αὕτη τὸ μὲν ἅπαν εἰς πόλιν οὐ κατῄει οὐδ ' ἀνε - μίσγετο ταῖς λοιπαῖς παρθένοις : παρασκευασαμένη δὲ πολλοὺς
. ] ἀλλα αρ [ ! ! ! ] πάντων ἀνε [ . ἀπολογίαν ] ? τ [ . ]
7124538 υσε
] παφλα ? ? ! ! ! ! [ ] υσε νειόθεν ! ! ! ! [ περιμήκεος ] ἄκρης
! ! ! ! ! ! ! ! ] ! υσε ? ? ? οὐ τούτοις ? ? ? ἀλκή
6742754 διατονος
παρυπάτη μέσων , μέσων ἐναρμόνιος , μέσων χρωματική , μέσων διάτονος , μέση , τρίτη συνημμένων , συνημμένων ἐναρμόνιος ,
τὸ ὑπατῶν , οἷον ὑπάτη ὑπατῶν , παρυπάτη ὑπατῶν , διάτονος ὑπατῶν ἢ λιχανὸς ὑπατῶν , οὐδὲν γὰρ διαφέρει ὁποτερωσοῦν
6487451 σακε
' ἄρα πάντες ἕνα φρεσὶ θυμὸν ἔχοντες πλησίοι ἔστησαν , σάκε ' ὤμοισι κλίναντες . Αἰνείας δ ' ἑτέρωθεν ἐκέκλετο
ἐς θαλάμους Ὀδυσῆος ἀνὰ ῥῶγας μεγάροιο . ἔνθεν δώδεκα μὲν σάκε ' ἔξελε , τόσσα δὲ δοῦρα καὶ τόσσας κυνέας
6452658 πυματη
” , αἰπεῖα κολώνη , τηλοῦ ἐπ ' Ἀλφειῷ , πυμάτη Πύλου „ ἠμαθόεντος . ” Ὁ δὲ Κυπαρισσήεις ἔστι
, τὴν δ ' αὐτῶν Αὐσονιήων . ἀλλ ' ἤτοι πυμάτη μὲν ἀγαυῶν ἐστιν Ἰβήρων , γείτων Ὠκεανοῖο πρὸς ἑσπέρου
6440508 ἐρητυσασκε
καὶ ἔξοχον ἄνδρα κιχείη , τὸν δ ' ἀγανοῖς ἐπέεσσιν ἐρητύσασκε παραστάς . πρὸς τὴν τάξιν τῶν ἑξῆς τὸ ἀντίσιγμα
βασιλῆα καὶ ἔξοχον ἄνδρα κιχείη τὸν δ ' ἀγανοῖς ἐπέεσσιν ἐρητύσασκε παραστάς : δαιμόνι ' οὔ σε ἔοικε κακὸν ὣς
6374590 Ϙγʹ
Ϙαʹ . Περὶ ὀϲτρακοδέρμων . Ϙβʹ . Περὶ μαλακίων . Ϙγʹ . Περὶ ϲελαχίων . Ϙδʹ . Περὶ τῶν κητωδῶν
. Περὶ τῆϲ κάτω γένυοϲ κατεαγείϲηϲ καὶ ὠτὸϲ θλαϲθέντοϲ . Ϙγʹ . Περὶ κλειδὸϲ κατεαγείϲηϲ . Ϙδʹ . Περὶ ὠμοπλάτηϲ
6360646 Διομηδεος
, παῖς πάϊς . τινὲς δὲ καὶ τὸ βέλεος καὶ Διομήδεος διαίρεσιν λέγουσιν . Συναλοιφή ἐστι δύο συλλαβῶν κατὰ τὰ
δὲ νῆες σμερδαλέον κονάβησαν ἀϋσάντων ὑπ ' Ἀχαιῶν μῦθον ἀγασσαμένοι Διομήδεος ἱπποδάμοιο . διαφέρει δὲ τῆς ἀναστροφῆς , ὅτι ἡ
6307716 Βραθυ
τὸ Κάσσιον καὶ τὸν Λίβανον καὶ τὸν Ἀντιλίβανον καὶ τὸ Βραθύ . ἐκ τούτων ἐγεννήθησαν Σαμημροῦμος , ὁ καὶ Ὑψουράνιος
, καὶ τὸν Λίβανον καὶ τὸν Ἀντιλίβανον , καὶ τὸ Βραθύ . Ἐκ τούτων , φησὶν , ἐγεννήθησαν Μημροῦμος καὶ
6302697 Ἀτυμνιον
προσλάβοιεν ῥῆμα : Νεστορίδαι δ ' ὁ μὲν οὔτας ' Ἀτύμνιον . προφανῶς γὰρ πάλιν τὸ ὁ ἀντὶ τοῦ ὅς
πτῶσις ἐνηλλάγη , Νεστορίδαι δ ' ὁ μὲν οὔτας ' Ἀτύμνιον , ὁ δ ' ἀπέλαβεν τὸν ἀδελφόν , ἀλλὰ
6287833 Μεγης
τότε παιδὸς ἀπὸ χροὸς ἤρκες ' ὄλεθρον . τοῦ δὲ Μέγης κόρυθος χαλκήρεος ἱπποδασείης κύμβαχον ἀκρότατον νύξ ' ἔγχεϊ ὀξυόεντι
νηυσὶν λ : Σχεδίος καὶ Ἐπίστροφος σὺν νηυσὶν μ : Μέγης ἐκ Δολίχης τῆς Ἑλλάδος σὺν νηυσὶ μ : Αἴας
6253889 λαν
παιδ ! ! [ κοτύλην δ ' ἔχων [ ! λαν ? ? ! ! ἔχοιϲ ἂν ! ! [
! ] ? δ ' ἐμοῖς [ . . ] λαν ? ? ? φόνον [ . . ] ην
6247095 θυρη
ἐργάζετ ' ἐνπολέων λάθρη , τοὺς γὰρ τελώνας πᾶσα νῦν θύρη φρίσσει . ἀλλ ' ἔργα , κοῖ ? ?
