οὐκ ἀέκοντες : ἀλλὰ θέλοντες . ἀνατλῆσαι : ὑπομένειν . ἀναπλῆσαι : πληρῶσαι , ὑπομεῖναι , καρτερῆσαι . μεμάασιν : | ||
, ὦ Ἀθηναῖοι : εἰ γὰρ μηδεὶς ἂν ὑμῶν ἑαυτὸν ἀναπλῆσαι φόνου δικαίου βούλοιτο , ἦ που ἀδίκου γε φυλάξαιτ |
ὅσον ὑπ ' ἀτολμίας ἐγερθῆναι δυνάμενοι , ὅσοι δὲ φρονήσεως ὑπόπλεῳ καὶ γενναιότητος ἐπαποδύονται καρτερῶς καὶ σφόδρα ἐρρωμένως ἀντιφιλονεικοῦντες , | ||
ἀφαιρεῖται . θεασάμενοι δὲ πηγὰς ἐπιτρέχουσιν | ὡς ἀρυσόμενοι χαρᾶς ὑπόπλεῳ , δι ' ἄγνοιαν τἀληθοῦς ἀπατηθέντες : πικραὶ γὰρ |
Δαναῶν ὀλοφυρόμεθ ' αἰχμητάων , οἵ κεν δὴ κακὸν οἶτον ἀναπλήσαντες ὄλωνται . ἀλλ ' ἤτοι πολέμου μὲν ἀφεξόμεθ ' | ||
κορυφῆς λέγει τετμῆσθαι . . ὑπ ' Ἀτρείδῃ βασιλῆι πότμον ἀναπλήσαντες ἡ διπλῆ ὅτι ἀντὶ τοῦ ὑπ ' Ἀτρείδου βασιλέως |
θηρεύουσιν . Αὕτως : οὕτως , ἁπλῶς . θώμιγγα : ὁρμιήν . λινόστροφον : ἐκ λίνου πλακεῖσαν σπάρτην , τὴν | ||
θήρης . αὐτίκα γὰρ χειρὸς μὲν ἐΰπλοκον εἰς ἅλα πέμπεις ὁρμιήν , ὁ δὲ ῥίμφα γένυν κατεδέξατο χαλκοῦ ἰχθὺς ἀντιάσας |
τῶν νόμων καὶ ὑπὲρ τῶν ὅρκων οὓς ὀμωμοκότες δικάζετε , τιμωρήσασθε καὶ παράδειγμα ποιήσατε τοῖς ἄλλοις , μνημονεύοντες πάνθ ' | ||
ἀσεβῶν οὗτος ἑάλωκεν , τὴν ὁσίαν καὶ δικαίαν θέμενοι ψῆφον τιμωρήσασθε τοῦτον . Ὅπερ Εὐκτήμων , ὦ ἄνδρες δικασταί , |
τῷ Κέρατι ναῦς πολεμίας ἐφορμούσας , ὅπερ οὐκ ἄν ποτε προσεδόκησαν , ἐξεπλάγησάν τε τῷ παραλόγῳ τῆς θέας καὶ εἰς | ||
ἀναιροῦντες , καὶ δι ' ἀπειροκαλίαν τῶν οὐκ ἐξ ὧν προσεδόκησαν ἀγαθῶν κόρον εἰς τοὺς αἰτίους ἀφέντες , λήσεσθαι τὸ |
μὲν σώματα λουτροῖς καὶ καθαρσίοις ἀπορρύπτονται , τὰ δὲ ψυχῆς ἐκνίψασθαι πάθη , οἷς καταρρυπαίνεται ὁ βίος , οὔτε βούλονται | ||
' αὐτοῦ ; ἄπαγε βεβήλων καὶ ἀνοσίων ἐνθυμημάτων . καλὸν ἐκνίψασθαι τὴν ἀθλίαν ψυχὴν ἐπηρεασθεῖσαν μὲν ὑπὸ φωνῆς , διακόνοις |
παρακούειν μὴ δυναμένη λίχνων δορυφόρων , καὶ γὰρ μὴ βουλομένην σύρουσιν ἔξω καὶ βιάζονται ὅσα αὐτοὶ προλαβόντες ἐπῄνεσαν . ἀμέλει | ||
προὔχωσε τὴν ἰλὺν τῶν ποταμῶν , ἣν ἀπὸ Σκυθῶν ἀρξάμενοι σύρουσιν ἐς τὸ πέλαγος νῆσόν τε [ ὁπόσην εἶπον , |
. πέμψαι : ἄγγελον δηλονότι . ἀπῆλθον πάλιν : ἤγουν ἐπανέστρεψαν εἰς τὰς Θήβας . τῶν δὲ ψιλῶν : τῶν | ||
ἀπαξιοῖ καὶ ἀπολέγει . . Τοὔνεκα προῆκαν ] διὰ τοῦτο ἐπανέστρεψαν τὸν υἱὸν αὐτοῦ οἱ θεοὶ ἐπὶ τὸ γένος αὖθις |
λοιποῦ μισόλογοι ἐγένοντο . ἵνα οὖν μήτε μισόλογοι γενώμεθα μήτε μισάνθρωποι , δέον ἡμᾶς τοὺς ἀκροατὰς ἀκριβεῖς εἶναι καὶ μὴ | ||
, μονογνώμονες , τυφώδεις , δόλιοι , ἀποκρυπτόμενοι πάντα , μισάνθρωποι , ἄθεοι , κατήγοροι , προδόται δόξης καὶ ἀληθείας |
πότνια μήτηρ ὄσσε καθαιρήσουσι θανόντι περ , ἀλλ ' οἰωνοὶ ὠμησταὶ ἐρύουσι , περὶ πτερὰ πυκνὰ βαλόντες . αὐτὰρ ἔμ | ||
φωλεόν . οἳ δ ' αὖ προγεννήτειραν : οἱ δὲ ὠμησταὶ Ἕλληνες τοῖς βύκταις καὶ τοῖς ἀνέμοις θυσιάσουσι τὴν Ἰφιγένειαν |
πέτρα . ὁ μητροφόντης δ ' , ἢν δορυξένων ἐμῶν μείνωσιν ὅρκοι Πυθικὴν ἀνὰ χθόνα , δείξω γαμεῖν σφε μηδέν | ||
εἰς τὴν πόλιν παρεμπεσεῖν , ἢ βραχύν τινα χρόνον ἐπὰν μείνωσιν , ὑπὸ τῶν βελῶν τυπτόμενοι ἀπολοῦνται . τινὰ δὲ |
Διὶ οἰνοχοεύειν : εἴρηται δὲ ἀπὸ τῆς ἔρας ἀναλαμβάνειν . ἀνέβραχε ποιῶς ἐψόφησεν : “ ἄντα τιτυσκομένη , τὰ δ | ||
