, ἀλλ ' ὑπὲρ δημοκρατίας , ὀνόματος εὐειδοῦς μέν , ἀλυσιτελοῦς δὲ αἰεί . σφῶν τε αὐτῶν , ὅτε μηδὲν
οὗτος δὲ μᾶλλον τῇ προσφύσει δόξειεν , οὐκ ἂν τοῦ ἀλυσιτελοῦς ἡ ἔκκρισις εἴη . Τὸ δὲ ἁλμυρὸν πᾶν ἀλλότριον
5455983 λεσβιειν
. ὁρᾷς ἐγώ ς ' ὡς δεξιῶς ὑφειλόμην μέλλουσαν ἤδη λεσβιεῖν τοὺς ξυμπότας : ὧν εἵνεκ ' ἀπόδος τῷ πέει
† 〚 τοῦ αἰσχροῦ τάττεται 〛 . Γ ⌈ ” λεσβιεῖν “ οὖν [ τὸ ” λεσβιεῖν “ ] ἐπὶί
5358509 Συρακουσιους
τυχεῖν πάντων ὧν ἐπιθυμεῖ ὁ Σικελιώτης , κακωθῆναι μὲν τοὺς Συρακουσίους , περιγενέσθαι δὲ ὅμως τῆς τύχης : ἤγουν τῆς
οἱ μὲν Ἀθηναῖοι ἐβούλοντο ἐκ θαλάττης εἰς θάλατταν τεῖχος οἰκοδομησάμενοι Συρακουσίους εἶρξαι τῆς ἔξω γῆς , κατακλείσαντες εἰς τὴν χερρόνησον
5249960 ὑπολαμβανετε
Ἁγνίου . ταῦτα αὐτῷ ὑμεῖς , ὦ ἄνδρες δικασταί , ὑπολαμβάνετε , καὶ ὅτι τὸν παῖδα τουτονὶ Εὐβουλίδην , τὸν
μὲν ἕλεσθ ' ὅ τι καὶ ποιήσετε , ἔπειθ ' ὑπολαμβάνετε , ἐάν τις ἐναντιῶται τοῖς ἅπαξ οὕτω δοκιμασθεῖσι ,
5200350 ἐφεδρευοντας
οὖν αὐτῶν ὁ Ἀννίβας τοὺς ἐξ Ἰταλίας οἱ συνελθόντας , ἐφεδρεύοντας ἔτι καὶ ἀτρεμοῦντας , ἦγεν ἐπὶ τὴν μάχην ,
οὐκ ἀλόγιστον ; οὐ γάρ , εἰ δεδοικὼς ἐκεῖνος τοὺς ἐφεδρεύοντας αὐτῷ τῶν πολιτῶν καὶ τὸ τῆς τύχης εὐμετάβολον ὑφορώμενος
5164660 Κερκυραιους
καὶ τῶ μεγέθει περιτταὶ ἦσαν . Ὑπερηφάνους γὰρ εὐπραγοῦντας τοὺς Κερκυραίους φησὶν Ἀριστοτέλης γενέσθαι . Κερκωπίζειν : ἡ παροιμία ἀπὸ
τοῖς Λακεδαιμονίοις . θαρσήσαντες δὲ ταῖς σπονδαῖς καὶ ἀπωσάμενοι τοὺς Κερκυραίους αὐτοῖς μὲν τοῖς Ἀθηναίοις ἀσθενὲς ἦν τὸ θάρσος τοῦτο
5122891 ἐφιεμεθα
ἐν τῷ παρόντι ἄλλο ζητήσομεν , οὐδέποτε ἐπιτευξόμεθα , οὗ ἐφιέμεθα : καὶ οὕτω συμβαίνει ματαίαν καὶ κενὴν τὴν ὄρεξιν
σιτίου τρόπον χάριν πλησμονῆς ἀντὶ τοῦ : ὡς τοῦ σιτίου ἐφιέμεθα ἕνεκεν τοῦ πληρῶσαι τὴν γαστέρα , πληρωθέντες δὲ οὐκέτι
5117295 τυφλως
τούτων ὠνόμακε Μάγνητας Ὅμηρος , ἀλλ ' ἐκείνους μόνους οὓς τυφλῶς καὶ οὐ γνωρίμως διασαφεῖ ” οἳ περὶ „ Πηνειὸν
φθορᾷ καὶ ἀποτείνουσα καθάπερ χεῖρα τὴν δύναμιν αὑτῆς , ἵνα τυφλῶς τῶν ἐπιτυχόντων ἐφάπτηται , γένεσιν δεξιουμένη τὴν τροπαῖς ἀμυθήτοις
5113687 καθεστωτος
τῆς ἀληθείας γνῶσιν ἀνεύρετον ὑπάρχειν , τοῦ γνωρίζοντος αὐτὴν ἀκαταλήπτου καθεστῶτος . εὐθέως γὰρ τῶν περὶ τῆς ἐπινοίας ζητησάντων Σωκράτης
ἐλαττοῦμεν , ἀφίεμεν . τοῦ τοιούτου : τοῦ ἄρχειν δηλονότι καθεστῶτος : νομίμου ὄντος , νομιζομένου κατείργεσθαι : κατέχεσθαι ,
5076108 ἀπεστερητο
ἔζη , ὁ μὲν μόνος εἶχεν , ὁ δὲ θανὼν ἀπεστέρητο . εἰ δὲ καὶ ἄμφω ἔζων , ἐπλεονέκτει ἂν
ἐκβολῆς ἄδικον , ἀλλὰ τῇ κατ ' αὐτοῦ δωροδοκίᾳ δεκαζόμενον ἀπεστέρητο τῆς μισοπονηρούσης παρρησίας . Ὅτι ἑπτακαίδεκα φυλαὶ τὸν νόμον
5019246 ἀκολουθουντος
ὠκεανοῦ παντελῶς , οὔτ ' , εἰ δοθείη τοῦτο , ἀκολουθοῦντος αὐτῷ τοῦ σύρρουν εἶναι πᾶν τὸ κύκλῳ πέλαγος τὸ
εἶναί φησιν , ὅσα καὶ μονούμενα , ἤτοι μηδενὸς ἄλλου ἀκολουθοῦντος αὐτοῖς ἢ ἐκ τῆς αἱρέσεως αὐτῶν ἀποβαίνοντος , εἰσὶ
4993443 ἀπολιπωσιν
ἔδυ γὰρ ὁ ἥλιος „ . ὅταν γὰρ τὴν ψυχὴν ἀπολίπωσιν αἱ τοῦ θεοῦ αὐγαί , δι ' ὧν σαφέσταται
που καὶ Ἀντιπάτρου καὶ Ἀρχεδήμου φοράν . Εἶτα τούτου ἕνεκα ἀπολίπωσιν οἱ νέοι τὰς πατρίδας καὶ τοὺς γονεῖς τοὺς αὑτῶν
4992408 ἁπαξαπλως
πολυτελεστέρας καὶ τῶν μουσουργῶν τὰς καλλιστευούσας καὶ τοὺς ἀπὸ σκηνῆς ἁπαξαπλῶς εἰπεῖν ἅπαντας , οὐ τὴν πατρῴαν οὐσίαν τὰ δὲ
καὶ γὰρ ἄσμενοι ἀπαλλαξόμεθα ἐνοχλοῦντος αὐτοῦ καὶ βοῶντος καὶ ἅπαντας ἁπαξαπλῶς ὑβρίζοντος καὶ ἀγορεύοντος κακῶς . Ἄλλον κάλει τὸν Κυρηναῖον
4975558 ἐνεγραφον
. λαχόντος δὲ τοῦ Φράστορος αὐτοῖς δίκην , ὅτι οὐκ ἐνέγραφον αὑτοῦ υἱόν , προκαλοῦνται αὐτὸν οἱ γεννῆται πρὸς τῷ
ἡ δὲ γʹ κουρεῶτις : ἐν ταύτῃ γὰρ τοὺς κούρους ἐνέγραφον εἰς τοὺς φράτερας , τριετεῖς ἢ τετραετεῖς ὄντας .
