οὕτω πρὸς ἡμᾶς διακείμενον καὶ παραιτεῖσθαί τι τῶν δυνατῶν ἐπιτάττοντα ἄγνωμον ἅμα καὶ ἀφιλόσοφον . εἰ γὰρ τοὺς εὐεργέτας ἀξιοῦντας | ||
εἶναι τοιούτους , ἀξιοῦν δὲ μὴ εἰς σὲ ἁμαρτάνειν , ἄγνωμον καὶ τυραννικόν . Τέσσαρας μάλιστα τροπὰς τοῦ ἡγεμονικοῦ παραφυλακτέον |
Γ μὴ κατὰ τὸν νεανίαν τοῦτον λέγων , ἐὰν ταῦτα παρακελεύῃ , ἀλλὰ δηλονότι πραγματικώτερον αὐτοῦ καὶ βέλτιον Γ . | ||
τάχιστα . ἀτὰρ φανεῖ ποῖός τις ὤν , ἢν ταῦτα παρακελεύῃ ; μὴ κατὰ τὸν νεανίαν τόνδε λέγειν . ὁρᾷς |
νυνὶ γάρἀλλὰ ποῦ θεοὺς οὕτω δικαίους ἐστὶν εὑρεῖν , ὦ Γέτα ; Λακωνικὴ κλείς ἐστιν ὡς ἔοικέ μοι περιοιστέα . | ||
τι ληρεῖς . πέπλεγμαι ] πράγματι [ ] ἔφθαρμαι , Γέτα . [ ! ] μὴ καταρῶ , πρὸς τῶν |
καλοῦσι δὲ καὶ τὰς μισθαρνούσας ἑταίρας καὶ τὸ ἐπὶ συνουσίαις μισθαρνεῖν ἑταιρεῖν , οὐκ ἔτι πρὸς τὸ ἔτυμον ἀναφέροντες , | ||
, πράττων ἐπ ' ἀργυρίῳ , καὶ προῃρημένος ὡς ἀληθῶς μισθαρνεῖν , οὐκ εἰς ἃ καὶ συγγνώμην ἀκούσας ἄν τις |
ἐν τῇ δοκιμασίᾳ ἐπὶ τούτων εὑρίσκεται . πλυτέον δὲ κοινῶς πομφόλυγα τὸν τρόπον τοῦτον : ἐνδήσας αὐτὴν καθαρῷ ὀθονίῳ μέσως | ||
μέντοι ἡ νομὴ ὑπεραίρῃ τοὺϲ ὀφθαλμούϲ , θεραπευτέον οὕτωϲ : πομφόλυγα καλλίϲτην πεπλυμένην διέντα γάλακτι γυναικείῳ ἐπιχρίειν καὶ ἐπάνω μοτὰ |
” , ἐπειδὴ τῆς ἀκαθάρτου φθορᾶς αἴτιον ἡ διάλυσις . μηδέποτ ' οὖν ἰδών τινα τῶν φαύλων οἷς ἂν ἐπιθῆται | ||
ἐν ὀρέξει ἀναπότευκτον , ἐν δ ' ἐκκλίσει ἀπερίπτωτον , μηδέποτ ' ἀτυχοῦντα , μηδέποτε δυστυχοῦντα , ἐλεύθερον , ἀκώλυτον |
ἤ τινα τόπον οὐ καθαρόν , ὁμοίως δὲ μηδ ' ἀπροβούλευτον μηδ ' ἀνυπεύθυνον μηδὲν ποιεῖν , ἀλλὰ πρωὶ μὲν | ||
πρὶν ἐπιχειρεῖν ἔργῳ τηλικῷδε , καὶ μηδὲν ἀνεξέταστον ἀφεῖσθαι μηδὲ ἀπροβούλευτον . ἀποφαινέσθω δὴ περὶ τούτων ἕκαστος ὑμῶν ἃ φρονεῖ |
πρὸϲ δὲ τὸ δύναϲθαι ῥᾳδίωϲ ἀνοίγειν τὸν ὀφθαλμὸν διὰ τὸ ἐκκριθῆναι τὸ δάκρυον καὶ ἐπιδέϲμῳ κούφῳ χρηϲτέον : τῇ δὲ | ||
, οὐ μὴν ὀλέθριον . ἄλλως τε δὲ ἐνδέχεται παχέα ἐκκριθῆναι οὖρα ἐν τῇ ἀκμῇ τῆς νόσου καὶ μὴ εἶναι |
μὲν ἐπίδοσιν ὀλίγην ἀπαιτεῖν τροφὴν , τὴν δ ' ἀρχὴν φιλανθρωποτέραν , τὴν δὲ παρακμὴν ποικιλωτέραν , τήν τε ποιότητα | ||
βασιλεῖς ἔτι μήτε μονάρχους καλεῖν , ἀλλὰ μετριωτέραν τινὰ καὶ φιλανθρωποτέραν ἐπ ' αὐτοῖς θέσθαι προσηγορίαν . ἔπειτα μὴ ποιεῖν |
καθιστάς , ὅ περ ἄν τις πλεονεκτεῖν βουλόμενος ποιήσειεν . Ἐχρῆν δὲ αὐτόν , εἴ πέρ τι δίκαιον ἐφρόνει καὶ | ||
τάξει ἐχρήσατο . , , . = , , . Ἐχρῆν τὸν ἰητρὸν Ζητοῦσίν τινες , διὰ τί εἶπεν τὸ |
πρῶτον πιεῖν , ἐπεὶ δὲ αὐτοῖς οὕτως δοκεῖ , οὐ περιεργάσομαι . “ καὶ λαβὼν ἔπιεν . ἀριστώντων δὲ αὐτῶν | ||
ταῦτα : πλὴν εἰ μὴ τοῦτο λέγει , ὅτι οὐ περιεργάσομαι οὔτε εἰ ἐκ δικαίου οὔτε εἰ ἐξ ἀδίκου πορίσεσθε |
καὶ ῥυθμοῦ καὶ μέλους καὶ φυλάττειν σχῆμα καὶ ἐμμέλειαν μὴ παρατρέπειν καὶ ἀποπληροῦν τῶν διδαχθέντων τὴν ἀπαίτησιν , φύσεως δῶρα | ||
, γοητεύειν , ἀπατᾶν ἐξαπατᾶν , παρακρούεσθαι , παράγειν , παρατρέπειν , ποικίλλειν , κακουργεῖν , φενακίζειν , πανουργεῖν , |