οὔτι παροίτερον ὕδατι νᾶεν Δίνδυμον , ἀλλά σφιν τότ ' ἀνέβραχε διψάδος αὔτως ἐκ κορυφῆς , ἄλληκτον : Ἰησονίην δ |
καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ α , ἄρης . ἀποκναιόμενοι , διαφθειρόμενοι : ἀποκοπτόμενοι , λυπούμενοι ἀπολυόμενοι , ὀδυρόμενοι . ἔστι | ||
α . ἀπογενέσθαι : ἀποθανεῖν . . . ἀποκναιόμενοι : διαφθειρόμενοι : κτῶ κταίνω , τὸ φονεύω , ἀποβολῇ τοῦ |
δὴ οἶκον ἱκάνεται , ὡς ἀγορεύεις , ὅππως δὴ μνηστῆρσιν ἀναιδέσι χεῖρας ἐφῆκε μοῦνος ἐών , οἱ δ ' αἰὲν | ||
σπουδαίοις . θερμοῖς ] σπουδαίοις εἰς κακόν . θερμοῖς ] ἀναιδέσι . θερμοῖς ] ἀλαζόσιν . θερμοῖς : θερμοῖς πρὸς |
, καὶ τὸν νέον δοὺς τὸ νῦν εἶναι τοῖς λόγοις ἀπάλλαξον τοὺς οἰκέτας τῆς διαχειρίσεως . Ἀλλ ' ἔγωγε παραπλήσιον | ||
. [ ἐπεὶ δὲ εἶπεν ὁ Κρέων καί μ ' ἀπάλλαξον πόνων φησί : ποίων πόνων ; ἐγὼ γάρ εἰμι |
γὰρ ἄσμενοι ἀπαλλαξόμεθα ἐνοχλοῦντος αὐτοῦ καὶ βοῶντος καὶ ἅπαντας ἁπαξαπλῶς ὑβρίζοντος καὶ ἀγορεύοντος κακῶς . Ἄλλον κάλει τὸν Κυρηναῖον , | ||
σκώψειε παίζων , φέρωμεν καὶ αὐτοὶ γελῶντες : οὐ γὰρ ὑβρίζοντος τά γε τοιαῦτα . ἀλλ ' Ἀλέξανδρος οἶδε μὲν |
. οἳ δ ' ἐρᾶσθαι προσδοκῶντες εὐθύς εἰσιν ἠρμένοι καὶ φέρονθ ' ὑψοῦ πρὸς αἴθραν . συντεμόντι δ ' οὐδὲ | ||
' ἄρα μυδαλέοι , στυγερὸν τρομέοντες ὄλεθρον , υἱῆες Φρίξοιο φέρονθ ' ὑπὸ κύμασιν αὔτως : ἱστία δ ' ἐξήρπαξ |
γὰρ τὸ τὴν δυσχέρειαν παρέχον δυσκατέργαστον ὄν , μετὰ ταῦτα κόπτουσιν ἐν τῷ ὅλμῳ καὶ διαττήσαντες λεπτὰ ἐπιπάττοντες ἐφ ' | ||
τρόπον , οἷον ἐπὶ τῶν γαμούντων ὅτι σήσαμον ἢ κριθὰς κόπτουσιν οἰωνιζόμενοι , ἐπεὶ πολύγονά ἐστι . κατ ' ἐναντίον |
κήρυκ ' ἀργυφέοισιν ἐν εἵμασιν ἠδὲ προσώπῳ φαιδρῷ καγχαλόωντες ἑοὶ μεθέπουσιν ἑταῖροι , αἴσιον ἀγγελίην ποτιδεγμένοι αὐτίκ ' ἀκοῦσαι , | ||
Ὠγυγίης γενεῆς ἱερὸν γένος ἐγγύθι Νείλου , λεύσατε , πῶς μεθέπουσιν ὁ νυμφίος ἠδὲ καὶ νύμφη : ἀκλινέως κατέμαρψαν ἐοικότε |
. . . Ἀχρής : οἷον : ἀχρὴς δ ' ἀνέπαλτο . ἔστιν ἄχρους καὶ τροπῇ Αἰολικῇ τῆς ου διφθόγγου | ||
ἐμπεφύασι , μάλιστα δὲ καίριόν ἐστιν . ἀλγήσας δ ' ἀνέπαλτο , βέλος δ ' εἰς ἐγκέφαλον δῦ , σὺν |
. δείσαντος δὲ τοῦ Κλέωνος κἀπὶ τὸ ψωμίζειν τὸν Δῆμον ὁρμήσαντος , ἀντιψωμίζειν ἅτερος ἐγχειρεῖ . καὶ τέλος τοῦ Δήμου | ||
συγκεκρίσθω , καίπερ οὐκ ἐξ ἴσης δυνάμεως ἐπὶ τὴν ἀρχὴν ὁρμήσαντος αὐτῶν ἑκατέρου , ἀλλὰ τοῦ μὲν ἐκ βασιλείας ἠσκημένης |
ὀρφανικοῖο μετ ' ἠιθέοιο μέλαθρον οὔτι σαοφροσύνῃσι μεμηλότες ἥλικες ἄλλοι κλητοί τ ' αὐτόμολοί τε πανήμεροι ἀγερέθωνται , κτῆσιν ἀεὶ | ||
ἀπὸ τοῦ καλεῖσθαι αἱρουμένους . καὶ ἐν Ὀδυσσείᾳ οὗτοι γὰρ κλητοί γε . καὶ τὸ ὀτρύνομεν ἀντὶ τοῦ ὀτρύνωμεν . |
, ἀράς τ ' εὐχόμενοι πολυπήμονι νυμφευτῆρι : ὀψὲ δὲ μυρόμενοί τε καὶ ἄσχετον ἀΐσσοντες , ἀντιπέρην πέτρῃσιν ἑὰς κεφαλὰς | ||
, ἀράς τ ' εὐχόμενοι πολυπήμονι νυμφευτῆρι : ὀψὲ δὲ μυρόμενοί τε καὶ ἄσχετον ἀΐσσοντες , ἀντιπέρην πέτρῃσιν ἑὰς κεφαλὰς |
Σκιπίωνα μετὰ Φαμέου : καὶ ὁ στρατὸς ἐπὶ τὴν ναῦν καταθέοντες εὐφήμουν τὸν Σκιπίωνα καὶ ηὔχοντο ὕπατον ἐς Λιβύην ἐπανελθεῖν | ||
κρημνῶν βιαζόμενον , καὶ μετεπήδων ἐπὶ τὴν φαντασίαν τοῦ πυρὸς καταθέοντες , ὡς ἐκεῖ ληψόμενοι τὸν Ἀννίβαν κακοπαθοῦντα . ὃ |
