, εἶτα μεῖναι ἐν ἡμῖν , εἶα ἀφ ' ἡμῶν ἀλλαχόσε ἀπελθεῖν , εἴπερ ἓν καὶ τὸ αὐτὸ πρόσωπον μέλλει
πόλεις συνεχεῖ λιμῷ πιεσθεῖσαι κεναὶ τῶν οἰκητόρων ἦσαν , ἄλλων ἀλλαχόσε σκιδναμένων κατὰ ζήτησιν τροφῆς καὶ πορισμὸν τῶν ἀναγκαίων .
5276396 γυναια
τῶν ἀλκῇ διαφερόντων θηρίων παρέχεσθαι τὴν θηλὴν καὶ διατρέφειν , γύναια δέ τινα περὶ τὸν τόπον ποιμαίνοντα κατιδεῖν τὸ γινόμενον
' ὃν οὐχ ἑάλωσαν ἄνδρες , μειράκια , παῖδες , γύναια , βρέφη , πρεσβύται ; τῆς γὰρ ἐν τῇ
5240207 ἀλση
, φυτουργήματα ἀμπελουργία ἀμπελουργήματα , κηπεύματα κῆποι , παράδεισοι , ἄλση . καὶ γεωργικοί , φυτουργικοί , ἀμπελουργικοί , κηπουρικοί
Ἀτλαντίδας καὶ τὴν Δαρδάνου γένεσιν . ἐνταῦθα δὲ καὶ τὰ ἄλση τό τε Ἰωναῖον καὶ τὸ Εὐρυκύδειον . . .
5226121 σκυτα
, θεοπρόπε ; τὰ σχήματ ' εὐθὺς εἰσιδὼν καὶ τὰ σκύτα . παχεῖα γαστὴρ λεπτὸν οὐ τίκτει νόον . μὴ
. . . ἢ παίσει τυ βάκτρωι καλίνωι κὰτ τὰ σκύτα Φρὺξ ἀνήρ . . Ἐπίχαρμος Τιτύρου ἢ Χιμάρου καὶ
5205536 ληϊα
γῆν χρυσῆν , καὶ τὰ δένδρα χρυσᾶ , καὶ τὰ λήϊα , καὶ τοὺς λειμῶνας , καὶ τὰ ἐν αὐτοῖς
ὡς ἀπαλοῖ δι ' αὐχένος . Λειμών . ἐστὶν ὅπου λήϊα καταβόσκεται . Λιρός . ὁ ἀναιδής . παρὰ τὸ
5111582 θρεμματα
, οἱ δὲ ἐκείνων ἐργάται τὰ τῶν πελαγῶν ἡμῖν σαγηνεύουσι θρέμματα , καὶ σωροὶ παρ ' ἡμέραν πάσης ἰδέας ἰχθύων
Τοιαῦτα μέν ἐστιν ὑμῖν , ὦ θεοί , ταῦτα τὰ θρέμματα . οἱ δὲ δὴ Ἐπικούρειοι αὐτῶν λεγόμενοι μάλα δὴ
5102543 ὀχηματα
σημαινόντων γυναῖκα . εἰ δὲ πρὸς ἀποδημίαν γένοιτο , οὐχὶ ὀχήματα ὄψεται οὐδὲ ναῦς οὐδὲ στρωματοδέσμους οὐδὲ σκεύη συνειλεγμένα ἢ
, πορευόμενος , ὅθεν καὶ πορεία , καὶ πορεῖα τὰ ὀχήματα . προάγει , προάγων , ὑπάγει , ὑπάγων :
5099815 ἐξηπτε
ἰδίων ἐποιεῖτο καὶ μηχανὰς ποικίλας συνεπήγνυτο πυρφόρα τε ἀγγεῖα σιδήρεα ἐξῆπτε κοντῶν μακρῶν , αἰωρεῖσθαι τὸ πῦρ ἐς τὸ πέλαγος
ἀλλὰ καὶ τοὺς πλησίον καὶ αὐτοὺς ὁμοίως καὶ τὰ ὅπλα ἐξῆπτε . τά τε τῶν ἡρώων τηνικαῦτά σφισιν ἐφάνη φάσματα
5068894 ἐλυμαινοντο
εἰς τὰ ποίμνια . καὶ Πολύτεχνον μὲν αἱ μυῖαι προσίζουσαι ἐλυμαίνοντο , Ἀηδὼν δὲ οἰκτείρασα πρὸς τὴν παλαιὰν φιλίαν ἀπεῖργεν
καὶ λαγωοὺς οὐκ ἔχοντες , ἐπηγάγοντο : οἳ πολλοὶ γενόμενοι ἐλυμαίνοντο τοὺς καρπούς . Ὁ καλῶς ἄγων ἐμποιεῖ τὸ καλῶς
5019260 δοκηθεντ
, πολλὰ δ ' ἀέλπτως κραίνουσι θεοί , καὶ τὰ δοκηθέντ ' οὐκ ἐτελέσθη : ἀπροσδόκητα γὰρ ὡς ἀληθῶς ἀπέβη
, πολλὰ δ ' ἀέλπτως κραίνουσι θεοί : καὶ τὰ δοκηθέντ ' οὐκ ἐτελέσθη , τῶν δ ' ἀδοκήτων πόρον
5014639 κατεσκευαζον
ἐθαυμάζετο παρὰ τοῖς ἀνθρώποις : οἱ γὰρ πρὸ τούτου τεχνῖται κατεσκεύαζον τὰ ἀγάλματα τοῖς μὲν ὄμμασι μεμυκότα , τὰς δὲ
. Πύργους δ ' ἐπὶ τούτῳ ξύλου ἰσομετρήτους τῷ τείχει κατεσκεύαζον καὶ ἐκίνουν ὑποτρόχους ὡς ἐγγὺς ἵστασθαι . Προεβέβληντο δὲ
4973600 κρατυνων
ἀναφορὰν ὅ τε τὸ ψεῦδος ἐλέγχων καὶ ὁ τὴν ἀλήθειαν κρατύνων : οὐ μὴν καὶ καθάπαξ ἕν εἰσιν , ἀλλ
τάδε χειρόδεικτα πᾶσιν ἁρμόσει βροτοῖς . Ἀλλ ' , ὦ κρατύνων , εἴπερ ὄρθ ' ἀκούεις , Ζεῦ , πάντ
4962704 μυριαν
φωνὴν αὐλῶν ἠκούομεν κυμβάλων τε καὶ τυμπάνων πάταγον καὶ κραυγὴν μυρίαν . Φόβος οὖν ἔλαβεν ἡμᾶς , καὶ οἱ μάντεις
εἶμι δ ' ἐς πόλιν τὴν σήν , χάριν τε μυρίαν δώρων ἔχω . ἀτὰρ πόνων δὴ μυρίων ἐγευσάμην ,
