καὶ ἐπιστήμαις : ἀλλ ' οὐδὲ μὴν ἡδοναὶ καὶ τέρψεις ἀμερίμνως καὶ ἀλύπως διευθύνουσιν , ἔχουσι δὲ παρείσδυσιν καὶ φιλαυτότητα
] ὄντες πρότερον . Ὄντες πρότερον δηλονότι δυστυχεῖς , νῦν ἀμερίμνως εὑδήσουσιν . ἀφύλακτον ] ἄφοβον . εὑδήσουσι ] ὑπνώσουσιν
6612520 κυβευοντας
καὶ μὴ εἰκαῖον μηδ ' ἐπισεσυρμένον ; ἂν μιμῆται τοὺς κυβεύοντας . αἱ ψῆφοι ἀδιάφοροι , οἱ κύβοι ἀδιάφοροι :
ἐργάζεσθαί τε ἔφη καὶ ἐργάτας ἀγαθοὺς εἶναι , τοὺς δὲ κυβεύοντας ἤ τι ἄλλο πονηρὸν καὶ ἐπιζήμιον ποιοῦντας ἀργοὺς ἀπεκάλει
6565703 θαρρουντας
δ ' ἀνὴρ φρένας ἀφνειός : τοῦτο εἶπε πρὸς τοὺς θαρροῦντας ἔχειν καὶ μὴ πρὸ καιροῦ εὐτρεπίζοντας : ἔχει γὰρ
* ἑλληνικὴ πόλις : . . βέλτιον ἡττᾶσθαι δικαίως ἤπερ θαρροῦντας βασκανίᾳ καὶ δυνάμει παραλύειν τὸ δίκαιον : μὴ κακήν
6544488 προγεγενημενην
τῶν Καρχηδονίων διωρθώσατο : οἱ μὲν γὰρ προνενικηκότες διὰ τὴν προγεγενημένην εὐημερίαν μεγαλαυχοῦντες παραδόξως ἐσφάλησαν , οἱ δὲ διὰ τὴν
Μακεδόνων ἑαυτὸν ἀναδείξας παρεκάλει τοὺς πολλοὺς ἀφίστασθαι Ῥωμαίων καὶ τὴν προγεγενημένην Μακεδόσιν πάτριον βασιλείαν ἀνακτᾶσθαι . πολλῶν δὲ συντρεχόντων ,
6447976 ἀποθνησκοντας
ὃν πλημμυρεῖ τὸ ὕδωρ , οὐκ ἀπολείπουσιν αἱ ψυχαὶ τοὺς ἀποθνήσκοντας , ὅπερ οὐκ ἂν ξυμβαίνειν , εἰ μὴ καὶ
ἢ δεινότερον εἶχεν εἰπεῖν τῆς ἁλώσεως ; οὔτε ἀνθρώπους πλείους ἀποθνήσκοντας οὐδὲ οἰκτρότερον τοὺς μὲν ἐπὶ τοὺς βωμοὺς τῶν θεῶν
6431819 ἐξεταζομενους
αὐτῷ ἐχρήσαντο , ἀλλὰ τὸ στρεβλοῦσθαι ἐπὶ τοῦ τρόχου τοὺς ἐξεταζομένους , ἵνα κατείπωσιν , ἃ συνίσασιν ἄλλοις ἢ περὶ
, ὅ ἐστι τὴν ῥητορικὴν , τοὺς ἐν αὐταῖς κακῶς ἐξεταζομένους ἐξελέγξαι βουλόμενος . καὶ λέγει πρῶτον περὶ τῶν ἐριστικῶν
6382912 μανικους
αὐτούς . ὀφθαλμοὶ ἔνυγροι γοργὸν βλέποντες θυμώδεις , ἰσχυρούς , μανικούς , ταχυλόγους , ταχυέργους , ἀπρονοήτους , ἀτόλμους δὲ
ἔρχονται . ὀφθαλμοὶ γοργὸν βλέποντες ἔνυγρον θυμώδεις , ἰσχυρούς , μανικούς , ταχυλόγους , ταχυέργους , ἀπρονοήτους , ἀτόλμους δὲ
6382579 οἰκοσιτους
τὸ μή συνάγειν γυναῖκας μηδὲ δειπνίζειν ὄχλον , ἀλλ ' οἰκοσίτους τοὺς γάμους πεποιηκέναι . Ἂν ἔτι πιεῖν μοι δῷ
ὦ Λάχης , ἀστεῖον ἐπιτήδευμα κρίνω τῷ βίῳ . Οὐκ οἰκοσίτους τοὺς ἀκροατὰς λαμβάνεις . Φιλόμουσον εἶν ' αὐτὸν πάνυ
6359748 δαπανωντας
ἔχει ἐνίοτε μείζω καὶ πιθανωτέραν ὄχλῳ . τοὺς τὸν ἴδιον δαπανῶντας ἀλογίστως βίον τὸ καλῶς ἀκούειν ταχὺ ποιεῖ πᾶσιν κακῶς
καὶ πολλῷ τυρῷ καὶ ἐλαίῳ τοῦτον ἄλειφε : χαίρει γὰρ δαπανῶντας ὁρῶν , ἐστὶν δ ' ἀκόλαστος . ΚΟΡΔΥΛΟΣ .
6359301 νοουντας
τὰ γένη συνάψαι τοῖς γένεσιν . Οὐκοῦν τὰ μὲν εἴδη νοοῦντας παρατρέχειν , τὰ δὲ γένη λαμβάνοντας αὐτὰ συνάψαι κατὰ
ὀρνεοσκόπους , θύτας , προγινώσκοντας τὸ μέλλον , περισσότερον ἀνθρώπων νοοῦντας . τετράγωνος δὲ ποικιλωτέρους τῶν προειρημένων ποιήσει : ποιεῖ
6348979 διακεκναισμενος
χρῶμα ] κατά , τὴν ⌈ ἐμὴν χροιάν . ” διακεκναισμένος “ ἔφη ἤτοι βεβλαμμένος καὶ κατωχριωμένος , καθάπερ καὶ
καὶ κατωχριωμένος , καθάπερ καὶ οὗτοι δὴ οἱ φιλόσοφοι . διακεκναισμένος ] ἠλλοιωμένος , διεφθαρμένος , ἐφθαρμένος , κατακεκομμένος .