καὶ τὸ διώκω , δίσω , δέδικα : ὁ μέσος δέδια : δεδιὼς ἡ μετοχὴ , καὶ δειδιὼς κατ ' | ||
' ἐλευθεροστομεῖς . ἐμὰς δὲ φρένας ἠρέθισε διάτορος φόβος : δέδια δ ' ἀμφὶ σαῖς τύχαις , πᾷ ποτε τῶνδε |
. Ἔτι γὰρ μένεις ; Ἄπειμι : σὺ δὲ οὐ χαιρήσεις οὕτω σκαιὸς ἐκ χρηστοῦ γενόμενος . Τίς οὗτός ἐστιν | ||
ἐκκαυλίζων καταβροχθίζει , κἀμφοῖν χειροῖν μυστιλᾶται τῶν δημοσίων . Οὐ χαιρήσεις , ἀλλά σε κλέπτονθ ' αἱρήσω ' γὼ τρεῖς |
καὶ τὰ φύματα θεραπεύειν , ὅϲα γε μὴ λίαν ἐϲτὶ φλεγμονώδη τε καὶ θερμά . ὁ δὲ καρπὸϲ τμητικῆϲ εἰϲ | ||
ἀναγεγραμμένοιϲ βοηθήμαϲιν . Τὰ μὲν πρόϲφατα καὶ διὰ τὸ ἔτι φλεγμονώδη τυγχάνειν ἀνεκπύητα τῶν ἑλκῶν ϲυμπέττει τε καὶ πυοποιεῖ ἁπλᾶ |
ἀνθρώπῳ δ ' ὡς ἀνθρώπῳ συμβάλλει ὁ τὰ δόγματα αὐτοῦ καταμανθάνων καὶ ἐν τῷ μέρει τὰ ἴδια δεικνύων . κατάμαθέ | ||
] ἐν . χρόνωι ] διὰ χρόνου . διαπευθόμενος ] καταμανθάνων . δικαίως ] καλῶς καὶ ὡς ἀπήιτει τὸ δίκαιον |
μὲν τὸ πεινῆν ἐσθίειν τε μηδὲ ἓν νόμιζ ' ὁρᾶν Τιθύμαλλον ἢ Φιλιππίδην . ὕδωρ δὲ πίνειν βάτραχος , ἀπολαῦσαι | ||
ἀλλ ' ἐκαρτέρης ' , ὦ φίλτατε , πεινῶν . Τιθύμαλλον αὐτὸν καὶ παράσιτον ἀποκαλῶν πατάξω τ ' ἴσον ἴσῳ |
χρεμπτομένοιϲι γὰρ εὐθὺϲ ἐπὶ τὴν γλῶϲϲαν ἔρχεται ϲτρογγύλον , ῥηϊδίωϲ ἀπολυόμενον : ἢν δὲ καὶ τὴν ὑπερώην καθορέῃϲ , δαϲυτέρην | ||
ἵνα ἐκ παντὸς τρόπου τούτους τε ἐπιβουλεύοντάς μοι ἐμαυτόν τε ἀπολυόμενον ἐπιδείξω τῆς ὑποψίας . Τὴν μὲν οὖν ἀτυχίαν ᾗ |
ἐμὲ καὶ πάνδεινα ποιεῖ πράγμαθ ' ἡ Χρυσίς . τί φήις ; τὴν γυναῖκά μου πέπεικε μηθὲν ὁμολογεῖν ὅλως μηδὲ | ||
[ ἔμ ' ἐπρ [ ἔδεις [ ] [ τί φήις , Ὀνήσιμ [ ' ] , ἐξεπειράθη [ αὕτη |
ἔστι , τέκνον Αἰγέως ; δίδασκέ με , ὡς μὴ εἰδότ ' αὐτὸν μηδὲν ὧν σὺ πυνθάνῃ . Φασίν τιν | ||
καὶ ὄχεσφιν , ἀεικέα μερμηρίζων . τὸν δ ' οὐκ εἰδότ ' ὄλεθρον ἀνήγαγε καὶ κατέπεφνε δειπνίσσας , ὥς τίς |
φαίνεται τὰ πολλὰ βοηθήματα , ὅμως δεῖ ἐπινοεῖν καὶ μὴ κατοκνεῖν εἰς τὸ βοηθῆσαι καὶ μηδὲν καταλιμπάνειν : πολλὰ γὰρ | ||
πολεμίους ἐνδοιαστῶς ἔτι πρὸς τὴν ἀπόστασιν ἔχοντας ἐπῆρεν αὐτοὺς μὴ κατοκνεῖν , ὡς αὐτὸς συνεπιθησόμενος Ῥωμαίοις ἐν τῷ ἀγῶνι , |
σύ : πῶς γάρ ; ᾗ γε μηδὲ πρὸς θεοὺς ἔξεστ ' ἀκλαύτῳ τῆσδ ' ἀποστῆναι στέγης : ἄλλ ' | ||
† ἀπωλόμην παλίμπους τύχη ἐν γῆς φίλης ὄχθοισι κρυφθῆναι καλόν ἔξεστ ' ἐρωτᾶν πότνιά ς ' ἢ σιγὴν ἔχω ; |
. Ἄνθρωπον ὄντα σαυτὸν ἀναμίμνησκ ' ἀεί . Ἀνεξέταστον μὴ κόλαζε μηδένα . Ἀφεὶς τὰ φανερὰ μὴ δίωκε τἀφανῆ . | ||
: διπλῆ καὶ ἔκθεσις εἰς ἰάμβους τριμέτρους ἀκαταλήκτους ηʹ . κόλαζε : ἀντὶ τοῦ ” παίδευε “ ; οἱ γὰρ |
φιλοψύχως φιλοσωμάτως . Ἐγκαλεῖν ἐπικαλεῖν , μέμφεσθαι καταμέμφεσθαι , αἰτιᾶσθαι καταιτιᾶσθαι , αἰτίαν ἐπάγειν , προφέρειν , διαβάλλειν , ὀνειδίζειν | ||
ταῦτα γίνεται , δι ' ἁμαρτίας δή τινας καὶ ἀκαιρίας καταιτιᾶσθαι τῶν γενομένων : ἀλλ ' ἀπὸ τῶν ἐγνωσμένων κἀπὶ |
λίπ ' αὐτοῦ : οἶδα γὰρ ὡς οὔτ ' αὐτὸς ἐλεύσεαι οὔτε τιν ' ἄλλον ἄξεις σῶν ἑτάρων . ἀλλὰ | ||