4959869 ὠνια
καπήλων , ἑταιρῶν τε καὶ βαναύσων : ὥστε τά τε ὤνια τοὺς ἔχοντας πλείστης ἀποδίδοσθαι τιμῆς καὶ μηδὲν ἀργὸν εἶναι
. πρὸς τοὺς ἀγορανόμους : τοὺς ἐπισκοποῦντας τὰ τῆς πόλεως ὤνια καὶ διοικοῦντας αὐτά , ὡς ἐν Ἀχαρνεῦσιν . βλάβης
4954069 ὀρνιθιας
τὸ ὄνομα : τινὲς γὰρ οὐ νότους αὐτοὺς ἀλλ ' ὀρνιθίας προσαγορεύουσι , τῶν ἀμφιβίων ὀρνίθων τότε μάλιστα φαινομένων κατὰ
. Χάρητος ὑποσχέσεις : ἐπὶ τῶν εὐχείρως ἐπαγγελλομένων . Χειμὼν ὀρνιθίας : ἤγουν σφοδρός , ἐν ᾧ τὰ ὄρνεα φθείρεται
4948493 ἀγειρων
καὶ τὰ τῶν φίλων πολλῶν οὐκ ὀλίγα προσέθηκε πάντα πανταχόθεν ἀγείρων θηρία τε καὶ τοὺς πρὸς ταῦτα μαχομένους . καὶ
σπανίζων , τῶν ἐφημέρων ἀπορῶν , πτωχός , πτωχεύων , ἀγείρων , προσαιτῶν , μισθωτός , μισθαρνῶν , πελάτης ,
4928853 πολεμειται
τριήρεις , ἐκπέμπονται δὲ οἱ στόλοι , τέμνεται γῆ , πολεμεῖται θάλαττα , Αἴγινα ἀνίσταται , Δεκέλεια τειχίζεται , Μῆλος
διαφέρει Ἀλέξανδρος ὁ βασιλεύς ; οὐδ ' ὅσον ἔφην : πολεμεῖται γὰρ τῶν ἐμῶν οὐδέν , οὐδὲ καθαρπάζεται , καθάπερ
4893585 ἐπωφελη
καὶ ἄριστα καὶ βουλεύσῃ καὶ δράσεις σαυτῷ καὶ ἡμῖν πᾶσιν ἐπωφελῆ εἰρηνικήν τε ἕξεις τοῦ λοιποῦ καὶ ἀκίνδυνον τὴν λαχοῦσαν
ἀχρήσιμα ταῦτα καὶ ἀνωφελῆ : τὰ δὲ συνεστῶτα χρειώδη καὶ ἐπωφελῆ : λέγομεν οὖν πᾶν τὸ μὴ ὂν φύσει πρῶτόν
4892201 θεατρα
θεοὶ δικαζόμενοι . τίς δὲ γένωμαι τὰ τῶν λόγων προσβλέψας θέατρα ; ἅ μοι κατ ' οἶκον αὐτὸς ἐκάθιζες ,
σκηνικοὺς τιθέντες , πρὶν συναγαγεῖν τοὺς θεατὰς εἴς τε τὰ θέατρα καὶ τὰ στάδια , εὐτρεπίζουσιν ἀγωνιστῶν καὶ θεαμάτων καὶ
4889589 ἱεντων
τὸ σκάφος , ἀλλὰ μυρίων μὲν ἡνιόχων φωνάς τε ἀλλοκότους ἱέντων , δι ' ὧν τὰ ζεύγη ἐποτρύνουσι , καὶ
: ἀντὶ τοῦ : οὐκ ἔχω δράκοντας ἰοβόλους . ἰὸν ἱέντων : ἀντὶ τοῦ ἰοβόλων . σοί , Τριπάτωρ :
4887558 ῥοθια
ποιητὴς τῷ ῥοθίοισι προσέθηκε τὸ οὐτιδανοῖς : ἐπειδὴ γὰρ τὰ ῥόθια καὶ τὰ τῆς θαλάσσης ὑγρὰ κέλευθα ἐπωφελῆ πᾶσι τυγχάνουσι
Ὀρφῆος κιθάρῃ πέπληγον ἐρετμοῖς πόντου λάβρον ὕδωρ , ἐπὶ δὲ ῥόθια κλύζοντο : ἀφρῷ δ ' ἔνθα καὶ ἔνθα κελαινὴ
4812383 κατεπρησεν
ἐστράτευεν . ὡς δὲ καὶ Νουκερίας τὰ ἐν κύκλῳ πάντα κατέπρησεν , αἱ πλησίον αὐτῷ πόλεις καταπλαγεῖσαι προσετίθεντο στρατιάν τε
, ὁ δὲ νύκτωρ πνεῦμα ἐπίφορον παραφυλάξας τὰ νεώρια Ῥοδίων κατέπρησεν . τρισκαίδεκα νεώσοικοι διεφθάρησαν καὶ ὅσαι τριήρεις ἐν αὐτοῖς
4807830 ἰκτινων
, ἣν ἀποτέμνειν τοῖς ἱέραξιν ἔθος ὑπὲρ ἰάσεως . Τῶν ἰκτίνων δ ' οὐδὲν ἄν τις ἀναιδέστερον εἴποι : ὁρμῶσι
τοῖς θαυμασίοις , ἐν τῷ ἀγῶνι τῶν Ὀλυμπίων πολλῶν ἐπιπολαζόντων ἰκτίνων ἐν τῇ πανηγύρει καὶ διασυρόντων τὰ διαφερόμενα κρέα ,
4796159 ἐνεπρησε
Γάιος Κοσκώνιος , ἕτερος Ῥωμαίων στρατηγός , ἐπελθὼν Σαλαπίαν τε ἐνέπρησε καὶ Κάννας παρέλαβε , καὶ Κανύσιον περικαθήμενος Σαυνίταις ἐπελθοῦσιν
καταλέγων τὰς πόλεις , ὅσας βασιλεὺς Ξέρξης τῶν ἐν Φωκεῦσιν ἐνέπρησε , καὶ Παραποταμίους κατείλοχεν ἐν αὐταῖς πόλιν . οὐ
4787304 βουνων
. , τοῦ βαρέως ἠχοῦντος . ὀρέων ] ὀρῶν ἤγουν βουνῶν . . κορυφὰς ] ἐξοχάς , κεφαλάς . .
τῶν ὀρῶν καὶ τὰς εἰθισμένας αὐτῷ καταφυγὰς καὶ διατριβὰς τῶν βουνῶν οὐδὲ θέαν ὅλως ὑπομείνας ὥσπερ Γοργόνος τῆς στρατιᾶς .
