Βοιωτὸν αὑτῷ ὄνομα , ἀλλὰ Μαντίθεον , καὶ οὕτως ὀνόματι ἀμφισβητῶν ἔργῳ τὴν προῖκά με τῆς μητρὸς ἀποστερεῖ . ἀπορῶν
καθ ' ἑαυτὸν βίῳ γενόμενος , ἀλλ ' ὑπὲρ εὐγενείας ἀμφισβητῶν τῷ Κέκροπι διετέλεσε . διὰ δὲ τοῦ εἰπεῖν :
6888797 ἐλευθερος
ποθεινοτέρα . καὶ γὰρ δὴ μύρῳ μὲν ἀλειψάμενος δοῦλος καὶ ἐλεύθερος εὐθὺς ἅπας ὅμοιον ὄζει : αἱ δ ' ἀπὸ
τοῦτο γὰρ ἐγώ σε ἐξῄτησα , πότερον δοῦλος εἶ ἢ ἐλεύθερος ; τί δέ μοι τοῦτο διαφέρει ; ” Αἴσωπος
6560385 μακαριος
ἔθος Ῥωμαίων Ῥωμαῖοι διαφυλάττοντες : ὃ οὐ μόνον διατετήρηκεν ὁ μακάριος ὑμῶν ἐπίσκοπος Σωτὴρ , ἀλλὰ καὶ ἐπηύξηκεν : ἐπιχορηγῶν
: Ἐὰν ᾖς νοήμων καὶ ποιήσῃς ὡς γέγραπται , ἔσῃ μακάριος : νικήσεις γὰρ μεθόδῳ πενίαν , τὴν ἀνίατον νόσον
6493570 σπουδαιος
, καὶ διὰ τοῦτο αἱρετόν ἐστιν . αἱρεῖται γὰρ ὁ σπουδαῖος καὶ ζῆν καὶ αἰσθάνεσθαι καὶ νοεῖν , ὅτι αἰσθάνεται
τὸ ἡδὺ καὶ τὸ ἵλεων τοῦτο : ἵλεως δὲ ὁ σπουδαῖος ἀεὶ καὶ κατάστασις ἥσυχος καὶ ἀγαπητὴ ἡ διάθεσις ἣν
6488317 συνετος
, ἀνὴρ Ἰταλὸς καὶ τῶν εὖ γεγονότων . ὃς ἄγαν συνετὸς ὢν καὶ πεπαιδευμένος καὶ ψυχῆς ἀνδρείαν πλουτῶν τοῖς τε
ἡδύβιος , κατωφερὴς εἰς γυναῖκας , Ἑρμοῦ δὲ εὐπαίδευτος , συνετὸς καὶ ἐρωτικὸς εἰς παῖδας , Ἡλίου δὲ καὶ Σελήνης
6474190 δικαιος
κειμένου φήσομεν αὐτὰς ἀληθεύειν καθάπερ ἐκείνας , οἷον τὶς ἄνθρωπος δίκαιός ἐστιτὶς ἄνθρωπος δίκαιος οὐκ ἔστιν . εἰ δὲ ὡς
ἄνθρωπος δίκαιος οὐκ ἔστιν . ὁ γὰρ λέγων τὶς ἄνθρωπος δίκαιός ἐστιν τινὶ ἀνθρώπῳ λέγει ὑπάρχειν τὸ δίκαιον : ὁ
6473593 χρηστος
ζῆν ἔρχετ ' ἀποθανούμενος . Δούλῳ γὰρ οἶμαι πατρίδος ἐστερημένῳ χρηστὸς γενόμενός ἐστι δεσπότης πατρίς . Εἴ τίς φησι τοὺς
τέκνον : ἐφίημι γάρ . Ὁ Τιμοκλῆς οὗτος ἔστι μὲν χρηστὸς ἀνὴρ καὶ φιλόθεος καὶ τοὺς λόγους πάνυ ἠκρίβωκε τοὺς
6471347 ἀδικος
οὐ γὰρ δύναταί τις πρὸς ἑαυτὸν καὶ τὸ ἴδιον μέρος ἄδικος εἶναι , οὐδὲ τὸ ἴδιον κτῆμα προαιρεῖταί τις βλάπτειν
, ᾧ ταὐτὸν δύναται κατὰ τὸν προειρημένον τρόπον τὸ ἄνθρωπος ἄδικος οὐκ ἔστιν : ὡς γὰρ συντόμως εἰπεῖν , ἡ
6439665 δικαστης
μάραγδον εἶναι ταῦτ ' ἔδει καὶ σάρδια . εἴ τις δικαστὴς ἢ διαιτητὴς θεῶν . ἐνταῦθ ' ἀπόστα μικρόν .
Φιλίππῳ τῷ Ἀμύντου , αὐτὸς μέν σφισιν ὁ Γάλλος ἀπηξίωσε δικαστὴς καταστῆναι , Καλλικράτει δὲ ἁπάσης τῆς Ἑλλάδος ἀνδρὶ ἀλάστορι
6358039 ὁσιος
. ὅσιος ] δίκαιος . θ ὅσιος ] εὐσεβής . ὅσιος ] ἄξιος . μομφῆς ] μέμψεως . μομφῆς ]
ὕδασιν ἐξαρδῶν ἀεί . ὑμεῖς δ ' [ ἐπειδὰν ] ὅσιος ἦι Κάδμου πόλις χωρεῖτε , [ παῖδες ] ,
6332510 πιστος
τὸ φαινόμενον πιστός ἐστιν ἢ οὔ . εἰ μὲν οὖν πιστός ἐστιν , οὐδὲν ἕξει λέγειν πρὸς τὸν ᾧ φαίνεται
λέγει γὰρ Μωυσῆς ἐν ᾠδῇ τῇ μείζονι : ” θεὸς πιστός , καὶ οὐκ ἔστιν ἀδικία ἐν αὐτῷ ” .
6322221 ἀπαιδευτος
ἐκεῖνα : ἢ ἐλεύθερος ἢ δοῦλος , ἢ πεπαιδευμένος ἢ ἀπαίδευτος , ἢ γενναῖος ἀλεκτρυὼν ἢ ἀγεννής , ἢ ὑπόμενε
. Ἄγροικος ὁ ἐν ἀγροῖς διατρίβων , ἀγροῖκος δὲ ὁ ἀπαίδευτος . Τὰ εἰς ας ἀρσενικὰ δισύλλαβα βαρύτονα ἔχοντα τὸ
6288783 ἀλλοτριος
: τὸ δὲ προσθεῖναι , οὐχ ὅτ ' ἂν ὡς ἀλλότριος καὶ μηδὲν προσήκων , δῆλον ὅτι τῆς αὐτοῦ τοῦ
ἔργα μήποτε θεοῦ βουλήματί ἐστι : καὶ γὰρ οὐδεὶς ἦν ἀλλότριος λογισμὸς τῶν εἰωθότων ἐν τῇ ψυχῇ κατοικεῖν εἴσω .