4959112 Εὐρυπωντος
Ἄγιδος τοῦ Εὐρυσθένους τοὺς δ ' [ Εὐρυπωντίδας ἀπὸ ] Εὐρυπῶντος τοῦ Προκλέους : τοὺς μὲν [ γὰρ δυναστεῦσαι ]
ἀπὸ Ἄγιδος τοῦ Εὐρυσθένους , τοὺς δ ' Εὐρυπωντίδας ἀπὸ Εὐρυπῶντος τοῦ Προκλέους : τοὺς μὲν γὰρ δυναστεῦσαι δικαίως ,
4944019 ἐκκαλυπτικη
: ἀνεπινόητος ἄρα ἐστίν . εἰ μὲν γὰρ φαινομένη φαινομένου ἐκκαλυπτική ἐστιν , ἔσται τὸ ἐκκαλυπτόμενον ἅμα φαινόμενόν τε καὶ
' ὁμοίως πιστή τε καὶ ἄπιστος , πιστὴ μὲν ὅτι ἐκκαλυπτική τινός ἐστιν , ἄπιστος δὲ ὅτι ἐκκαλύπτεται . πάνυ
4934086 ἐκολαζον
ὅμοιον , ὅτι καὶ Ϲωκράτην οἱ πρόγονοι ἡμῶν ἐπὶ λόγοιϲ ἐκόλαζον . . . . . . ἐγκάθετοϲ : Ὑπ
τὰ περὶ τῆς ἑορτῆς ἐσκοποῦντο καὶ τοὺς πλημμελήσαντας περὶ αὐτὴν ἐκόλαζον . . . . προϋφαιρῶν ] προαρπάζων καὶ ἐπείγων
4920862 βοηθουντας
ἐκ τῶν τῆς πατρίδος ἀτυχημάτων . Οἱ δὲ περὶ τοὺς βοηθοῦντας τοῖς ἄλλοις ἀνομήσαντες πῶς ἂν χρήσαιντο περὶ αὑτῶν ;
εἶχεν ἀσφαλεστέραν . Θρασύβουλος δὲ θεωρῶν τοὺς πεζοὺς τοῖς πολεμίοις βοηθοῦντας , καὶ τοὺς λοιποὺς τῶν ἐπιβατῶν ἀπεβίβασεν εἰς τὴν
4913606 πραεις
οὐ δακνώδεις , ἐπαναδιδόντες δὲ τῇ ἁφῇ : οἱ δὲ πραεῖς , οἱ δὲ ὀξεῖς , ἡσσώμενοι δὲ τῇ χειρὶ
λίμναι χειροποίητοι ὡραῖαι , καὶ ἰχθύας ἔχουσι μεγέθει μεγίστους καὶ πραεῖς : καὶ θηρᾷ αὐτοὺς οὐδεὶς ὅτι μὴ οἱ τοῦ
4884390 ἐθελησουσιν
τὰ δίκαια ποιεῖν ἐθελόντων τῶν ἑτέρων . εἰ μὲν τοίνυν ἐθελήσουσιν εἰρήνην ἅπαντες ἄγειν , οὐ βοηθήσομεν τοῖς Μεγαλοπολίταις :
Θήβαις προεστῶτες ὅτι εἰ μή τις ἄρξει πολέμου , οὐκ ἐθελήσουσιν οἱ Λακεδαιμόνιοι λύειν τὰς σπονδὰς πρὸς τοὺς συμμάχους ,
4874615 Υἱου
σόφισμα : δέον γὰρ εἰπεῖν ὅτι ὁ Πατὴρ μείζων τοῦ Υἱοῦ τῷ φύσει αἰτίῳ καὶ κατηγορῆσαι τὸ φύσει αἴτιον πῇ
Πατὴρ τοῦ Υἱοῦ πέφυκε μείζων : πῶς γὰρ μείζων τοῦ Υἱοῦ δι ' οὗ καὶ τοὺς αἰῶνας ἐποίησεν ; ἢ
4864729 ἀγχιστεις
πρὸς τὸν θνητὸν βίον συντελοῦσιν ἡμῖν οἱ γονεῖς καὶ οἱ ἀγχιστεῖς , οἱ ἐγγύτατα γονέων ὄντες καὶ διὰ τοῦτο τῇ
γὰρ τὰ ἔμψυχα , φέρεται δὲ ἐπὶ τὰ ἄψυχα . ἀγχιστεῖς , συγγενεῖς καὶ οἰκεῖοι διαφέρει . ἀγχιστεῖς μὲν γάρ
4851691 εὐεργετηθεντας
κάθοδον συμμάχους : τὸν δὲ ἀνελεῖν , τοὺς ὑπὸ Ἡρακλέους εὐεργετηθέντας , πρώτους δὲ τούτους κελεῦσαι Αἰγείδας παρακαλεῖν . ὑπολαμβάνοντας
καὶ τοὺς εὐεργετήσαντας ἀνάλογον εἶναι τοῖς δανείσασι εἶναι βούλεσθαι τοὺς εὐεργετηθέντας καὶ οἷον ὀφειλέτας ὄντας , ὡς κομιουμένους τὰς χάριτας
4850882 ἐρρωγεν
καὶ μέγα κατὰ τὸν ἀριθμόν . πέλαγος ] πλῆθος . ἔρρωγεν ] ἐπέπεσεν , ἐπῆλθεν . πρόπαντι ] καθόλου παντί
πλῆθος τοσουτάριθμον ἀνθρώπων θανεῖν . αἰαῖ , κακῶν δὴ πέλαγος ἔρρωγεν μέγα Πέρσαις τε καὶ πρόπαντι βαρβάρων γένει . εὖ
4844899 μεστου
, καθημένων ἑξῆς , καὶ τραπέζης ἀφθόνου , καὶ κρατῆρος μεστοῦ ; Ἐρωτῶ δὴ τὸν Ὀδυσσέα : Τί ἡγεῖ εἶναι