' ὃν καὶ περκνὸν καλέουσιν . ὅσση δ ' ὑψορόφοιο θύρη θαλάμοιο τέτυκται ἀνέρος ἀφνειοῖο ἐῢ κληῗς ' ἀραρυῖα ,
6227824 ἰφθιμος
δ ' ἀνθρώπων πυκινὰς φρένας , οὐδέ τίς ἐστιν οὕτως ἴφθιμος καὶ σοφὸς ὥστε φυγεῖν . Πολλὰ φέρειν εἴωθε λόγος
κλῖνε δ ' ἄρα μάστιγα ποτὶ ζυγόν : οὐδὲ μάτησεν ἴφθιμος Σθένελος , ἀλλ ' ἐσσυμένως λάβ ' ἄεθλον ,
6210350 ὀκταπουν
ὀκτάπους ἀναιρεῖ κάραβον , κάραβος δὲ μύραιναν , ἡ μύραινα ὀκτάπουν . Εἰναλίων : ἀπὸ τῶν ἰχθύων . μετ '
κύκνων ἁπαλοὺς νεοττοὺς ἐλαίῳ καθεψήσαντες ἄκος νεύροις ποιοῦνται μέγα . ὀκτάπουν ἁλιεῦσαι εἰ θέλεις , λαβὼν κλάδους ἐλαίας ἀποκρέμασον εἰς
6209891 Καδμοιο
' , ἣν ἔθρεψε Δρίλων καὶ Νάρονος ὄχθαι , Σιδονίου Κάδμοιο θεμείλιον Ἁρμονίης τε ἔνθα δύω δασπλῆτε νομὸν στείβουσι δράκοντε
, καὶ θεὸν αὐτοφόνοισιν ἀπείλεε χερσὶ δαΐξαι , οὐ Τυρίου Κάδμοιο καταιδόμενος τρίχα λευκήν , οὐδὲ κυλινδομένην οἷσι πρὸ πόδεσσιν
6207275 ὀξυοεντι
καὶ ὀνοσάμενος ἐκφαυλίσας . ὀνομάκλυτος Ἄλτης τῷ ὀνόματι ἔνδοξος . ὀξυόεντι ὁ μὲν Ἀπίων ὀξεῖ ἔγχεϊ . ὀξυόεντι δὲ ὀξυΐνῳ
θεοὶ τούτοισιν ἀρήγειν , μή κέ τις ὑμείων τρωθῇ βέλει ὀξυόεντι : εἰσὶ γὰρ ἀγχέμαχοι , εἰ καὶ θεὸς ἀντίον
6203973 Στωικον
πᾶσιν τοῖς ἄλλοις ἴσην ἢ καὶ κρείττονα ἔργῳ ὑπολάβητε ; Στωικὸν δὲ δείξατέ μοι , εἴ τινα ἔχητε . ποῦ
τῇ σχολῇ καθήμενος . τί τοῖς ἀλλοτρίοις ἐκαλλωπίζου ; τί Στωικὸν ἔλεγες σεαυτόν ; Τηρεῖτε οὕτως ἑαυτοὺς ἐν οἷς ἐπράσσετε
6177538 ὑποδμηθεισα
' ἔτεκ ' ἐν μεγάροις Ἀσκληπιὸν ὄρχαμον ἀνδρῶν , Φοίβῳ ὑποδμηθεῖσα , ἐϋπλόκαμόν τ ' Ἐριῶπιν . καὶ Ἀρσινόης ὁμοίως
: ἣ δή οἱ Μήδειαν ἐύσφυρον ἐν φιλότητι γείναθ ' ὑποδμηθεῖσα διὰ χρυσῆν Ἀφροδίτην . ὑμεῖς μὲν νῦν χαίρετ '
6175653 ἐξεναριξεν
: ὥς ποτε πετραίῃ ὑπὸ δειράδι Παρνησσοῖο Δελφύνην τόξοισι πελώριον ἐξενάριξεν , κοῦρος ἐὼν ἔτι γυμνός , ἔτι πλοκάμοισι γεγηθώς
ἀπ ' ὀδόντων : ἠδ ' ὡς δυσμενέων σπαρτῶν στάχυν ἐξενάριξεν αὐτοφόνῳ παλάμῃ , πῶς δ ' ἀγλαὸν ᾔρατο κῦδος
6165871 ἀρκευθοισι
εἶδος δένδρου , ὅπερ ἐστὶν ἀκανθῶδες , ἢ φυτόν . ἀρκεύθοισι κομᾶσαι : ἄρκευθος εἶδος φυτοῦ ἀκανθώδους . τὸ δὲ
δ ' ἄκανθαι , ἁ δὲ καλὰ νάρκισσος ἐπ ' ἀρκεύθοισι κομάσαι , πάντα δ ' ἄναλλα γένοιτο , καὶ
6164816 τριτατον
Εὐρώπῃ ποτὲ Κύπρις ἐπὶ γλυκὺν ἧκεν ὄνειρον , νυκτὸς ὅτε τρίτατον λάχος ἵσταται ἐγγύθι δ ' ἠώς , ὕπνος ὅτε
ἤματα κρυπταδίῃ τε λανθάνῃ , ἦ τ ' ἄν μιν τρίτατον μετὰ μῆνα δέχοιο . εἰ δέ γε Καρκίνον οἶκον
6161919 ἀερταζων
τὸν λέοντά φασι θῆρα , ὡς καὶ Καλλίμαχος : θηρὸς ἀερτάζων δέρμα κατωμάδιον . αἰθόμενος : καιόμενος τῷ λιμῷ .
αἴγλην . Καὶ φλόγα κουφίζων κυρτούμενος ἵσταται Ἄτλας αὐξιβίους σπινθῆρας ἀερτάζων ἐπὶ κόρσηι , κρᾶτα παρακλίνων καὶ ἐς ἠέρα χεῖρας
6148822 ἐδειμε
καὶ γὰρ ἐπιγέγραπται αὐτοῦ τῷ μνήματι : Σαρδανάπαλλος Ἀνακυνδαράξεω Ἀγχιάλην ἔδειμε καὶ Ταρσὸν μιῇ ἡμέρῃ , ἀλλὰ νῦν τέθνηκεν .
