ἐδωδῇ : τροφῇ . βίῳ . Πλώοι :
5235850 Ἀμεινιας
. διασημότερον δὲ ἠγωνίσαντο [ ] τῆι ναυμαχίαι καὶ ἠρίστευσεν Ἀμεινίας , τῶν δὲ βαρβάρων γυνὴ Ἁλικαρνασὶς τὸ γένος ,
ὃν αἱ σπονδαὶ ἐγένοντο . Ἴσαρχος γάρ , εἶτ ' Ἀμεινίας , μεθ ' ὃν Ἀλκαῖος , εἶτ ' Ἀριστίων
5233636 Ἀκταιωνος
ἐκάλουν δὲ οὕτω καὶ τὴν Ἀττικὴν οἱ μὲν ἀπό τινος Ἀκταίωνος βασιλέως , οἱ δὲ διὰ τὸ τὴν πλείω τῆς
μὲν θαλάσσης παῖδάς φασι , Παρμενίδης δ ' ἐκ τῶν Ἀκταίωνος κυνῶν γενέσθαι μεταμορφωθέντων ὑπὸ Διὸς εἰς ἀνθρώπους . .
5232072 τεκουσαι
καὶ τὰ βρέφη δὲ τὰ νεαρὰ οὐκ ἄν ποτε αἱ τεκοῦσαι προδοῖεν , ἀλλὰ καὶ ἐκείνοις ἐκεῖναι πιστῶς παραμένουσι ,
λεγόμενον μύλον καὶ ἐσώθη . ἤδη μὲν οὖν τινες μὴ τεκοῦσαι αὐτὸν ἀνῃρέθησαν ὑπ ' αὐτοῦ , τισὶ δὲ καὶ
5227896 διετες
γενόμενοι παῖδες ἐκ τούτου καὶ ἐξ ἐκείνης , ὁπότε ἐπὶ δίετες ἥβησαν : οὕτω γὰρ οἱ νόμοι κελεύουσιν . Εἰ
υἱέων ὁ πατὴρ διαθῆται ἐὰν ἀποθάνωσιν οἱ υἱεῖς πρὶν ἐπὶ δίετες ἡβᾶν , τὴν τοῦ πατρὸς διαθήκην κυρίαν εἶναι .
5224915 Ἀχαϊκης
Ἰνδικαί . οἱ δὲ κύνες οἱ Ψυλλικοὶ καλούμενοι ἀπὸ πόλεως Ἀχαϊκῆς ἀρχαίας κέκληνται , ὥσπερ οἱ Ἐλυμαῖοι ἀπὸ ἔθνους μεταξὺ
ἐπάγει τῷ Μακεδόνι τὸ καταλελυκέναι Πελληναίων τὸν δῆμον , πόλεως Ἀχαϊκῆς μιᾶς τῶν ἐν Πελοποννήσῳ , Χαίρωνα δὲ τὸν παλαιστὴν
5224560 Ὁρατιου
, τῶν ὑπάτων πρώτων τὰ τέκνα ἐπιδόντων , Μάρκου μὲν Ὁρατίου τὸν υἱόν , Ποπλίου δὲ Οὐαλερίου τὴν θυγατέρα γάμων
ὀρθῶς ἡγουμένων , ἀνίσταται Μάρκος Ὁράτιος ὁ Βαρβᾶτος ἐπικληθεὶς ἀπόγονος Ὁρατίου τοῦ συνυπατεύσαντος Ποπλίῳ Οὐαλερίῳ Ποπλικόλᾳ μετὰ τὴν ἐκβολὴν τῶν
5215650 παροινιαι
γὰρ ᾖδον τὰ σκόλια , ἅ Γ εἰσιὶ ⌈ δὲ παροίνιαι ᾠδαί . Γ ὡς οὐδείς γε Διακρίων : ὡς
γὰρ ᾖδον τὰ σκόλια , ἅ Γ εἰσιὶ ⌈ δὲ παροίνιαι ᾠδαί . Γ ὡς οὐδείς γε Διακρίων : ὡς
5207358 πεδαι
σχοίνῳ διαμετρησάμενοι τὸ πεδίον τὸ Τεγεητέων ἐργάζοντο . Αἱ δὲ πέδαι αὗται ἐν τῇσι ἐδεδέατο ἔτι καὶ ἐς ἐμὲ ἦσαν
. , ἐκ δίκας δὲ καταδίκα , ἐκ δὲ καταδίκας πέδαι τε καὶ σφαλὸς καὶ ζαμία . Πανύασις δ '