6288626 ἀμαθης
' ἑνὸς μ γράφεται : ἄμαθος γὰρ λέγεται παρὰ τὸ ἀμαθὴς * καὶ * ἀμέτρητος εἶναι καὶ ἐν συγκοπῇ ἄμος
καὶ οὐκ εὐτελὴς ὤν , ἠλίθιος δὲ μᾶλλον , οἷον ἀμαθὴς καὶ ἀνόητος , ὃς εἰ παιδευθείη καλὸς ἂν εἴη
6282924 φιλανθρωπος
, οὗτός ἐστιν ὁ τοῦ Διὸς ζηλωτὴς καὶ οὗτος ὁ φιλάνθρωπος ἀτεχνῶς . τῶν δὲ ἄλλων Κῦρον μὲν φιλοπέρσην καλῶ
, ἅπερ οὐκ ἐάσει καθ ' ὑμῶν ἰσχῦσαι ψῆφος ὑμετέρα φιλάνθρωπος . Εὔβουλος ἐγράψατο Ἀρίσταρχον ἐπὶ τῷ Νικόδημον πεφονευκέναι :
6273738 ἀνανδρος
τοῦ Διὸς μαλακισθήσομαι καὶ θηλύνους γενήσομαι , ἤτοι θῆλυς καὶ ἄνανδρος τὸν νοῦν , καὶ παρακαλέσω τὸν ἐμοὶ μεγάλως μισούμενον
τὰ γυναικῶν πράττειν . ἀποτῆξαι λιμῷ : οἷον ἀποκτεῖναι . ἄνανδρος γυνή : ἡ μὴ ἔχουσα ἄνδρα . ἁπλούστατος :
6260674 ἀφρων
οἰκειότατον δὲ κακίας ὄνομα σύγχυσις : οὗ πίστις ἐναργὴς πᾶς ἄφρων , λόγοις καὶ βουλαῖς καὶ πράξεσιν ἀδοκίμοις καὶ πεφορημέναις
, φθονεῖς , ταράσσῃ , μεταβάλλῃ : διὰ ταῦτα ὁμολογεῖς ἄφρων εἶναι . ἐν δὲ τῷ φιλεῖν οὐ μεταβάλλῃ ;
6228186 ἀθεος
Μιλήσιος καὶ Ἵππων [ . ] , ὃς δοκεῖ καὶ ἄθεος γεγονέναι , ὕδωρ ἔλεγον τὴν ἀρχὴν ἐκ τῶν φαινομένων
Διὸς οὐδὲ θεῶν μακάρων . Παρεσκευάσατο δὴ μέλλων πλεῖν ὁ ἄθεος οὗτος καὶ ἀθάλαττος βασιλεὺς μεγάλην καὶ εὐρύχωρον ναῦν ,
6219005 φρονιμος
Ὅτι δ ' οὐκ ἔστιν ὀρθῶς ἡγεῖσθαι , ἐὰν μὴ φρόνιμος ᾖ , τοῦτο ὅμοιοί ἐσμεν οὐκ ὀρθῶς ὡμολογηκόσιν .
ἡ μὲν τρυγὼν ἐκ φύσεώς ἐστι σώφρων ἡ δὲ ἀλώπηξ φρόνιμος ὁ δὲ λέων ἀνδρεῖος ὁ δὲ πελαργὸς δίκαιος :
6203114 ἑταιρησεως
τούτου : νόμος τὸν ἡταιρηκότα μὴ λέγειν , Τίμαρχος ἁλοὺς ἑταιρήσεως διδάσκει παῖδας καὶ ὑπάγεται τῷ νόμῳ : ἐνταῦθα γὰρ
πάρεστι κατηγορῆσαι λόγου χάριν . . . . ἐπήγγειλα ] ἑταιρήσεως ἦν γραφὴ καὶ δοκιμασία καὶ ἐπαγγελία . καὶ ταῦτα
6200561 πενης
, ὁ δέ τις λιβανωτὸν ἢ πόπανον , ὁ δὲ πένης ἱλάσατο τὸν θεὸν κύσας μόνον τὴν ἑαυτοῦ δεξιάν .
ὑπὲρ πέντε τάλαντα μὴ κεκτημένον μὴ πολιτεύεσθαι , ἐπανελθὼν ὁ πένης μετὰ δύο μῆνας ἀντιλέγειν βούλεται , ὁ δὲ παραγράφεται
6188811 ἀνεπιστημων
τῶν ὁμοιοτήτων δύναται παράγειν , πῶς δὲ ὁ τῆς ἀληθείας ἀνεπιστήμων ἄτακτός ἐστι . Τριῶν δὲ ὄντων τούτων , εὑρέσεως
κατὰ μετάληψιν : μεταλαμβάνει γὰρ ἀντὶ τοῦ οὐκ ἰατρὸς τὸ ἀνεπιστήμων . ὅταν ὁ ῥήτωρ κτλ . . τριττὸς ὁ
6183849 ἀχαριστος
συγγενικὴν δόσιν . παρώνυμον ] ἀπόδειξις αὕτη τῆς δωρεᾶς οὐκ ἀχάριστος . λίμνην ] τὴν στρογγύλην . χοιράδα ] τὴν
δοθῆναι , καὶ ἐπείξεως ἐς αὐτήν , ἵνα μὴ βραδύνων ἀχάριστος εἶναι δοκοίην μηδ ' ὅσοι καταλεχθέντες εἰς τὰς ἀποικίας
6178897 ἀνοητος
ἀπόρου σχήματος καὶ ματαία ἡ σκέψις διότι οὔτε ἀλαζὼν οὔτε ἀνόητος ἀρετή , οἷοι δὴ καὶ τυφλοὶ πόνοι πάντες οἱ
Ὑπέρβολος ὁ λυχνοποιὸς καὶ Διοκλῆς ὁ λωποδύτης καὶ Μελιτίδης ὁ ἀνόητος . Καὶ τί σοι λέγομεν τὸν Ἀπόλλω ; ὁρᾷς
6166752 ἑκων
ἄνδρα ἐφεξῆς πρόθυμον εἶναι , καὶ ὅπως μηδεὶς μήθ ' ἑκὼν μήτ ' ἄκων ἀνατρέψει τοῦτο σκοπεῖσθαι , ἐπειδὰν δὲ
; Ἔμοιγε . Πότερον δὲ γραμματικώτερον κρίνεις , ὃς ἂν ἑκὼν μὴ ὀρθῶς γράφῃ καὶ ἀναγιγνώσκῃ ἢ ὃς ἂν ἄκων
6156455 κριτης
στρατιῶται καὶ οἱ πάλαι στρατιῶται , καὶ τίς δὴ οὐ κριτὴς καὶ ἐξεταστὴς τῶν λόγων , ἀλλὰ καὶ τῶν ἀκροωμένων
ἀρχιστράτηγος : Ἄκουσον , δίκαιε Ἁβραάμ : διότι εὗρεν ὁ κριτὴς τὰς ἁμαρτίας αὐτῆς καὶ τὰς δικαιοσύνας ἐξ ἴσου ,
6154107 ἀπατεων
τὸ καλὸν ἐρευνῶν : λέγεται σοφιστὴς καὶ ὁ ψεύστης καὶ ἀπατεών : ἐπὶ τούτοις ὀνομάζεται σοφιστὴς καὶ ὁ πλασματογράφος καὶ
, πλειών πλειῶνος , αἰών αἰῶνος , λυμεών λυμεῶνος , ἀπατεών ἀπατεῶνος , Καρνειών Καρνειῶνος , Ἐλεών Ἐλεῶνος Β οἵ
6124849 δημοτικος
τὰ καλά . Περίανδρος ὁ Κορινθίων δυνάστης κατ ' ἀρχὰς δημοτικὸς ὢν ὕστερον εἰς τὸ τυραννικὸς εἶναι μετῆλθεν , καὶ
δὲ ἐν Οἰδίποδι : ὁ πρῶτος εὑρὼν τἀλλότρια δειπνεῖν ἀνὴρ δημοτικὸς ἦν τις , ὡς ἔοικε , τοὺς τρόπους .
