ἑνὸς τοῦ ἡλιακοῦ κύκλου κινεῖται . . . . στηρίζονται ἀναποδίζοντες ἐπὶ τὸν διὰ μέσου τὸν ἡλιακὸν κύκλον παριόντες πρός
στηριγμούς , ἀναποδισμούς , δύσεις : οἱ γὰρ στηρίζοντες ἢ ἀναποδίζοντες ἢ δύνοντες χρονίας καὶ ἀμαυρὰς καθόλου ποιοῦσι τὰς πράξεις
7074847 κωπηλαται
μόλις δέ ποτε ἐπιδόντες τὴν Πέρινθον ἐβιαζόμεθα πρὸς αὐτήν , κωπηλάται ἀγαθοὶ γενόμενοι : τοῖς μὲν γὰρ ἱστίοις οὐ φορητὸς
ἑξῆς ” νηῶν ἐρέται δεινοί “ λέγουσιν , ἀντὶ τοῦ κωπηλάται νηῶν ἐπιτήδειοι . . ἑλειοβάται ] Αἰγύπτιοι : Ἕλος
7042525 μυστικην
' ἐθελήσοι τις ἐνδοτέρω καταβὰς τῶν Ὁμηρικῶν ὀργίων ἐποπτεῦσαι τὴν μυστικὴν αὐτοῦ σοφίαν , ἐπιγνώσεται τὸ δοκοῦν αὐτῷ ἀσέβημα πηλίκης
: καὶ ἡ δείξης ἐμπειρίαν εὐθύαν εὐεργεσίαν ἐνεπιβολὴν , εἴδησιν μυστικὴν , διὰ τοὺς φθόνους , καιρὸν καὶ καιροὺς ,
6866813 δαισαμενοι
, δόρπον τε χαμεύνας τ ' ἀμφεπένοντο , τῇς ἔνι δαισάμενοι νύκτ ' ἄεσαν ὡς τὸ πάροιθεν . Ἦμος δ
, τά με θυμὸς ἐνὶ στήθεσσι κελεύει . νῦν μὲν δαισάμενοι κατακείετε οἴκαδ ' ἰόντες , ἠῶθεν δὲ γέροντας ἐπὶ
6859248 ἀειφυλλον
πάρυδρον . ] φυλλοβόλον δὲ καὶ οὐχ ὥσπερ ἡ ῥάμνος ἀείφυλλον . Ἔτι δὲ καὶ τοῦ βάτου πλείω γένη ,
: φύλλον δὲ ἔχειν ὅμοιον πηγάνῳ , πλὴν ἔκλευκον , ἀείφυλλον δὲ εἶναι : καρπὸν δὲ παρόμοιον τῇ τερμίνθῳ καὶ
6834844 ὡροσκοπουσαν
, ἥνπερ καὶ ἔσχεν ἀπὸ γενέσεως , καὶ ἐκείνην ἐροῦμεν ὡροσκοποῦσαν . ἐὰν δέ πως νυκτερινῆς οὔσης τῆς γενέσεως ἡμέρας
κλίμασιν ἐπὶ τῶν ἤδη τελειωθέντων ἀνθρώπων , ἐξακριβοῦντες δὲ τὴν ὡροσκοποῦσαν μοῖραν κατὰ τὴν τοῦ θείου Πτολεμαίου μέθοδον σχεδὸν ἐπὶ
6829709 ἀπικωνται
: ταῦτα παρὰ πᾶσαν πόλιν παραποταμίην ποιεῦσι . Ἐπεὰν δὲ ἀπίκωνται ἐς τὴν Βούβαστιν , ὁρτάζουσι μεγάλας ἀνάγοντες θυσίας ,
ἔνεστι , ἐν δὲ τοῖσι μέζοσι πλέονες . Ἐπεὰν ὦν ἀπίκωνται πλέοντες ἐς τὴν Βαβυλῶνα καὶ διαθέωνται τὸν φόρτον ,
6806001 ἐνσημηνασθαι
εὖ φρονεῖ : εἰ βούλει πρός τινα μὴ ὀρθῶς εἰπόντα ἐνσημήνασθαι , ἀνεπαχθὴς ἔσῃ . οὐδὲ πάτταλον ἂν δοίης :
εἴποι δ ' ἄν τις καὶ ἀπογράψασθαι καὶ ἀντιγράψασθαι καὶ ἐνσημήνασθαι . ὀνόματα δὲ τῶν ἐκ δικαστηρίου καὶ τὸ μεσεγγυῆσαι
6783138 πνευματικοι
τῶν ἐψυγμένων εὐοικονομητότεροι πολυτροφώτεροί τε καὶ εὐχυλότεροι , ἔτι δὲ πνευματικοὶ καὶ εὐανάδοτοι . οἱ δ ' ἐψυγμένοι πλήσμιοι ,
τὰ νοσήματα πάντα τούτου πρωτοπαθοῦντος γίνεσθαι ἀπεφήναντο , ὅθεν καὶ πνευματικοὶ χρηματίζουσι οὕτω δὲ δύσκριτα οἱ ἀρχαῖοι ἐνόμιζον εἶναι σύντηξίν
6776774 καρδοπον
θήλειαν οὖσαν . τῷ τρόπῳ ; ἄρρενα καλῶ ' γὼ κάρδοπον ; μάλιστά γε , ὥσπερ γε καὶ Κλεώνυμον .
