τὰ ἔθνη τὰς ἐς ἀλλήλους ἐλπίδας οὐκ ἀφαιρήσομαι δι ' ἀνηκέστου κακοῦ . περὶ δὲ τῆς ἀφέσεως οὐδ ' αὐτῷ
ξυντυχίαι ὀργῇ τῶν ἀνθρώπων ὡς ἑκάστη τις κατέχεται ὑπ ' ἀνηκέστου τινὸς κρείσσονος ἐξάγουσιν ἐς τοὺς κινδύνους . ἥ τε
6470233 καχεξιας
καὶ σαρκοῦντα τὰς ἰσχνὰς καὶ ἀτρόφους , μεταβάλλοντα δὲ τὰς καχεξίας καὶ τὴν πιμελὴν καθαιροῦντα , καὶ λούοντα μὲν τὰς
καθ ' αὑτὴν κακῶς , ἀτροφίας δ ' αὖ καὶ καχεξίας καὶ κακοχυμίας καὶ κακοχροίας ἰκτέρους τε καὶ διαρροίας καὶ
6466125 δυνατωτερων
ἐλαυνόμενοι τῶν δεινῶν τοῖς πλησιοχώροις ἐνέβαλλον : καὶ τῶν ἐπιόντων δυνατωτέρων ὄντων οἱ τὴν ἔφοδον ὑφιστάμενοι μετανίσταντο , ὥσπερ καὶ
ἀδελφοὶ καὶ γονέων παῖδες : ἀεὶ δὲ οἱ ἀσθενέστεροι τῶν δυνατωτέρων κακαὶ καὶ ἐπάρατοι τροφαί : τὰ Θυέστεια παιδιὰ [
6444820 πλαστογραφιας
καὶ παρά τινων νοταρίων καὶ προφάσει γραμμάτων καὶ ψεύδους καὶ πλαστογραφίας καὶ φιλονεικιῶν καί τινων πράξεων παρ ' αὐτοῦ πραττομένων
ἀγαθός : ἔχθρας καὶ κρίσεις ζημίας τε καὶ κακουργίας ἐπάγει πλαστογραφίας καὶ ἐγγύας καὶ δάνη ἐπιθέσεις τε καὶ συλήσεις ἀστασίας
6404981 ἐθιζεται
σοφίᾳ περιλάμπεται καὶ | ὀξυδερκέστερα ἐμβλέπειν ἐγχριομένη καινοῖς ἀεὶ θεωρήμασιν ἐθίζεται . φωτὸς οὖν ἀνάπαυσις ἑρμηνεύεται Ναχὼρ εἰκότως : ᾗ
ἔθους περιγινόμενα : οὔτε γὰρ τὰ φύσει ὑπάρχοντά τισι ἄλλως ἐθίζεται , τὰ δὲ ἤθη ἄλλοτε ἀλλοίως διὰ τὰ ἔθη
6356032 ἐτρεπετο
' ὡς μεταγινώσκων ἐπ ' αὐτοῖς εἰς οἴκτους καὶ παραιτήσεις ἐτρέπετο : ἀρχὴν δ ' οὐδὲ δικασταῖς αὐτοῖς ἠξίου χρῆσθαι
δὲ ἀλγέων οὐδέν , καί οἱ ἥ τε χροιὴ πάμπαν ἐτρέπετο καὶ τὸ σῶμα δι ' ἡμέρης ἐμαραίνετο . ὁ
6350565 ἐπιγινομενος
δὲ καὶ μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ . μὴ θραύσοι : ὁ ἐπιγινόμενος χρόνος τὸν ὄλβον αὐτῶν μὴ θραύοι , τοὐναντίον δὲ
, λύσις . Ὑπὸ διαῤῥοίης ἐχομένῳ μακρῆς ἀπὸ ταὐτομάτου ἔμετος ἐπιγινόμενος λύει τὴν διάῤῥοιαν . Ὑπὸ πλευρίτιδος , ἢ ὑπὸ
6256354 κατηφειας
ἐκεῖνος τὸν πόλεμον καὶ τὰς ἐπ ' αὐτῷ συννοίας καὶ κατηφείας σκεδάσας εἰρήνην ἐπικηρυκεύσηται βίου , φαιδρὸς καὶ γεγηθὼς τὴν
θαλερῶν αἰζηῶν . ” κατωμαδόν κατὰ τῶν ὤμων . κατηφόνες κατηφείας ἄξια πράττοντες , παρὰ τὸ φῶ , οὗ παραγωγὸν
6222194 ἁψιμαχιας
διακρατεῖν ἢ ὅ τι δήποτε τύχοι . Ἐκ δὲ τῆς ἁψιμαχίας ταύτης ἐγένοντο πληγαί ποτε διὰ χειρῶν , εἶτα δι
διακρατεῖν ἢ ὅ τι δήποτε τύχοι . ἐκ δὲ τῆς ἁψιμαχίας ταύτης ἐγένοντο πληγαί ποτε διὰ χειρῶν , εἶτα δι
6205390 τιτυσκων
ἐλαφροῖς , μικροῖς . πάγην : παγίδα , δόλον . τιτύσκων : κατασκευάζων . Πυρούς : σίτους : ἐκ τῶν
ἀληθῶς ὦτα ὄνου ἀπέκοψεν αὐτά , ὅθεν καὶ ἐπιφέρει δαπταῖς τιτύσκων αἱμοπώτῃσι φόβον οἷον διὰ τὸ αἷμα καὶ τὰ τραύματα
6191719 δυσφορους
ᾑμαγμένους τῷ φόνῳ . . στάζοντας τὸ αἷμα . . δυσφόρους ] γράφεται καὶ δυσμόρως . . ἦ δύσορνις ]
κυνός . ἐνέταξα δὲ τὸ θεώρημα , ἐπειδὴ ἀφόρους καὶ δυσφόρους χώρας , καὶ τὰς ἀνύδρους καὶ ψαμμώδεις , ὅπως
6188964 αὐρᾳ
ἐκπορίζοντας , ἐν εὐθηνίᾳ κοινῇ λιμὸν ἐξαίρετον ἔχοντας , ἀρετῆς αὔρᾳ , καθάπερ ἀέρι φασὶ τοὺς τέττιγας , τρεφομένους ,
? [ . . . . . . [ ] αὔρᾳ ? ? ? θέλομεν [ [ σμύρνας ] καπν
6181736 ἐπικερδεις
καὶ δοξαστικοὺς καὶ σύστασιν ἔχοντας πρὸς ὑπερέχοντας , καὶ πράξεις ἐπικερδεῖς καὶ χαρὰν ἐπὶ οἰκείοις καὶ προκοπάς , ἔτι δὲ
ἐπιθεωρούντων τοὺς εἰρημένους τόπους ἢ ἐπιφερομένων αὐτοῖς ἐνδόξους ἕξουσι καὶ ἐπικερδεῖς τὰς ἐπὶ τῆς ξένης πράξεις καὶ τὰς ἐπανόδους ταχείας
6178911 παταγος
μελλόντων δ ' ἀριστο - ποιεῖσθαι , τὸ μὲν πρῶτον πάταγος ἐξηχεῖτο πολύς , ἅτε τοσούτων ἀνθρώπων ὁμοῦ καὶ ὑποζυγίων
] ἀπὸ τοῦ πατῶ καὶ τοῦ ἄγω τὸ συντρίβω . πάταγος ] ἦχον . πάταγος ] θόρυβος . πάταγος ]