πλοιμον Ελλαν ευη ? [ ! ! ! ] στέγην ἔδειμε [ τῆλε ] [ ] τελεόπορον ἐμὸς [ δεσπότης
6126748 παραμεσος
πρῶτος τῶν τεσσάρων , ὁ δὲ μέσος , ὁ δὲ παράμεσος , ὁ δὲ μικρός . τούτων τὰ ὀστᾶ σκυταλίδες
τῆς μέσης ἐπιτείναντι τόνον ἡ παρ ' αὐτὴν κειμένη χορδὴ παράμεσος καλεῖται . αἱ δὲ μετὰ ταύτην διὰ τὰς ὁμοίας
6126733 Ἐχινος
Ἔστι δὲ Μαλιεῦσιν ἡ πρώτη πόλεις Λάμια , ἐσχάτη δὲ Ἐχῖνος : εἰσὶ δὲ καὶ ἄλλαι πόλεις Μαλιεῦσι , μέχρι
. Τὰ δ ' ἀντίγραφα ἐμβάλλεσθαι εἰς τὸν ἐχῖνον . Ἐχῖνος : ἀγγεῖόν τι χαλκοῦν , ἐν ᾧ ἀπετίθεσαν τὰς
6123038 ἀφαμαρτε
δολιχόσκιον ἔγχος , καὶ βάλε Πηλεΐδαο μέσον σάκος οὐδ ' ἀφάμαρτε : τῆλε δ ' ἀπεπλάγχθη σάκεος δόρυ : χώσατο
' αὐτοῖο τιτύσκετο δουρὶ φαεινῷ καὶ βάλεν , οὐδ ' ἀφάμαρτε , κατ ' ἀσπίδα πάντος ' ἐΐσην ταυρείην :
6117782 κιχειη
θεοὶ καὶ ἐρινύες εἰσίν , Ἀντίνοον πρὸ γάμοιο τέλος θανάτοιο κιχείη . τὸν δ ' αὖτ ' Ἀντίνοος προσέφη ,
βάς . . ὅν τινα μὲν βασιλῆα καὶ ἔξοχον ἄνδρα κιχείη , τὸν δ ' ἀγανοῖς ἐπέεσσιν ἐρητύσασκε παραστάς .
6113961 παρυπατη
ὑπερβολαίων . Ἐν δὲ ἁρμονίᾳ οἵδε : προσλαμβανόμενος ὑπάτη ὑπάτων παρυπάτη ὑπάτων λιχανὸς ὑπάτων ἐναρμόνιος ὑπάτη μέσων παρυπάτη μέσων λιχανὸς
ὑπερβολαίων . Ἐν δὲ χρώματι οἵδε : προσλαμβανόμενος ὑπάτη ὑπάτων παρυπάτη ὑπάτων λιχανὸς ὑπάτων χρωματική ὑπάτη μέσων παρυπάτη μέσων λιχανὸς
6111920 κοντον
, κονταρίῳ , δόρατι καὶ ἀκοντίῳ : αἰγανέαν νῦν τὸν κοντὸν εἶπεν : τῇ αἰγανέῃ τῇ δολιχήρεϊ : αἰγανέα κυρίως
θέμωσε δὲ χέρσον ἱκέσθαι . αὐτὰρ ἐγὼ χείρεσσι λαβὼν περιμήκεα κοντὸν ὦσα παρέξ : ἑτάροισι δ ' ἐποτρύνας ἐκέλευσα [
6110971 μιαινεις
ἰθαίνεις , ἰθαίνει , ἰθαινάθυμος , ἰθαιγένης : μιαίνω , μιαίνεις , μιαίνει , μιαιφόνος : τὸ ἀλέξω ἐν τῷ
: “ Ὦ κακὸν σὺ θηρίον , μέχρι τίνος μοι μιαίνεις τὰ ὦτα ; τί ἐμοὶ καὶ Θερσάνδρῳ κοινόν ;
6105035 εξ
εμην εντολην ? [ ] [ αλλα πας πυμην ] εξ υμων ανεωξετο [ στο ] [ μα και πολλοι
] [ ! ! ! ] χ υπατα ? ? εξ ? ? ! ! ! και ? τηπυνυφοφρονου ?
6099915 μιλια
εἰς Αἰγινήτην , πολίχνιον καὶ ποταμὸν , στάδια ρκʹ , μίλια ιϚʹ . Ἀπὸ δὲ Αἰγινήτου εἰς Κίμωλιν κώμην ,
Ἀπὸ δὲ Σαγγαρίου ποταμοῦ εἰς Ὕπιον ποταμὸν στάδια ρπʹ , μίλια κδʹ . Οὗτος ὁ ποταμὸς ἔχει ἐφ ' αὑτῷ
6099836 ἀκτιν
αἱ δ ' ἀνατέλλοντος , αἱ δ ' ἀνὰ μέσσαν ἀκτῖν ' , αἱ δ ' ἐννυχιᾶν ἀπὸ Ῥιπᾶν .
εἱλίσσων φλόγα , ὡς δυστυχῆ Θήβαισι τῆι τόθ ' ἡμέραι ἀκτῖν ' ἐφῆκας , Κάδμος ἡνίκ ' ἦλθε γῆν τήνδ
6095388 ἠρχ
αἰπεινὴν ἑλέειν κτάσθαι τε πολίτας . Ὣς εἰπὼν ὃ μὲν ἦρχ ' , ὃ δ ' ἅμ ' ἕσπετο ἰσόθεος
μεγάλη δὲ ποθὴ Δαναοῖσι γένηται . Ὣς εἰπὼν ὃ μὲν ἦρχ ' , ὃ δ ' ἅμ ' ἕσπετο ἰσόθεος
6086370 ἀκρεμονεσσιν
δὲ καὶ εἰσέτι νῦν κεν ἴδοισθε πεπτάμενον λασίοισιν ἐπὶ δρυὸς ἀκρεμόνεσσιν : τὸν μὲν ἔπειτ ' ἔρρεξεν ἑῇς ὑποθημοσύνῃσιν Φυξίῳ