: ὅτι ἣν ἔδει σε καρδόπην εἰπεῖν , εἶπες ἀπαιδεύτως κάρδοπον . εὐηθικῶς : ἀπαιδεύτως . ' κάλεσας εὐηθικῶς ]
6770760 γαγγραιναν
τὴν εὔχροιαν ἔτι διασῴζῃ τὴν ἑαυτῆς μήτε τὴν ὀδύνην ἐνίοτε γάγγραιναν ὀνομάζομεν , οὐδέπω μὲν οὖσαν ἀκριβῶς γάγγραιναν , εἰ
δὲ τῶν ϲαρκῶν γενομένηϲ καταϲχάϲομεν τὸ μέροϲ τὸν εἰϲ τὴν γάγγραιναν ὑποτεμνόμενοι φόβον : εἰ δὲ κἀκείνη προϲγένοιτο ἤ τιϲ
6756204 ἀνατολικην
, ὀξυτέρα δὲ πρὸς ἑκατέραν ὁδόν , δυτικήν τε καὶ ἀνατολικήν . . οἱ δὲ γράφουσιν εὐρυτέρη , ἵνα ᾖ
, ὀξυτέρα δὲ πρὸς ἑκατέραν ὁδόν , δυτικήν τε καὶ ἀνατολικήν . . οἱ δὲ γράφουσιν εὐρυτέρη , ἵνα ᾖ
6748429 ἀναπαυομενης
μεταβολὴν εἰς τὸ ἄπειρον χεομένου κατά τινα χρόνον τῆς ὕλης ἀναπαυομένης καὶ τῆς ἐνεργείας λῆξιν λαμβανούσης . αὖθις δὲ τῶν
τε καὶ αὐξητικῆς καὶ τοῦ ὁμοίου γεννητικῆς τε καὶ ἐπιθυμητικῆς ἀναπαυομένης δυνάμεως , τὸ κατ ' αὐτὴν πνεῦμα θερμὸν ἤδη
6730440 καταφερη
οὐ σμικρὸν ὀφθαλμοῖς τὸ βλάβος . κεφαλὴν ἔχει μικρὰν ἐλαφρὰν καταφερῆ , εἰς στενὸν καταλήγουσαν , ὦτα ὑψηλά , τράχηλον
αὐξηθέντας ἐπὶ πήχεις καὶ δώδεκα , ἔπειτα τὴν λοιπὴν αὔξησιν καταφερῆ λαμβάνειν ὡς ἂν κατακαμπτομένους , ἕως ἂν ἅψωνται τῆς
6729393 βυζω
. παρὰ τὸ βύω , ἔνθεν βεβυσμένος : οὗ παράγωγον βύζω , ὁ παθητικὸς παρακείμενος βέβυκται , ὡς βάζω βέβακται
, τροπῇ τοῦ α εἰς υ . ἢ παρὰ τὸ βύζω βυστός καὶ βυθός . . . . βύκτης :
6703989 Προβατα
τι ἂν πάθωσι λύπης τε καὶ ἀνίας εἰσὶ σημαντικοί . Πρόβατα [ δὲ καὶ αἶγες ] , ὡς μὲν οἱ
ἰσημερίας τὸ ἔμπαλιν ἀναπαύεται καὶ κατὰ τῆς δεξιᾶς κεῖται . Πρόβατα δέ φασιν ἐν τῷ Πόντῳ γίνεσθαι καὶ αὐτά γε
6694507 Ταξιν
γὰρ ἂν μόνως ὧν κεκτήμεθα ἀγαθῶν αὐτῷ φανούμεθα τιμιώτατοι . Τάξιν μὲν οὖν καὶ κόσμον εἰς τὴν γερουσίαν ὑμῖν ἐπανακτέον
ὅ τι θανάσιμον : ὀξὺ , ὅ τι περιεστικόν . Τάξιν τῶν κρισίμων ἐκ τουτέων σκοπεῖσθαι , καὶ τὸ προλέγειν
6686060 ἀδιεξιτητον
οὔτε ἐκεῖνοί φασιν οὔτε ἡμεῖς ζητοῦμεν , ἀλλὰ τὸ ὡς ἀδιεξίτητον καὶ ἀτελεύτητον . εἰ δ ' ἄλλῃ φύσει τὸ
ἐστιν τὸ ἐκ μονάδων συγκείμενον πλῆθος , ἄπειρον δὲ ποσὸν ἀδιεξίτητον . ὅστις δὲ οὕτως οὐσίαν τὸ ἄπειρον λέγει ,
6679366 μετενεγκαντες
χερρονήσου διορύξαντες τὸν ἰσθμὸν ἐποίησαν νῆσον τὴν Λευκάδα , καὶ μετενέγκαντες τὴν Νήριτον ἐπὶ τὸν τόπον , ὃς ἦν ποτὲ
. . χαριεῖσθαί τι τῷ βασιλεῖ ὑπέλαβον τοὔνομα τοῦ ὄρους μετενέγκαντες εἰς τὴν Ἰνδικήν . Τὰ μὲν οὖν ὑψηλότατα τοῦ
6678830 ξυμβολην
ἀπείργειν τὸν Καύκασον τὸ ὄρος ἔστε ἐπὶ τοῦ Ταύρου τὴν ξυμβολήν : τὴν δὲ ὡς πρὸς ἑσπέραν τε καὶ ἄνεμον
ἀπείργειν τὸν Καύκασον τὸ ὄρος ἔστε ἐπὶ τοῦ Ταύρου τὴν ξυμβολήν : τὴν δὲ πρὸς ἑσπέραν τε καὶ ἄνεμον Ἰάπυγα
6673306 Θαρρα
, ἵνα τῆς ἀνθρωπίνης εὐδαιμονίας ἐπιλάχῃς . τὸν τρόπον τοῦτον Θάρρα μὲν Ἑβραῖοι , Σωκράτην δὲ Ἕλληνες ὀνομάζουσι : καὶ
ὅτε ἐξῆλθεν ἐκ Χαρράν ” , καίτοι τοῦ πατρὸς αὐτοῦ Θάρρα , ὃς ἑρμηνεύεται κατασκοπὴ ὀσμῆς , μέχρι τελευτῆς ἐν
6669993 Ἁλιαρτον
ἠπίστατο ἢ αὐτὸν περιόντα ἢ γένος ὑπολειπόμενον Φρίξουτούτων ἕνεκα ἐποιήσατο Ἁλίαρτον καὶ Κόρωνον τοὺς Θερσάνδρου τοῦ Σισύφου : Σισύφου γὰρ
οὐ τείχη τῆς πόλεως τότε κεκτημένης , ἐξήλθετ ' εἰς Ἁλίαρτον καὶ πάλιν οὐ πολλαῖς ἡμέραις ὕστερον εἰς Κόρινθον ,
6669443 ἡθροισθησαν
τὸν ἐλάττω ἔχοντα δύναμιν . Ὁ δὲ Φοιβίδας , ἐπεὶ ἡθροίσθησαν αὐτῷ οἱ ὑπολειφθέντες τοῦ Εὐδαμίδου , λαβὼν αὐτοὺς ἐπορεύετο
τῶν Θηβαίων ἱππεῖς ἐπὶ νάπῃ ἀδιαβάτῳ ἐγίγνοντο , πρῶτον μὲν ἡθροίσθησαν , ἔπειτα δὲ ἀνέστρεφον διὰ τὸ ἀπορεῖν ὅπῃ διαβαῖεν