6165600 ἀναψεις
καὶ τὸν μέσον κατέ - χουσα τοῦ κόσμου τόπον τὰς ἀνάψεις τοῦ μεταρσίου ποιεῖται πυρὸς ἀφ ' ἑαυτῆς . εἰσὶ
. ὅσα μὲν γὰρ ἐν οὐρανῷ σέλα φερόμενα καὶ πυρὸς ἀνάψεις ἐφ ' ἑνὸς μένουσαι τόπου γῆς τε μυκήματα καὶ
6152692 Ἀχλυς
Ἀττικοὺς ἔκτισαν πόλιν , καὶ ἱδρύσαντο ἱερὸν Ἀχαιᾶς Δημήτερος . Ἀχλύς : σκότος , παρὰ τὸ τὰς ὄψεις ἡμῶν λυπεῖν
τῷ ἀρᾶσθαι εἰς οὐρανὸν ἐκτείνειν * * τὰς χεῖρας . Ἀχλύς , ἡ ἄγαν εἰλύουσα καὶ ἀποκρύπτουσα τὰ ὁρᾶσθαι μέλλοντα
6147422 καρτερας
, ἡνίκα ὤφθησαν ἐν συνόψει στρατοπεδεύσαντες . γενομένης δὲ μάχης καρτερᾶς πολλὰ μὲν δράσαντες γενναῖα , πλείω δὲ τὰ δεινὰ
τῶν ζῴων , αἴρει μὲν αὐτὴν πλησίον Ἀντιοχείας , οὐ καρτερᾶς δεηθεὶς μάχης , ἀπήγαγε δὲ εἰς τὴν Ῥώμην αὑτήν
6120163 κακοπραγιων
χεῖρόν ἐστι τοῖς εὖ φρονοῦσιν . εἶτά τις εὐφορία γίνεται κακοπραγιῶν αὐτῷ : τῆς τε γὰρ οὐσίας ἁπάσης εὐθὺς ἐξίσταται
γνώμαις τισὶ τὸ ἦθος . τὰ δὲ ῥηθησόμενα τῶν μὲν κακοπραγιῶν ἀπάγει τὸν ἀκροατήν , ἄγει δὲ ἐπὶ τὸν γεωργικὸν
6118098 ἐκσταιη
μὲν ἐπ ' αὐτὸν φέροιτο , αὐτὸς δ ' ἐρώσῃ ἐκσταίη , βοὴ ἐγένετο , ὡς δαιμονίως αὐτὰ τοῦ Ἀπολλωνίου
' ἐπ ' ἄλλο τραπείη εἶδος , καὶ τῆς οἰκείας ἐκσταίη ποιότητος , ἐκεῖνα τῶν παθῶν ὑποβάλλει , εἰς ἃ
6107569 κατεπειγων
, φόβος ἀδοξίας : θόρυβος δέ , φόβος μετὰ φωνῆς κατεπείγων : δεισιδαιμονία δέ , φόβος θεῶν καὶ δαιμόνων :
' , ὦ Χαριτιμίδη καὶ Σμίκυθε καὶ Δράκης , ἕπου κατεπείγων , σαυτῷ προσέχων ὅπως μηδὲν παραχορδιεῖς ὧν δεῖ ς
6107057 κωλυτης
τε καὶ ἠκόντιζον , εἴ τις παραβοηθῶν παρὰ τὸ τεῖχος κωλυτὴς γίγνοιτο τῆς διαβάσεως . ἐπεὶ δὲ πάντες διεπεπεραίωντο ,
τῇ ἐλπίδι ἐπαιρόμενοι ῥιψοκινδύνως ἐγχειροῦσιν αὐτοῖς , καὶ οὐδεὶς δύναται κωλυτὴς γενέσθαι τῶν τηλικούτων ἔργων , ἀλλ ' ὁσημέραι πράττονται
6102254 δρασμους
καὶ ἀπροσωπίας καὶ θλίψεις βιωτικὰς καὶ ἐκ δούλων ἐπιθέσεις ἢ δρασμοὺς ἢ κλοπὰς ἢ νόσους θρεπτῶν καὶ στομάχου καὶ ἔχθρας
εἰ μὲν ὑπὸ Κρόνου θεωρηθῇ ζημίας ἐπιφέρει ἐκ δούλων ἢ δρασμοὺς ἢ στομαχικὰς διαθέσεις , εἰ δὲ ὑπὸ Ἄρεως θεωρηθῇ
6100237 πολυανθρωπους
πόλεις τῆς Ἰουδαίας , πολλὰς δὲ κώμας καὶ μεγάλους καὶ πολυανθρώπους ὁμίλους . . ἔστι δ ' αὐτοῖς ἡ προαίρεσις
οἵα τε ᾖ περαιοῦσθαι . πόλεις δέ τις μεγάλας καὶ πολυανθρώπους , μεστὰς οἰκητόρων , καὶ πολιτείας ἐγχειρίζεσθαι μέλλων καὶ
6097858 αἰσχροκερδεια
. πολὺ γὰρ ηὔξηται ἐν αὐτοῖς ἡ ἀδικία τε καὶ αἰσχροκέρδεια . ὁ δὲ Οἰδίπους [ δι ' ἐκπώματα ]
μισθοφορία , μισθοδοσία , πρᾶσις , ἀπόδοσις ἀπεμπόλησις , φιλοκέρδεια αἰσχροκέρδεια . ὁ δ ' ἐναντίος ἄδωρος , ἀδωροδόκητος ,
6095759 σαινοντες
θῆρες δ ' εἰλυούς τε κατὰ ξυλόχους τε λιπόντες οὐρῇσιν σαίνοντες ἐπήλυθον . ἡ δὲ καὶ ἄλλο θῆκε τέρας ,
καὶ οἰκείους καὶ τὰ πεπορισμένα κτήματα . ὅθεν ἐρρωμένοι καὶ σαίνοντες τοὺς δεσπότας ἀγαθὴν οἰκουρίαν καὶ περὶ τὴν γυναῖκα καὶ
6093335 ἀπολαυοντας
ἀπραγμοσύνῃ καὶ εὐσταθείᾳ ζῆν δυναμένων : οὓς ἄτοπον εἶναι τρυφᾶν ἀπολαύοντας εἰρήνης , βίον καρπουμένους φιλόσοφον . ” εἶτα προστάττει
διηνεκὴς τῆς κακουργίας ἀπόλαυσις . δεῖ οὖν πρὸς τὸ λυσιτελοῦν ἀπολαύοντας τῶν τοιούτων καταρρᾳθυμεῖν τῶν διηνεκῶν εἰδήσεων . ὠφεληθῆναι ,
6087700 ἐπιβρισαντος
τῆς κινήσεως συμβῆναι ἀπὸ τοῦ τετυχηκέναι κατά τι τὸν ἀθροισμὸν ἐπιβρίσαντος τοῦ πυρός . ὁ δὲ ἥλιος τὴν φύσιν οὐκ
οὐκ ἐάσεις ἀτημελές , εἴ τι αὐτοῦ κινηθείη ἢ χειμῶνος ἐπιβρίσαντος ἢ πνεύματος ἐπιγενομένου ἢ ὕδατος λάβρου καταρραγέντος , τὸν
6083411 φονευοντας
ἄλλου πάλιν μὴ κρίνεσθαι , οὐδὲν ἂν ἐκώλυσεν ἅπαντας τοὺς φονεύοντας μὴ διδόναι δίκην καθιέντας καθ ' ἑαυτοὺς κατηγόρους τινὰς
τὰς παρεμβολὰς καταφεύγοντες ἀνῃρέθησαν : καὶ κόρος οὐκ εἶχε τοὺς φονεύοντας . Ἐνταῦθα δὴ καὶ ὁ Κάρβων , ὁ τῶν