τιταινόμενος δ ' ἀπὸ ῥίζης ἑρπύζει , πάντῃ δὲ περιρρέει ἀκρεμόνεσσιν : ὣς ὅ γε γηθόσυνος λιπαροὺς περιβάλλετ ' ἐλαίης
6079947 βοηθοον
ἀποτρώγῃ ὁ ἰχθύς . ἔνιοι δὲ τὴν τρίχα κέρας . βοηθόον ἐν μάχῃ θοόν , ἀγαθὸν βοηθεῖν . βοήν τὴν
ὣς μένεν Ἰδομενεὺς δουρικλυτός , οὐδ ' ὑπεχώρει Αἰνείαν ἐπιόντα βοηθόον : ἡ πτῶσις ἤλλακται , ἀντὶ τοῦ Αἰνείου ἐπιόντος
6072873 σκοπελον
τέσσαρες ῥίζης μιᾶς ἐπώνυμοι γῆς κἀπιφυλίων χθονὸς λαῶν ἔσονται , σκόπελον οἳ ναίους ' ἐμόν . Γελέων μὲν ἔσται πρῶτος
βαθεῖαν , ἐξ ἧς ἀνέτεινε λισσὴ πέτρα πρὸς ὀρθὸν ἀνατείνουσα σκόπελον : περὶ δὲ τὴν ῥίζαν αὐτῆς ἄντρον ἦν εὐμέγεθες
6068061 Μεντορ
δ ' Ὀδυσεὺς γήθησεν ἰδὼν καὶ μῦθον ἔειπε : “ Μέντορ , ἄμυνον ἀρήν , μνῆσαι δ ' ἐτάροιο φίλοιο
τὴν δ ' αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον ηὔδα : “ Μέντορ , πῶς τ ' ἄρ ' ἴω , πῶς
6068050 τυψας
λαοῖς κατασχεῖν τὰς πύλας ἐπιτρέπει , καὶ τὸ πρόσωπον χερσὶ τύψας , ὁ δράκων , ἀφῆκε καπνὸν συμφορῶν ἐκ καρδίας
⌈ ἑαυτόν , [ σεαυτόν . / ] κόψας ] τύψας ἀττικῶς . κρημνός τις ἦν ἐν Ἀθήναις , ἐν
6063507 λιγεια
ἐτυμώτερον δὲ οἱ Δωριεῖς λέγουσι „ Μῶς ' ἄγε Μῶσα λίγεια „ . . , : μῶμος : παρὰ τὸ
! | λίγεια τοῖον γὰρ ὑπώρορε ⌊ ⌋ | Μοῦσα λίγεια ? ? ? | καὶ Ἀλκμὰν | Μῶς '
6061470 ἀμφεπονειτο
ἔγχεϊ ὀξυόεντι , καί κέ τοι ἀντὶ γάμοιο πατὴρ τάφον ἀμφεπονεῖτο ἐνθάδε . τῶ μή τίς μοι ἀεικείας ἐνὶ οἴκῳ
. ἢ ὄνομα κύριον . Μοῦσα ἦν ἡ Ξενέα . ἀμφεπονεῖτο : γράφεται ἀμφεπολεῖτο , ἤγουν ψηλαφῶσα τὸν Δάφνιν .
6061153 Ἡρακλες
ὁ ῥιγοπύρετος . Ἡράκλεις : ἐπίφθεγμα θαυμαστικόν . τὸ δὲ Ἥρακλες κλητικὴ πτῶσις , ὥσπερ τὸ ὦ Δάματερ τοῦ Δήμητερ
: Ἡρακλῆος δὲ ἰωνικῶς : ἡ κλητικὴ Ἡράκλεες Ἡράκλεις : Ἥρακλες δὲ κατὰ συγκοπήν : ἡ μέντοι συνῃρημένη Ἡρακλοῦς ἐν
6061094 πορτις
. . : Λακίνιον δὲ ἐκλήθη ἀπὸ Λακινίου Κροτωνιάτου . πόρτις ἡ Θέτις ἀνέθηκε κῆπον τῇ Ἥρᾳ ἐν ΚρότωνιὉπλοσμία δὲ
ἡ Ἥρα κατὰ ζῆλον οἶστρον ἔπεμψε , καὶ ἐλαυνομένη ὥσπερ πόρτις παρῆλθε τοῦτον τὸν τόπον . Στεινότατος ] Ἐκεῖνος δὲ
6060446 ͵γ
καὶ ͵γ . Ἀπὸ δὲ Στηλῶν ἐπὶ τὸ Ἱερὸν ἀκρωτήριον ͵γ . Τοῦτο μὲν δὴ τὸ μῆκος . Τοῦ δὲ
υἱὸς ἐποίησε τὸν δούριον ἵππον , εἰς ὃν νʹ ἢ ͵γ ἢ κατ ' ἐμὲ κγʹ ἄνδρες εἰσελθόντες Ἕλληνες ἐκάθηντο
6059527 χρωματικη
τρίτη διεζευγμένων ἐναρμόνιος τρίτη διεζευγμένων χρωματικὴ καὶ διάτονος ἐναρμόνιος διεζευγμένων χρωματικὴ διεζευγμένων διάτονος διεζευγμένων νήτη διεζευγμένων τρίτη ὑπερβολαίων ἐναρμόνιος τρίτη
μέσων χρωματική μέσων διάτονος μέση τρίτη συνημμένων ἐναρμόνιος τρίτη συνημμένων χρωματικὴ καὶ διάτονος συνημμένων ἐναρμόνιος συνημμένων χρωματική συνημμένων διάτονος νήτη
6041492 λευ
συ ? [ πυρ [ εκώ [ και ! [ λευ ! [ δᾰ̄ϊσλ ? [ δὶήλ [ ά̄μο [
. . . . . . [ ! ! ] λευ ? [ Πλευρων ? [ ἀλατευ [ πατρα ?