' ἑκάστην ἡμέραν . Στέλλεται : πλέει , πορεύεται , ἀγρεύεται . ἀνίησιν : ἀφίησιν . Δεῖπνα : τροφάς . | ||
ἕρπων ἐσθίει τὰς ῥίζας τῶν φυτῶν καὶ ξηραίνει αὐτά . ἀγρεύεται δὲ δόλῳ καὶ παγίσι . λέγεται δὲ εἶναι Φινεὺς |
: οἱ δ ' αὖ προγεννήτειραν οὐλαμωνύμου βύκταισι χερνίψαντες ὠμησταὶ πόριν , τοῦ Σκυρίου δράκοντος ἔντοκον λεχώ , ἣν ὁ | ||
ὠρφανισμένην γοναῖς . λείπει τὸ ὡς , ἵνα ᾖ ὡς πόριν . . οὐκ ἀπεικὸς δὲ τὸ θυομένης τῆς Ἰφιγενείας |
παρέδωκαν ἑαυτοὺς τοῖς πολεμίοις ἀμφὶ τοὺς τετρακισμυρίους ὄντες : καὶ καταλείψαντες τά τε ὅπλα καὶ τὰ χρήματα τὸν ζυγὸν ἅπαντες | ||
οὐ καρτερεῖ ; ἆρ ' οὖν ἐπάνιμεν ἐκείνῳ τὸ γύναιον καταλείψαντες ; οὐκοῦν δόξομεν Μενελάου φαυλότεροι τοσοῦτον ὑπὲρ Ἑλένης κεκινημένου |
τῇ καλιᾷ καὶ τῷ σπη - λαίῳ τῷ αὐτοφυεῖ . ἀγρευτῆρσιν : ὑπὸ τοῖς κυνηγοῖς , κυνηγῶν . Ἐρχθέντας : | ||
. Ἄλλους δ ' : ἰχθύας , τῶν ἰχθύων . ἀγρευτῆρσιν : τοῖς ἁλιεῦσιν . ληΐδα : αἰχμαλωσίαν , ἄγραν |
ἀληθῶς . διατομαῖς ] κόψεσι . διατομαῖς ] σφαγαῖς . διατομαῖς ] τρώσεσι , σφαγαῖς . θ οὐ φίλαις ] | ||
' ἀλλαλοφόνοις χερσὶν ὁμοσπόροισιν . ὁμόσποροι δῆτα καὶ πανώλεθροι , διατομαῖς οὐ φίλαις , ἔριδι μαινομένᾳ , νείκεος ἐν τελευτᾷ |
ἁλὸς προπάροιθε πεσόντες , ἐντυπὰς εὐκήλως εἰλυμένοι οὔτε τι σίτου μνώοντ ' οὔτε ποτοῖο : κατήμυσαν δ ' ἀχέεσσι θυμόν | ||
Ἀχαιοὶ ἐπ ' ἀλλήλοισι θορόντες δῄουν , οὐδ ' ἕτεροι μνώοντ ' ὀλοοῖο φόβοιο . Ταῦτα μέντοι ποιῶν Ὅμηρος ἡττᾶτο |
ὅτ ' Ἀργείοισι μαχοίατο θωρηκτῇσιν , ὧδέ τε θαρσαλέοι καὶ τλήμονες , ὡς Ἀφροδίτη ἦλθεν Ἄρῃ ἐπίκουρος ἐμῷ μένει ἀντιόωσα | ||
καὶ λύπης αἰτίας γενομένας Ἀθήνας κατιδόντες οἱ Πέρσαι πάντες οἱ τλήμονες ἀπαίρουσι καὶ ὑποχωροῦσι καὶ θνήσκουσιν ἑνὶ πιτύλῳ , ἤγουν |
γε μὴν νόος ἔνδον ἀτύζεται , ἱεμένοισιν χραισμεῖν εἰ δὴ πρόχνυ γέρας τόδε πάρθετο δαίμων νῶιν : ἀρίζηλοι γὰρ ἐπιχθονίοισιν | ||
τοῦ ἐξέπεμψεν “ Ζεὺς δ ' ἔριδα προΐαλλε . ” πρόχνυ ἐπὶ μὲν τοῦ ἐπὶ γόνατα , προγόνυ , “ |
τόπον διὰ τὴν τῆς ὕλης πυκνότητα : τὰ πυκνὰ γὰρ τάρφεα Ὅμηρος λέγει ” βαθείης τάρφεσιν ὕλης ” . καὶ | ||
κόλπον ἱκέσθαι : πάντη γὰρ τέναγος , πάντη μνιόεντα βυθοῖο τάρφεα , κωφὴ δέ σφιν ἐπιβλύει ὕδατος ἄχνη : ἠερίη |
, ἀπονενοημένως , προπετῶς , ἰταμῶς : καὶ τὰ ἐπαινετὰ εὐτόλμως , θαρραλέως , εὐθαρσῶς , ἀφόβως , ἀδεῶς , | ||
. καὶ προσέθηκε μέν , καί τινες τῶν στρατιωτῶν ἀνῆλθον εὐτόλμως : οἱ Καρχηδόνιοι δ ' , ὀλίγων ἔτι ὄντων |
καθ ' ὑμῶν ἐκπεπλευκυίας . τὸν γὰρ ὑπὲρ τῆς πόλεως τριήραρχον οὐκ ἀπὸ τῶν κοινῶν προσδοκᾶν χρὴ πλουτήσειν , ἀλλ | ||
, ὥστε Θρασυβούλου στρατηγοῦντος καὶ Ἐργοκλέους αὐτῷ διαφερομένου ἐθελοντὴν ὑποστῆναι τριήραρχον ; πῶς γὰρ ἂν θᾶττον ἀπώλετο , ἢ πῶς |
ἀπὸ τοῦ ω ὀρθὸν τμῆμα κύκλου ἐφέστηκε τὸ ωΥΜ καὶ ἀφῃρημένη ἐστὶν ἡ Υω ἐλάσσων ἢ ἡμίσεια οὖσα τοῦ ἐφεστῶτος | ||
ὑπὸ τῆς τύχης προυδόθη : ὀλίγῳ γὰρ ὕστερον ὑπὸ κυνηγετῶν ἀφῃρημένη τὰ ἑαυτῆς βρέφη ἄρκτος ἧκε , σφριγώντων αὐτῇ τῶν |
ἐστι παρὰ τὸ ἔδω . οἱ γὰρ χολούμενοι πρότερον ἑαυτοὺς ὀδυνώμενοι κατεσθίουσι . Ὠρακίω . παρὰ τὸ αἰκίζεσθαι τὴν ὥραν | ||