6080900 φρενιτικοισι
ὀλέθριον . Αἱ προεξαδυνατησάντων παραφροσύναι , κάκισται . Τὰ ἐν φρενιτικοῖσι πυκνὰ μεταπίπτοντα , σπασμώδεα , πονηρά . Οἱ ἐν
, κακὸν τὸ τοιοῦτον : καὶ πτυελισμὸς κακόν . Ἐν φρενιτικοῖσι λευκὴ διαχώρησις , κακὸν , ὡς καὶ τῷ Ἀρχεκράτει
6080795 ὀλοφυρμους
ὡς ἡμαρτηκὼς ἄφεσιν αἰτεῖσθαι τῆς τιμωρίας , οὐδ ' εἰς ὀλοφυρμοὺς καὶ δεήσεις καταφεύξεται παρὰ τὸν ἑαυτοῦ τρόπον , ἀλλ
τῶν παρόντων φωναί . ἐπειδὴ δὲ τελευτῶν τοῦ λόγου πρὸς ὀλοφυρμοὺς ἐτράπετο καὶ τὰς μελλούσας καθέξειν συμφορὰς τούς τε ὑπομένοντας
6078977 τοὐσχατον
τῶν πραγμάτων τέμνειν ἄνωθεν ἀρξάμενον μέχρι τῶν λεπτοτάτων , εἰς τοὔσχατον δὲ αὐτὸ μηκέτι γίνεσθαι μηδὲ ἔχειν διαιρετὰ τὰ μέρη
' ἐκεῖνο ὁρᾶν ὅτι ὥσπερ ἐκ τῆς μεγίστης εὐτυχίας εἰς τοὔσχατον ἦλθεν , οὕτως οὐδὲν ἀπεικὸς καὶ οὕτως πεπραγυῖαν ἀναστῆναι
6066093 ἀκρισιας
πονηρὸν καὶ θηριῶδες . Οἷσι φωνὴ ἅμα πυρετῷ ἐκλείπει μετὰ ἀκρισίας , τρομώδεες θνήσκουσιν . Αἱ ἐν πυρετῷ ἀφωνίαι σπασμώδεα
ἣν τὰ δοξαζόμενα ἀνάγομεν : εἰ δὲ μή , πάντα ἀκρισίας καὶ ταραχῆς ἔσται μεστά . . Εἰ μάχῃ πάσαις
6060694 εὐθυμοτερον
- τοντα ἀνθρώπινα νομίζοντες καὶ μὴ ἁμῖν μόνοις συμβαίνοντα , εὐθυμότερον διάξομεν . οὐδὲ γὰρ θέμις ἄνθρωπον μὲν ὄντα τὰ
τὸ πλέον θαρσήσας καὶ τῇ τοῦ ἀνδρὸς παρουσίᾳ πρὸς τὸ εὐθυμότερον μετατεθεὶς ἀνέκραγον , „ σῶσον „ εἰπών , ”
6060523 προβαινουσης
Διαφορὰν ἐν τούτοις παρίστησι τῆς ἕξεως καὶ τῆς ἐξ αὐτῆς προβαινούσης ἐνεργείας , ὅτι οὐ μικρά ἐστιν , εἰ τὴν
μετὰ τὴν τοῦ ἡλίου δύσιν πρὸς τῇ ἀνατολῇ θεωρηθῶσι , προβαινούσης τῆς νυκτὸς μετεωριζόμενοι μᾶλλον ἀεὶ καὶ μᾶλλον θεωροῦνται :
6045336 ἀλεξεται
πρόπας στόλος , οὐδ ' ἔνι φροντίδος ἔγχος ᾧ τις ἀλέξεται : οὔτε γὰρ ἔκγονα κλυτᾶς χθονὸς αὔξεται οὔτε τόκοισιν
τῆς γῆς ἐχούσης βοτάνας * βοτεῖται : βόσκεται τὸ δὲ ἀλέξεται γράφεται καὶ ἀλεύεται : οὐδ ' ἀπαλεύεται καὶ ἰᾶται
6031520 ἀβλαβεις
γῆν , τῇ τρίτῃ δὲ ἡμέρᾳ πλεῖν ἀπαρξάμενοι μικροῦ δεῖν ἀβλαβεῖς ἵκοντο πρὸς τὰς πατρίδας : ἀπὸ * δὲ *
δῶρον . τοῖς τε χρησθεῖσιν ἐκ τῆς μαντείας κατακολουθήσαντας αὐτοὺς ἀβλαβεῖς ἔσεσθαι [ καὶ ] δίκην ἐν εὐωχίαις ἀποδιδόντας τῇ
6029571 ἐλασεις
, ἡ πόλις δὲ ἀστασίαστος ἦν . σφαγὰς δὲ ἢ ἐλάσεις ἢ δημεύσεις οὐδὲ κατὰ τῶν ἐπιβεβουλευκότων εἰργαζόμην , καίτοι
ἀνοικισμοὺς καὶ τὰς ἐκ τῶν πλείστων μερῶν τῆς πόλεως βιαίους ἐλάσεις καθάπερ τειχήρεις ἐν κύκλῳ περικαθημένων ἐχθρῶν γεγονότες , ἀπορίᾳ
6026013 τἀπιτηδεια
εἰς οἶκον , καὶ τὸν οἰκέτην ἀπέστειλεν ἀπαγγελοῦντα τῇ γυναικὶ τἀπιτήδεια παρασκευάζειν , ὡς ἄγοντος αὐτοῦ ξένους . Ἐλθὼν δ
, πονουμένων ἐκ νυκτὸς εἰς νύκτα , καὶ μόλις ποριζομένων τἀπιτήδεια , κατοδυρομένων τε αὑτῶν καὶ πᾶσαν ἀγρυπνίαν ἀναπιμπλάντων ὀλοφυρμοῦ
6019887 πλημυριδος
ὁ κλύδων φερόμενος μὲν εἰς τὴν γῆν κατὰ τὸν τῆς πλημυρίδος καιρὸν ἀνοίγει , παλισσυτῶν δὲ κατὰ τὴν ἄμπωτιν ἀποκλείει
: ἐξ ὀμμάτων δὲ δίψιοι πίπτουσί μοι σταγόνες ἄφαρκτοι δυσχίμου πλημυρίδος , πλόκαμον ἰδούσῃ τόνδε : πῶς γὰρ ἐλπίσω ἀστῶν
6018754 ὀκνου
οὔτε τῇ προσποιήσει τῆς ἀναχωρήσεως δεῖ ἐξαπατᾶσθαι . Ἐκ τοῦ ὄκνου καὶ τῆς ὠχριάσεως διαγνωστέον τοὺς δειλοὺς τῶν ἀρχόντων καὶ
καὶ ὑπ ' ἀγνοίας τοῦ θορύβου τῶν Καίσαρος , καὶ ὄκνου , μὴ μάχης περὶ δείλην ἑσπέραν ἄρχειν , οἱ
5997806 μαλακωτερας
στρωμνάς , εἰ καὶ οὐ πολυτελεῖς , ἀλλ ' οὖν μαλακωτέρας ἀνθρώποις εὐγενέσι καὶ ἀστείοις καὶ φιλοσοφίας ἀσκηταῖς εὐτρεπίσθαι ;
ἑτέρα ἵππουρις , κόμας ἐκ διαστημάτων βραχυτέρας καὶ λευκοτέρας καὶ μαλακωτέρας ἔχουσα . Ἰξός ἐστι καλὸς ὁ νέος , πρασίζων
5996298 πολυχρονιους