4777356 λαφυρα
κριτὴς αἱρεθεὶς καὶ χαριζόμενος αὐτῇ τὸν Διομήδην ἔκρινε λαβεῖν τὰ λάφυρα καὶ μὴ τὴν γῆν ὅθεν κατηράσατο ὁ ἥρως μήποτε
; πόσους ἄγων ἧκες ἡμῖν αἰχμαλώτους ; ποῦ σοι τὰ λάφυρα ; ποῦ σοι τὸ τρόπαιον ἕστηκεν ; οὐδέν ,
4769922 ἀνδρωνας
κελεύθου τυγχάνειν † τὰ πρόσφορα . ἄγ ' αὐτὸν εἰς ἀνδρῶνας εὐξένους δόμων , ὀπισθόπους τε τούσδε καὶ ξυνεμπόρους :
ἄγαλμα . προσεννέπειν ] προσλαλῆσαι . σημείωσαι . κατ ' ἀνδρῶνας ] ἤτοι τοὺς οἴκους . εὐτραπέζους ] ἤγουν ἐν
4769760 ὑφηψε
τῶν Αἰκανῶν καὶ ἵππους καὶ τἆλλα ὑποζύγια κατέκοψεν : ἔπειτα ὑφῆψε τὰς σκηνὰς ὅπλων τε καὶ σίτου καὶ ἐσθῆτος καὶ
' ὃ μισήσειαν Αἰγίσθου λέχος οἱ νέρτεροι θεοί , ἕως ὑφῆψε δῶμ ' ἀνηφαίστωι πυρί . Μενέλαε , σοὶ δὲ
4756524 μηνυουσι
τύχῃ δὲ Κρόνος καὶ Ζεὺς καὶ Σελήνη ὡροσκοποῦντες ἀργύρια βεβαστάχθαι μηνύουσι καὶ εὑρεθήσεσθαι τὸν φυγόντα : οἱ ἀγαθοποιοὶ ὡροσκοποῦντες σὺν
ἐναντίου εἰς τὸ ἐναντίον συνωθοῦσαι τὸν περὶ τὰς ἡδονὰς σφαλλόμενον μηνύουσι τὸ περὶ τὰς ἡδονὰς καὶ λύπας τῶν ἀρετῶν κατεργαστικόν
4756379 δημοσιαι
καὶ ἄλλοτε δημοσίαι ἀφίκετο , ἀτὰρ τὰ τελευταῖα ἔναγχος ἀφικόμενος δημοσίαι ἐκ Κέω λέγων τ ' ἐν τῆι βουλῆι πάνυ
τὸν αὑτοῦ ξενοδόχον Ἄγχιτον [ . ] , ἐπεὶ δικάσας δημοσίαι τὸν τοῦ νεανίου πατέρα ἐθανάτωσε , καὶ ἀίξαντος ,
4745783 λοχμαις
φυγὴν ἔκλινεν . Ὅσοι μὲν οὖν ταῖς φάραγξι καὶ ταῖς λόχμαις εἰσέδυσαν διεσώθησαν , τῶν δὲ λοιπῶν οἱ μὲν ἔπεσον
ὁ πυθμήν . ἡ δὲ παροιμία παρὰ Σωκράτει . Ἀργυρέαις λόχμαις μάχου καὶ πάντα νικήσεις : ἐπὶ τῶν δώροις πείθειν
4736541 ὑφασματων
ἔσφιγγεν , ἐπὶ τὸ νῶτον φέρουσα τὰ τελευταῖα καταβλήματα τῶν ὑφασμάτων . Γινομένων δὲ τῶν Δημητρίων Ἀθήνησιν , ἐγράφετο ἐπὶ
τεχνιτῶν , ἔν τε ζωγραφήμασι , καὶ ἀνδριάσι , καὶ ὑφασμάτων ποικιλίαις , ἐν Ἑλλάδι καὶ βαρβάρῳ κατὰ πόλιν ἑκάστην
4724143 θαυματα
Τὸ ἦ θαῦμα τὰ πολλὰ γράφεται καὶ οὕτως : ἦ θαυματὰ πολλά , ἀντὶ τοῦ ὄντως θαυμαστὰ καὶ ἄξια θαύματος
ὀδόντων ἀπετελεῖτο κτύπος ὁπότε ἐμάχετο Ἡρακλῆς μετά τινος . Τάδε θαυματὰ καὶ θαυμαστὰ ἔργα δαίετο , ἤγουν μεμερισμένα ἦσαν ,
4715102 θηραταις
σοφίᾳ τινὶ ἀπορρήτῳ καὶ φύσει ὄψεως ὀξυωπεστάτῃ λέγει μὲν τοῖς θηραταῖς ὁπόθεν ἀφικνοῦνται : εἰ δέοι γε μὴν πρὸς τὴν
εἰσέρχεται οὐ βαδίζουσα , ἀλλ ' ὑπτία , ἀφανίζουσα τοῖς θηραταῖς τὰ ἴχνη : ἑαυτὴν γὰρ ἐπισύρει κατὰ νώτου .
4658608 χειροποιητα
τἄλλ ' ὅσα τοιαῦτα . καὶ ταῦτα μέν ἐστιν ἅπαντα χειροποίητα καὶ δαπάνης προσδεῖται : ἓν δέ τι κοινὸν ἡ
παραπέμπεται , δι ' ἀνεπιστημοσύνης ἐργασόμενος ἐν εὐδίᾳ καὶ γαλήνῃ χειροποίητα ναυάγια , ἀλλ ' ὅστις ἂν ἐκ πρώτης ἡλικίας
4650189 κλιμαξι
” παίζων καὶ σπουδάζων . ἀντὶ τοῦ παντὶ τρόπῳ . κλίμαξί τισιν . ἐπιβάθρα γάρ εἰσι τὰ μαθήματα καὶ θριγγίῳ
διισχυρίζομαι παίζων τε καὶ σπουδάζων . δῆλον γάρ , ὅτι κλίμαξί τισι καὶ γεφύραις ἔοικε ταῦτα τὰ μαθήματα διαβιβάζοντα τὴν
4649326 πεδια
εὐερκής ἐστιν , ὥσπερ τείχους ἀνεστηκότος . ἐὰν δὲ τὰ πεδία προβαλλομένη ἐν τοῖς σκληροῖς φαίνηται ἱδρυμένη , ὅτι ἥμερός
ὑπὸ τῆς δασύτητος τῶν χωρῶν : πολλὰ δὲ κατὰ τὰ πεδία χαλεπώτερα τῶν ἰοβόλων ζώων ἡ Αἴγυπτος φέρει : ἐπειδὰν
4641747 πεζας
σαγῆναι : ἄλλα δὲ κικλήσκουσι καλύμματα , σὺν δὲ σαγήναις πέζας καὶ σφαιρῶνας ὁμοῦ σκολιόν τε πάναγρον : μυρία δ
: οἱ δὲ πεζοφόροι χιτῶνες ἢ οἱ ποδήρεις ἢ οἱ πέζας ἔχοντες . : . . . τὸ δὲ ζῶμα
4635496 καιριους
καὶ ἀναγκαιότατα τῶν εἰς καρποφορίαν καὶ εὐγονίαν ἡ φύσις , καιρίους ὑετούς , ἀέρος εὐκρασίας , τὰς τιθηνοὺς τῶν φυομένων
πατρὸς ὁ Ἀλέξανδρος [ ] . δέκα γάρ που λαβὼν καιρίους πληγὰς ἄπηρος [ διέμεινε ] , Φιλίππωι [ ]