6335555 εὐεργετουντες
ἐν ταῖς πολιτείαις τιμώμενοι οἱ ὑπερέχοντες πλούτῳ καὶ τὸ κοινὸν εὐεργετοῦντες . οὐκ ἔστιν οὖν θαυμαστὸν καὶ λαμβάνειν χρήματα καὶ
πάντας τὰ αὐτὰ αὐτοῖς φρονεῖν ἁπλῶς φερόμενοι πιστεύοντές τε καὶ εὐεργετοῦντες ῥᾳδίως ἁλίσκονται , εἰ καὶ μὴ ὦσιν , ἀλλ
6325467 ὁμιλουντας
ἐγίνετο . ῥεῖ γὰρ ἐκ τῶν σῶν φρενῶν ἐπὶ τοὺς ὁμιλοῦντας σύνεσις ὥσπερ ἀπὸ τῶν χασμωμένων ἐπὶ τοὺς ὁρῶντας ὕπνος
, καλῶς δὲ τὸν ἐκείνου μαθητήν , ἀποπέμποντα δὲ τοὺς ὁμιλοῦντας αὑτῷ φρονιμωτέρους , ὃ καὶ αὐτὸς οἶδα πολλάκις κερδάνας
6322757 γραφεας
ἡδονὴν δημιουργεῖται , καὶ ταῦτα ὡς τὸ εἰκὸς εἰσδέξεται : γραφέας μὲν καὶ δημιουργοὺς ἀγαλμάτων , ἐπὶ εὐφροσύνῃ ὀφθαλμῶν :
εἰ τύχῃ γε χρηστὸς καὶ ἐν ἔθνεσι . Πολλούς γε γραφέας φῂς ἐν τῷ οὐρανῷ , ὡς ἅπαντα ἀπογράφεσθαι .
6305901 κατηγορουμενους
ἄν τις διὰ τούτων ἐπιχειρήσειε συντομώτερον , ὅτι οὔτε τοὺς κατηγορουμένους ὅρους οὔτε τοὺς ὑποκειμένους ἐπ ' ἄπειρον ἐνδέχεται προϊέναι
πάλιν τὸ μὴ καλῶς εἰλῆφθαι τοὺς ὅρους τοὺς ἄκρους τοὺς κατηγορουμένους τοῦ ἀνθρώπου : οὐ γὰρ τὴν ὑγείαν χρὴ λαμβάνειν
6292004 φοβουσι
ἄνθρωποι τὰ δίκτυα ἁπλώσαντες ἡσυχάζουσιν , οἱ δὲ ἱέρακες ὑπερπετόμενοι φοβοῦσι τοὺς ὄρνεις καὶ συνωθοῦσιν ἐς τὰς τῶν δικτύων περιβολάς
ἐμπεσόντι ἐάν πως περιτύχωσι , ταράττουσι μὲν αὐτὸν ἔξωθεν καὶ φοβοῦσι , διανήξασθαι καὶ ἐπιβῆναι τῆς γῆς οὐκ ἐπιτρέποντες ,
6279834 ὀδυρμους
καὶ παθῶν περιέχοντα , πάθη μὲν τὰς ἐλεεινολογίας καὶ τοὺς ὀδυρμοὺς λέγοντες καὶ τοὺς ἔρωτας ἢ τὰ μίση , ἤθη
ἐπιχειροῦντι καὶ εἰς φιλόσοφον . Θρήνους μὲν δὴ ᾄδειν καὶ ὀδυρμοὺς οὔτε ὑμεῖς ἐάσειν φατὲ καὶ οὐ ξυγχωρεῖ φιλοσοφία ,
6276582 περιεστωτας
, λογάδα τε πᾶσαν ἐξέπληττεν ἀκοὴν καὶ τοὺς τὸν σύλλογον περιεστῶτας ἐκήλει , ὥστε τὴν Ἰσοκράτους ἐν τῷ τάφῳ Σειρῆνα
ἔχει . οὐκοῦν ὑπόνοια ἐσέρχεται καὶ τὸν βασιλέα καὶ τοὺς περιεστῶτας αὐτόν , καὶ ποιοῦνται ἐνθύμιον τὴν τοῦ κυνὸς ὑλακὴν
6276328 Εὐδαιμονια
πάνυ καλῷ ; Ἐμφαίνει οὕτως . Αὕτη τοίνυν ἐστὶν ἡ Εὐδαιμονία , ἔφη . Ὅταν οὖν ὧδέ τις παραγένηται ,
, τὴν δ ' εὐδαιμονίαν συνωνυμεῖν τῷ τέλει λέγουσιν . Εὐδαιμονία δ ' ἐστὶ τὸ ἄριστον ἐν τῷ βίῳ ,
6253382 ἀνοητους
καὶ τὴν ψυχῆς κακίαν συνεῖναι , καὶ εἶναι τὰς κύνας ἀνοήτους , ἀναισθήτους , ἀμαντεύτους τῶν ἰχνῶν , ἄρρινας ,
ἀνόητον ⌈ τοῦτον δεῖξαι βουλόμενος . τοὺς γὰρ εὐηθεῖς καὶ ἀνοήτους ἀρχαίους καὶ παλαιοὺς ἔλεγον . θηρευτὰ ] ἀνιχνευτά ,
6243035 σιδηροπληκτοι
ἔχουσι ] + ἤγουν τεθνήκασι . σιδαρόπληκτοι ] τάφοι . σιδηρόπληκτοι ] + τοὺς τάφους λέγει οὓς διὰ σιδήρου κατασκευάζουσιν
. τάχ ' ἄν τις εἴποι : τίνες αὐτοὺς περιμένουσι σιδηρόπληκτοι ; τοῦτο δὲ τοῦ ἑνὸς ἡμιχορίου εἰπόντος ἀποκρίνεται τὸ
6235936 κωφους
σύνολον μὴ πνεῖν , τοὺς δὲ παντελῶς εἶναι βληχροὺς καὶ κωφούς : ὑπάρχειν δὲ καὶ περὶ τὸν ἀέρα πολλάκις ἠρεμίαν
τοιούτων ποριστικούς , μόνος δὲ ὁ τοῦ Ἑρμοῦ νωδοὺς καὶ κωφούς , εὐφυεῖς μέντοι καὶ πανούργους ἄλλως ἀπεργάζεται . Λοιποῦ
6229693 δωροδοκειται
: ἐπὶ τῶν ἐξαπατᾶν βουλομένων τοὺς ὁμοίους . Ἀλώπηξ οὐ δωροδοκεῖται : ἐπὶ τῶν οὐ ῥᾳδίως ἁλισκομένων . Ἄλλως ᾄδεις
οὐκ ἔστιν αὐτῷ : ἐπὶ τοῦ ἀηδοῦς . Ἀλώπηξ οὐ δωροδοκεῖται : ἐπὶ τῶν οὐ ῥᾳδίως ἁλισκομένων . Ἀεὶ φέρει
6216977 ἐπισπερχει
αὐτοῦ . . τὸ πρᾶγμα ] τὸν ἡμέτερον ἀφανισμόν . ἐπισπέρχει θεὸς ] ἐπισπεύδει ἡ τύχη , ἢ ὁ Ἀπόλλων
] τὸν ἡμέτερον ἀφανισμόν . θ ἐπισπέρχει ] σπουδάζει . ἐπισπέρχει ] κινεῖ . Ξ ἐπισπέρχει ] σπεύδει . ἐπισπέρχει
6184481 ἀποντας
πάσχειν δὲ κακῶς οὐκ ἀνέχονται . τούτους καὶ παρόντας καὶ ἀπόντας εὖ ποιεῖν : ὡς ὅστις ἄρχων ἐπαίνων ἐπιθυμεῖτὴν τούτων
ἀφ ' ὧν ἂν οἱ διδάσκαλοι αὐτοῦ σκιαμαχῶσι πρὸς ἡμᾶς ἀπόντας οἰέσθω κρατεῖν αὐτοὺς ἢ τὰ ἡμέτερα τοιαῦτα εἶναι ὡς
6182619 εὐπαθεις
ἕως λʹ ἰσχία . Ἀποτελεῖ δὲ εὔχροας , εὐακεῖς , εὐπαθεῖς , κενοδόξους , φιλοκαθαρίους , θρασυδείλους . καὶ ἐπὶ
καρπῶται διὰ τῶν μαθημάτων . Ἁπαλοὺς δὲ , ἀντὶ τοῦ εὐπαθεῖς . Ἄρδοντες , τουτέστι τὸ ἀπορρέον τῆς ψυχῆς ἀνακτώμενοι
6179799 δυσπαραιτητοι
εἰπεῖν , ἀνωφελεῖς εἶπε πρὸς τὸ γόους φθέγξῃ ] λέξεις δυσπαραίτητοι φρένες ] ἀμετάτρεπτοι καὶ δυσκόλως πρὸς συμπάθειαν ἔχουσαι :
ἀνωφελεῖς εἶπεν , διὰ τοὺς γόους . . Διὸς γὰρ δυσπαραίτητοι φρένες ] χαλεπαὶ γάρ εἰσι καὶ ἀκαταφρόνητοι αἱ τοῦ
6164092 γνωστικους
δὲ τριγωνίζοντας ἀλλήλους ἴδοι ὁ Ἑρμῆς , μυστικοὺς σημαίνει καὶ γνωστικοὺς ἢ βασιλεῦσιν ὑπηρετουμένους ἢ πόλεσιν ἢ λειτουργοὺς καὶ θύτας
μὲν εἰκόνας εἶναι τῶν πρώτων τοὺς ἐν τῇ ψυχῇ καὶ γνωστικοὺς τῶν πραγμάτων , τοὺς δὲ ἀρχέτυπα καὶ ποιητικούς .
