| ὄψιν ἄγων τὸ δηλούμενον . ποιεῖ δὲ πειθὼ καὶ λέξις ἀνεπιτήδευτος καὶ τὸ αὐτοσχέδιον ἐμφαίνουσα . ποιήσεις δὲ πιθανότητα , | ||
| καὶ ὀλιγοϋπνία , δόξης τε καὶ πλούτου καὶ τῶν ὁμοίων ἀνεπιτήδευτος περιφρόνησις : καὶ ταῦτα πάντα εἰς ἀνδρείαν αὐτοῖς συνέτεινεν |
| μὲν ἀνυπόκριτος πρὸς τοὺς προήκοντας , πρὸς δὲ τοὺς ὁμήλικας ἄπλαστος ὁμοιότης καὶ φιλοφροσύνη , συνεπίτασις δὲ καὶ παρόρμησις πρὸς | ||
| . . ἄπλαστος καὶ ἅμα αὐτοῖς ἐπιθέουσα σεμνότης ἡδεῖα καὶ ἄπλαστος αἰδὼς ἐπέστρεφεν ἱκανῶς τὸν φιλόσοφον καὶ ἤδη γνώριμον ἐποίει |
| λίαν καὶ ἀδαμάντινος ἡ περὶ ταῦτα σιωπὴ καὶ τῶν ἀπορρήτων ἐχεμυθία , ἡ δὲ ἐς τὸ φανερὸν προσποίησις καὶ πλάσις | ||
| εἰλικρίνειαι τῶν ἐμποδιζόντων τοῦ αὐτοῦ εἰσιν εἴδους . ἔτι δὲ ἐχεμυθία τε καὶ παντελὴς σιωπή , πρὸς τὸ γλώσσης κρατεῖν |
| ἡ τῶν αἰτούντων ἀγνωμοσύνη , ἀλλ ' ἡ τοῦ διδόντος φιλοτιμία , ἣ ἥμερον καὶ ἐκκεχυμένον τῆς εὐμενείας μᾶλλον ἐκφαίνεσθαι | ||
| ἑνὸς σώματος ἢ δέκα ἢ εἴκοσιν ἢ δὶς τοσούτων ἡ φιλοτιμία , ἀλλ ' ὅσων οὐδ ' ἀριθμῆσαι ῥᾴδιον . |
| οὐ δεῖ προσθεῖναι τὸ φίλῳ . ἐκ δὲ τούτων ἐστὶ φιλέταιρος , πολυέταιρος , φιλία καὶ ἑταιρεία , ἐπιτηδειότης , | ||
| ἔργα ἀντήλλαξαν τῇ δικαιώσει . τόλμα μὲν γὰρ ἀλόγιστος ἀνδρεία φιλέταιρος ἐνομίσθη , μέλλησις δὲ προμηθὴς δειλία εὐπρεπής , τὸ |
| τό τε γνήσιον καὶ τὸ μή . καὶ ἵνα γε πρόχειρος ἡμῖν ἡ παραβολὴ ᾖ τῶν τε καθ ' ἡμᾶς | ||
| πρὸς τὰς κατὰ μέρος τοῦ πλάτους παρόδους , αὐτόθεν ἡμῖν πρόχειρος γέγονεν ἐν τοῖς ἐκκειμένοις δʹ σελιδίοις τῶν κανονίων τοῦ |
| δὲ προμηθής : τὸ μέλλειν καὶ ἀναβάλλεσθαι μετὰ προμηθείας . μέλλησις δέ . . . : τὴν δ ' εὐλάβειαν | ||
| σπουδή , τάχος : τοῦ δὲ σχολή , σχολαιότης , μέλλησις , μελλησμός , βραδυτής , ἀναβολή , νώθεια , |
| εὐταξία καὶ πρὸς τὰς ἡγουμένας τῆς ἐν αὑταῖς πολιτείας εὐπείθεια θαυμαστή τις , ἥ τε φιλοτιμία καὶ καθαριότης ἡ περὶ | ||
| , κινδύνων τε παραψυχὴ καὶ κατὰ νοῦν ἰόντος πλοῦ ψυχαγωγία θαυμαστή . πᾶσαι γὰρ ἀλλήλων ἔξω τε καὶ μέσαι εἰσὶν |
| τῶν ἄλλων ἀρχόντων παράπτωμα ἢ ἀστοχία γένηται , ἔστιν ἐλπὶς σύντομος ἐπανορθώσεως : εἰ δὲ ὁ πρῶτος τοῦ στρατοῦ πταίσει | ||
| ἐπιστολὴν γράφει . φιλοφρόνησις γάρ τις βούλεται εἶναι ἡ ἐπιστολὴ σύντομος , καὶ περὶ ἁπλοῦ πράγματος ἔκθεσις καὶ ἐν ὀνόμασιν |
| μὴ πιστὸν διὰ τὸ ἀπεχθές : ἀσφαλὴς γὰρ οὗτος καὶ προμηθής , ὃς οὐδὲ βουληθεῖσι τοῖς πολεμίοις ἐπιθέσθαι τὸν τοῦ | ||
| τι τοὺς ἐχθροὺς ῥᾳθυμοῦντας εἰσενέγκαιτο . φόβος γὰρ εὔκαιρος ἀσφάλεια προμηθής , ὡς καὶ καταφρόνησις ἄκαιρος εὐεπιβούλευτος τόλμα . Ἀνοχὰς |
| φωνὴ μόνον ἀνωφελής , καὶ πρὸς ἔπαινον καὶ πρὸς ὀργὴν εὐχερής . τοῦτ ' ἔστι τὸ μετ ' ἐνδόξου προπηλακισμοῦ | ||
| Θήβας χρυσαρμάτους καὶ εὐαρμάτους καὶ λευκίππους καὶ κυανάμπυκας : τέλεον εὐχερής τις ὤν . καὶ γὰρ καὶ ἄλλας πλείους λιπαρὰς |
| ἐπιστήμην ταχέως ἀνέδραμέ τε καὶ εὐθήνησεν ἐπ ' αὐτῇ , πομπικὸς ὢν καὶ ἐπιδεικτικός , φιλοσοφίας μὲν ἐπ ' ὀλίγον | ||
| οὗ καὶ παράδειγμα ὁ κατὰ Ἀριστοκράτους , πανηγυρικὸς δὲ ὁ πομπικὸς καὶ λαμπρὸς πανταχοῦ καὶ ἐπιδεικτικός : ὃς οὕτως εἴρηται |