τοὺς ἐντυγχάνοντας , ἀλλήλους ἐκτρεπόμενοι , κεντούμενοι τῆς νυκτός , ὀδυνώμενοι μεθ ' ἡμέραν . ἔσωσε μὲν Ἀλέξανδρος τὴν πόλιν |
εἷς ἕνα δῃώσωνται ἀνὰ κλόνον ἠὲ καὶ ἄμφω πότμον ἀναπλήσωσι πονεύμενοι ἀμφὶς ἄνακτι . Καὶ τὰ μὲν ἐννεσίῃσι φαεσφόρου Ἠριγενείης | ||
αὐτοὺς , οὔτε περὶ τροφὰς αὐτῶν ἔχοντες καὶ ἐνεργοῦντες . πονεύμενοι : ποιοῦντες , ἐνεργοῦντες . ἀκωκή : ἀκμὴν , |
ἱέμενοι νόστοιο . Νέας δ ' ἐς βένθεα πόντου εἷλκον καγχαλόωντες ἀνὰ φρένας , εἰ μὴ ἄρ ' αὐτοὺς ἐσσυμένους | ||
λέγει . Ἀσπασίως : χαριέντως . προφυγόντες : ἐκφυγόντες . καγχαλόωντες : γελῶντες , χαίροντες . Θρώσκους ' : πηδῶσιν |
σαφέστερον καὶ ἐναρθρότερον παιδίου μεῖζον φθέγμα ἀφιέντες καὶ λέγοντες : Τρὶς τοῖς κακοῖς τὰ κακά . λέγει δὲ ὁ αὐτὸς | ||
κατὰ δὲ τὸ δέρμα τῆς φλεβὸς ἧλος διήρειστο χαλκοῦς . Τρὶς δὲ ἑκάστης ἡμέρας τὴν νῆσον περιερχόμενος ὁ Τάλως ἐτήρει |
ὕδωρ καὶ φύγον ἄλγεα πάντα , σὲ δ ' εἰσέτι πεφρίκασι . σῷ δὲ μένει καὶ τῆλε περᾷς , ὅσον | ||
τοῦ πεφρίκασι καὶ πεπύκνωνται . τὸ δὲ πέφρικαν ἀντὶ τοῦ πεφρίκασι καὶ ὅσα τοιαῦτα χαλδαϊκῆς ἤτοι ἀττικῆς διαλέκτου ὡς τὸ |
, κάθισαν δὲ γυναῖκας , ἵππους δ ' εἰς ἀγέλην ἔλασαν θεράποντες ἀγαυοί . Βρισηῒς δ ' ἄρ ' ἔπειτ | ||
δὲ χάρμα περὶ φρένας ἤλυθε πάντων : ἐκ δ ' ἔλασαν μετὰ νῆας ἄγειν βόας , ὄφρα νέμωνται . Τεῦκρον |
. καὶ τῆς τοι πεδίον περιώσιον , ἔνθα τε πολλοὶ ἀκρόκομοι φοίνικες ἐπηρεφέες πεφύασιν . ναὶ μὴν καὶ χρυσοῖο φέρει | ||
κινοῦνται . . . . ἀκρόκομοι : οἷον : Θρήϊκες ἀκρόκομοι , ἤτοι ἀκειρόκομοι . ἢ ἄκρως κομῶντες , τουτέστι |
πανσυδίῃ κτείνωσιν , ἄχρις μέλαν αἷμα πιόντες σπλάγχνων ἐμπλήσωνται ἑὴν πολυχανδέα νηδύν : ὣς οἵ γ ' ἄμφω ὄλεσσαν ἀπειρέσιον | ||
θ ' ὁρόωσα Νύχεια . ἤτοι ὁ κοῦρος ἐπεῖχε ποτῷ πολυχανδέα κρωσσόν βάψαι ἐπειγόμενος : ταὶ δ ' ἐν χερὶ |
σκέλη , μηδὲ τὸ πρόθυμον αὐτῶν τὸ ὑπὸ τοῖς ἅρμασιν ἀμβλύνεσθαι . δύο δ ' εἰσὶν ἐπὶ τῷ ἅρματι παραβάται | ||
ἀπορούμενος ἧκε μὲν ἐς πόλιν νυκτός , ὅτε μάλιστα ἔδοξεν ἀμβλύνεσθαι τὸ δεινόν , πεπραμένης δὲ τῆς οἰκίας μόνος αὐτὸν |
. . τὸ μέλλον ] ὃ πείσεται . . οὐκ ἀκόσμως ] οὐ ταραχθέντες πρὸς τὸν λόγον ἐκείνου , ἀλλὰ | ||
, ἤγουν τὸ χορεύειν . Γέλως συγκρούσιος : ἐπὶ τῶν ἀκόσμως καὶ ἀτάκτως βιούντων : τινὲς γὰρ ἀτάκτως γελῶντες τὰς |
ἀντὶ τοῦ μάρτυρα , οἷον συνθηκοφύλακα . . ἵπποις ὠκυπόδεσσιν ἐπέτρεχον : ὅτι τὰ ἅρματα ἐπέτρεχον καὶ οὐκ ἐπέτρεχεν . | ||
ἔτι ὑπήκοον ἐσβαλόντες Αὐλωνίαν τε εἷλον καὶ τὴν Βρυττίων γῆν ἐπέτρεχον καὶ Τάραντα , φρουρουμένην ὑπὸ Καρθάλωνος , ἐκ γῆς |
. Αἱ ἐν πυρετῷ ἀναυδίαι , κακόν . Κοπιώδεες , ἀχλυώδεες , ἄγρυπνοι , κωματώδεες , ἐφιδροῦντες , ἀναθερμαινόμενοι , | ||
, φθινοπωρινὰ τὰ νουσήματα προσδέχεσθαι χρή . Νότοι βαρυήκοοι , ἀχλυώδεες , καρηβαρικοὶ , νωθροὶ , διαλυτικοί : ὁκόταν οὗτος |
. εἰ δὲ μὴ ὑποπέσοι , πάλιν ἐπὶ τὰ ἕτερα στρέψαντες τὸ τυφλάγκιστρον τὴν ὁμοίαν ἔρευναν ἐκ τῶν ἐναντίων ποιησόμεθα | ||
οὐκ εἶχον ὥστε ἐκδήσασθαι πεῖσμα : λύγον δὲ χλωρὰν μακρὰν στρέψαντες ὡς σχοῖνον , ταύτῃ τὴν ναῦν ἐκ τῆς πρύμνης |
σίδηρος , ὅ περ κρατερώτατός ἐστιν , οὔρεος ἐν βήσσῃσι δαμαζόμενος πυρὶ κηλέῳ τήκεται ἐν χθονὶ δίῃ ὑφ ' Ἡφαίστου | ||