ἢ ὑψώματι εὑρεθῇ . ποιήσει γὰρ μακροβίους , ὀψιτύχους , πολυχρονίους , εὐκτήμονας , οὐκ ἀπαθεῖς δὲ τῶν κρυφίμων τόπων
βεβαίως κεκυρωμένῃ θεῶν κρίσει συντελεῖσθαι . τῶν δ ' ἄστρων πολυχρονίους παρατηρήσεις πεποιημένοι , καὶ τὰς ἑκάστου κινήσεις τε καὶ
5994192 λησεσθαι
ἵλεω . διὰ τί ; ὅτι , ἐὰν ὑπολαβοῦσα διάνοια λήσεσθαι τὸ θεῖον ἀδικοῦσα , ὡς μὴ πάντα καθορᾶν δυνάμενον
τοῦ φανεροῦ ποιησάμενος τὴν ἔξοδον , ἀλλ ' ὡς μάλιστα λήσεσθαι αὐτοὺς ἔμελλε . προελθὼν γὰρ ἐκ τῆς Ῥώμης περὶ
5992821 αὐξιφως
Σελήνην , τὴν μὲν Σελήνην εἰς τὸν δανείζοντα ὅταν ᾖ αὐξίφως , τὸν δὲ Ἥλιον εἰς τὸν δανειζόμενον ἤτοι χρεώστην
θορύβων καὶ ἐναντιωμάτων καὶ ἐχθρῶν ἐνστάσεως περιγίνονται τῶν φαύλων , αὐξίφως δὲ ἐπὶ ἡμέρας κακὴ καὶ ἀηδής : κινδύνους γὰρ
5988448 βιωτικας
βίου πρόσθεσιν καὶ κέρδη ἀπεργάζεται . ἐπὶ δὲ νυκτερινῆς ἀποβολὰς βιωτικὰς σημαίνει καὶ ἀηδίας καὶ λύπας καὶ σκυλμοὺς καὶ ταραχώδεις
ψῦξιν πράξεως καὶ πραγμάτων ἐκκοπὰς καὶ ἐχθρῶν ἐπαναστάσεις καὶ θλίψεις βιωτικὰς καὶ ψυχοπονίας καὶ ἀπραγίας ἀποτελεῖ καὶ σωματικὰς ἀσθενείας .
5983439 ὑπεκδυναι
εἰς ἀθρόον ἐμπέπτωκε βάραθρον : ἐκεῖ δὲ κρημνισθεὶς πειρᾶται μὲν ὑπεκδῦναι καὶ διαφυγεῖν , οὐκ ἔχει δὲ τοῦ κακοῦ διέξοδον
καὶ ποτὶ κύρτον ἔλλοπας αὐτομόλους εἰσήγαγεν , οὐδὲ δύνανται αὖτις ὑπεκδῦναι , δεινοῦ δ ' ἤντησαν ὀλέθρου : ὣς κείνη
5980059 ἀβλεμεως
ἀλλ ' ὅτε τις μοίρης τριτάτης πρὸς μέτρον ἐλαύνοι πίνων ἀβλεμέως , τότε δ ' Ὕβριος αἶσα καὶ Ἄτης γίνεται
ἀμελέως καὶ ἐν ὑπερθέσει ἀλεμέως καὶ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ β ἀβλεμέως . οὕτως Ὠρίων . . . . , .
5976248 προπηλακισθεις
ἐν δεκάτῳ Φιλιππικῶν φησὶν ὅτι οἱ ἱππεῖς ἐμίσουν αὐτόν : προπηλακισθεὶς γὰρ ὑπ ' αὐτῶν καὶ παροξυνθεὶς ἐπετέθη τῇ πολιτείᾳ
ἀνάλωμ ' ὑπελάμβανεν εἶναι , τοιαῦτα δ ' ἀτιμασθεὶς καὶ προπηλακισθεὶς χαλεπῶς ἐνήνοχεν . κἀκεῖνο οἶδα , ὅτι χρήματ '
5975349 ἀηδιας
ἃ δ ' οὕτως σκληρὰ καὶ ταραχώδη καὶ πανταχοῦ μεστὰ ἀηδίας εὑρήκασι , τούτων ὡς τάχιστα παύσασθαι , μὴ τὸ
, εἰς μετάληψιν ἡμῖν προσεφέροντο , ἀφάτου μὲν δυσωδίας καὶ ἀηδίας πλήρη , μεστὴν δὲ σκωλήκων καὶ πολλῇ σαπρίᾳ συμπεφυρμένην
5967474 ἀναισχυντους
ἐσθιόμενοι δὲ ἐφθοὶ ὥσπερ ἰχθὺς οἱ κορκόδειλοι , ἀναιδεῖς καὶ ἀναισχύντους ποιοῦσι τοὺς ἀφυῶς φερομένους . Ἡ δὲ κόπρος αὐτοῦ
παραυτίκα . ” ἀπὸ δὴ τούτου συνέβη πάντας τοὺς πόρνους ἀναισχύντους εἶναι . ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι τοὺς ὑπ
5966681 κατακλυζεσθαι
: κινδυνεῦον γὰρ αὐτὸ πολλάκις ὑπὸ τῆς τῶν παθῶν φορᾶς κατακλύζεσθαι ὑποβρύχιον οὐκ ἐᾷ χωρεῖν , ἀλλὰ ἀνέλκει καὶ μετέωρον
χώρας , κατὰ δὲ τὰς πλήμας ἅπαντας τοὺς προειρημένους τόπους κατακλύζεσθαι , πολλοῦ καὶ βιαίου ῥεύματος φερομένου πρὸς τὴν χέρσον
5953167 ἐξελαυνομενοι
Θεοδοσίου τοὺς πρώτους χρόνους τῆς βασιλείας τὸ τῶν Σκυθῶν ἔθνος ἐξελαυνόμενοι τῆς χώρας ὑπὸ τῶν Οὔννων διεβεβήκεσαν τῶν φυλῶν ἡγεμόνες
ἀπολαβεῖν χωρίον ἢ οἰκίαν , ἔπειτα ἐμβατεύειν κωλυόμενοι ἢ ἐμβατεύσαντες ἐξελαυνόμενοι δίκην εἰσάγουσι πρὸς τοὺς ἐξελαύνοντας ἢ οὐκ ἐῶντας ἐμβατεύειν
5952732 ζωγρησαντες
. μετὰ δὲ ταῦτα οἱ μὲν Βοιωτοὶ κατὰ τὰς προνομὰς ζωγρήσαντες οὐκ ὀλίγους τῶν μισθοφόρων , προαγαγόντες πρὸ τῆς πόλεως
, οὐχ ὁμοίως ἀλγοῦμεν , οὓς δὲ χεῖρας προϊσχομένους καὶ ζωγρήσαντες ὑποσχόμενοί τε ἡμῖν ὕστερον μὴ κτενεῖν παρανόμως διεφθείρατε ,
5950338 ἀνῃρηντο
ἐπὶ γὰρ τῶν τριάκοντα τῶν πολιτῶν πρὸς τοὺς χιλίους τετρακοσίους ἀνῄρηντο ἐν αὐτῷ . προσῄεσαν δὴ λοιπὸν ἀκούοντες αὐτοῦ καὶ
τὰ σώματα ἐρρωμένοι πάντες ἀπ ' οὐδεμιᾶς προφάσεως ἡβηδὸν ἐξαπιναίως ἀνῄρηντο καὶ οὐδεμίαν οἰκίαν ἀμοιρῆσαί φασι τότε τῆς συμφορᾶς .
