φασί . Βακχυλίδης ἐν Ἐρωτικοῖς : εὖτε τὴν ἀπ ' ἀγκύλης ἵησι τοῖσδε τοῖς νεανίαις , λευκὸν ἀντείνασα πῆχυν . | ||
συμποτικῶν μέρος , ῥητέον κότταβοι κοτταβεῖον ἀποκοτταβίζειν , ἀπ ' ἀγκύλης βάλλειν . καὶ τὸ μὲν κοτταβεῖον ἐκρέματο ἐκ τοῦ |
τῶν παρειμένων κἀκεῖ ἁμματίζομεν , ἐπὶ τὰς ἑτέρας δύο ἀρχὰς ἀνακλάσαντες ἄγομεν ἐπὶ κορυφὴν , ὑπ ' αὐτὴν δὲ ἁμματίζομεν | ||
καὶ φλεβῶν . ἀλλὰ καὶ διὰ τῆς ὀστάγρας ἀνατείναντες ἢ ἀνακλάσαντες ἔνια τῶν ἰσχυρῶς συντετριμμένων ὀστῶν , κατ ' ἐκεῖνο |
οἰκεῖον καὶ τῆς φυγῆς τὸ σημεῖον . ἔνδοθεν δηλονότι τῆς ἄντυγος ἔσωθεν , ἵνα εἴπῃ κατὰ μέσον τῆς ἀσπίδος . | ||
, ἣ πυμάτη θέεν ἀσπίδος ὀμφαλοέσσης „ . ” ἐξ ἄντυγος ἡνία τείνας ” , δηλονότι ἐκ τῆς ἔμπροσθεν περιφερείας |
καθάμμα λύσειν : παρὰ τὴν παροιμίαν ἥτις ἐστίν : οὐχ ἅμμα λύεις . εἴρηται δὲ ἀπὸ τοιαύτης αἰτίας . τοῖς | ||
προσπαλαίει δέ , καὶ τοῦ τένοντος λαβομένη κλίνει , καὶ ἅμμα σφίγγει . ὃ δὲ πιέζεται καὶ μέμυκε , καὶ |
ῥάχιν , εἶτα τῷ μεγάλῳ δακτύλῳ κάτωθεν ἀπὸ μεσοπυγίου ἕως ἰνίου κατ ' ἀπότασιν θλίβουσα ἐπικοιλαινέτω καὶ πάλιν ἀπὸ τραχήλου | ||
οἱ κινοῦντες ἑκατέραν τῶν ὠμοπλατῶν , δύο μὲν ἀπ ' ἰνίου καταφερόμενοι , περὶ ὧν ἔμπροσθεν εἶπον , ἕτερος δὲ |
πλευρὰς καὶ βραχίονος ἐπεγκύκλιοι πάλιν ἐπὶ μασχάλην ἀπαθῆ : ἀπὸ μασχάλης λοξαὶ ἐπὶ ἀκρώμιον πεπονθός : ἀπὸ ἀκρωμίου ὄρθιοι παρὰ | ||
: εἶτα λοξὴ κατὰ στέρνου ὑπὸ μασχάλην ἀπαθῆ , ἀπὸ μασχάλης λοξὴ κατὰ νώτου ἐπὶ κλεῖδα , ὡς μέρη τινὰ |
δ ' ὅπου μὲν ἀρχαὶ δύο , ὅπου δὲ μία ἀγκύλη . Ἐπεὶ πολλάκις ἐκ τῶν εὐτόνων σωμάτων σφοδρᾶς τάσεως | ||
μὲν ἀρχαὶ τῇ εὐωνύμῳ χειρὶ διακρατοῦνται , ἡ δ ' ἀγκύλη διὰ τῆς δεξιᾶς χειρὸς ἀνακλασθεῖσα ταῖς ἀρχαῖς ἐπιτίθεται . |
βραχίων κατεαγεὶς ἐπιδέεται : οὕτω γὰρ ἂν τὸ καμπύλον τοῦ ἀγκῶνος οὐ κωλύσει . Ἐκπίπτει δὲ μάλιστα ἐς τὸ πρὸς | ||
καὶ ἔθανε , τὴν δὲ χεῖρα ἔμπυον εἶχε μέχρι τοῦ ἀγκῶνος . Ὁ Συμμάχου παῖς ὑπὸ χολῆς ἀπεπνίγη νύκτωρ καταδαρθὼν |
τὸ κοῖλον τοῦ ποδὸς καὶ τῆς πτέρνης καὶ ἐγκύκλιον κατὰ σφυροῦ , ἵνα ἁρμόσῃ ἐφ ' ὧν σφυρὸν σὺν πτέρνῃ | ||