6041203 νιων
εἶναι τὴν ἐκτὸς ἑκατέρας τῶν ἐντὸς καὶ ἀπεναντίον γω - νιῶν . ἐκβεβλῆσθαι μὲν γὰρ τὴν πλευρὰν οὐκ ἀνάγκη οὐδὲ
εἶναι τὴν ἐκτὸς ἑκατέρας τῶν ἐντὸς καὶ ἀπεναντίον γω - νιῶν . ἐκβεβλῆσθαι μὲν γὰρ τὴν πλευρὰν οὐκ ἀνάγκη οὐδὲ
6041129 μαντοσυνας
θάμνον , μάντιν ἐνὶ ζωοῖσι γεράσμιον , ᾗ ἐν Ἀπόλλων μαντοσύνας Κοροπαῖος ἐθήκατο καὶ θέμιν ἀνδρῶν : μὶξ δὲ κονυζῆεν
, ἀθανάτων ζακόρους σηκῶν θ ' ἁγίων ἱερῆας τεύχει , μαντοσύνας ζαθέης φαίνοντας ἀπ ' ὀμφῆς . σὺν δ '
6039351 πολυτειρεος
κακὴ καὶ ἀτάσθαλος Αἶσα . Τῶ νύ μ ' ἀκηχεμένην πολυτειρέος ἐκ βιότοιο νοσφίσατ ' ἐσσυμένως μηδ ' εἰς ἑὰ
. Οὐδέ τι Περσεύς , οὐδέ τι ἄκρα κόρυμβα μένει πολυτειρέος Ἀργοῦς : ἀλλ ' ἤτοι Περσεὺς μὲν ἄτερ γουνός
6035365 Μηριονης
αὐγαί : ὣς τοῦ χαλκὸς ἔλαμπε περὶ στήθεσσι θέοντος . Μηριόνης δ ' ἄρα οἱ θεράπων ἐῢς ἀντεβόλησεν ἐγγὺς ἔτι
Ἀργείων βασιλῆες ὅσοι κεκλήατο βουλήν . τοῖς δ ' ἅμα Μηριόνης καὶ Νέστορος ἀγλαὸς υἱὸς ἤϊσαν : αὐτοὶ γὰρ κάλεον
6030915 Ῥυτιον
, πόλεις εὖ ναιετοώσας . . . . Β : Ῥύτιον : προπαροξυτόνως ὡς στάδιον : οὐκ εὖ δὲ Τυραννίων
πολίτης Ῥύψ . τὸ κτητικὸν ἀπὸ τοῦ Ῥύπες Ῥυπικόν . Ῥύτιον , πόλις Κρήτης . ὁ πολίτης Ῥυτιεύς . τοῦ
6026304 διακρινω
ἐθελήσειας ; Οὐδαμῶς . Βούλει δῆτα ἐγώ σοι τρόπον τινὰ διακρίνω ; Πάνυ μὲν οὖν . Εἰ μὲν τοίνυν οἱ
„ ἐπειδὰν γένηται αὐτοῖς ἀντιλογία καὶ ἔλθωσι πρὸς μέ , διακρίνω ἕκαστον καὶ συμβιβάζω τὰ προστάγματα τοῦ θεοῦ καὶ τὸν
6023853 μεταϊξας
πολλὰ δὲ μερμήριζε κατὰ φρένα καὶ κατὰ θυμόν , ἠὲ μεταΐξας θάνατον τεύξειεν ἑκάστῃ , ἦ ἔτ ' ἐῷ μνηστῆρσιν
προθυμία , περιφραστικῶς ἡ μύραινα . Χηλῇσι : ὄνυξιν . μεταΐξας : ὁρμήσας . ἐπαΐξας : ἐπιστραφείς . δολιχῇσι :
6021388 Δελφις
, καὶ ἐκεῖ κατοικήσας ὁ Καστάλιος , οὗ ὁ υἱὸς Δέλφις ἐπεκράτησε τῶν τόπων , καὶ ἀπ ' αὐτοῦ Δελφοὺς
κἠξαπίνας ἅφθη κοὐδὲ σποδὸν εἴδομες αὐτᾶς , οὕτω τοι καὶ Δέλφις ἐνὶ φλογὶ σάρκ ' ἀμαθύνοι . ἶυγξ , ἕλκε
6019385 φι
αὐτοῦ τῆς συνδέσεως , καὶ οὗτος ὑποτμητέος : εἰ δὲ φῖ ἢ πῖ ἢ κάππα καὶ χῖ μὴ φωνοίη ,
ω τετράγωνον ὕπτιον ℧ καὶ ζ Ζ νήτη διεζευγμένων : φῖ πλάγιον καὶ η ἀμελη - # τικόν # τρίτη
6014362 παρανητη
ἐστὶν τοῦ κορυφαίου , οἷον τοῦ βασιλέως , ἡ δὲ παρανήτη πλησίον μᾶλλον τῆς μέσης : ἔστι δὲ ἡ μέση
παραμέση τρίτη διεζευγμένων παρανήτη διεζευγμένων διάτονος νήτη διεζευγμένων τρίτη ὑπερβολαίων παρανήτη ὑπερβολαίων διάτονος νήτη ὑπερβολαίων . Ἐν δὲ χρώματι οἵδε
6010730 Ἀντικλος
ἔνθ ' ἄλλοι μὲν πάντες ἀκὴν ἔσαν υἷες Ἀχαιῶν , Ἄντικλος δὲ σέ γ ' οἶος ἀμείψασθαι ἐπέεσσιν ἤθελεν :
ἔνθ ' ἄλλοι μὲν πάντες ἀκὴν ἔσαν υἷες Ἀχαιῶν , Ἄντικλος δὲ σέ γ ' οἶος ἀμείψασθαι ἐπέεσσιν ἤθελεν :
6008299 Τυδεϊδης
ἐν νηυσὶν κέαται βεβλημένοι οὐτάμενοί τε . βέβληται μὲν ὃ Τυδεΐδης κρατερὸς Διομήδης , οὔτασται δ ' Ὀδυσεὺς δουρὶ κλυτὸς
, οἳ δεύτεροι οἵ τε πάροιθεν . Ὣς φάτο , Τυδεΐδης δὲ μάλα σχεδὸν ἦλθε διώκων , μάστι δ '
6007164 Ὀφιος
Τόξον ἐπερχόμενον πρότεροι πόδες ἱππότα φηρός . Τόξῳ καὶ σπείρη Ὄφιος καὶ σῶμ ' Ὀφιούχου ἀντέλλει ἐπιόντι : καρήατα δ
ἡ τοῦ Ὀφιούχου κεφαλή . . . Ἀμφότεραι δ ' Ὄφιος πεπονείαται , ὅς ῥά τε μέσσον δινεύει Ὀφιοῦχον .