5946845 καθιεντων
Γλυκὺς ἀπείρων πόλεμος : ἐπὶ τῶν ὑπ ' ἀπειρίας ἑαυτοὺς καθιέντων εἰς κινδύνους . Γέλως Ἰωνικός : ἐπὶ τῶν ἐκλελυμένων
Γλυκὺς ἀπείρῳ πόλεμος : ἐπὶ τῶν ὑπ ' ἀπειρίας ἑαυτοὺς καθιέντων εἰς κίνδυνον . Γλυκεῖ ' ὀπώρα φύλακος ἐκλελοιπότος :
5945193 ὀλοῃ
πληθύν . Πολέεσσι δ ' ὀλέθριον ὤπασεν ἦμαρ ἐσσυμένως : ὀλοῇ γὰρ ἀλίγκιος αἰὲν ἀέλλῃ θαρσαλέως δηίοισιν ἐπῴχετο : τοῦ
βεβριθότα , δεῖμα μὲν ὅσσοις εἰσιδέειν , αἰεὶ δ ' ὀλοῇ κεκορυθμένα λύσσῃ , πολλὰ μὲν εὐρυπόροισιν ἐνιστρέφεται πελάγεσσιν ,
5932860 ἀνομηματων
ἴσως τυραννοῦσιν , ἀλλ ' ὕστερον ὑφέξουσι τὰς τῶν τυραννικῶν ἀνομημάτων εὐθύνας . Ὅτι Κρὴς ὁ ἐλθὼν πρὸς Ἰούλιον τὸν
, τοὺς ἐν τῇ Ῥώμῃ τὰς δημοσίας κρίσεις διαδικάζοντας , ἀνομημάτων ἐπεπληρώκεσαν τὴν ἐπαρχίαν . Ὅτι Μούκιος ὁ Σκαιουόλας ταῖς
5928736 ἀπροσδοκητοις
οὔσῃ οὐ μεγάλῃ , καὶ αἱρεῖ ἀφυλάκτοις τε ἐπιπεσὼν καὶ ἀπροσδοκήτοις μὴ ἄν ποτέ τινας σφίσιν ἀπὸ θαλάσσης τοσοῦτον ἐπαναβάντας
: γοητεία . αʹ Ἀσμενισμὸς μὲν οὖν ἐστιν ἡδονὴ ἐπὶ ἀπροσδοκήτοις ἀγαθοῖς . βʹ Τέρψις δὲ ἡδονὴ δι ' ὄψεως
5927017 φθονοι
εὐλαβεῖσθαι τὸν ταῦτα πράττοντα : οὐ γὰρ σμικροὶ περὶ αὐτὰ φθόνοι τε γίγνονται καὶ ἄλλαι δυσμένειαί τε καὶ ἐπιβουλαί .
λῦπαι καὶ φόβοι καὶ ὀρέξεις ἀτελεῖς καὶ ἐκκλίσεις περιπίπτουσαι καὶ φθόνοι καὶ ζηλοτυπίαι , ποῦ ἐκεῖ πάροδος εὐδαιμονίας ; ὅπου
5926038 ὑφορασεως
μητρὸς ἀδελφή , ὡς Ἀριστοτέλης . ἀρχὴ τοῦ υ ὑποψία ὑφοράσεως διαφέρει . ὑποψία μὲν γάρ ἐστι κακοῦ τινος ὑπόνοια
, βασιλεῖς δὲ οἱ πατροπαράδοτον τὴν βασιλείαν ἔχοντες . ὑποψία ὑφοράσεως διαφέρει . ὑποψία μὲν γάρ ἐστι κακοῦ τινος ὑπόνοια
5925649 ἰσχυρας
χρόνοις , μήτε τῶν ἰδίων ὁμολογιῶν , ἃς ὁμοίως ὑπολαμβάνομεν ἰσχυράς , χωρὶς δὲ τούτων ἀνεῳχότα τὰ σημεῖα τῶν οἰκημάτων
ἄπιος ἢ ὀξυάκανθος , λείας δὲ καὶ ὀξείας σφόδρα καὶ ἰσχυράς : τὸ δὲ μῆλον οὐκ ἐσθίεται μέν , εὔοσμον
5924387 μαχλους
δ ' αὐτοὺς φήμῃσι κακαῖς νεότητος ἐν ὥραις ἀμφέβαλεν , μάχλους τ ' ἐς ἀεικέα θήκατο κύπριν , ἀλλοτρίων τε
ἑτέρως πως διαφόρως . Ἐλέγη καὶ Κελαινὴ Προίτου θυγατέρες . μάχλους δὲ αὐτὰς ἡ τῆς Κύπρου βασιλὶς εἰργάσατο , ἐπὶ
5922376 βιαιοταται
καὶ κνήμας ὁ κόπος καὶ πόνος . σκληρόταται δὲ καὶ βιαιόταται αἱ ἐς τὰ παραπληγικὰ ἄγουσαι . πάντα δὲ ταῦτα
εὐηθεστάτου τρόπου , περισσοτέρως δὲ δούλῃσιν , ὅσῃσί τε ἐγίνοντο βιαιόταται , καὶ ταχύτατα ἀπώλλυντο . Ἀνδράσι δὲ πολλοῖσιν ἐγίνοντο
5922031 φιλικον
μετ ' ἄλλων διατριβαῖς . οὐδὲν οὖν φιλητὸν ἔχοντες οὐδὲ φιλικὸν πάσχουσι πρὸς ἑαυτούς , τουτέστιν οὐδ ' ἀξιοῦσι φιλεῖν
, ἐν οἷς ἔλεγε “ καὶ τῶν δικαίων τὸ μάλιστα φιλικὸν εἶναι ” τοῖς νῦν εἰρημένοις εἶναι ὅμοιον . ἡ
5921618 πειρασμων
τὴν ἔνδον τῆς καρδίας διάθεσιν , ὡς ἅπασα καταπίμπραται τῶν πειρασμῶν ταῖς φλογώσεσιν . ὡς γὰρ βιαίως οὕτως ἐξ ἀλλήλων
ἡλιακὰς ἀκτῖνας τοῦ κατὰ φύσιν παρατραπείσας καὶ τῷ καύσωνι τῶν πειρασμῶν συνεκταθεῖσαν καὶ τοῦ καιροῦ τὴν ἐπίτασιν , ὡς ἐν
5913729 ὀλεθρους