6660272 διεποντος
μάλιστα ἐφοβούμην ἀφαιρεθῆναι τοῦ παιδὸς , μόνου ὄντος , μόνου διέποντος τὴν οἰκείαν , συγκάμνοντος , παραμυθουμένου ἐν ταῖς δυστυχίαις
πολεύει καὶ διέπει , τὴν δὲ ἐνάτην Κρόνος πολεύει Διὸς διέποντος : τὴν δὲ δεκάτην Κρόνος πολεύει Ἄρεως διέποντος ,
6658482 Λερον
Λαμψακηνὸς οὕτω φησίν , ὅτι καὶ Ἴκαρον τὴν νῆσον καὶ Λέρον Μιλήσιοι συνώικισαν καὶ περὶ Ἑλλήσποντον ἐν μὲν τῆι χερρονήσωι
Ἀστυπάλειαν , ἐκ δὲ τῶν δεξιῶν τὴν Κῶ καὶ τὴν Λέρον [ καὶ τὴν Κίναραν καὶ τὴν Ἀμοργὸν , καὶ
6653545 Λιγυστικην
, οἱ δὲ Κόλχοι ἔθνος πλησίον Λιγυστίνων . . . Λιγυστικὴν : ἡ Κύταια πόλις Κολχίδος ἐστίν , οἱ δὲ
τοῦ κατὰ τὸν Ἀδρίαν , τὰ δ ' εἰς τὴν Λιγυστικὴν παραλίαν μέχρι Γενούας τοῦ τῶν Λιγύων ἐμπορίου , ὅπου
6648903 λυσομεν
τολμήσαντες ἥττους εἶναι τῶν ἀντιλεγόντων ἠλέγχθησαν ; καὶ μὴν εἴγε λύσομεν ἃ κεκυρώκαμεν , οὐκ ἄδηλον δήπουθεν ὡς εὐχερείας τε
. καὶ θέντες αὐτὴν καὶ πλατύναντες , ὡς ἐνδέχεται , λύσομεν [ δὲ ] πάλιν δι ' αὐτῶν τε τῶν
6619217 αἰσθασιν
προέσθαι δυνασεῖται . διὸ καὶ συγγενεστάταν τῷ λόγῳ ταύταν τὰν αἴσθασίν φαντι εἶμεν . ὁκόσα δὲ πάθεα τῶν σωμάτων ὀνυμαίνεται
προέσθαι δυνασεῖται . διὸ καὶ συγγενεστάταν τῷ λόγῳ ταύταν τὰν αἴσθασίν φαντι εἶμεν . ὁκόσα δὲ πάθεα τῶν σωμάτων ὀνυμαίνεται
6614906 Ἐπανειμι
σταδίους ρκʹ . Ἐκ Καρύστου εἰς Πεταλίας σταδίους ρʹ . Ἐπάνειμι πάλιν ἐπὶ τὰ ἐκ Δήλου διαστήματα πρὸς νήσους τάσδε
στάδιοι ωʹ . Ἐκ Δήλου εἰς Πάρον στάδιοι υʹ . Ἐπάνειμι πάλιν εἰς Μύνδον , ἀφ ' ἧς κατέλιπον .
6609844 εἱλησιν
ψαίρειν ἱστίον λέγομεν . [ πλεκτάνην δὲ , ] τὴν εἵλησιν . αἱ δὲ αὖραι διακινοῦσι τὴν πλεκτάνην τοῦ καπνοῦ
τὸ χαλῶ , καὶ συγκοπῇ , χλῶ . τὸ κατὰ εἵλησιν χαλώμενον . ὄνομα χλὸς , καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν κόχλος
6602629 Καρπαθον
τὸ γένος , κατά τι λόγιον ἀποικίαν ἀπέστειλεν εἰς τὴν Κάρπαθον . Τὴν δὲ νῆσον τὴν ὀνομαζομένην Ῥόδον πρῶτοι κατῴκησαν
μὲν ἔχων ναῦς τὰς καλουμένας παρὰ Ῥοδίοις φυλακίδας ἔπλευσεν εἰς Κάρπαθον καὶ πολλὰ μὲν πλοῖα τῶν Δημητρίου καταλαβών , ἃ
6597344 μεταθεμενος
, ἐν ᾧ τὰ φορτία ἐξαρτήσαντες οἱ ἐργάται βαστάζουσι . μεταθέμενος τὸ ἐπὶ ὤμου φορτίον . Θ . χεζητιᾷς :
δόσεως ἔχειν αὐτήν , ἔλαβεν ὁ Εὔξενος γυναῖκα καὶ συνῴκει μεταθέμενος τοὔνομα Ἀριστοξένην . καὶ ἔστι γένος ἐν Μασσαλίᾳ ἀπὸ
6584839 παραληψιν
ἱστοροῦσι , καὶ κορύνας , γίνεσθαι δὲ τῶν πελέκεων τὴν παράληψιν ἐκ περιτροπῆς ἕνα μῆνα κατέχοντος αὐτοὺς ἑκατέρου παραλλάξ .
κλήρων , ἑκάστου τὸ ἴδιον ἀποτελοῦντος κατὰ τὴν παράδοσιν ἢ παράληψιν . ἐὰν δέ πως ἐπὶ τοῦ ἔτους δύο ἐνεργήσωσιν
6574730 ἐξεβακχευθη
. θέλει δὲ εἰπεῖν : τὴν πρὸς σὲ διάθεσιν καταλιποῦσα ἐξεβακχεύθη : τὸ σὸν λιποῦσα : ἀντὶ τοῦ φίλτρον .
ἐκεῖσε τίνι τρόπωι κατήραμεν ; ἐμάνητε , πᾶσά τ ' ἐξεβακχεύθη πόλις . Διόνυσος ἡμᾶς ὤλες ' , ἄρτι μανθάνω
6567542 διμερη
, αὐξανομένου δὲ διΐστασθαι τὰ σπέρματαπάντα γάρ πως καὶ ταῦτα διμερῆ , τὰ δὲ δὴ χεδροπὰ φανερῶς πάντα δίθυρα καὶ
ὑπολαμβάνουσι περὶ τὸ ἄλογον μέρος γίγνεσθαι τῆς ψυχῆς , ἐπειδὴ διμερῆ πρὸς τὴν παροῦσαν θεωρίαν ὑπέθεντο τὴν ψυχήν , τὸ
6566014 ναυστολεις
βαρβάροις Κρόνῳ θυηπολεῖν βρότειον ἀρχῆθεν γένος . ἵπποισιν ἢ κύμβαισι ναυστολεῖς χθόνα ; μηδὲν φοβεῖσθε προσφάτους ἐπιστολάς ἡ δυστυχὴς ἀθῷος
ἡ κύμβη Σοφοκλῆς ἐν Ἀνδρομέδᾳ φησίν : ἵπποισιν ἢ κύμβαισι ναυστολεῖς χθόνα ; κύββα ποτήριον Ἀπολλόδωρος Παφίους . ΚΥΠΕΛΛΟΝ .