5197433 διηγησαντο
. οὐ δυναμένων δὲ τῶν παρόντων γνῶναι τὰ λεχθέντα , διηγήσαντο οἱ παῖδες ὅτι ἁλιεύοντες οὐδὲν ἐδύναντο ἑλεῖν , καθήμενοι
ἐν νεομηνίᾳ ἐωνημένης : οὕτω γάρ μοι τῶν γνωρίμων τινὲς διηγήσαντο . ἀλλ ' ἐγὼ μὲν ἐν ταπεινῷ τῷ σχήματι
5187606 αἰτουσαι
κατειληφότων , αἱ θεαὶ δὲ ἐς ἱκεσίαν τοῦ Ἔρωτος ἥκουσιν αἰτοῦσαι ξυλλαβεῖν σφισιν ἐπὶ σωτηρίᾳ τῶν πλωτήρων τὴν Αἰήτου Μήδειαν
Εὐθίας ἐπανείλετο , ὁ δὲ κίνδυνος ἁπασῶν . εἰ γὰρ αἰτοῦσαι παρὰ τῶν ἐραστῶν ἀργύριον οὐ τυγχάνομεν ἢ τοῖς διδοῦσιν
5184259 Ἠλεκτρυωνος
δὲ τὸν Ἡρακλέους ἐν Ἄργει κατοικοῦντα λέγουσιν ἀνελεῖν Λικύμνιον τὸν Ἠλεκτρύωνος ἐρίσαντα περί τινων , διὰ δὲ τὸν φόνον τοῦτον
ὅτε φυγὰς ἐκ Τίρυνθος , εἰς Θήβας ἦλθεν διὰ τὸν Ἠλεκτρύωνος φόνον ; Ἄκων δὲ αὐτὸν ἐφόνευσε πατέρα τῆς Ἀλκμήνης
5167634 Φορκου
κεφαλήν . ὁ δὲ Ἑρμοῦ καὶ Ἀθηνᾶς προκαθηγουμένων ἐπὶ τὰς Φόρκου παραγίνεται θυγατέρας , Ἐνυὼ καὶ Πεφρηδὼ καὶ Δεινώ :
Περγαμηνός φησι Κυανέας μὲν ὑπὸ ἀνθρώπων , ὑπὸ δὲ θεῶν Φόρκου πύλας κεκλῆσθαι . : Τὸν δὲ νῦν λεγόμενον παράσιτον
5158420 Ἐκτηνων
αὐτάδελφον ἐν πλασταῖς γραφαῖς . τρίτον δέ , τοῦ μόσσυνας Ἐκτήνων ποτὲ στερρᾷ δικέλλῃ βουσκαφήσαντος γόνον , ὃν Γογγυλάτης εἷλε
δὲ τὸ μαντεῖον αὐτοῦ περὶ τὸν Ἰσμηνὸν Θηβῶν ποταμόν . Ἐκτήνων τῶν Θηβαίων : οἱ γὰρ Θηβαῖοι ἀπὸ δράκοντος ἐγένοντο
5157354 ἀλαστορες
, καὶ παρὰ Δημοσθένει , ἄνθρωποι μιαροὶ καὶ κόλακες καὶ ἀλάστορες , ἠκρωτηριασμένοι τὰς ἑαυτῶν ἕκαστοι πατρίδας , τὴν ἐλευθερίαν
| καὶ δεῖμα προσπνέοντ ' ἀπ ' Ἀνταίας θεοῦ . ἀλάστορες : Βακχεῖος μὲν ἐν πρώτῳ φονεῖς φησιν † ἐκ
5149116 Μηκιστεα
Ἀργεῖοι , Τυδέα ὁ Μελάνιππος οὗτος καὶ ἀδελφῶν τῶν Ἀδράστου Μηκιστέα ἀπέκτεινε , καί οἱ καὶ αὐτῷ τὴν τελευτὴν ὑπὸ
Οἰδίποδος Ὅμηρος οὐκ εἴα μοι δόξαι πιστά , ὃς ἔφη Μηκιστέα τελευτήσαντος Οἰδίποδος ἐπιτάφιον ἐλθόντα ἐς Θήβας ἀγωνίσασθαι . ἔστι
5145389 δεσμαι
μέσος τῆς χειρὸς δάκτυλος σφάκελος , φάκαι παρὰ Ῥωμαίοις αἱ δεσμαὶ , ἐξ οὗ καὶ φάκελος ὁ δεσμὸς τῶν χαρτίων
