μαλακίαν καὶ οὐκ εὐβουλίαν ἡγουμένων , εἰ τοὺς πολεμίους ἰδόντες ἀναχωρήσουσιν , ἐν ᾧ καὶ καταφρονοῦντες φεύγουσιν ἐπικείσονται , δεύτερα
αὖθι μένειν παρὰ νηυσὶν ἀπόπροθεν , ἦε πόλιν δὲ ἂψ ἀναχωρήσουσιν , ἐπεὶ δαμάσαντό γ ' Ἀχαιούς . ταῦτά κε
6938442 μητιοωσι
τινά που καὶ φῆμιν ἐνὶ Τρώεσσι πύθοιτο , ἅσσά τε μητιόωσι μετὰ σφίσιν , ἢ μεμάασιν αὖθι μένειν παρὰ νηυσὶν
ἐπίταγμα τῶν τριῶν προσώπων . . . . ἅσσα τε μητιόωσι μετὰ σφίσιν , ἢ μεμάασιν αὖθι μένειν παρὰ νηυσὶν
6800716 δαμασαντο
, γένος ἔξοχον Ἱππομέδοντος οἵ ποτε Νέστορα καὶ λαοὺς πολέμῳ δαμάσαντο . Ἱστορεῖ Ἀρίαιθος . . . . . :
γένος ἔξοχον Ἀμφιδάμαντος , οἵ ποτε Νέστορα καὶ λαοὺς πολέμῳ δαμάσαντο . Ἱστορεῖ Ἀρίαιθος . . . . , :
6625487 διωκεσθαι
. οἱ δὲ ἐπὶ τοὺς βωμοὺς ἱκέται καταφυγόντες ἠξίουν μὴ διώκεσθαι ἢ μετὰ τῶν ὅπλων ἐκπέμπεσθαι . Θεοκλῆς μετὰ τῶν
ὅτε τὴν ἀμνηστίαν ἐκύρου τῶν γεγονότων ; ἢ ὅτε μηδένα διώκεσθαι φόνου ; ἢ ὅτε ζήτησιν εἶναι τῶν κοινῶν χρημάτων
6488610 ἐδουλωθησαν
ἔχοντες παραδεί - γματα τῶν τ ' ἐκεῖ Ἑλλήνων ὡς ἐδουλώθησαν οὐκ ἀμύνοντες σφίσιν αὐτοῖς , καὶ νῦν ἐφ '
αἰτιασόμενοι , ὅτι ἔχοντες παραδείγματα τῶν ἐκεῖ Ἑλλήνων , ὡς ἐδουλώθησαν οὐκ ἀμύνοντες σφίσιν αὐτοῖς , καὶ νῦν ἐφ '
6481126 ἀπειλουντες
ξύλου εἱλίσσειν τὸ γραφὲν ἐν σκυτάλῃ καὶ πέμπειν , οἱονεὶ ἀπειλοῦντες οἱ παλαιοὶ οἷς ἐβούλοντο πέμπειν : οἱ δὲ δεχόμενοι
ἐρημότερος γεγένηται ἢ ἐγὼ προσεδόκων . πολλοὶ γὰρ ἦσαν οἱ ἀπειλοῦντες καὶ οἱ φάσκοντες Φιλοκράτους κατηγορήσειν . ὧν οὐδεὶς νυνὶ
6417912 τετριμμενῃ
θέρμοις πικροῖς μετὰ ἀμόργης τετριμμένοις , ἢ ἀσφαλτῷ μετὰ ἐλαίου τετριμμένῃ , ἢ ἑψημένῃ . Μύρμηκες οὐχ ἅπτονται μελιτηροῦ ἀγγείου
παλαιῷ διάχριε τοὺς μυκτῆρας συνεχῶς , ἢ θείῳ καὶ σμύρνῃ τετριμμένῃ μετ ' οἴνου καὶ μέλιτος καὶ ἐλαίου . [
6411335 μεμαασιν
Τρώεσσι πύθοιτο , ἅσσά τε μητιόωσι μετὰ σφίσιν , ἢ μεμάασιν αὖθι μένειν παρὰ νηυσὶν ἀπόπροθεν , ἦε πόλιν δὲ
εὐρέα νῶτα θαλάσσης . νῦν αὖ παῖδ ' ἀγαπητὸν ἀποκτεῖναι μεμάασιν οἴκαδε νισόμενον : ὁ δ ' ἔβη μετὰ πατρὸς
6394141 ἐντιμοτεροι
, ἐφ ' ὅσον , οἶμαι , καὶ οἰκήτορες οἰκητόρων ἐντιμότεροι : βούλεται γὰρ τῇ τῆς ὑποδεξαμένης προνομίᾳ βεβαιοτάτην ἀσφάλειαν
καὶ ἀκούσαντες διηγούμενοι καὶ προσεπιμετροῦντες ἔτι πλείω τούτων , ὡς ἐντιμότεροι εἶεν παρὰ τῷ δεσπότῃ . ἐξέκαιον οὖν τὸν ἄθλιον
6363458 θαρσησαντες
δὲ οὐδεὶς ὑπὸ ταῖς ἁμάξαις . ἔνθα δὴ οἱ Μακεδόνες θαρσήσαντες , ὅτι ἀβλαβεῖς αὐτοῖς , ἃς μάλιστα ἐδεδίεσαν ,
τῶν ἱερείων . οἱ στρατιῶται ταῦτα ἀκούσαντες καὶ ὁρῶντες πλεῖον θαρσήσαντες μετὰ μείζονος προθυμίας ἐν τῇ Κορωνείᾳ παρετάξαντο . Ἀγησίλαος
6361686 ἀσημως
οἱ μὴ ταχὺ ἀναπτύοντες πέπονα , ὀλέθριοι . Ἐν κυνάγχῃ ἀσήμως εἰς κεφαλὴν ἀλγήματα μετὰ πυρετοῦ , ὀλέθρια . Ἐν
] δηλοῦντες . αἰολοστόμους ] ποικίλους , δυσνοήτους . . ἀσήμως δυσκρίτως ] σκοτεινῶς , ἀγνώστως . τὸ ἀσήμως καὶ
6357165 ἀποχωρουσιν
ἤδη τῆς οὐ δι ' ὀλίγου πόνου ἐκτημένης θαλάσσης ἡγούμενοι ἀποχωροῦσιν : οἱ δὲ Συρακόσιοι , εἰ οὓς σαφῶς ἴσασι
ἢ καὶ πειρᾶσαι τὰ δεινά , ταχὺ δὲ καὶ πειράσαντες ἀποχωροῦσιν , οὔτ ' ἐλπίζειν οὔτε φέρειν τοὺς κινδύνους δυνάμενοι
6317559 κμω
, ὃ σημαίνει τὴν ἡλικίαν , τοῦτο δὲ παρὰ τὸ κμῶ , τὸ κοπιῶ , γίνεται : κμή καὶ μετὰ
ἀκμῆτες : μὴ κεκοπιακότες : παρὰ τὸ κάμω , συγκοπῇ κμῶ καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ α ἀκμής : ῥεῖα δ