ἀμυνόμενος . Ὢ στρατιωτικοῦ καλοῦ , καὶ αὐτουργοῦ , καὶ μεστοῦ ἐλευθερίας : ὦ γῆς καὶ γεωργίας καλὰ καὶ γενναῖα
4839198 ἐνορκος
ἑξακισχίλια γενομένων φυγὴ δεκαετὴς καταψηφίζεται τοῦ κρινομένου . Ἐξωμοσία . ἔνορκος παραίτησις δι ' εὔλογον αἰτίαν . Ἐπαγωγαί . ἀγωγαὶ
Προοίμιον ἱστορικόν αʹ : . Ἐπιστολαί αʹ : . Ἐκκλησία ἔνορκος αʹ : . Περὶ γήρως αʹ : . Δίκαια
4835269 τετυχηκοτας
καὶ μὴν εἴ γ ' ὁμολογῶν ἐκείνους εἶναι σπουδαίους μὴ τετυχηκότας δείξει μηδενός , τῆς πόλεως ὡς ἀχαρίστου δήπου κατηγορεῖ
' ὑμῶν ἰοῦσαι , οὐδ ' ἔστιν εὑρεῖν τοὺς μειζόνων τετυχηκότας διὰ τὴν ὁμοίαν εἰς ἅπαντας ὑμῶν φιλανθρωπίαν . πόλεις
4793600 καθελωμεν
οὐ θεῷ . Μεγάλην δ ' ἀσέβειαν ἐπιτετειχισμένην τῇ ψυχῇ καθέλωμεν ἡμᾶς ἀναγράψαντες τοῦ ἀδικεῖν αἰτίους : οὕτω γὰρ ὡς
μᾶλλον ἢ Ἀντωνίου δέει καὶ στρατιᾶς ἀπορίᾳ , “ μέχρι καθέλωμεν ἡμεῖς Ἀντώνιον καὶ οἱ σφαγεῖς φίλοι τε τῇ βουλῇ
4791960 καταλειπω
δίκαιον ἦν τὸν υἱοῦ τάξιν ἐσχηκότα . τὸν δὲ Περίπατον καταλείπω τῶν γνωρίμων τοῖς βουλομένοις , Βούλωνι Καλλίνῳ Ἀρίστωνι Ἀμφίωνι
σιγᾶν , εἰς πολλοὺς ἐκμαρτυρήσοντα , ἀλλ ' ὑμῖν τοῦτο καταλείπω σκοπεῖν . Τί δὲ προσδοκᾶτε ; τὸν Ἀθήνησιν ὑβριστὴν
4791912 εὐπετης
πρῶτον αὐτῶν τιθείς , τέως δ ' ἐμέρισεν , ἵνα εὐπετὴς αὐτῷ πρὸς τὴν λύσιν γένηται . λύει τοίνυν αὐτὴν
προσκείμενος ἰδέᾳ , διὰ τὸ λαμπρὸν αὖ τῆς χώρας οὐδαμῶς εὐπετὴς ὀφθῆναι : τὰ γὰρ τῆς τῶν πολλῶν ψυχῆς ὄμματα
4788494 ἀγαλλεσθε
δὲ αὐτῶν τούτων διεστήκατε . καίτοι ὅταν οἷς ὡς κοινοῖς ἀγάλλεσθε , ὑπὲρ τούτων ἐρίζητε , ὑπὲρ τοῦ λοιπὸν ταὐτὰ
πολλὰ καὶ τίμια καὶ εὐδαιμονικὰ παρασκευάσματα , ἐφ ' οἷς ἀγάλλεσθε , διὰ πολλῆς ὑμῖν ταῦτα κακοδαιμονίας καὶ ταλαιπωρίας παραγίγνεται
4780090 ἀγωνιζομενους
: πρέπειν γὰρ τοὺς ἡγουμένους τῆς Ἑλλάδος ὑπὲρ τῶν πρωτείων ἀγωνιζομένους ἀποθνήσκειν ἑτοίμως . εὐθὺς οὖν οἱ μὲν ἄλλοι πάντες
προσφιλὴς ἦν , παλαίστραις καὶ σταδίοις ἐνδιατρίβουσα , καὶ τοὺς ἀγωνιζομένους καὶ νικῶντας τῶν νέων ἐπιστεφανοῦσα . τινὲς δὲ τῶν
4767926 ὑπερβορειους
εἰς τὴν ὑπὲρ τοῦ γένους ἡμῶν στελλομένῳ πρεσβείαν ἐπὶ τοὺς ὑπερβορείους Σκύθας , οὕτω δὴ τοῦ παντ ' ἀρίστου καὶ
, οἵ γ ' ἐξηγούμενοι τὸ ὑγιὲς ἂν ἀκούσαιεν , ὑπερβορείους τοὺς βορειοτάτους λέγεσθαι . ὅρος δὲ τῶν μὲν βορείων
4767507 ἠκουσατ
τ ' ἀρκέσαι σᾶς δειρᾶς . ἰώ μοί μοι . ἠκούσατ ' ἀρχὰς δεσπότου στεναγμάτων ; ἰὼ τέκνον . καλεῖ
Ναυσίμαχον καὶ Ξενοπείθην τοὺς εἰληχότας ἡμῖν , παρεγραψάμεθα , ὥσπερ ἠκούσατ ' ἀρτίως , μὴ εἰσαγώγιμον εἶναι τὴν δίκην .
4764786 προεστηκοτας
καὶ εἴ τι ὅλως ἠγνωμονήκασιν , ὑπὲρ μὲν τούτων τοὺς προεστηκότας προβαλοῦνται , ὅταν δέ τις τοῦ Πειραιῶς μόνον μνησθῇ
τῷ παρὰ τῶν πωλούντων τὰς πράξεις ὠνεῖσθαι , τῷ τοὺς προεστηκότας ἐν ταῖς πόλεσιν διαφθείρειν καὶ ἐπαίρειν , τούτοις .