6007050 ῥηξε
? [ - ] ἀντικρὺ δ ? ! [ ] ῥῆξε ? ! [ ] κδε [ ] ! [
Ξάνθοιο ῥοάων . Αἴας δὲ πρῶτος Τελαμώνιος ἕρκος Ἀχαιῶν Τρώων ῥῆξε φάλαγγα , φόως δ ' ἑτάροισιν ἔθηκεν , ἄνδρα
6004109 ἐπορουσεν
Φυλεΐδεω ἕταρον , μεγαθύμων ἀρχὸν Ἐπειῶν . τῷ δὲ Μέγης ἐπόρουσεν ἰδών : ὃ δ ' ὕπαιθα λιάσθη Πουλυδάμας :
, εὖτε πάροιθεν ὄβριμος Ἡρακλέης Φολόης ἀνὰ μακρὰ κάρηνα Κενταύροις ἐπόρουσεν ἑῷ μέγα κάρτεϊ θύων , τοὺς ἅμα πάντας ἔπεφνε
6003843 ἐποψεται
] τὸν πειθαρχοῦντα . κριθῶντα ] πίονα ταῖς κριθαῖς . ἐπόψεται ] ἴδηι . ἠνάριζες ] ἐφόνευες . σὺν ]
περισσὴ καὶ ἀνόητός ἐστιν ἡ γραφή . καὶ πρόσχες : ἐπόψεται δὲ ὁ Μενέλαος τοὺς τόπους , ὅπου τάδε καὶ
6003774 Ἀσιος
, ἐγὼ δὲ ἀλληγορικωτέρως φημί , ὡς καὶ προεῖπον : Ἄσιός τις μαθηματικὸς φιλόσοφος ὡροσκοπήσας καὶ ἀστρολογήσας καλῶς τοῦτο κατεσκεύασεν
τοῦ Πλευ - ρῶνος : Θέστιον γὰρ τὸν Λήδας πατέρα Ἄσιός φησιν ἐν τοῖς ἔπεσιν Ἀγήνορος παῖδα εἶναι τοῦ Πλευρῶνος
6003718 Φυλακῃ
δὲ ὁ Ἴφικλος ἦλθεν : οὐ πολὺν χρόνον ἔμεινεν ἐν Φυλάκῃ . μήτρως : ὁ θεῖος . κασιγνήτην γὰρ ὄπυιεν
Ὀϊλῆος θείοιο ἔσκε Μέδων Αἴαντος ἀδελφεός : αὐτὰρ ἔναιεν ἐν Φυλάκῃ γαίης ἄπο πατρίδος ἄνδρα κατακτὰς γνωτὸν μητρυιῆς Ἐριώπιδος ,
6003074 ὀφιας
τῶν ἑνικῶν , ἐπεὶ οὐκ ἔστι μετὰ μακρᾶς . Τοὺς ὄφιας καὶ ὄφις καὶ ὄφεας καὶ ὄφεις . Ὦ ὄφιες
Πρῶτα μὲν ἀγρεύσαιτο κακήθεας ἐμπέραμος φώς τολμηρῇ μάρπτων χειρὶ θοοὺς ὄφιας , τοὺς ἤδη κρυεροῦ ἀπὸ χείματος οὐκέτι γαίης κρύπτουσι
5990110 οὐρειαι
αὐτόθι ἐκβλαστάνουσα ἄμπελε , καὶ ὦ θεῖον ἄντρον τοῦ δράκοντος οὔρειαί τε σκοπιαὶ θεῶν σύ τε , ὦ δέσποτα Ἄπολλον
πολύκαρπον οἰνάνθας ἱεῖσα βότρυν , ζάθεά τ ' ἄντρα δράκοντος οὔρειαί τε σκοπιαὶ θεᾶν νιφόβολόν τ ' ὄρος ἱερόν ,
5987001 Ἁρμονιης
αὖ περὶ χῶρον ἴδοις περιηγέα τύμβον , τύμβον , ὃν Ἁρμονίης Κάδμοιό τε φῆμις ἐνίσπει : κεῖθι γὰρ εἰς ὀφίων
μὲν οὐδ ' αἴης λάσιον μένος οὐδὲ θάλασσα : οὕτως Ἁρμονίης πυκινῶι κρύφωι ἐστήρικται Σφαῖρος κυκλοτερὴς μονίηι περιηγέι γαίων .
5985508 Λαερτης
. ὁ πολίτης Λαΐτης , ὡς Παυσανίας φησὶ πέμπτῳ . Λαέρτης , Κιλικίας χωρίον . Στράβων ιδʹ . Ἀλέξανδρος δὲ
αὐτὴν ἀπὸ τῆς Ἀφροδίτης κεκλῆσθαι , γράφων καὶ ἱστορίας . Λαέρτης , Κιλικίας χωρίον . Στράβων ιδʹ . Ἀλέξανδρος δὲ
5984642 εἰληλουθως
? [ ] [ ] σκεν ? ἄνακτος [ ] εἰληλουθώς [ ] ηονα ? ? λυγρῇ [ ] ια
, ὅς κεν ἐμῆς γε χοίνικος ἅπτηται , καὶ τηλόθεν εἰληλουθώς . ” ὣς ἄρ ' ἐφώνησεν , τῇ δ
5983011 ἀφηρπασε
? ? [ ] Ἐλπήνωρ ? τὸν ? [ ] ἀφήρπασε ? δώματα Κίρκης ἴκελα [ ] Ἀντιφάτῃ ? ?
μυὸς ἐν τῇ λίμνῃ νεκροῦ , καταπτὰς ἀετός , τοῦτον ἀφήρπασε , σὺν αὐτῷ δὲ προσηρτημένον ὁμοῦ καὶ τὸν βάτραχον
5979451 δολιχον
: ταῦτα δὲ ἤμελλον δοῦναι γέρας τοῖς νικῶσιν . . δολιχόν ἐστι τὸ ἑπτάκις ἀνελθεῖν καὶ κατελθεῖν , ἤγουν πλεονάκις
' , οἳ ναίουσιν Ἀχιλλῆος δρόμον αἰπὺν , στεινὸν ὁμοῦ δολιχόν τε , καὶ αὐτῆς ἐς στόμα λίμνης . Τῶν
5977959 Ἀθαμαντιδος
στρατὸς εἰς ἀντίπορον γείτονα χώραν , λινοδέσμῳ σχεδίᾳ πορθμὸν ἀμείψας Ἀθαμαντίδος Ἕλλας , πολύγομφον ὅδισμα ζυγὸν ἀμφιβαλὼν αὐχένι πόντου .