6305296 χειρωσεσθαι
' ἐλπίδα εὐημερήματι φυσηθεὶς προῄει , καὶ τοὺς ἄλλους ἅπαντας χειρώσεσθαι νομίζων . οἱ δὲοὐ γὰρ ἐγνάμφθησαν ἥττῃ τῆς προερχομένης
ἐγγὺς οὖσαν κακώσειν καὶ τὰ ἐν τῇ ἠπείρῳ Αἰολικὰ πολίσματα χειρώσεσθαι . καὶ οἱ μὲν ταῦτα παρασκευάζεσθαι ἔμελλον . Ἀθηναῖοι
6279795 ἀνυσειν
δὲ λεῖαι μὲν ἀνάντεις δὲ μετὰ παρολκῆς καὶ δυσθυμίας σημαίνουσιν ἀνύσειν τὰ προκείμενα , [ ἐὰν δέ τις ἐξαναβῇ καὶ
τρυχόμενος , κακὰν ἐλπίδ ' ἔχων ἔτι μέ ποτ ' ἀνύσειν τὸν ἀπότροπον ἀΐδηλον Ἅιδαν . Καί μοι δυσθεράπευτος Αἴας
6275394 ἐρεθισθεντες
ἄλλως δὲ ἁπλοῦν καὶ οὐ κακόηθες . διὰ δὲ τοῦτο ἐρεθισθέντες μὲν ἀθρόοι συνίασι πρὸς τοὺς ἀγῶνας καὶ φανερῶς καὶ
, ποτὲ δὲ καὶ μέχρι τραύματος προίασιν καὶ ἐκ τούτου ἐρεθισθέντες , ἐὰν μὴ ἐπισχῶσιν οἱ παρόντες , καὶ ἕως
6252589 Ἀκαρνασιν
. μετὰ δὲ τοῦτο ἡ ξυμμαχία πρῶτον ἐγένετο Ἀθηναίοις καὶ Ἀκαρνᾶσιν . οἱ δὲ Ἀμπρακιῶται τὴν μὲν ἔχθραν ἐς τοὺς
δὲ Μεσσήνιοι συνεστραμμένοι μετ ' ἀλλήλων , ὁπότε ἀθρόοι τοῖς Ἀκαρνᾶσιν ἐμπέσοιεν , ἐτάρασσον μὲν τοὺς κατὰ ταὐτὸ ἑστηκότας καὶ
6251372 λεγοιμεθα
μηδὲ οἰκεῖα τῷ προκειμένῳ φαινώμεθα διεξιόντες , μακρολογεῖν εἰκότως ἂν λεγοίμεθα . καθ ' αὑτὸ δὲ ἄλλως οὔτε μῆκος οὔτε
Καλλίμαχος “ λῖρος ἐγώ . ” παρὰ τὸ λίαν . λεγοίμεθα διαλεγοίμεθα . τὸ “ λέξητε ἐν μέσσῃσιν ” ἀντὶ
6232794 ἀμυνοντες
Μεσσηνίοις γινόμεναι καὶ οἱ ἀπὸ τοῦ τείχους τοῖς σφετέροις προθύμως ἀμύνοντες : ταύτῃ μὲν δὴ μὴ περισχεθῆναι σφᾶς ἐκώλυε ,
μὲν ἀρχαιότατα ὁ πρὸς Ἰλίῳ πόλεμος , δεύτερα δὲ ὁπόσα ἀμύνοντες Μεσσηνίοις Λακεδαιμονίων ἐναντία ἐμαχέσαντο : μέτεστι δὲ καὶ πρὸς
6229542 ἀρεσκοι
λέγοιντο τὴν λεγομένην πολιτικὴν φιλίαν . τούτων δὲ οἱ μὲν ἄρεσκοί εἰσι , πάντα τοῖς συνοῦσι χαριζόμενοι , περὶ ὧν
λέγοιντο τὴν λεγομένην πολιτικὴν φιλίαν . τούτων δὲ οἱ μὲν ἄρεσκοί εἰσι , πάντα τοῖς συνοῦσι χαριζόμενοι , περὶ ὧν
6226200 ἀλεωρη
Ἀλεύας , πατὴρ Ἀργοῦς τοῦ Παντόπτου . . . . ἀλεωρή : ἡ φυλακὴ καὶ ἡ φυγή . ἡ μὲν
τῶν κακῶν . ἢ ἀντὶ τοῦ δεσπόζουσα καὶ συμφέρουσα . ἀλεωρή : ἡ φυγὴ τοῦ κακοῦ ἤτοι τῆς ἀτεκνίας .
6215475 ἐκνομον
ἐπηλύγασεν ἱματίοις καὶ τὸν καὶ τήν , καὶ ἐξειργάσαντο τὸ ἔκνομόν τε καὶ ἔκδικον ἐκεῖνο ἔργον . ὡς δὲ ἄμφω
, ἐπηλύγασεν ἱματίοις τὸν καὶ τήν , καὶ ἐξειργάσαντο τὸ ἔκνομόν τε καὶ ἔκδικον ἐκεῖνο ἔργον . ὡς δὲ ἄμφω
6182716 ῥηϊδιοι
τὸ μετόπωρον τελευτῶϲι τὸν βίον . κοτὲ καὶ γέροντεϲ ἁλῶναι ῥηΐδιοι καὶ ἀπόφρικτοι ἁλόντεϲ , ὅϲον βραχείηϲ ῥοπῆϲ ἐϲ εὐνὴν
ὀλιζότεροι πόδες αὐτοῖς . τοὔνεκα ῥηΐδιοι πτώκεσσι πέλουσι κολῶναι , ῥηΐδιοι πτώκεσσι , δυσάντεες ἱππελάτῃσι . ναὶ μὴν ἀτραπιτοῖο πολυστιβίην
6144909 ἐουσεων
δέοντος χωρήσῃ γυναικὶ τὰ λοχεῖα , οἷα τῶν μητρέων στενοστόμων ἐουσέων καὶ παρεστραμμένων , ἢ τοῦ αἰδοίου ἐπιμεμυκότος κάρτα ὑπὸ
. Ἠγάγετο δὲ τούτων τοὺς μὲν ἐκ τῶν κατὰ Μέμφιν ἐουσέων λιθοτομιέων , τοὺς δὲ ὑπερμεγάθεας ἐξ Ἐλεφαντίνης πόλιος πλόον
6142564 ῥωοντο
, βῆ δὲ θύραζε χωλεύων : ὑπὸ δ ' ἀμφίπολοι ῥώοντο ἄνακτι χρύσειαι ζωῇσι νεήνισιν εἰοικυῖαι . τῇς ἐν μὲν
ἅμα τοῖσι κίε σθένεϊ βλεμεαίνων χωλεύων , ὑπὸ δὲ κνῆμαι ῥώοντο ἀραιαί . ἐς δὲ Τρῶας Ἄρης κορυθαίολος , αὐτὰρ
6131212 ἀνετρεποντο
. . + * . . Ἀνεκυμβαλίαζον : ἀνεκρότουν ἢ ἀνετρέποντο : δίφροι δ ' ἀνεκυμβαλίαζον , . + .