| : καὶ ἐν συνκοπῇ αἰσχρός : ἀνία ἡ λύπη , ἀνίατος τὶς οὖσα , ἡ δυσχέρως ἰωμένη : ἀκριβὴς παρὰ | ||
| τις ἀποδέξαιτο , ὅτι τὸ γῆρας , ἡ μακρὰ καὶ ἀνίατος νόσος , τοὺς τῶν ὀρέξεων ἐχάλασέ τε καὶ ἔλυσε |
| μέν ἐστι κακία κεκριμμένη , κακοτροπία δὲ ποικίλη καὶ παντοδαπὴς πανουργία . κέλης καὶ ἐπακτροκέλης διαφέρει . κέλης μὲν γάρ | ||
| : πᾶσά τε ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς πανουργία , οὐ σοφία φαίνεται . ὧν ἕνεκα πρῶτον καὶ |
| εἰς σωφροσύνην μετέστησε . καὶ ἡ τῆς ὕβρεως δὲ ἀπάγουσα παραίνεσις εἰς τὴν αὐτὴν ἀρετὴν ἀνήκει . καὶ ταῦτα δὲ | ||
| αὖθις εἰς τὴν λιχνείαν κατολισθών , ἐμοὶ μὲν ἀποπεπλήρωται ἡ παραίνεσις , σὺ δὲ σεαυτὸν αἰτιάσῃ , ἄν γε καὶ |
| πρακτικοῦ : λέγουσι γάρ , ὅτι ἐμπειρία ἐστὶν ἡ ἄλογος τριβὴ καὶ ἡ λογικὴ γνῶσις , ἀγνοοῦντες , ὅτι τὸ | ||
| ἢ ἀπὸ τοῦ πρὸς τὰ μέλη γίνεσθαι . Ἐμπειρία . τριβὴ ἐκ πείρας . Ἐμποδών . Πλάτων δὲ ἀντὶ τοῦ |
| θεόσδοτος , ἀσκὸς , ἀστὴρ , ἀσπὶς , ἀσθενὴς , ἀσχημοσύνη , ἑωσφόρος : ἰδοὺ ἐπὶ τούτων τὸ σ μετὰ | ||
| ἄκοντος ; ἢ πῶς σοι δοκεῖ ; Οὕτως . Καὶ ἀσχημοσύνη ἄρα ἡ μὲν ἑκούσιος πρὸς ἀρετῆς ἐστιν , ἡ |
| ἐκνοσηλεῦσαι , νοσοκομῆσαι , νοσοτροφία . ἀρρωστεῖν , ἀρρώστημα , ἀρρωστία : ὑγίεια , ὑγιαίνειν , ὑγιής . δίαιτα , | ||
| ἀπομιμούμενος κίνησιν . οὗτος ἕπεται μὲν ἀρτηριῶν μαλακότησι καὶ ἱκανῶς ἀρρωστία δυνάμεως . συμβαίνει δὲ ἐπὶ λαύραις κενώσεσιν , αἱμορραγίαις |
| ] ἡ νύξ . ἡ ἀνοία παροξυτόνως Ἀττικῶς ἀντὶ τοῦ ἄνοια διὰ δὲ τὸ μέτρον ἐξέτεινεν . ὁ δὲ νοῦς | ||
| φαύλους τε καὶ μοχθηροὺς καὶ ἀναιδεῖς γενέσθαι , πᾶσά τε ἄνοια καὶ ψυχῆς ἀμαθία διὰ λήθην ἐμπίπτει . ὁ δὲ |
| νόμιμον παραβεβασμένον ὁμοίως καὶ φανερώτερον ἐνδείκνυται λέγων ἡ μὲν οὖν ἀσέλγεια καὶ πλεονεξία , ᾗ πρὸς ἅπαντας ἀνθρώπους Φίλιππος χρῆται | ||
| ὤτων ἀρξάμεναι τῆς διαφθορᾶς ἀπολώλασιν αἱ πλείους . ἡ γὰρ ἀσέλγεια [ καὶ δι ' ὤτων καὶ δι ' ὀφθαλμῶν |
| ἐπίρρημα ' . . . . ἀχρήϊος : ἔστι κτητικὸν ἀχρεῖος , ἀχρήϊος κατὰ ἔκτασιν τοῦ ε εἰς η καὶ | ||
| τὸ τοῦ φιλοσόφου ἔργον καταστησόμεθα ; ὅτι μὲν γὰρ οὐκ ἀχρεῖος ἡμῖν οὐδὲ κηφὴν παρέρχεται , ἄνθρωπος δὲ ὢν ξύννομος |
| νοσημάτων ἐγένετο θεραπεία , ἴσως τις εἶχεν εἰπεῖν , ὅτι ἄχρηστός μοί ἐστιν ἡ θεραπεία , μὴ προηγησαμένης διαγνώσεως . | ||
| καρποῦται ἀφόβως τὰ ἑαυτοῦ . οὐ μάν : οὐ μὴν ἄχρηστός ἐστιν αὐτῷ ὁ χρυσὸς σεσωρευμένος , καθάπερ ἐπὶ τῶν |
| ὑποκρίσει τὸ σῶμα : καὶ μαλθακία ἡ μεθ ' ὑπεροψίας ὁμιλία . παίζων ποτὲ μὲν λέγει ἄνδρα , ποτὲ δὲ | ||
| καὶ εἰς ἔθος ἕκαστον κατακεχωρισμένον δεῖν εἶναι , ὅπως μήτε ὁμιλία μηδεμία ὀλιγώρως τε καὶ εἰκῆ γίνηται , ἀλλὰ μετ |
| συνοικούσας ἡμῖν ἀρετὰς ἀπηριθμησάμην . καὶ τὰ πλεῖστα τῶν εἰρημένων ἔπαινος ἦν τῶν ἐνθάδε τὰ πολεμικὰ μετιόντων , καὶ μετεῖχε | ||
| ὑπομεμενηκὼς καὶ συμφοράς . ἔτι δὲ πρὸς τούτοις ἐρρύη πολὺς ἔπαινος ἰσότητος αὐτοῦ καὶ δεξιότητος : τὰς γὰρ τῶν ἄλλων |
| χρόνος γὰρ ὑπηκόων εὔνοιαν οὐ ποιεῖ , ἀλλὰ προμήθεια καὶ φιλοπονία καὶ τὸ μηδὲν τοῦ κοινῇ λυσιτελοῦντος προὔργου ποιεῖσθαι , | ||
| , ; , ; , ; , . . στοιχεῖα φιλοπονία ἔρως ἀγχίνοια ἄτρυτος ) τρία τὰ ὁμολογούμενα στοιχεῖα πρῶτα |