6148670 γεμοντας
πολλοὺς αὐτῶν μηδὲ εἰς γῆρας ἀφικνεῖσθαι , ζῆν δὲ νοσημάτων γέμοντας , ἃ μηδὲ ὀνομάσαι ῥᾴδιον , τὴν δὲ γῆν
Καιροσπάθητον ἀνθέων ὕφασμα καινὸν Ὡρῶν . Λεπτοὺς διαψαίρουσα πέπλους ἀνθέων γέμοντας . Ἀπὸ τῆς τραπέζης τουτονὶ τὸν στήμονα ἄττεσθ '
6142862 τρεφοντας
ὑπ ' αὐτοῦ κυνῶν ἀπέθανεν , οὕτως οἱ κόλακες τοὺς τρέφοντας κατεσθίουσιν . ὥσπερ γὰρ τὰ θηρία τὴν σαγήνην ὑποχωροῦντα
καὶ ἐμὲ ἐξηπάτησεν , ὥστε καταγελάστους γενέσθαι τοὺς Ἀθηναίους τοιούτους τρέφοντας . παμπολὺν τοῖς δημόταισι : διαβολὴ τῶν Ἀθηναίων εἰ
6141130 κατορθουντας
ἀποβλέποντας εἰς αὐτοὺς διαφερόντως τε τηροῦντας , καὶ τιμᾶν μὲν κατορθοῦντας , ἀτιμάζειν δὲ μᾶλλον τῶν ἄλλων , ἐὰν ἀποβαίνωσι
κάλλιστος ἔσται μηχανᾶσθαι , ἀναπλάττοντας τὰ μέλη τοῦ παιδὸς καὶ κατορθοῦντας : καὶ ταῦτα δρῶντες ἐν μεγάλῃ τιμῇ εἰσιν .
6138331 ἀμαρτυρως
πρὸς ἄλλον οὐδ ' ἂν εἷς οὐδένα τοιοῦτον συνάλλαγμα ποιούμενος ἀμαρτύρως ἂν ἔπραξεν : ἀλλὰ τῶν τοιούτων ἕνεκα καὶ γάμους
. δὲ καὶ Ἐυριπίδης . . . , . ἀμαρτυρήτως ἀμαρτύρως : οὕτως Ἀντ . . . . , ,
6135538 ὁδοιπορους
νυκτὸς ἅρμ ' ] περιφραστικῶς ἡ νύξ . ἐμπόρους ] ὁδοιπόρους . ὥρα . . . ξένων ] ἐν τοῖς
Ἀλλ ' ἐτερπόμην τότε , αὐλῶν καὶ τέρπων ὅλους τοὺς ὁδοιπόρους . Οἱ δὲ αὐτίκα ταῦτα ἀκηκοότες ἐμειδίασαν καὶ πρὸς
6132333 ξηροτερους
γὰρ τῷ μηδὲν αὐτοὺς ὠφελεῖν ἔτι καὶ μᾶλλον δυσκράτους καὶ ξηροτέρους ἐργάζονται . τότε δὲ προσήκει ταῦτα ποιεῖν , ὁπηνίκα
περιττώματα ἐκκενοῦται πάντα . τὰ δ ' ἀφροδίσια πάντας τοὺς ξηροτέρους βλάπτει , καὶ μάλιστα τοὺς πρὸς τῇ ξηρότητι καὶ
6128971 ἑωρακε
τὸ κάλλος . χρώμενος τοίνυν ἀδεῶς τούτοις εἰς ὑπουργίαν ἀστράγαλον ἑώρακε γράφοντα πρὸς τῷ τοίχῳ . ἔλεγον δὲ τὰ γράμματα
] καὶ μετὰ τοῦ πατρὸς [ ] καὶ μόνον . ἑώρακε δὲ καὶ [ βλέμμα ] ἀναίσχυντον καὶ διαπομπὰς ἀναισχύντους
6123591 ἀποδιοπομπεισθαι
κακά , βλαβερά . ταλάντατον . ἀτυχέστατον . ἀποδιοπομπησόμεθα . ἀποδιοπομπεῖσθαί φασι ἀποτρέπεσθαι τὸν προστρόπαιον Δία καὶ οἱονεὶ καθαίρεσθαι τὰ
κακά , βλαβερά . ταλάντατον . ἀτυχέστατον . ἀποδιοπομπησόμεθα . ἀποδιοπομπεῖσθαί φασι ἀποτρέπεσθαι τὸν προστρόπαιον Δία καὶ οἱονεὶ καθαίρεσθαι τὰ
6123426 ἐπτερωμενους
τῆς Ἀρεθούσης . Καὶ δὴ ἐγὼ Νίκας μὲν καὶ Ἔρωτας ἐπτερωμένους οὔτε ἐν χαλκῷ οὔτε ἐν λίθῳ οὔτε ἐν χρώμασιν
καὶ ὅσον οὐδέπω πάντας ἀνθρώπους ἀφίξεσθαι προσεδόκων τὸν αὐτὸν τρόπον ἐπτερωμένους . ὁ δὲ Ζεὺς μάλα φοβερῶς , δριμύ τε
6123380 ἀνεπεισας
ἐπικουρίαν , οἵοις δὴ φαρμάκοις καὶ τοὺς παρ ' ἡμῖν ἀνέπεισας τὴν τῶν λαμβανόντων ἡδονὴν ἐν τῷ διδόναι τοῖς ἀσθενεστέροις
πόλιν ἁμαὶ Σθενέβοιαι ; Ὅτι γενναίας καὶ γενναίων ἀνδρῶν ἀλόχους ἀνέπεισας κώνεια πίνειν αἰσχυνθείσας διὰ τοὺς σοὺς Βελλεροφόντας . Πότερον
