Τευθρανίαν ; Νὴ Δία , ἀλλά φησι δεῖν ἔνια καὶ ἀκύρως προστιθέμενα δέχεσθαι , ὡς καὶ „ τῆλ ' ἐξ
, ὡς καὶ ὁ Καλλίμαχος μαρτυρεῖ . ἕδνα τε : ἀκύρως τὰ δῶρα ἕδνα εἶπε . τῷ μὲν γὰρ Πηλεῖ
6816633 Ἀληθη
εὑρόντες ἐπειθόμεθ ' ἄν , ἄμουσον δέ , ἠπιστοῦμεν ; Ἀληθῆ . Νῦν δέ γ ' , οἶμαι , εἴ
οἶμαι οὕτω καλῶς ὡς δρεπάνῳ τῷ ἐπὶ τούτῳ ἐργασθέντι . Ἀληθῆ . Ἆρ ' οὖν οὐ τοῦτο τούτου ἔργον θήσομεν
6761497 ταλαν
τοὺς κάδους ξυλλαμβάνειν ; μὴ σκῶπτέ μ ' , ὦ τάλαν , ἀλλ ' ἕπου δεῦρ ' ὡς ἐμέ .
μέλεος , ὦ τάλας ἐγὼ τάλας , ἀπὸ δὲ συγγόνων τάλαν ' ἄνομα πάθεα φῶτά τε λιτομένα , πολυδάκρυτον Ἀίδα
6755963 ἐγειρε
πρὸς τὸ σημαινόμενον ἡ ἀπόδοσις . . Ὁ νοῦς : ἔγειρε , παῦσον : τὸ γὰρ ἵστασθαι παῦσίς ἐστι .
τῶν ἐντέρων ἐστὶ χορδή . ἣν εἰλητὸν καλοῦμεν ἡμεῖς . ἔγειρε φλογέας : Νοητέον οὕτως , ἔγειρε φλογέας λαμπάδας ἐν
6689901 ἰδωμαι
ἐπ ' ἀμφιρύτην . Σῆμα καταφθιμένοιο Μεγακλέος εὖτ ' ἂν ἴδωμαι , οἰκτείρω σε , τάλαν Καλλία , οἷ '
. ἀλλ ' ἄγε δὴ τὰ χρήματ ' ἀριθμήσω καὶ ἴδωμαι , μή τί μοι οἴχωνται κοίλης ἐπὶ νηὸς ἄγοντες
6577057 ὁπποθεν
σήματα καὶ καθαρᾶς εὐαγέος ἠελίοιο λαμπάδος ἔργ ' ἀίδηλα καὶ ὁππόθεν ἐξεγένοντο , ἔργα τε κύκλωπος πεύσηι περίφοιτα σελήνης καὶ
. . . . , ξυνὸν δὲ μοί ἐστιν , ὁππόθεν ἄρξωμαι : τόθι γὰρ πάλιν ἵξομαι αὖθις . .
6552096 ἠκους
] ναί , φησι , πάππα , βούλομαι [ ] ἤκους ⌊ ' : ἃ ⌋ δ ? ' ἤκουσα
Κασσάνδραν βίαι . κοὐ δείν ' Ἀχαιῶν ἔπαθεν οὐδ ' ἤκους ' ὕπο . καὶ μὴν ἔπερσάν γ ' Ἴλιον
6550582 εἱα
; ! [ ἔοικεν ? ἤδη κ [ ἄγ ' εἷα ? δὴ πᾶς ? ! ! [ ῥινηλατῶν ὀσμ
, . ! υ ! ! ! [ ἄγ ' εἷα νυν ? [ μυχῷ σκ [ παν ? ?
6524568 βρενθειον
θρύπτεται . Βησαντῖνός φησι ἐν τῷ Περὶ Χρηστομαθίας οὕτως : βρένθειόν ἐστι μύρον : καὶ οὕτως † ἐστὶ τοῖς Ἰάμβοις
θρύπτεται . Βησαντῖνός φησι ἐν τῷ Περὶ Χρηστομαθίας οὕτως : βρένθειόν ἐστι μύρον : καὶ οὕτως † ἐστὶ τοῖς Ἰάμβοις
6517855 Οὐτοι
Πατὴρ δέ σοι τίς ἐστιν ; Ἐμοί ; Μιαρώτατος . Οὔτοι μὰ τὴν Γῆν ἔσθ ' ὅπως οὐκ ἀποθανεῖ ,
Τί ῥέξοντες ἀλλοκότῳ γνώμᾳ τῶν πάρος , ὧν προὔφαινες ; Οὔτοι νεμεσητὸν ἀλύοντα χειμερίῳ λύπᾳ καὶ παρὰ νοῦν θροεῖν .
6449577 ανα
απ . . . . . . . . . ανα ? . . . . . . . .
δ ομη [ ρος στιχους [ δαιτυμονες ] [ δ ανα δωματ ακουαζωνται ] [ ] θωσι [ τραπεζαι σιτου
6440031 ἐμοιγ
ἔφη , ὦ Θεοδότη , ἔστι σοι ἀγρός ; Οὐκ ἔμοιγ ' , ἔφη . Ἀλλ ' ἄρα οἰκία προσόδους
τι καινὸν ἕλοιτο πόσις λέχος , ἦ μάλ ' ἂν ἔμοιγ ' ἂν εἴη στυγηθεὶς τέκνοις τε τοῖς σοῖς .