6119696 οὐθεις
συναχθείσης ἐκκλησίας ἐν Συρακούσαις , καὶ μεγάλων φόβων ἐπικρεμαμένων , οὐθεὶς ἐτόλμα περὶ τοῦ πολέμου συμβουλεύειν . ἀπορουμένων δὲ πάντων
τοιοῦτον εἶναι τὸ στοιχεῖον τῶν σωμάτων . διὰ τοῦτο οὖν οὐθεὶς τῶν ὑστέρων καὶ λεγόντων ἓν εἶναι στοιχεῖον τῶν πάντων
6118538 δημηγορικος
ἀνθρωπίνων . ὅστις ἂν οὖν ὑμῶν βούληται ἢ οἰκονομικὸς ἢ δημηγορικὸς ἢ στρατηγικὸς γενέσθαι ἢ ὅμοιος Ἀχιλλεῖ ἢ Αἴαντι ἢ
ἀνθρωπίνων . ὅστις ἂν οὖν ὑμῶν βούληται ἢ οἰκονομικὸς ἢ δημηγορικὸς ἢ στρατηγικὸς γενέσθαι ἢ ὅμοιος Ἀχιλλεῖ ἢ Αἴαντι ἢ
6112010 πονηρος
μᾶλλον πέφυκε τἀνθρώπῳ . Ὁ δ ' αὖ οὐ πάνυ πονηρὸς καθέστηκεν ἀπὸ τῆς τῶν χρωμάτων τεκμαιρομένων ἡμῶν οἰκειότητος .
ἔλυσε τοὺς νόμους : εἰ δ ' ἐκβαλεῖν ἀπάτην ἣν πονηρὸς ἄνθρωπος ἐνέθηκέ σοι , μένει μὲν Ἱεροκλῆς ἐν τῷ
6099420 παραβαινων
γε χορηγοῦντα τοῦτ ' ἐποίησεν , οὔπω τόνδε τὸν νόμον παραβαίνων : οὐ γὰρ ἔκειτό πω . εἷρξεν Ἀγάθαρχον τὸν
: ἀλλὰ σὺ οὐκ ἐπίστασαι νόμοις χρῆσθαι ὅρκους καὶ δεξιὰς παραβαίνων : περιπετὴς ὁ λόγος κατὰ ῥήτορας : περιπίπτει γὰρ
6099130 ἀλαζων
τρόπον : ἕως δ ' ἂν ᾖ οὗτος ἄπληστος ἀνελεύθερος ἀλαζὼν δειλός , ἐν ἐνδείᾳ καὶ σπάνει ἔσται . Καὶ
. Γ ὡς ἀλαζὼν Γ : ὡς ἀπὸ τῆς ὄψεως ἀλαζὼν φαίνεται . Γ Ἱεροκλέης Γ : οὗτος μάντις ἦν
6096675 ἀσελγης
πόρνη ἡ κατωφερής . δοκεῖ δὲ ἡ τοῦ Νηλέως θυγάτηρ ἀσελγὴς γενέσθαι καὶ ὑπό τινος τῶν βαρβάρων φθαρῆναι . τῷ
τὴν μητρυιὰν προσηυκαίρει κυνηγίαις . Ἀποτυχοῦσα δὲ τῆς προαιρέσεως ἡ ἀσελγὴς κατεψεύσατο τοῦ σώφρονος , ὡς βιάσασθαι αὐτὴν θελήσαντος .
6094540 συκοφαντης
περὶ ἐμοῦ φρονεῖς , καὶ πλείω με ἀδικεῖς ἢ ὁ συκοφάντης , ἃ γὰρ ἐκεῖνος διδάξειν ἔφη , σὺ πρὶν
ἀδικίας πεπληρωμένον . Γ Νίκαρχος : ὁ Νίκαρχος κωμῳδεῖται ὡς συκοφάντης . “ φανῶν ” δὲ ἀντὶ τοῦ κατηγορήσων .