καὶ μέτρα κελεύθου νόστον θ ' , ὡς ἐπὶ πόντον ἐλεύσεαι ἰχθυόεντα . ὣς ἔφατ ' , αὐτίκα δὲ χρυσόθρονος |
γὰρ πολλοὺς τῶν ὠνουμένων καὶ προσεστηκότων . τοῦτο δὲ ποιῶν ἀναγκάσεις τὸ σοὶ δοκοῦν λαβεῖν αὐτόν . ΝΑΡΚΗ . Πλάτων | ||
γὰρ πολλοὺς τῶν ὠνουμένων καὶ προσεστηκότων . τοῦτο δὲ ποιῶν ἀναγκάσεις τὸ σοὶ δοκοῦν λαβεῖν αὐτόν . νάρκη . Πλάτων |
εὐφημισμὸν , ἀντὶ τοῦ πόῤῥωθέν σε ἀσπάζομαι , οἷον οὐ προσποιοῦμαι ὅτι πάρει . Χάλαζα . παρὰ τὸ χαλᾶσθαι ἄνωθεν | ||
οὐδὲν εἰδὼς φιλοσοφεῖς , ” ἔφη , “ εἰ καὶ προσποιοῦμαι σοφίαν , καὶ τοῦτο φιλοσοφεῖν ἐστι . ” πρὸς |
καὶ ὀρέων διαδοχὰς ὑπὲρ μεγίστων δὴ τὸ πρῶτον συστάσας τριβομένας ἔπαυσας ὑπὸ τῶν ἐλαυνόντων . οἱ δὲ τῶν ἐθνῶν ἄρχοντες | ||
τοὺς κινουμένους ; Κοὐκ ἔσθ ' ὅπως ἐκείνους οὐχὶ φθονῶν ἔπαυσας , ἵνα μὴ ῥήτορες γένοιντο . Τονδὶ δ ' |
καὶ τὸ σόν : ὡς εἴ με πημανεῖς τι , βουλήσῃ ποτὲ καὶ δειλὸς εἶναι μᾶλλον ἢ ' ν ἐμοὶ | ||
οὐρηρὸν ἀγγεῖον ἢν οὐρητιάσῃς ] ⌈ οὐρήσειν βούλῃ [ οὐρῆσαι βουλήσῃ ] , ἢ ⌈ εἰ στραγγουρίας περιπέσῃς νοσήματι . |
ὦνδρες , ἥκει ἄγων ὁ δεσπότης , ὃς ὑμᾶς πλουσίους ποήσει . Ὄντως γὰρ ἔστι πλουσίοις ἡμῖν ἅπασιν εἶναι ; | ||
ἐνημμένῳ κάλλιστα χρήσομαι τάλας ; Οὗτος μὲν οὐ μή σοι ποήσει ζημίαν . Ἀλλ ' αἶρέ μοι τοῦτόν γε τῆς |
' ἐστὶ τὸ ἐπίστασθαι . Καὶ τί τοῦτο ἀναίσχυντον ; Ἔοικας οὐκ ἐννοεῖν ὅτι πᾶς ἡμῖν ἐξ ἀρχῆς ὁ λόγος | ||
ἠμελήσαμεν Ἱέρακος τοῦ καλοῦ περὶ Μιλτιάδην ἢ Θεμιστοκλέα ληροῦντες . Ἔοικας ἀνδρὸς πονηροῦ γραμμάτων ἐπιθυμεῖν , εἴτε διὰ χρόνου μῆκος |
, ὃ σημαίνει , ἆρον φᾶ : κατ ' ἀρχᾶς προτρεπόμενον τὸν παῖδα ἆραι καὶ τραφῆναι γνῶσιν τὴν τῶν γραμμάτων | ||
δὲ Σωτίων φησὶν ἐν τῷ δράματι Ξανθίαν τινὰ οἰκέτην πεποιῆσθαι προτρεπόμενον ἐπὶ ἡδυπάθειαν ὁμοδούλους ἑαυτοῦ καὶ λέγοντα : τί ταῦτα |
καθ ' ὃ χαρακτηρίζεται τὸ ἡμέτερον εἶδος . δόξει δὲ ἀνοηταίνειν , εἰ εἴπῃ ὅτι εἴωθεν ἡμῖν ὁ κύων νοσήματα | ||
ἀλλὰ μόνα ταῦτα : πονηρεύεσθαι , πανουργεῖν , μισολογεῖν , ἀνοηταίνειν , ἀμαθαίνειν : τὸ δ ' ἀφραίνειν ποιητικώτερον . |
οὖν τὴν τιμίαν θεὸν οὐ προσαγορεύεις : τίν ' : εὐλαβοῦ γάρ : ἀντὶ τοῦ : σιώπα μὴ κατά τι | ||
μὴ καταπιπτέτω : πάντα σοι κατὰ νοῦν χωρεῖ , μεταβολὴν εὐλαβοῦ : πταίεις πολλάκις , χρηστὰ ἔλπιζε : πρὸς γὰρ |
. . . . . Ἔκλαγξε βροντὰν ] Ἀντὶ τοῦ ἐβρόντησε βροντήν . Ἡ δὲ φράσις ὡς τὸ μάχομαι μάχην | ||
ὁ Ζεύς , ἤτοι ἡ πρόνοια , ὀξὺ ἐνόησε καὶ ἐβρόντησε μέγα . πνεύματος γὰρ ὑπὸ τὸ νέφος εἰσερχομένου καὶ |
βοηθείας , ἣ τοῦτον ὡς τάχιστα ἀποδώσει τῇ γυναικί . Ἔδει σοι καὶ τὸ κεφάλαιον τῶν Ὀλυμπιανοῦ χορευτῶν γενέσθαι φίλον | ||
: ὁρῶ γὰρ ὅτι γλαῦκα Ἀθήνησιν οὐκ ἔστιν εὑρεῖν . Ἔδει μέν σε καλλίω γνώμην ἐσχηκέναι προσιόντος φίλου καὶ νῦν |
καὶ δῆλα . ἐὰν παιδεραστῇς , ἐὰν μοιχεύῃς , ἐὰν βιάσῃ παῖδα , ἄρρενα μὲν μηδὲ λέγε , ἀλλὰ κἂν | ||
τῶν εἰς τοὺς Ἕλληνας ἀδικημάτων . καὶ ἐκ τοῦ ἀπολογουμένου βιάσῃ λέγων συνήδεσθαι καὶ αὐτὸς ἐν τῷ παρόντι καιρῷ , |