6121568 πλανωσα
. Ἀπάτη καλεῖται , φησίν , ἡ πάντας τοὺς ἀνθρώπους πλανῶσα . Εἶτα τί πράττει αὕτη ; Τοὺς εἰσπορευομένους εἰς
κόλαξ πολλὰς αἱρέσεις ἀγαθῶν ἐπιδείκνυσιν ὧν οὐκ ἔστι λαβέσθαι : πλανῶσα δὲ τοὺς πλείστους διακρατεῖ , οἱ δὲ καίπερ ἀδικούμενοι
6113973 καταγελαστους
αὖθις ἐπῃνέσαμεν Καρτέριόν τε καὶ τοὺς ἐπ ' αὐτὸν καταφυγόντας καταγελάστους ποιήσασαν . ὁ μὲν γὰρ ὡς ἐγκαταστήσων ἐνταυθοῖ διδάσκαλον
ἀνελευθερία δὲ φυλάττει , χρηστότης δὲ ἀφαιρεῖται . , Βίων καταγελάστους ἔλεγεν τοὺς σπουδάζοντας περὶ τὸν πλοῦτον , ὃν τύχη
6112389 ἐπιμελουμενους
τὸν κίνδυνον . αὐτοὺς τοίνυν ὑμᾶς τούτων μάρτυρας παρέξομαι , ἐπιμελουμένους μὲν ἑκάστου μηνός , ἐπιγνώμονας δὲ πέμποντας καθ '
βουκόλον ἑξῆς λέγει : οὕτω γὰρ καλοῦσι τοὺς τῶν βοῶν ἐπιμελουμένους τὸν μυριωπὸν ] τὸν μυριόφθαλμον : τὸν διὰ παντὸς
6106219 προνοουμενους
εἰν ἀγορῇ σκολιὰς κρίνωσι θέμιστας . ὥσπερ γὰρ τοὺς θεοὺς προνοουμένους τῶν ἀνθρώπων εἰσάγει , οὕτω καὶ τοὺς ἀνθρώπους μεμνημένους
τε καὶ καλῶν δικαίων τε καὶ τῶν ἐναντίων , τοὺς προνοουμένους ταύτης πάντων ἀπηλλάχθαι τῶν ἀλυσιτελῶν ἡγεῖτο ῥᾳδίως . [
6102068 πανουργοις
θερμοῖς ] τολμηροῖς . Ξ πανουργίᾳ τινὶ ] σύν τισι πανούργοις . Ξ πανουργίᾳ ] ἐν δόλῳ , ἀπάτῃ .
μόρμυροι δὲ καὶ μελάνουροι καὶ σκορπίοι καὶ κωβιοὶ περιπεσεῖν σημαίνουσι πανούργοις καὶ ἀηδέσιν ἀνθρώποις , κορακῖνοι δὲ καὶ βλέννοι πονηροῖς
6098553 προηγησις
νζ κ καὶ ἡμερῶν νθ ἔγγιστα , ἡ δὲ ὅλη προήγησις μοιρῶν θ νδ μ καὶ ἡμερῶν ριη . Πάλιν
ἐγγὺς παρέξει τὸ διάφορον τοῖς μαθήμασιν . ἔτι δὲ ἡ προήγησις τῶν ἐν τῇ συστάσει τοῦ παντός , πρώτη οὖσα
6093776 διασυρει
, ὅπερ ἐκάλεσε Μαρικᾶν , ἐν ᾧ ⌈ διακωμῳδεῖ [ διασύρει ] τὸν Ὑπέρβολον ⌈ καὶ κατακωμῳδεῖ αὐτόν . ⌈
ἔγνω τῶν ὀδυρμῶν . τοιγαροῦν πυνθάνεται τὴν αἰτίαν αὐτοῦ καὶ διασύρει τὰ δάκρυα καὶ κόρης ὀδυρομένης οὐδὲν ἀπεοικέναι φησίν .
6088620 ἐθιζοντες
τῶν φαύλων , ἅμα δὲ διὰ τῆς τῶν δούλων φροντίδος ἐθίζοντες τοὺς ἀνθρώπους πολὺ μᾶλλον εἰς τοὺς ἐλευθέρους μηδὲν ὅλως
χρεία τίς ἡμῖν ἦν οἰκετῶν ; ἀλλὰ γὰρ αὐτουργοὺς εἶναι ἐθίζοντες ἡμᾶς οἱ ἀρχαῖοι διὰ τῶν ποιημάτων ἐπαίδευον εὐωχοῦντες λόγοις
6082966 ἐθελετε
κακοῖς αὐτῶν ὑβρίζειν ἐῶντες αὐτούς . οἶμαι γάρ , εἰ ἐθέλετε σκοπεῖν , τοὺς αὐτοὺς εὑρήσετε καὶ τότε κακίστους καὶ
τῶν στρατηγῶν ἀξιοστρατηγότεροι . κἀγὼ δέ , εἰ μὲν ὑμεῖς ἐθέλετε ἐξορμᾶν ἐπὶ ταῦτα , ἕπεσθαι ὑμῖν βούλομαι , εἰ
6080260 ἀσκητας
τῆς τοῦ βίου τελευτῆς . εἶτ ' οἰόμεθα τοὺς μὲν ἀσκητὰς τῆς ἐν σώμασιν εὐτονίας ἐπιβεβηκέναι φόβῳ θανάτου ἢ δι
καὶ σάλον . ἀσκητέον : ἀθλητέον . τοὺς γὰρ ἀθλητὰς ἀσκητὰς οἱ Ἀττικοὶ καλοῦσι . ἀκέσιας : τὰς ἰάσεις .