4763470 Καπρου
τῶν συμμάχων , παρεσκευάζοντο ὡς μάχην συνάψοντες ἐπὶ τῷ καλουμένῳ Κάπρου σήματι . Μεσσηνίοις μὲν οὖν Ἠλεῖοι καὶ Ἀρκάδες ,
δὴ εἰκότα καὶ οὕτως ἐσκληθέντος τοῦ παγκρατίου κρατηθεὶς ὑπὸ τοῦ Κάπρου ὅμως ἐχρήσατο ἐς τοὺς πύκτας θυμῷ τε ἐρρωμένῳ καὶ
4758628 παραβολῳ
ἐπὶ τέλει που προσαποδούς , αὐτῷ τῷ κατὰ τὰς ὑπερβάσεις παραβόλῳ καὶ ἀκροσφαλεῖ πολὺ μᾶλλον ἐκπλήττει . φειδὼ δὲ τῶν
ὁ λόγος ἐμνήσθη , εἰπὼν τοῦτο μὲν εἶναι πρὸς τῷ παραβόλῳ καὶ εὔηθες , νυνὶ δὲ χρῆναι ἐξελθόντας τοῦ τῶν
4755441 ἐνδεξασθαι
Πλάγκος ἔλθοι , καὶ ἀμύνεσθαι μέχρι θανάτου μᾶλλον ἢ ἑκόντας ἐνδέξασθαι δουλείαν ἄνωθεν ἀδιόρθωτον : τά τε ἀρχαῖα Ῥωμαίων ἐπὶ
[ ἕνεκεν ] [ ] τὸν Εὐρυσθέα [ ] [ ἐνδέξασθαι ] ὡς ἀμήχανον ἐόντα [ ] . καὶ Ἡσίοδος
4748677 κασαλβασω
ἐρασταῖς , εἰκότως ὁ ποιητὴς τῇ λέξει ταύτῃ κέχρηται . κασαλβάσω ] λοιδορήσω . ἐγὼ δέ γ ' ἤνυστρον βοός
λοιδορηθείην . πρὸς δὲ τὸ ῥηθὲν ὑπὸ τοῦ ἑτέρου “ κασαλβάσω τοὺς στρατηγοὺς ” ἀντέθηκε “ καὶ Νικίαν ταράξω ”
4747804 χρῃζουσιν
μαλακώτερον : τινὲς δὲ τῶν σφόδρα θερμῶν οὐδ ' ὅλως χρῄζουσιν , ἀλλ ' ἀρκεῖ περίπατος καὶ λουτρὸν αὐτοῖς :
καθήμενον , δυνηθῶσιν διὰ τῆς ἄλλης ἐπανελθεῖν καὶ λαβῶσιν ὅσον χρῄζουσιν . Ἦσαν δέ μοι καὶ τράπεζαι ἱδρυμέναι τριάκοντα ἐν
4741138 βιαζομενου
Ἡρακλῆς εἰς Θήβας παραγενόμενος κατὰ Λύκου βασιλεύοντος τῆς πόλεως καὶ βιαζομένου τὴν γυναῖκα αὐτοῦ Μεγάραν τοῦτον κατατοξεύσας χόλῳ τῆς Ἥρας
γὰρ Μινουκιανὸς ἐν τῇ διαιρέσει ἐν ἀντιστάσει καὶ μόνον ἔταξε βιαζομένου τοῦ κατηγόρου καὶ λέγοντος , μηδὲ ὅλως εὐεργεσίαν εἶναι
4740944 δεοιμην
πατέρα καί τι καὶ χαίροντα φιλόστοργον προσειπὼν καὶ πᾶν ὅτου δεοίμην ἀσμένως πειθόμενον , τούτοις αὐτὸν προθωπεύσας ὀμωμοκώς τε κατ
σῇ κεῖται χειρί . κατέμεινε δέ , ὅπως ἀεί σου δεοίμην καὶ ἔχοις , ὅ τι χαρίζοιο . καίτοι τοῦτο
4740743 ὑπελειπετο
Ταυρῶνος δʹ ἑσπέρας τῆς διὰ τῶν τοῦ Ταύρου κεράτων εὐθείας ὑπελείπετο τρεῖς σελήνας , ἐδόκει δὲ παραπορευόμενος τοῦ κοινοῦ ἀφέξειν
κύκλῳ τοῦ τείχους , ὅτι οὐ πολύ τε τῆς ἡμέρας ὑπελείπετο ἐς τὴν προσβολὴν καὶ ἡ στρατιὰ αὐτῷ ὑπότε πορείας
4737632 συνελθοντος
αὖθις συνελθεῖν ἐς λόγους ἠξίωσεν . τοῦ δὲ Καίσαρος οὐ συνελθόντος , ἀλλὰ τοὺς πρωτεύοντας Γαλατῶν ἀποστείλαντος , ἔδησε τοὺς
κατασχεῖν τὸ Φίκειον , εἶτ ' ἀναιρεθῆναι ὑπό τινος Οἰδίποδος συνελθόντος αὐτῇ . τινὲς δὲ καὶ Λαΐου τὴν Σφίγγα παραδιδόασιν
4731487 ἐντεθυμηται
κρείττους αὑτοῦ θαυμάζει , οὐδὲ οὗ πρότερος περὶ τῶν πραγμάτων ἐντεθύμηται , τούτῳ τὴν αὑτοῦ γνώμην προστίθησιν . ἔπειτα τίς
τὴν ἀπὸ τοῦ στεφάνου μετὰ τὰς Θήβας ταύτην ἀδοξίαν οὐκ ἐντεθύμηται : χρηστὸς γὰρ οὗτος ἂν ἦν , καὶ τοὺς
4728535 ἀγωνισαμενους
διὰ καλῳδίων . ὁ δὲ Σύλλας τοὺς μὲν ἀτίμους περιφανῶς ἀγωνισαμένους ἐξέλυσε τῆς ἀτιμίας , τοὺς δ ' ἄλλους ἐδωρήσατο
τόν θ ' Ἕλωριν καὶ τοὺς μετ ' αὐτοῦ γενναίως ἀγωνισαμένους σχεδὸν ἅπαντας ἀνεῖλε . τῶν δ ' Ἰταλιωτῶν σποράδην
4725836 ὑποτιθεσθε
ἰδέας φατὲ εἶναι οὐσίας τῶν αἰσθητῶν , ταύτας δὲ ἐξῃρημένας ὑποτίθεσθε , συμβαίνει τὰς οὐσίας χωριστὰς εἶναι τῶν πραγμάτων ὧν
εἰ δὲ τοῦτο , οὐδὲ διαλέγεσθε . πάντα γὰρ ἀκατάλληλα ὑποτίθεσθε : ὁμολογουμένως οὖν ψεύδεσθε ὡς περὶ ὡρισμένων διαλεγόμενοι .