6425800 παππα
; παιδίον Κράτεια . [ τίς ] καλεῖ με ; πάππα ⌊ χαῖρε πολλὰ φίλτατε [ ] ⌊ ἔχω ⌋
τάλαινα ? τῆς ἐμῆς ἐγὼ τύχης : ὡς οἰκτρά , πάππα φίλτατε , πεπόνθαμεν . τέθνηκε . ὑφ ' οὗ
6407444 Δημητερ
πόπανον , ὅπως λαβοῦσα θύσω τοῖν θεοῖν . Δέσποινα πολυτίμητε Δήμητερ φίλη καὶ Φερρέφαττα , πολλὰ πολλάκις μέ σοι θύειν
ὁ ἀναιρῶν τοὺς καταδίκους , δημόκοινος δὲ ὁ βασανίζων . Δήμητερ καὶ Δάματερ διαφέρει παρὰ τοῖς Ἀττικοῖς , φησὶ Τρύφων
6403547 πηρα
βιαζομένων ἐξ ἐπιτεχνήσεως . Ἔστι δὲ τόπος ἐν Ἀττικῇ Κύλλου πήρα , ἐν ᾧ καὶ κρήνη : πίνουσαι δὲ ἐξ
. οὐκ ἀηδῶς γὰρ Κράτης οὐκ οἶσθα , φησί , πήρα δύναμιν ἡλίκην ἔχει , θέρμων τε χοῖνιξ καὶ τὸ
6403545 μωρον
σήμερον Σικὶμ λεγομένη πόλις ἀσυνέτων : ὅτι ὡσεί τις χλευάσαι μωρὸν οὕτως ἐχλευάσαμεν αὐτούς : ὅτι καίγε ἀφροσύνην ἔπραξαν ἐν
ἱερὰν καθαίρεται , ἄλλος ἐπαοιδαῖς ἐπιθετῶν ἐμπαίζεται , Ἰουδαῖος ἕτερον μωρὸν ἐξᾴδει λαβών . ὁ δὲ θεραπείαν ἔλαβε παρὰ τῆς
6402831 ἀποτηγανιζειν
' , εἶπεν ἡ Γλυκέριον , μέλλει γὰρ ὥσπερ μαινίδας ἀποτηγανίζειν , φησί , μοῦ τὸ λῄδιον . ὁ τοῦ
. Βοάσομαι τἄρα τὰν ὑπέρτονον βοάν . Ἡδὺ δ ' ἀποτηγανίζειν ἄνευ συμβολῶν . Ὦ χρυσοκέφαλοι βεμβράδες θαλάσσιαι . Τὸν
6377574 βαι
βή : τὸ μιμητικὸν τῆς τῶν προβάτων φωνῆς , οὐχὶ βαί λέγουσιν Ἀττικοί . Κρατῖνος Διονυσαλεξάνδρῳ : ὁ δ '
πᾶς εὕδει στρατός . Ὁ δ ' εἶπε πρός με βαί ' , ἀεὶ δ ' ὑμνούμενα : Γύναι ,
6357518 μαραγδον
. εἴθε λιθοκόλλητον ἦν : καλὸν ἦν ἂν οὕτως . μάραγδον εἶναι ταῦτ ' ἔδει καὶ σάρδια . εἴ τις
] ια πάντεϲ ? δ ? [ οὐ χρυϲὸν ἢ μάραγδον [ ἀλλ ] ' ἕδνα ϲεμνὰ ! [ δικαιοϲύνη
6344017 λωπος
Αἰσχίνα . ὥστ ' εἴ τοι κατὰ δεξιὸν ὦμον ἀρέσκει λῶπος ἄκρον περονᾶσθαι , ἐπ ' ἀμφοτέροις δὲ βεβακώς τολμασεῖς
] ! ! ! ! ! ! ! ] ο λῶπος [ ! ! ! ] κον [ πεποιῆσθαι ]
6337625 Στερροις
ἐπιτεμὼν πρὶν θεωρῆσαι μαθών . . . ΟΥΘΑΡ . Τηλεκλείδης Στερροῖς : ὡς οὖσα θῆλυς εἰκότως οὖθαρ φορῶ . Ἡρόδοτος
. ἐπιρραίνεται δὲ οἴνῳ καὶ ἐλαίῳ . Γ καὶ Τηλεκλείδης Στερροῖς ὦ δέσποθ ' Ἑρμῆ , κάπτε τῶν θυλημάτων .
6325419 ἀποκαμῃς
τὴν οἰκείαν ἐκάλεσε δίαιταν . ” ἀλλ ' ἵνα μὴ ἀποκάμῃς „ φησί „ νηχόμενος , μηρίνθῳ λεπτῇ τὸν σὸν
πάνυ . ὥστε , ὅπερ λέγω , μήτε ταῦτα φοβούμενος ἀποκάμῃς σαυτὸν σῶσαι , μήτε , ὃ ἔλεγες ἐν τῷ
6301006 Ὀρθως
γάρ που ἐν ἑαυτῷ ὅλῳ τὸ ἓν ἐφάνη ὄν . Ὀρθῶς . Οὐκοῦν καὶ ἐν τοῖς ἄλλοις τὸ ἕν ;
μήτε πλῆθος μηδὲν μηδέποτε ἐᾶν δρᾶν μηδ ' ὁτιοῦν . Ὀρθῶς . Οὐκοῦν μιμήματα μὲν ἂν ἑκάστων ταῦτα εἴη τῆς
6293730 τοκ
πάλιν ἐπαγκρούων , κολάζων δᾶμος ἀσφαλέστερος . Τάνδε τὰν γνώμαν τόκ ' ἦχον καὶ ἔλεγον καὶ νῦν λέγω . Εὐξάμαν
αἶγα : τὺ δ ' , ὦ κακέ , καὶ τόκ ' ἐτάκευ βασκαίνων , καὶ νῦν με τὰ λοίσθια
6290396 ξεινε
. καὶ ἐν Ὀδυσσείᾳ τὸ ὅμοιον : Ζεύς τοι δοίη ξεῖνε , ὅττι μάλιστ ' ἐθέλεις : ὣς ἄρ '
, κούρην Διὸς αἰγιόχοιο : “ εὔχεο νῦν , ὦ ξεῖνε , Ποσειδάωνι ἄνακτι : τοῦ γὰρ καὶ δαίτης ἠντήσατε
6290163 κυον
φόνῳ , τοῖον δ ' ἐπὶ μῦθον ἔειπεν : Ὦ κύον , ὥς τοι ἔγωγε φόνον στονόεντ ' ἐφέηκα σήμερον