| εἰ μὴ μετὰ ἀνάγκης ταῦθ ' ἡμῖν παρασχόντας . Εἰ ῥᾴδιος ὁ πορισμὸς ἦν , οὐκ ἂν περιεμείναμεν βραδυτῆτι διαβαλεῖν | ||
| τὸ ῥᾳδίως , καθὰ καὶ ἐν ὀνόμασι τὸ ῥαΐδιος καὶ ῥᾴδιος καὶ ῥάϊος καὶ ῥᾷος , καὶ Λάϊος καὶ Λᾷος |
| λαλεῖν τι . τῶν ἡδυσμάτων πάντων κράτιστόν ἐστιν ἐν μαγειρικῇ ἀλαζονεία : τὸ καθ ' ὅλου δὲ τῶν τεχνῶν ὄψει | ||
| . Θ . ἀλαζονεία . . . ἡμετέρα ἀτιμία αὐτοῦ ἀλαζονεία καὶ ἔπαρσις . Θ . υἱὸς Σταμνίου : 〚 |
| καὶ τοῦτο φέρει τὸ θέαμα : καὶ γάρ πως καὶ φιλοστρατιώτης ἡμῖν λίαν ὑπὸ τῆς ποιήσεως ἐκεῖνος δείκνυται : λυπεῖ | ||
| καμόντι ἤρκει καὶ ὁρμωμένῳ πρὸς κάματον οὐκ ἦν κώλυμα . φιλοστρατιώτης δὲ ὢν διαφερόντως στρατιώταις οὐκ ἐχαρίζετο , ἀλλὰ πᾶσάν |
| κῶλα αὐτὰ καθ ' ἑαυτά , ὁ δὲ λόγος ἔστω ἀφελής , ὡς κατὰ κῶλα μὲν ἀπαρτιζόμενος , κατὰ δὲ | ||
| τὰ πολλὰ ὁμοειδεῖ , καὶ περὶ τὰς ἐξεργασίας τῶν ἐπιχειρημάτων ἀφελής τις καὶ ἀπερίεργός ἐστιν : οὔτε γὰρ προκατασκευαῖς οὔτ |
| τῶν ῥητόρων λόγος ἐν περιόδοις κείμενος καὶ ἐνθυμήμασιν ἧττόν ἐστι σαφής : οὐκ ἄρα πειστικὸς ὁ ἀπὸ τῆς ῥητορικῆς ἐστι | ||
| τὰς ἄλλας καταλήξεις : βαρύτονα διὰ τὰ ὀξύτονα , οἷον σαφής , καὶ περισπώμενα , οἷον Θαλῆς : ἰαμβικά διὰ |
| τῶν ἀδυνάτων . Ἄχρι κόρου : ὅτι ἄχρι κόρου ἐκεῖνος ἀναίσθητός ἐστι : καί : οὗτος ἄχρι κόρου φενακίζει . | ||
| . ὁ δὲ θεὸς οὐχ , ὥσπερ ἐνίοις δόξει , ἀναίσθητός ἐστι καὶ ἀνόητος : ὑπὸ γὰρ δεισιδαιμονίας βλασφημοῦσι : |
| μιμητὴν οὐκ ἔχων τῆς ἀκρασίας , μὴ προσλαβοῦσα γὰρ κοινωνὸν πονηρία μεῖζον ὄνειδος φαίνεται . Καὶ ταῦτα μὲν ὡς ἡμαρτηκότος | ||
| καὶ τοῦτο παράλογον , ὁ δεύτερος τέθυται . δῆλον ὅτι πονηρία τύχης ἐστὶν , οὐ κακίας ἐπιθυμία τῶν παίδων τὸ |
| , ταχύς ταχύ , ἥμισυς ἥμισυ , μέγας μέγα , εὔχαρις εὔχαρι : τοιοῦτον οὖν καὶ τὸ τίΑἱ . ἀντωνυμίαι | ||
| μῆτις πολύμητις , ἴδρις ἄϊδρις , πόλις φιλόπολις , χάρις εὔχαρις . Τὰ εἰς ΙΣ ὀξύτονα πὴ μὲν ἐν τῇ |
| δίαιτα . Τὰ εἰς ΜΑ θηλυκὰ σπάνια ὄντα βαρύνεται : τόλμα Θέρμα : ἀττικῶς δὲ τόλμη καὶ Θέρμη . Τὰ | ||
| μὴ πρὸς παίδων οὓς ὀρφανιεῖς , ἀλλ ' ἄνα , τόλμα . σοῦ γὰρ φθιμένης οὐκέτ ' ἂν εἴην , |
| δέ , φόβος μελλούσης ἐνεργείας : ἀγωνία δέ , φόβος διαπτώσεως , καὶ ἑτέρως , φόβος ἥττης : ἔκπληξις δέ | ||
| ηʹ Ψοφοδέεια δὲ φόβος κενός . θʹ Ἀγωνία δὲ φόβος διαπτώσεως : ἢ φόβος ἥττης : ἢ φόβος ἐμποιητικὸς τῶν |
| , ὡς πρότερον , ὅτι πελάτης ἦν αὐτοῦ : καὶ παράκλησις , [ ἵνα ] μὴ τοῖς ἐλεεινότερα λέγουσιν , | ||
| ἐν τῷ τέλει τοίνυν πρὸς αὐτὸ τὸ ἀκρότατον ἄνεισιν ἡ παράκλησις ὧδέ πως : ὅστις ὦν ἀναλῦσαι οἷός τε ἐστι |
| δὲ καὶ ὁ Ζεὺς δυναμικώτερος ᾖ , ἐλάττων ἔσται ἡ διαφθορά . Εἰ δὲ ὁ Ζεὺς ὑπάρχει χρονοκράτωρ καὶ ὑπάρχουσιν | ||
| φιλοκερδής αἰσχροκερδής . καὶ τὰ πράγματα δωροδοκία , δεκασμός , διαφθορά , μισθαρνία μισθοφορία , μισθοδοσία , πρᾶσις , ἀπόδοσις |
| ὑπὸ τῶν πολιτῶν δημοσίας ἕνεκα χρείας ἐπιδιδόμενον τῇ πόλει . ζῆλος μίμησις καλοῦ , οἷον ζηλοῖ τὸν καθηγητὴν ὁ παῖς | ||
| εἶναι : μία γὰρ ἐπὶ πολλῶν οὐ τηρεῖται τάξις : ζῆλος δὲ τοῖς πολλοῖς παρέπεται τοῦ κρείττονος . καὶ ἐρῶ |