ἐσκυλευμένα κάτω διερριπτεῖτο , τὴν ὕβριν οὐκ ἔφερον , ἀλλὰ ἀνετρέποντο ὑπὸ τῆς ὄψεως , καὶ μικρὸν ἔστησαν ἀποροῦντες ὥσπερ
6128785 βιασθειεν
μὴ ναυμαχῶσιν . Οἱ δὲ πρῶτον μὲν , ὡς μὴ βιασθεῖεν , εἰς τὸν ποταμὸν εἰσωρμίσαντο , προσφερομένων δὲ τῶν
ὀνομάζειν θεόν . ἄξιον ἐπαινεῖν καὶ τούς , εἴ ποτε βιασθεῖεν ὀμνύναι , τῷ μέλλειν καὶ βραδύνειν καὶ ἀποκνεῖν ἐμποιοῦντας
6120774 συνεκλεισαν
οἱ ἅμα αὐτῷ εἰσπεσόντες ὁμοῦ τοῖς παρ ' Ἀλεξάνδρου τοξόταις συνέκλεισαν . καὶ ἔστε μὲν πρὸς τὸ Ἡράκλειον ἀναχωροῦσιν εἵποντο
τεσσάρων τούτων πᾶσαν συνιστήσαντο τὴν γραφὴν τῆς τέχνης , καὶ συνέκλεισαν μετὰ εὐόρκων θεσμοφορίων . Ἴστε γὰρ αὐτοὶ πάντα τὰ
6117929 Ἀπουληιος
γάρ οἱ συνάρχων οὐ συνέθετο . μικρὸν οὖν ὕστερον ὁ Ἀπουλήιος ὡς ἀμυνούμενος τὸν Μέτελλον ἐς ἑτέραν παρήγγελλε δημαρχίαν ,
. ἐπειδὴ παρὰ Ἀπουληίου στρατιάν τέ τινα εἰλήφει , ὅσην Ἀπουλήιος εἶχεν , καὶ χρήματα ἐς ἑξακισχίλια καὶ μύρια τάλαντα
6117137 φυρδην
πολέμιοι καὶ ἐστρέφοντο ἐν ταῖς πληγαῖς . καὶ ἐνταῦθα δὴ φύρδην ἐμάχοντο καὶ πεζοὶ καὶ ἱππεῖς , πεπτωκὼς δέ τις
. Ἄρδην : παρὰ τὸ ἀρδῶ ἄρδην : ὡς φύρω φύρδην , μίγω μίγδην . οὕτω Φιλόξενος . . .
6100063 οὐροισι
ἀπὸ τῆς κεφαλῆς ταῦτα ἀποκαταῤῥέει . Ὁκόσοισι πυρέσσουσιν ἐν τοῖσιν οὔροισι κριμνώδεες αἱ ὑποστάσιες γίνονται , μακρὴν τὴν ἀῤῥωστίην σημαίνουσιν
γιγνομένη σμικρὴν τὴν διαχώρησιν σημαίνει . ὁκόσοισι πυρέσσουσιν ἐν τοῖς οὔροισι κριμνώ - δεες ὑποστάσεις γίνονται μακρὴν τὴν ἀῤῥωστίην σημαίνουσιν
6098421 εὑρημ
; λέγε , πέραινε σοὺς λόγους . σῶσαι τόδ ' εὕρημ ' ἐς τὸν ὄντα νῦν χρόνον . ἔχει δέ
χθονὸς πολλὰς ἐφέλκων συμφορὰς ἀμηχάνους , τί τοῦδ ' ἂν εὕρημ ' ηὗρον εὐτυχέστερον ἢ παῖδα γῆμαι βασιλέως φυγὰς γεγώς
6073534 συνειχον
δηγμάτων ὀξεῖς θανάτους ἀπειργάζοντο . τὸν δὲ πληγέντα πόνοι δεινοὶ συνεῖχον καὶ ῥύσις ἱδρῶτος αἱματοειδοῦς κατεῖχε . διόπερ οἱ Μακεδόνες
πεζῇ δὲ πέντε μυριάσι πλησίον τῶν τειχῶν στρατεύοντες , τειχήρεις συνεῖχον τοὺς Συρακοσίους , καὶ τὴν χώραν αὐτῶν κατατρέχοντες ἔρημον
6069457 ἐπιστρεφομενοι
καὶ ζῶντα φήσαντες αὐτοὶ μὲν ὑπέστρεψαν ἐς τὸ φροντιστήριον * ἐπιστρεφόμενοι πρὸς τὸν ἄνδρα καὶ δηλοῦντες , ὅτι ἄκοντες αὐτοῦ
τὸ φεύγειν , οἱ δὲ Τοῦρκοι ἐπέκειντο : συχνῶς οὖν ἐπιστρεφόμενοι τούτους ἀνέκοπτον τῆς ὁρμῆς , ἕως ὁ ἵππος ὃν
6055590 δαμη
τῇ πᾶσι κοινῶς ἐπερχομένῃ . παγκοίνῳ ] δημοσίᾳ . θ δάμη ] ἐδαμάσθη . δάμη ] ἐδαμάσθη , ἐπλήγη .
δάμη ] ἐδαμάσθη , ἐπλήγη . δάμη ] ἐπλήγη . δάμη ] ἠφάνισται . θ οὗτος δ ' ὁ μάντις
6053380 διαγαγοντες
φαρέτραν , καὶ εἰ μὲν ἀλύπως τύχοιεν τὴν ἡμέραν ἐκείνην διαγαγόντες , καθιέναι εἰς τὴν φαρέτραν ψηφῖδα λευκήν : εἰ
φαρέτραν , καὶ εἰ μὲν ἀλύπως τύχοιεν τὴν ἡμέραν ἐκείνην διαγαγόντες , καθιέναι εἰς τὴν φαρέτραν ψηφῖδα λευκήν : εἰ
6050844 μεταλλακτος
ἐνηλλαγμένος . θ μεταλλακτὸς ] + διά τινος χρόνου . μεταλλακτὸς ] ἴσως ἀλλοιωθείη ἄν . Ξ ἴσως ] τάχα
ἔχουσιν . . λήματος ἀντροπαίᾳ ] φρονήματος μεταβολῇ . χρονίᾳ μεταλλακτὸς ] μετὰ ταῦτα ἐνηλλαγμένος . . θαλερωτέρῳ ] ἡμερωτέρῳ
6049501 φοβεραι
” ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι τῶν πονηρῶν αἱ χάριτες φοβεραί εἰσιν . ταὼν γεράνου κατεγέλα κωμῳδῶν τὴν χροίαν αὐτοῦ
καὶ ἡ Ῥέα λέουσιν ἐποχουμένη καὶ ἡ Ἑκάτη ξενοφυὴς οὖσα φοβεραί . θύουσι δὲ αὐταῖς κύνας , ὥς φησι Σώφρων
6049372 σχολαζοι
οὗτος ὀνειδισθεὶς ὑπό τινος ὅτι οὐχὶ παρὰ Ἀρίστωνι μετὰ πολλῶν σχολάζοι : ” εἰ τοῖς πολλοῖς , εἶπε , προσεῖχον
ὁ Ἀντίγονος , καὶ φιλοπότης καὶ ἀπὸ τῶν φιλοσόφων εἰ σχολάζοι ποιήματα συνέγραφε : καὶ γὰρ καὶ ἔπη καὶ τραγῳδίας
6048512 πελασαντες
δὲ ἐπὶ τοῦ φρουρίου τῇ καταλήψει ὀλίγαις ἡμέραις ὕστερον Ζαριάσποις πελάσαντες τῇ μὲν πόλει προσβαλεῖν ἀπέγνωσαν , λείαν δὲ πολλὴν
. μάχονται δὲ ἀπὸ ἵππων , σειρὰς ἱμάντων ἑλίσσοντες : πελάσαντες δὲ τοῖς πολεμίοις ἐφιᾶσι τοὺς ἀπὸ τῶν ἱμάντων βρόχους
6040550 εἰκουσι
ἄλλως διαφέρουσιν , ὅτι ἐπὶ τῶν κατὰ πρωτοπάθειαν τοῦ ἥπατος εἴκουσι τῇ ἁφῇ καὶ κοιλαίνονται , ἐπὶ δὲ τῶν κατὰ
τἄλλα κἂν ἀναισχυντήσαι τις , ἐν δὲ ὑδάτων μνήμῃ πάντες εἴκουσι . τὰ μὲν καλὰ πλήθει νικῶμεν , τὰ δὲ
6029088 σουσθε
τροπῇ τοῦ ἑτέρου ε εἰς ο καὶ καταβιβασμῷ τοῦ τόνου σοῦσθε . σοῦσθε ] σεύεσθε καὶ κατὰ συγκοπὴν σεῦσθε ,
τὰς μελίσσας καὶ τοὺς σφῆκας . τοὺς σφῆκας ἀπελαύνουσι ” σοῦσθε “ λέγοντες . σοῦσθε : ὁρμᾶσθε , πορεύεσθε .