4633432 Λαιστρυγονες
παλαίτατοι μὲν λέγονται ἐν μέρει τινὶ τῆς χώρας Κύκλωπες καὶ Λαιστρυγόνες οἰκῆσαι , ὧν ἐγὼ οὔτε γένος ἔχω εἰπεῖν οὔτε
: ἐν Ὀδυσσείᾳ δὲ ἔγραψε μὲν ὡς ταῖς Ὀδυσσέως ναυσὶ Λαιστρυγόνες ἐπέλθοιεν γίγασι καὶ οὐκ ἀνδράσιν εἰκασμένοι , ἐποίησε δὲ
4627551 καταπεμπει
αὐτὸν Ἀλέξανδρος , καὶ χάριν προσωμολόγει εἰδέναι . οὕτω δὴ καταπέμπει αὐτόν , στρατιὴν δοὺς ἐς παραπομπὴν ὡς διὰ φιλίας
, ὡς Τιρίβαζος ἄνω παρ ' αὐτῷ ἦν , Στρούθαν καταπέμπει ἐπιμελησόμενον τῶν κατὰ θάλατταν . ὁ μέντοι Στρούθας ἰσχυρῶς
4616979 νεανιευεται
τὰς ἐπαύλεις εἰσβαίνειν . Τοιαῦτα κατὰ τῶν ἰχθύων ὁ ἔρως νεανιεύεται . Τοῖς ἱππούροις δὲ φίλη μέν ἐστι τροφὴ τὰ
λύκοι τε οὗτοι καὶ ἄρνες ἀναμίξ , ᾗ τεθηπότες . νεανιεύεται δέ τι καὶ μεῖζον ὁ ζωγράφος δένδρα γὰρ ἀνασπάσας
4611938 ἐδοκιμαζεν
ἐκεῖνον , ἐχωριζόμεθα κατὰ τὰς αἱρέσεις , ἃς ἕκαστος ἡμῶν ἐδοκίμαζεν . ἐγὼ μὲν οὖν ἀεί ποτε καὶ τῇ φύσει
. ἀντὶ τοῦ ἔκρινεν ἐτάσεως εἶναι ἀξίους . . . ἐδοκίμαζεν . ἐπαφρόδιτος : ἐπίχαρις , ἡδύς . Ἀππιανός :
4606860 ἐπικουρουντα
καὶ τῇ ἰσχύι χρώμενος ἐπὶ ταῦτά τε καὶ τὰ τούτοις ἐπικουροῦντα , οὕτω μὲν ἂν σῴζοιτο ὁ τοιοῦτος , ἄλλως
καὶ τῆι ἰσχύι χρώμενος ἐπὶ ταῦτά τε καὶ τὰ τούτοις ἐπικουροῦντα , οὕτω μὲν ἂν σώιζοιτο ὁ τοιοῦτος , ἄλλως
4605145 ἐπιμαινεσθαι
Τὸ ἔλαιον μανίας φάρμακον ἔλεγε διὰ τὸ ἀλειφομένους τοὺς ἀθλητὰς ἐπιμαίνεσθαι ἀλλήλοις . “ πῶς , ” ἔλεγεν , “
ταῦτα μόνον κατὰ τῶν ἰχθύων ὁ ἔρως νεανιεύεται ἀλλήλοις αὐτοὺς ἐπιμαίνεσθαι βιαζόμενος , ἀλλ ' ἤδη καὶ ξένους αὐτοῖς πόθους
4594368 θεομαχειν
ταῦτα δαιμόνιά τε εἶναι καὶ πρόσω ἀνθρώπου , καὶ ὥσπερ θεομαχεῖν φυλαττόμενος , „ χώρει ” , ἔφη ” οἷ
τὰ δένδρα . ἐπειδὰν μέντοι γνῷ τις , οὐκέτι συμφέρει θεομαχεῖν . οὐ γὰρ ἄν , ὅτου δέοιτο αὐτός ,
4571359 τυχηρα
τοῖς δ ' οὐθὲν τῶν γινομένων θεοῦ ἔργον , ἀλλὰ τυχηρὰ καὶ ταῦτα καὶ τἆλλα πάντα ἀνθρώπεια εἶναι πάθη .
δὲ τεχνικὴ ὡς ἡ διδασκάλου πρὸς μαθητήν , ἡ δὲ τυχηρὰ ὡς ἡ δεσπότου πρὸς δοῦλον . ἀλλ ' ἐπειδὴ
4569803 παρασκευαζων
τὰς βροντὰς οἶδ ' ὅτι δείσεις , καὶ γαλήνην σαυτῷ παρασκευάζων ἀνθ ' ἁπάντων ἀξιώσεις γενέσθαι Μικκάλῳ . Νῦν ἔδει
ἀσεβήματα γίγνηται ἐν τοῖς ἱεροῖς , ἱκανὸν φόβον ταῖς γυναιξὶ παρασκευάζων τοῦ σωφρονεῖν καὶ μηδὲν ἁμαρτάνειν , ἀλλὰ δικαίως οἰκουρεῖν
4567271 λῃστρικα
ἀνδρείας , ᾗ χρώμενος ὁ Ἀπολλώνιος διεπορεύθη βάρβαρα ἔθνη καὶ λῃστρικά , οὐδ ' ὑπὸ Ῥωμαίοις πω ὄντα , τῆς
ἀνδρείας , ᾗ χρώμενος ὁ Ἀπολλώνιος διεπορεύθη βάρβαρα ἔθνη καὶ λῃστρικά , οὐδ ' ὑπὸ Ῥωμαίοις πω ὄντα , τῆς
4566247 κτηνη
ἐν τῇ Γαδαρίδι ὕδωρ μοχθηρὸν λιμναῖον , οὗ τὰ γευσάμενα κτήνη τρίχας καὶ ὁπλὰς καὶ κέρατα ἀποβάλλει . ἐν δὲ
σύ , ποτήρια ἀργυρᾶ οὐχ ἕξω ὡς οὐδὲ σύ , κτήνη καλὰ ὡς οὐδὲ σύ . πρὸς ταῦτα ἴσως ἀρκεῖ
4556138 Σαμαρειτιν
καὶ πίστιν , ἣν αὐτῶι παρέσχον οἱ Ἰουδαῖοι , τὴν Σαμαρεῖτιν χώραν προσέθηκεν ἔχειν αὐτοῖς ἀφορολόγητον . ὅμοια δὲ Ἀλεξάνδρωι
μοι ἐπιτέτακται . Γέγραφα δὲ καὶ εἰς τὴν Γαλιλαίαν καὶ Σαμαρεῖτιν καὶ Μωαβῖτιν καὶ Ἀμμανῖτιν καὶ Γαλαδῖτιν χορηγεῖσθαι αὐτοῖς τὰ
4548053 προφυλαξασθαι
, τῶν φανερῶν χαλεπώτερα : οὐκ ἐνῆν προϊδέσθαι ταῦτα καὶ προφυλάξασθαι : οὐκ ἐνῆν ἐκκλῖναι βαλλόμενον : ὁ μὲν οὖν
τὰ πρὸς φιλίαν βέβαιος δεινός τε ὑπαισθέσθαι τὸ μέλλον καὶ προφυλάξασθαι στρατηγῆσαί τε κατ ' ἐχθρῶν δοκιμώτατος , εὐθὺς γράμμασι
4543678 ἀνιχνευοντες
ἀλλ ' οἱ ἀεὶ προσκαθήμενοι καὶ τὰ κινήματα τῆς φύσεως ἀνιχνεύοντες . εἰ δὲ καὶ τὰ ἀπὸ τοῦ τεχνικοῦ στοχασμοῦ
συλῶσι πικρότατά γε ἐκεῖνοι σὺν τῷ θυμῷ καὶ ἀνορύττοντες καὶ ἀνιχνεύοντες . . . , : [ Ἔδεκτο τὸν αἰπόλον