| ὑγίεια , ἡδονή , κάλλος , ἰσχύς , πλοῦτος , εὐδοξία , εὐγένεια : καὶ τὰ τούτοις ἐναντία , θάνατος | ||
| ὑγίεια τοῦ σώματος , τὸ δὲ εὐτυχία , τὸ δὲ εὐδοξία , τὸ δὲ εὐπορία . Αἱ τέχναι εἰς τρία |
| , οὕτω κἀνταῦθα ἡ φυσικὴ ἀρετὴ προϋπάρχει τῆς κυρίας , εὐφυΐα τις οὖσα καὶ αὐτὴ πρὸς ὑποδοχὴν τῆς κυρίως ἀρετῆς | ||
| εὐφυὴς εὐθιξίας , ἐπιμονῆς , μνήμης , ἐν οἷς ἡ εὐφυΐα : ὁ δὲ εὐμαθὴς ἀκροάσεως , ἡσυχίας , προσοχῆς |
| . ἀλαθής τέ μοι : ἀληθὴς δὲ περὶ τούτων καὶ ἐξαίρετος ὅρκος ἔσται . ὀμνύειν δὲ βούλεται ὡς ἀληθεύων ἐν | ||
| τουτέων δὲ ἡ μὲν Ἄνθυλλα ἐοῦσα λογίμη πόλις ἐς ὑποδήματα ἐξαίρετος ” . τὸ ἐθνικὸν Ἀνθυλλαῖος , ὡς Ἄβολλα Ἀβολλαῖος |
| ἀνάθημα . λόγος ὀρθὸς ὅμοιος θεῷ , διὰ τοῦτο καὶ ἄπρατος . ὁ τοῖς πολλοῖς πειρώμενος ἀρέσκειν πολλοῖς ὅμοιος . | ||
| δ ' ἂν λέγοιτο καὶ τὰ μὴ πιπρασκόμενα , ὡς ἄπρατος ἀνὴρ ὁ μὴ πιπράσκων ἑαυτόν . καὶ ὁ μὲν |
| ἀναπαιστικὸν πενθημιμερές . πρόβολος ] τεῖχος , ἀσφαλὴς προστάτης . πρόβολος : προστάτης , τεῖχος , ἀσφάλεια . προβαλλόμενος . | ||
| φυλάττειν οἷσπερ ἀγαθὸν ἦν φίλιον ὄν , ὅπως αὐτοῖς μὲν πρόβολος εἴη πολέμου , τοῖς δ ' Ἀσσυρίοις ἐπιτετειχισμένον . |
| ἐπίληπτον φρίξας εἰς κόλπον πτύσαι . Ἔστι δὲ ἡ μεμψιμοιρία ἐπιτίμησις παρὰ τὸ προσῆκον τῶν δεδομένων , ὁ δὲ μεμψίμοιρος | ||
| λόγου δεῖ προηγεῖσθαι . Ἔστι δὲ ταῦτα : εἰρωνεία , ἐπιτίμησις , παράλειψις , διαπόρησις , ἀποστροφή , προδιόρθωσις , |
| τῇ φρονήσει εὐβουλία : εὐλογιστία : ἀγχίνοια : νουνέχεια : εὐστοχία : εὐμηχανία . Εὐλογιστία δέ ἐστιν ἐπιστήμη συγκεφαλαιωτικὴ τῶν | ||
| φάσις ἀπηρτισμένη : οὔτε τοίνυν ἐπιστήμη ἐστιν ἡ εὐβουλία οὔτε εὐστοχία οὔτε δόξα . ἀλλ ' ἐπεὶ ὀρθότης ἐστὶ βουλῆς |
| ὁπωσοῦν ; Καὶ τίς ἡ νόησις καὶ τῆς διανοίας ἡ ἐπιβολή ; Ἢ ἀοριστία : εἰ γὰρ τῷ ὁμοίῳ τὸ | ||
| ἐπιζήμιον , τίμημα προστίμημα ἐπιτίμημα καὶ ὡς Ἀντιφῶν ἐπιτίμιον , ἐπιβολή , εὔθυνα , ὄφλημα , καταδίκη , κατάγνωσις . |
| τὰ πράγματα ἀνασκησία , ἀμελετησία , ἀμέλεια , βλακεία , νώθεια , ἀθυμία , ῥᾳθυμία , ὀλιγωρία , ἀνανδρία , | ||
| ὄκνος , ἔκλυσις , ἀθυμία , ῥᾳθυμία , ἀνανδρία , νώθεια , νωθρότης , ὀλιγωρία , ἀμέλεια , ὑπτιότης . |
| ' ἀλλοτρίοις κακοῖς . Τοῦ φόβου πάλιν εἴδη ἕξ , ὄκνος , αἰδώς , αἰσχύνη , κατάπληξις , ἔκπληξις , | ||
| : ἐπεὶ καὶ τὸ μέγιστον ἀγαθὸν ὃ δωρεῖται λέγειν μὲν ὄκνος εἰς τοὺς πολλοὺς διὰ τὸ κακῶς τοὺς ἀνθρώπους αὐτὸ |
| πολύτροποι , βεβαιότης ἐπιστημῶν , τῶν ἀρετῆς ἁπάσης θεωρημάτων ἄληστος ἀνάληψις . τούτων οὐδὲν οὐδεὶς θνητὸς ἱκανὸς φυτουργῆσαι , πάντων | ||
| τοῦ θνητοειδοῦς σώματος , τελειότης δέ , τῆς οἰκείας εὐζωΐας ἀνάληψις , πρὸς τὴν θείαν ὁμοίωσιν ἐπανάγουσα . ταῦτα δὲ |
| . ὁ δὲ ἐπὶ τοῦ τρίτου γεννώμενος ἔσται σχέτλιος , εὐσχήμων , πλουσιόψυχος , πολύφιλος καὶ ἐν δημοσίαις ἀσχολίαις : | ||
| σοφίαν . , . . τετράγωνος σεμνὸς δὲ ἦν καὶ εὐσχήμων τὰ πάντα καὶ τετράγωνος ἄνευ ψόγου τεταγμένος , ὡς |
| : οὐδέ τί σε χρὴ νηπιάας ὀχέειν , ἐπεὶ οὐκέτι τηλίκος ἐσσί . ἦ οὐκ ἀΐεις οἷον κλέος ἔλλαβε δῖος | ||