κύων . κἄπειτ ' ἐκεῖνος εἶπεν : “ ὦ κύον κύον , εἰ νὴ Δί ' ἀντὶ τῆς κακῆς γλώττης
6288615 Ἡρακλεις
ἀλλ ' ἐν αὐτοῖς τοῖς ἄστροις ἐποιούμην τὴν ἀποδημίαν . Ἡράκλεις , μακρόν τινα τὸν ὄνειρον λέγεις , εἴ γε
βίῳ . ὑμεῖς οὖν προσέχετε καὶ μὴ παρακούετε . Ὦ Ἡράκλεις , ὡς εἰς μεγάλην τινὰ ἐπιθυμίαν ἐμβέβληκας ἡμᾶς ,
6288156 πτεροεντα
ἀμφοτέρῃσι λαβὼν ἐλλίσσετο γούνων [ καί μ ' ὀλοφυρόμενος ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : ] μή μ ' ἄγε κεῖς '
καὶ ἄλλους . ” ἦ ῥα , καὶ Ἀντίνοον ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : “ Ἀντίνο ' , ἦ μευ καλὰ
6267046 συριζω
ἐκλαλῶ , ἀλλοτριοῦμαι , ἐκπαλαίω , μυθολογῶ , λαλῶ , συρίζω , ἀπατῶ , μωραίνω , κλέπτω , κατασκευάζω ,
τ τρέπουσι , τύ λέγοντες ἀντὶ τοῦ σύ . Τὸ συρίζω τυρίσδω λέγουσιν : ἐπὶ δὲ τοῦ δευτέρου καὶ τρίτου
6265060 ἀπατω
καὶ κατὰ σύνθεσιν ἀπαφῶ , ἔνθεν τὸ ἀπαφίσκω , τὸ ἀπατῶ καὶ παραλογίζομαι . ἢ ἡ ἀπό τὸ ἄποθεν δηλοῖ
δεῖνα ἀντὶ τοῦ σοφίαν διδάσκω . σοφίζομαι δὲ ἀντὶ τοῦ ἀπατῶ . Τὸ τὰ προσήκοντα πρὸς ἀνθρώπους ποιεῖν λέγεται δίκαιον
6258203 λυμα
ἀπολυμαίνω . φύσει δὲ τὸ ὕδωρ βάλλεται . τὸ δὲ λῦμα ἐκ τοῦ ῥύπτω , Αἰολικῶς ῥύσσω ἔρυμαι ῥῦμα καὶ
. . ἀπολυμαίνεσθαι : ἀποκαθαίρειν : λύματα ἀπὸ γοῦν τοῦ λῦμα λυμαίνω καὶ ἀπολυμαίνω . φύσει δὲ τὸ ὕδωρ βάλλεται
6250001 ἀποτραγημα
καὶ τρωξίμων ἀποτράγημα εἴρηκεν Εὔπολις . σκώπτων γὰρ Διδυμίαν τινὰ ἀποτράγημα αὐτὸν εἴρηκεν ἀλώπεκος ἤτοι ὡς μικρὸν τὸ σῶμα ἢ
ὀπίας ἐστὶ καὶ Διὸς γάλα . ὅτι λείψανον τῶν τραγημάτων ἀποτράγημα λέγεται . Εὔπολις οὖν σκώπτων Διδυμίαν τινὰ ἀποτράγημα αὐτὸν
6248985 δειδια
αὐτοῦ βουλοίμην σταθμῶν ῥυτῆρα λιπέσθαι : ἀλλὰ τὸν αἰδέομαι καὶ δείδια , μή μοι ὀπίσσω νεικείῃ : χαλεπαὶ δέ τ
στεῖχε παρὰ μνηστὴν ἄλοχον , κοίμιζε δ ' ἑταίρους : δείδια γὰρ τριτάτης μοίρης μελιηδέος οἴνου πινομένης , μή ς
6241637 φραζω
μελλόντων , ῥηματικὰ ἐκπίπτει ὀνόματα διὰ τοῦ δ : οἷον φράζω φραδὴ , κομίζω κομιδή : οὕτως ἀπὸ τοῦ ὀπάσω
. . Ἀφραδέως : ἀνοήτως , ἀπείρως : ἀπὸ τοῦ φράζω φραδής ἀφραδής ἀφραδέως , . , . . .
6229802 δεσμω
ἀφ ' οὗ . Δόλου : παρὰ τὸ δέω τὸ δεσμῶ τοὺς ἁλισκομένους , ὡς τό : ἀλλά σφωε δόλος
προστακτικόν ἐστι καὶ κανονίζεται οὕτω : δέω , δῶ τὸ δεσμῶ : δέομαι , δοῦμαι : ἐδεόμην , ἐδούμην :
6228709 πιεμεν
ᾤχεο νηῒ Πύλονδε , οὔ πώ μίν φασιν φαγέμεν καὶ πιέμεν αὔτως , οὐδ ' ἐπὶ ἔργα ἰδεῖν , ἀλλὰ
ἐπὶ δὲ τοῦ αὕτως “ οὕτως μίν φασιν φαγέμεν καὶ πιέμεν αὕτως . ” αὐλός ἐπὶ μὲν τοῦ εὐθὺς ἐξακοντισμοῦ
6227162 ἀνεῳγεν
δὲ εἶπεν : ” οὐ γὰρ ἐκ παντὸς κλίματος ὁδὸς ἀνέῳγεν εἰς Ἅιδην ” ; Αἰσχίνης ὁ ῥήτωρ ἐκπεσὼν τῆς
ἄστυ , καὶ πᾶσα αὐτῷ καθάπερ Κράτητι τῷ Θήβηθεν κυνὶ ἀνέῳγεν [ ἡ ] οἰκία . ἐμοὶ δοκεῖν , Θετταλίδα
6226954 παπαι
οἱ δὲ συνεμφάσεις , οἱ δὲ σχετλιασμούς , φεῦ , παπαῖ , ὤμοι . φασὶ δὲ καὶ [ ] εἰκασμοῦ
καὶ γὰρ τὰ πυθόκραντα : δυσμαθῆ δ ' ὅμως . παπαῖ , οἷον τὸ πῦρ : ἐπέρχεται δέ μοι .