' ἂν ὑπεξερύγῃσι : ὡς ἂν ἐμέσῃ τὴν λώβην , δαμαζόμενος καὶ νικώμενος τῇ χειρί σου διὰ τοῦ ποτίζειν αὐτόν |
οἶδ ' εἴ τις ἡδίων ἔμοιγε , καὶ μάλιστα ὅσῳ νήφοντες ἐν εἰρήνῃ καὶ ἀναιμωτὶ ἔξω βέλους ἑστιασόμεθα , εἴτε | ||
τραγημάτων πολλῶν εἰπὼν ἐπάγει : μετὰ δὲ ταῦτα ἐξαναστάντες ἀπηλλαττόμεθα νήφοντες διὰ τὸν φόβον τοῦ πλούτου ὃν ἐλάβομεν , πλοῦτον |
καὶ νοσήσοντας ἰώμενος . Ἔῤῥωσο . Ἱπποκράτης Κρατεύᾳ χαίρειν . Ἐπίσταμαί σε ῥιζοτόμον ἄριστον , ὦ ἑταῖρε , καὶ διὰ | ||
ἐξεπίστασαι τά γ ' ἐν δόμοισιν ὡς ἔχοντα τυγχάνει . Ἐπίσταμαί τε καὶ φράσω σεσωσμένα . Ἀλλ ' οἶσθα μὲν |
ἰητρεύειν , ἐν τουτέοισι πολλὰ ἑτεροίως γιγνώσκω ἢ ὡς ἐκεῖνοι ἐπεξῄεσαν : καὶ οὐ μοῦνον διὰ τοῦτο οὐκ ἐπαινέω , | ||
διὰ τὴν δίψαν ἐνοχλοῦσαν , οὐδένα ἔτι τῶν βαλλόντων αὐτοὺς ἐπεξῄεσαν , ἀλλ ' ἐτιτρώσκοντο ἀφυλάκτως . ἐπεὶ δὲ καὶ |
περὶ τὸ βλάπτον ὡς ὠφελοῦν , προσίασί τε αὐτῷ μάλα γεγηθότες καὶ δορυφοροῦσιν , ἵν ' ὕπαρχοι καὶ διάδοχοι φυλακῆς | ||
ἕλκεται : οἱ δ ' ὁρόωντες ἀλλήλους , περὶ δαιτὶ γεγηθότες , ἰαίνονται ἑλκόμενοι , σπεύδουσι δ ' ὑποφθαδόν , |
φαλακροῦνται γηρῶντεϲ . εὐθὺϲ δὲ καὶ δειλοὶ καὶ ἄτολμοι καὶ ὀκνηροὶ καὶ ἀδήλουϲ ἔχοντεϲ τὰϲ φλέβαϲ καὶ παχεῖϲ καὶ πιμελώδειϲ | ||
μὴ ἀεὶ αὐτοὺς νέους ἐποίησεν . ἄφρονες : οἱ ἄνθρωποι ὀκνηροὶ ὄντες ἐπρεσβεύοντο δι ' ὄνου περὶ τῶν ἀναγκαίων . |
ἐπηλύγασεν ἱματίοις καὶ τὸν καὶ τήν , καὶ ἐξειργάσαντο τὸ ἔκνομόν τε καὶ ἔκδικον ἐκεῖνο ἔργον . ὡς δὲ ἄμφω | ||
, ἐπηλύγασεν ἱματίοις τὸν καὶ τήν , καὶ ἐξειργάσαντο τὸ ἔκνομόν τε καὶ ἔκδικον ἐκεῖνο ἔργον . ὡς δὲ ἄμφω |
, πρὸς ὀλίγον ἀνεβίουν , ὦ Ὀνησίκριτε , ἀποθανὼν ὡς μάθοιμι ὅπως ταῦτα οἱ ἄνθρωποι τότε ἀναγιγνώσκουσιν . εἰ δὲ | ||
μὲν πολύποδα εἶδον , ἃ δὲ πάσχει , ἡδέως ἂν μάθοιμι παρὰ σοῦ . Ὁποίᾳ ἂν πέτρᾳ προσελθὼν ἁρμόσῃ τὰς |
] λογισμοῦ . λήματος ] τοῦ κατὰ σὲ φρονήματος . λήματος ] θυμοῦ . λήματος ] τοῦ φρονήματος , ἀνδρείας | ||
ἐκ τῆς Νεμέας καὶ ἐξ Ἐπιδαύρου καὶ ἀπὸ Μεγάρων . λήματος : φρονήματος . ἡ δὲ ἀπό κατὰ κοινοῦ : |
ἀποκρινόμενοι θηράσεις , ἀλλ ' οὐ λήψει σκύτεσι βυβλίνοις αὐτὸν παίουσιν , ἕως τινὸς αὐτῶν λάβηται . ἡ δ ' | ||
δὲ αὐτῶν ἐλλοχῶσιν . εἶτα ὅταν ἕλωσι τὸν φῶρα , παίουσιν αὐτὸν πεφεισμένως καὶ ἐξωθοῦσι , καὶ ἐκβάλλουσι φυγάδα εἶναι |
τρίτον δι ' ἃ πολλάκις κινδύνους πολλοὺς ὑπεμείναμεν καὶ χρήματα ἀνηλώσαμεν , τούτων ἔχεσθαι συμφέρει ὡς παρ ' Ὁμήρῳ . | ||
καὶ πρὶν εἰς Μακεδονίαν ἐλθεῖν , τρεῖς καὶ εἴκοσιν ἡμέρας ἀνηλώσαμεν : τὰς δ ' ἄλλας πάσας καθήμεθ ' ἐν |
' ἔβραχεν αἰόλα τεύχη . Εὐρύπυλος δέ οἱ αἶψα πολύστονον εἴρυσεν αἰχμὴν ἐκ χροὸς οὐταμένοιο καὶ εὐχόμενος μέγ ' ἀύτει | ||
νύξ ' ἔγχεϊ ὀκριόεντι αἰδοίων ἐφύπερθε : θοῶς δέ οἱ εἴρυσεν αἰχμὴ ἔγκατα : τοῦ δ ' ὤκιστα ποτὶ ζόφον |
οὐδὲ τὸ βραχύτατον . πανταχοῦ χρῶ . ἁπαλοὶ θερμολουσίαις , ἁβροὶ μαλθακευνίαις : ἐπὶ τῶν ὑπὸ τρυφῆς καὶ ἁβρότητος διαρρεόντων | ||
κρεῖττον ἀπὸ ἀγαθοῦ ἢ φαύλου πάσχειν . Ἁπαλοὶ θερμολουσίαις , ἁβροὶ μαλθακευνίαις : ἐπὶ τῶν ὑπὸ τρυφῆς καὶ ἁβρότητος διαῤῥεόντων |