4520545 ἀβατους
τῷ Αἰτναίῳ Διὶ καθιδρυμένους βωμούς , θυσιάσαντες καὶ περιφράγματα ποιήσαντες ἀβάτους ἀπεδείκνυον τοὺς τόπους πλὴν τοῖς ἔχουσι καθ ' ἕκαστον
ἡνίκα δ ' ἐσθίειν , πάσας ἀγέλας ἠφάνιζεν : οὗτος ἀβάτους μὲν ἐποίει Δελφοὺς τοῖς ἅπασιν , ᾤκει δὲ τὸν
4517892 φοβητρα
ὕστερον χαλεποῖς ἐφάνη τὰ πρῶτα παιδικὰ καὶ νηπίων ὡς ἀληθῶς φόβητρα : στρατεῖαί τε γὰρ καὶ τραύματα καὶ συνεχεῖς ἀγῶνες
ὀμφαλὸς γῆς δάφνηι καταστεφόμενος τὰ κοινὰ πάντων [ ] ἀνθρώπων φόβητρα ? ? καὶ τῆς ὑμετέρας ἐργασεδατα ! ! [
4513239 θηρια
τὸ πυριατήριον . ἐγχώριος ἀνήρ , ἐγχώριον πρᾶγμα ἀριστητικός ἥσθημα θηρία καπνοδόκην καυχήσεται καὶ γένηται τοῖσδε σάμερον κοπίς . τὰ
ἐγώ . Τοὺς μεγίστους , ἔφη , καὶ τὰ μέγιστα θηρία , ἃ πρότερον αὐτὸν κατήσθιε καὶ ἐκόλαζε καὶ ἐποίει
4508350 ἐπωνυμα
τῶιδέ τ ' ἀμείβει † θανάτους θανάτων τά τ ' ἐπώνυμα δεῖπνα Θυέστου λέκτρα τε Κρήσσας Ἀερόπας δολίας δολίοισι γάμοις
καὶ Ἑρκούλειοι , ὀνόματα τάξεων . τάγματα γάρ τινα δαίμονος ἐπώνυμα . Ἰόβις γὰρ παρὰ Ἰταλοῖς ὁ Ζεύς , Ἑρκούλιος
4508301 ἠκουετε
? ? [ οὐκ ] ἂν προθύμως ἡδέως τ ' ἠκούετε [ ] , εἰ μὴ τὸν ἄνδρα [ τουτονὶ
; τὸν μὲν οὖν Ἑλλήσποντον οἷον εὑρὼν οἷον ἔδειξεν , ἠκούετε : τὰ δ ' ὑμέτερα ταχέως τις ἄλλος ᾄσεται
4508020 ἐρημα
τὸ νέφος : αἱ μὲν ἀγχιστῖναι : τὰ δ ' ἐρῆμα φοβεῖται . ἐννῆμαρ μέν : τῇ δεκάτῃ δέ .
προσαμύνει , ἀλλὰ κατὰ σταθμοὺς δύεται : τὰ δ ' ἐρῆμα φοβεῖται : αἱ μέν τ ' ἀγχιστῖναι ἐπ '
4505326 παρετηρει
καὶ χειμῶνος ἥξουσιν εἰς τὸν γάμον . Ταῦτα φημίσας , παρετήρει τὸν χρόνον , ἐν ᾧ ὑδάτων ἔμελλεν ἔσεσθαι ἐπομβρία
: ἡ διπλῆ ὅτι σκέπτετο ἴσον τῷ οἷον ἀπεσκόπευε καὶ παρετήρει εἰς τὸ μὴ πληγῆναι . . ὡς δ '
4500231 λιπουσαι
καὶ ἐπανακλαγγάνουσαι δικαίως : πρὸς δὲ τὸν κυνηγέτην μὴ ἐπανίτωσαν λιποῦσαι τὰ ἴχνη . μετὰ δὲ τοῦ εἴδους καὶ τοῦ
ἐς τάσδε γὰρ βλέψας ' ἐπηυξάμην τάδε γραῦς , αἳ λιποῦσαι δώματ ' Ἀργείας χθονὸς ἱκτῆρι θαλλῶι προσπίτνους ' ἐμὸν
4498377 παμμεγεθη
λοιπὴν γρυμέαν ἕψω ποιήσας τρῖμμα συκαμίνινον . γλαύκου φέρω κεφάλαια παμμεγέθη δύο , ἐν λοπάδι μεγάλῃ ταῦτα , λιτῶς προσαγαγὼν
κράνη δὲ χαλκᾶ περιτίθενται μεγάλας ἐξοχὰς ἐξ ἑαυτῶν ἔχοντα καὶ παμμεγέθη φαντασίαν ἐπιφέροντα τοῖς χρωμένοις , ὧν τοῖς μὲν πρόσκειται
4497909 κραινουσι
πολλῶν ταμίας Ζεὺς ἐν Ὀλύμπωι , πολλὰ δ ' ἀέλπτως κραίνουσι θεοί : καὶ τὰ δοκηθέντ ' οὐκ ἐτελέσθη ,
. πολλαὶ μορφαὶ τῶν δαιμονίων , πολλὰ δ ' ἀέλπτως κραίνουσι θεοί : καὶ τὰ δοκηθέντ ' οὐκ ἐτελέσθη ,
4493186 ἐκρατησα
ἐρράγη ἐν τοῖς ὁρίοις Γάζης . Βοῦν ἄγριον χώρᾳ νεμόμενον ἐκράτησα ἐκ τῶν κεράτων , καὶ ἐν κύκλῳ συσσείσας καὶ
. ἐπεί γέ τοι τῆς βουλῆς ἐς ἃ πρῶτα ἔχρῃζον ἐκράτησα καὶ οἱ σφαγεῖς ὡς ἐν ἀμερίμνῳ μεθεῖντο , ἀνεθάρρησα
4491064 οἰκοπεδα
τε ἄλλους καὶ Χαλκιδέας ἀνέστησεν , ὡς μηδὲν ἔτι πλὴν οἰκόπεδα μόνον ἱερῶν ὁρᾶσθαι . τήνδε οὖν τὴν ἀκτὴν αὖθις
ἐπειδὴ καὶ πολλὰ οἰκιῶν ἔρημά ἐστιν ἐντὸς τῶν τειχῶν καὶ οἰκόπεδα , εἰ ἡ πόλις διδοίη οἰκοδομησομένοις ἐγκεκτῆσθαι οἳ ἂν
4484543 διοικεις
τουτονὶ πρῶτον ἀπόπεμψον τούς τε παῖδας οὓς ἄγει . κακῶς διοικεῖς . τὸν πόλεμον διαλύσεται , ἐξὸν λαβεῖν κατὰ κράτος
ὑπ ' ἐκείνου παθόντος . * * τὴν Αἴτνην . διοικεῖς : ἐνταῦθα γὰρ ἱερὸν αὐτοῦ . τῆς πολυκάρπου Σικελίας
4484263 ἀπορα
. ὡσαύτως δὲ οὐδὲ ἄδηλος προδήλου . ἀμφότερα γὰρ συνδραμεῖται ἄπορα : τό τε γὰρ ἀποδεικνύμενον οὐ δεήσεταί τινος ἀποδείξεως
οὗτος ὁ πόλεμος ὁ ἐρωτικὸς πόριμός ἐστι καὶ εἰς τὰ ἄπορα , καὶ οἷον εἰπεῖν καὶ τοῖς ἀδυνάτοις ἐπιχειρῶν .