καὶ Πολυσθένην , ἀνθρώπους οὐδ ' ἐλευθέρους , ἀλλ ' ὀλέθρους καὶ τοιαῦτα πεποιηκότας οἷα λέγειν ὀκνήσειεν ἄν τις εὖ
καὶ αἴσχεα μακρὰ τελοῦντας : ἀλλ ' ἄρα κἀκείνων βιότοις ὀλέθρους ἐπάγουσιν , ἢ καὶ ἑὰς κεδνὰς ἀλόχους ὀλέκουσι χέρεσσιν
5912902 σταυρωματος
τίς τι ἐπεπονήκει , καὶ ὁλκάδας προώρμισε πρὸ τοῦ σφετέρου σταυρώματος , ὃ αὐτοῖς πρὸ τῶν νεῶν ἀντὶ λιμένος κλῃστοῦ
' οὐ προὐχώρει τοῦτο αὐτοῖς κατὰ νοῦν τῶν ἄνωθεν τοῦ σταυρώματος προτεταγμένων μαχομένων τε καλῶς καὶ σβεννύντων τὸ πῦρ ,
5904574 Τοισιν
: καὶ ἐπὶ τούτων τὰ πλεῖστα ἅπερ ἐς θάνατον . Τοῖσιν ἐλαχίστῳ χρόνῳ μέλλουσιν ἀπόλλυσθαι μέγιστα σημεῖα ἀπ ' ἀρχῆς
λύγγες : ἀμφὶ πνεῦμα : ἄφοδοι : οἷσι γινώσκομεν . Τοῖσιν ἐμπύοισι τὰ ὄμματα , καὶ ἐκρηγνύμενα μεγάλα ἕλκεα γίνεται
5902272 ῥαπτει
δὲ καὶ εἰς ὀψοφαγίαν διαβάλλει . καττύεται : συντίθεται καὶ ῥάπτει κατ ' ἐμοῦ . ἀστείως δὲ τῇ λέξει κέχρηται
πιθήκου σοφώτερον , οἵας γοῦν ἐπ ' αὐτοῖς παλαμᾶται καὶ ῥάπτει τὰς πάγας : ὅπου τὸ πλῆθος πιθήκων κάθηται ,
5895887 ῥοθιος
, καταβολή , ἐκβολή . βίαιος ὄμβρος , πολύς , ῥόθιος , ἐλαυνόμενος , ἐπειγόμενος , πυκνός , συνεχής ,
τοῖς ὀδοῦσιν , ἀνοίγων , ἀναρρηγνύς , ῥύμῃ ἐπιών , ῥόθιος συμπροσχωρῶν , βίαιος τὴν ὁρμήν , δυσνίκητος , δυσκαταγώνιστος
5886180 ἀντιδικιας
Σελήνῃ ἐπιμερίζουσα νυκτὸς καὶ ἡμέρας τῆς Σελήνης ἐξ ἀνατολῆς φερομένης ἀντιδικίας , ἐναντιώσεις καὶ ἔχθρας ἀνασκευάζει , ἀπραγίας τε καὶ
συστάσεις καὶ ἐχθρῶν καθαιρέσεις ἢ θανάτους , κακοποιῶν δὲ ἐπόντων ἀντιδικίας καὶ κρίσεις ἐπάγει καὶ ἐξοδιασμούς : ὅθεν καὶ παρὰ
5885974 ἱετ
μετὰ παρθενικῶν ? [ παίδων ἰαχῆς ] μέλος οἰμώξασα , ἵετ ' ἐπ [ ' ] ἀκτὰς ? ? [
ἣ μέν ? ῥα ? ποδώκης [ δῖ ' Ἀταλάντη ἵετ ' ἀναινομένη δῶρα ? ? [ χρυσῆς Ἀφροδίτης ,
5881033 σῳοι
ὡς τάχιστα βοηθεῖν τοῖς ἀνδράσιν , ὅπως εἰ ἔτι εἰσὶ σῷοι , σὺν ἐκείνοις μαχώμεθα καὶ μὴ μόνοι λειφθέντες μόνοι
τινες τῶν Κρητῶν . οὕτως ἀφίκοντο ἐπὶ τὸ στρατόπεδον πάντες σῷοι ὄντες . Ἐπεὶ δὲ οὔτε Χειρίσοφος ἧκεν οὔτε πλοῖα
5877146 Ἀσθενης
Πένης , ἔφη . Πότερον δὲ ἀσθενὴς ἢ ἰσχυρός ; Ἀσθενής . Πότερον δὲ ἔντιμος ἢ ἄτιμος ; Ἄτιμος .
αἰγοπόλος . Ἄῤῥωστος : παρὰ τὸ μὴ ἔχειν ῥῶσιν . Ἀσθενής : παρὰ τὸ μὴ ἔχειν σθένος . Βίος λέγεται
5875332 ἐμπολᾳ
. Κεἴ τις δορυξὸς ἢ κάπηλος ἀσπίδων , ἵν ' ἐμπολᾷ βέλτιον , ἐπιθυμεῖ μαχῶν , ληφθείς γ ' ὑπὸ
ἢ ἵνα πορίζῃ πλεῖον . Γ συνήθως νῦν τὸ “ ἐμπολᾷ ” ἀντὶ τοῦ “ πωλεῖ ” . πολλάκις δὲ
5871051 προμαχομενων
μηχαναῖς : αἱ δὲ ἀναφθεῖσαι ἀφῆκαν τοὺς λίθους κατὰ τῶν προμαχομένων καὶ φόνον οὐκ ὀλίγον ἐξ ἑκατέρου μέρους τῶν προστυχόντων
ἐνταῦθα τοὺς ἄνδρας : ὅπερ ἦν κίνδυνος προφανὴς κενουμένου τῶν προμαχομένων τοῦ ἄλλου τείχους καὶ μὴ ἀρκούντων τῶν ἐγκαταλελειμμένων ὀλίγων
5869464 λυπηρας
Φησὶ δὲ Ἀριστοτέλης εἰδέναι αὐτοὺς διαφορὰν γῆς εὐδαίμονός τε καὶ λυπηρᾶς , καὶ ἐν τῇ παμφόρῳ καὶ πολυφόρῳ κατά γε
εἰς ἀποτροφὴν κεχρημένης . ὢν νίκης ὑπὲρ ἅπασαν ἧτταν ἐμοὶ λυπηρᾶς , ὢ τροπαίου κατὰ τῶν ἐμῶν ἑστηκότος χρημάτων .