6077275 ἠσθα
εἰσοικούμενον εἴσδεξαι πνεῦμα τὸ τρίτον ὥσπερ στέφος . νεκρὸς γὰρ ἦσθα τὸ πρὶν εἰς φθορὰν πέλων τάφῳ κατῴκησάς τε νεκρὸς
γράφῃς , ἄλλοις καλέ , ἐμοὶ δὲ ὑπερήφανε . οὐκ ἦσθα συγκείμενος ἐκ σαρκὸς , καὶ τῶν , ὅσα τούτοις
6076937 ποτερος
τὸ κοινὸν κατέθηκας . καὶ οὐ τοῦτο δεῖ λογίζεσθαι , πότερος ἄρα ἀριθμῷ πλείω συμβέβληται ἡμῶν , ἀλλ ' ἐκεῖνο
ὦ σχέτλιοι πομπαίφεῦ φεῦ δύο διολλῦσαι : αἰαῖ . † πότερος ὁ μέλλων ; † ἔτι γὰρ ἀμφίλογα δίδυμα μέμονε
6063880 γνησιος
] ΜΘ Βασιλείδης τοίνυν καὶ Ἰσίδωρος , ὁ Βασιλείδου παῖς γνήσιος καὶ μαθητής , φασίν [ . φησίν ] εἰρηκέναι
Ἐναντιώτατόν φησι τὸν γνήσιον καὶ νόθον . ἐπεὶ τῷ τριταίῳ γνήσιος ἀμφημερινός ἐστιν ἐναντιώτατος , ὡς ἂν τοῦ μὲν ὑπὸ
6058484 μισανθρωπος
: μισόδημος μισόπολις , μισολόγος , μισοπόνηρος , μίσεργος , μισάνθρωπος μισόθεος , μισογύνης μισότεκνος , μίσιππος , μισόθηρος ,
ἀγνώμων , ἀνεπιεικής , μικρόψυχος , ἀσεβής , δυσσεβής , μισάνθρωπος , μικρόφρων , ὀλιγόφρων , ἢ κατὰ Ξενοφῶντα μικροπρεπής
6046595 πειθομενος
πάλαι δὲ αὐτὴν ἐμοίχευεν . Ὁ κατάρατος , ὃν ἐγὼ πειθόμενος αὐτῇ ἀφῆκα ἐλεύθερον ; Ἡ θυγάτηρ δέ σοι ταῖς
ἐπιδεικνύουσιν ; ὃς τῇ μὲν πατρίδι οὕτως ἐχρῆτο ὥστε μάλιστα πειθόμενος . . . τοῖς δ ' ἑταίροις πρόθυμος ὢν
6043504 τυγχανεις
σε προσληψόμενος . ᾤετο γὰρ τὸν ὄντα οὗ νῦν ὢν τυγχάνεις μηδὲν φιλανθρωπίᾳ ποιεῖν , πάντα δὲ ἀργυρίου . ἐγὼ
σφόδρα τούτους τοὺς λόγους ἀκροώμενος , οὓς καὶ σὺ νῦν τυγχάνεις δὴ διεξιών , ἄγαμαι . Εἶπον οὖν ἐγὼ ὅτι
6034549 ἀδικων
ὑψοῖ σαθρὸν αὐτῶν τὸ κλέος : οἰκόβιος γὰρ ἡ τῶν ἀδίκων δόξα καὶ εὐκατάακτος . εἴη μή ποτέ μοι τοιοῦτον
, πῶς ἐστι δίκαιον , ἔργων ὅστις ἀνὴρ ἐκτὸς ἐὼν ἀδίκων , μή τιν ' ὑπερβασίην κατέχων μήθ ' ὅρκον
6030751 ἰδιωτης
παραλείψω , ἀλλ ' ἐκεῖνο λέγω : εἰ μὲν Αἰσχίνης ἰδιώτης ὢν ἀπελήρησέ τι καὶ διήμαρτε , μὴ σφόδρ '
ἄν , ἀλλ ' ἂν τὰ ὅμοια ποιῶσιν ὅ τε ἰδιώτης καὶ ὁ τύραννος , ἐννόει πότερος μείζω ἀπὸ τῶν
6029838 ἀστειος
πρεσβύτερος μὲν οὖν καὶ πρῶτος ἔστι τε καὶ λεγέσθω ὁ ἀστεῖος , νεώτερος δὲ καὶ ἔσχατος πᾶς ἄφρων , τὰ
† ὁ ἐν ἄστει διατρίβων , λέγεται * * * ἀστεῖος ὁ διὰ χρηστὸν ἦθος ἐπαινούμενος , ὡς καὶ ὁ
6020425 γελοιος
, ὄφρα τί μιν προτιείποι ἀμειβόμενος ἐπέεσσιν : ἀθετεῖται ὅτι γελοῖος , εἰ ἡ μελία ἐπετήδευσε μὴ ἀποτεμεῖν τὸν ἀσφάραγον
καὶ τί λέγουσιν ἕκαστον ὁρίζονται : ὁ δὲ μηδὲν συνιδὼν γελοῖος ἂν εἶναι δόξειεν ἐπιζητῶν τί ἐστι γραμμὴ καὶ τῶν
6008542 φιλοπολις
ὢν καὶ οὐχ ἥκιστα , ὡς ἐπέδειξεν ὕστερον , καὶ φιλόπολις . ἔσχε μὲν γὰρ ἔτι νέος ὢν τὴν ἀρχήν
συνθέσει βαρύνονται : μῆτις πολύμητις , ἴδρις ἄϊδρις , πόλις φιλόπολις , χάρις εὔχαρις . Τὰ εἰς ΙΣ ὀξύτονα πὴ
6005507 φιλοστρατιωτης
καὶ τοῦτο φέρει τὸ θέαμα : καὶ γάρ πως καὶ φιλοστρατιώτης ἡμῖν λίαν ὑπὸ τῆς ποιήσεως ἐκεῖνος δείκνυται : λυπεῖ
καμόντι ἤρκει καὶ ὁρμωμένῳ πρὸς κάματον οὐκ ἦν κώλυμα . φιλοστρατιώτης δὲ ὢν διαφερόντως στρατιώταις οὐκ ἐχαρίζετο , ἀλλὰ πᾶσάν
5993007 μαρτυρησαι
ὑποδείγματα τοῦ μὲν τὸ ἀκούσιον , τοῦ δὲ τὸ ἑκούσιον μαρτυρῆσαι . Τίθησι τὸν δοκοῦντα μάλιστα ἀναιρεῖν λόγον τὸ ἑκούσιον
λόγον τὰ ἄλογα τῶν λογικῶν διέζευξεν , ὡς ἀνθρώποις μόνοις μαρτυρῆσαι τὸ ὁμόφωνον . ἔστι δέ , ὥς γέ φασι
5989531 ἀπολογουμενος
συκοφάνταις λοιπὸς ᾖ . καὶ ξυνίημι μὲν ἐπιτιμῶν μᾶλλον ἢ ἀπολογούμενος , εἰρήσθω δέ μοι ταῦθ ' ὑπὲρ τῶν νόμων
ὡς βαρύνοντα τὴν λέξιν τὸν Ἀρίσταρχον διαβάλλουσιν . Κάσσιος δὲ ἀπολογούμενος ὑπὲρ τῆς βαρυτονήσεώς φησιν ὅτι τὰ μονοσύλλαβα , ὅταν
5979384 Οὐδεις
λέγειν . Πικρόν ἐστι θρέμμ ' ἐν οἰκίᾳ γέρων . Οὐδεὶς πονηρὸν πρᾶγμα χρηστὸς ὢν ποιεῖ . Ὡς ἡδὺ συνέσει
† ἐργάζεται . Οὐκ ἔστιν οὐδὲν κτῆμα κάλλιον φίλου . Οὐδεὶς ὃ νοεῖς μὲν οἶδεν , ὃ δὲ ποιεῖς βλέπει