6028711 πυλιδες
ἢ δοκῶν ἐπιτεθεισῶν οἰκοδομεῖται φυλακτήρια : ἐπὶ δὲ τῶν διεξόδων πυλίδες ἐπιτίθενται . κατὰ δὲ τὸ μέσον αὐτῶν πύργοι [
ἕδραν αἱμοῤῥοΐδες τυφλαὶ , ῥαγάδες , πρόπτωσις , κονδυλώματα , πυλίδες . γίνεται δὲ καὶ μήτρας ὅλης πρόπτωσις εἰς τὰ
6026867 ἀϊστω
παράγωγον ὄνομα ἄϊστος , [ ἐκ τούτου ] γίνεται ῥῆμα ἀϊστῶ καὶ τροπῇ τοῦ τ εἰς θ ἀΐσθω , ἐξ
παράγωγον ῥῆμα 〛 ἄϊστος , ἐκ τούτου γίνεται παράγωγον ῥῆμα ἀϊστῶ καὶ τροπῇ τοῦ τ εἰς θ καὶ κράσει ἀΐσθω
6012706 ὀλοῃ
πληθύν . Πολέεσσι δ ' ὀλέθριον ὤπασεν ἦμαρ ἐσσυμένως : ὀλοῇ γὰρ ἀλίγκιος αἰὲν ἀέλλῃ θαρσαλέως δηίοισιν ἐπῴχετο : τοῦ
βεβριθότα , δεῖμα μὲν ὅσσοις εἰσιδέειν , αἰεὶ δ ' ὀλοῇ κεκορυθμένα λύσσῃ , πολλὰ μὲν εὐρυπόροισιν ἐνιστρέφεται πελάγεσσιν ,
6008701 ἀλεεινεν
πολλὸν ἐπὶ χρόνον ἀγχόθι μίμνε χηραμοῦ : ἣ δ ' ἀλέεινεν : ὃ δ ' ἐνθέμενος δόλον αἰνὸν θάμνῳ ὑπεκρύφθη
: ἐκ δὲ πάλιν κίεν ἔνδοθεν , ἄψ τ ' ἀλέεινεν εἴσω , τηΰσιοι δὲ πόδες φέρον ἔνθα καὶ ἔνθα
6006474 ἀφαρκτοι
καὶ ἔργῳ οὐδὲν σφᾶς δεῖν λαμβάνειν ἃ γνώμῃ ἔξεστιν , ἄφαρκτοι μᾶλλον διεφθείροντο . [ Ἐν δ ' οὖν τῇ
διανταίῳ βέλει : ἐξ ὀμμάτων δὲ δίψιοι πίπτουσί μοι σταγόνες ἄφαρκτοι δυσχίμου πλημυρίδος , πλόκαμον ἰδούσῃ τόνδε : πῶς γὰρ
6004580 διεκπλωσαντες
. καὶ ἔνθεν αὖ ἐν στόματι ἄλλου ποταμοῦ ὁρμίζονται , διεκπλώσαντες σταδίους ἐς ὀκτακοσίους : Σιτακὸς ὄνομα τῷ ποταμῷ ἦν
πρώτην φυλακὴν ἄραντες καταίρουσιν ἐς Κύιζα , ἐς ὀκτακοσίους σταδίους διεκπλώσαντες , ἵνα αἰγιαλός τε ἔρημος ἦν καὶ ῥαχίη .
6003959 ἐλπισθεντων
δὲ μᾶλλον αὐτοῦ γλιχόμενος καὶ τῆς ἐπὶ τοῖς μέλλουσι τῶν ἐλπισθέντων ἀμοιβῆς . Καὶ μάλα γε εἰκότως , ὅ γε
ἀνιάσῃ , ἢν ἐννοήσῃς ὅτι οὐ μόνος ἔξω μένεις τῶν ἐλπισθέντων ἀγαθῶν , ἀλλὰ πάντες ὡς ἔπος εἰπεῖν περὶ ὄνου
6001475 Πενεσται
Ἡρακλείᾳ τῇ Ποντικῇ καὶ Εἵλωτες ἐν Λακεδαίμονι καὶ ἐν Θετταλίᾳ Πενέσται καὶ Καλλικύριοι ἐν Συρακούσαις . κλεισίαι : αὔλειοι πυλῶνες
τῆς χώρας . καὶ ἀπὸ τοῦ μεῖναι Μενέσται καλούμενοι ὕστερον Πενέσται μετωνομάσθησαν παραφθαρέντος τοῦ χαρακτῆρος . περὶ ὄνου σκιᾶς :
6000311 καταπληττομενος
καὶ χρήμασι δουλεύων καταφρονείσθω ὡς μικρόψυχος ὢν καὶ ἀνελεύθερος καὶ καταπληττόμενος ὑπὸ κτημάτων πολυτελῶν καὶ βίου τραγῳδουμένου , καὶ .
ἕπηται τῇ τὰς κατὰ μέρος ἀρετὰς τυπούσῃ σφραγῖδι κατανοῶν καὶ καταπληττόμενος αὐτῆς τὸ θεοειδέστατον κάλλος ἤ τινι προσέρχηται δεξαμένῃ τὸν
5997339 εἰσηρρησεν
φθορᾶς παρεγένετο . Γ εἰσήρρησεν ] μετὰ φθορᾶς εἰσῆλθε . εἰσήρρησεν ] μετὰ φθορᾶς παρεγένετο , ὡς ἀναιδῶς ἐλθόντος .