μέσος τῆς χειρὸς δάκτυλος σφάκελος , φάκαι παρὰ Ῥωμαίοις αἱ δεσμαὶ , ἐξ οὗ καὶ φάκελος ὁ δεσμὸς τῶν χαρτίων
5142720 Φαρνακης
τοῖς Πέρσαις ἔπεσον πλείους , ὧν ἦσαν ἐπιφανέστατοι Ἀτιζύης καὶ Φαρνάκης ὁ τῆς Δαρείου γυναικὸς ἀδελφός , ἔτι δὲ Μιθροβουζάνης
ἦλθον , εἶδον , ἐνίκησα . ” Μετὰ δὲ τοῦτο Φαρνάκης μὲν ἀγαπῶν ἐς τὴν ἀρχὴν Βοσπόρου , τὴν δεδομένην
5142485 παγκρατιαστου
. Φιγαλεῦσι δὲ ἀνδριάς ἐστιν ἐπὶ τῆς ἀγορᾶς Ἀρραχίωνος τοῦ παγκρατιαστοῦ , τά τε ἄλλα ἀρχαῖος καὶ οὐχ ἥκιστα ἐπὶ
Νέμεα νικήσαντος καὶ τοῦ ἀλείπτου αὐτοῦ Μελησίου , ὥς τινες παγκρατιαστοῦ . τοῖς γὰρ τρισί , φησιν ὁ Δίδυμος ,
5138811 Φωκος
: Ἀχιλλεὺς μὲν γὰρ παῖς Θέτιδος ἔκγονος ὢν Αἰακοῦ , Φῶκος δὲ Ψαμάθης Νηρεΐδος καὶ αὐτοῦ Αἰακοῦ . ἐκ δὲ
Ἀθηναῖοι ὁμοθυμαδὸν ἀνεβόησαν εἰς ἀκολασίαν . ἦν δ ' ὁ Φῶκος καὶ φιλοπότης . ὅτι μαγειρικὰ σκεύη καταριθμεῖται Ἀνάξιππος ζωμήρυσιν
5134053 Ἀρκαδικων
' ἀποχρῶσί γε αἱ νῦν ἔτι γινόμεναι τεκμήρια εἶναι τῶν Ἀρκαδικῶν ποτε νομίμων : λεχθήσεται δὲ περὶ αὐτῶν ἐπὶ πλεῖον
μητρὸς , ἀπελύθη τῶν ἐγκλημάτων : ὡς Δημάρατος ἐν δευτέρῳ Ἀρκαδικῶν . . . . , : Παράκειται δ '
5128575 ἀφαντοι
ι ἐπὶ ι : Ὁμήρου : Ἰλίου ἐξαπολοίατο ἀκήδεστοι καὶ ἄφαντοι : Ἱππόλοχος δέ μ ' ἔτικτε καὶ ἐκ τοῦ
Ἀχαιίδα νοστήσαιτε . ” Ὧς ἄρ ' ἔφαν , καὶ ἄφαντοι , ἵν ' ἔσταθεν , ἔνθ ' ἄρα ταίγε
5125579 Ζηθος
χθών . τὰ δὲ τῶν Θηβῶν τείχη ἔκτισαν Ἀμφίων καὶ Ζῆθος , παῖδες Ἀντιόπης τῆς Ἀσώπου , ᾗ συμμιγεὶς ὁ
μακρᾷ παραλήγοντα μὴ κοινὰ κατὰ γένος βαρύνεται : μῦθος κῶθος Ζῆθος Ξοῦθος . τὸ δὲ στρουθός κοινὸν τῷ γένει .
5122457 ἱκετευον
, ἐκώλυε δὲ οὐδείς . ὀψὲ δέ ποτε οἱ δυστυχεῖς ἱκέτευον δέον πρὸ τοῦ πυρός . ὁ δὲ ἥκειν τὴν
μηδ ' εἰπεῖν θέμις ἐπ ' αὐτῶν , ἐδακρυρρόουν , ἱκέτευον , ἑαυτοὺς ἐξεδίδοσαν , ἑκούσιον δουλείαν ὑπισχνοῦντο , δεσπότην
5116330 ἀπολελειμμενοι
ὁμοίως . τὸ γὰρ θύψαι ἐπικαῦσαι , καὶ θυμάλωπες οἱ ἀπολελειμμένοι τῆς θύψεως ἄνθρακες οἱ ἡμίκαυστοι . , . .