6073244 Εὑρησεις
, γνώσεσθαι δέ μ ' ἔφη τεκμηρίῳ τῷδε : ” Εὑρήσεις γάρ , ὦ Σώκρατες , ἀνθρώπους ἀνοσιωτάτους μὲν ὄντας
ἡμιόλιος . Ὁ δὲ διὰ πασῶν , ὁ διπλάσιος . Εὑρήσεις δὲ , εἰ σκοπήσεις , ἐνταῦθα τρεῖς ἐπιτρίτους ,
6072181 μειδιαματι
ἡνίκα μόνον ὁρῶσι τοὺς ἐραστὰς κακούργοις τε νεύμασι καὶ βιαίῳ μειδιάματι κέχρηνται , πρὸς μείζονα πόθον ἐκκαίουσι , πολὺ μᾶλλον
ὅτε ἀποτορνεύοι περίοδον , τὸ ἐπὶ πᾶσιν αὐτῆς κῶλον σὺν μειδιάματι φέρειν , ἐνδεικνύμενον πολὺ τὸ ἀλύπως φράζειν , καὶ
6068004 νεωτεριζοντας
δὲ καὶ αὐτός . πυνθανόμενος τοὺς ἐν Λυδίᾳ καὶ Φρυγίᾳ νεωτερίζοντας , μεγάλης ἐπιστροφῆς ἡγησάμην τοῦτό μοι δεῖσθαι . καὶ
Βρούτου πεμφθεὶς ἐς Ῥόδον ἐπὶ νεῶν τρισκαίδεκα , τοὺς Ῥοδίους νεωτερίζοντας εὑρών , ἐξήγαγε τὴν φρουράν , οὖσαν ὁπλιτῶν τρισχιλίων
6067480 ἀγυμναστους
. Φίλιππος ἐν Χαιρωνείᾳ γιγνώσκων τοὺς μὲν Ἀθηναίους ὀξεῖς καὶ ἀγυμνάστους , τοὺς δὲ Μακεδόνας ἠσκηκότας καὶ γεγυμνασμένους , ἐπὶ
γινόμενα , ὥστ ' εἰς ἀκοσμίαν καὶ εἰκαιότητα τρέπεσθαι τοὺς ἀγυμνάστους ἔχοντας τὰς φαντασίας . οὐκ ἄλλως τ ' ὀξὺν
6067125 σωθησομενους
ἄλλως ἄχθη , ἀλλὰ ἄνδρες οἵους δεῖ ἐν πόλει τοὺς σωθησομένους . λεκτέον οὖν τὸ ἀληθές , ὅτι τοσούτῳ μᾶλλόν
καὶ δόξῃ , καθόλου δ ' εἰπεῖν ἀναγκαῖον εἶναι τοὺς σωθησομένους τῶν νέων προσέχειν ταῖς τῶν πρεσβυτέρων τε καὶ καλῶς
6064294 παραφρονας
ὡσανεὶ κιννάβαρι , τοὺς δ ' ἀπ ' αὐτῆς πιόντας παράφρονας γίνεσθαι . τοῦτο δ ' ἱστορεῖ καὶ Φίλων ὁ
] γίνωσκε ἤνυσε δὲ σφαλερούς : ἐποίησε δὲ τρομεροὺς καὶ παράφρονας καὶ ἐν μιᾷ ἡμέρᾳ πολλάκις πρὸς θάνατον ἤγαγεν ἄφρονας
6063931 ἐφηδομενους
, ἃ πόρρωθεν ἔξεστι φυλάξασθαι , καὶ τοὺς νῦν περιοφθέντας ἐφηδομένους ὕστερον ἕξεθ ' οἷς ἂν πάσχητε . Περὶ μὲν
, αὐτὸς μετὰ τῶν δορυφόρων ἐπεξελθὼν ἅπασιν ἐφάνη καὶ τοὺς ἐφηδομένους ἀπαχθῆναι προσέταξεν . Διονύσιος Καρχηδονίους ἐπὶ μεγάλοις λύτροις ἀπεδίδου
6063036 ἐκμαινει
ποππυλιάσδει . κἠμὲ γὰρ ὁ Κρατίδας τὸν ποιμένα λεῖος ὑπαντῶν ἐκμαίνει : λιπαρὰ δὲ παρ ' αὐχένα σείετ ' ἔθειρα
δυνατώτερον . . . οἷ . οἰστρεῖ : ἐριθίζει , ἐκμαίνει . Ἀππιανός : τῷ ὄντι πᾶσιν οἰστρώδης ἐνέπιπτεν ὁρμὴ
6061858 εὐδαιμονουσιν
ἐπὶ τῆς θείας ψυχῆς : οὐ γὰρ μᾶλλον καὶ ἧττον εὐδαιμονοῦσιν αἱ θεῖαι ψυχαί : καλῶς δὲ ἔχει τὸ περὶ
οὗτοι πρὸς τὸ ἄκρον ἀφικνοῦνται καὶ τὸ ἀπ ' ἐκείνου εὐδαιμονοῦσιν θαυμάσιόν τινα βίον τὸν λοιπὸν βιοῦντες , οἷον μύρμηκας
6058984 θνησκοντας
τεθνεῶτας . : Φερεκύδης ἐν τῇ ἱστορίᾳ τοὺς ἐν Δελφοῖς θνήσκοντας αὐτὸν ἀναβιώσκειν . . . . Λ , :
τῆς ταλαιπωρίας . καὶ ἐδείκνυ δὴ λέγων αὐτοῖς οἷς εὐπόρουν θνήσκοντας τοὺς εὐπόρους καλοῦντας ἐφ ' ἑαυτοὺς τὰ τῶν κακούργων
6056660 ἀνεῳγμενους
θεὸς τοῖς δυναμένοις αὐτὸν ὁρᾶν , ἔπαν ἔχωσι τοὺς ὀφθαλμοὺς ἀνεῳγμένους τῆς ψυχῆς . πάντες μὲν γὰρ ἔχουσι τοὺς ὀφθαλμούς
. . . . . . . . εἰ δὲ ἀνεῳγμένους καὶ σεσηρότας τοὺς ὀφθαλμοὺς ἔχοντές εἰσί τινες , αἱ
6053024 κακιστους
πονητέον . Φιλίας μέγιστος δεσμὸς αἱ τέκνων γοναί . Φασὶν κακίστους οἱ πονηροὶ τοὺς κακούς . Φθείρουσιν ἤθη χρήσθ '
κάκιστοί εἰσιν οἱ ἄνδρες οὗτοι . οἱ δὲ ξηροὶ ὀφθαλμοὶ κακίστους καὶ ἀνόμους ἄνδρας κατηγοροῦσιν . εἰ δὲ μικρό -
6052003 ἱκετευοντας
: 〚 Πάμφιλος ζωγράφος ἦν , ὅστις τοὺς Ἡρακλείδας ἔγραψεν ἱκετεύοντας τὸν τῶν Ἀθηναίων δῆμον : 〛 οὗτος τραγῳδοποιός :
ἐνώπιον τῶν θεῶν ἱστάμενοι ἱκετεύομεν : διὸ καὶ αἰδούμεθα τοὺς ἱκετεύοντας . οὐ νηούς : οὐ γὰρ ναός μοί ἐστι
6050950 ἐκπληττειν
πότερον ἀνιᾶν , καὶ πότερον θαρρύνειν τὰς ἐλπίδας καὶ πότερον ἐκπλήττειν ; οὐκοῦν καὶ ἡδίονα ἀνάγκη τὸν βίον εἶναι τοῦ
ναῦς συστρατευόμενος τοῖς Ἕλλησιν ἐπὶ Τροίαν ἢ ὅπως τοὺς ὁρῶντας ἐκπλήττειν ἔχῃ . καὶ σχεδὸν εἴ τις ἑκάστην ἐξετάζειν βούλεται
6041841 ἀβιους
μὴ μεμνῆσθαι , πλάττειν δὲ ἀγαυούς τινας ἱππημολγοὺς καὶ γαλακτοφάγους ἀβίους τε , Παφλαγόνας τε τοὺς ἐν τῇ μεσογαίᾳ ἱστορηκέναι