6562710 ἀπολογησομεθα
τοῖς προοιμίοις προθήσομεν τὸ πρᾶγμα , περὶ οὗ κατηγορήσομεν ἢ ἀπολογησόμεθα , ὥσπερ ἐπὶ τῶν ἄλλων εἰδῶν . προσέχειν δὲ
δοκεῖν ἁλισκόμενοι τῷ συνειδότι καθησυχάζειν ” πῶς ” ἔφασαν „ ἀπολογησόμεθα καὶ πρὸς τίνα ; σὺ γὰρ μέλλεις ἔσεσθαι καὶ
6555390 κραιπαλην
' ἀντὶ ῥαφάνων ἑψήσομεν βαλάνιον , ἵνα νῷν ἐξάγῃ τὴν κραιπάλην . Εἰ πεύσομαι τὸν ἀηδόνειον ὕπνον ἀποδαρθόντα σε ,
ἐπίδειπνόν τινα βασιλέα , οὐκ εἰς μακρὰν οἰμωξόμενον μετὰ τὴν κραιπάλην , ὥσπερ ἐν Κρονίοις . φύεται δὲ αὐτόματος καὶ
6539634 φοβουσιν
ἄλλων ἀστέρων ] , διά γε τῶν ὀνείρων ἐκταράσσουσι καὶ φοβοῦσιν . εἰ γὰρ ἦν τοῦτο ἀληθές , οὐκ ἂν
διώκοντες χειμῶνα δηλοῦσι . Βοῦν δὲ ἐμπεσόντα εἰς τέλμα λύκοι φοβοῦσιν , ἐπιβῆναι τῆς γῆς οὐκ ἐπιτρέποντες : ἀναγκάζουσι δὲ
6535969 ἀμνων
. . ἄμναμοι : οἱ ἀπόγονοι : οἱ γὰρ τῶν ἀμνῶν ἀμνοὶ ἄμναμοι λέγονται . . . . ἀμνίον :
: κυρίως δὲ παρὰ τὴν τῶν Κυρηναίων διάλεκτον οἱ τῶν ἀμνῶν ἀμνοί ἄμναμοι λέγονται , τουτέστιν τῶν ἀρνῶν ἄρνες :
6532745 προεμενοι
. Πάλιν δὲ διὰ Μεγαρέας πολεμήσαντες καὶ τὴν χώραν τμηθῆναι προέμενοι , πολλῶν ἀγαθῶν στερηθέντες αὖθις τὴν εἰρήνην ἐποιησάμεθα ,
πόλεμον διὰ Μεγαρέας πεισθέντες καταστῆναι , καὶ τὴν χώραν τμηθῆναι προέμενοι καὶ πολλῶν ἀγαθῶν στερηθέντες , εἰρήνης ἐδεήθημεν , καὶ
6532419 ἀνεγνωμεν
φιλαλήθως ἐκτίθεσθαι τὰ εἰς αὐτοὺς φθάσαντα . Τοιαῦτα δ ' ἀνέγνωμεν παρὰ τῷ Σολεῖ Χρυσίππῳ , τινὰ δὲ παρὰ Πυθαγόρᾳ
ἐπὶ τοῦ τάγματος τῶν στρατιωτῶν . ὅθεν καὶ παρὰ Μενάνδρῳ ἀνέγνωμεν τὸ σύνταγμα τῆς ἀρχῆς . τὸ δὲ λεγόμενον περὶ
6525828 Ὑδασπην
εἶναι καὶ τὸν Τίγρητα καὶ τὸν Ἰνδόν τε καὶ τὸν Ὑδάσπην καὶ Ἀκεσίνην καὶ Ὑδραώτην καὶ Ὕφασιν καὶ ὅσοι ἐν
Ἰνδῷ , οὕτω δὴ μαθεῖν παρὰ τῶν ἐπιχωρίων τὸν μὲν Ὑδάσπην τῷ Ἀκεσίνῃ , τὸν Ἀκεσίνην δὲ τῷ Ἰνδῷ τό
6521231 ἐκτελεσω
' ἐπειγόμενοι τὸν ἐμὸν γάμον , εἰς ὅ κε φᾶρος ἐκτελέσω , μή μοι μεταμώνια νήματ ' ὄληται , Λαέρτῃ
' ἐπειγόμενοι τὸν ἐμὸν γάμον , εἰς ὅ κε φᾶρος ἐκτελέσω , μή μοι μεταμώνια νήματ ' ὄληται , Λαέρτῃ
6520468 ἐννην
μνῶν ] ἕνεκα . τοῦτο πρὸς ” τὴν ⌈ ἔνην ἔννην [ ἕνην ] τε καὶ νέαν “ σύναπτε .
φθίνοντος , τὴν κθʹ ιδʹ φθίνοντος : τὴν δὲ λʹ ἔννην καὶ νέαν ἔλεγον , ἐπεὶ ἐν αὐτῇ . .
6517586 παιησομεν
' αἵ τ ' ἄμπελοι , ἀποκεκόψονται : τοιαύταις σφενδόναις παιήσομεν . ἢν δὲ πλινθεύοντ ' ἴδωμεν , ὕσομεν καὶ
θέλει εἰπεῖν τὴν χιόνα : οὐκ ἀκαίρως δὲ τὸ “ παιήσομεν ” , ἐπειδὴ ἀνθούντων τῶν καρπῶν ἡ χιὼν καταφέρεται
6516148 Δικτυῳ
γὰρ οἱ Δωριεῖς τὴν τρυτάνην καλοῦσι παρὰ τὴν στάσιν . Δικτύῳ ἄνεμον θηρᾷς : ἐπὶ τῶν ἀνοήτως τι ποιούντων .
Δωριεῖς τὴν τρυτάνην καλοῦσιν : ἴσως παρὰ τὴν στάσιν . Δικτύῳ ἄνεμον θηρᾷς : ἐπὶ τῶν μάτην καὶ ἀνοήτως τι
6514599 ἀπεδωκαμεν
τῆς μουσικῆς παρέδωκε τοῖς ἀνθρώποις ' οὕτω παρεξέμαθον ὡς πρότερον ἀπεδώκαμεν . λόγον δὲ καὶ φρόνησιν καὶ παιδευτικὰς ἐπιστήμας οὐδεὶς
ἐμοὶ τοῦτ ' . οὐ δεδώκαμεν . τί δαί ; ἀπεδώκαμεν . τὸ μὴ προσῆκον ἐμοὶ λαβεῖν ; Μάθοις δ
6506836 προσσημαινει
κατηγορούμενον , κἂν ὄνομά ἐστιν : ἐκεῖνο γὰρ χρόνον οὐ προσσημαίνει : ἐν δὲ τῷ εἰπεῖν χρόνον προσσημαίνουσα τοῦτο ἐξέβαλλεν
ἐμφαίνει τετρακτύν , τὸ δὲ διὰ πέντε καὶ τὸ αἰθέριον προσσημαίνει σῶμα , τὸ δὲ διὰ πασῶν τὴν τῶν πλανητῶν
6502659 ἀντεπιστειλαι
σου λαβὼν μὴ οὐχὶ πρῶτον μὲν ἡσθῆναι , ἔπειτα δὲ ἀντεπιστεῖλαι , ἀλλ ' ἀμφότερά τε ἐποίησα καὶ δοὺς Εὐσεβίῳ
πανταχοῦ ποιήσων ταὐτόν : ἐμοὶ δὲ ἦν μὲν διὰ πολλῶν ἀντεπιστεῖλαι , κρεῖττον δὲ ἔδοξε πέμψαι δι ' ἀνδρὸς ἐοικότος
6500316 τἀντικνημια
Συντρίβουσι . . συντρίβουσι , θλίβουσι , ξύουσι . . τἀντικνήμια : Ταῖς ἄντζαις . . ἀντικνήμια ἐστὶ τὰ ἰδιωτικῶς
ἀγωνία : Ὑπερίδης τοῦτ ' ἔφη . Πεινῶντος ἀνδρὸς ἰσχνὰ τἀντικνήμια . Πέρδικος ἐρᾷ σοῦ δριμύτερον : ἐπὶ τῶν ἄγαν
6491838 θρηνωδη
τί τῶν σῶν καλῶν ἄξιον φθέγξομαι ; ποίαν δὲ ἁρμονίαν θρηνώδη καὶ τραγικὴν ἁρμοσάμενος στενάξω τοσοῦτον , ὁπόσον βούλομαι ;
καὶ αἰθρίας πολλῆς ἦχον ἀκουσθῆναι σάλπιγγος , ὀξὺν ἀποτεινούσης καὶ θρηνώδη φθόγγον . καὶ τοὺς μὲν ἀκούσαντας ἅπαντας ἔκφρονας ὑπὸ
6490685 ἀναγγελλοντες
ὑπέστρεψαν δὲ καὶ ἦλθον οἱ ἀποσταλέντες παρ ' ἐκείνου , ἀναγγέλλοντες καὶ μηνύοντες μαντείας ποικίλας καὶ αἰνιγματώδεις καὶ ἀσαφεῖς :
δαίμοσι ] τοῖς θεοῖς . φίλα ] προσφιλές . . ἀναγγέλλοντες ] δηλοῦντες . αἰολοστόμους ] ποικίλους , δυσνοήτους .