τὸ πλῆθος ἦσαν . οἱ δ ' ἐπὶ τῆς Εὐρώπης ἀπολελειμμένοι στρατιῶται , ὧν Ἀντίπατρος εἶχε τὴν ἡγε - μονίαν
5115980 Ποσειδωνιας
Τροιζῆνος τοῦ Πέλοπος . ἐκαλεῖτο δὲ Ἀφροδισιάς καὶ Σαρωνία καὶ Ποσειδωνιάς καὶ Ἀπολλωνιάς καὶ Ἀνθανίς . τὸ ἐθνικὸν Τροιζήνιος καὶ
Τροιζῆνος τοῦ Πέλοπος . ἐκαλεῖτο δὲ Ἀφροδισιάς καὶ Σαρωνία καὶ Ποσειδωνιάς καὶ Ἀπολλωνιάς καὶ Ἀνθανίς . τὸ ἐθνικὸν Τροιζήνιος καὶ
5115526 βασιλιδες
περὶ πόδα δὲ ὑποδήματα τὰ ἁρμόζοντα . ὑποδημάτων δὲ εἴδη βασιλίδες : ἐφόρει δὲ αὐτὰς ὁ βασιλεὺς Ἀθήνησιν . κρηπῖδες
τοῦ διὰ τριῶν τελείων ὁ τελειότατος . συνᾴδουσι μὲν αἱ βασιλίδες , ἐξάρχει δὲ ὁ κορυφαῖος , ἐπευφημεῖ δὲ ἅπασα
5110412 Κοδρου
Γλαύκου τοῦ Ἱππολόχου γεγονότας , οἱ δὲ Καύκωνας Πυλίους ἀπὸ Κόδρου τοῦ Μελάνθου , οἱ δὲ καὶ συναμφοτέρους . Ἀλλὰ
, ἢ ὑπὸ γήρως διεφθορότα ἔχων τὸν νοῦν . Πρεσβύτερος Κόδρου : ἐπὶ τῶν παλαιῶν καὶ πολυχρονίων . Πολλὰ μεταξὺ
5107167 τεθνηκοτος
πλεῖστοι καὶ οἴονται , καίπερ τρόπον τινὰ οὐχ ἅπαξ αὐτοῦ τεθνηκότος , ἀλλὰ πολλάκις μετὰ τῶν σφόδρα οἰηθέντων αὐτὸν ζῆν
τοῦτον ἰδὼν ἐν τοῖς τοῦ παιδὸς γάμοις : εἰ δὲ τεθνηκότος , πῶς ὁ ἤδη θανὼν πάλιν ὥσπερ ἀπὸ μηχανῆς
5106260 κατασταθεντες
γνώμης οὔτε ἀκοῆς εἰσάπαν ἐπῃσθημένος , ἣν οἱ Μωυσέως θιασῶται κατασταθέντες κτῆμα καὶ ἀπόλαυσμα ὠφελιμώτατον ἑαυτοῖς τε καὶ τοῖς ἐντυγχάνουσιν
τὰς ἀποκρίσεις ταύτας πρὸς βασιλέα κομίζοντες καὶ σὺν αὐτοῖς οἱ κατασταθέντες ὑπὸ τοῦ δήμου πρέσβεις ἄγοντες ἐκ τῶν πρώτων οἰκιῶν
5099818 Δωρια
ἐπειδὴ τὰ εἰς ω λήγοντα ἐπιῤῥήματα δισσύλλαβα , μὴ ὄντα Δώρια , βαρύνουνται : πόῤῥω , κάτω , ἔξω .