πείσει ; πείσομαι , νὴ τὸν Διόνυσον . δεῦρό νυν ἀπόβλεπε . ὁρᾷς τὸ θύριον τοῦτο καὶ τοἰκίδιον ; ὁρῶ | ||
τοῖς βασιλεῦσίν ἐστιν ηὐξημένον τὴν ἔξοχον αὐτοῦ αὔξησιν . μὴ ἀπόβλεπε πόρσιον , ἤγουν περαιτέρω , τὴν βασιλείαν δηλονότι ἔχων |
οὐκ ἐς γάμους σοὺς συμφορὰν κτήσηι γόοις . ἦ γὰρ γαμοῦμαι ζῶσα παιδὶ σῶι ποτε ; πολλή ς ' ἀνάγκη | ||
! ! ! μὰ τὴν ] Ἄρτεμιν , Ἀκοντίῳ [ γαμοῦμαι ! ! ! ! ! ! ! ! ] |
εἰς σωτηρίαν τὴν κατὰ πόλεμον καὶ νίκην τοῦτο ἐν εἰρήνῃ μελετητέον εὐθὺς ἐκ τῶν παίδων , ἄρχειν τε ἄλλων ἄρχεσθαί | ||
θεῖον ἀφορώσαις χρηστέον , καὶ ταῖς διεξόδοις τοῦ νοῦ ζῆν μελετητέον , πᾶν τὸ τῆς προσοχῆς ὄμμα καὶ τὸν ἔρωτα |
δὲ ἐπιστραφέντες ἐς κύκλους ὑπὲρ τὰ κέρατα παρελαύνειν ἐθέλοιεν , ἀνατείνεσθαι μὲν ἐς τὰ ὑπερδεξιώτερα ἔτι τὰ κέρατα αὐτῆς τῆς | ||
τῆς ἐπιστροφῆς καὶ τοῦ τὰ προιόντα ἐπὶ τὰς οἰκείας ἀρχὰς ἀνατείνεσθαι αἴτιον : ὡς εἶναι τρεῖς μὲν αἰτίους τοῦ εἶναι |
εἶναί φημι : Πρὸς βραχὺ δὲ πίπτουσα αὖθις ἀνίσταται . Σὸν φίλον εἰ θέλεις δοκιμάσαι , ἢ μέθυσον ἢ ὕβρισον | ||
βωμόν : ὁ δ ' ὡς ματέρι παῖς ἕπεται . Σὸν τόδε , Δάματερ , σὸν τὸ σθένος : ἵλαος |
ὡς στέφανον ἔχων παρρησιάζεται καὶ τοῦτό φησι . τὸ δὲ τυπτήσεις Ἀττικόν ἐστιν ἀπὸ τοῦ τυπτέω ἀχρήστου θέματος . . | ||
τι ] διατί πράγματα ] ὀχλήσεις . θορύβους , ὀχλήσεις τυπτήσεις ] ἐκ τοῦ “ τυπτῶ ” ἀττικῶς ἔχοντά ] |
. Ἔπειτα εἰ διὰ τὸ προστυχὸν κρύος παχυνθείη , διὰ θαλπωρὴν τοῦ περιέχοντος λεπτυνθείη ἄν . Ἀλλὰ μὴν ἔστιν ἰδεῖν | ||
καὶ τὸν φόβον κρυόεντα προσαγορεύει , ἐκ δὲ τοῦ ἐναντίου θαλπωρὴν τὸ θάρσος καὶ τὴν ἀγαθὴν ἐλπίδα . τὰ μὲν |
οὐκ ἔστιν ἐκεῖ λαβεῖν τὸ μὴ αὐτεξουσίως . Ὅλον οὖν αὐτεξουσίως ἐν αὐτῷ . Τί οὖν αὐτοῦ , ὃ μὴ | ||
σχηματισμῶν ὁποῖος τυγχάνει καταλήψεται , καὶ ἂν μὲν ἀνατολικὸς τύχῃ αὐτεξουσίως ἀφεθήσεται καὶ τὴν ἐλευθερίαν καρπώσεται , ἐὰν δὲ δυτικὸς |
' ὁ ποιμὴν καὶ καλεῖται γλυκύτατος . βούλει τι , Κνήμων ; εἰπέ μοι . Ἥλιε , σὲ γὰρ δεῖ | ||
διακονεῖ κόρηι : πονηρόν . ἀλλά ς ' , ὦ Κνήμων , κακὸν κακῶς ἅπαντες ἀπολέσειαν οἱ θεοί . ἄκακον |
λόγους . σὺ δ ' ἐκτὸς ὤν γε συμφορᾶς με νουθετεῖς . ὁ πολλὰ δὴ τλὰς Ἡρακλῆς λέγει τάδε ; | ||
ὢν καὶ ταῖς ἄλλαις ἁπάσαις ὡς ἀνεπίληπτος εἰς πονηρίαν οὕτω νουθετεῖς . Ἀχθομένῳ σοι βαρέως ἐπὶ τῇ τοῦ παιδὸς τελευτῇ |
βλάπτειν ὑμᾶς καὶ δόξης ἀναπιμπλάναι φαύλης ἐπιχειροῦντα , τοῦτον οὐ τιμωρήσεσθε λαβόντες ; καὶ τί φήσετε ; γνοίη δ ' | ||
, τοῦτον ὑμεῖς ἠδικηκότ ' ἐπ ' αὐτοφώρῳ λαβόντες οὐ τιμωρήσεσθε ; δείν ' ἄρ ' , ὦ ἄνδρες δικασταί |
: μὴ πύθῃ τὸ δεύτερον . Μῶν εὐθὺ Πελλήνης πέτεσθαι διανοεῖ ; Μὰ Δί ' , ἀλλὰ κλητήρ εἰμι νησιωτικὸς | ||
τὸν μὲν οὖν ἀβέλτερον . σὺ δ ' οὐ καταθεῖναι διανοεῖ ; φυλάξομαι , πρὶν ἄν γ ' ἴδω τὸ |
τοιοῦτον συμβουλεύω , διὰ τὸ τοιοῦτον εἶναι Χριστιανόν , μὴ ἐγκαλεῖσθαι . Εἰ δὲ εὑρεθείη τις ἐγκαλῶν τῷ Χριστιανῷ ὅτι | ||