5869288 ἀποτελεστικη
' ὁ νοῦς , ὡς ποιητικὴ δηλονότι τῶν ἀποδείξεων καὶ ἀποτελεστική : ἐκεῖ μέν , ἵνα μόνον τὸ ἀληθὲς θεωρήσωμεν
σπάργανα , πᾶσα γὰρ αἰφνίδιος εἰς τὸ ἐναντίον μεταβολὴ ξενοπαθείας ἀποτελεστική . πρῶτον μὲν οὖν μίαν ἐλευθερῶσαι χεῖρα καὶ μετά
5867684 ἀτᾳ
δυσπαραβούλοισι φρεσίν , καὶ διάνοιαν μαινόλιν κέντρον ἔχων ἄφυκτον , ἄτᾳ δ ' ἀπάταν μεταγνούς . τοιαῦτα πάθεα μέλεα θρεομένα
τίς ἂν γονὰν ἀραῖον ἐκβάλοι δόμων ; κεκόλληται γένος πρὸς ἄτᾳ . ἐς τόνδ ' ἐνέβη σὺν ἀληθείᾳ χρησμός .
5867169 ἐλαυνοντων
συναύξουσι τιτθαὶ καὶ παιδαγωγοὶ καὶ ἐθῶν καὶ νομίμων εὐσέβειαν μὲν ἐλαυνόντων δεισιδαιμονίαν δὲ πρᾶγμα ἀδελφὸν ἀσεβείᾳ κατασκευαζόντων εἰσηγήσεις καὶ θέσεις
τῇ δ ' ἑτέρᾳ τοὺς πόδας ῥυτῆρσι κατεχομένους μακροῖς : ἐλαυνόντων δὲ τῶν ἡνιόχων τὰς συνωρίδας ἀπ ' ἀλλήλων ξαινόμενός
5866259 ἐκινησαν
τῆς Ἀφροδίτης τιμῶν κατολιγωρήσασαι , καθ ' ἑαυτῶν τὴν θεὸν ἐκίνησαν . πάσαις γὰρ δυσοσμίαν ἐνέβαλεν , ὡς μηκέτι αὐτὰς
δὲ καὶ δέκατον τῆς ἀρχῆς τῷ βασιλεῖ . αἰτίαι αἳ ἐκίνησαν τὸν βασιλέα στρατεῦσαι κατὰ Ἰλλυριῶν ἐπεὶ δὲ τὸ παρῳχηκὸς
5861044 ταλαιπωρωι
τοῦδ ' , ὃν οὐδὲν αἴτιον μέλλουσι σὺν ἐμοὶ τῆι ταλαιπώρωι κτανεῖν . ἀλλ ' ἀντιάζω ς ' , ὦ
ἐπαμφιέσαι δύναιτο τοῦτο χρήμασιν , ἀλλ ' ἐν ἀκαλύπτωι καὶ ταλαιπώρωι βίωι χειμαζόμενος ζῆι , τῶν μὲν ἀνιαρῶν ἔχων τὸ
5857692 ἀηττητοις
κέρδος εἶναι καλῶς τινα ἀποθανεῖν , πολὺ δὲ εἶναι ῥᾷον ἀηττήτοις οὖσιν ἔτι καὶ τὰς τόλμας καθεστηκόσιν ἐξ ἴσου προθυμίᾳ
ὡς ἐφ ' ὁμολογουμένῃ νίκῃ πρὸς τὸν ἀγῶνα ἵεντο φρονήμασιν ἀηττήτοις : καὶ συμπλακέντες τοσαύτῃ περιουσίᾳ ῥώμης καὶ τόλμης ἐχρήσαντο
5855185 ἀπραξιας
ἄγει ] καὶ τὰ κρυπτὰ ἐλέγχει , τὰ δὲ πυρρὰ ἀπραξίας ἐστὶ σημαντικὰ καὶ τὰ ζοφώδη δυσθυμίας καὶ τὰ μέλανα
μὲν φωνήεντα φόβους καὶ ταραχὰς σημαίνει , τὰ δὲ ἡμίφωνα ἀπραξίας μὲν οὐχί , φόβους δὲ ἐπάγει : τὰ δὲ
5852795 κακοπαθουντες
, Πόπλιος Κορνήλιος . τούτων δὲ τὴν ἀρχὴν παρειληφότων Λακεδαιμόνιοι κακοπαθοῦντες τῷ πολέμῳ τῷ τε πρὸς τοὺς Ἕλληνας καὶ τῷ
καὶ κατὰ γνώμην ἐν τοῖς οἰκείοις , οὐκ ἐν ἀλλοδαπῇ κακοπαθοῦντες . ὑπὲρ δὲ τοῦ καὶ τὰ βάρβαρα ἡσυχάζειν ἔθνη
5849282 ἀρεταισι
τοῦ δέοντος ἱπποτρόφου . . Αἰεὶ δ ' ἀμφ ' ἀρεταῖσι μάρναται ὁ πόνος ἡ δαπάνη τε . ἢ οὕτως
τε . ἢ οὕτως . αἰεὶ δ ' ἀμφ ' ἀρεταῖσι μάρναται ὁ πόνος σὺν τῇ δαπάνῃ . . Τοῦτο
5846193 νυσσοντες
ποιότητος , δηγμοὶ κατά τε τὴν γαστέρα καὶ τὰ ἔντερα νύσσοντες , κεφαλαλγίαι τε καὶ ἐρυγαί , κνισσώδεις τε καὶ
σύνδεσμον , ἄν καὶ κέν . . . . . νύσσοντες ξίφεσίν τε καὶ ἔγχεσιν ἀμφιγύοισιν ὦσαν ἀπὸ σφείων :
5842406 πορσυνεται
πλοῦς οὔριός τε κεὐσταλὴς ὅποι ποτὲ θεὸς δικαιοῖ χὠ στόλος πορσύνεται . Ἀλλὰ δέδοικ ' , ὦ παῖ , μή
, ὅτ ' ἀμπνεύσωσι φόβοιο . Τοίην καὶ ῥίνη τεκέων πορσύνεται ἀλκήν , ἀλλ ' οὐκ εἰς νηδὺν κείνῃ δύσις
5838897 κατακεχυμενον
πυρετοὶ συνεδρεύουσιν . οὐκ ἀγαθὸν δ ' οὐδὲ τοῦ στήθους κατακεχυμένον ἀφανίζεσθαι μετὰ δυσπνοίας καὶ νυσταγμοῦ καὶ μήλων ἐρεύθους :
κατακεχυμένον ἔσω τράπηται , κακόν : ἢν δ ' ἔσω κατακεχυμένον ἔξω τράπηται , ἀγαθόν . Διαῤῥοίῃ δὲ ἐχομένῳ ἰσχυρῇ
5832792 μιαιφονειν
ὄντας . τὸ γὰρ ἐμφύλιον ἄγος , ἐὰν ἀναγκασθῶσιν ἀλλήλους μιαιφονεῖν , εἰς ἡμᾶς ἐλεύσεται τοὺς ἀναγκάζον - τας .