' ἐν φλοιῷ : ἐπιγράψεται δὲ τῷ φλοιῷ αὐτῆς γράμματα Δώρια : Δώρια δέ , ἐπεὶ καὶ αὐταὶ αἱ Λακεδαιμόνιαι
5098129 συνερρυησαν
, ἐκείνους τε ἔπεμψεν ὡς τὸν Καίσαρα . Οἱ δὲ συνερρύησαν ἄσμενοι πολλοὶ καὶ ἦλθον , ὥστ ' ἐν ἀγωνίᾳ
τῶν συμμαχίδων ἀφίκετο πόλεων , μισθοφόροι δέ τινες ἐκ πολλῶν συνερρύησαν τόπων , οἷς πιστεύσαντες ἐθάρρησαν ἐκ τῆς πόλεως προελθεῖν
5097921 παλλακαι
Φερεκράτης Ἰπνῷ : ἀνέπλησα τὠφθαλμὼ πάλης φυσῶν τὸ πῦρ . παλλακαί : τὸ μὲν ἀκριβὲς τῶν παιδίσκων αἱ νέαι ,
- ] νῦν τὰς πόρνας Καρίων : καὶ γὰρ αἱ παλλακαί πειρῶν τύχῃ ] πειρᾷ πειρῶν ] συννεύων , προσβάλλων
5096332 Ἰλιαδων
τῆς πόλεως , ὀνομάσαι δ ' αὐτὴν ἀπὸ μιᾶς τῶν Ἰλιάδων Ῥώμης . ταύτην δὲ λέγει ταῖς ἄλλαις Τρωάσι παρακελευσαμένην
γενύων ἐλελιζομένα θρήνων ἐμοὶ ξυνεργός , Ἑλένας μελέους πόνους τὸν Ἰλιάδων τ ' ἀειδούσαι δακρυόεντα πότμον Ἀχαιῶν ὑπὸ λόγχαις ,
5095456 Λεοντινου
ἂν οἶμαι λόγοις ἀληθινοῖς ἁρμόσειεν . ταύτῃ καὶ τὰ τοῦ Λεοντίνου Γοργίου γελᾶται γράφοντος “ Ξέρξης ὁ τῶν Περσῶν Ζεύς
, μετὰ δὲ ταῦτα Ἡροδίκου τοῦ Σηλυβριανοῦ καὶ Γοργίου τοῦ Λεοντίνου ῥήτορος καὶ φιλοσόφου , ὡς δέ τινες , Δημοκρίτου
5093252 βεβλημενου
. ψύχειν τὸ ἐν ἀνέμῳ ῥιπίζειν . ψύξασα ἐπὶ τοῦ βεβλημένου δόρατος ὑφ ' Ἕκτορος , “ ἦκα μάλα ψύξασα
καὶ βλάβας διδόναι . * τετρωμένου καταχρηστικῶς εἶπεν ἀντὶ τοῦ βεβλημένου . καὶ τετρωμένον καλῶς ἔχει τετρωμένου μὲν τοῦ Ἀλεξάνδρου
5087714 μεγιστανες
[ ! ! ! ! ! ] ! σατράπαι καὶ μεγιστᾶνες ? [ ] ? [ καὶ ] [ οἱ
τοὺς ἡγουμένους , περιμένειν δὲ μέχρις ἂν πρὸς αὐτοὺς οἱ μεγιστᾶνες ἀφίκωνται . Διὰ τί γάρ , ἄνδρες Ἕλληνες ,
5081379 θυρωροι
ὑποβαρβαρίζοντες ταῦτα νουθετοῦσιν οἱ πολλοὶ καὶ φέρουσιν ἐνίοτε ἀντὶ παιδαγωγῶν θυρωροὶ γιγνόμενοι τοῖς αὐτῶν δεσπόταις , ὁπόταν καταλύσωσι τὴν τέχνην
μελισσῶν ἔξοδον . Οὖροι γὰρ οἱ φυλάσσοντες : καὶ οἱ θυρωροὶ οἱ τὰς θύρας φρουροῦντες . Κίβδηλον . οἱονεὶ κρύβδηλόν
5079765 Δαμαρετου
κρατήσαντα πυγμῇ παῖδας , τὸν μὲν αὐτῶν Βοιώτιος Θήρων , Δαμαρέτου δὲ τὴν εἰκόνα Ἀθηναῖος Σιλανίων ἐποίησεν . Ἀναυχίδας δὲ
Ἀντιπάτρῳ μετὰ Ἑλλήνων ἐπολέμησαν . χρόνῳ δὲ ὕστερον Ἀριστότιμος ὁ Δαμαρέτου τοῦ Ἐτύμονος τυραννίδα ἔσχεν ἐν Ἠλείᾳ , συμπαρασκευάσαντος αὐτῷ
5078947 Πυρρας
Δευκαλίωνος μὲν καὶ Πύρρας , ὡς δέ τινες Διὸς καὶ Πύρρας , Ἕλλην : Ἕλληνος δὲ καὶ Ὀθρηίδος Ξοῦθος Αἴολος
λάρνακα , καὶ τὰ ἐπιτήδεια ἐνθέμενος , εἰς ταύτην μετὰ Πύρρας εἰσέβη . Ζεὺς δὲ πολὺν ὑετὸν ἀπ ' οὐρανοῦ
5077123 Φρυνη
καὶ οὐδέπω τοῦ ἔρωτος ἀπηλλάχθαι . ἦν δ ' ἡ Φρύνη ἐκ Θεσπιέων . κρινομένη δ ' ὑπὸ Εὐθίου τὴν
: ” ὅτι ἀρκεῖ μοι ὁ Ἀλεξάνδρου κόσμος . ” Φρύνη ἑταίρα νεανίσκου τινὸς ἀγρὸν πεπρακότος καὶ δι ' ἀῤῥωστίαν

Back