4481475 γαμουντες
. ἀλφεσίβοιαι ἀλφαίνουσαι βόας , τουτέστιν ἀναλαμβάνουσαι : οἱ γὰρ γαμοῦντες ἐδίδοσαν ταῖς γαμουμέναις βόας καὶ τὰ ὅμοια , μήπω
ὑμεῖς ζῆτε : ἐπὶ τῶν εὐτυχῶς ζώντων : οἱ γὰρ γαμοῦντες ἐστεφανοῦντο σισύμβροις καὶ φυτοῖς τισι πρὸς τὰς τῶν γάμων
4478606 πλησιοχωρα
Ψευδαρτακαῖος . καὶ κατὰ τέχνην . λέγεται Ψευδαρτακηνός διὰ τὰ πλησιόχωρα . Ψευδοκοράσιον , αἰγιαλὸς μέγας μεταξὺ Κωρύκου [ καὶ
τε καὶ τῶν φυομένων καρπῶν . ληʹ . Ὡς τὰ πλησιόχωρα τῶν ἐθνῶν τὰ μὲν προσηγάγετο , τὰ δὲ κατεπολέμησεν
4476815 σελμασιν
μελαίνης νυκτὸς ἵξεται κνέφας , Ἕλληνες οὐ μενοῖεν , ἀλλὰ σέλμασιν ναῶν ἐπανθορόντες ἄλλος ἄλλοσε δρασμῷ κρυφαίῳ βίοτον ἐκσωσοίατο .
; ὁ Βακχίου παῖς , ὡς σαφέστερον μάθηις . ἐν σέλμασιν νεώς ἐστιν ἢ φέρεις σύ νιν ; ὅδ '
4471781 ῥοθιοισι
ῥεύμασιν . . ἀκριτόφυρτος ] ἀδιαίρετος . . οὐτιδανοῖς ἐν ῥοθίοισι ] ἀχρείοις , ἤτοι ἀνευφράντοις , οὔτι δάνος καὶ
, παῖδες δ ' ἐπ ' ἐρετμοῖς ἥμενοι γλαυκὴν ἅλα ῥοθίοισι λευκαίνοντες ἐζήτουν ς ' , ἄναξ . ἤδη δὲ
4470183 δῃων
πλοίων ἵππους τε καὶ ὁπλίτας νεῖν ἀναγκάσας προῄει τὰ μὲν δῃῶν , τὰ δὲ κτώμενος , ἐκώλυε δὲ οὐδείς .
συντασσομένους αὐτοῖς τοξότας τε καὶ σφενδονήτας . αἰεὶ δέ τι δῃῶν καὶ τὰ περικείμενα πορθῶν , ἔλαθε περὶ κώμην ἐνεδρευθείς
4469339 ἐμπελαζειν
. . . . Δ . δὲ εἴδωλά τινά φησιν ἐμπελάζειν τοῖς ἀνθρώποις καὶ τούτων τὰ μὲν εἶναι ἀγαθοποιὰ τὰ
τὴν δὲ ἠχὼ ἐκπλήττειν τὰ θηρία , καὶ μὴ ἐᾶν ἐμπελάζειν ταῖς ναυσί . Καταπλεύσαντες δὲ ἐς τὰς ἐκβολὰς τοῦ
4468619 ξυναποθνησκει
δὲ πέντε καὶ εἴκοσιν ἐτέων γίνεται , τουτέοισι τὰ πολλὰ ξυναποθνήσκει . Ὁκόσοι πλευριτικοὶ γενόμενοι οὐκ ἀνακαθαίρονται ἐν τεσσαρεσκαίδεκα ἡμέρῃσι
ἰήσιος : εἰ δὲ μὴ , οὐκ ἐξέρχεται , ἀλλὰ ξυναποθνήσκει τῷ ἀνθρώπῳ : καλέεται δὲ εἰλεὸς αἱματίτης . Τὰ
4466895 παρειχε
τινος δέοιντο τῶν ἐν τοῖς χωρίοις . ἔπειτα τὴν οἰκίαν παρεῖχε κοινὴν ἅπασι : καὶ δεῖπνον αἰεὶ εὐτελὲς παρασκευάζεσθαι πολλοῖς
δουρὶ δαμασθείς . Ταῦτα δὴ πάντα συνελθόντα τοῖσι Ἀργείοισι φόβον παρεῖχε . Καὶ δή σφι πρὸς ταῦτα ἔδοξε τῷ κήρυκι
4461910 ἀπυρα
ἱππεῖς δὲ πλείους τῶν τετρακισχιλίων καὶ τούτοις μὲν παρήγγειλε φέρειν ἄπυρα σῖτα πλειόνων ἡμερῶν , Δημήτριον δὲ τὸν υἱὸν καταστήσας
τοῖς κωμῳδοῖς καλεῖν . ὠνομάζετο δέ τινα σκεύη ἔμπυρα καὶ ἄπυρα , ὥσπερ καὶ σκεύη τριηρικὰ καὶ σκεύη ναυτικά ,
4460450 κτεανα
δι ' ἃ ἐκεῖνοι ἀπώλοντο . ἢ οὕτως : τὰ κτέανα ταῦτα , οἱονεὶ τὰ ὀνείδη , διήξουσι μέχρι τῶν
γενήσονται , ὀνειδιζόμενοι τὴν τῶν προγόνων ἀπώλειαν . . μενεῖ κτέανα ] ἕτεροι κερδήσουσι τὴν ἀρχὴν δι ' ἣν κακῶς
4457310 οὐτιδανοις
γὰρ ὁ πλοῦς τὰ ἐπιτήδεια κομίζει : προσέθηκεν ἐπίτηδες τὸ οὐτιδανοῖς , οἷον ἀχρείοις . τροπικῶς δὲ ῥόθια εἶπε τὰ
τοῦ πολέμου ῥεύμασιν . . ἀκριτόφυρτος ] ἀδιαίρετος . . οὐτιδανοῖς ἐν ῥοθίοισι ] ἀχρείοις , ἤτοι ἀνευφράντοις , οὔτι
4452840 προελεγεν