, εἰ μή τι κωλύει : βέλτιον δ ' ἀπὸ σφυροῦ ποιεῖσθαι τὴν ἀφαίρεσιν . διαστήσαντες δ ' ὅσον ἑπτὰ |
ποικίλη ἦν ἑκατέρωθεν τῆς οἰκίας . ἐκ πλαγίου δὲ τῆς αἰθούσης ὑψηλότεραι ἦσαν οἰκοδομαί , ὅ ἐστι : πύργοι ἦσαν | ||
. καταστρέφει δὲ εἰς ἴσον τῷ ἠχηέσσης . “ καὶ αἰθούσης ἐριδούπου . ” ἔριζεν ἐξισοῦτο . ἐριθηλέας μεγάλως θάλλοντας |
ρ , καὶ μήτηρ μήτρα . Μύλη . ἐπὶ τῆς ἐπιγονατίδος . ἀπὸ τῆς ἔξω πρὸς τὴν μηχανὴν ἐμφερείας . | ||
ἐπιγονατίδος , ἐγκύκλιον δὲ κατὰ κνήμης , ἀντίλοξον κατ ' ἐπιγονατίδος , ἐγκύκλιον κατὰ κνήμης ἢ ἰγνύας καὶ ἐπιγονατίδος , |
ʹ γʹ βο α # εʹ με ὁ ἐπὶ τῆς ἀριστερᾶς πτέρνης . . . . . . . . | ||
Ἰασεὺς γενείων μὲν εὖ ἔχων , δακτύλιον δὲ ἐκ τῆς ἀριστερᾶς τοῦ Φώκου περιαιρούμενος χειρὸς ἐπὶ τοιῷδέ ἐστι λόγῳ . |
δὲ κατακλίναντες τὸν πεπονθότα τὴν ἀντίτασιν ἐποιησάμεθα τῇ διὰ τῆς πτέρνης παραπλησίαν , ὄπισθεν μὲν καθίσαντές τινα , περιβαλόντες δὲ | ||
οὐκ ἐξ ἐλέφαντος ὦμος τῶν Πελοπιδῶν τὸ γνώρισμα , οὐ πτέρνης τάχος ὀξύτατον τῶν Περσειδῶν τὸ ἐγκώμιον , οὐ κρωβύλος |
γερανίδα ἄγομεν ἐκ περισσοῦ τὴν ἐπείλησιν , ἐγκύκλιον μὲν κατὰ στέρνου , βραχίονος καὶ νώτου , λοξὴν δὲ κατὰ στέρνου | ||
, καὶ ῥυπαρὰ ἔρια βραχέντα ἐν αὐτοῖς ἀποτίθεσθαι κατὰ τοῦ στέρνου . καὶ ταῦτα ἱκανὰ βοηθεῖν τοὺς παχεῖς καὶ γλίσχρους |
πλησμονῆς , ἐπίληψιν σημαίνει , ἄλλως τε κἤν τις ἐς ἀκρώμιον ἢ τράχηλον ἢ μετάφρενον πόνος , ἢ σπασμὸς ἐμπεπτώκῃ | ||
τὸ ἀκρώμιον κατεσπασμένον καὶ κοῖλον , διότι , ὅταν τὸ ἀκρώμιον ἀποσπασθῇ , καὶ κοῖλον ᾖ , οἴονται τὸν βραχίονα |
τὸ ἐκ τοῦ ἐναντίου ἀντικρὺ δ ' ἁπαλοῖο δι ' αὐχένος ἤλυθ ' ἀκωκή . ἄρτι . ἄρτι : τοῦτο | ||
καὶ μή τι παυσώμεσθα δρῶντες εὖ βροτούς δεινὸς κολαστὴς πέλεκυς αὐχένος τομεύς μικρὸν δὲ ποδὸς χαλάσαι μεγάλῃ κύματος ἀλκῇ στείχει |
νομὴ τῆς ἐπιδέσεως κατὰ τῶν ὤτων , αὐτοῦ γινομένου τοῦ ἅμματος ὑπεράνω μετώπου . Οὗτος ὁ ἐπίδεσμος δύο ἔχει κυκλοτερεῖς | ||
Δινωτός : στρογγύλος , συστρεπτικός . κύβος : σφαῖρα . ἅμματος : σχοινίου , διά . Βαθὺν δόλον : ἢ |