6224996 Ληροις
Παρμενίσκωι . ἀπὸ τῶν ἐκείνου καὶ τὰ κυντερώτατα . Φερεκράτης Λήροις ) : ἔπειτα ἕτερα τούτων ποιοῦντα πολλὰ κυντερώτερα .
: τήγανον δέ , ὦ βέλτιστε , εἴρηκεν ἐν μὲν Λήροις Φερεκράτης οὕτως : ἀπὸ τηγάνου τ ' ἔφασκεν ἀφύας
6221399 Πανυ
ἐπιστήμη , καὶ δὴ καὶ ἀνεπιστημοσύνης ἡ αὐτὴ αὕτη ; Πάνυ γε . Ἰδὲ δὴ ὡς ἄτοπον ἐπιχειροῦμεν , ὦ
Τὰ τῶν πολλῶν ἄρα νόμιμα τὰ τῶν κρειττόνων ἐστίν . Πάνυ γε . Οὐκοῦν τὰ τῶν βελτιόνων ; οἱ γὰρ
6200079 περαινε
μακρόν . μῦθον ] λόγον . εἰπέ ] ἐμοί . πέραινε ] πλήρου . πάντα ] ἃ βούλει . τὴν
Ἄπολλον , ὡϲ ἄγροικοϲ εἶ : ϲυϲκευαϲάτω [ ] . πέραινε . παύομαι λέγων . νὴ τὴν Ἀθηνᾶγ [ ]
6198227 ἀχευων
ἔολπε : μηδέ τις ὑμείων τοῦ γ ' εἵνεκα θυμὸν ἀχεύων ἐνθάδε δαινύσθω , ἐπεὶ οὐδὲ μὲν οὐδὲ ἔοικε .
ἑταῖρος Τρωσὶ δαμείς : ὁ δὲ κεῖται ἐπὶ χθονὶ θυμὸν ἀχεύων . ὃ γὰρ ἦν οἱ : ἡ διπλῆ ὅτι
6191850 Ὀρθοτατα
μεγίστου ἡ σκέψις , ἀγαθοῦ τε βίου καὶ κακοῦ . Ὀρθότατα , ἦ δ ' ὅς . Σκόπει δὴ εἰ
ἢ τὴν τοῦ ἀγαθοῦ μοῖραν αὐτὴν τιθέντες ὀρθῶς θήσομεν ; Ὀρθότατα μὲν οὖν . Οὐκοῦν ὅπερ ἀρχόμενος εἶπον τούτου τοῦ
6189962 κλινουσιν
τέτυκται : οὐ γάρ τοι κρατερῇσιν ὑπὲρ κεφαλῆφι πέπηγε , κλίνουσιν δὲ κέρατα καὶ ἀγκλίνους ' ἑκάτερθε . Μώνυχες Ἀόνιοι
ἡ κλίσις : οἱ γὰρ Ἀθηναῖοι κατὰ ἀποβολὴν τοῦ ς κλίνουσιν , οἷον ὁ κάλως τοῦ κάλω . ἔστιν οὖν
6187943 δοκειϲ
? ευατον ! ! ! ! ! ! ? ? δοκεῖϲ [ ] ! [ ! ] ! ! !
δὲ κλαύϲεται [ . τίνα περιβάλλειν καὶ φιλεῖν οὗτοϲ [ δοκεῖϲ ; οὑμὸϲ ] πατήρ γε ! ! ! [
6183265 προσηυδα
ὅτι ἰδίως ἀγγελέουσα προσηύδα : ἐχρῆν γὰρ ἀγγελέουσα ἧκε καὶ προσηύδα . . , . . . . . πότε
: Ἥρῃ δ ' οὐκ ἔχαδε στῆθος χόλον , ἀλλὰ προσηύδα : αἰνότατε Κρονίδη ποῖον τὸν μῦθον ἔειπες : πῶς
6178366 λισσομενην
υἱόν . Μείλιχα : ἵλεως . μυθεῖσθαι : βουλεῦσαι . λισσομένην : παρακαλοῦσαν : ἀγορεύειν : λέγειν Τρηχύνονται : μελαίνονται
κεν πανάποτμον , ἑὸν πάϊν ἀμφιβεβῶσαν , μείλιχα μυθεῖσθαι καὶ λισσομένην ἀγορεύειν : ἆνερ , ἄνερ , τί νυ σεῖο
6173288 εἰπ
' Ἀκέστορ ' αὐτὸ τὸν στιγματίαν παθόντα : σκῶμμα γὰρ εἶπ ' ἀσελγές , εἶτ ' αὐτὸν ὁ παῖς θύραζε
: ‚ Ἐπίχαρμοϲ ϲοφόϲ τιϲ ἐγένετο [ πόλλ ' ὃϲ εἶπ ] ? ' ἀϲτεῖα καὶ παντοῖα ? ? ?
6172255 βατισιν
τὰς εἰκοῦς τῶν ἐγχέλεων : καὶ ἀλλαχοῦ : οὐ χαίρω βατίσιν , οὐδ ' ἐγχέλεσιν : καὶ Στράττις ἐγχέλεων ἀνεψιός
ἐγχέλεις θηρώμενοι , πέπονθας . καὶ αὖθις , οὐδὲ χαίρω βατίσιν οὐδ ' ἐγχέλεσι . καὶ ἐν Νεφέλαις τὰς εἰκοὺς
6171611 δαιμονιε
τὸν βίον , ἀμελοῦντι πάνυ ἄν τις οἰκείως ἐπείποι : δαιμόνιε , φθίσει σε τὸ σὸν μένος . Τοῦ δὲ
οἶμαι , τύχῃ τινὶ βέβληται . στῆσον τοίνυν , ὦ δαιμόνιε , τὴν βλάβην καὶ μὴ ἐπίτρεπε βαδίζειν : ὡς
6167697 ὀκως
. τὸ δεύτερόν σοι , Πυρρίη , πάλιν φωνέω , ὄκως ἐρεῖς Ἔρμωνι χιλίας ὦδε καὶ χιλίας ὦδ ' ἐμβαλεῖν
τις οὐχὶ σύνδουλον αὐτὸν σπαράσσειν ἀλλὰ σημάτων φῶρα . ὀρῆις ὄκως νῦν τοῦτον ἐκ βίης ἔλκεις ἐς τὰς ἀνάγκας ,
6161138 γελω
προσγραφομένου δὲ τοῦ ι , μὴ συνεκφωνουμένου δέ , οἷον γελῶ , γελᾷς , γελᾷ . οἱ μέντοιγε Αἰολεῖς ?