6487844 νεφελια
τε καὶ σμηκτικὰ λεγόμενά εἰσιν ἰάματα . τὰ μὲν οὖν νεφέλια τῆς ἀνεμώνης ὁ χυλὸς ἀποσμήχει καὶ τοῦ μικροῦ κενταυρίου
οὐλὰϲ οἱ μὲν αὐτὸ δὴ μόνον οὐλάϲ , οἱ δὲ νεφέλια καλοῦϲι , τὰϲ δὲ διὰ βάθουϲ λευκώματα . τούτων
6486848 ὑφαντικην
τοῦ κόσμου σύστασιν ἀγαγεῖν . Ἀθηνᾶ μὲν οὖν ἐκόμισε τὴν ὑφαντικήν , Ποσειδῶν δὲ τὸ σκάφος ἐπενοήσατο πρὸς ἐμπορίαν τὸν
λέγουσιν , ὥσπερ εἴ τις φαίη εἰς αὐλοὺς ἐνδύεσθαι τὴν ὑφαντικήν , ἢ τὴν χαλκευτικὴν εἰς κερκίδας : καίτοι καὶ
6482693 συαγρων
ἐλαίῳ ἢ ὀμφακίνῳ , ἐν ᾧ ἐτάκη στέαρ ἀρκεῖον ἢ συάγρων . ἐὰν δὲ νεοσσὸν μικρὸν πελαργοῦ λαβὼν βάλῃς εἰς
, ἐν τοῖς ὄρεσι τοῖς πρὸς τῇ Ἰνδικῇ , ὑπὸ συάγρων τῶν συννεμομένων συλλαμβάνειν , ὁ αὐτὸς Δίδυμός φησιν .
6479547 Μετωπην
προγόνου Μετώπης ἀπὸ Στυμφήλου πόλεως Ἀρκαδικῆς . ματρομάτορα δὲ τὴν Μετώπην λέγει ὁ Πίνδαρος οὕτω . Μετώπη θυγάτηρ μὲν ἦν
' εἶχον καὶ Παρρασίην ἐνέμοντο . ματρομάτορα δὲ λέγει τὴν Μετώπην ὁ Πίνδαρος οὕτω : Μετώπη θυγάτηρ μὲν Λάδωνος τοῦ
6478475 Ποιαν
δ ' ἐγώ , οὔπω τὴν μεγίστην ἀνάγκην εἰρήκαμεν . Ποίαν ; ἔφη . Ἣν ἔργῳ προστιθέασι λόγῳ μὴ πείθοντες
' , εἶπον , λέγω τινὰ εἶναι τὴν ἀνδρείαν . Ποίαν δὴ σωτηρίαν ; Τὴν τῆς δόξης τῆς ὑπὸ νόμου
6471934 ἐσιγηθη
πόθεν τοσαύτην ῥώμην λαβών ; ἢ πῶς ἂν τὸ πρᾶγμα ἐσιγήθη ; εἰ δ ' ἄρα ἐγὼ ἐτόλμων τοῦτο ποιεῖν
οὔτοι σιωπῶς ' εἶτα μέμψομαί ποτε τὴν νῦν σιωπὴν ὡς ἐσιγήθη κακῶς , οὐδ ' ὡς ἀχρεῖον τὰς γυναῖκας εὖ
6470922 κυβευτηρια
, ὥσπερ καὶ μάχλους . κυβεία , κυβεύτρια κυβευταί , κυβευτήρια . πεττεία ἢ πεσσεία , ὡς Σοφοκλῆς σκιράφια :
: Δείναρχος ἐν τῷ Κατὰ Προξένου . σκιραφεῖα ἔλεγον τὰ κυβευτήρια , ἐπειδὴ διέτριβον ἐν Σκίρῳ οἱ κυβεύοντες , ὡς
6469586 ἀτεραμον
ὁ μὴ ὢν ἁπαλὸς ἀλλὰ σκληρός . τὸ δὲ οὐδέτερον ἀτέραμον καὶ πλεονασμῷ τοῦ ν ἀτέραμνον . λέγεται δὲ ἀτέραμνα
καὶ βλάστησιν καὶ τὴν ἁδρότητα καὶ εὐκαρπίαν οὐδὲν διαφέρει τὸ ἀτέραμον ὡσάν τι νενοσηκὸς ἢ πεπονηκός . Ὑπὲρ δὴ τούτων
6466415 ἐξετραπομην
δύο . Ἐπάνειμι δὲ πάλιν ἐπὶ τὴν ἤπειρον , ὅθεν ἐξετραπόμην . ΕΠΙΔΑΥΡΟΣ . Μετὰ δὲ Τροιζηνίαν πόλις Ἐπίδαυρος καὶ
ἐτράπη “ μετὰ τοῦ ἵνα : ὡσαύτως καὶ τὸ ” ἐξετραπόμην “ μετὰ τῆς ἐξ προθέσεως . τρέψεται : οὕτως
6465837 πρῳαιτατα
μονοσιτεῖν ἔτι διαμένει , ἀρχόμενοι δὲ τοῦ σίτου ἡνίκαπερ οἱ πρῳαίτατα ἀριστῶντες μέχρι τούτου ἐσθίοντες καὶ πίνοντες διάγουσιν ἔστεπερ οἱ
ἐν ταῖς ὥραις ἀγαθὰ παρέχουσι , καὶ ταῦτα πάντα ἐνταῦθα πρῳαίτατα μὲν ἄρχεται , ὀψιαίτατα δὲ λήγει . οὐ μόνον
6464612 κατεστρατοπεδευσαντο
καὶ κάοντες τὴν χώραν : καὶ οἱ ἕτεροι μέντοι ἀπελθόντες κατεστρατοπεδεύσαντο , ἔμπροσθεν ποιησάμενοι τὴν χαράδραν : ἐπεὶ δὲ προϊόντες
περὶ τὴν καλουμένην ὕλην κακοῦργον ὀλίγον τὸ μεταξὺ χωρίον ἀφέντες κατεστρατοπεδεύσαντο . τῇ δ ' ἑξῆς ἡμέρᾳ συμπεσόντες ἐμάχοντο καὶ
6460968 ἀποκρινωμεθα
ἢ τὸ μηδέτερα κεκτημένον ; βούλεσθε οὖν πρὸς ταῦτα ὧδε ἀποκρινώμεθα ; Πῶς ; Εἰ μέν , ὦ θαυμάσιε ,
, ὅπου ἂν προσγένηται . “ ταῦτα οὖν λέγοντι τί ἀποκρινώμεθα , ὦ Ἱππία ; Οὐδὲν χαλεπόν : ἐροῦμεν γὰρ
6460165 ἀναλυομενον