γὰρ ἐάσω σε ἀπελθεῖν μάτην . καὶ μετὰ τοῦτο ἤδη προέλεγεν ὅτι οὐ πολὺς χρόνος ἔσοιτό μοι τῆς ἄλης καὶ
τοῦ ποταμοῦ θυγατέρα . αὕτη παρὰ Ῥέας τὴν μαντικὴν μαθοῦσα προέλεγεν Ἀλεξάνδρῳ μὴ πλεῖν ἐπὶ Ἑλένην . μὴ πείθουσα δὲ
4452509 ἠγειρε
ὧδε δὲ ἐχόντων ἑκατέρων , ἐκ μέσης ἡμέρας νότος ἐμπεσὼν ἤγειρε κῦμα βίαιον ἐν ῥοώδει καὶ στενῷ χωρίῳ . Πομπήιος
τοὺς ὀφθαλμοὺς ἐξεπέτασεν , ἔφριξε τὰς τρίχας τῶν κροτάφων , ἤγειρε τοὺς δράκοντας : οὕτως ἀπειλεῖ κἀν τῇ γραφῇ .
4450421 ἐτελεσσαν
μ ' ἔφαντο ἄξειν εἰς Ἰθάκην εὐδείελον , οὐδ ' ἐτέλεσσαν . Ζεύς σφεας τείσαιτο ἱκετήσιος , ὅς τε καὶ
ἐπεξεινοῦντο γυναιξίν : ὅσσα τε Κύζικον ἀμφὶ Δολιονίην τ ' ἐτέλεσσαν : Μυσίδα θ ' ὡς ἀφίκοντο Κίον θ '
4448290 κωπαις
καὶ μαχαίραις τοὺς ἐξαλλομένους ἔπαιον : οἱ δὲ σκυτάλαις καὶ κώπαις ἅμα τῷ πηδήματι τὰς πληγὰς κατεφέροντο : οἱ δὲ
χαλκευθέντα ἐπιφερόμενοι σημαίνουσιν ἀλλήλοις σιγῇ τὰ πρακτέα , οὐδὲ ταῖς κώπαις σφόδρα ἐπικτυποῦντες : εἰ γὰρ γνοίη τὸ κῆτος ,
4441506 θεριζουσιν
ἄλλων διενεγκεῖν : ὃν ἐφεστῶτα ἔργοις ἰδίοις καὶ βουλόμενον τοῖς θερίζουσιν δοῦναι πιεῖν βαδίζοντα ἐφ ' ὕδωρ ἀφανισθῆναι . ζητεῖν
περὶ τὰ σπέρματα τούτου πλῆθός ἐστι πολύ , καὶ τοῖς θερίζουσιν ἐμφύεται καὶ ὀδύνην παρέχει τὸ δῆγμα : φλυκταινῶν τε
4420509 ναυπηγησαμενος
περὶ δὲ τῶν ἐν Σικελίᾳ πραγμάτων ἀγωνιῶν ἄφρακτα καὶ πεντηκοντόρους ναυπηγησάμενος ἐνεβίβασε στρατιώτας δισχιλίους . καταλιπὼν δὲ τῶν ἐν τῇ
ἔργῳ ἐξειργάσατο ὡς ἐπὶ τούτοις ἀληθῶς γεγονόσι , ναῦς τε ναυπηγησάμενος καὶ ἑταίρους συναγαγών : καὶ πλεύσας ἐπί τε τὴν
4418754 ἐτευξε
εὑρήματα τάξεις τε ταύτας οὐράνιά τε σήματα . κἀκεῖν ' ἔτευξε πρῶτος , ἐξ ἑνὸς δέκα κἀκ τῶν δέκ '
Καμπυλίωνι : ὦ γαῖα κεραμί , τίς σε Θηρικλῆς ποτε ἔτευξε κοίλης λαγόνος εὐρύνας βάθος ; ἦ που κατειδὼς τὴν
4417985 ἐτησιοις
βουληφόροις πρὸς σωφρονισμὸν τοῦτο παντὸς τοῦ βίου ἀεὶ τελεῖσθαι τοῖς ἐτησίοις κύκλοις , ἐαρινῷ μάλιστα καιρῷ δὲ πλέον . καὶ
ὑπετέμοντο φοραῖς ταῖς ὑπὲρ δύναμιν ἀπλήστως προσοδευόμενοι καὶ δασμοῖς οὐκ ἐτησίοις μόνον ἀλλὰ καὶ ἐφημέροις ὅλην δι ' ὅλων ἐκτραχηλίζοντες
4414973 θεαματα
, ἀλλὰ ἐκ τοῦ εὐθέος διαγωνιζόμενοι . καὶ ἔστιν τὰ θεάματα , ἐμοὶ δοκεῖν , οὐδέν τι ἐκείνοις παραπλήσια ,
, ὦ Σώκρατες , καλῶς τε λέγεις καὶ ἐγὼ εἰσάξω θεάματα ἐφ ' οἷς ὑμεῖς εὐφρανεῖσθε . Ὁ μὲν δὴ
4414067 καταγωγαις
πλέοντες ἀπορῶσιν ὕδατος καὶ λιμένων καὶ τῶν ἐπιτηδείων ἐν ταῖς καταγωγαῖς , πρός τε τἆλλα εὐκοσμότεροι καὶ ῥᾴους ἄρχειν ὦσι
καὶ τὸ στέρνον . ἐν ἀκαίροις δ ' εἰς ὕπνον καταγωγαῖς τὸ πρόσωπον ἀποσπογγίζομεν νίτρον εἰς τὸ ὕδωρ τήκοντες .
4410943 Ἰνδικοι
δ ' ὀστέα : ἐπὶ τῶν τἀναντία ποιούντων . Κύνες Ἰνδικοί : θηρία δὲ οἵδε τὴν ψυχὴν θυμοειδέστατα : καὶ
τοῖς ποταμοῖς πλὴν ἵππου ποταμίου τὰ ἄλλα φέρουσι καὶ οἱ Ἰνδικοί : Ὀνησίκριτος δὲ καὶ τοὺς ἵππους γίνεσθαί φησι .