| προσλαμβάνει , ταῦτα ἀφαιρέσει τοῦ τ δασύνεται , τόσοςὅσος , τηλίκος ἡλίκος : καὶ ἐπεὶ τούνεκα , οὕνεκα δασέως . |
| . βιᾶται δ ' ἁ τάλαινα πειθώ , προβούλου παῖς ἄφερτος ἄτας . ἄκος δὲ πᾶν μάταιον . οὐκ ἐκρύφθη | ||
| ἀθλία . προβουλόπαις ] ἡ προβουλευομένη πλουτῆσαι τοὺς παῖδας . ἄφερτος ] ἀφόρητος . Ἡ θεραπεία τῆς ἐπιθυμίας αὐτῶν διάδηλος |
| θυμός , ἔρως , ὕβρις , ἀμαθία , φιλοκέρδεια , δειλία , καὶ ἔτι τοιάδε , πλοῦτος , κάλλος , | ||
| κακίας πρὸς τοῖς τῶν πολεμίων : οὕτω σύμφυτος αὐτοῖς ἡ δειλία . καὶ μὲν δή , ὦ ἄνδρες δικασταί , |
| δὲ ὁ τόπος , ὡς τό : ἀσφοδελὸν λειμῶνα . ἁπλότης μωρίας διαφέρει . ἁπλότης μὲν γάρ ἐστιν ἡ φρόνησις | ||
| . ἀφάδιον : τὸ ἐχθρὸν καὶ ἀπαρέσκον . ἀφέλεια : ἁπλότης ἢ μεγαλεῖόν τι καὶ ἐνδοξότης . ἀφ ' ἑστίας |
| οὐχὶ διὰ τοῦτο σφάλλει ; ἀλλὰ θέασαι , εἰ προσηνέστερον μεγαλοψυχία , ἐλευθερία , ἁπλότης , εὐγνωμοσύνη , ὁσιότης . | ||
| οὐδ ' ἂν εἷς ἔτ ' ἀξιώσαι τοῦ νόμου κρατοῦντος μεγαλοψυχία πρὸς τὴν πόλιν ἐν τῷ τῶν πραγμάτων ἀπαιτοῦντι . |
| περὶ τὰς ἁψιμαχίας τὰς ἐκ καιροῦ συμπεσούσας γίνεσθαι φιλεῖ , προθυμία τοῖς ἡγεμόσι τῶν στρατοπέδων ὁμοία παρέστη διαβαίνειν τὸν ποταμόν | ||
| . τί δ ' ἔστιν , ὦ ξύνδουλε ; τίς προθυμία ποδῶν ἔχει σε καὶ λόγους τίνας φέρεις ; θηρώμεθ |
| ἀνελευθεριότης οὐδαμῶς : οὔτε γὰρ αὐξανομένου τοῦ πλούτου βελτίων ὁ ἀνελεύθερος γίνεται , καὶ δαπανωμένου πολλῷ χείρων . ἔπειτα καὶ | ||
| καὶ ἔστιν ὑψαύχην ὡς ἂν ἄρρην , ἡ δ ' ἀνελεύθερος καὶ δουλοπρεπὴς καὶ πανουργίᾳ χαίρουσα οἰκόσιτος , οἰκοφθόρος : |
| ἀέξων † εχθει μηδ ' εχθει † , μηδὲ φίλους ἀνία , μηδ ' ἐχθροὺς εὔφραινε . θεῶν δ ' | ||
| . Ἀνιγρός : ὁ λυπηρὸς καὶ βλαβερός . παρὰ τὸ ἀνία ἀνιαρός καὶ κατὰ συγκοπὴν καὶ πλεονασμῷ τοῦ γ ἀνιγρός |
| ἀπὸ γὰρ τῆς μίξεως τῶν προειρημένων γίγνεται . σφοδρότης δὲ ἁρμόδιος ἰδιώταις : εὑρίσκεται γὰρ ἐν αὐτοῖς τὰ μὲν μείζονα | ||
| ἂν λεχθείη ὅτι τοῖς μεγάλοις πράγμασι καὶ περὶ τηλικούτων λόγοις ἁρμόδιος καὶ πρέπων ὁ ὑψηλὸς χαρακτήρ . Ϙγʹ Ἀλλὰ τῶν |
| μεγάλ ' ὠφελήσεσθε πρὸς ἱστορίαν τῶν κοινῶν , καὶ ὅση δεινότης ἦν ἐν τῷ Φιλίππῳ θεάσεσθε . Οὐκ ἦν τοῦ | ||
| δέδεικται ἄρα , ὅτι καὶ ἐπὶ τοῦ δοξαστικοῦ δύο εἴδη δεινότης καὶ φρόνησις : ἡ μὲν δεινότης ὡς φυσικὴ ἀρετή |
| καὶ ἀντιπεπονθέναι τοῖς αὐτῶ μερέεσσιν : οὗτος γὰρ ἰσχυρὸς καὶ βέβαιος : τὸ δ ' ἀντιπεπονθέναι λέγω αὐτῶ καὶ ἄρχεν | ||
| κακοτεχνίας ὑγιῶς προστιθεμένου : ἐπιστήμης δέ : κατάληψις ἀσφαλὴς καὶ βέβαιος , ἀμετάπτωτος ὑπὸ λόγου . μουσικὴν μὲν οὖν καὶ |
| συνόντων , τῶν εἰς αὐτὸν ἰόντων ὄνειδος , ἀνδραποδώδης , εἰκαῖος , συρφετός , εὐωνότερος τῶν ἀποκεκηρυγμένων ὠνίων , τῶν | ||
| ἡ πόλις . . . Βοῦς Κύπριος : κοπροφάγος , εἰκαῖος , ἀκάθαρτος . Σημαίνει δὲ ἀτοπίαν τῶν Κυπρίων . |
| τοιαύτης ὑπεροχῆς τε καὶ ἐπανατάσεως , ἀφ ' ἧς ἔσται σωφρονισμός τις καὶ τάξις . ὤιοντο δὴ δεῖν ἕκαστον αὑτῶι | ||
| τοιαύτης ὑπεροχῆς τε καὶ ἐπανατάσεως , ἀφ ' ἧς ἐστι σωφρονισμός τις καὶ τάξις . ᾤοντο δὴ δεῖν ἕκαστον αὑτῷ |
| ὁ τῆς Ἀφροδίτης . ἐπιτιμῶντος δέ μου καὶ πόθεν ἡ ῥᾳθυμία πυνθανομένου λέγειν μὲν ἠρυθρίων τὴν πρόφασιν , ἡδέως δὲ | ||