εἰσελθεῖν . ΓΘ ἄλλως : μετὰ φθορᾶς παρεγένετο . Γ εἰσήρρησεν ] μετὰ φθορᾶς εἰσῆλθε . εἰσήρρησεν ] μετὰ φθορᾶς
5993910 καθευδετε
ἔχων τρόπους φρυαγμοσεμνάκους τινάς . ὦ Ξανθία καὶ Σωσία , καθεύδετε ; οἴμοι . τί ἐστι ; Βδελυκλέων ἀνίσταται .
τοῦ ἀώτου ἢ ἴσως ἀπὸ τοῦ ἄσατε , ἀντὶ τοῦ καθεύδετε ὕπνον , . , , . , ; ,
5990979 Γλυκει
Κλέαρχος , τὰ Λυδῶν μαλακά . ὃς τῷ Σαρδέων Ἀγκῶνι Γλυκεῖ προσαγορευομένῳ τὴν παρὰ Σαμίους λαύραν ἀντεσκεύαζε στενήν τινα οὖσαν
Λυδῶν μαλακά . ὅθεν τῷ τ ' ἐν Σάρδεσιν Ἀγκῶνι Γλυκεῖ προσαγορευομένῳ τὴν παρὰ τοῖς Σαμίοις λαύραν ἀντικατεσκεύασεν ἐν τῇ
5990884 ἀλλῃσιν
σημαίνει . Ὁκόσοι ἐν τοῖσι πυρετοῖσιν , ἢ ἐν τῇσιν ἄλλῃσιν ἀῤῥωστίῃσι κατὰ προαίρεσιν δακρύουσιν , οὐδὲν ἄτοπον : ὁκόσοι
καὶ ἐκπίπτει ἐπὶ ταύτῃ τῇ ἰητρείῃ , ἢ ἐν τῇσιν ἄλλῃσιν , ἐς ὠτειλάς τε θᾶσσον ὁρμᾶται τὸ ἕλκος οὕτως
5990590 Βεβρυξιν
. ἀρθμόν : φιλίαν . ἀρθμόν : συμβίβασιν . ἀντιβίην Βέβρυξιν : ἐχθροὶ ἀεὶ ἐγένοντο οἱ Μαριανδυνοὶ τῶν Βεβρύκων .
λαμβάνοντες , ἐπίφθονοι τὸ πρῶτον , εἶτα καὶ φοβεροὶ τοῖς Βέβρυξιν ἦσαν . Ἐπιθυμοῦντες οὖν αὐτῶν ἀπαλλαγῆναι , τὸν μὲν
5982860 ἑωυτοισι
ἀνθρώποισι ἐν τῇ γενεῇ ταύτῃ οἰκοδεσποτέουσι , οὗτοι ὅκως τοκέες ἑωυτοῖσι πάντα ἰκέλους ἐκτελέουσιν καὶ χρόην καὶ μορφὴν καὶ ἔργα
καὶ ὀδύνην παρέχει ὀξέην , ὥστε ἐνίοισι δοκέειν τὸ ῥῆγμα ἑωυτοῖσι μεθεστάναι : καὶ ἢν τύχῃ ὥστε ἐς τὸν ὦμον
5980886 ἀμευω
. ἢ παρὰ τὸ ἀμείβω βοηθεῖν . . . . ἀμεύω : τὸ πορεύομαι : παρὰ τὸ ἅμα καὶ τὸ
τος κλίνεται . . . . ἀμεύσιμος : παρὰ τὸ ἀμεύω , ἀμεύσω , τοῦτο δὲ παρὰ τὸ ἅμα καὶ
5979577 ἀπαλλαγητε
στιν ἡ γραῦς ; ἐφ ' ἑτέραν βαδίζω θύραν ; ἀπαλλάγητε δή . γραῦ . Σιμίχη . κακὸν δὲ κακῶς
, οἱ συνοδεύσαντες τῇ πλάνῃ καὶ συγκοινωνήσαντες τῇ ἀγνοίᾳ : ἀπαλλάγητε τοῦ σκοτεινοῦ φωτός , μεταλάβετε τῆς ἀθανασίας , καταλείψαντες
5978607 μεινωσιν
πέτρα . ὁ μητροφόντης δ ' , ἢν δορυξένων ἐμῶν μείνωσιν ὅρκοι Πυθικὴν ἀνὰ χθόνα , δείξω γαμεῖν σφε μηδέν
εἰς τὴν πόλιν παρεμπεσεῖν , ἢ βραχύν τινα χρόνον ἐπὰν μείνωσιν , ὑπὸ τῶν βελῶν τυπτόμενοι ἀπολοῦνται . τινὰ δὲ
5976692 παροξυνεσθαι
ο παρεδρευομένων οὐ ταὐτὸν παρέπεται : σχεδὸν γὰρ ἅπαντα ὀφείλει παροξύνεσθαι . παρὰ βαρυνομένην γὰρ γενικὴν τὴν Λέσβου τὸ Λεσβόθεν
καὶ περιττωματικὸν , ὥστε διὰ τούτου καὶ πρὸ τῶν βοηθημάτων παροξύνεσθαι μᾶλλον ἢ ἐλάττονα γίνεσθαι τὴν ὀδύνην καὶ περὶ τὰ
5975392 Σκοροδον
ἐρευνήσωμεν λόγον . Κρανείας ἀκρεμὼν πάρδαλιν ἐς φυγὴν τρέπει . Σκόροδον μετὰ πιμελῆς λέοντος εἰ χρίσαιτό τις τὸ ἑαυτοῦ σῶμα
ἐπάντλει , καὶ θαυμάσεις . [ Πρὸς λειχῆνας . ] Σκόροδον καὶ θεάφην , ὕδωρ καὶ ἔλαιον σμήξας ἄμφω ἄλειφε
5972841 ἀκμητες
δὲ ὡς ἡττημένων νενικηκότες καὶ γερόντων νέοι καὶ πολλὰ κεκμηκότων ἀκμῆτες ἄνδρες , οἷς ὑπάρχει δύναμις τοσήδε καὶ παρασκευὴ καὶ
εὕρημα φύσεως ὄντες τήν τε ἰσχὺν ἄρρηκτοι καὶ δυσφύλακτοι καὶ ἀκμῆτες . τουτὶ γὰρ αὐτοῖς δίδωσι τὸ ἰσοδέξιον αὐτοῦ τοῦ
5970275 φρονημασιν
οὕτως ἐποίησε συμπαθεῖς τοὺς ἐν τῷ συνεδρίῳ καὶ ταπεινοὺς τοῖς φρονήμασιν ὥστε δοκεῖν αὐτοὺς ἡττῆσθαι καὶ μὴ νενικηκέναι . Ὅτι
, πολέμιόν τε οὐδὲν ὁρῶντες ἐς ἀντίπαλον μάχην καὶ τοῖς φρονήμασιν ἐς πᾶσαν ὕβριν ὠλισθηκότες . ὃ δὴ καὶ περιφανῶς
5966924 δμηθεντα
Ἀμφὶ δέ μιν θανάτοιο μέλας ἐκιχήσατ ' Ὄλεθρος γαίῃ ὁμῶς δμηθέντα καὶ ἀτρυγέτῳ ἐνὶ πόντῳ . Ὣς δὲ καὶ ἄλλοι