καὶ ἡ δευτέρα τὸ α ὡς τὸ ἀκροῶ ἀκροάσω , γελῶ γελάσω : τέως δὲ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον τῷ
6154635 συνοδοντα
Νουμήνιος Ἁλιευτικῷ διὰ τοῦ υ λέγων φησίν : ἢ λευκὴν συνόδοντα βόηκάς τε τρικκούς τε . καὶ πάλιν : τοῖσί
λέγει τῶν ζῴων καρχαρόδοντα καὶ τίνα χαυλιόδοντα καὶ ἀμφόδοντα καὶ συνόδοντα , ποῖά τε ἔντομα πέφυκε καὶ τίνα ἐστὶν ἀμφίβια
6151701 τεινω
μὲν δικαίοις [ ] ? ? ⋮ ἔνδικον ? ? τείνω ? βίον ? ? ? [ ? . καλόν
τοῦ γεννῶ διὰ τῆς ει διφθόγγου : κτείνω δὲ καὶ τείνω τὸ ἁπλῶ , διὰ τῆς ει διφθόγγου , τενῶ
6149598 Σιγα
ταύτῃ τῇ ὁρτῇ ἰακχάζουσι . Πρὸς ταῦτα εἰπεῖν Δημάρητον : Σίγα τε καὶ μηδενὶ ἄλλῳ τὸν λόγον τοῦτον εἴπῃς .
Ἐφέσιον ἐξίχνευσα τοῖς ὀνείρασιν ; ἦ δ ' ὅς , Σίγα , ὦ Κριτία : εἰ ἐχεμυθεῖς , μυσταγωγήσω σε
6148805 οἰω
ἕταροι δ ' ἀπάνευθε καθήατο : τὼ δὲ δύ ' οἴω ἥρως Αὐτομέδων τε καὶ Ἄλκιμος ὄζος Ἄρηος ποίπνυον παρεόντε
λαγόσι καὶ ποιῶν ἐκείνους πλανᾶσθαι , καὶ γίνεται ἀπὸ τοῦ οἴω τὸ κομίζω . ἐλαύνει : ἐλαύνω ἐπὶ σιδήρου ,
6141216 Κροισε
ἐμοὶ προσαγορεύειν . Καὶ σύ γε , ἔφη , ὦ Κροῖσε , ἐπείπερ ἄνθρωποί γέ ἐσμεν ἀμφότεροι . ἀτάρ ,
τάδε : Λυδὲ γένος , πολλῶν βασιλεῦ , μέγα νήπιε Κροῖσε , μὴ βούλευ πολύευκτον ἰὴν ἀνὰ δώματ ' ἀκούειν
6133935 κτα
! ] φέλικτος ? ] ? ? ἰχθύβοτος [ ] κτα ? ? ! ! ! ! ! ! !
ἀστυφέλικτος ? ? [ ] ? ? ἰχθύβοτος [ ] κτα ? ? ! ! ! ! ! ! !
6127754 ὑποδρα
, ὑποδράξ , ὀκλάξ : ἀλλ ' ἐλλεῖψαν ἐν τῷ ὑπόδρα μετέστησε καὶ τὴν ὀξεῖαν , ὅμοιον αὐτὸ καταστῆσαν τῷ
ὅθεν χωρητέον καὶ ἐπὶ τὸν προκείμενον λόγον . Τὸ δὴ ὑπόδρα δύναται μὲν καὶ κατὰ φύσιν εἰς α λήγειν ,
6127698 ἀττικον
ἐπίρρημα χρονικόν . ὁλοτελῶς σεαυτὸν ] ἀπολεῖς ἐς κόρακας ] ἀττικόν : ἤγουν ἀπέλθῃς νὴ τοὺς θεούς ] λείπει τὸ
: τὸ “ κατακλινεὶς ” κοινόν , τὸ δὲ κατακλιθείς ἀττικόν . ἐκφρόντισόν τι τῶν σεαυτοῦ πραγμάτων : ἀντὶ τοῦ
6127165 ειδ
. . . . [ ] αρς [ [ ] ειδ ! [ [ ] ! ητ [ [ ]
] ἔτι [ ] λαντίδη ? ? ? [ ] ειδ ' ὅπηι δύνεαι ? [ [ ] θαυμαστός ?
6117830 ντα
! [ ] ! υσεν ? ? [ ] ! ντα [ ] ησα ? ? [ [ ] [
? ὕπνον [ ] εντοι ἀέλλης ? ? [ ] ντα νότοιο [ πνεύματα ] λαῖλαψ [ ] στος ?