4722116 ἐγχειρηματος
αὐτὴν ἐν κυνηγεσίῳ ἐνεβριμήσατο - καὶ οὕτως ἐκεῖνος ἐπαύθη τοῦ ἐγχειρήματος τινὲς δὲ γράφουσιν ὀβρίμους παρὰ τὸ ὄβριμον καὶ βαρύ
εἰς αὐτὸν ἐβούλετο , γνοὺς ὁ Πηλεὺς ἀπεῖρξεν ἐκείνην τοῦ ἐγχειρήματος . ἡ δὲ ὀργισθεῖσα τὴν μετὰ τοῦ Πηλέως συμβίωσιν
4720402 πορνειᾳ
πορνεύων καὶ γυμνούμενος τῆς βασιλείας οὐκ ἐξέρχεται , δουλωθεὶς τῇ πορνείᾳ , ὡς κἀγὼ γυμνωθείς . Ἔδωκα γὰρ τὴν ῥάβδον
κατηγορεῖσθαι αὐτοὺς , καὶ διαβάλλεσθαι καὶ συνοικεῖν , καὶ ὥσπερ πορνείᾳ χρῆσθαι τῷ βίῳ , συνοικοῦντας ἀλλήλοις , καὶ ὑπονοοῦντας
4713206 προστυγχανοντας
τῇ πεντηκονταετηρίδι αὐτοῖς : τοῖς Ἀθηναίοις . νεωτερίζοντας : ἀφισταμένους προστυγχάνοντας : ἐμποδίζοντας . ἑκάστῳ : πολέμῳ ἢ χωρίῳ ἢ
καὶ πρὸς τοὺς σφετέρους συμμάχους νεωτερίζοντας καὶ Πελοποννησίων τοὺς αἰεὶ προστυγχάνοντας ἐν ἑκάστωι . ἔγραψα δὲ αὐτὰ καὶ τὴν ἐκβολὴν
4707377 ἐκμελους
ἐλάττονα αὐτοῦ τὸν μέσον ἐν ἐπὶ λεʹ λόγῳ τιθέμενος , ἐκμελοῦς ἄντικρυς τοῦ τοιούτου πανταχῇ γινομένου , καθ ' ὃ
ὑπ ' οὐδενὸς ἐξηρίθμηνται . περὶ μὲν γὰρ ἐμμελοῦς ἢ ἐκμελοῦς ἁπλῶς οὐδένα λόγον πεποίηνται οἱ πρὸ ἡμῶν , τῶν
4706124 σοφισματος
, οὐδὲν διαφέρει , ἤγουν οὐ συμβάλλεται εἰς λύσιν τοῦ σοφίσματος : παρὰ γὰρ τὴν συλλογιστικὴν μέθοδόν ἐστι τὸ ἐπιχειρεῖν
λέγειν ναί : δοῦλος , καὶ ἔπαυσας τὴν ἀγωγὴν τοῦ σοφίσματος . ἀλλὰ κἂν εἴπῃ ἆρ ' ἀγαθόν ἐστι τὰ
4705292 ἐφυλαχθη
τὸ ο τῆς εὐθείας ἐν τῇ δοτικῇ , ἐπειδὴ εἰ ἐφυλάχθη τὸ ο τῆς εὐθείας ἐν τῇ δοτικῇ , οὐκ
ὅτι καὶ ἡ ἐγγενομένη θέσις τοῦ ὀνόματος οὐκ ἄλλως ἂν ἐφυλάχθη , εἰ μὴ μετὰ τὸ ὄνομα καὶ τὸ ῥῆμα
4703595 ἀποντας
πάσχειν δὲ κακῶς οὐκ ἀνέχονται . τούτους καὶ παρόντας καὶ ἀπόντας εὖ ποιεῖν : ὡς ὅστις ἄρχων ἐπαίνων ἐπιθυμεῖτὴν τούτων
ἀφ ' ὧν ἂν οἱ διδάσκαλοι αὐτοῦ σκιαμαχῶσι πρὸς ἡμᾶς ἀπόντας οἰέσθω κρατεῖν αὐτοὺς ἢ τὰ ἡμέτερα τοιαῦτα εἶναι ὡς
4699806 καταναγκασαντος
εἶτα καθελόντος τὰ τείχη καὶ τούτῳ τῷ τρόπῳ τοῦ ἀντικειμένου καταναγκάσαντος ἐνστῆναι γενναίως πρὸς τοὺς ἐχθροὺς καὶ τελείως αὐτοὺς ἀποτρέψασθαι
ἐπράχθη , ἀλλ ' ἐμμένειν ἐκελεύσθη οἷς ἅπαξ διέγνω μηδενὸς καταναγκάσαντος . “ Τρίτη ἐπὶ τούτοις ἀποδημία εἰς Αἴγυπτον παρὰ
4696565 δεηθεντες
κοινός τε ὑμῖν εἰμι , ἄν ποτέ τι πρὸς ἀλλήλους δεηθέντες φιλίας ἀγαθόν τι ποιεῖν βουληθῆτε : κακὰ δὲ ἕως
δ ' εἰδέναι χρὴ τοὺς αὐτοὺς τούτους , ὅτι πολλὰ δεηθέντες τῶν κατηγόρων ἡμᾶς μὲν οὐδαμῶς ἔπεισαν , τῆς δὲ
4695409 Ἐφαρμοστος
δὲ γέρας ὁ νικῶν κριθάς . τὸ ἐκ φύσεως : Ἐφάρμοστος γὰρ φυσικῇ ἀνδρίᾳ καὶ οὐ τέχνῃ μόνῃ τοὺς ἀγῶνας
συνίζησις . ταῖς ἐν Ἰσθμοῖ δοθείσαις αὐτῷ . . Ἐπειδὴ Ἐφάρμοστος καὶ Λαμπρόμαχος Ὀπούντιοι ὄντες φίλοι τε ἦσαν καὶ ἐν
4695370 συνεπεσεν
τῶν λόγων ἔλεγχος ἦν αὐτῷ φιλοτιμία . Γάμος δὲ αὐτῷ συνέπεσεν ἐξ Ἀσίας , τῆς Τραλλιανῶν πόλεως : Ἀμφίκλεια μὲν
γε τοῦ ἀνδρὸς καὶ τοιοῦτόν τι ἐς τὴν ἐμὴν ἱστορίαν συνέπεσεν , ὡς ἅπασα μὲν ἡ Ἑλλὰς ἰδεῖν αὐτὸν ηὔχοντο
4688608 προηγησεται
δὲ τέλειον τοῦ ἀτελοῦς τῇ φύσει πρότερον , δῆλον ὅτι προηγήσεται κατὰ φύσιν τὸ ἐνεργείᾳ τοῦ δυνάμει : μὴ γὰρ
καὶ τὰ [ δύο ] ὄντα δύο ὄντα ἐστί , προηγήσεται τοῦ τε ὄντος τὸ ἓν καὶ ὁ ἀριθμὸς τῶν
4688396 ἐκυρωσεν
ἄτοπον Λεπτίνην εὐθύνεσθαι , ἐφ ' οἷς ἔκρινέ τε καὶ ἐκύρωσεν ἡ πόλις ἡ τὸν νόμον δεξαμένη : καὶ ἕτερον
διαλεχθέντος τοῦ Λάκωνος μετέπεσε τὸ πλῆθος καὶ τὴν Διοκλέους γνώμην ἐκύρωσεν . διόπερ οἱ μὲν στρατηγοὶ παραχρῆμα ἀνῃρέθησαν καὶ οἱ
4686074 προυτιθει
, ἐπεὶ τῶν ἐψηφισμένων ἐπύθετο : ὁ δὲ Πομπήιος δίκας προυτίθει τῶν τε ἄλλων ἁμαρτημάτων καὶ μάλιστα δωροδοκίας καὶ δεκασμοῦ
θαμινὰ ἐξ ὀνόματος , καὶ τὴν οὐσίαν ἐς πρᾶσιν αὐτίκα προυτίθει πᾶσαν , ὅση κατὰ τὸν κλῆρον ἐγίγνετο αὐτοῦ ,
4684077 στρατηγικου
μεταφέρων εἰς τὸν μηδὲν ἐξαμαρτόντα . γενομένου δὲ ὁμολογουμένως αὐτοῦ στρατηγικοῦ μὲν κατὰ τὴν ἐπίνοιαν , δραστικοῦ δὲ καὶ τεθαρρηκότος
μεταφέρων εἰς τὸν μηδὲν ἐξαμαρτόντα . γενομένου δὲ ὁμολογουμένως αὐτοῦ στρατηγικοῦ μὲν κατὰ τὴν ἐπίνοιαν , δραστικοῦ δὲ καὶ τεθαρρηκότος
4678619 Μοτυη
καλεῖ , καὶ Ἡρωδιανὸς καὶ Ὦρος . . . : Μοτύη , πόλις Σικελίας , ἀπὸ Μοτύης γυναικὸς , μηνυσάσης