| τὴν ἐκκλησίαν τὴν Ἀττικὴν αὐτοῦ μὲν ἀπόντος σύγχυσις εἶχε καὶ ῥᾳθυμία καὶ ταραχή , καὶ κόσμος ἦν οὐδεὶς τῶν ποιουμένων |
| ἐναντιώσεται γὰρ ἡ μισοπόνηρος αὐτῷ δίκη , ἡ βοηθὸς καὶ ὑπέρμαχος τῶν ἀδικηθέντων , ἣ λόγον καὶ εὐθύνας αὐτὸν τῆς | ||
| ὁ εἰρηνικὸς καὶ ἱερεὺς τοῦ θεοῦ τρανός , Φινεές , ὑπέρμαχος αὐτοκέλευστος ἦλθε , φύσει μισοπόνηρος ὢν καὶ ζήλῳ τῶν |
| δέ ἐστιν ἡ τοῦ στόματος τῆς γαστρὸς ὀδύνη τε καὶ δῆξις . καρδίαν γὰρ ἐκάλουν οἱ παλαιοὶ τὸ στόμα τῆς | ||
| , βουβώνων , κεφαλῆς , ὀφθαλμῶν , ἄρθρων , στομάχου δῆξις , περίψυξις , περιίδρωσις , λειποθυμία , ποτὲ δὲ |
| , ἅ , κἂν ἡσυχάζητε , ἑτέρων λεγόντων ἀκούσεσθε : προπέτεια τοίνυν ἐστὶ μετὰ ἀναισχυντίας , ὕβρις μετὰ βίας , | ||
| ἐχθροὺς εὐφράνηις . Πᾶσιν ἄρεσκε . Καλὸν ἡσυχία . Ἐπισφαλὲς προπέτεια . Ἀεὶ αἱ μὲν ἡδοναὶ θνηταί , αἱ δὲ |
| τὴν ἐντολὴν ταύτην . Λέγει μοι : Ἁπλότητα ἔχε καὶ ἄκακος γίνου καὶ ἔσῃ ὡς τὰ νήπια τὰ μὴ γινώσκοντα | ||
| ὀξυτόνων προπαροξύνονται : δμητός ἄδμητος , κτητός δορίκτητος , κακός ἄκακος . τὰ δὲ παρασύνθετα καὶ φυλάττει καὶ ἀναβιβάζει : |
| τοὺς λόγους οὓς εἶπον ἐγκωμιάζων πολὺς ἦν τοῖς ἐπαίνοις καὶ ἐπαχθής . Συνδειπνούντων δ ' ἡμῶν ἁπάντων ἐν Λαρίσῃ , | ||
| ἄλλα οὐχ ὑπερήφανος δοκῶν εἶναι πολίτης οὐδὲ ὀγκώδης τε καὶ ἐπαχθής , ἀλλὰ κόσμιος καὶ εὐσταλὴς ἀνήρ : ἔπειτα τοῦτον |
| Θεαίτητε , δρᾶν ; Τίνος πέρι ; Φαινόμεθά μοι ἀλεκτρυόνος ἀγεννοῦς δίκην πρὶν νενικηκέναι ἀποπηδήσαντες ἀπὸ τοῦ λόγου ᾄδειν . | ||
| δεινοῖς ὑποβεβλημένος καὶ προστιθεὶς ἑκάστῳ τὸ ὑπεῖκον καὶ εὐένδοτον , ἀγεννοῦς καὶ ἀνάνδρου ψυχῆς πάθη : τλῆναι γὰρ ἔδει καὶ |
| κερκίδι καλῶς χρήσεται , καλῶς δ ' ἐστὶν ὑφαντικῶς : διδασκαλικὸς δὲ ὀνόματι , καλῶς δ ' ἐστὶ διδασκαλικῶς . | ||
| καλεῖ , ᾧ τρόπῳ πρώην εἰρήκειν : ὁ προφορικὸς καὶ διδασκαλικὸς καὶ ἐφερμηνευτικὸς λόγος Ἑρμῆς εἰς τοὺς ἐπιμηθεστέρους καὶ ὑστερογνώμονας |
| μέγα βοήσει . χωρὶς δὲ τοιαύτης ἀνάγκης οὐ σπευστικὸς οὐδὲ σύντονος ὁ μηδὲν μέγα οἰόμενος πλὴν ὀλίγων : ταῦτα δέ | ||
| κατοχὴ πνεύματος ἔντασίς τε καὶ ἀναφώνησις μετὰ πλείονος κραυγῆς καὶ σύντονος καὶ μακρὸς περίπατος καὶ ταχεῖα μετεώρισις , καὶ ἔτι |
| αὐτὴν , τὴν ἰχῶρα , αὐτόν . ἰλύς : ὁ βόρβορος , ἡ συρφετώδης ψάμμος . Κύει : συλλαμβάνει , | ||
| βάρος βάρβαρος καὶ τροπῇ τοῦ α εἰς ο βόρβορος : βόρβορος γὰρ λέγεται τὸ περίττωμα τῆς γαστρός : τοῦτο γὰρ |
| ἀρετῶν εἰσὶν ἔρωτες : μηδ ' ἄρρυθμος ἔλθοις : μηδὲ ἄμετρός τις καὶ ἄτακτος ἔλθοις . ῥυθμὸς γάρ ἐστιν ἡ | ||
| ἀρετῶν εἰσὶν ἔρωτες : μηδ ' ἄρρυθμος ἔλθοις : μηδὲ ἄμετρός τις καὶ ἄτακτος ἔλθοις . ῥυθμὸς γάρ ἐστιν ἡ |
| ἔδει τὰ νῦν καὶ ἅμα φιλοχρήματον εἶναι τὸ ἦθος : ἐναργεστέρα γὰρ ἡ τοῦ λόγου φαίνεται μίμησις , ἡνίκα ὁ | ||
| μὲν ἀπόφασις οὐκ ἔστιν κυρίως ἀπόφασις ἀλλὰ κατάφασις ἀσαφὴς καὶ ἐναργεστέρα γίνεται κατάφασις λαμβανομένη εἰς κατάφασιν , ἡ δὲ κατάφασις |
| κατὰ τὸ ἁρμόζον ἀνθρωπίνῃ φύσει , οἷς ἡ ἐν βίῳ διαγωγὴ ἐν διηνεκεῖ ῥύσει καὶ μεταβολῇ παντοίᾳ ὑπάρχει , ἐπεὶ | ||
| τις τῷ βίῳ : Ἐπιτήδευμα , ἀσχόλημα , δίαιτα , διαγωγὴ , πρόφασις , ἀφ ' ἧς μέλλομεν περὶ τὰ |