6115313 ἑρμ
ἐκ δ ' ἕλετ ' ἰόν ἀβλῆτα πτερόεντα , μελαινέων ἕρμ ' ὀδυνάων : ἀθετεῖται , ὅτι νῦν ἁπλῶς ἄβλητον
ἐπὶ τοῦ ψιλῶς προέσθαι τίθησιν . καὶ διὰ τοῦ μελαινέων ἕρμ ' ὀδυνάων οὐχ ὃ θέλει λέγει : ἕρμα γὰρ
6111969 Ναι
τε ἡμῖν προσδιδόναι , πρίν κεν λύκος οἶν ὑμεναιοῖ . Ναὶ πρὸς τῶν γονάτων . Ἄλλως , ὦ τᾶν ,
Ἀγησίλαε , μειοῦν μὲν ἄρα σύγε τοὺς φίλους ἠπίστω . Ναὶ μὰ Δί ' , ἔφη , τούς γε βουλομένους
6108069 καθεδουμαι
† , οὐχ † ἱστοριογράφον † λέγουσιν οἱ Ἀττικοί . καθεδοῦμαι : τὸ καθεδοῦμαι καὶ καθεδῇ καὶ καθεδεῖται Ἑλληνικά ,
παρὰ τοῦ πνεύματος δύναμιν τοῦ λόγου λαβών , ἐγὼ δὲ καθεδοῦμαι δέγμενος Αἰακίδην ὁπότε λήξειεν ἀείδων . Ἀπῄειν ἐπὶ τὴν
6107691 φασθαι
καί ποτέ μιν στυφελιζομένου σκύλακος παριόντα φασὶν ἐποικτῖραι καὶ τόδε φάσθαι ἔπος : “ παῦσαι , μηδὲ ῥάπιζ ' ,
: καὶ αὐτοῦ τῆς δεξιᾶς χειρὸς ἔθιγεν . οὐδέ τι φάσθαι : προσληπτέον τὸν καί : ὅμως δὲ καὶ λαλῆσαι
6100625 ἀνεῳγε
ἐπεισόδῳ τοῦ ε ἠνέῳγον , τὸ τρίτον ἠνέῳγε καὶ συστολῇ ἀνέῳγε : ἐπιθήματα κάλ ' ἀνέῳγεν . ἀπὸ δὲ τοῦ
„ ἀνέῳγεν ἡ θύρα „ , τῶν παλαιῶν λεγόντων ” ἀνέῳγε τὴν θύραν ” . . . . λουτροφόρος καὶ
6096166 μαινεσθαι
ὡς Φοῖβος ὁ τοῦ φοιβᾶν τοὺς μάντεις , ὅ ἐστι μαίνεσθαι , αἴτιος καὶ πολύμοχθος Ἄρης [ . ] :
τῆς Σπάρτης ἀνασταθέντας . Ὅταν τοίνυν ὁρᾷς κἀκεῖνα , μήτε μαίνεσθαι ὑπολάβῃς αὐτοὺς μήτε εἴπῃς , ὡς οὐδεμιᾶς ἕνεκα αἰτίας
6085238 καθησο
μὴ ταπεινοῦσθαι . . μηδὲν ἄγαν . . κριτὴς μὴ κάθησο : εἰ δὲ μή , τῶι ληφθέντι ἐχθρὸς ἔσηι
σε ἔοικε κακὸν ὣς δειδίσσεσθαι , ἀλλ ' αὐτός τε κάθησο καὶ ἄλλους ἵδρυε λαούς : οὐ γάρ πω σάφα
6083810 ἠνιδε
ὡς δηλοῖ τὸ ἐπίγραμμα νᾶμα τὸ Διηνὸν γλυκερὸν ποτόν , ἠνιδὲ πίῃς , παύσει μὲν δίψης , εὐθὺ δὲ καὶ
ὡς δηλοῖ τὸ ἐπίγραμμα νᾶμα τὸ Διηνὸν γλυκερὸν ποτόν , ἠνιδὲ πίῃς , παύσει μὲν δίψης , εὐθὺ δὲ καὶ
6074756 Οὐδαμως
τι τεχνικώτερον ἢ καὶ χαριέστερον εἶδος ἢ τὸ μιμητικόν ; Οὐδαμῶς : πάμπολυ γὰρ εἴρηκας εἶδος εἰς ἓν πάντα συλλαβὼν
, τόνδ ' εἶναι κληρονόμον , ἀλλὰ μὴ ἡμᾶς ; Οὐδαμῶς δήπουθεν . Πρὸς ἕνα δὲ τὸν πρῶτον τῶν συγγενῶν
6074701 Θαρρει
ὁ πατήρ , φησίν , ὁ Ποσειδῶν ἰάσεται σε . Θάρρει , ὦ τέκνον : ἀμυνοῦμαι γὰρ αὐτόν , ὡς
ἤδη ἀκροάσασθαι αὐτοῦ , μὴ καὶ λάθω τελέως ἀπολειφθείς . Θάρρει , ὦγαθέ . τὸ τήμερον γὰρ ἐκεχειρία ἐπήγγελται .
6071535 ὁμ
[ ] ἂψ πάλιν [ ] Τιδνασίδη [ ] ἄμφω ὁμ [ ] δίζετο δ [ ] [ ] !
[ ἡμῖν τε ποιήσειν ἑτοιμο [ ἔφη προελθὼν ἐχθὲς εἰς ὁμ [ ὁ Μοσχίων ἀδελφὸς ἐμός ἐστιν ? [ ,
6067316 ᾀδω
οὕτως εὗρον ἐν Ἐπιμερισμοῖς τῆς Α . . . . ᾄδω : ἀπὸ τοῦ εἴδω γίνεται ἀείδω καὶ ἀποβολῇ τοῦ
τοῦ ι ἀμύσσω , ὡς μάθω μάθος καὶ μῦθος , ᾄδω ὕδω , τὸ ὑμνῶ : σημαίνει δὲ τὸ αἱματῶ
6066343 Ὀδυσσευ
δειλὸς εἶναι μᾶλλον ἢ ' ν ἐμοὶ θρασύς . Ἄναξ Ὀδυσσεῦ , καιρὸν ἴσθ ' ἐληλυθώς , εἰ μὴ ξυνάψων
: μὴ δή μοι θάνατόν γε παραύδα , φαίδιμ ' Ὀδυσσεῦ . βουλοίμην κ ' ἐπάρουρος ἐὼν θητευέμεν ἄλλῳ ,
6063211 μεμ
ασθα [ [ ] μεθ ? [ [ ] ! μεμ ? [ . . . . . . [
] ενεσι ? και εγεννηθη [ ] [ αποκαθημενης ] μεμ [ ] [ ] ς εβδελοιχθημεν [ ] [
6062357 τεκεα
αἱμάτων δ ' ἀμείβει μυσαρὸν εἰς ἀγῶνα , καταβαλὼν ἀραῖσι τέκεα μέλεος . ἀγάμεθ ' ἀγάμεθ ' , ὃς ἐπὶ
ὕπνον ἄυπνον ὀλόμενον ὃς ἔκανεν ἄλοχον , ἔκανε δὲ ψαλμῶι τέκεα τοξήρει . στέναζέ νυν στενάζω . τέκνων ὄλεθρον ὤμοι
6062151 μιαινεις
ἰθαίνεις , ἰθαίνει , ἰθαινάθυμος , ἰθαιγένης : μιαίνω , μιαίνεις , μιαίνει , μιαιφόνος : τὸ ἀλέξω ἐν τῷ
: “ Ὦ κακὸν σὺ θηρίον , μέχρι τίνος μοι μιαίνεις τὰ ὦτα ; τί ἐμοὶ καὶ Θερσάνδρῳ κοινόν ;
6061775 σαυτης
ἢ ἐννοίᾳ ἢ πράξει : ἀντὶ τοῦ : κατὰ τὴν σαυτῆς καρδίαν καὶ τὸν λογισμόν . προσλήψῃ σχήσεις : τέκνοις
αὐτὴν συνείς : “ Ἀλλὰ σύ γε οὐδενὸς μετέχεις τῶν σαυτῆς , ἀλλ ' ἔοικας τοῖς ἐν γραφαῖς ἐσθίουσιν .