5967151 ξενος
τὸν ξενίζοντ ' οὐδεὶς πώποτ ' ᾐτιάσαθ ' ὡς εἴη ξένος . καί μοι λαβὲ τὰς μαρτυρίας . Περὶ μὲν
τὴν πόλιν ταύτην λίθον προσενέγκηι , ἐλεύθερος γίνεται , κἂν ξένος ἦι . ἔστι καὶ ἑτέρα Ἱεροδούλων , ἐν ἧι
5960844 στρατηγικος
δὲ τῆς Λευκανίας ἑξακοσίους , ὧν ἡγεῖτο Κλέπτιος , ἀνὴρ στρατηγικὸς καὶ ἐπ ' ἀνδρείᾳ περιβόητος , ἔτι δὲ καὶ
Ναί . Ἐπειδὴ δὲ τὰ στρατιωτικὰ γιγνώσκεις , πότερον ᾗ στρατηγικὸς εἶ γιγνώσκεις ἢ ᾗ ῥαψῳδὸς ἀγαθός ; Οὐδὲν ἔμοιγε
5948989 κακος
τοῦτο καὶ τὸ ἀλεξιφάρμακος ἀπὸ τοῦ ἀλέξω γέγονε καὶ τοῦ κακός , ἀλεξώκακος καὶ τροπῇ τοῦ ω εἰς ι ἀλεξίκακος
ἐφ ' ἑστίαν . πρὸς τοῖσδε νῦν ἄκουσον ὡς φαίνηι κακός : χρῆν ς ' , εἴπερ ἦσθα τοῖς Ἀχαιοῖσιν
5944986 σωφρων
/ καὶ τοῦ λοιποῦ τοῖς σύμπασιν ἦν πρᾶιός τε καὶ σώφρων . / Κτησίας καὶ Ἡρόδοτος , Διόδωρος καὶ Δίων
δὲ ἐπὶ τοῦ τρίτου γεννώμενος ἔσται πλούσιος καὶ πεπαιδευμένος , σώφρων , δίκαιος , ἰδιοπράγμων , εὐσεβής , εὐμετάδοτος καὶ
5938534 ἀγνοων
. περὶ γὰρ σοῦ φροντίζων διετέλει καὶ τῶν ἡμετέρων οὐδὲν ἀγνοῶν . εἰ δὲ δεῖ σε καὶ παρ ' ἡμῶν
οὖν μὴ γιγνώσκοντες κτλ . συλλογισμοῦ δεικνύντος ὅτι ὁ ἑαυτὸν ἀγνοῶν οὔκ ἐστι πολιτικός , πρότασις ἡ λέγουσα ὅτι ὁ
5935079 πλουσιος
ὡς ἐπ ' ἐκείνου : συνεχῶς τις κρινόμενος τυραννίδος ἐπιθέσεως πλούσιος ἐξαργυρίσας τὴν οὐσίαν ἔρριψεν εἰς θάλασσαν , καὶ κρίνεται
, τί οἴεσθ ' ὁπότ ' ἄνθρωπος πένης ἢ καὶ πλούσιος , πολλὰ δ ' ἀνηλωκὼς καί τιν ' ἴσως
5929673 ἀτιμος
αὐτῷ τούτων τῶν κινδύνων ἐμέλησεν , ἀλλ ' ἐβουλήθη καὶ ἄτιμος εἶναι [ καὶ τὰ χρήματ ' αὐτοῦ δημευθῆναι ]
πάρεστι ] ἡ Ἑλένη . πάρεστι ] ἰδεῖν αὐτήν . ἄτιμος ] πολύτιμος . ἀλοίδορος ] οὐ γὰρ λοιδοροῦμεν αὐτὴν
5921798 ἐπιβουλος
φῂς τὸν Ἀχιλλέα ψεύδεσθαι , ὃς ἦν οὕτω γόης καὶ ἐπίβουλος πρὸς τῇ ἀλαζονείᾳ , ὡς πεποίηκεν Ὅμηρος , ὥστε
, πρόσοδον τὴν πολιτείαν πεποιημένος : ὕπουλος , δολερός , ἐπίβουλος , κακοήθης , ἀπατεών , ἐπιβουλεύων , ἐπηρεάζων ,
5905918 χρηματιστικος
τρόπος νοητέος , ὅσπερ ἐστὶ κατὰ τὰς τοποθεσίας τῶν ἀστέρων χρηματιστικὸς παραχρῆμα κατὰ τὴν τῶν ζῳδίων φύσιν . Συγκρίνειν δὲ
ἥδιστος , τὸν ἑαυτοῦ ἕκαστος μάλιστα ἐγκωμιάσεται ; ὅ τε χρηματιστικὸς πρὸς τὸ κερδαίνειν τὴν τοῦ τιμᾶσθαι ἡδονὴν ἢ τὴν
5881584 ἀγχινους
ὑπὸ χολῶν βλαπτομένους . Ἡ Σελήνη οἴκοις ἢ ὁρίοις Ἑρμοῦ ἀγχίνους , δριμεῖς , ἐπικερδεῖς , παιδεραστὰς δὲ καὶ φιλογυναίους
, ἵνα καὶ διὰ θεωρίας τὴν τέχνην ἰσχύσῃ παραλαβεῖν : ἀγχίνους δὲ πρὸς τὸ ῥᾳδίως τοῖς λεγομένοις καὶ γινομένοις παρακολουθεῖν
5867320 προαγωγος
καὶ ἀναγωγὸς τοῦ τρίτου εἰς τὸ πρῶτον , ὡς ἐκείνη προαγωγὸς τοῦ πρώτου εἰς τὸ τρίτον . Φέρε οὖν ἴδωμεν
παρὰ τὸν τρίτον , ποίαν γὰρ ἰσχυρὰν προβαλεῖται πίστιν ἀνὴρ προαγωγὸς τῆς αὐτοῦ γαμετῆς ὑπὲρ οὕτω διαβεβλημένης πράξεως κατηγορεῖν ἐπιχειρῶν
5863258 ὑπερηφανος
τῶν συνεργουμένων ὑφ ' ἑνὸς καὶ πλειόνων . ὁ γὰρ ὑπερήφανος οὔτε συνπαραληπτικὸς ἑτέρων , ἅμα μὲν ὑπ ' οἰήσεως
' ἐναντία μισόπολις , μισόδημος , ὑπερόπτης , μεγάλαυχος , ὑπερήφανος , τυραννικός , ὀλιγαρχικός , μικροπρεπής , δύσνους ,
5852936 αὐθαδης
ἄψ γέγονεν ἐκβολῇ τοῦ ψ ' . . . . αὐθάδης : αὐτάρεσκος , θυμώδης : εἴρηται ὁ ἑαυτῷ ἁδῶν
ἐνδείξασθαι τὸ παραστάν . ἡ δὲ τῶν ποιητῶν τέχνη μάλα αὐθάδης καὶ ἀνεπίληπτος , ἄλλως τε Ὁμήρου , τοῦ πλείστην
5843037 γενοιο
νόμοις πατρὸς δεῖ πωλοδαμνεῖν κἀξομοιοῦσθαι φύσιν . Ὦ παῖ , γένοιο πατρὸς εὐτυχέστερος , τὰ δ ' ἄλλ ' ὅμοιος
εἰ δέ μοι τὴν γυναῖκα ἄγοις , ἀντὶ πολλῶν ἂν γένοιο . ” Ταῦτα ἐγίνετο καὶ ὁ μὲν ἀπήλαυνε παραδοὺς
5839903 ἀσυνετος
; ἵνα σαφῶς σου μανθάνω . Χαλεπόν γ ' ἀκροατὴς ἀσύνετος καθήμενος : ὑπὸ γὰρ ἀνοίας οὐχ ἑαυτὸν μέμφεται .