τὴν πορείαν ποιούμενος . οὐ μακρὰν γὰρ τοῦ λόφου τούτου Μοτύη πόλις ἦν ἄποικος Καρχηδονίων , ᾗ μάλιστα ἐχρῶντο κατὰ
4674822 νικηθειη
καὶ ταχέως παυόμενον ἐθεασάμην τὸν ὄγκον . εἰ δὲ καὶ νικηθείη ποτὲ τὰ φάρμακα πρὸς τοῦ πλήθους τοῦ πύου ,
ἀνάγκης , πύου τε γένεσις καὶ ἀπόστασις : εἰ δὲ νικηθείη τὰ σώματα πρὸς τοῦ ῥεύματος , εἰς τοσαύτην ἀφίξεται
4658528 Ἐπιζεφυριους
χάρις ἐστί . Τοῦτο δὲ λέγει διὰ τὸ ἐλευθερωθῆναι τοὺς Ἐπιζεφυρίους Λοκροὺς ὑπ ' αὐτοῦ πολεμίων ἐπιθέσεως καὶ νῦν τοῦτον
τῆς παροιμίας Μένανδρος ἐν Ἀνατιθεμένῃ . Λοκροὺς δέ φασι τοὺς Ἐπιζεφυρίους πόλεμον ἔχοντας πρὸς τοὺς πλησιοχώρους Κροτωνιάτας αἰτῆσαι συμμαχίαν τοὺς
4658474 ἐκολασατε
δικαστηρίῳ ὡς ἀσεβοῦντα καὶ θύοντα παρὰ τὰ πάτρια τὰς θυσίας ἐκολάσατε : καὶ ἄλλα τε κατηγορήθη αὐτοῦ καὶ ὅτι Σινώπῃ
πράττοντα καὶ λέγοντα μὴ τὰ ἄριστα τῷ δήμῳ , πάλιν ἐκολάσατε , τίς ὑπολείπεται σκῆψις ὑμῖν ἁρμόττουσα , ἂν νῦν
4656799 ἐπιλαμβανονται
τὸ καθόλου ἐστὶ τὸ αἴτιον . ἔτι πάλιν τοῦ ὁρισμοῦ ἐπιλαμβάνονται καί φασιν ὅτι κακῶς εἶπε τὸ κατὰ πλειόνων καὶ
δὲ καὶ ἄλλα συμβαίνουσι , μωραίνουσι καὶ μανίας οἱ ἄνδρες ἐπιλαμβάνονται . καὶ οἱ μεγάλα δὲ ἀγγεῖα πεπλεγμένα περὶ τὸν
4643511 συνεληλυθοτας
, μεταστῆναι κελεύσαντες ἐκ τῆς ἀγορᾶς τοὺς ἐπὶ τὴν ἐκκλησίαν συνεληλυθότας , ἔπειτ ' ἐκάλεσαν τοὺς ὑπηρέτας ἔχοντας ξίφη ,
ἐπιδείξειν ὑπισχνοῦμαι καὶ οὐκ ἐκ τῶν ἐλαχίστων ἢ φαυλοτάτων ἐθνῶν συνεληλυθότας . περὶ δὲ τῶν πράξεων , ἃς μετὰ τὸν
4637576 πλημμελησαντας
. . . . . ὧν καθεζομένων παραδώσειν αὐτῷ τοὺς πλημμελήσαντας : εἰ δὲ μή , τότε πορθητέον . Ἄλλως
καταστήσας , καὶ τῇ παρ ' ἑαυτῶν λύπῃ κολάσας τοὺς πλημμελήσαντας , αἰσθομένους ἐξ ὧν οὐκ ἀντέπαθον κακῶς οἷα ἠδίκησαν
4634373 κολακευοντας
ἢ τοῖς κολακεύουσιν : ὡς δὲ ἐχθρῶν χείρονας ἐκτρέπου τοὺς κολακεύοντας . χαλεπὸν πολλὰς ὁδοὺς ἅμα τοῦ βίου βαδίζειν .
ἀποθνῄσκοντας , πολεμοῦντας , ἑορτάζοντας , ἐμπορευομένους , γεωργοῦντας , κολακεύοντας , αὐθαδιζομένους , ὑποπτεύοντας , ἐπιβουλεύοντας , ἀποθανεῖν τινας
4634222 προσδοκωμενου
τέκνα καὶ γυναῖκας εἰς Συρακούσας ὑπεκθέσθαι διὰ τὸ μέγεθος τοῦ προσδοκωμένου κινδύνου : τῶν δὲ γυναικῶν ἐπὶ τοὺς κατὰ τὴν
ἐγέλασα καὶ τὸν παῖδα θαρρεῖν ἐκέλευσα , ὡς μηδενὸς αὐτῷ προσδοκωμένου δεινοῦ . Οὐκ ἀκριβῶς δέ οἱ τὰ οὖρα κέχρωστο
4628487 ἐλευθερουσθαι
ἡ ἰδία λαμπρότης τῆς ψυχῆς καὶ ἀνδρεία καὶ ἡ τῶν ἐλευθεροῦσθαι μελλόντων εὔνοια , τὸ δὲ τούτων ἁπάντων μεῖζον ἥ
φανεῖσθαι : τούς τε γὰρ ἄλλους Ἕλληνας εὐθὺς τοὺς μὲν ἐλευθεροῦσθαι , τοὺς δὲ φόβου ἀπολύεσθαι , καὶ αὐτοὶ δόξαντες
4625723 Πολεμαρχε
, ἔμοιγε δοκεῖ . Πλήν γ ' ἴσως , ὦ Πολέμαρχε , πρὸς τὸ χρῆσθαι ἀργυρίῳ , ὅταν δέῃ ἀργυρίου
ἀνήρτοῦτο μέντοι ὅτι ποτὲ λέγει , σὺ μέν , ὦ Πολέμαρχε , ἴσως γιγνώσκεις , ἐγὼ δὲ ἀγνοῶ : δῆλον
4621821 φονεις
' ἐζηλωκότες , τὴν δ ' ὠμότητα βάρβαροί τε καὶ φονεῖς , ἱλασκόμενοι τὰ θεῖα τοῖς ἀσεβήμασιν . Ἐπειτ '
ἐπιτιμᾷ , ὁποῖα λέγουσι τὸν Γέσκωνα ἐκεῖνον τοὺς τοῦ ἀδελφοῦ φονεῖς καὶ αὐτοῦ ἐκείνου ἐπιβούλους ἐργάσασθαι , ἐλαφρῷ ποδὶ ἐπὶ
4621385 ἐπιτιθεμενους
, τοῦτο δέ , ἂν συμβῇ τι πταῖσμα χαίροντας καὶ ἐπιτιθεμένους . οὐ γάρ ἐστιν οὐδεὶς ἀσθενὴς οὕτως οὐδὲ ἀδύνατος
ὑπὸ δὲ τῶν Σιμῶν ὀνομαζομένων Αἰθιόπων πολεμούμενοι διακινδυνεύουσι πρὸς τοὺς ἐπιτιθεμένους , ὅπλοις ἀμυντηρίοις χρώμενοι τοῖς τῶν ὀρύγων κέρασι :
4620260 ἐπιτρεψοντας
σχῆμα ἔχοντας καὶ παρεσκευασμένους οὕτως ὡς ἐπιπλήξοντας αὐτοῖς καὶ οὐκ ἐπιτρέψοντας ἁμαρτάνειν οὐδὲ ῥᾳθυμεῖν . εἰ γάρ τοι καὶ τοῖς
ἐὰν ἀγνωμονῶσί τι πρὸς ἡμᾶς , πολλοὺς ἔσεσθαι τοὺς οὐκ ἐπιτρέψοντας ἡγοῦμαι , μάλιστα δ ' οἷς νῦν χρῶνται τοὺς
4619005 σεμνοτερου
ἀντὶ τούτου προσήκει μέμφεσθαι διδάσκουσιν . εἰ δὲ δεῖ καὶ σεμνοτέρου μάρτυρος , σκόπει τί φησιν ὁ Θουκυδίδης ἐν τοῖς
τῇ πόλει φύεται τουτὶ τὸ κακὸν ὡς καὶ κατὰ τοῦ σεμνοτέρου : ἀλλ ' οἴονται τοῦ διαφόρου φύσει καταδουλωθέντος καὶ
4617688 πολεμαρχους
φέρε οὖν ἐπὶ τούτοις κρινώμεθα , ἐπειδὴ καὶ τοὺς ἄλλους πολεμάρχους ὁρᾷς καὶ τοὺς πατέρας αὐτῶν τὴν ἡσυχίαν ἄγοντας .