4410336 ἐμβολαις
δὲ οὕτως : ὡς νῆες μὲν ἀπώλεσαν αὐτοὺς ἐν πανωλέθροισιν ἐμβολαῖς , διὰ δὲ τὰς χεῖρας τῶν Ἰώνων ἐγένοντο αὗται
τὴν δὲ διάσπασιν τοῦ φράγματος καὶ τῶν κλείθρων ἢ ταῖς ἐμβολαῖς τῶν νηῶν ποιητέον ἐστὶν ἢ ταῖς ἐνάψεσι τῶν ἀγκυρῶν
4407048 ἀκροστολια
ἧι ἐπεποίητο βασιλεῖ ἀποχρῶντα ἐνδιαιτήματα . αὕτη δὲ τά τε ἀκροστόλια ἔφαινε χρυσᾶ καὶ ἐπ ' ἄκρωι τῶι ἱστίωι τὸ
παῖς , καὶ διακόπτει τηνικαῦτα πάντα τὰ κόρυμβα καὶ τὰ ἀκροστόλια τῆς Φοινίσσης , ἤγουν τῆς Περσικῆς , νηός :
4403706 πρασιαι
ἐργάσιμα , λήια , ὀργάδες , λόφοι , ὄρχοι , πρασιαί , ἀμπελουργίαι , ἄλση , κῆποι , λειμῶνες ,
καὶ ἡ τούτων φύσις εἶναι τέχνη . Ἦσαν καὶ ἀνθῶν πρασιαί , ὧν τὰ μὲν ἔφερεν ἡ γῆ , τὰ
4403196 ἀνετιθεσαν
ὑπῆρξεν ὥστε πλείους ἢ χιλίας ἱεροδούλους ἐκέκτητο ἑταίρας , ἃς ἀνετίθεσαν τῇ θεῷ καὶ ἄνδρες καὶ γυναῖκες . καὶ διὰ
ὠφελείᾳ τῷ βουλομένῳ . τὸ γὰρ πρῶτον φανὲν σῦκον Ἑρμῇ ἀνετίθεσαν , οἱ δὲ παριόντες ᾖρον . σὺν δόρει ,
4401564 κινωπετα
λείπει ἡ ὑπέρ : πολλὰ δ ' ὑπὲρ τοῦ Καρίωνος κινώπετα ἤγουν ἑρπετά , παρὰ τὸ ἐν τῷ πέδῳ κινεῖσθαι
τῷ πέδῳ κινούμενα , οἷον κινώπεδα ὄντα τινά . * κινώπετα βόσκεται : ἑρπετὰ νέμεται δρυμοὺς δὲ τοὺς συμφύτους τόπους
4400415 ἀσμενοις
Ἀθηναίοις ἐνέπεσε μέν τι καὶ γέλωτος τῇ κουφολογίᾳ αὐτοῦ , ἀσμένοις δ ' ὅμως ἐγίγνετο τοῖς σώφροσι τῶν ἀνθρώπων ,
τῇ τε ἀποκλῄσει μου τῶν πυλῶν , καὶ εἰ μὴ ἀσμένοις ὑμῖν ἀφῖγμαι . ἡμεῖς μὲν γὰρ οἱ Λακεδαιμόνιοι οἰόμενοί
4399434 κατεκληρουχησε
καὶ τὰ καλούμενα στρατόπεδα τόπον οἰκεῖν ἔδωκε καὶ χώραν πολλὴν κατεκληρούχησε μικρὸν ἐπάνω τοῦ Πηλουσιακοῦ στόματος : οὓς ἐντεῦθεν Ἄμασις
εἰς τὰ πλησιόχωρα τῶν ἐθνῶν , καὶ πολλὴν κατακτησάμενος χώραν κατεκληρούχησε , τοῖς μὲν ἰδιώταις ἴσους ποιήσας κλήρους , τοῖς
4396727 ἀργαλεωτατων
συνείροντος , ἀχανεῖς ἐπάγησαν , λύπης καὶ φόβου , τῶν ἀργαλεωτάτων κακῶν , ἐξαίφνης ἐπιπεσόντων , ὡς μηδὲ διᾶραι τὸ
τῶν κατ ' αὐτὸν πολιτευομένων ἐξημερώσας ὑπεροψίας καὶ ἀλαζονείας , ἀργαλεωτάτων καὶ ἐπαχθεστάτων κακῶν , διέζευξεν , ὧν ὡς μεγίστων
4395278 γειτνιωσιν
” καὶ παροικοῦσιν ” : πλείοσι γὰρ οὖσιν ὑμῶν καὶ γειτνιῶσιν ἡμῖν οὐδὲν προσῆκον μᾶλλόν τι : ἀπὸ κοινοῦ τὸ
ὀδόντων θριγκοῖσι πεφρούρηται . Βρόγχος δὲ καὶ φάρυγξ ἡρμοσμένοι ἀλλήλοις γειτνιῶσιν : ὁ μὲν γὰρ ἐς κέλευθον πνεύματος , ὁ
4390822 ποταμοισι
νοεραὶ ἀεὶ γίνονται , εἴκασεν αὐτὰς τοῖς ποταμοῖς λέγων οὕτως ποταμοῖσι τοῖσιν αὐτοῖσιν ἐμβαίνουσιν ἕτερα καὶ ἕτερα ὕδατα ἐπιρρεῖ :
ὕεται πᾶσα ἡ χώρη τῶν Ἑλλήνων , ἀλλ ' οὐ ποταμοῖσι ἄρδεται κατά περ ἡ σφετέρη , ἔφασαν Ἕλληνας ψευσθέντας
4389449 Ἀμαζοσι
. ἐν δὲ τῷ μέσῳ τῶν τοίχων Ἀθηναῖοι καὶ Θησεὺς Ἀμαζόσι μάχονται . μόναις δὲ ἄρα ταῖς γυναιξὶν οὐκ ἀφῄρει
σθένος ἔσσεται ἶσον ὑμῖν καὶ Δαναοῖσιν ἐπισταμένοισι μάχεσθαι . Αὐτὰρ Ἀμαζόσι δῆρις ἀμείλιχος ἱππασίαι τε εὔαδεν ἐξ ἀρχῆς καὶ ὅς
4388983 ἀρχαγγελων
ὁ ἐπὶ τοῦ παραδείσου καὶ τῶν δρακόντων καὶ χερουβείν . ἀρχαγγέλων ὀνόματα ἑπτά . Καὶ ἐφώδευσα ἕως τῆς ἀκατασκευάστου .
αἴτια τῆς τριπλῆς τάξεως ταύτης ἐπιδεικνύοντα , τὰ δὲ τῶν ἀρχαγγέλων . . . , τὰ δὲ τῶν ἀγγέλων ὡς

Back