εἰσιν αἱ ἐπισκέψεις καὶ αἱ δεύτεραι γνῶμαι : λογίζομαι : ἀσύνετος : οὐ γὰρ περισσὸν οὐδέν : ἀντὶ τοῦ παράλογον
5818539 σοφος
καθόλου τινὰ κατάφασιν ἁπλῆν , οἷον τὴν ἆρα πᾶς ἄνθρωπος σοφός ; , ἀληθὲς μὲν τὸ ἀποφῆσαι καὶ ἀποκρίνασθαι ὅτι
τῆς εἰκοτολογίας ληπτὰ γίγνεται , οὔτι γε τῷ σοφῷ καθὸ σοφός , ἀλλ ' ἰατροῖς εἰ τύχοι καὶ φυσικοῖς καὶ
5818457 πλουτων
] εἰς γάμον ἠγόμην . ὄζων τρυγός : ἁπλῶς εἰπεῖν πλουτῶν πᾶσι πράγμασι τοῖς ἐξ ἀγρῶν τῷ βίῳ χρησίμοις .
θρασύτητα δὲ τὸν Ἀγύρριον κωμῳδοῦσι . πέρδεται δὲ , στρηνιᾷ πλουτῶν , ἐπεὶ τοῖς πολυφάγοις παρέπεται τὸ πέρδεσθαι . ]
5804644 βραχυλογος
. τὴν πόλιν ἅπαντες κτλ► . Ἀθῆναι φιλόλογος πολύλογος Λακεδαίμων βραχύλογος Κρήτη πολύνους μᾶλλον ἢ πολύλογος◄ . ὡς ἐμοὶ φαίνεται
. τὴν πόλιν ἅπαντες κτλ► . Ἀθῆναι φιλόλογος πολύλογος Λακεδαίμων βραχύλογος Κρήτη πολύνους μᾶλλον ἢ πολύλογος◄ . ὡς ἐμοὶ φαίνεται
5803999 φιληκοος
φιλόσοφος , φιλόκαλος , φιλέταιρος , φιλοβάρβαρος φιλέλλην , φιλολόγος φιλήκοος , φιλαθήναιος , φιλοχρήματος φιλόχρυσος φιλάργυρος , φίλοινος φιλοπότης
τὴν σφετέραν σοφίαν . Καὶ μήν , ὦ Σώκρατες , φιλήκοος μὲν ἔγωγε καὶ ἡδέως ἄν τι μανθάνοιμι , κινδυνεύω
5802221 Τυλλιε
πρὸς αὐτούς : Ταρκύνιος μὲν ἡμῖν ὁ βασιλεύς , ὦ Τύλλιε , παρ ' ᾧ τροφῆς καὶ παιδείας ἔτυχες ,
ἕτερον τῶν ἑαυτοῦ γαμβρῶν , τὸ σὸν εἰποῦσα , ὦ Τύλλιε , ὄνομα ἔσται δ ' οὐκ ἄκουσι Ῥωμαίοις ,
5799166 πολιτικος
τοιαύτῃ πόλει ὁ ῥητορικὸς πάντα ὑποδύσεται : καὶ γὰρ ὡς πολιτικὸς καὶ ὡς ἀρχιτέκτων συγκεχυμένως ὑποκριθήσεται πάντα εἶναι καὶ πάντα
σχέσεσιν ὁ σπουδαῖος ἐπαινετός , ἔνδον τε καὶ ἔξω , πολιτικὸς ὁμοῦ καὶ οἰκονόμος , ὡς τὰ μὲν ἔνδον ἐξορθοῦν
5792709 ἐφυς
. Τουτὶ μὰ Δί ' οὐκ ἐπεπύσμην . Ἀμαθὴς γὰρ ἔφυς κοὐ πολυπράγμων , οὐδ ' Αἴσωπον πεπάτηκας , ὃς
ἐπίστασαι φίλους . ἀμαθής τις εἶ θεὸς ἢ δίκαιος οὐκ ἔφυς . αἴλινον μὲν ἐπ ' εὐτυχεῖ μολπᾶι Φοῖβος ἰαχεῖ
5790127 ἀδωροδοκητος
καὶ οὐδὲν ἐλάττονος ἢ τούτου ; ἵνα τὴν ὅτ ' ἀδωροδόκητος ὑπῆρχε προαίρεσιν αὐτοῦ τῆς πολιτείας ἀναμνησθέντες , ὡς προβεβλημένη
λέγειν ὕστερον ὡς μόνος εἴη Ξενοκράτης τῶν πρὸς αὐτὸν ἀφιγμένων ἀδωροδόκητος . ἀλλὰ καὶ πρεσβεύων πρὸς Ἀντίπατρον περὶ αἰχμαλώτων Ἀθηναίων
5788914 φιλοχρηματος
, πλούσιος μὲν σφόδρα , ὡς κακόβιος δέ τις καὶ φιλοχρήματος καὶ σκνιφὸς κωμῳδεῖται , ὅστις ἕνεκα τῆς φειδωλίας οὐδένα
, πάσας δὲ ἐν τῷ ὀργάνῳ , οὕτως καὶ ὁ φιλοχρήματος οὐδὲν τῶν πέλας ἕνεκα οἰκονομεῖ , ἕλκει δὲ ἐφ
5787057 ψευδομενος
ἀμφότερα ταῦτα , εἰ προαγορεύων ὡς ὑπὸ θεοῦ φαινόμενα καὶ ψευδόμενος ἐφαίνετο . δῆλον οὖν ὅτι οὐκ ἂν προέλεγεν ,
μόνον τῷ εἶναι ψευδεῖς : λέγεται γὰρ συκοφάντης οὐχ ὁ ψευδόμενος μόνον , ἀλλὰ καὶ ὁ πολυπραγμονῶν τὰ μὴ προήκοντα