Εὐρώπην . . λινοδέσμῳ σχεδίᾳ ] στολῇ νηῶν . . Ἀθαμαντίδος Ἕλλης ] Ἀθάμας ἔσχε γυναῖκα ἐξ ἧς τὴν Ἕλλην
5977930 Μινυαν
φησὶ δὲ τῶν Ἀργοναυτῶν , ὅτι οἱ πλείους αὐτῶν εἰς Μινύαν τὸν Πο - σειδῶνος καὶ Τριτογενείας τῆς Αἰόλου τὸ
ἱστορία παρὰ Φερεκύδῃ . . . . , : Τὸν Μινύαν οἱ μὲν Ὀρχομενοῦ γενεαλογοῦσιν , ὡς Φερεκύδης , ἔνιοι
5976731 Ὀρνις
τοῖς βορεινοῖς τόποις ἔσω τοῦ βορείου πόλου ἐστὶν ὁ λεγόμενος Ὄρνις , ὑπὲρ ὃν Ὀϊστὸς παρατείνει , ὅπου ἡ Ἄρκτος
Βορρόθεν δέ ἐστι Δελφίν , Λύρα , τὸ Ζεῦγμα , Ὄρνις πλὴν τοῦ λαμπροῦ ἀστέρος κατὰ τὸ ὀρθοπύγιον αὐτοῦ καὶ
5969534 δευτ
συνέθυσαν . διόπερ ἔφη : ὦ Κύπρου δέσποινα , τεὸν δεῦτ ' ἐς ἄλσος φορβάδων κορᾶν ἀγέλαν ἑκατόγγυιον Ξενοφῶν τελέαις
βαίνειν ὀρχηστικῶς , οὓς καὶ βητάρμονας λέγει ὁ ποιητής „ δεῦτ ' ἄγε Φαιήκων βητάρμονες , ὅσσοι ἄριστοι . „
5969022 ἀναειρε
ἀπλήτοιο κατὰ χροὸς ἀμφιτεθέντα . Αὐτὸν δ ' αὖτ ' ἀνάειρε μέγαν σόλον , ὄφρά οἱ εἴη τερπωλὴ μένος ἠὺ
' αὖ θηεῦντό τε θάμβησάν τε . δεύτερος αὖτ ' ἀνάειρε πολύτλας δῖος Ὀδυσσεύς , κίνησεν δ ' ἄρα τυτθὸν
5968298 πολισμ
, πῶς ἂν Λοξίας ἐθέσπισεν κομίσαι μ ' ἄγαλμα θεᾶς πόλισμ ' ἐς Παλλάδος καὶ σὸν πρόσωπον εἰσιδεῖν ; ἅπαντα
πόλισμ ' ἅπαν ] + ἤγουν ἡ πόλις ἅπασα . πόλισμ ' ] ἡ πόλις . πόλισμ ' ] τὰ
5960638 Ἡνιοχοιο
κεφαλαὶ Διδύμων φορέονται , ἐν δὲ τὰ γούνατα κεῖται ἀρηρότος Ἡνιόχοιο , λαιὴ δὲ κνήμη καὶ ἀριστερὸς ὦμος ἐπ '
καὶ πάλιν : δὲ κεράατος ἄκρον καὶ πόδα δεξιτερὸν παρακειμένου Ἡνιόχοιο εἷς ἀστὴρ ἐπέχει . Ἐπὶ δὲ τοῦ Κηφέως ὁ
5960335 Τελχιν
ἀκτίς ἀκτῖνος ἀκτίν , δελφίς δελφῖνος δελφίν , Τελχίς Τελχῖνος Τελχίν , Σαλαμίς Σαλαμῖνος Σαλαμίν , ῥίς ῥινός ῥίν ,
αὐτὴν ἔχουσι κλίσιν , οἷον δελφίν δελφῖνος δελφίς δελφῖνος , Τελχίν Τελχῖνος Τελχίς Τελχῖνος , Σαλαμίν Σαλαμῖνος Σαλαμίς Σαλαμῖνος .
5959342 ἐασε
τοῖσι διήρεσα χερσὶν ἐμῇσι . Σκύλλην δ ' οὐκέτ ' ἔασε πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε εἰσιδέειν : οὐ γάρ
ἡ δ ' ἐμὴ οὐδέ περ υἷος ἐνιπλησθῆναι ἄκοιτις ὀφθαλμοῖσιν ἔασε : πάρος δέ με πέφνε καὶ αὐτόν . [
5954413 ριον
τὸ ἐκφοβοῦν σε : προσδέχου : μανιοποιοὶ πότνιαι χωρά - ρίον ἐστὶ βοιωτίας . . ? . παρόσον ἄοινα καὶ
τὸ ἐκφοβοῦν σε : προσδέχου : μανιοποιοὶ πότνιαι χωρά - ρίον ἐστὶ βοιωτίας . . ? . παρόσον ἄοινα καὶ
5953188 οὐριαχον
αὐτὰρ ὁ τοῖς ἄμοτον κοτέων Ἀφαρήιος Ἴδας κόψε παρ ' οὐρίαχον μεγάλῳ ξίφει : ἆλτο δ ' ἀκωκή ῥαιστὴρ ἄκμονος
' ἐν κραδίῃ ἐπεπήγει , ἥ ῥά οἱ ἀσπαίρουσα καὶ οὐρίαχον πελέμιζεν ἔγχεος : ἔνθα δ ' ἔπειτ ' ἀφίει
5951987 πληξε
οὐχ οὕτω συντεταγμένα ποιήματα οὐδὲν ἧττον ἢ ταῦτα καλά : πλῆξε δ ' ἀνασχόμενος σχίζῃ δρυός , ἣν λίπε κείων
[ . ] : ἔνθα μιν ἀντίθεος Τελαμὼν τροχοειδέι δισκῷ πλῆξε κάρη , Πηλεὺς δὲ θοῶς ἐνὶ χειρὶ τινάξας ἀξίνην
5950577 Ταλως
ὑφ ' ἧς ὁ ἄνεμος ἄγνυται . [ τοὺς δὲ Τάλως ] ὑπαὶ δέ οἱ ἔσκε : ὁ Τάλως ἐπὶ
τε Κάσον τε . ἄλλοι δὲ Κράπαθον αὐτὴν καλοῦσιν . Τάλως : ὄνομα κύριον . ἐπιωγήν : σκέπην , ὑφ
5949960 εἰδ
[ ] ! ! ! κατὰ ? ? ? πῦρ εἰδ ! [ [ ] ! αυτης ? ? Ἑλλ
[ ] ! ! ! κατὰ ? ? ? πῦρ εἰδ ! [ [ ] ! αυτης ? ? Ἑλλ
5949188 κιθαριστυν
χολωσάμεναι πηρὸν θέσαν , αὐτὰρ ἀοιδὴν θεσπεσίην ἀφέλοντο καὶ ἐκλέλαθον κιθαριστύν . περὶ δὲ Ὀρφέως τοῦ τρίτου μαθητοῦ τὰ κατὰ
τοιαῦτα ] . . . : πόθεν τὸ „ ἐκλέλαθον κιθαριστύν „ ; ἐκ τοῦ λήθω τὸ λανθάνω : καὶ