τοιαῦθ ' οἷς ἔξεστι νέμειν , ποῦ ταῦτ ' ἐστὶν ἐγκαλεῖσθαι δίκαιος ; ὥσπερ ἂν εἰ καὶ ἰατρὸν ἠξίους κακίζειν |
[ ογ ? [ ξ ? [ προ ? [ κορ ? [ μα [ τοσ ? ? [ κελ | ||
! [ ] [ ] [ ] ε ? [ κορ ! ! [ ] αι τουϲ [ κοιτ ? |
κεν κεχολώσεται ὅν κεν ἵκωμαι , ” ἐπὶ δὲ τοῦ ἱκετεύω “ μή μιν ἐγὼ μὲν ἵκωμαι ἰών , ὁ | ||
δοῦσι τίνα λόγον ἐρῶ , Λάχης ; γενοῦ γάρ , ἱκετεύω [ ς ' ] ἐγώ ? ? οἴμοι , |
ἐγκρατέςτερον | . πτωχεῦσαί με [ θέλεις ; οὐκ ] ἀναίνομαι : | πτωχεύσω δὲ Ἴρου [ μετριώτερον ] . | ||
ὁμολογήσουσι καὶ τῷ Διῒ χάριν τῷ τάδε διαπραξαμένῳ . οὐκ ἀναίνομαι ] χαίρω ἐν τῷ μὴ ἀντιλογεῖν . ἡβᾷ τοῖς |
τὸ ἄξιον ἀπελασίας . εἴρηται παρὰ τὸ ἀφορίζω , τὸ χωρίζω , ἀφορίζιον , τροπῇ τοῦ ζ εἰς δ ἀφορίδιον | ||
τρίζω : σχίζω : πρίζω : κτίζω : χαρίζω : χωρίζω : βαπτίζω : ὀνειδίζω : αἰκίζω : σεσημείωται τὸ |
] οὐ τὸν ποιητὴν ἀλλ ' ἕτερον , ἀλαζόνα καὶ μέθυσον . ὦ δμῶες : εἰσέρχεται γὰρ ὁ ὑποκριτής . | ||
ἀλήθουσα . Μέθυσος ἀνὴρ οὐκ ἐρεῖς , ἀλλὰ μεθυστικός . μέθυσον δὲ γυναῖκα καὶ μεθύσην λέγε . Ἤμην : εἰ |
μὴ παρῇς ] μὴ παρίδῃς . παρῇς ] παρίδῃς , ἀφήσῃς . Γ ᾐνιγμένος : μετὰ αἰνίγματος λελεγμένος , οὐκ | ||
δέοντος καιροῦ . καὶ τόνδε καιρὸν λαβέ : τουτέστι μὴ ἀφήσῃς τὸν προσήκοντα καιρὸν παρελθεῖν μηδὲ τοῦ προσήκοντος ἐκπέσῃς χρόνου |
εἰσφέρω , προσφέρω , ἐκφέρω , μεταφέρω , συμφέρω , ἀναφέρω , περιφέρω , προφέρω , ὑποφέρω . κλείω , | ||
πῶς ἂν οὖν εἴην σός ; οὐκ οἶδ ' , ἀναφέρω δ ' ἐς τὸν θεόν . φέρε λόγων ἁψώμεθ |
υἱοὺς τῶν ἐγρηγόρων διὰ τὸ ἀδικῆσαι τοὺς ἀνθρώπους . καὶ ἀπόλεσον τὴν ἀδικίαν πᾶσαν ἀπὸ τῆς γῆς , καὶ πᾶν | ||
, μετ ' αὐτῶν ὁμοῦ δεθήσονται μέχρι τελειώσεως γενεᾶς . ἀπόλεσον πάντα τὰ πνεύματα τῶν κιβδήλων καὶ τοὺς υἱοὺς τῶν |
παράπαν τῆς Ἑλλάδος ᾖ ἀπεστερημένος . Κατεφάνη δὲ τῷ Δαρείῳ τεχνάζειν ἐπιστάμενος , καὶ τοὺς ἀγαγόντας αὐτὸν ἐκέλευσε μάστιγάς τε | ||
καταμαθεῖν ὧδε , ἵνα μή τι καὶ νῦν ἡμᾶς ἔτι τεχνάζειν ὑπονοῇς : αὐτός τε γὰρ ὁ βασιλεὺς σὺ τῷ |
ς ' ἀνέμνησεν κακῶν ; ἢ τὰς Ὀρέστου τλήμονας φυγὰς στένεις καὶ πατέρα τὸν ἐμόν , ὅν ποτ ' ἐν | ||
θεοὺς ἐγὼ πυθέσθαι βούλομαι τί τὸ πρᾶγμα τουτί . Τί στένεις ; Τί δυσφορεῖς ; Οὐ χρῆν σε κρύπτειν ὄντα |
ὠφελεῖ τὸν ζηλοῦντα μὴ βλάπτουσα τὸν ζηλούμενον . μικρὰ διδόναι βούλου μᾶλλον ἢ μεγάλα ἐγγυᾶν : ὅ τε γὰρ κίνδυνος | ||
ὁτὲ μὲν βασιλέως , ὁτὲ δὲ ἀλήτου . μὴ οὖν βούλου δευτερολόγος ὢν τὸ πρωτολόγου πρόσωπον : εἰ δὲ μή |
ὑστάτη ] τελευταία . . θάψω ] καλύψω . μὴ μακρηγόρει ] ἤγουν , μὴ μακρολόγει . . ἀλλ ' | ||
. μὴ μακρηγόρει ] μὴ μακρὰ ἀγόρευε καὶ λέγε . μακρηγόρει ] πολυλόγει . μακρηγόρει ] ἤγουν πολλοὺς λέγε λόγους |
γὰρ καὶ τῶν σαρκίων τούτων ἕκαστον οὐκ ἔσται ἐκ πλειόνων σαρκίων , εἴγε ἐπ ' ἄπειρον τῶν ὁμοιομερειῶν ἡ διαίρεσις | ||
σαρκία ἐστὶ καὶ πνευμάτιον καὶ τὸ ἡγεμονικόν . τῶν μὲν σαρκίων καταφρόνησον : λύθρος καὶ ὀστάρια καὶ κροκύφαντος , ἐκ |