αὐτῶν εἶναι . τούτου δὴ πέρι καὶ μᾶλλον ἔτι πρὸς Φίληβον διαμαχοίμην ἂν ὡς ἐν τῷ μεικτῷ τούτῳ βίῳ , | ||
ἔχομεν ἐκεῖνα γνῶναι ἑαυτοὺς ἀγνοοῦντες ; ἔσχατον δὲ δεῖ τὸν Φίληβον , ἐπειδὴ ἐν αὐτῷ περὶ τοῦ ἀγαθοῦ διαλέγεται , |
, θεοὶ τεισαίατο λώβην , ἣν οἵδ ' ὑβρίζοντες ἀτάσθαλα μηχανόωνται οἴκῳ ἐν ἀλλοτρίῳ , οὐδ ' αἰδοῦς μοῖραν ἔχουσιν | ||
, δαήσεται , ὅσσα τε φῶτες κρυπτάδια σφετέρῃσιν ἐνὶ φρεσὶ μηχανόωνται , ὅσσα τε κεκλήγασι μετὰ σφίσιν ἠεροφοῖται ἀνθρώποις ἄφραστον |
μεῖνον Ἄδωνι , δύσποτμε μεῖνον Ἄδωνι , πανύστατον ὥς σε κιχείω , ὥς σε περιπτύξω καὶ χείλεα χείλεσι μίξω . | ||
. . . μή σε γέρον κοίλῃσιν ἐγὼ παρὰ νηυσὶ κιχείω : ὅτι ἀντὶ τοῦ κιχείοιμι . . . . |
μιγῆναι τῇ θυγατρὶ Πελοπίᾳ καὶ τὸν ἐξ αὐτῆς γενόμενον δεινὰ κατεργάσεσθαι τοὺς Ἀτρείδας : ἐπειδὴ κακῆς πράξεως ὑπεμνήσθη , διὰ | ||
βασιλέα Δαρεῖον ἐξηπατηκώς : ὃς Σαρδὼ νῆσον τὴν μεγίστην ὑποδεξάμενος κατεργάσεσθαι ὑπέδυνε τῶν Ἰώνων τὴν ἡγεμονίην τοῦ πρὸς Δαρεῖον πολέμου |
[ κύων ] ? ἐπὶ στόμα κείμενος ἀκρασίηι ἄκρον παρὰ ῥηγμῖνα κυμαδου ! ! ! ! ? ? ? : | ||
ἐγὼ εἴπω , πειθώμεθα πάντες . ὑμεῖς μὲν κώπῃσιν ἁλὸς ῥηγμῖνα βαθεῖαν τύπτετε κληΐδεσσιν ἐφήμενοι , αἴ κέ ποθι Ζεὺς |
διακρατείτω ἐρεθισμοῖς τισιν καὶ ψελλίσμασιν καὶ φωναῖς προσηνέσιν παρηγοροῦσα τὸν κλαυθμόν , μήτε δὲ ἐκφοβοῦσα μήτ ' ἐπιταράττουσα ψόφοις τισὶν | ||
ἀπονιψαμένους ποιεῖ πάλιν δειπνοῦντας καὶ δόρπου ἐξαῦτις μεμνημένους μετὰ τὸν κλαυθμόν . τῷ δὲ μὴ αἴρεσθαι τὰς τραπέζας ἐναντιοῦσθαι δοκεῖ |
οἳ δ ' ἄρα πατρὸς ὑποδείσαντες ὁμοκλὴν ἐκ μὲν ἄμαξαν ἄειραν ἐΰτροχον ἡμιονείην καλὴν πρωτοπαγέα , πείρινθα δὲ δῆσαν ἐπ | ||
, ὅσον χερὸς ἐξεποτήθη χαλκὸς ὃν ἀνέρε χερσὶ δύω μογέοντες ἄειραν : τόν ῥα μὲν Ἀνταίοιο βίη ῥίπτασκε πάροιθε ῥηιδίως |
ἀνδράσιν ὥρην , πάντα διαμπερέως καὶ ἀπηλεγές , οἷσιν ἀρήγων ἀλθήσῃ νούσοιο κατασπέρχουσαν ἀνίην . τὰς μὲν ἔτι βλύοντι φόνῳ | ||
τὴν κατεπείγουσάν σε καὶ καταπονοῦσαν τῆς νόσου ἀνίαν θεραπεύσειας . ἀλθήσῃ γὰρ λέγει ἀντὶ τοῦ θεραπεύσειας . τὰς μέν : |
ἄν . . . . . ὀξέσι δὴ πελέκεσσι καὶ ἀξίνῃσι μάχοντο καὶ ξίφεσιν μεγάλοισι καὶ ἔγχεσιν ἀμφιγύοισιν . ἀθετεῖται | ||
' ἐγγύθεν ἱστάμενοι ἕνα θυμὸν ἔχοντες ὀξέσι δὴ πελέκεσσι καὶ ἀξίνῃσι μάχοντο καὶ ξίφεσιν μεγάλοισι καὶ ἔγχεσιν ἀμφιγύοισι . πολλὰ |
, ἦν δ ' ἐγώ , ἢ ἐξήμαρτον διὰ τὴν βλακείαν ; ἢ οὐκ ἐξήμαρτον ἀλλὰ καὶ τοῦτο ὀρθῶς εἶπον | ||
κοσμήσας τὴν ἑαυτοῦ τύχην , ἀλλ ' ὅμως τήν τε βλακείαν αὐτοῦ διὰ τὸ γῆρας ἀπήλεγχεν καὶ Νικίαν ἀπεκάλει : |
. ” βάλλεν ἔβαλλεν . βάζειν λέγειν . βαμβαίνων διὰ τρόμον οὐκ ἠρεμοῦσαν τὴν βάσιν ποιούμενος . ὁ δὲ Ἀπίων | ||
, φλεγμαίνει . χρῶμα γὰρ οὐ μεταβάλλει οὐδὲν ἄλλο οὐδὲ τρόμον ποιεῖ οὐδὲ ψόφον τῶν ὀδόντων οὐδὲ μετοκλάζει καὶ ἐπ |
' Ἡρακλείους χεῖρας φύγον , οἵ τ ' ἀπόλοντο : τύπτοιεν τάδε ἔργα κακῶς , τύπτοι δὲ κάμινον , αὐτοὶ | ||
θ ' Ἡρακλῆος χεῖρας φύγον οἵ τ ' ἀπόλοντο . τύπτοιεν τάδε ἔργα κακῶς , πίπτοι δὲ κάμινος . αὐτοὶ |
δὲ καὶ νεφροῖσι δεθεὶς κάμνοντα σαώσει . Δεύτερον εὐχομένῳ τοι ἀρηγόνα λᾶαν ὀπάσσω , θεσπεσίοιο γάλακτος ἐνίπλεον , ἠΰτε μαζὸν | ||
? ? ? ! ! ! [ ] [ ] ἀρηγόνα χεῖρα γενε [ ] [ ] ανουσαν ? [ |