σωτηρίᾳ , ἢ θρηνήσω καὶ ἀποκλαύσομαι τοὺς τληπαθεῖς καὶ δυστυχεῖς πολεμάρχους , ἤγουν τὸν Ἐτεοκλέα καὶ τὸν Πολυνείκην ; φρονίμως
4613902 ἐλεουντες
ἔφαγεν ἀπὸ τοῦ ὤμου . οἱ δὲ θεοὶ οἱ ἄλλοι ἐλεοῦντες τὸν Τάνταλον , καὶ θαυμάσαντες ὅτι τοῦ παιδὸς αὐτοῦ
πονηρίας μισήσαντες ταυτησὶ τούς τε τεθνεῶτας ἅμα καὶ τὴν κόρην ἐλεοῦντες , τοὺς μὲν ὅτι κτήματος ἀπεστέρηνται τοιούτου , τὴν
4612687 ὀλιγωρουντες
- ραννίδι ἐπτηχότες : παίδων μὲν ἐπιθυμοῦντες , γενομένων δὲ ὀλιγωροῦντες : εὐχόμενοι μὲν τοῖς θεοῖς , ὡς δυναμένοις ἐπαρκεῖν
ἑαυτοῖς . ἂν οὕτω τοῖς πράγμασι χρῆσθε καὶ παύσησθ ' ὀλιγωροῦντες ἁπάντων , ἴσως ἄν , ἴσως καὶ νῦν ἔτι
4606956 φθειροντας
μόνον ἄλογον μνήμην . Ὅθεν ἐπειράθησαν βεβαιοτέρως ἀνεῖρξαι τοὺς προχείρως φθείροντας ἀλλήλους καὶ τὴν βοήθειαν ἀσθενεστέραν κατασκευάζοντας διὰ τὴν τοῦ
ὅταν ἐν τῇ γῇ ὁρῶσιν ἡμᾶς δῃοῦντάς τε καὶ τἀκείνων φθείροντας . πᾶσι γὰρ ἐν τοῖς ὄμμασι καὶ ἐν τῷ
4602908 μεταμελεια
τὴν προπετῆ ἐάν τε τὴν ἀσθενῆ ἔχῃ ἀκρασίαν . ἡ μεταμέλεια δὲ διὰ τὸ παρὰ προαίρεσιν πράττειν : διό φησιν
ἤθους καὶ τὸ εὐμετάβολον καὶ ἡ μικρολογία [ καὶ ἡ μεταμέλεια ] καὶ τὸ ἐπὶ μικροῖς λυπεῖσθαι [ καὶ ἥδεσθαι
4601577 τοὐναρ
' ὕπνον ὑπὸ λέοντος θνῄσκειν . Ὁ δὲ φοβηθεὶς μὴ τοὖναρ ἀληθεύσῃ , οἴκημα τερπνὸν αὐτῷ κατασκευάσας , ἐζωγράφησε τοὺς
] εἰρίων . δειλή , ἄστηθι . σύ τε μοι τοὖναρ ? [ ] ? ? , εἰ θέλεις ,
4599891 πενεστας
καὶ προσηγόρευσαν τοὺς καταδουλωθέντας οἱ μὲν εἵλωτας , οἱ δὲ πενέστας . Χῖοι δὲ βαρβάρους κέκτηνται τοὺς οἰκέτας καὶ τιμὴν
. πενέσται : Θεόπομπός φησι τοὺς δουλεύοντας : τῶν ἐλευθέρων πενέστας καλεῖσθαι παρὰ Θεσσαλοῖς ὡς παρὰ Λακεδαιμονίοις εἵλωτας . πολλοὶ
4595073 προαδικησαντας
. ἀπολογησάμενον δὲ περὶ τῶν πεπραγμένων καὶ διδάξαντα διότι τοὺς προαδικήσαντας ἠμύνατο , τιμωρίαν ἐλάττονα λαβὼν ὧν αὐτὸς πέπονθεν ,
διαφέρει . ἀμύνεσθαι μὲν γὰρ [ τὸ ] κολάζειν τοὺς προαδικήσαντας , ἀμύνειν δὲ βοηθεῖν . ἀτελὲς καὶ ἀτέλεστον διαφέρει
4594711 Εὐρυκλης
Εὐρυκλέα . παροιμία Εὐρυκλῆς ἐπὶ τῶν ἑαυτοῖς κακὰ μαντευομένων . Εὐρυκλῆς γὰρ ἐδόκει δαίμονά τινα ἐν τῇ γαστρὶ ἔχειν ,
ἑτέρων ἑαυτὸν ποιῶν κατάδηλον . φησὶν οὖν , ὅτι ὥσπερ Εὐρυκλῆς , οὕτως κἀγὼ ἐδίδουν ἑτέροις . τὴν Εὐρυκλέους μαντείαν
4591133 ἐτιμωρησασθε
| ] τι εἰργασμένων | [ ἐμὲ ] | [ ἐτιμωρήσασθε ] | [ ; τοιούτων ] | [ γάρ
ὅτι δῶρα καθ ' ὑμῶν ἐξηλέγχθησαν λαμβάνοντες , ἀλλ ' ἐτιμωρήσασθε , καὶ δικαίως , οἷς εἰ μὴ πάντ '
4590570 ὑπομενειτε
ὑμῶν παρέχοντες ἅπασι τοῖς δεομένοις ἀσφαλῆ καταφυγήν , ταύτης ἀπελαύνειν ὑπομενεῖτε τοὺς αὐθιγενεῖς , οἷς καὶ συνετράφητε καὶ συνεπαιδεύθητε καὶ
ὄντες , οἱ δὲ καὶ τινὲς αὐτῶν ἔτι ζῶντες , ὑπομενεῖτε τὸν μὲν εὐεργέτην τοῦ δήμου καὶ τὸν ἐκ Πειραιῶς
4588308 ἠκμαζον
πότερον ἦν ἀσφαλεστέρα καὶ καλλίων Ἀθηναίοις ἡ ἔξοδος , ἡνίκα ἤκμαζον μὲν τῇ μανίᾳ Φωκεῖς , ἐπολέμουν δὲ Φιλίππῳ ,
. . καὶ Ἡράκλειτος . . . καὶ Ἀναξαγόρας φυσικοὶ ἤκμαζον . Ἑλλάνικος ἱστορικὸς ἐγνωρίζετο . . . . :
4587822 δεησεται
ποτὲ διὰ νόσον ἢ τοιοῦτό τι δεήσεται , ἐπὶ μικρὸν δεήσεται . ἡδὺς γὰρ ὢν ὁ βίος αὐτοῦ , οὐδὲν