ἄντλου πυθομένοιο δυσαέος ἄγριον ὕδωρ . ἀλλ ' ὅτε μιν δμηθέντα πολυτμήτοις ὀδύνῃσιν ἤδη λευγαλέοιο παρὰ προθύροις θανάτοιο μοῖρα φέρῃ
5965487 εὐηγενεων
, νέων ἵνα πῶυ ? [ νομεύσῃ , ] ἀνθρώπων εὐηγενέων [ ] [ ] ἀγανόφρονας [ ] υἷας [
τοῦ εὐδέελον εὔδηλον , εὐπεριόριστον : νῆσος γάρ ἐστιν . εὐηγενέων κατὰ παρέμπτωσιν τοῦ η . εὐηγεσίης εὐαρχίας , ἀπὸ
5957408 Κωφην
Στράβων ἑνδεκάτῃ , ὑπὸ Σεμιράμεως κτισθεῖσα , ἥ τις καὶ Κωφήν ἐκαλεῖτο . οἱ πολῖται Ἀραχώσιοι , τῆς δὲ Κωφῆνος
Στράβων ἑνδεκάτῃ , ὑπὸ Σεμιράμεως κτισθεῖσα , ἥ τις καὶ Κωφήν ἐκαλεῖτο . οἱ πολῖται Ἀραχώσιοι , τῆς δὲ Κωφῆνος
5948740 βαρουμενοι
μὲν χρῶνται καὶ οἱ ὑγιαίνοντεϲ ὑπὸ πλήθουϲ τροφῆϲ ἢ χυμῶν βαρούμενοι , καὶ νοϲοῦντεϲ δὲ ὀξέωϲ , ἐπειδὰν ὑπὸ φλέγματοϲ
Ἰταλική . Ἐμέτοις χρῶνται καὶ οἱ ὑγιαίνοντες ὑπὸ πλήθους τροφῆς βαρούμενοι καὶ οἱ νοσοῦντες ὀξέως , ἐπειδὰν ὑπὸ φλέγματος ἢ
5946513 δαισαμενοι
, δόρπον τε χαμεύνας τ ' ἀμφεπένοντο , τῇς ἔνι δαισάμενοι νύκτ ' ἄεσαν ὡς τὸ πάροιθεν . Ἦμος δ
, τά με θυμὸς ἐνὶ στήθεσσι κελεύει . νῦν μὲν δαισάμενοι κατακείετε οἴκαδ ' ἰόντες , ἠῶθεν δὲ γέροντας ἐπὶ
5938588 ἐπιπεμπουσι
ὀργάνοις μέσοις πολλοῖς οἱ θεοὶ χρώμενοι τὰ σημεῖα τοῖς ἀνθρώποις ἐπιπέμπουσι , δαιμόνων τε ὑπηρεσίαις καὶ ψυχῶν καὶ τῆς φύσεως
φόβους τοῖς μιαιφόνοις ἐμβάλλουσιν , οἵους δὲ παλαμναίους τοῖς ἀνοσίοις ἐπιπέμπουσι ; τοῖς δὲ φθιμένοις τὰς τιμὰς διαμένειν ἔτι ἂν
5931806 Φλειασιων
, ὅπως συμμείξαιεν τοῖς Θηβαίοις , προσήνεγκαν μὲν λόγον τῶν Φλειασίων φυγάδες ὡς εἰ ἐθελήσειαν ἐπιφανῆναι μόνον σφίσι , λάβοιεν
καὶ οἱ περὶ τὸν Θηβαῖον δὲ αἰσθόμενοι τὴν σπουδὴν τῶν Φλειασίων ἡμιλλῶντο ὅπως φθάσειαν τοῖς Πελληνεῦσι βοηθήσαντες . ἀφικόμενοι δὲ
5931049 τυφλωττοντες
λήμαις : Τζίμβλαις . . λημῶντες : Τυφλώττοντες . . τυφλώττοντες ἢ τετυφλωμένοι ὄντες . Θ . τυφλώττοντες , βεβλαμμένοι
εἰς λιμένα κατᾶραι μηδ ' ἐνορμίσασθαι βεβαίως ἀληθείᾳ δυνάμενοι , τυφλώττοντες περὶ τὸ θέας ἄξιον , πρὸς ὃ μόνον ὀξυδορκεῖν
5930623 τιμωρησασθε
τῶν νόμων καὶ ὑπὲρ τῶν ὅρκων οὓς ὀμωμοκότες δικάζετε , τιμωρήσασθε καὶ παράδειγμα ποιήσατε τοῖς ἄλλοις , μνημονεύοντες πάνθ '
ἀσεβῶν οὗτος ἑάλωκεν , τὴν ὁσίαν καὶ δικαίαν θέμενοι ψῆφον τιμωρήσασθε τοῦτον . Ὅπερ Εὐκτήμων , ὦ ἄνδρες δικασταί ,
5928568 φυρασειν
] μολύνειν . φυράσειν ] βάψειν τῷ αἵματι . θ φυράσειν ] ἤτοι βάψειν καὶ μολύνειν . Ξ φόνῳ ]
ἀποθανόντες μολύνειν τήνδε τὴν γῆν . φυράσειν ] μολύνειν . φυράσειν ] βάψειν τῷ αἵματι . θ φυράσειν ] ἤτοι
5922641 ἀναληφθεντες
διὰ τῶν τοιούτων δημιουργημάτων τιμᾶν . πένησι δὲ ἀγαθόν : ἀναληφθέντες γὰρ ὑπό τινων πλουσίων ὠφεληθήσονται οὐ μικρὰ ὡς ἐπὶ
ἂν φίλοι καὶ σύμμαχοι . ὑπὸ δὲ τῶν πολιτῶν φιλοφρόνως ἀναληφθέντες εἰς τὰς οἰκίας , νυκτὸς ἐφόνευσαν τοὺς ὑποδεξαμένους ,
5921835 συμβολικον
καρτερικὸς ἐν τῇ μάχῃ . ὁ κατὰ τοῖν σκελοῖν ] συμβολικὸν ἀπὸ τῶν διὰ δειλίαν ἀποτιλώντων . ἰὼ Πρασιαὶ :
τῷ Ἀγέλεια ἡ ἄγουσα λείαν . Πυλαίτιδος : καὶ τοῦτο συμβολικὸν ἐπίθετον Ἀθηνᾶς . ἐν ταῖς πύλαις γὰρ αὐτὴν ἔγραφον
5921214 βολου
ταρʹ ⊂ ἀμμωνιακοῦ δαυκίου Κρητικοῦ τοῦ σπέρματος ἀνὰ ταρʹ α βόλου πετροσελίνου ἄμμεως καστορίου ἀνὰ ταρʹ ⊂ πρασίου ταρʹ α