. περισχεθεῖσα δὲ ὑπὸ τῶν κακοποιῶν ἡ σύνοδος ταπεινοὺς καὶ ἀβίους καὶ ἐπαίτας καὶ δυστυχεῖς ἐργάζεται . εὐεπιτεύκτους δὲ καὶ
6041819 πατραλοιας
θυγατέρες . καὶ μὴν οἵ γε περὶ τοὺς γονέας ἐξαμαρτόντες πατραλοίας ἢ μητραλοίας ἑκάτερος αὐτῶν καλεῖται : Ἰσαῖος δὲ καὶ
τῷ θεάτρῳ , λέγων ὅτι καὶ νῦν ὁρῶ ἐνταῦθα τοὺς πατραλοίας . . ὁ Ἡρακλῆς δηλονότι . . ἀντὶ τοῦ
6038312 διεσκευασμενην
περὶ τὸν Ἕλωριν ὀλίγοις οὖσιν ἀπαντήσας ἄφνω προσεμάχετο , καὶ διεσκευασμένην ἔχων τὴν δύναμιν ἀνοχὴν οὐδ ' ἡντινοῦν ἐδίδου τοῖς
ἐπὶ τὴν συμμαχίαν ὡς ἐπιβουλεύοντος καὶ παροξύνας τὸ πλῆθος εὐθὺς διεσκευασμένην τὴν δύναμιν ἦγεν ἐπὶ τοὺς Κυρηναίους . εἶθ '
6038223 ἀποστρεφομενον
: ὅταν γὰρ ὁ νοῦς ἐπιστρέψῃ , τὸ ἀποκλῖνον καὶ ἀποστρεφόμενον αὐτοῦ πᾶν λύεται . τούτου δὲ καιρός ἐστι τῆς
ποιεῖσθαι τῆς ἀληθείας , μήτε κίνδυνον ἀγῶνος ἐπιφερομένου μήτε ὄκνῳ ἀποστρεφόμενον ἔργον ἐπίπονον , μηδὲ κέρδος ἐπαίνου ἀδίκου , μηδὲ
6036809 χαλκεας
βασιλεῦσιν οἱ μὴ ψευδώνυμοι , τοὺς φαλακροὺς δὲ καὶ τοὺς χαλκέας τοὺς ἐπιθεμένους τῇ δεσποίνῃ ὀρφανευθείσῃ οὐκ ἐποίει Πλάτων δημιουργοὺς
γναφέας αὐτῶν ἢ τοὺς σκυτέας ἢ τοὺς τέκτονας ἢ τοὺς χαλκέας ἢ τοὺς γεωργοὺς ἢ τοὺς ἐμπόρους ἢ τοὺς ἐν
6032732 παροινουντας
δρῶντας οὐδένα ἐποιοῦντο λόγον , ὥστε ἠναγκάσθη καὶ ἀποκτεῖναι τοὺς παροινοῦντας μάλιστα ἐξ αὐτῶν . τὰς δὲ αἰχμαλώτους λαβὼν ἀπέλυσε
τῆς ἀδικίας κεφάλαιον , ἀλλ ' οὐδὲ τοὺς τὰ βραχύτατα παροινοῦντας οὗτος ὁ τρόπος ἐλευθεροῖ . οὐ ποιεῖ τὸν κλέπτην
6032312 λουσαμενους
οἱ δὲ σὺν πολλῷ πόνῳ ἡμέρωσαν . τῆς ὑστεραίας ἐκέλευσε λουσαμένους ἥκειν . ἐπεὶ δὲ ἧκον , προέθηκεν αὐτοῖς εὐωχίαν
ἱστορεῖ κρήνην ἐν Χρωψὶ τῆς Θράικης , ἐξ ἧς τοὺς λουσαμένους παραχρῆμα μεταλλάσσειν . . : . . . .
6026906 ἐλεουσιν
γὰρ τοὺς πολέμους βραβεύουσαι Τύχαι οὐ τῶν πολλῶν τὴν ἀσθένειαν ἐλεοῦσιν , ἀλλὰ τῶν εὖ μαχομένων ἐρυθριῶσι τὰς ἀρετάς .
εἰώθασι : δεδιότες γὰρ περὶ αὑτῶν τὰς τῶν ἄλλων συμφορὰς ἐλεοῦσιν . , : τοῦ αὐτοῦ : ἡ γὰρ πενία
6020588 βακχευουσιν
? ? καὶ μαίνεσθαι ? [ - ] , καὶ βακχεύουσιν αὐτοὺς [ εἰκάζει ] [ , κελεύσας - ]
[ - ] καὶ [ μαίνεσθαι - ] , καὶ βακχεύουσιν αὐτοὺς [ εἰκάζει ] [ . ] . π
6017606 δειλως
εὔκλειαν . Ἡμεῖς μέντοι , ὡς ἐγᾦμαι , οἷά τε δειλῶς περὶ λόγοις ἔχοντες , πρῶτον ὀρθῇ δόξῃ , δεύτερον
ἐπιφόβως , ἐπιδεῶς καταδεῶς , εὐλαβῶς : εὐτελὲς γὰρ τὸ δειλῶς , τὸ δ ' ἀποδεδειλιακότως δύσφθεγκτον , τοῦ δὲ
6015071 ἀλογιστως
ὑπὸ ταύτης χορηγεῖσθαι : κρεῖττον εἶναι νομίζει εὐλογίστως ἀτυχεῖν ἢ ἀλογίστως εὐτυχεῖν : βέλτιον γὰρ ἐν ταῖς πράξεσι τὸ καλῶς
. Ζῆν οὐκ ἔδει γυναῖκα κατὰ πολλοὺς τρόπους . Ζῶμεν ἀλογίστως προσδοκοῦντες μὴ θανεῖν . Ζῆσον μετρήσας τὸν βίον πρὸς
6012594 πορευθεντας
. ὁ δ ' αὐτοῖς ἀνεῖλεν παρὰ Κροῖσον τὸν Λυδὸν πορευθέντας ὠνεῖσθαι παρ ' ἐκείνου . καὶ οἱ πορευθέντες παρὰ
καὶ μετὰ τὴν ἐκ τῆς ὑφάλου πέτρας ἀναπεμπομένην φλόγα ἐκεῖθεν πορευθέντας ἡμερῶν ὀλίγων ὁδὸν ἐς τὰ οἰκεῖα ἀφικέσθαι καὶ γνῶναι
6010556 ἀφῃρημενους
παρὰ τούτων ζητοῦντα δίκην . ἄλλους μὲν γὰρ εἶναι τοὺς ἀφῃρημένους τὴν γῆν , ἄλλον δὲ τὸν πολεμούμενον . καὶ
εἰς τὰς πατρίδας , καὶ τοὺς ἀδίκως τὰς ἀλλοτρίας πόλεις ἀφῃρημένους ἐξέβαλον ἐκ τῶν πόλεων : τούτων δ ' ἦσαν
6008804 φρενιτικους
, ὥσπερ τινὲς ἐνόμισαν ἐπὶ φλεγμονῇ τοῦ διαφράγματος γίνεσθαι τοὺς φρενιτικοὺς , ὅπερ οὐκ ἔστιν ἀληθὲς , ἀλλὰ καὶ αὐτὸς
εἰσι , καὶ οἱ λήθαργοι τοὺς ἀθρόως ἐξισταμένους καὶ ἀπαραλογίστως φρενιτικοὺς ἡμεροῦσιν . πόνον δ ' ἥπατος ὀξὺν καὶ βίαιον
6002096 αὐτομολουντας
οἰστοῖς πολλοῖς οὖσιν , οὓς ἠνάγκαζον οἱ Ἕλληνες ἐκβάλλειν τοὺς αὐτομολοῦντας παρὰ βασιλέως , καὶ τοῖς γέρροις καὶ ταῖς ἀσπίσι
Ῥωμαῖοι δὲ τῇ μὲν πόλει φρουρὰν ἐπέστησαν καὶ ὅσους εὗρον αὐτομολοῦντας , χεῖρας αὐτῶν ἀπέτεμον : Λιβύων δὲ τοὺς μὲν