5779639 ἀνους
πεπρᾶσθαι . Ἐγώνγα καὐτός φαμι . Τίς δ ' οὕτως ἄνους ὃς ὑμέ κα πρίαιτο , φανερὰν ζαμίαν ; Ἀλλ
τοιούτων πλευρῶν λέγεται , οὕτω καὶ ὁ ἄφρων καὶ ὁ ἄνους οὐ κατὰ στέρησιν φρενῶν καὶ νοῦ , ἀλλὰ τοιούτων
5777801 ἐπιεικης
” μέτριος , ὦ βασιλεῦ , ” ἔφη „ καὶ ἐπιεικής , εἰ , ἃ δύνανται καὶ ἄκοντος ἔχειν ἐν
: δακτύλου τι ἀπέπεσεν . Μετὰ τὰς ἑπτὰ ἐξῄει ἰχὼρ ἐπιεικής . Μετὰ ταῦτα , γλώσσης , οὐ πάντα ἔφη
5774748 συναγωνιστης
μόνον ὠφέλειαν , ἣν ὁ μὴ δρῶν σύμβουλος ἢ ὁ συναγωνιστὴς ἥσυχος , ἀλλ ' ἀμφοτέρας . οὐ γὰρ ἡμίεργον
κέχρηνται . ὁ δὲ ταύτης τῆς πίστεως αὐτῷ συνεργὸς καὶ συναγωνιστὴς καὶ ὁ δεῦρ ' ἀπαγγείλας τὰ ψευδῆ καὶ φενακίσας
5762480 ἐσῃ
ἂν δέῃ μὴ ἄπορος δοκῶν εἶναι , καὶ ἔτι ἀναίτιος ἔσῃ παρὰ τοῖς σαυτοῦ στρατιώταις : ἐκ τούτου δὲ μᾶλλον
σοι προνοῶν , ὅπως δὲ αὐτὸς εὔρυθμός τε καὶ κόσμιος ἔσῃ , ἥκιστα πεφροντικώς , ἀλλ ' ἀτιμότερον ποιῶν σεαυτὸν
5754706 βουλευεται
τὸ διὰ τίνος ὀργάνου χρὴ τοῦτο ποιῆσαι , ζητεῖ καὶ βουλεύεται , ὅταν δὲ τὸ ὄργανον ᾖ ὡρισμένον , ζητεῖται
τὸ εὖ βουλεύεσθαι : ὁ σοφὸς ᾗ σοφός ἐστιν οὐ βουλεύεται : ὁ σοφὸς ἀνάγκῃ οὐκ ἔστι φρόνιμος ᾗ σοφός
5748110 μεγαλοφρων
πλουσίων , εἷς που τάχα ἐν μυρίοις , δαψιλὴς καὶ μεγαλόφρων τὸν τρόπον εὑρεθείη , τοῦτο ἱκανῶς δείκνυσι τὸ μὴ
τοῦτο αἰεὶ γίγνεται . Ἡράκλειτος † Βαθέωνος , Ἐφέσιος , μεγαλόφρων γεγονὼς καὶ ὑπερόπτης παρ ' ὅντιν ' οὖν .
5734410 ἀδοξος
ἀνεπιτήδειος , μάταιος εἰς τὸ ἀνεπιτήδειος διαλέγεσθαι , ἄκαιρος , ἄδοξος . καταπύγων ] πορνευόμενος , φλύαρος , μιαρός .
νικητήρια φέροντες ; Σωκράτης πένης , Σωκράτης αἰσχρός , Σωκράτης ἄδοξος , Σωκράτης δυσγενής , Σωκράτης ἄτιμος . Πῶς γὰρ
5712368 φιλος
' ἴσης φυλάττεσθαι καὶ μὴ πιστεύειν μηδὲν μᾶλλον , κἂν φίλος ἢ συνήθης ἢ πρὸς αἵματος εἶναι δοκῇ ; Πάντας
πάντα φέροντες ἐϋσσέλμῳ ἐνὶ νηῒ κάτθεσαν , ὡς ἐκέλευσεν Ὀδυσσῆος φίλος υἱός . ἂν δ ' ἄρα Τηλέμαχος νηὸς βαῖν
5710763 Χαρωνδαν
' ὥς φασιν ἔστιν ἐν καλῷ . Τὸν νομοθέτην φασὶν Χαρώνδαν ἔν τινι νομοθεσίᾳ τά τ ' ἄλλα καὶ ταυτὶ
τίς αἰτιᾶται πόλις νομοθέτην ἀγαθὸν γεγονέναι καὶ σφᾶς ὠφεληκέναι ; Χαρώνδαν μὲν γὰρ Ἰταλία καὶ Σικελία , καὶ ἡμεῖς Σόλωνα
5704448 μανθανων
δὲ σοφία ἐπιστήμη - ἐστίν , ὁ ? ἄρα ? μανθάνων ? ἐπιστήμην [ - ] [ ] ἀναλαμβάνει ?
. Κεγχρεαί , πόλις Τρῳάδος , ἐν ᾗ διέτριψεν Ὅμηρος μανθάνων τὰ κατὰ τοὺς Τρῶας . δευτέρα πόλις καὶ ἐπίνειον
5697714 γεγονας
πρὸς τοὺς τῶν ἀντιπάλων ἡγεμόνας ἀποβλέπειν εἴ ποτε ἐκείνων βελτίων γέγονας , σκοποῦντα καὶ ἀσκοῦντα πρὸς ἐκείνους . Λέγεις δὲ
γάρ με λάβῃς ἀγνοοῦντα , τίς εἶ σὺ καὶ τίνων γέγονας , μαίνεσθαί με μᾶλλον ἢ τὸν Ὀρέστην λέγειν .