ποιεῖ , οὐ στενάζει , οὐκ ἐρημίας , οὐ πολυπληθείας δεήσεται : τὸ μέγιστον , ζήσει μήτε διώκων μήτε φεύγων
4585855 Συνηθες
. Τρόπον δὲ κατὰ τόνδε προεδόθη πόλις ὑπὸ πυλωροῦ . Σύνηθες ἐποιήσατο , ἐπεὶ μέλλοιεν αἱ πύλαι κλείεσθαι , ὑδρίον
. „ Ὑπηνέμια καλεῖται τὰ δίχα συνουσίας καὶ μίξεως . Σύνηθες δὲ λέγειν αὐτοῖς Ἀνεμίδιον . Πλάτων ἐν Θεαιτήτῳ :
4584967 ὑπηγον
συκοφαντίας ζῶντας καὶ τοῖς καλοῖς κἀγαθοῖς βαρεῖς ὄντας , συλλαμβάνοντες ὑπῆγον θανάτου : καὶ ἥ τε βουλὴ ἡδέως αὐτῶν κατεψηφίζετο
δὲ κακὰ ὑπὸ τὴν λοιπήν . καὶ ἐκάλουν ἐν ᾗ ὑπῆγον τὰ καλὰ ὡρισμένην , ἐν ᾗ δὲ τὰ κακὰ
4584057 βουληθειεν
εἰς ἀπειλήν τινα τοιάνδε κατέκλεισε τὸν λόγον , ὡς εἰ βουληθεῖεν αὐτῷ πείθεσθαι διὰ ταχέων προσαναγκάσων τοὺς ἐκκαύσαντας τὸ δεινὸν
ἰδεῖν , πολλοῖς δὲ καὶ οὐχ ὁρῶσιν ἀπέχρη τὸ ὁπότε βουληθεῖεν , εἶναι ἐλθοῦσιν ἰδεῖν . ἀποδότω τοίνυν ἡμῖν ὁ
4582931 ἐκκαλυψοντος
ἢ ἄδηλον . εἰ μὲν οὖν πρόδηλον , οὐδὲ τοῦ ἐκκαλύψοντος δεήσεται , ἀλλὰ συγκαταληφθήσεται αὐτῷ , καὶ οὐκ ἔσται
μὴ ἔχοντος ὃ ἐκκαλύψει , τοῦ δὲ μὴ χρῄζοντος τοῦ ἐκκαλύψοντος . τὰ δὲ αὐτὰ λεκτέον καὶ περὶ τῆς λειπομένης
4582246 σωθεντας
τί που πρὸς τὴν νομοφυλακίαν γίγνοιτο ἓν καίριον ἀκοῦσαι καὶ σωθέντας οἴκαδε , δόξαι , τούτοις αὐτοῖς διαβασανισθέντας , τοῦ
ἐφ ' ὑμᾶς αὐτοὺς ἅπασα μεταστήσεται . τὸ γὰρ ψήφῳ σωθέντας πολέμῳ καὶ ὅπλοις ἀντισῶσαι , τοῦτ ' ἐστὶ τὸ
4576498 βουλευματος
τουτὶ κακόν . Τί δαὶ σὺ δράσων ; Τίς ἰδέα βουλεύματος ; Τίς ἡπίνοιατίς ὁ κόθορνοςτῆς ὁδοῦ ; Γεωμετρῆσαι βούλομαι
Τήμενον ἀνελεῖν . Ἀγαῖος δὲ ὁ νεώτατος οὐ μετεῖχε τοῦ βουλεύματος . Καὶ οἱ μὲν τὸν ἄνθρωπον λουόμενον παρὰ τὸν
4576109 Λυκαονας
καὶ μεγάλας πόλεις οἰκοῦσιν , ἐπιστάμεθα δὲ Πισίδας ὡσαύτως , Λυκάονας δὲ καὶ αὐτοὶ εἴδομεν ὅτι ἐν τοῖς πεδίοις τὰ
ὁ αὐτὸς Ἁλισαρναῖος . Ἀλίφηρα , πόλις Ἀρκαδίας , ἀπὸ Λυκάονας παιδὸς Ἀλιφήρου . ὁ πολίτης Ἀλιφηρεύς . εὕρηται ἡ
4569102 συναντωντας
οὐ τοὺς σωματικῶς μόνον ἢ κατὰ διάμετρον ἢ τετράγωνον στάσιν συναντῶντας , ἀλλὰ καὶ τοὺς κατὰ τρίγωνον καὶ ἑξάγωνον σχηματισμόν
συνήθη , καὶ γνώριμον τοῦ φορτικὰ σκώπτοντος καὶ ψυχρὰ τοὺς συναντῶντας . . , . Ἀντισθένης δ ' ὁ Σωκρατικὸς
4568023 φυλετας
τὰ πρὸς γονεῖς πρὸς τέκνα , τὰ πρὸς φίλους συγγενεῖς φυλέτας . ἐχθροὶ γεγόνατε μήτε Ἅλυν διαβάντες , μήτε δεξάμενοί
καὶ μητρὸς ἔλαχε τῶν καθ ' ἑαυτοὺς ἀρίστων , οὓς φυλέτας ὄντας ἡ ὁμοφροσύνη μᾶλλον ᾠκείωσεν ἢ τὸ γένος .
4565637 ἐνσπονδος
ἐνεγράφησαν ταῖς σπονδαῖς . ἔνσπονδοι : φίλοι . κυρίως δὲ ἔνσπονδος ὁ ἀπὸ πολέμου . αʹ δημηγορία Κερκυραίων πρὸς Ἀθηναίους
ἀπὸ οἴνου σπονδή , σπεῖσαι ἀποσπεῖσαι ἐπισπεῖσαι , ἀπόσπονδος ἄσπονδος ἔνσπονδος ὁμόσπονδος ἡμίσπονδος ἐνσπονδότατος ἀσπονδότατος , σπονδῶν καὶ κρατήρων μετασχών
4564855 ἀναξιους
εἰ γὰρ ἄτοπον ἀνδρείᾳ τοὺς πολεμίους καὶ κινδύνοις ἐλέγξαντα παριδεῖν ἀναξίους ὀφθῆναι τοῦ κατορθώματος : ὃ παθεῖν οὗτοι βιάζονται τὴν
μέγιστόν ἐστι κακόν , ἀλλ ' ὅταν τις πρὸς ἀνταγωνιστὰς ἀναξίους αὑτοῦ διακινδυνεύων ἀποτύχῃ , διπλασίαν εἰκὸς εἶναι τὴν συμφοράν

Back