περιβόλοις κάνναισι . Φέρε δὴ κατακλινῶ : σὺ δὲ τράπεζαν εἴσφερε , καὶ κύλικα κἀντραγεῖν , ἵν ' ἥδιον πίω | ||
ὥσπερ τέως ἦν , ἀλλὰ καινῶν πραγμάτων . Τράπεζαν ἡμῖν εἴσφερε τρεῖς πόδας ἔχουσαν , τέτταρας δὲ μὴ ' χέτω |
φιλήσοντός μου , τοὺς δ ' ἀγαθοὺς καταφιλήσοντος , θαρρῶν δίδασκε τῶν φίλων τὰ θηρατικά . καὶ ὁ Σωκράτης ἔφη | ||
τῷ Ἀπόλλωνι . Πῶς δέ ; ἔφη ὁ Κῦρος : δίδασκε : πάνυ γὰρ παράδοξα λέγεις . Ὅτι πρῶτον μέν |
οἴει δὲ τί ; ὁ μῦθόϲ ἐϲμεν Πάμφιλ ' ἤδη γραῦϲ γέρων ΑΠΟΛΛΟΔΩΡΟΥ [ ] οὐκ εὖ λογίζηι [ ] | ||
παῖδα ? [ ! ! ! ! ! ] ου γραῦϲ ἔχει κακ ? [ μὴ τα ! [ ἰδού |
προσοῦσα , αὔξησιν νόει τῶν κακῶν , τῶν δὲ καλῶν ἀστοχίαν . Ἂν δ ' ἐν δεσμοῖς εἰσί τινες , | ||
αὐτοῦ τοῖς νεωτέροις , καὶ κόπον τοῖς ἵπποις , καὶ ἀστοχίαν . Ἐκ τῆς ἑῴας καὶ οὗτος ἀποστατεῖ κατ ' |
: “ Οὐκ ἄρ ' ἐγὼ μούνη μετὰ Λάτμιον ἄντρον ἀλύσκω , οὐδ ' οἴη καλῷ περὶ δαίομαι Ἐνδυμίωνι . | ||
ἐπαύξησιν λαμβανομένου . ὁ μέλλων ἀλύσω καὶ πλεονασμῷ τοῦ κ ἀλύσκω , ὡς μεθύω μεθύσω μεθύσκω . ἀλύσκειν οὖν τὸ |
ἐγὼ δ ' ] λείπει οὐκ ἔχω . σαίνομαι ] παραμυθοῦμαι . εἶχε φωνὴν ] ὁ πλόκαμος δηλονότι . δίφροντις | ||
χρήσωνται , ἀλλ ' ὅπως ὑμεῖς θαυμάζοιτε . Ταῦτα ὑμᾶς παραμυθοῦμαι εἰδὼς τὸν βίον ἑκάτερον , καὶ ἄξιον ἑορτάζειν ἐνθυμουμένους |
τρεπτέον ἱκανῶς ἐνδιατρίψαντα τῷ περὶ σιτωδῶν καὶ χεδροπῶν λόγῳ . Ἔξεστι δὲ ἀπὸ τῶν ῥηθέντων καὶ περὶ τῶν μὴ διαληφθέντων | ||
δυσπνοεῖν καὶ τὴν γαστέρα περιτεταμένην ἂν καὶ μείζω ἔχειν . Ἔξεστι δὲ καὶ ταῦτα πάντα καταβασανίζειν κάλλιστα καὶ τἄλλα τοῖσι |
ποιεῖν τὸν σώφρονα ; μάλιστα πάντων . τὸν μὲν οὖν ἀβέλτερον . σὺ δ ' οὐ καταθεῖναι διανοεῖ ; φυλάξομαι | ||
τι οὗτος μεγαλεῖόν ἐστι διαπεπραγμένος ἐπαβελτερώσας τὸν πάλαι γ ' ἀβέλτερον . λέγουσι δὲ καὶ ἀβελτέρειον τὴν ἀβελτηρίαν . Ἀναξανδρίδης |
καὶ ναυμαχοῦντες τοὺς βαρβάρους ἐνίκησαν . ἐξῆν δέ γε αὐτῆς ἐπιστρέψαι τὸ πλάτος οὕτως ἐξενέγκαντα : οἳ τοσούτῳ χείρους ἐσμὲν | ||
τῆς μυθολογίας πρᾶγμα . ἴσως δ ' ἀνόητον ἔπαθον : ἐπιστρέψαι γὰρ ὑμᾶς διανοηθεὶς ἐς λόγους φυσικωτέρους τε καὶ ἀληθεστέρους |
ς ' οἶμαι διὰ λόγων ἰόντ ' ἐμοῦ κατηγορήσειν , ἀντιθεῖς ' ἀμείψομαι [ τοῖς σοῖσι τἀμὰ καὶ τὰ ς | ||
' Ἠλείοις Ὀρθωσίας Ἀρτέμιδος ἱερὸν , ὥς φησι Δίδυμος . ἀντιθεῖς ' Ὀρθωσίᾳ : Ὀρθωσία ἡ Ἄρτεμις παρὰ Ὀρθωσιεῦσιν [ |
ἐντείνειν βρόχοις ; ἢ μὴ ξίφος λαβοῦς ' ἀμυνάθοιτό σε ἔδεισας ; ἕρπε δεῦρ ' ὑπ ' ἀγκάλας , βρέφος | ||
ἂν σβέσῃ τις , εἰς ἴσον ἐρχόμεθα τοῖς βαρβάροις . ἔδεισας οὖν μὴ λαβόμενος εὐπορίας φύγω τὴν τέχνην , καὶ |
τοῖς Πυθαγορείοις τὸ ὀπτικὸν λέγεται αἰσθητήριον ; ὡς φωτός , φήσω , δεκτικὸν διά τε τοὺς λεπτοὺς καὶ διαυγεστάτους καὶ | ||
; θέλεις οὖν ἄγγελος σύ μοι μολεῖν ; τί δῆτα φήσω χρόνιος οὖς ' ἐκ δωμάτων ; πολλὰς ἂν εὕροις |
ἡ σελήνη δὲ ἐγλείπει . διὰ τί δὲ ἡ σελήνη ἐγλείπει ; τὸ διάστημα τοῦ κώνου ὅτ ' ἀπὸ τῆς | ||
] [ ] μείζους ὠιοειδεῖς . Ὁ ἥλιος οὐδέποτε ὅλος ἐγλείπει , ἡ σελήνη δὲ ἐγλείπει . διὰ τί δὲ |