ἀποκτείνειν ἀποκτεινύειν ἀποκτεινύναι , σφάττειν ἀποσφάττεινΘουκυδίδης δὲ καὶ ἔσφαζον λέγειδολοφονεῖν μιαιφονεῖν , ἀποχρᾶσθαι διαχρᾶσθαι . τὰ δὲ ὀνόματα ἀνδροφόνος φονεύς
5831233 ἰνδαλλοιτο
ἄντα ἔοικεν . Ἢ πόντου μέγα κῦμα καταντία κυμαίνοντος δείκελον ἰνδάλλοιτο πυριφλεγέθοντος ἐσόπτρου πᾶσα μὲν ἥδε πέριξ πυρὶ λάμπεται ,
ὁ Ἀγησιάναξ εἴρηκεν ᾗ πόντου μέγα κῦμα καταντία κυμαίνοντος δείκελον ἰνδάλλοιτο πυριφλεγέθοντος ἐσόπτρου . : οὐκ ἀγνοῶ δὲ καὶ τοὺς
5828941 θρεπτων
ἀνασκευὰς καὶ κρυπτῶν ἔργων ἐλέγξεις καὶ οἰκετῶν λύπας ἢ τέκνων θρεπτῶν καὶ νόσους καὶ κινδύνους ἐπάγει , περὶ τὰ νεώτερα
ἀνασκευὰς καὶ κρυπτῶν ἔργων ἐλέγξεις καὶ οἰκετῶν λύπας ἢ τέκνων θρεπτῶν καὶ νόσους καὶ κινδύνους ἐπάγει καὶ περὶ τὰ νεώτερα
5828012 ἐκτρεποντες
. ἐκτρέποντες ] ἀποδιώκοντες . Ξ ἐκτρέποντες ] ἐκβαλόντες . ἐκτρέποντες ] ἐκτοπίζοντες , ἀποφέροντες . θ γᾶς ] ἡμῶν
ἐλθόντας ἐνταῦθα ἐξ ἀλλοδαπῆς . ἐκτρέποντες ] ἀποδιώκοντες . Ξ ἐκτρέποντες ] ἐκβαλόντες . ἐκτρέποντες ] ἐκτοπίζοντες , ἀποφέροντες .
5818347 πολυτεκνιας
γάρ φασιν ἀπὸ γένους τε καὶ κάλλους καὶ πλούτου καὶ πολυτεκνίας καὶ τῶν ἐοικότων , ἀνάπαλίν τε ψεκτέον ἀπὸ δυσγενείας
τὰς μὲν εὐπειθείας χάριν τὰς δ ' ἄλλας ἡδονῆς καὶ πολυτεκνίας : εἰ δὲ μὴ σωφρονεῖν ἀναγκάσαιεν , πορνεύειν ἔξεστι
5811729 θελησουσιν
: εἴτε συμμάχους ἡμᾶς ἀδόλως τῶν Μεγαλοπολιτῶν ποιουμένων μὴ ' θελήσουσιν ἄγειν εἰρήνην οἱ Λακεδαιμόνιοι , δῆλοι δήπου πᾶσιν ἔσονται
καὶ ἡ τιμωρία ἀπόλωλεν . Οὐδὲ γὰρ οἱ φίλοι ἔτι θελήσουσιν ὑπὲρ ἀπολωλότος τιμωρεῖν : ἐὰν δὲ καὶ βουληθῶσιν ,
5811534 ἀγχονης
; ὄλωλεν ἄλοχος ; ἐκ τίνος τύχης ; βρόχον κρεμαστὸν ἀγχόνης ἀνήψατο . λύπηι παχνωθεῖς ' ἢ ἀπὸ συμφορᾶς τίνος
Ἀργείων δ ' ὄκνωι ἱκέτας προδοῦναι : καὶ τάδ ' ἀγχόνης πέλας . ἀλλ ' ὤφελες μὲν εὐτυχέστερος μολεῖν ,
5806218 ὠσαμενοι
τὸ μέρος ἔκαμεν ἡ Τυρρηνῶν φάλαγξ , καὶ οἱ πρότερον ὠσάμενοι τοὺς πολεμίους ὑπὸ τῶν κεκρατημένων ἀνεκόπησαν . οἱ δὲ
ᾗ οἱ Θηβαῖοι ἦσαν , ἐκράτει τῶν Ἀθηναίων , καὶ ὠσάμενοι κατὰ βραχὺ τὸ πρῶτον ἐπηκολούθουν . καὶ ξυνέβη ,
5804279 ἀναιμωτι
ἡλικίας προχωρούσης . ἐς τεσσαρεσκαιδέκατον γοῦν ἐλάσας τῆς βασιλείας ἔτος ἀναιμωτὶ ἦρξεν , οὐδέ τις εἰπεῖν ἔχει ὑπ ' ἐκείνου
' ἄνευ ἐναντιωμάτων τε καὶ κωλυμάτων τῶν μεγίστων οὐδ ' ἀναιμωτὶ καὶ κινδύνων χωρὶς ἔσχον τε τὴν ἀρχὴν καὶ διεσώσαντο
5802939 αἰκιαις
καὶ καταδεδουλῶσθαι τοὺς πολίτας ἀδίκως : μισθοφόρων γὰρ πλήθει καὶ αἰκίαις καὶ πολλοῖς φόνοις ἀσεβέσι περιπεποιῆσθαι τὴν βασιλείαν . ὁ
σκιρτῶσα σκιρτημάτων ] κινημάτων νήστῃσιν ] ἐστερημέναις τροφῆς καὶ στάσεως αἰκίαις ] μάστιξιν λαβρόσουτος ] λίαν ὁρμωμένη ἐπικότοις μήδεσι ]
5802511 Ἁπας
μάχην οὐκ ἄλλου τινὸς εἶναι καιροῦ σημεῖον ἢ θέρους . Ἅπας γὰρ ἀναπαύεται πόλεμος ἐν χειμῶνι , καὶ τὴν πρὸς
' ἐντέχνως τε καὶ ἀπταίστως καὶ τάχιστα ἐφόδῳ τοιαύτῃ . Ἅπας πολλαπλάσιος τοσούτων ἐπιμορίων ἡγήσεται λόγων ἀντιπαρωνύμων αὐτῷ ; ὁπόστος
5802238 Τεταρτῃ
Ἀλέξανδρον καὶ αὐτὸς ἀπαξιώσας τι παθεῖν πρὸς αὐτοῦ ἄχαρι . Τετάρτῃ δὲ ἡμέρᾳ ἐς Ἔφεσον ἀφικόμενος τούς τε φυγάδας ,
λευκή : διαχωρήματα μέτρια , ὑγρά : οὖρα χολώδεα . Τετάρτῃ ἐς νύκτα , τὰ γυναικεῖα ἦλθε πουλλά : ἔληξεν

Back