ἢ κατάσκιον ποιοῦσιν . ἄλυτον : ἀδιάλυτον , οἷον μὴ ἀναλυόμενον , ἀκατάλυτον . ὄγμον : τάξιν , καὶ ὄρδινον
συναιρεθήσεται . τὸ δὲ λεγόμενον ῥᾴδιον συνιδεῖν : ἅπαν σῶμα ἀναλυόμενον εἰς πῦρ ἀναλύεταί τε καὶ χεῖται , σβεννυμένης δὲ
6449613 χλευαζει
ἐγγύς . . γίνεται : Λείπει βοηθός . . . χλευάζει ὅτι καὶ αὐτοὶ γέροντες . . οὐ γὰρ εἰσιόντας
ἐν Παρασίτῳ : ἢ μετὰ Πλάτωνος ἀδολεσχεῖν κατὰ μόνας . χλευάζει δ ' αὐτὸν καὶ Ἀναξίλας Βοτρυλίωνι καὶ Κίρκῃ καὶ
6449539 μηλινας
καὶ κοῦφον , ἔτι δὲ καὶ εὐθρυβῆ , διαφύσεις τε μηλίνας ἔχοντα διὰ βάθους . Λίθος αἱματίτης ἄριστός ἐστιν ὁ
τε καὶ κοῦφον , ἔτι δ ' εὐθρυβῆ καὶ διαφύσεις μηλίνας ἔχοντα διὰ βάθους : τὸ δ ' ἄνθος αὐτοῦ
6442543 ἀεροβατω
περιπατεῖν , τῷ ἀέρι ἐπιβαίνειν . ὁ Σωκράτης ἔφη : ἀεροβατῶ καὶ περιφρονῶ τὸν ἥλιον , ἵνα μὴ ἕλκῃ τὴν
κλάσω τὸν τράχηλον . κλασθῶ . ὥσπερ καὶ Σωκράτης ἔφη ἀεροβατῶ καὶ περιφρονῶ τὸν ἥλιον . πρὸς τοὺς λόγους αὐτῶν
6436865 Τρωγλοδυτικην
τόν τε περὶ τὴν Σκυθίαν ἀέρα καὶ τὸν περὶ τὴν Τρωγλοδυτικήν , καὶ τὰς ἑκατέρων διαφορὰς ἰδών , οὐκ ἀπιστήσει
: εἴρηται δὲ ἐπὶ πλέον . τὸ δὲ κατὰ τὴν Τρωγλοδυτικήν , ὅπερ ἐστὶν ἐν δεξιᾷ ἀποπλέουσιν ἀπὸ Ἡρώων πόλεως
6433093 Σκοπω
καὶ τοῦ μὴ ἅπτεσθαι πέρι πῶς ἔχει , σκόπει . Σκοπῶ . Αὐτὸ γάρ που ἐν ἑαυτῷ ὅλῳ τὸ ἓν
ἐπήκοος γίγνηταί τις θεῶν . Εὔχου δὴ καὶ σκόπει . Σκοπῶ : καί μοι δοκεῖ τις , ὦ Πρώταρχε ,
6431834 ἀναπεπταται
φιλοσοφεῖν τότε βελτιοῦντας τὴν ψυχὴν καὶ τὸν ἡγεμόνα νοῦν . ἀναπέπταται γοῦν ταῖς ἑβδόμαις μυρία κατὰ πᾶσαν πόλιν διδασκαλεῖα φρονήσεως
εἶναι κοινὴν συμβέβηκε : πρὸς γὰρ τῷ κατὰ θιάσους συνοικεῖν ἀναπέπταται καὶ τοῖς ἑτέρωθεν ἀφικνουμένοις τῶν ὁμοζήλων . εἶτ '
6431789 περιοχην
τῆς σφαίρας ὅσον δακτύλους τρεῖς : τὴν δὲ τοῦ τρυπήματος περιοχήν , δι ' οὗ καθίεται ὁ σίφων , στεγνοῦν
μίαν ἀπόρρητον περιοχήν , οὕτως ἀπόρρητον ὡς μηδεμίαν εἶναι μηδὲ περιοχήν , μηδὲ εἶναι , μηδὲ ἀπόρρητον : περὶ ἧς
6429784 καθαρται
περιρραντήρια , καθαρμοί , καθάρσεις , καθάρσια , καθαρτήρια , καθάρται . καὶ οἱ τούτοις χρησάμενοι καθαροί , ὥσπερ οἱ
τοιοῦτοι εἶναι ἄνθρωποι οἷοι καὶ νῦν εἰσι μάγοι τε καὶ καθάρται καὶ ἀγύρται καὶ ἀλαζόνες , ὁκόσοι δὴ προσποιέονται σφόδρα
6426181 Λιβυκην
τὸ νομίζειν ἢ τὴν Ἀράβιον ταύτην τὴν ὀρεινὴν ἢ τὴν Λιβυκὴν ὕδατος μεστὴν εἶναι τίς λόγος ; ποῖαι γὰρ ἢ
τῇ πίσυνος λειμῶσι θέρους ἔνι τέρπεο , Καῖσαρ , καὶ Λιβυκὴν στείχων οὐκ ἀλέγοις ἄμαθον : οὐδὲ μὲν ἀμφίσβαινα φέροι
6418504 Νεφελοκοκκυγιαν
χελιδόσι λέγει . ἐπεὶ καὶ αὐτὸς πρὸς αὐτὰς βαδίζει εἰς Νεφελοκοκκυγίαν . οὑτοιὶ : εὐκαίρως , φησὶν , κατεκόπησαν οἱ
νεφελῶν καὶ τῶν μετεώρων χωρίων χαῦνόν τι πάνυ . Βούλει Νεφελοκοκκυγίαν ; Ἰοῦ ἰοῦ : καλόν γ ' ἀτεχνῶς σὺ
6417978 κατακληρουχησαντες
δ ' ἐκ τῶν συμμάχων καταλέξαντες , καὶ τὴν χώραν κατακληρουχήσαντες μέχρι μέν τινος ἐκράτουν τῶν Θρᾳκῶν , ὕστερον δὲ
εἶναι δοκούντων , κατελάβοντο μὲν τῆς Αἰθιοπίας τὴν κρατίστην , κατακληρουχήσαντες δὲ πολλὴν χώραν ἐν ταύτῃ κατῴκησαν . ὁ δὲ
6417686 ἀπεπαρδον
ἐμίσει ” . χαριέντως δ ' εἶπε πρὸς τὸ “ ἀπέπαρδον ” : παρὰ τὸ βδέειν γὰρ τὸ βδελύττεσθαι .