εἰς ἕνα τῶν θεωρῶν . Μίδας ἐν κύβοις εὐβολώτατος : βόλου ὄνομα ὁ Μίδας , οὗ καὶ Εὔβουλος ἐν Κυβευταῖς
5920741 ἀναλκιδες
ὑποπίπτουσι , δειλιῶσιν , ὑποδειλιῶσιν , ὑποκρύπτονται , ὑποστέλλονται . ἀνάλκιδες : ἀδύνατοι , ὄντες . Εἱλόμενοι : κρυπτόμενοι ,
ἐξέλιπον , ἢ θεοῖς ἔχθραν θέντες ἢ κακοί τε καὶ ἀνάλκιδες ὄντες , ἐπὶ δὲ τὴν ὑμετέραν ἔρχονται ἐξ ἀλλοτρίας
5920289 καυσωδεσιν
ξυμπέσῃ : πεμπταίῳ δὲ , ἧσσον κινδυνῶδες . Ἐν τοῖσι καυσώδεσιν ὑποπεριψύχουσι , διαχωρήμασιν ὑδατοχόλοισι , συχνοῖσιν , ὀφθαλμῶν ἴλλωσις
ἐπιπόνου πυρετὸς καυσώ - δης , ὀλέθριον . Ἐν τοῖσι καυσώδεσιν , ἤχων προσγενομένων μετὰ ἀμβλυωγμοῦ καὶ κατὰ ῥῖνας βάρους
5918565 εἰλεον
ἡ χαλεπωτάτη τῶν κωλικῶν ἐϲτιν αὕτη διαθέϲεων τὴν εἰϲ τὸν εἰλεὸν ἀπειλοῦϲα μετάϲταϲιν . τοῖϲ δὲ διὰ δριμεῖϲ καὶ δακνώδειϲ
παρέστασαν οἶνον ἄγουσαι . Ἵππυς δ ' ὁ Ῥηγῖνος τὴν εἰλεὸν καλουμένην ἄμπελον βιβλίαν φησὶ καλεῖσθαι , ἣν Πόλλιν τὸν
5913781 συνειχετο
τοῖς ἀδίκοις ἐναντιοῦται . ὁδοιπόρος πολλὴν ὁδὸν διανύσας ἐπειδὴ κόπῳ συνείχετο , πεσὼν παρά τι φρέαρ ἐκοιμᾶτο . μέλλοντος δὲ
πλῆθος τῆς πόλεως εἰς πολλὰ μέρη τμηθὲν διεθρυλλεῖτό τε καὶ συνείχετο , οὐκ ἔχον ὅπου περισωθείη ἢ τὴν συμφορὰν διακρούσεται
5912530 νομιζομενου
ὑπὸ ἀνδρῶν ἀπηγγέλλετο αὐτομόλων , ὡς Ἀριστομένης ἐπανήκοι σῶς : νομιζομένου δὲ ἀπίστου κατὰ ταὐτὰ ἢ εἴ τινα τεθνεῶτα ἐλέγετο
ἐφίεται , ἀλλ ' ἢ τοῦ ὄντως ἀγαθοῦ ἢ τοῦ νομιζομένου , οὐ πάντως δὲ ἀγαθοῦ . Εἰ οὖν πάντα
5910449 ἐκωμαζον
κῶμον ὑμνεῖσθαι ἐπιτήδεια τῆς νίκης . μετὰ γὰρ τὸ νικῆσαι ἐκώμαζον μετὰ τῶν ἡλικιωτῶν . ἢ οὕτως : οὐ δεόμενοι
ταῖς τῶν μελλόντων στέλλειν τὸν κῶμον ὃν ἔμελλον ᾄδειν . ἐκώμαζον γὰρ ὑμνοῦντες τὴν νίκην . καὶ οὐκ ἀπιθάνως στοχάζονται
5910011 ἀψορροι
οἱ Ἀντήνωρ περικαλλέα βήσετο δίφρον . τὼ μὲν ἄρ ' ἄψορροι προτὶ Ἴλιον ἀπονέοντο : Ἕκτωρ δὲ Πριάμοιο πάϊς καὶ
. τῇ δὲ καὶ αὐτόματοι θυρέων ὑπόειξαν ὀχῆες † ὠκείαις ἄψορροι ἀναθρῴσκοντες ἀοιδαῖς . γυμνοῖσιν δὲ πόδεσσιν ἀνὰ στεινὰς θέεν
5909900 εἰπως
, καὶ ἐν πάσῃ θλίψει ἐπιχειρεῖ κατ ' αὐτοῦ , εἴπως θανατώσει αὐτόν . Τὸ γὰρ μῖσος ἐνεργεῖ τῷ φθόνῳ
δι ' ἐκείνων ἀσθενῆ ποιεῖν αὐτὸν ζητήσομεν ; ἂν οὖν εἴπως ' ἡμῖν ὅτι ὑμεῖς , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι ,
5904587 ὑπιοι
ἧσσον ἢ εἰ πάνυ χρηστὸν προσφέροις . εἰ δὲ μηδὲν ὑπίοι κάτω , ἐρεθίζειν ἡσυχῇ τῷ μέλιτι ἡψημένῳ πλασθέντι ὡς
δὲ κοιλίαν εὔλυτον ἀεὶ ἔχειν χρὴ καὶ εἰ μὴ αὐτομάτως ὑπίοι , κλύζειν τινὶ τῶν ἁπλουστέρων . Ἐπειδὴ δέ τινες
5901152 γυμνητων
ἐμοῦ ἡγουμένου . ἐκ τούτου ἐρωτῶσιν εἴ τις καὶ τῶν γυμνήτων ταξιάρχων ἐθέλοι συμπορεύεσθαι . ὑφίσταται Ἀριστέας Χῖος , ὃς
Λυκίων ἀγὸν ἀνδρῶν ; ποῦ σφαγίων ἔφοροι , ποῦ δὲ γυμνήτων μόναρχοι τοξοφόροι τε Φρυγῶν ; ζεύγνυτε κερόδετα τόξα νευραῖς
5891514 ἀθροιζω
ἀθρῶ . ἢ ἀπὸ τοῦ ἀθρῶ . . . . ἀθροίζω : ἐκ τοῦ θροῦς ἢ θρόος , ὃ ,
θρόος , ὃ , συναίρεσιν καὶ μετὰ τοῦ ἐπιτατικοῦ α ἀθροίζω . . . . ἄθηλον : τὸ μὴ τεθηλακός
5890722 ἐστρατηγεε
καὶ Θηβαίων τοὺς ἐς τὸν ἀριθμὸν λογισάμενος εἶπον , τῶν ἐστρατήγεε Λεοντιάδης ὁ Εὐρυμάχου . Τοῦδε δὲ εἵνεκα τούτους σπουδὴν
Ἰωνίην ἐφύλασσε : τοῦ πλῆθος μὲν ἦν ἓξ μυριάδες , ἐστρατήγεε δὲ αὐτοῦ Τιγράνης , κάλλεΐ τε καὶ μεγάθεϊ ὑπερφέρων
5890208 παρηγγελτο