5692004 προδοτης
εὐτυχούντων ἐστὶ κόλαξ , κἂν ἀτυχῶσι , τῶν αὐτῶν τούτων προδότης , καὶ τῶν μὲν ἄλλων πολιτῶν πολλῶν καὶ καλῶν
εἰ καὶ προδεδώκασιν οἱ παῖδες , ἤδη καὶ αὐτὸς πάντως προδότης : ζητητέον οὖν εἰ καὶ ὁ κατήγορος δώσει κατὰ
5691014 πανουργως
ἄλλως δεικνύειν , οὐ κατά τινα ἁπλοῦν τρόπον , ἀλλὰ πανούργως . ἰδεῖν δὲ ψηφοπαικτοῦντά τινα , παραλογισθέντα καὶ ἐξαπατηθέντα
Γ κομψευριπικῶς : πανούργως ὡς ὁ Εὐριπίδης . κομψευριπικῶς ] πανούργως . Γ κομψευριπιδικῶς : ἀντὶ τοῦ εὐριπιδικῶς , δεινῶς
5687799 ἀσεβης
ὁ βλεπεδαίμων . ὁ δὲ ἐναντίος ἄθεος , ἀνίερος , ἀσεβής , δυσσεβής , ἀθέμιτος , μισόθεος , θεομισής ,
λαβεῖν τι . βωμολόχος : ἀντὶ τοῦ ” κακοῦργος , ἀσεβής “ . ἀπὸ τῶν λοχώντων τὰ ἐν τοῖς βωμοῖς
5678090 φονευς
τοὐμὸν ἀμπτυχαί τ ' ἐλεύθεροι , ἐπεὶ πατρὸς πέπτωκεν Αἴγισθος φονεύς . φέρ ' , οἷα δὴ ' χω καὶ
Λυδοὶ φέροντες τὸν νεκρόν , ὄπισθε δὲ εἵπετό οἱ ὁ φονεύς . Στὰς δὲ οὗτος πρὸ τοῦ νεκροῦ παρεδίδου ἑωυτὸν
5663119 νομοθετης
ἐλάττω τοῦ χρέους ἡγεῖται τὸν κίνδυνον . ἀλλὰ καλῶς ὁ νομοθέτης ἰδών , ὡς τοὺς ἐν τῇ πόλει γενέσθαι πάντας
ἀδελφὸν αὐτοῦ τὸν Ἄβελ „ . οἷς ἀρετὴν μεμαρτύρηκεν ὁ νομοθέτης , τούτους γνωρίζοντας γυναῖκας οὐκ εἰσάγει , τὸν Ἀβραάμ
5654248 πιθανος
“ Τίνι οὖν ἔτι πιστεύσομεν λόγῳ ; ὡς γὰρ σφόδρα πιθανὸς ὤν , ὃν ὁ Σωκράτης ἔλεγε λόγον , νῦν
περιττὸς εἴης : ἀλλ ' οὐδὲ πρὸς ταῦτα ὁ κακοδαίμων πιθανὸς εἶ . τοιγαροῦν ἀνάγκη μειοῦσθαι καὶ σιωπῇ ἀνέχεσθαι ὑποιμώζοντα
5652756 ἀρχικος
τε ἡγησομένῳ . καὶ νῦν ἀρχικὸς μὲν ὁ πεπαυμένος , ἀρχικὸς δὲ ὁ παραλαμβάνων τὸν θρόνον , δικαιοσύνης τε ἑταίρω
φρόνιμος , ὡς οἱ παρόντες πανταχοῦ πάντες ὡμολόγουν . καὶ ἀρχικὸς δ ' ἐλέγετο εἶναι ὡς δυνατὸν ἐκ τοῦ τοιούτου
5651906 ψευδεγγραφης
τῆς ξενίας τε καὶ δωροξενίας καὶ συκοφαντίας καὶ δώρων καὶ ψευδεγγραφῆς καὶ ὕβρεως καὶ μοιχείας καὶ βουλεύσεως καὶ ἄλλων .
δήμου καταλύσεως , δημοσίων ἀδικημάτων , δωροξενίας , ξενίας , ψευδεγγραφῆς ψευδοκλητείας , ἀποστασίου ἀπροστασίου , παρανόμων , ἀπρόσκλητον δίκην
5650396 ψευσηται
, ὦ Πλάτων καὶ Χρύσιππε καὶ Ἀριστότελες , μή τι ψεύσηται ὑπὲρ αὐτοῦ Ἀλήθεια οὖσα ; Οὐ τοῦτο , ἀλλὰ
ἀναμνήσθητι τοῦ σαυτοῦ νόμου τοῦ περὶ τῶν ψευδομένων : ἂν ψεύσηται , φησίν , ἅπαξ τῶν ἐμοί τις ὁμιλούντων ,
5648704 εὐνους
ἀπὸ γνώμης ἐστὶ τοῦ πατρός : ὅτι εἰδὼς ὅπως εἰμὶ εὔνους αὐτῷ ἐγὼ , ἐκήρυξε τῷ λυτρωσαμένῳ δώσειν : τὴν
γ ' : ἐπειδήπερ γὰρ ἦλθες , ὦ μέλε , εὔνους , πτερώσω ς ' ὥσπερ ὄρνιν ὀρφανόν . Σοὶ
5648571 καταγελαστος
τῇ διαχύσει τῶν χειλέων χωρὶς ὕβρεως , γελοῖος δὲ ὁ καταγέλαστος . Ὀνομασίαι τῆς τῶν ἀνθρώπων γενέσεως καὶ αὐξήσεως ἄχρι
. Φαίνεται δὲ πρὸς τούτοις καὶ ἡ ἕξις τοῦ ἀναγιγνώσκοντος καταγέλαστος τουτέστιν ἡ μάθησις καὶ ἡ διδαχὴ καὶ ἡ γνῶσις
5646593 δουλος
τῷ γὰρ ἐμός τί μᾶλλον ὑπακούεται οἶκος ἢ ἵππος ἢ δοῦλος ἤ τι τῶν τοιούτων ; Αἱ κτητικαὶ ἀπὸ γενικῶν
μηδεὶς ὑμᾶς ἐγράφετο . ἐγὼ δὲ ἐξιόντας μὲν οὐκ εἶδον δοῦλος ὢν τῆς ἀνάγκης , ἣν οἶσθα , γράψαι δὲ
5632263 μοιχος
ἀνθρώπου ἐπεισῆλθέν τις τῶν δοκούντων φιλολόγων , ὃς κατείληπτό ποτε μοιχὸς ἐν τῇ πόλει . ὁ δ ' Ἀλλ '
. κωμῳδεῖται δὲ ἐπὶ μοιχείᾳ καὶ ὡς ἀσέμνως κειρόμενος . μοιχὸς δὲ εἶδος καὶ ὄνομα κουρᾶς ἀπρεποῦς καὶ κιναιδώδους .
5630162 συμβουλος
σύνθετα . σύλλογος , σύνοδος , σύγκλητος , συνεκκλησιαστής , σύμβουλος , σύσσιτος συσσιτία , συμπότης , συλλογεύς , συστρατιώτης
, καὶ εἰς ὁμόνοιαν ἤδη ποτὲ καταστῆσαι τὴν στάσιν ὑμῶν σύμβουλος καὶ διαιτητὴς ἀμφοῖν γενόμενος : κωλύομαι δὲ πράττειν αὐτὰ
5621358 προθυμος
ἄλλων ἕνεκα τοιούτους εἶναι , γιγνώσκοντας ὅτι , ἐάν τις πρόθυμος εἰς ὑμᾶς ᾖ , οὐ μόνον ἡμᾶς ὠφελήσετε :
προδοσίαν , ὅτι τὸν κατὰ Ῥωμαίων πόλεμον ἐκφέρειν οὐκ ἦν πρόθυμος , ἀλλὰ καὶ ἐν τῷ κοινῷ μόνος ἀντέλεγε τοῖς

Back