, περιερόγχασα καὶ ὑπερεῖδον καὶ κατεφρόνησα . ΓΓ ἀπεπυδάρισα ] ἀπέπαρδον : δεῖ δὲ καὶ τῇ ἀληθείᾳ αὐτόν . μόθωνα
6417564 ἐβαδιζομεν
τὴν ἀρχὴν οὐ σκοποῦσιν . Ἀναβάντες ἀπὸ τοῦ λιμένος εὐθὺς ἐβαδίζομεν , ὀψόμενοι τοὺς ἀθλητάς , ὡς ἂν τὴν ὅλην
ξένον . Ἀπόπεμψον ἀγγέλλοντα τὸν περιστερόν . Εὐθὺς γὰρ ὡς ἐβαδίζομεν ἐν Ἄγρας . Ἀθηναίαις αὐταῖς τε καὶ ταῖς ξυμμάχοις
6415077 Ἀδμητην
εὐμηκεστάτους τῶν κλάδων ἑκατέρωθεν ἐπισπασαμένους περιειλῆσαι πάντοθεν . τὴν δὲ Ἀδμήτην λύσασαν αὐτὸ ἁγνίσαι καὶ στῆσαι πάλιν ἐπὶ τοῦ βάθρου
εὐμηκεστάτους τῶν κλάδων ἑκατέρωθεν ἐπισπασαμένους περιειλῆσαι πάντοθεν . Τὴν δὲ Ἀδμήτην λύσασαν αὐτὸ ἁγνίσαι καὶ στῆσαι πάλιν ἐπὶ τοῦ βάθρου
6414612 κοιμηθημεν
' ἐπί τ ' ἤλυθεν ἀμβροσίη νύξ , δὴ τότε κοιμήθημεν ἐπὶ ῥηγμῖνι θαλάσσης . ἦμος δ ' ἠριγένεια φάνη
' ἐπί τ ' ἤλυθεν ἀμβροσίη νύξ , δὴ τότε κοιμήθημεν ἐπὶ ῥηγμῖνι θαλάσσης . ἦμος δ ' ἠριγένεια φάνη
6413820 Παρατηρειν
, τρυγᾶν ἐν τοῖς καθύγροις Ἀφροδίτης καὶ Ἄρεως ὁρώντων . Παρατηρεῖν δὲ ἐν ταῖς κτίσεσι κενοδρομοῦσαν τὴν Σελήνην , καὶ
ἐν τοῖς καθύγροις Ἀφροδίτης καὶ Ἄρεως καὶ Ἑρμοῦ ὁρώντων . Παρατηρεῖν δὲ ἐν ταῖς κτίσεσι κενοδρομοῦσαν τὴν Σελήνην καὶ ἐν
6410388 μελαγχολωντα
καλῶς Νέρωνα ἀπετρέπετο Μουσώνιος κιθαρῳδοῦντα . καλῶς Δομετιανὸν ἐξέκλινε Δημήτριος μελαγχολῶντα . ἐγὼ δὲ τίνα ἂν ἔσχον ἀπολογίαν πρὸς τοὺς
Ζεὺς γὰρ ἐγὼ αὐτοῖς βίον παρέχω . πρὸς ὃν ὡς μελαγχολῶντα ἐπέστειλεν ὁ Φίλιππος : Μενεκράτει ὑγιαίνειν . παραπλησίως δὲ
6407385 Μηναν
οἱ δ ' εἴς τινα τῶν παλαιῶν βασιλέων τὸν ὀνομαζόμενον Μηνᾶν . οἱ δ ' ἱερεῖς εὑρετὴν τῶν μὲν παιδειῶν
. μετὰ τοὺς θεοὺς τοίνυν πρῶτόν φασι βασιλεῦσαι τῆς Αἰγύπτου Μηνᾶν , καὶ καταδεῖξαι τοῖς λαοῖς θεούς τε σέβεσθαι καὶ
6402768 ἐλουμεν
, ἢ ἀπὸ τοῦ ἐλούομεν κατὰ συγκοπήν . Ἀττικὸν τὸ ἐλοῦμεν ἀντὶ τοῦ ἐλούομεν , καὶ κατὰ συγκοπὴν ἐλοῦμεν .
, τοῖς ἐκεῖ ἀφικνουμένοις θεραπευθῆναι . Θ . ἔπειτ ' ἐλοῦμεν : Ἀπὸ τοῦ λόω , ἢ ἀπὸ τοῦ ἐλούομεν
6400891 Ποτον
τοῖς ἐπὶ τῆς αἱμορραγούσης ὑστέρας ποτήμασι τοῖς μὴ φαρμακώδεσιν . Ποτόν . Λωτοῦ πρισμάτων ἀπόζεμά τι , ἢ καὶ μετὰ
θερμή , κάθεσις τοῦ πεπονθότος τόπου εἰς ἔλαιον θερμόν . Ποτόν . Πότημα τῆς διὰ δαφνίδων καρύου Ποντικοῦ μέγεθος μετὰ
6400664 Φαυλως
, Δημάδης δὲ ἐν νάπαις . . . Ζ : Φαύλως οὖν ὁ Φανόδημος Ἀφροδίτην νομίζει τὴν Δάειραν καὶ τὴν
οἰκίας : αὐθημερὸν δὲ αὐτοῦ καὶ τὸ σῶμα ἑλκῶσαι . Φαύλως δὲ αὐτοῦ διακειμένου , ἐλθεῖν εἰς ἐπίσκηψιν Ἐλίφαν τὸν
6399873 παρηκολουθηκεναι
ἐλάχιστον : ἀνάγκη γὰρ τὴν τοῦ αὐτοῦ δʹ μέρους ἐπισκότησιν παρηκολουθηκέναι κατὰ μὲν τὴν προτέραν ἔκλειψιν ἀπὸ ἐλάσσονος διαστάσεως τοῦ
καὶ τὰ ἐπιφερόμενα . . . : Τρύφων φησὶν ἀποκοπὴν παρηκολουθηκέναι . Τρύφων φησίν , ὡς ὁ διαζευκτικὸς ἤ παραλαμβάνεται
6395885 Πασαν
παντόπτᾳ καὶ παντάρχᾳ θνητοὶ πάντες θύσους ' εὐκταίαις εὐχαῖς . Πᾶσαν μὲν γὰρ γᾶν ὀπτεύω , σῴζω δ ' εὐθαλεῖς
. Μέχρι τῶνδε Μανεθῶ . . . . . : Πᾶσαν μὲν οὖν τὴν Αἰγυπτιακὴν ἱστορίαν εἰς πλάτος τῆς Ἑλλήνων
6395528 βυκτης
δὲ σύνταξις οὕτως : παρ ' ἄλλου δ ' ἄλλος βύκτης καὶ ἄνεμος ἐνθρώσκων καὶ ἐμπίπτων ἐν πνοαῖς στροβήσει καὶ
παρὰ τὸ βύζω βυστός καὶ βυθός . . . . βύκτης : ἠχητικός Ὅμηρος : ἔνθα δὲ βυκτάων ἀνέμων .