καὶ ἐς αὐτὴν οἱ πλεῖστοι ξυνειλεγμένοι ἦσαν τῶν βαρβάρων . παρήγγελτο δὲ αὐτῷ στρατοπεδεῦσαι πλησίον τῆς πόλεως καὶ τάφρον τε
καὶ διεξέπεσε διὰ τῶν τάξεων : διέσχον γάρ , ὥσπερ παρήγγελτο αὐτοῖς , ἵνα προσέπιπτε τὰ ἅρματα : καὶ ταύτῃ
5889497 κυκλωθεντες
τέσσαρες , καὶ κατὰ νώτου γίνονται τῶν Λακεδαιμονίων : καὶ κυκλωθέντες ἀπέθανον μαχόμενοι ἀνδρείως ἅπαντες . Ξέρξης δὲ πάλιν στράτευμα
, ὥστε θαυμαστὸν πᾶσι γενέσθαι καὶ ὑπώπτευον δείσαντας αὐτοὺς μὴ κυκλωθέντες πολιορκοῖντο ἀπολιπεῖν . οἱ δ ' ἄρα ἀπὸ τοῦ
5889234 ναυτιωντες
δηγμῶν αἴτιαι γίγνονται καὶ ἀνορεκτοῦσιν οἱ κάμνοντες , ἐκβιασθέντες δὲ ναυτιῶντες μόλις καταπίνουσιν ἢ καὶ ἀπεμοῦσι τὸ προσενεχθέν : πολλοῖς
τῶν στρατηγῶν ἐπὶ τὴν οἰκίαν , ἐγκληθέντες οἱ νεανίσκοι ἔτι ναυτιῶντες ἀπεκρίναντο πυνθανομένων τῶν ἀρχόντων , ὑπὸ χειμῶνος ἐνοχλούμενοι ἠναγκάσθαι
5887411 ἐσταυρωθη
. ἐπειδὴ δὲ τοῖς Συρακοσίοις ἀρκούντως ἐδόκει ἔχειν ὅσα τε ἐσταυρώθη καὶ ᾠκοδομήθη τοῦ ὑποτειχίσματος , καὶ οἱ Ἀθηναῖοι αὐτοὺς
ἔλεγον : Εἰ καὶ μὴ ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ ᾗ ἐσταυρώθη ἐδυνήθημεν κλαῦσαι καὶ κόψασθαι , κἂν νῦν ἐπὶ τοῦ
5884445 ληϊστηρες
ἦ τι κατὰ πρῆξιν ἦ μαψιδίως ἀλάλησθε , οἷά τε ληϊστῆρες , ὑπεὶρ ἅλα ; τοί τ ' ἀλόωνται ψυχὰς
; ἤ τι κατὰ πρῆξιν ἦ μαψιδίως ἀλάλησθε οἷά τε ληϊστῆρες ὑπεὶρ ἅλα , τοί τ ' ἀλόωνται ψυχὰς παρθέμενοι
5883915 Σαδυαττεω
αὐτοῦ ἀδελφῆς γνήσιον Ἀλυάττην . . : Ὅτι Ἀλυάττης ὁ Σαδυάττεω υἱὸς , βασιλεὺς Λυδῶν , ἕως μὲν νέος ἦν
Βασιλεύοντος δὲ Μύρσου , Δάσκυλος ὁ Δασκύλου τοῦ σφαγέντος ὑπὸ Σαδυάττεω , μὴ τὴν ἐπιβουλὴν εἰς ἑαυτὸν ἐπισπάσηται ὑπὸ τῶν
5882786 παραμυθησομαι
γῆρας ἱκάνει , λύπης ἔργον μᾶλλον ἢ πλήθους ἐτῶν . παραμυθήσομαι δ ' οὖν ἐμαυτὸν οἷς τε ἐπιστέλλω πρὸς σὲ
, οὐκ ἔτι βοηθήσω τοῖς κάμνουσιν , οὐ νόσῳ φαρμάκῳ παραμυθήσομαι : ἰατρὸς οὐκ ἔτι διὰ τοὺς συκοφάντας ῥηθήσομαι .
5879548 ἐκτασσειν
ἐν γυμνῷ καὶ ἀναπεπταμένῳ τόπῳ κατὰ τὸ δυνατὸν τὴν παράταξιν ἐκτάσσειν , ἔνθα μηδὲ ὕλαι , μηδὲ τέλματα , μηδὲ
μάχαις ἀπεριέργως ἐν μιᾷ παρατάξει τὸν πάντα στρατὸν εἰς ὄψιν ἐκτάσσειν καὶ μηδὲν εἰς δευτέραν τύχην πρὸς διαφόρους ἐγχειρήσεις φυλάττειν
5877321 ἀξιομαχοι
Ἰσθμὸν ἀγάγῃ τὰς νέας : ἀπολιπόντων γὰρ Ἀθηναίων οὐκέτι ἐγίνοντο ἀξιόμαχοι οἱ λοιποί . Ταύτην δὴ αἱρέεται τὴν γνώμην ,
, καίπερ ἀρρωστίᾳ τῇ οἰκείᾳ οὐδὲ τῶν πολεμίων τοῖς προσοίκοις ἀξιόμαχοι νομιζόμενοι , προθυμίᾳ τῇ σφετέρᾳ καὶ πόθῳ τῆς παλαιᾶς
5875853 ἐπιβρισαντος
τῆς κινήσεως συμβῆναι ἀπὸ τοῦ τετυχηκέναι κατά τι τὸν ἀθροισμὸν ἐπιβρίσαντος τοῦ πυρός . ὁ δὲ ἥλιος τὴν φύσιν οὐκ
οὐκ ἐάσεις ἀτημελές , εἴ τι αὐτοῦ κινηθείη ἢ χειμῶνος ἐπιβρίσαντος ἢ πνεύματος ἐπιγενομένου ἢ ὕδατος λάβρου καταρραγέντος , τὸν
5875648 ἀποσχομενοι
ὑπὲρ τὸ τεῖχος , οἱ Φαρκηδόνιοι τοῦ βάλλειν τοὺς μισθοφόρους ἀποσχόμενοι σπουδῇ ἔθεον ἀμυνούμενοι τοὺς τειχοκρατοῦντας . οἱ δὲ ,
ὀρνίθων ἀγέλας ἰξῷ καὶ ἕρκεσιν καὶ παντοδαπαῖς μηχαναῖς σαγηνεύοντες : ἀποσχόμενοι δὲ μήτε τῶν ἡμέρων ζῴων δι ' ἀσθένειαν ,
5874804 προσδοκωσι
. Ἔστιν τοίνυν τις αὐτοῖς τοιοῦτος λόγος δι ' οὗ προσδοκῶσι παράξειν ὑμᾶς , ὡς ὁ Κερσοβλέπτης καὶ Χαρίδημος ἴσως
, ἑτέρους δὲ ὄπιθεν λεληθότως πεζοὺς ἢ καβαλλαρίους καθιστᾶν ἔνθα προσδοκῶσι φεύγειν , ὥστε τοὺς ὡς εἰκὸς λανθάνοντας ἢ ἐκφεύγοντας

Back