5999295 αἰκιαις
καὶ καταδεδουλῶσθαι τοὺς πολίτας ἀδίκως : μισθοφόρων γὰρ πλήθει καὶ αἰκίαις καὶ πολλοῖς φόνοις ἀσεβέσι περιπεποιῆσθαι τὴν βασιλείαν . ὁ
σκιρτῶσα σκιρτημάτων ] κινημάτων νήστῃσιν ] ἐστερημέναις τροφῆς καὶ στάσεως αἰκίαις ] μάστιξιν λαβρόσουτος ] λίαν ὁρμωμένη ἐπικότοις μήδεσι ]
5998458 δυσουριωντας
καὶ ἐπάνω ἔρια . Κεφ . κεʹ . [ Πρὸς δυσουριῶντας καὶ λιθιῶντας ] Σκορπίοι ὠπτημένοι τρωγόμενοι : πρὸς δὲ
. ταύτης ἡ ῥίζα σὺν οἴνῳ πινομένη οὖρα κινεῖ καὶ δυσουριῶντας ἰᾶται , καὶ λίθους θρύπτει καὶ στροφοὺς παύει καὶ
5997100 πειθηνιους
πίνειν διδόασι . τάχα δ ' ἂν καὶ ὑμεῖς ἑαυτοὺς πειθηνίους μᾶλλον παράσχοιτε μεθ ' ἡδονῆς θεραπεύοντι τῷ λόγῳ ,
τούτοις , ὅτι διὰ τὸ ἀλλόκοτον καὶ τὸ ξενοπρεπές καὶ πειθηνίους ἴσχουσιν τοὺς ἀρρώστους . ἵνα οὖν μὴ ὦσιν αὐτοῖς
5996802 ἑωθινας
Τῷ Ἰαννουαρίῳ μηνὶ χρὴ τὰς ἀναδενδράδας κλαδεύειν , φυλαττομένους τὰς ἑωθινὰς καὶ δείλης ὀψίας ὥρας . Τῷ αὐτῷ μηνὶ χρὴ
, οὐδὲν ἐμποδὼν μὴ καθαρθῆναι μετρίως . τὰς δ ' ἑωθινὰς καθάρσεις μετ ' ὀξυμέλιτος ποιῆσαι , τῶν ἁλῶν προσμίσγων
5995066 κασαλβασω
ἐρασταῖς , εἰκότως ὁ ποιητὴς τῇ λέξει ταύτῃ κέχρηται . κασαλβάσω ] λοιδορήσω . ἐγὼ δέ γ ' ἤνυστρον βοός
λοιδορηθείην . πρὸς δὲ τὸ ῥηθὲν ὑπὸ τοῦ ἑτέρου “ κασαλβάσω τοὺς στρατηγοὺς ” ἀντέθηκε “ καὶ Νικίαν ταράξω ”
5993656 ὑποδικους
' οἱ εἰσιόντες εἰς ὑμᾶς ἀδικῶνται , διὰ ταῦτα αὐτοὺς ὑποδίκους ἐποίησεν ὁ νομοθέτης . δέομαι δὲ ὑμῶν καὶ ἐγὼ
οὖν δίκαιόν ἐστιν , ἐὰν μὲν μηδὲν καταλίπωσιν , ἡμᾶς ὑποδίκους εἶναι τῆς κακώσεως , ἐὰν μὴ τρέφωμεν , εἰ
5992695 καταφρυγει
μικροῦ . ὁμοίω ] ⌈ ἤγουν πάρισα καὶ ἰσοκατάληκτα . καταφρύγει ] διόλου καίει . τοὺς δὲ ζῶντας ] ⌈
καίει . φλέγει , τὸ λεγόμενον τζουρουφαίζει ? ? . καταφρύγει τοὺς πένητας , διότι εἰσὶν ἄστεγοι : οἱ δὲ
5989651 στερισκονται
ὡς οἱ τῶν πλειόνων ὀρεγόμενοι καὶ τῶν ἐν χερσὶν ὀλίγων στερίσκονται . μύρμηξ τις ὥρᾳ χειμῶνος , ὃν θέρους συνήγαγε
πείσεσθαι , ἢ ἀγαθοῦ οὐδέποτε πρότερον ἐστερήθησαν ἢ νῦν οὐ στερίσκονται ἢ οὐ στερήσονται , ἢ κακοῦ οὐδέποτε τετυχηκότες ἢ
5985550 Ὠφελει
, ὥσπερ καὶ τάριχος καὶ ἐγκατηρᾶ λεγομένη καὶ κορίαξος . Ὠφελεῖ δὲ τούτοις καὶ ἔμετος μετὰ τροφὴν καὶ ἡ κάθαρσις
παρέχει ἑαυτὴν ἡ ῥίζα γεύσασθαι καὶ οὐ πάνυ λευκήν . Ὠφελεῖ δὲ ὁ μὲν μέλας ἥκιστα χαμαιλέων , ὁ δὲ
5985518 γνωριμους
καὶ Φάρακα καὶ ἄλλους Σπαρτιατῶν ἥκιστα ἔς γε τὸ Ἑλληνικὸν γνωρίμους . μεταπεσόντων δὲ αὖθις τῶν πραγμάτων καὶ Κόνωνος κεκρατηκότος
τοῖς μὴ τοιούτοις . διὸ καὶ πρὸς πάντας ἐστὶν ὁμοίως γνωρίμους καὶ ἀγνώστους . οὐχ οἷόν τε δὲ πᾶσι προσπεπονθέναι
5984756 φονευουσι
αἰδούμενοι : ἔτι δὲ λαλοῦντα τὸν πρεσβύτην οἱ θρασύτεροι ἐπιπεσόντες φονεύουσι . δράσαντες τε οὕτως ὠμὸν ἔργον , δέει τῶν
οὓς πέφνουσι φονέας . οὕς : ἰδίους . πέφνουσι : φονεύουσι . φονῆας : ἰωνικῶς . Μάρψωσιν : καὶ κρατήσωσι
5983650 μετριαις
ὀφθαλμῶν ἐν τοῖς μεγάλοις κακοῖς . ἐν μὲν γὰρ ταῖς μετρίαις συμφοραῖς ἀφθόνως τὰ δάκρυα καταρρεῖ καὶ ἔστι τοῖς πάσχουσιν
ἄλλων μορίων γυμναζομένων . καὶ ταῦτα μὲν μέτρια καὶ ἐπὶ μετρίαις αἰτίαις γινόμενα βραχύ τι ἢ οὐδὲν λυμαίνεται ἢ ὀδυνᾷ
5978910 προλογους
εἶπε : τῶν σῶν δραμάτων γὰρ εἰς αὐτὸν ἀεὶ τοὺς προλόγους ἐμβάλλομεν . συνδειπνοῦσα δέ ποτε Δεξιθέᾳ τῇ ἑταίρᾳ τοὖψον
ἕκαστον , ἀλλὰ σὺν τοῖσιν θεοῖς ἀπὸ ληκυθίου σου τοὺς προλόγους διαφθερῶ . Ἀπὸ ληκυθίου σὺ τοὺς ἐμούς ; Ἑνὸς
5977010 διερριμμενους
δὲ τὸν προειρημένον τρόπον καταστρατηγήσας τοὺς πολεμίους μετεπέμπετο πανταχόθεν τοὺς διερριμμένους τῶν στρατιωτῶν καὶ χειμάζοντας ἐν ταῖς κώμαις . βαλόμενος
ἐλήφθησαν ὑπὸ τοῦ Ἀννίβου . Τερέντιος δὲ στρατὸν ἀγείρας τοὺς διερριμμένους ἐπειρᾶτο παραθαρρύνειν καὶ στρατηγὸν αὐτοῖς ἐπιστήσας τῶν χιλιάρχων τινὰ
5974193 τετραμμενους
τὸ ἀδ [ ! ! ! ! ! ! ! τετραμμένους ] | , τῶν δὲ ἄλλων [ ! !