5949152 ἐκτετελεσται
οὐδετέρως δὲ τὸ ἔπαθλον : οὗτος μὲν δὴ ἄεθλος ἀάατος ἐκτετέλεσται , ἐπὶ δὲ τῶν ἐπάθλων . ἀέθλια πός '
μελισταγέος νιφετοῖο : ὦ φίλοι , ἤδη μὲν κρύφιος λόχος ἐκτετέλεσται χερσὶ μὲν ἀνδρομέῃσιν , ἀτὰρ βουλῇσιν Ἀθήνης . ὑμεῖς
5948788 Ἰριν
θοῦρον Ἄρηα . Ἥρη δ ' Ἀπόλλωνα καλέσσατο δώματος ἐκτὸς Ἶρίν θ ' , ἥ τε θεοῖσι μετάγγελος ἀθανάτοισι ,
τινά . ἐπὶ τῷ τέλει κορωνίς . 〛 πρὸς τὴν Ἶρίν φησι καταλαβὼν αὐτήν . . πλοῖον ἢ κυνῆ :
5946980 ἐκλελαθον
δὲ χολωσάμεναι πηρὸν θέσαν , αὐτὰρ ἀοιδὴν θεσπεσίην ἀφέλοντο καὶ ἐκλέλαθον κιθαριστύν . περὶ δὲ Ὀρφέως τοῦ τρίτου μαθητοῦ τὰ
δὲ χολωσάμεναι πηρὸν θέσαν , αὐτὰρ ἀοιδὴν θεσπεσίην ἀφέλοντο καὶ ἐκλέλαθον κιθαριστύν : τῶν αὖθ ' ἡγεμόνευε Γερήνιος ἱππότα Νέστωρ
5939456 Οἰνηος
' ἀγχίαλον Καλυδῶνά τε πετρήεσσαν : οὐ γὰρ ἔτ ' Οἰνῆος μεγαλήτορος υἱέες ἦσαν , οὐδ ' ἄρ ' ἔτ
Τρώων τὸν Ἕκτορα , ὡς κἀκεῖ οὐ γὰρ ἔτ ' Οἰνῆος μεγαλήτοροςοὐδέ τ ' αὐτὸς ἔην θάνε δὲ ξανθὸς Μελέαγρος
5939130 τελσον
τέλος . τέκτων πᾶς τεχνίτης , παρὰ τὸ τεύχειν . τέλσον πέρας . τεληέσσας ἤτοι τὰς τελείας καὶ ἐπιτελεστικὰς τῶν
αὔλακα : “ ἱεμένω κατὰ ὦλκα , τέμνει δέ τε τέλσον ἀρούρης ” καὶ πάλιν “ τῷ κέ μ '
5938251 ἀϋσας
ὕφελκε ποδοῖιν . τῷ δ ' Ἀκάμας ἔκπαγλον ἐπεύξατο μακρὸν ἀΰσας : Ἀργεῖοι ἰόμωροι ἀπειλάων ἀκόρητοι οὔ θην οἴοισίν γε
ἔχε μείλινον ἔγχος . Δηΐφοβον δ ' ἐκάλει λευκάσπιδα μακρὸν ἀΰσας : ᾔτεέ μιν δόρυ μακρόν : ὃ δ '
5937882 ὀτρυνον
μενέαινε κῦδος ἀρέσθαι . ἢ ἐθυμοῦτο . . πρῶτα μὲν ὄτρυνον Λυκίων ἡγήτορας ἄνδρας πάντῃ ἐποιχόμενος , Σαρπηδόνος ἀμφιμάχεσθαι :
προγόνοις τὸν ποικίλον καὶ πολύφθογγον ὕμνον διαπλέκων καὶ συντιθείς . ὄτρυνον νῦν ἑταίρους , Αἰνέα : ἀποστρέφει τὸν λόγον πρὸς
5934840 συντιθημι
τὴν ἀτέλειαν τοὺς ἔχοντας : ἢ τὰς δύο προτάσεις ἐκλαβὼν συντίθημι ἐν μὲν γὰρ τῷ γράψαι μηδένα εἶναι ἀτελῆ καὶ
ἐπιστέλλω , καὶ συντάσσεται δοτικῇ . γράφω καὶ τὸ γράμματα συντίθημι , καὶ τὸ ζωγραφῶ , καὶ συντάσσεται αἰτιατικῇ .
5932721 ἱκανε
ταῦτα ἐνταῦθα . . . . . Ἡφαίστου δ ' ἵκανε δόμον Θέτις ἀργυρόπεζα : ὅτι ἐν Ὀλύμπῳ τὸ χαλκεῖον
ἵκωνται : ὣς ἀπ ' Ἀχιλλῆος κεφαλῆς σέλας αἰθέρ ' ἵκανε : στῆ δ ' ἐπὶ τάφρον ἰὼν ἀπὸ τείχεος
5923003 εδα
] νκαλ ? [ [ ] νομε [ [ ] εδα [ . . . . . . [ ]
μεν [ . . . . . . [ ] εδα ? [ [ ] να [ . . .
5921969 ἀνορουσεν
αἱ μὲν ἔδυσαν κευθμῶνα Κρήτης Μινωίδος , ἡ δ ' ἀνόρουσεν Οὔλυμπόνδε θοῇσι μεταχρονίη πτερύγεσσιν . Τόφρα δ ' ἀριστῆες
, στὰν δὲ πρόσθ ' αὐτοῖο : ταφὼν δ ' ἀνόρουσεν Ἀχιλλεὺς αὐτῇ σὺν φόρμιγγι λιπὼν ἕδος ἔνθα θάασσεν .
5921559 σμερδαλεα
εἴη . Αὐτὰρ ὃ βῆ παρὰ θῖνα θαλάσσης δῖος Ἀχιλλεὺς σμερδαλέα ἰάχων , ὦρσεν δ ' ἥρωας Ἀχαιούς . καί
κυρίως τὸ τῇ ὄψει καταπληκτικὸν , λέγεται δὲ καὶ βοὴ σμερδαλέα καὶ δοῦπος καὶ ἄλλα τοιαῦτα . μέρδω τὸ ἀφανίζω
5918866 ἐκαλεσσε
αὐτοκασίγνητος Ἑκάβης , υἱὸς δὲ Δύμαντος . μάτρωος δ ' ἐκάλεσσέ μιν : ὁ Λοκρὸς τὸν Ὀποῦντα . ἦν δὲ
καὶ Διὸς , ἐπίκλησιν δὲ Λοκροῦ . μάτρωος δ ' ἐκάλεσσέ μιν ἰσώνυμον ἔμμεν : ἡσθεὶς οὖν ἐκάλεσεν αὐτὸν τοῦ
5916725 κατεπεφνε
ἐς Τροίην ὑπ ' ἀρηιθόῳ Μενελάῳ : καί ἑ Πάρις κατέπεφνε τυχὼν ὑπὸ μαζὸν ὀιστῷ δεξιόν , ἐκ δέ οἱ
ὅτι ἓν σῶμα ἡ Χίμαιρα . . καὶ τὴν μὲν κατέπεφνε θεῶν τεράεσσι πιθήσας : ἡ διπλῆ , ὅτι οὐδὲν

Back