αὐτόν τε τὸν ἄρρωϲτον πειθήνιον καὶ μηδὲν ἐν τῇ διαίτῃ ἁμαρτάνοντα περιγένοιτο ἂν τῆϲ νόϲου : ϲυνεργοὺϲ δὲ εἶναι χρὴ | ||
ἐν αὐτῇ καὶ τῆς ποσότητος ἀστοχοῦντα , εἰκότως ἂν ὡς ἁμαρτάνοντα διέβαλλεν . ὃ δὲ τούτων μὲν οὐδέτερον ἔχει δεικνύναι |
, ἀλλ ' ὅτι πάσχει πάσχον ἐστίν : ἢ οὐ συγχωρεῖς οὕτω ; Ἔγωγε . Οὐκοῦν καὶ τὸ φιλούμενον ἢ | ||
κἀμοί : καὶ ὅτι τοὺς δύο ἀνελὼν οὐδὲν ἐμοὶ ζῇν συγχωρεῖς : καὶ ἡ σφαγὴ τῶν πρώτων συνήθειαν πεποίηκε , |
' οὐδ ' εἰ ἀληθὲς εἶναι λέγοιτο : ὅτι γὰρ ἀνύπαρκτόν ἐστι τὸ ἀληθές , ὑπεμνήσαμεν ἐν τοῖς περὶ κριτηρίου | ||
δὲ χρή , ὅτι οὐ πρόκειται ἡμῖν ἀποφήνασθαι , ὅτι ἀνύπαρκτόν ἐστι τὸ κριτήριον [ τὸ ] τῆς ἀληθείας : |
' , αὐτὸς οἶσθ ' : ἐγὼ δὲ σοῦ μαθεῖν δικαιῶ ταὔθ ' ἅπερ κἀμοῦ σὺ νῦν . Ἐκμάνθαν ' | ||
τόποις διαφέρουσιν : εἰρηκὼς δ ' ὅσα καιρὸς παλιλλογεῖν οὐ δικαιῶ . τοὺς μέντοι μὴ ἀποκνοῦντας ἀλλὰ διὰ σπουδῆς τιθεμένους |
. ἔπειγε : λειφθεὶς δεινὰ πείσομαι μάχης . σύ τοι βραδύνεις , οὐκ ἐγώ , δοκῶν τι δρᾶν . οὔκουν | ||
, φησὶν ἡ Ἰὼ πρὸς αὐτόν : διὰ τί οὖν βραδύνεις καὶ ἀργεῖς μὴ γεγωνίσκειν καὶ βοᾶν καὶ λέγειν ἐμοὶ |
κατέχων ὀλίγον ἐν τῷ στόματι χρόνον . ἄλλο . ἕρπυλλον ἀποβρέχων οἴνῳ διακλύζου ἐπ ' ὀλίγον . [ δʹ . | ||
αἴγειον περίχριε καὶ ἰᾶται : ἢ στέαρ αἴγειον ἢ προβάτειον ἀποβρέχων εἰς ὕδωρ θερμὸν ἐπιτίθει , ἢ λινοσπέρμου χυλὸν , |
: ἔπειτα εἴρια πινόεντα οἴνῳ ῥαίνων ἐπιδεῖν , καὶ ἐπὴν ἀπολύσῃς , περισπογγίζειν καὶ μὴ βρέχειν : ἔπειτα κυπάρισσον ἐπιπάσσειν | ||
ἐὰν ἀποκόψῃς τὴν οὐράν , καὶ τὸν τράχουρον αὖθις ἐλεύθερον ἀπολύσῃς ἐς τὴν θάλατταν , τήν γε μὴν προειρημένην οὐρὰν |
οὐδὲν ἰσχύει νόμος . Ὀργὴ φιλοῦντος μικρὸν ἰσχύει χρόνον . Οὐπώποτ ' ἐζήλωσα πολυτελῆ νεκρόν . Οὐδεὶς τὸ μέλλον ἀσφαλῶς | ||
γάρἀλλὰ ποῦ θεούς οὕτως δικαίους ἐστὶν εὑρεῖν ὦ Γέτα ; Οὐπώποτ ' ἠράσθης Γέτα ; οὐ γὰρ ἐνεπλήσθην . Ἀπαμφιεῖ |
ὀδύρομαι , τὰ δ ' ἐν ποσὶν οὐκ ἐξικμάζω καὶ λογίζομαι κακά ; ] ἥτις σφαγὰς μὲν Ἕκτορος τροχηλάτους κατεῖδον | ||
, οἰκοδεσποτεῖν δὲ Ἑρμῆν καὶ εἶναι Παρθένῳ μοίρᾳ ιγʹ . λογίζομαι τὸ διάστημα τὸ ἀπ ' αὐτοῦ ἕως τῆς ὡροσκοπούσης |
πυκνῶσαι καὶ τραχῦναι τὸ ὄμμα , οὔτε ψῦξιν , ὥστε ναρκῶσαι καὶ πιλῆσαι τὴν ὕλην ἢ ῥῆξιν ἢ διάβρωσιν ἐργάσασθαι | ||
ὅλην οὐσίαν ἀλλοιοῦν . Σκοπὸς γὰρ ἡμῖν ἐπὶ τούτων πρῶτον ναρκῶσαι τὴν αἴσθησιν , ἔπειτα δὲ μηδὲν ὕστερον ἐκ τοῦ |
ἔφθισο ] ἤγουν παρὰ τοῦ ἀδελφοῦ σου . ἔφθισο ] ἐφθάρης . θ φίλον ] ἀδελφόν . ἔκτανες ] ἐφόνευσας | ||
νεκρός . . μαίνεται ] ταράσσεται . . ἔφθισο ] ἐφθάρης . . διπλᾶ λέγειν ] πάρεστι . . ἀχέων |
τίς τέχνη ὑπόδημα βέλτιον ποιεῖ , μὴ εἰδότες ὑπόδημα ; Ἀδύνατον . Οὐδέ γε τίς τέχνη δακτυλίους βελτίους ποιεῖ , | ||
γνωστόν τε καὶ δοξαστὸν τὸ αὐτό ; ἢ ἀδύνατον ; Ἀδύνατον , ἔφη , ἐκ τῶν ὡμολογημένων : εἴπερ ἐπ |
καταφοβηθεὶς . . . : οὐ φοβήσομαι διὰ τὸ ἄφρων νομι - σθήσεσθαι καὶ διὰ τοῦτο σιωπήσω ʃ ἤγουν , | ||