| Ἐπικούρου τίνι μύθων εἰκάσω ; τίς οὕτω ποιητὴς ἀργὸς καὶ ἐκλελυμένος καὶ θεῶν ἄπειρος ; Τὸ ἀθάνατον οὔτε αὐτὸ πράγματα | ||
| ἀνελέσθαι τὸν νεκρὸν καὶ τὰ ὅπλα : νῦν δὲ παντελῶς ἐκλελυμένος τις ὁ Ἀχιλλεὺς φαίνεται , τῷ πρώτῳ συστάντι τοιαῦτα |
| . ἀποσῴζοι δ ' ἂν τὸ ἐκ τούτων κοινὸν ἀγαθὸν εὐαρμοστία τις καὶ τῶν πολλῶν ὁμοφωνία μετὰ πειθοῦς συνῳδοῖσα . | ||
| ἐν αὐτῇ κατὰ φύσιν γιγνομένας ἐπιθυμίας τε καὶ ἡδονάς : εὐαρμοστία καὶ εὐταξία ψυχῆς πρὸς τὰς κατὰ φύσιν ἡδονὰς καὶ |
| πλὴν ὅσοις . . . : πλὴν ὅσοι ἐβούλοντο ὀλιγαρχεῖσθαι ἐκπληκτικός : ἤγουν ἔκπληξιν ποιῶν τοῖς ἀκούουσιν . ἐφεδρευόντων : | ||
| , φρικῶδες . καὶ ἀνὴρ φοβερός ἐπίφοβος , ἐπιδεής , ἐκπληκτικός , φρικώδης : θαρραλέος θαρσαλέος εὐθαρσής , γενναῖος , |
| ἐκβάλλει . τῷ ἀποτυγχάνοντι κοινὸν ἔγκλημα ἡ ἄνοια καὶ ἡ ἀφροσύνη . ὁ νοῦς : πρῶτον μὲν τὸ πειρᾶσθαι ἀγῶνος | ||
| φρόνησις ὑγεία γάρ τις αὕτη διανοίας , τὸ δὲ φθεῖρον ἀφροσύνη νόσον ἀνίατον κατασκήπτουσα . τοῦτο δὲ „ νόμιμον αἰώνιον |
| , εὐμενεῖς , ἐκλυσσῶντας . ἀπὸ δὲ φωνῆς φώνημα , εὔφωνος , ἄφωνος , ἔμφωνος : Φίλιστος δὲ καὶ δίφωνον | ||
| . Κλεόκριτος δὲ ὁ τῶν μυστῶν κῆρυξ , μάλ ' εὔφωνος ὤν , κατασιωπησάμενος ἔλεξεν : Ἄνδρες πολῖται , τί |
| πόλιν ἅπαντες κτλ► . Ἀθῆναι φιλόλογος πολύλογος Λακεδαίμων βραχύλογος Κρήτη πολύνους μᾶλλον ἢ πολύλογος◄ . ὡς ἐμοὶ φαίνεται . γρ | ||
| . : Συνᾴδει δὲ τούτοις καὶ ὁ Πολυΐστωρ Ἀλέξανδρος , πολύνους ὢν καὶ πολυμαθὴς ἀνὴρ , τοῖς τε μὴ πάρεργον |
| . Ὁ δὲ αἶνος οὗτος τρίτος παραίνεσίς τις ὢν καὶ νουθέτησις ἐπικεκαλυμμένη πρὸς τοὺς κατὰ πάθος ζῶντας , ἔνδειξίς ἐστι | ||
| νήστης Ἕλληνες . νεῖα τὰ εἰς παρασκευὴν πλοίου ξύλα . νουθέτησις Ἀττικοί , νουθεσία Ἕλληνες . νᾶπυ Ἀττικοί , σίνηπι |
| ἐστὶ τὸ τῆς ψυχῆς παράστημα μετὰ λογισμοῦ , θράσος δὲ ἀλόγιστος τόλμα . ὅθεν Εὐριπίδης ἁμαρτάνει λέγων : οὔτι θράσος | ||
| ἡμέραι αἱ πρότεραι ἄλογοι „ : κατὰ τὸ εἰκός : ἀλόγιστος γὰρ ὁ μὴ ἅγιος τρόπος , ὥστε ὁ εὐλόγιστος |
| καὶ βραχυτάτου καιροῦ μεταξὺ διελθόντος . Ἀλλ ' εἰ καὶ ἄφρακτος , φησίν , ἡ πόλις ἐτύγχανεν οὖσα , μεγάλη | ||
| ἱππικῆς ὁπλίσεως ἣ μὲν κατάφρακτος τυγχάνει οὖσα , ἣ δὲ ἄφρακτος . καὶ κατάφρακτος μὲν ἡ τούς τε ἵππους καὶ |
| σωφροσύνην ἢ ὑγίειαν , καὶ ἐνεργεῖ κατὰ ταύτην ἀνεμποδίστως , εὐφραίνεται . ἡ δὲ σωφρο - σύνη καὶ ὑγίεια , | ||
| ἄλλον . Ὁ μῦθος δηλοῖ ὅτι , ὅσον ὁ θεὸς εὐφραίνεται ἐπὶ τῷ δικαίῳ , τοσοῦτον πάλιν ἄχθεται ἐπὶ τῷ |
| καταφρονῶν δούλων , ὥσπερ ὁ ἱκανῶς πεπαιδευμένος , ἐλευθέροις δὲ ἥμερος , ἀρχόντων δὲ σφόδρα ὑπήκοος , φίλαρχος δὲ καὶ | ||
| ἰᾶται τῷ ξηραίνειν ἄνευ τοῦ θερμαίνειν . Ἀσταφὶς ἡ μὲν ἥμερος πεπτική τέ ἐστιν ἅμα καὶ στυπτικὴ καὶ διαφορητικὴ μετρίως |
| , ἐνδεικνυμένου τοῦ ποιητοῦ ὡς οὔτε γονέων ἐπιφάνεια οὔτε σώματος ῥώμη οὔτε ποδῶν ὠκύτης οὔτε κάλλους ὑπερβολὴ ὄφελος μέγα τῷ | ||
| , μέγεθος νοσήματος , ἤτοι παρὸν ἢ προσδοκώμενον , δυνάμεως ῥώμη , ἡλικία πλὴν τῶν παίδων καὶ γερόντων ἡ ἄλλη |
| οὔθ ' ἑκὼν οὔτε ἄκων ἐξαπατήσει τιμῶν τε τἀληθὲς καὶ γέμων ῥητορικῆς . Ἀλλ ' οὐδὲν τῶν παρὰ σοῦ μικρόν | ||