ὀπῷ ἐμπευκέι χράνας : δήποτε δ ' ἰρινέου θυέος μετρηδὸν ὀρέξαις σίλφιά τ ' ἐνθρυφθέντα μετ ' ἀργήεντος ἐλαίου : | ||
πρημαδίης ἢ ὀρχάδος εἶαρ ἐλαίης ἢ ἔτι μυρτίνης σχεδίην δεπάεσσιν ὀρέξαις ὄφρ ' ἂν ὀλισθήνασα χέῃ κακὰ φάρμακα νηδύς : |
. αὖ : ἔξω , εἰς τοὐπίσω . ἐρύσαντα : ἑλκύσαντα , ἑρπετὰ δηλονότι . Αὐτοκύλιστα : μόνα , αὐτόματα | ||
ἅτε πῶλον : οὐκ ἔστι τινὰ ταῖς τραχυτάταις αὐτοῦ γένυσιν ἑλκύσαντα ἐκφυγεῖν αὐτὴν , ὁποῖα ποιεῖ καὶ πῶλος ἀποπτύων τοὺς |
πικρὸν ὀϊστόν , εὔχετο δ ' Ἀπόλλωνι Λυκηγενέϊ κλυτοτόξῳ ἀρνῶν πρωτογόνων ῥέξειν κλειτὴν ἑκατόμβην οἴκαδε νοστήσας ἱερῆς εἰς ἄστυ Ζελείης | ||
ὄντα τοῦ μέσου ἐν ᾧ τὸ ἔμφυτον θερμόν . * πρωτογόνων δ ' ἐρίφων , ἕως τοῦ ὑετοῦ ἀμφιβάλῃ ἀλέην |
πελαργῶν . δεξιτερῇ δὲ λόχους ὑπὸ ῥωγάσιν ἐστήσαντο , ἢ χλοεροῖς πετάλοισι θοῶς πυκάσαντο μέλαθρα , τυτθὸν ἀπ ' ἀλλήλων | ||
κατάσκιος ἔπλετο πάχνης , ψυχρὸν φυσιόωσα χαλαζήεντι χιτῶνι : καὶ χλοεροῖς πέπλοισι δέμας φρίσσουσα καλύπτει Χειμερίη ζοφόεσσα , καὶ ἐκ |
δὲ τὸ ϲκῆνοϲ , τὰ δὲ ϲπλάγχνα καίεϲθαι δοκέουϲι : ἀϲώδεεϲ , ἄποροι , οὐκ ἐϲ μακρὸν θνῄϲκουϲι : πυριφλεγέεϲ | ||
. ἢν ἐϲ αὔξηϲιν ἡ νοῦϲοϲ γίγνηται , φυϲώδεεϲ , ἀϲώδεεϲ , βοροὶ καὶ λάβροι ἐν τῇ ἐδωδῇ . ἀγρυπνέουϲι |
ὀξέα κεκλήγοντες ἐνυαλίοισιν ἀϋταῖς : αὐτὰρ ἐπεὶ σάλπιγξαν ἐφ ' ὑσμίνην ἀλεγεινήν , ἄσχετον ἀΐσσουσιν , ἑοῖσι δ ' ἄφαρ | ||
προκαλίζονται : σαπελλάνου . Κεκλήγοντες : κράζοντες . Ἐφ ' ὑσμίνην ἀλεγεινήν : ἐπὶ κακὴν μάχην : γράφεται φυγ ' |
. ἀρθμόν : φιλίαν . ἀρθμόν : συμβίβασιν . ἀντιβίην Βέβρυξιν : ἐχθροὶ ἀεὶ ἐγένοντο οἱ Μαριανδυνοὶ τῶν Βεβρύκων . | ||
λαμβάνοντες , ἐπίφθονοι τὸ πρῶτον , εἶτα καὶ φοβεροὶ τοῖς Βέβρυξιν ἦσαν . Ἐπιθυμοῦντες οὖν αὐτῶν ἀπαλλαγῆναι , τὸν μὲν |
δηίοισι περὶ στέρνοισι δαΐξαι , ἰοῖσίν γ ' ἀπάνευθεν ἐπεσσύμενος πολεμίζει : εἰ γάρ σευ κατέναντα τότ ' ἤλυθεν ὅς | ||
ἐστίν : ἴση μοῖρα μένοντι , καὶ εἰ μάλα τις πολεμίζει . ταῦτά γε . τοῦτο πρὸς ἀντιδιαστολὴν τῶν ῥαπισθέντων |
: κρανείας δέ ἐστι ταῦτα , ἰσχυρὰ ἄγαν . εἶτα περισχεθέντα τῷ ἀγκίστρῳ καὶ τὸ δέλεαρ καταπιόντα τὸν σκώληκα ἀνέλκουσι | ||
τῆς ἰσχύος τῆς ἔνδον , ἤδη δέ τινα καὶ κλάδοις περισχεθέντα καὶ ἐμποδίζοντα ἐς τὸν ὠκὺν δρόμον ὑπὸ ῥύμης τὸ |
ἀπὸ τοῦ θύειν , ὅ ἐστι μετὰ βίας ἄειν . ἁρπάγδην δὲ εἶπεν ἀπὸ τοῦ ἁρπάζειν , ὡς φοράδην ἀπὸ | ||
ἰούσης νυκτὸς ἔτι ῥιπὴ μένεν ἔμπεδον , ἀλλὰ θύελλαι ἀντίαι ἁρπάγδην ὀπίσω φέρον , ὄφρ ' ἐπέλασσαν αὖτις ἐυξείνοισι Δολίοσιν |
. Τρῶες δ ' ἄστεος ἔνδον ἔσαν περὶ Μέμνονι θυμὸν ἀχνύμενοι : πόθεον γὰρ ὁμῶς ἑτάροισιν ἄνακτα . Οὐδὲ μὲν | ||
καί μιν ταρχύσαντο παρ ' ᾐόσιν Ἑλλησπόντου πολλὰ μάλ ' ἀχνύμενοι . Περὶ δ ' ἔστενον ὄβριμοι υἷες Ἀργείων : |
κακόλεκτρος ἀμήτορα μητέρα δειλήν , ὕψι μάλ ' ἠέρθησαν , ἀμείλιχα φυσιόωντες , δεσμά τ ' ἀπορρήξαντες ἴτην μεγάλα χρεμέθοντες | ||
οἱ βιότοιο λυγρὸν περιτέλλεται ἦμαρ : ὣς ὅ γ ' ἀμείλιχα θῦνε . Μέλαν δέ οἱ ἔζεεν ἦτορ , εὖτε |
, δύσμοροι , οἵ τ ' ἀγαθῶν μὲν ἀεὶ κτῆσιν ποθέοντες οὔτ ' ἐσορῶσι θεοῦ κοινὸν νόμον οὔτε κλύουσιν , | ||