γένοιτο ἡ ἀμφισβήτησις , κατά τε ῥητὸν καὶ κατὰ περίστασιν νομι - κὴ πάντως ἀναφαίνεται στάσις , ὡς ἐπὶ τοῦ |
λάλων , ὦ Πλάτων , καὶ ἀργῶν καὶ δειλῶν αὐτόθεν κατάβαλε , μή που τις καὶ Τρῶας ἐγείρῃσιν θεὸς ἄλλος | ||
οἰνοχοήσειν ἡμῖν ἀπ ' αὐτοῦ . Τὸν μὲν εἴρωνα πεδοῖ κατάβαλε : σὺ δὲ εὔπορα ποιήσας τὰ ὦτα ἤδη ἄκουε |
μὲν ἐν τῷ παραχρῆμα χρόνῳ , ὕστερον δὲ τὰ μὲν ἀπολογούμενον , τὰ δὲ παραιτούμενον , τὰ δ ' ἑτέραις | ||
ἀξίαν τοῦ ἀδικήματος ἢ τῆς βλάβης , τὸν δ ' ἀπολογούμενον δὲ λαβόντα τὸ χρηματισθὲν ὑπὸ τῶν ἀντιδίκων ἀντιγράψαι πρὸς |
τοῦ Νέου Βόλου . περὶ τοῦ Κανώπου καὶ Κύβου καὶ Κρηνίδων . περὶ τοῦ * * ἐν τῷ καλουμένῳ Βαθεῖ | ||
τοῦ Πόντου . Μένιππος ἐν περίπλῳ τοῦ Πόντου ” ἀπὸ Κρηνίδων εἰς Ψύλλαν χωρίον στάδια κʹ , ἀπὸ Ψύλλης χωρίου |
Τί αὐτὸν καλεῖς , ἄνθρωπε ; οὐκ , ἂν μὴ καλέσῃς , ἥξει ; Τῷ υἱεῖ πρὸς Αἰγυπτίους ἀπαίροντι καὶ | ||
μέν γε πειρῶνται λανθάνειν καὶ ἃ τολμῶσιν ἀρνοῦνται , κἂν καλέσῃς λῃστήν , ὕβρισας , οἱ δὲ φιλοτιμοῦνται καὶ σεμνύνονται |
εἰδὼς Λεωκράτην φυγόντα μὲν τοὺς ὑπὲρ τῆς πατρίδος κινδύνους , ἐγκαταλιπόντα δὲ τοὺς αὑτοῦ πολίτας , προδεδωκότα δὲ πᾶσαν τὴν | ||
τίνα τρόπον διορίσας περὶ τούτων ; ὅταν εἴπῃ υἱὸν γνήσιον ἐγκαταλιπόντα ἐπανιέναι , δηλοῖ δήπου φανερῶς ὅτι οὐ δεῖ ποιεῖσθαι |
διὰ τῆς ἁφῆς καὶ τοῦ κέντρου ἠγμένῃ εὐθείᾳ , καὶ γενηθῇ , ὡς τὸ τμῆμα τῆς ἐφαπτομένης τὸ μεταξὺ τῆς | ||
ἀπολείπεται . χρὴ δὲ οὐδὲν [ ] καὶ ὅπως εὐσχημόνως γενηθῇ σκοπεῖν : λεληθότας γὰρ ἡμῖν το [ ] [ |
γενναιότερον ἀγωνίζεσθαι . Ὅτι τοῦτο ποιεῖ , εἰ τοῖς κτήνεσι ἀσιτεῖν πρὸς μίαν ἡμέραν ποιήσῃ , νυκτὸς δὲ ἀρχομένης ἐάσῃ | ||
μὲν οὖν οὐκ ἠγνόησεν Ἱπποκράτης . εἶπε γὰρ γεγυμνάσθαι καὶ ἀσιτεῖν , ὧν νῦν οὐδὲν γίνεται . τοσαῦτα περὶ λιθιάσεως |
σὺ πιστεύων : ὡς καὶ νῦν γέ μοι φαίνομαι κομψῶς ἐννενοηκέναι , καὶ κινδυνεύσω , ἐὰν μὴ εὐλαβῶμαι , ἔτι | ||
τῆς πορείας , πότερον ἄπιμεν ἥνπερ ἤλθομεν ἢ ἄλλην τινὰ ἐννενοηκέναι δοκεῖς ὁδὸν κρείττω . ὁ δ ' εἶπεν : |
τί δαί σε Τλημπόλεμός ποτ ' εἴργασται κακόν ; μὴ σκῶπτέ μ ' , ὦ τᾶν , ἀλλά μοι τὰ | ||
' ἀνδρός ; Ἀπαπαῖ . Ξυνεγένου τῷ Κλεισθένει ; Μὴ σκῶπτέ μ ' , ὦδέλφ ' : οὐ γὰρ ἀλλ |
τὸν οὖν Σιμωνίδην ἔτι νέον ὄντα βαδίσαι πρὸς τὸν χαλκέα κομιούμενον αὐτόν . ἰδόντα δὲ καὶ τὸν τεχνίτην κοιμώμενον καὶ | ||
: τὸν Σιμωνίδην οὖν νέον ὄντα βαδίσαι πρὸς τὸν χαλκέα κομιούμενον αὐτόν . ἰδόντα δὲ καὶ τὸν τεχνίτην κοιμώμενον καὶ |
τε ἐν τῷ οἴκτῳ τῆς Πολυξένης καὶ θέλων τὸ μὴ παρακοῦσαι τὸν πατέρα αὐτοῦ : τὰς ἀρτηρίας . τὰς φλέβας | ||
στόμα σύμμετρον καὶ παραφθεγγόμενον τὴν εὐχὴν τῷ τροπαίῳ : κἂν παρακοῦσαι βουληθῶμεν , τάχα ἑλληνιεῖ . Ἐς αὐτὰ ἥκεις Ὀλύμπια |
σελήνην αὐτῇ ἐποχεῖσθαι . Κρατῖνος Χείρωσιν : αἲξ οὐρανία . ὄφλειν καὶ ῥόφειν : τὰς πρώτας συλλαβὰς τῶν τοιούτων οἱ | ||
τὸ νεώριον : οὐρούς τ ' ἐξεκάθηρον † † . ὄφλειν καὶ ὀφείλειν διαφέρει . Ἀπολλωνίδης ὁ Νικαεὺς ἐν ὑπομνήματι |