ἀκούσητε σφαττομένους ἢ ἡττημένους . . τετρωμένους ] γρ . τετραμμένους . . πύθησθε ] μάθητε . κωκυτοῖσιν ἁρπαλίζετε ]
5974145 πεζικαις
τούτοις ἁρμόδια καὶ ἐνταῦθα χειριζέτω τὸν πόλεμον . Ὁ πεποιθὼς πεζικαῖς μᾶλλον δυνάμεσιν , ἀνωμάλους τε καὶ δασεῖς καὶ τραχυτέρους
ἐχομένην βίβλον κατατάξομεν . Στρατεία Ἀθηναίων ἐπὶ Συρακοσίους μεγάλαις δυνάμεσι πεζικαῖς τε καὶ ναυτικαῖς . Κατάπλους Ἀθηναίων εἰς Σικελίαν .
5972802 Κακους
τινὸς πράγματος ἐκζητουμένου . Ἐν ὀγδόῳ δὲ θάνατον βασιλέων , Κακοὺς κλιμακτῆράς τε πολλῶν μηνύει , Τῶν τε κρατούντων καὶ
μὴ ποιήσῃς καὶ κακὸν οὐ μὴ ἀπολάβῃς . Ἑρμηνεία . Κακοὺς εὖ ποιῶν οὔ μοι δόξεις σωφρονεῖν : Οἱ γὰρ
5970654 φοβειν
ἧσσον οὐδενὸς ἔκπληξιν , ψόφους μεγάλους , ἐμβοήσεις , μηδὲ φοβεῖν πειρᾶσθαι ἄφνω ὄψεσι γοργονείων ἤ τινων ἄλλων ὁραμάτων :
ἂν δυνώμεθα : τοὺς γὰρ μικροπολίτας , ὥσπερ αὐτός , φοβεῖν τὰ τῶν μειζόνων ἀπόρρητα . Ταῦτα οὐ διηγήσασθαί με
5967099 ἐξαπατωντας
, εὐρυμετώπους , τρίχας ἔχοντας ἀνεσταλμένας , κρυψίφρονας , ὑποκρίσει ἐξαπατῶντας , ἐπίπλαστον ἐπιείκειαν ἔχοντας , τοὺς δὲ μυκτῆρας πλατεῖς
, εὐρυμετώπους , τρίχας ἔχοντας ἀνεσταλμένας , κρυψίφρονας , ὑποκρίσει ἐξαπατῶντας , ἐπίπλαστον ἐπιείκειαν ἔχοντας , τοὺς δὲ μυκτῆρας πλατεῖς
5966546 προστατας
Θεσσαλίᾳ τοσοῦτον ἐπέδωκεν τῆς ὀρχηστικῆς ἡ ἄσκησις , ὥστε τοὺς προστάτας καὶ προαγωνιστὰς αὐτῶν προορχηστῆρας ἐκάλουν : καὶ δηλοῦσι τοῦτο
καλῶς , αἰσχρὰ δὲ καὶ ἀσύμφορα , ὅταν πονηροὺς λάβῃ προστάτας . τούτου δ ' ἡ φύσις αἰτία προσθεῖσα τοῖς
5965498 ἀνακειμενους
ὄντων Ἀθήνησι παρελήφθην πρὸς αὐτόν . κατέλαβον δὲ κυνικοὺς μὲν ἀνακειμένους ἕξ , ἕνα δὲ κύνουλκον Καρ - νεῖον τὸν
εὑρήσετε δὲ παρὰ μὲν τοῖς ἄλλοις ἐν ταῖς ἀγοραῖς ἀθλητὰς ἀνακειμένους , παρ ' ὑμῖν δὲ στρατηγοὺς ἀγαθοὺς καὶ τοὺς
5965114 ἐπιληπτικους
τῶν καθ ' ἧπαρ συνισταμένους . ὀνίνησι δὲ καὶ τοὺς ἐπιληπτικοὺς καὶ τὰ ῥίγη τὰ κατὰ περίοδον , ὅσα παχέων
πᾶσι . Ταύτης ὁ ἐγκέφαλος ξηρὸς μετ ' ὄξους πινόμενος ἐπιληπτικοὺς ἰᾶται . ἡ δὲ χολὴ τῆς καμήλου παγεῖσα ἐν
5964940 ὁμοφυλους
ἣν ἂν τιμήσηται τὸ δικαστήριον , κατὰ δὲ τῶν τοὺς ὁμοφύλους πρὸς τῷ ἀνδραποδίσασθαι καὶ πεπρακότων θάνατος ἀπαραίτητος : ἤδη
ὁ δὲ οὐκ ἀγνοῶν ἐπὶ τοῖς λεγομένοις ἀπιστήσοντας τούς τε ὁμοφύλους καὶ τοὺς ἄλλους ἅπαντας ” ἐὰν οὖν ” φησί
5964863 σκωπας
κατεχομένους . τὸ δ ' αὐτὸ ποιεῖν λέγουσι καὶ τοὺς σκῶπας : καὶ γὰρ τούτους ὀρχήσει λόγος ἁλίσκεσθαι . μνημονεύει
, τοὺς δὲ οὔ . διὸ καὶ καλεῖσθαι τοὺς μὲν σκῶπας αὐτῶν , τοὺς δ ' ἀείσκωπας : εἰσὶ δὲ

Back