ἐριαύχενες ἵπποι κείν ' ὄχεα κροτάλιζον ἀνὰ πτολέμοιο γεφύρας ἡνιόχους ποθέοντες ἀμύμονας : οἳ δ ' ἐπὶ γαίῃ κείατο , |
. διακτορίη δέ σε πύργου ἠθάδα σημαίνουσα φαεσφορίην ὑμεναίων μαινομένης ὤτρυνεν ἀφειδήσαντα θαλάσσης νηλειὴς καὶ ἄπιστος . ὄφελλε δὲ δύσμορος | ||
δ ' ἐσθλοὶ ἑταῖροι ἁθρόοι ἠγερέθοντο : θεὰ δ ' ὤτρυνεν ἕκαστον . ἔνθ ' αὖτ ' ἄλλ ' ἐνόησε |
ἠνάγκαζεν ἄν , ἢ ταῖς μεγίσταις ζημίαις καὶ τοῖς ἐσχάτοις ὀνείδεσι περιπεσεῖν . Εἰ δ ' οὐσία κατελείφθη , δίκαιον | ||
ρὸς ἦν προφέρων τὴν βραδύτητα . ἡ δὲ ἤλγησε τοῖς ὀνείδεσι καὶ ποιεῖται πρόκλησιν εἰς δρόμον . τῷ δὲ ἵππῳ |
υἱός , σύν τ ' ἄλλοι Μινύαι γλαυκώπιδι Τριτογενείῃ θῆκαν ἀείραντες βριθὺν λίθον , ἔνθα δὲ νύμφαι κρήνῃ ὑπ ' | ||
βιαζόμεναι χαλεποῖς ἐνέκυρσαν ἀήταις . οἳ δέ σφεων κατὰ πρύμναν ἀείραντες μέγα κῦμα ἠὲ καὶ ἐκ πρῴρηθεν ἢ ὅππῃ θυμὸς |
δὴ πληρώσει ; ἐπιβᾶσα ἐπὶ τὸν τράχηλον ἐμοῦ ἡ δύσζηλος τιμωρουμένη καὶ τιμωροῦσα πολυστένακτα ἢ δίχα στεναγμοῦ καὶ ἐλέους ὡς | ||
ὀξεῖ ' Ἐρινύς : ἤτοι ὀξέως βλέπουσα , ἢ ὀξέως τιμωρουμένη . ἐστύγησεν ὥστε ἀλληλοφονίαν γενέσθαι τοῦ γένους αὐτοῦ . |
κρύψει ; ποῖον οὐκ ἐρεῖ κακόν , τὸν ἐκ δορὸς γεγῶτα πολεμίου νόθον , τὸν δειλίᾳ προδόντα καὶ κακανδρίᾳ σέ | ||
ἀργυρώνητον σέθεν ; οὐκ οἶσθα Θεσσαλόν με κἀπὸ Θεσσαλοῦ πατρὸς γεγῶτα γνησίως ἐλεύθερον ; ἄγαν ὑβρίζεις καὶ νεανίας λόγους ῥίπτων |
νηῶν : ἔξοχα γὰρ νήεσσι γεγηθότες ὑγρὰ θεούσαις ἕσπονται πομπῆες ὁμόστολοι , ἄλλοθεν ἄλλος ἀμφιπερισκαίροντες ἐΰζυγον ἅρμα θαλάσσης τοίχους τ | ||
πῶς . Πομπῆες : ἀκόλουθοι , συνέμποροι , ὁδηγοὶ , ὁμόστολοι , ὁμόπλοοι . Ἀμφιπερισκαίροντες : πηδῶντες , περικυκλοῦντες , |
τε κύνες τε δεδουπότα δαρδάψουσιν . Ὣς ἄρ ' ἔφη δολόεντα μετὰ κταμένοις Ὀδυσῆα κεῖσθαι ὀιόμενος μεμορυγμένον αἵματι πολλῷ . | ||
τις οὐδὲ ἴδοιτο , οὐδὲ θεῶν μακάρων : περὶ γὰρ δολόεντα τέτυκτο . αὐτὰρ ἐπεὶ δὴ πάντα δόλον περὶ δέμνια |
δαιτυμόνων ναυάγιον , οἷά τε πολλὰ πνεῦμα Διωνύσοιο πρὸς Ὕβριος ἔκβαλεν ἀκτάς . ἐγὼ δὲ εὖ οἶδα ὅτι ἥδιστα πολλάκις | ||
δαιτυμόνων ναυάγιον , οἷά τε πολλὰ πνεῦμα Διωνύσοιο πρὸς ὕβριος ἔκβαλεν ἀκτάς . πέτρην κοιλαίνει ῥανὶς ὕδατος ἐνδελεχείῃ . Ἥγεό |
βελέεσσιν . Ὡς δ ' ὅτ ' ἀπὸ σταθμοῖο κύνες μογεροί τε νομῆες κάρτεϊ καὶ φωνῇ κρατεροὺς σεύουσι λέοντας πάντοθεν | ||
' ἐν οὔρεσιν ἀσχαλόωσα ἥν τ ' ἀπὸ μεσσαύλοιο κύνες μογεροί τε νομῆες σεύοντ ' ἐσσυμένως , ἣ δ ' |
ἐδουπεῖτο , δρόμοις δὲ ἐρρυθμισμένοις συνηλάλαζον ἀνακαλοῦντες τὸν Ἀχιλλέα , στεφανώσαντες δὲ τὴν κορυφὴν τοῦ κολωνοῦ καὶ βόθρους ἐπ ' | ||
ἐπιούσης τοῦ Πανὸς ἐμνημόνευον , καὶ τῶν τράγων τὸν ἀγελάρχην στεφανώσαντες πίτυος προσήγαγον τῇ πίτυϊ , καὶ ἐπισπείσαντες οἴνου καὶ |
θηρίου ἐτίθει αὐτὸ ἐν σκάφῃ . εἰ δὲ μὴ τοῦτο πεποιήκοι , τροφὴν οὐκ ἐλάμβανεν ἡ ἐλέφας . καὶ μετὰ | ||
θηρίου ἐτίθει αὐτὸ ἐν σκάφηι . εἰ δὲ μὴ τοῦτο πεποιήκοι , τροφὴν οὐκ ἐλάμβανεν ἡ ἐλέφας . καὶ μετὰ |
φρενίτιδες , στραγγουρίαι , δυσεντερίαι , ληθαργίαι , ἐπιληψίαι , σηπεδόνες , ἄλλα μυρία . πᾶς ὁ καθ ' ἑαυτὸν | ||
δίκαιον οὕτως . Αἱ δὲ νομαὶ θανατωδέσταται μὲν ὧν αἱ σηπεδόνες βαθύταται , καὶ μελάνταται , καὶ ξηρόταται : πονηραὶ |