6395482 σισυραν
: ἱματίῳ δὲ χρῆσθαι σισύρᾳ Γαλατικῇ . καὶ πρῶτος ἐνεπορπήσατο σισύραν μέλαιναν , τοῖς δὲ στρατηγοῖς ἐπὶ στιβάδος ἀνακείμενος ἑωρᾶτο
ἐκ τῶν κωδίων , τὸ ἀμπεχόνιον καλούμενον . καὶ τὴν σισύραν βαίτην ὑπέλαβον εἶναι τινές . τὸ δὲ οὐκ ἔστιν
6388538 πολυπλασιονα
δανείζει . ἰδοὺ γὰρ ἐν τῷ νῦν αἰῶνι ἐξεπλήρωσά σοι πολυπλασίονα ὑπὲρ ὧν ἐδάνεισάς μοι . καὶ εἰ πιστεύεις λήψῃ
καὶ λυσσῶντος . προστεθείσης οὖν καὶ τῆς θηριακῆς δυνάμεως , πολυπλασίονα τὴν ἐνέργειαν τῆς θέρμης ἀποδείκνυσι . Πῶς δὲ ἡ
6385299 ξυνιης
' , ἀδελφέ ; πρὸς θεῶν , φράσον . Οὐχὶ ξυνίης ; Οὐδέ γ ' ἐς θυμὸν φέρω . Οὐκ
ἄνδρ ' ἔθαπτε : πάντ ' ἐπίστασαι . Ἦ καὶ ξυνίης καὶ λέγεις ὀρθῶς ἃ φῄς ; Ταύτην γ '
6383253 τρυγοδαιμονες
. , λοιδορίαν εἴπῃς , ὑβρίσῃς . , ἀτιμάσῃς . τρυγοδαίμονες ] τραγικοί , οἱ κωμικοὶ ποιηταί , οἱ ποιηταὶ
παρόσον ἀφέμενοι τῶν θείων περὶ τὸ σκώπτειν τρέπονται . οἱ τρυγοδαίμονες : τοὺς ἄλλους κωμικοὺς λέγει , διότι ἐχρίοντο τρύγα
6378217 μιμησαμενη
μὲν οὖν ἕλαις ἡ πρώτη σύνθεσις ἀπετελέσθη , στοιχείων ἀριθμὸν μιμησαμένη . ἀκολουθεῖ δὲ τοῖς πρώτοις τὰ δεύτερα , φέρει
νεκρῶν τοῦτο ποιεῖν . ἀλεαίνοιμι : Θερμανοίμην . ἵνα σε μιμησαμένη σώσαιμι τὸ ἱμάτιον . . πυρῶν ἑκτέα : Τριωβόλου
6371419 Δαιτα
τοῦ , πρίν . κυρῆσαι : τυχεῖν , ἐπιτυχεῖν . Δαῖτα : ποιοῦντες . κελαινοτάτην : ὀλεθρίαν , φοβερὰν ,
τὸν ἴδιον θάνατον . βαρεῖαν : περὶ τὴν βαρεῖαν . Δαῖτα : τροφήν . ἀγρευτός : κρατητός . ἀνέρος :
6371159 Κωπαϊδα
φησι Κράτης ἐν τοῖς Βοιωτιακοῖς . Ἐμβάλλει δὲ εἰς τὴν Κωπαΐδα λίμνην , τὰς δὲ πηγὰς ἔχει ἐν τῇ Θεσπιακῇ
δυνατόν . Δηλοῖ δὲ καὶ ὁ Κηφισσὸς τοῦτο μάλιστα τὴν Κωπαΐδα λίμνην πληρῶν . αὐξομένης γὰρ αὐτῆς ὥστε κινδυνεύειν καταποθῆναι
6370248 παρελκοντα
τὸν οὕτως ὑπολαμβάνοντα καὶ ἀδιανόητα λέγειν πρὸς τῷ ἀδολεσχεῖν καὶ παρέλκοντά τινα καὶ μάταια : κατὰ γὰρ Σωκράτους τό τε
ποιουμένης προτάσεως , διὰ τί μὴ τὰς ἁπλουστέρας ἀντὶ τῶν παρέλκοντά τινα προσλαμβανουσῶν ἐπιλεξώμεθα , οἷον ἀντὶ τῆς πᾶς ἄνθρωπος
6369787 σκυρον
οὕτως , ἐπειδὴ οἱ παίζοντες ἐπὶ λατύπης ἑστῶτες , ἣν σκῦρον προσαγορεύουσιν , βολῇ σφαίρας ἀλλήλους ἐκδιώκουσιν . φαινίνδα δέ
σκυρωθῶσι : σκληρυνθῶσιν καὶ οἷον σκιρωθῶσιν . ἐπειδὴ τὸν σκῖρον σκῦρον ὀνομάζει , ὅτε φησί : καὶ ἢν σκυρωθέωσι ,
6366312 Ἐσθ
, τὸν ἐκ Κοθωκιδῶν ; Τὸν δεῖνα ; ποῖον ; Ἔσθ ' ὁ δεῖν ' , ὃς καί ποτε τὸν
μόνον , πλείω δὲ διὰ τὴν ἀμαθίαν μὴ προσλάβῃς . Ἔσθ ' ὑποχέασθαι πλείονας , πιεῖν γέ τι ἁδρότερον ἢ
6366147 μετρητικην
δὴ τὸ μετὰ τοῦτο ; Δῆλον ὅτι διαιροῖμεν ἂν τὴν μετρητικήν , καθάπερ ἐρρήθη , ταύτῃ δίχα τέμνοντες , ἓν
περὶ σπιθαμῆς καὶ πήχεος ὁπότερον μεῖζον ; οὐ διὰ τὴν μετρητικήν ; Τί μήν ; Οὐκοῦν καὶ οἱ ἰδιῶται ἀλλήλοις

Back