6059220 μοχθηρε
ἐθέλων τἀληθὲς εἰπεῖν . σεαυτὸν : Μᾶλλον ἀπολεῖς . . μόχθηρε : Κακέ . . ἔχω : Κέκτημαι . ὁποῖον
ἀσμένως , γελάσας φησίν , “ ἀλλ ' , ὦ μόχθηρε , τῷ λόγῳ τούτῳ καὶ κολοιὸς ἂν ὁμολογήσειας εἶναι
6058876 Καλλιστ
ἐπὶ τὰς ἀμείκτους πορευοίμεθ ' ἂν ἐν τῷ μέρει . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἐγὼ δὴ πειράσομαι μεταβαλὼν σημαίνειν ἡμῖν
Πῶς λέγεις ; Αὐτὴν τὴν διέξοδον ἀπόκρισίν σοι ποιήσομαι . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἔστι τοίνυν πάντα ἡμῖν ὁπόσα δημιουργοῦμεν
6056710 χαζεο
ἶσος , δεινὰ δ ' ὁμοκλήσας ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : χάζεο διογενὲς Πατρόκλεες : οὔ νύ τοι αἶσα σῷ ὑπὸ
νοῶ , ὡς παρ ' Ὁμήρῳ , φράζεο Τυδείδη καὶ χάζεο τυτθὸν ὀπίσσω . Προῆλθεν ἀντὶ τοῦ ἐγεννήθη , ὡς
6049227 σαωσε
ἀλλ ' Ὀδυσσεὺς ἐπὶ μάστακα χερσὶ πίεζε νωλεμέως κρατερῇσι , σάωσε δὲ πάντας Ἀχαιούς , τόφρα δ ' ἔχ '
αὐτὸς ὑπέκφυγε κῆρα μέλαιναν , ἀλλ ' Ἥφαιστος ἔρυτο , σάωσε δὲ νυκτὶ καλύψας , ὡς δή οἱ μὴ πάγχυ
6048064 γεραιε
τῶν νεωτέρων κακῶν . τί δ ' ἔστιν , ὦ γεραιέ ; μὴ φθόνει φράσαι . οὐδέν : μετέγνων καὶ
ἐμπλῆσαι χαρᾶς , ἔνσπονδος . οὗτος δ ' , ὦ γεραιέ , τίς κυρεῖ , ὃς ἅρμα λευκὸν ἡνιοστροφεῖ βεβώς
6045502 ἐνισπω
ὅπως ἂν ἔχοιμεν ὀϊζύος ἀτρεκὲς ἄλκαρ . Γηθόσυνοι δέχνυσθε βροτοίπινυτοῖσιν ἐνίσπω , οἷς ἀγαθὴ κραδίη καὶ πείθεται ἀθανάτοισι : νηπυτίοισι
ποιεῖ : τέκω , τίκτω : ἔπω , ἴσπω , ἐνίσπω : βλάβω βλάπτω : ἐπεισόδῳ τοῦ τ , καὶ
6044065 μεμψομαι
[ ' ὀλίγον , πάλιν τι πράξω προπετές ; οὐδὲ μέμψομαι [ Γλυκέραι . διαλλάγηθι , φιλτάτη , μόνον .
τὰν Τιμαγήτοιο παλαίστραν αὔριον , ὥς νιν ἴδω , καὶ μέμψομαι οἷά με ποιεῖ . νῦν δέ νιν ἐκ θυέων
6037866 Ἀληθεστατα
, οὔτ ' ἔπειτα γενήσεται οὔτε γενηθήσεται οὔτε ἔσται . Ἀληθέστατα . Ἔστιν οὖν οὐσίας ὅπως ἄν τι μετάσχοι ἄλλως
ὃς ἂν τὰ ὀνόματα εἰδῇ εἴσεται καὶ τὰ πράγματα . Ἀληθέστατα λέγεις . Ἔχε δή , ἴδωμεν τίς ποτ '
6033767 μηδαμωϲ
τὸ ἐπιτήδευμα καὶ ἡ προγεγραμμένη δίαιτα καὶ τὰ λοιπὰ τὰ μηδαμῶϲ κωλυτικὰ τῆϲ φλεβοτομίαϲ . δεῖ δὲ ϲύμμετρον τὴν ἀφαίρεϲιν
ῥωγμὴ μὲν οὖν ἐϲτι διαίρεϲιϲ τοῦ κρανίου ἐπιπόλαιοϲ ἢ βαθεῖα μηδαμῶϲ ἕωϲ ἔξω μετακινηθέντοϲ τοῦ πεπονθότοϲ ὀϲτοῦ . ἐγκοπὴ δέ
6033019 ἀμφιβαλλω
. ἀνενδοιάστως : ἀπὸ τοῦ ἀνενδοιάζω , τοῦ σημαίνοντος τὸ ἀμφιβάλλω , συναυλίζομαι : καὶ οὐ μὴ συνδυάσω μετὰ τῶν
. . . Ἀνενδοιάστως : ἀπὸ τοῦ ἀνενδοιάζω , τὸ ἀμφιβάλλω καὶ δοκῶ : γράφεται διὰ τῆς οι διφθόγγου πρὸς
6032185 φρ
] τ ' οὖσα του [ ⌊ διὰ τί Κράτεια φρ [ ! ] ? [ ὁ τοῦτο ? ⌊
! ] ! ! [ διὰ τί , Κράτεια , φρ ! ? [ ὁ τοῦτο πράξαϲ ἑ ? !