| καθαρείως παρὰ Ξενοφῶντι εἴρηταιδιηκριβωμένος , εὐδίαιτος , μεγαλόφρων , φιλοφροσύνης γέμων , εὐάρμοστος , φιλοπροσήγορος , πανηγυρικὸς τὸ ἦθος , |
| πληττόμενος , βλαπτόμενος , ἀπὸ τῆς ἄτης . Ἀπηχής : ἀηδής . Ἀνασιμῶσαι : τὸ ἀναλῶσαι καὶ δαπανῆσαι . Ἀρχαιρεσιάζειν | ||
| καὶ ὑπὲρ αὑτοῦ δὲ λέγειν , ὡς ἡδύς ἐστι καὶ ἀηδής , ἀμφότερα δὲ οὐκ ἔχοντα οὐ ῥᾴδιον ἄνθρωπον λαβεῖν |
| λόγος εὑρέθη , καθ ' ὃν ἄφεσις ψυχῇ δουλείας καὶ παντελὴς ἐλευθερία προκηρύττεται , ἤ τις τῶν μετ ' αὐτὸν | ||
| ὁρίζεται δὲ αὐτὸν Μινουκιανὸς μὲν οὕτως : στοχασμός ἐστιν ἄρνησις παντελὴς τοῦ ἐπιφερομένου ἐγκλήματος , οὐκ εὖ δὲ ἔχει ὁ |
| , ἀναγκαῖον κακόν . Ζητούμενον ὄνομα , ἄνθρωπος ἀφανής , δυσεύρετον κτῆμα , ἀπορίας παραμύθιον , καταφυγὴ δυστυχίας , ἀγκὼν | ||
| ψελλόν ] Ἄσημον , ἄναρθρον . : ψελλόν τε καὶ δυσεύρετον : Ἀπὸ τούτων ὧν σοι εἶπον , εἴ τι |
| τὸν λόγον πρὸς αὐτὸν τὸν Ἀγαμέμνονα : γίνεται δὲ ἡ ἀποστροφὴ καὶ ὅταν ἄλλων μνημονεύοντες , ὡς δυναμένων ταὐτὰ ποιῆσαι | ||
| ; οὐ κατεσκεύαζες ἐπιτείχισμα ἐπὶ τὴν Ἀττικήν ; Καὶ καθόλου ἀποστροφὴ πᾶσα εἰς πρόσωπον ἐπιμείνασα πνεῦμα ἐγένετο , κἂν εἰς |
| ῥυτίδας ἐν τῷ σώματι ἔχων , χλωρός , ψεύστης , κρυψίνους , σκολιόφρων , δασύς , στυγνοπρόσωπος , ὀζόχρωτος . | ||
| παλίμβολος , ἐγκρυφίας , ἐπίσκιος , πολλαπλοῦς τὸ Πλάτωνος , κρυψίνους , γοητευτικός , κακοῦργος , πανοῦργος , ψεύστης , |
| δὲ [ ἀναγνοῦσα - ] εἴσομαι . ” ἥσθη τὸ θεραπαινίδιον [ : δήλη ] γὰρ διὰ τῆς ὄψεως ὡς | ||
| , χιτῶνι μόνῳ ὑπεζωσμένῳ λευκῷ χρώμενον . τὸ δὲ παράψηστον θεραπαινίδιον διακέκριται τὰς τρίχας , ὑπόσιμον δ ' ἐστὶ καὶ |
| ὁρισμός . . ἔχει τέλος ] ἔχει πλήρωμα . . ἄτολμος ] δειλὸς , ἀπρόθυμος . . δειλὸς οὐ τολμῶ | ||
| ἑαυτοῦ δύναμιν , τῶν προσόντων καλῶν ἀποσφαλῆναι πεποίηκεν ἡ ψυχὴ ἄτολμος οὖσα καὶ τῆς χειρὸς αὐτὸν εἰς τοὐπίσω ἕλκουσα , |
| χρήσιμα εἶναι πρὸς τοῦτο . φαίνοιτο γὰρ ἂν ἡμῖν ἡ ἀμαθία πρὸς ἐπιστήμην χρήσιμος οὖσα , καὶ ἡ νόσος πρὸς | ||
| ὦμεν παλίμβουλοι καθεστήξει : ἔσται . ἀκινήτοις : ἀμεταθέτοις . ἀμαθία τε μετὰ σωφροσύνης . . . : τὴν μὲν |
| καὶ στάζων ἱδρῶτα καὶ δεινῇ κρατούμενος ἀφωνίᾳ . ἐνταῦθα μόνον ἄπορος ἦν τῆς αἰσχύνης αὐτῷ τὴν γλῶτταν ἀγχούσης : τοσοῦτον | ||
| δὲ καὶ γυναίου χιτὼν ἀνεύθυνον , ὅταν ἡ σωτηρία πανταχόθεν ἄπορος ᾖ , μαρτυρία διαφανὴς οἱ Πέρσας παρὰ τὸ δεῖπνον |
| τοῦτο , ὃς ἀγαπᾷ μόνος γενέσθαι . Μεγαλοψυχία δὲ δὴ ὑπεροψία τῶν τῇδε . Ἡ δὲ φρόνησις νόησις ἐν ἀποστροφῇ | ||
| τὸ βραβεῖον πλάτους νάρκη συμβολικῶς : ἀλαζονεία μὲν γὰρ καὶ ὑπεροψία | διὰ τοῦ πλάτους ἐμφαίνεται , χεομένης τῆς ψυχῆς |
| ἡ δι ' ἵππου ἁρμόζουσά πως τῷ πάθει τούτῳ καὶ ἀναφώνησις . Ἰσχιαδικὸν ἐπίθεμα . Πίσσης ξηρᾶς # δ , | ||
| : τοῦτο δὲ δύναται καὶ ᾠδὴ καὶ μέλος παρέχειν καὶ ἀναφώνησις . περὶ μὲν οὖν γυμνασίων καὶ λουτρῶν εἴρηταί μοι |
| σκληρότερόν τε καὶ ἀμφίβολον , πρὸς ἕτερα δὲ καὶ ἡ δόκησις : τὰ δ ' ἐκ τῶν ἄλλων τραχέα . | ||
| : ὅ ἐστι , παρακονῶμαι . ἢ οὕτως : ἡ δόκησις ἀκόνη μοι : ὃ δοκῶ περὶ τῶν ἀνδρῶν , |