6032038 φαιδιμ
ἀΰτει : ἦ δή που μάλ ' ἔολπας ἐνὶ φρεσὶ φαίδιμ ' Ἀχιλλεῦ ἤματι τῷδε πόλιν πέρσειν Τρώων ἀγερώχων νηπύτι
παρ ' Ὁμήρῳ ὁ Τειρεσίας : νόστον δίζηαι μελιηδέα , φαίδιμ ' Ὀδυσσεῦ . . : τῆς Ἰναχείας ] Διὰ
6029954 κτ
! ] ! [ [ ] τοιο [ [ ] κτ [ . . . . . . ] φ
? [ ιτ ? ? ! [ τεθ ? [ κτ [ τιτ [ ομω [ καλη [ ητα ?
6025161 ἀνωγεν
ἐς πατρίδα γαῖαν . Ἀτρεΐδης δ ' ἐβόησεν ἰδὲ ζώννυσθαι ἄνωγεν Ἀργείους : ἐν δ ' αὐτὸς ἐδύσετο νώροπα χαλκόν
κε κακὸς ὣς νόσφιν ἀλυσκάζω πολέμοιο : οὐδέ με θυμὸς ἄνωγεν , ἐπεὶ μάθον ἔμμεναι ἐσθλὸς αἰεὶ καὶ πρώτοισι μετὰ
6024036 κεκοτηοτι
Αἰσονίδην , μήτ ' ἄσχετα σεῖο ἕκητι παῖδα πατὴρ θυμῷ κεκοτηότι δηλήσαιτο . λίην γὰρ δύσζηλοι ἑαῖς ἐπὶ παισὶ τοκῆες
Ὀδυσσεύς : “ δαιμονίη , τί μοι ὧδ ' ἐπέχεις κεκοτηότι θυμῷ ; ἦ ὅτι δὴ ῥυπόω , κακὰ δὲ
6020126 ἐρρωσο
διενυκτέρευσαν . σὺ δ ' ὡς ἐπὶ μήκιστον εὐτυχοίης . ἔρρωσο . καὶ τὸ μὲν μηδὲν παθεῖν τοιοῦτον οὐκ ἂν
τις οὕτως ἄθλιος ὡς τὸ αἰσχρὸν τοῦ καλοῦ προτιθέναι . ἔρρωσο . Ὅστις ἀρχαίως καὶ δοκίμως ἐθέλει διαλέγεσθαι , τάδε
6019941 ἐρευνω
διφθόγγῳ , μὴ τῇ ΑΙ ἢ ΕΙ , περισπᾶται : ἐρευνῶ θοινῶ χαυνῶ κοινῶ οἰνῶ , χωρὶς τοῦ ἐλαύνω .
ἐπένθεσιν ἐρεύω ὡς χέω χεύω , ἀφ ' οὗ τὸ ἐρευνῶ , ὡς οἴχω οἰχνῶ , ἵκω ἱκνῶ . .
6019857 περιτμηματα
καὶ σκυτέως γελασθείης καταγινώσκων ὅτι ἐν τῷ ἐργαστηρίῳ ξέσματα καὶ περιτμήματα τῶν κατασκευαζομένων ὁρᾷς . καίτοι ἐκεῖνοί γε ἔχουσι ποῦ
τί οἴει ταῦτα εἶναι συνάπαντα ; κνήσματά τοί ἐστι καὶ περιτμήματα τῶν λόγων , ὅπερ ἄρτι ἔλεγον , κατὰ βραχὺ
6013887 ἁγω
ἤτε κλεπίαν [ ] | ἀτῶντι . | οὐκ ἐτὸς ἁγὼ μέτρα χέω [ Λίνον ] οὐκ ἐξίκει [ :
αὐτῆς θέλω τόνδ ' , ἐκβαλοῦσα λέκτρα τἀκείνης βίαι : ἁγὼ τὸ πρῶτον οὐχ ἑκοῦς ' ἐδεξάμην , νῦν δ
6012669 Ἀχιλλευ
ἤμβροτες , οὐδ ' ἄρα πώ τι θεοῖς ἐπιείκελ ' Ἀχιλλεῦ ἐκ Διὸς ἠείδης τὸν ἐμὸν μόρον , ἦ τοι
ἀμφιπένονται ἕλκε ' ἀκειόμενοι : σὺ δ ' ἀμήχανος ἔπλευ Ἀχιλλεῦ . μὴ ἐμέ γ ' οὖν οὗτός γε λάβοι
6011983 ἀριδεικετε
ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς : “ Ἀλκίνοε κρεῖον , πάντων ἀριδείκετε λαῶν , ὥρη μὲν πολέων μύθων , ὥρη δὲ
: ὁ ἄγαν ἐμφανής : Ὅμηρος : Ἀλκίνοε , πάντων ἀριδείκετε ἀνδρῶν . παρὰ τὸ δείκω ῥῆμα , τὸ δηλῶ
6011172 Εὐριπιδη
τοῦτο εἰρηκέναι : ἄνευ δὲ μητρὸς , ὦ κάθαρμ ' Εὐριπίδη : ἰδίοισιν ὑμεναίοισι : τοῖς οὐ νενομισμένοις . ἢ
γὰρ ἂν ἀπέλθοιμ ' . Ἀλλὰ κόψω τὴν θύραν . Εὐριπίδη , Εὐριπίδιον , ὑπάκουσον , εἴπερ πώποτ ' ἀνθρώπων

Back