τῶν ἐμῶν σφαγῶν ἐνέγκῃ χερσὶν ᾗ μελαγχόλους ἔβαψεν ἰοὺς θρέμμα Λερναίας ὕδρας , ἔσται φρενός σοι τοῦτο κηλητήριον τῆς Ἡρακλείας | ||
χαλεπωτάτῳ γὰρ ὑπὸ Εὐρυσθέως ἐπιταγεὶς ἄθλῳ , περισχεθεὶς τῷ τῆς Λερναίας ὕδρας ἰῷ , τοῖς τῶν δηγμάτων ἐπονεῖτο ἕλκεσιν . |
στάδιοι εʹ . Γίνονται ὁμοῦ οἱ πάντες [ ἀπὸ τῆς Ἱερᾶς ἄκρας ] ἕως Τελμησσοῦ στάδιοι ͵αφʹ . Ἀπὸ Τελμησσοῦ | ||
, ὅτε συμπλακεῖεν , Ἀγρίππᾳ δὲ τὸν ἕτερον στόλον ἐξ Ἱερᾶς προσπλέοντα , ἀναχωρεῖν ἐσήμηνε σὺν κόσμῳ . καὶ ἀνεχώρουν |
λοβοὺς ὤτων ἐπὶ τοὺς ἔξωθεν κανθούς : εἶτ ' ἐπὶ βρέγμα καὶ ἰνίον , εἶτα μετωπιαία : τινὲς καὶ γενειάδα | ||
ἐξαρκεῖ μετ ' οἴνου καὶ ἐπιχρίων πρὸ τοῦ βαλανείου τὸ βρέγμα προξυριϲθὲν ἔπειτα μετὰ βραχὺ ϲμήχων καὶ ἀποπλύνων . Ϲάπων |
τῆς κεφαλῆς παρὰ τὰς σφαγὰς διὰ τῆς ῥάχιος ἐς τὸ σφυρὸν τὸ ἐκτὸς τοῦ ποδὸς καὶ ἐς τὸ μεταξὺ τοῦ | ||
Ἀριστοφάνη τὴν εἰς τὰ ἀφροδίσια ἀκρασίαν . καὶ τὸ περὶ σφυρὸν παχεῖα μισητὴ γυνή οὕτως ἐξηγοῦνται . μήποτε μέντοι γενικώτερόν |
. Κεφ . ρεʹ . Ἀρχὴ κατὰ πλευρᾶς . τὸ εἴλημα λοξῶς κατὰ στέρνον ἐπὶ ἀκρώμιον , εἶτ ' ἐγκάρσιον | ||
τῷ ἐπιδεσμένῳ τὴν ἀρχὴν τάξαντες κατὰ τῆς ἀπαθοῦς μασχάλης τὸ εἴλημα ἄγομεν λοξῶς κατὰ νώτου : ἔπειτα δὲ παρ ' |
δόρυ πῆξεν ὤμων μεσσηγύς , διὰ δὲ στήθεσφιν ἔλασσεν : ἤριπε δ ' ἐξ ὀχέων , ἀράβησε δὲ τεύχε ' | ||
δ ' ἀν ' ὀδόντας ὑπὸ γλῶσσαν τάμε χαλκός : ἤριπε δ ' ἐν κονίῃ , ψυχρὸν δ ' ἕλε |
ἔμπροσθεν , καὶ οὕτως ἐπιδέουσιν , ἐπὶ τὴν ἴξιν τῆς κληῗδος ἐπιτανύοντες , ἐς τοὔπισθεν ἄγοντες : κἄπειτα περιβάλλοντες περὶ | ||
αὐτοὶ ἐξ ἀνθρώπου ὀστέων κατεμάθομεν , σπόνδυλοι οἱ ἄνω τῆς κληῗδος σὺν τῷ μεγάλῳ ἑπτά : οἱ δὲ κατὰ τὰς |
ὀξέϊ χαλκῷ , νηὸς ἀπ ' ἰκριόφιν : τοὶ δὲ πρυμνήσι ' ἔλυσαν . οἱ μὲν ἀνώσαντες πλέον ἐς πόλιν | ||
? [ ! ] ὀρούσας ? ἐπ ' οἶδμα γαληνείας πρυμνήσι ' ἀνάψαι τὸν ἁ τοῦ ποταμοῖο παρθένος Αἴγιν ' |
λοβὸν ὠτὸς , εἶτ ' ἐπ ' ἰνίον ἐκεῖθέν τε μετωπιαία συντελεῖται : ὥστε τὸ μέσον ἡμιῤῥομβιαῖον εἶναι . τὸ | ||
, εἶθ ' ὑπὸ λοβοὺς ὤτων ἐπὶ ἰνίον , εἶτα μετωπιαία . Κεφ . λβʹ . Ἡ μεσότης κατ ' |
πρῶτον δόμον λίθου αἰθιοπικοῦ ποικίλου , τεσσεράκοντα πόδας ὑποβὰς τῆς ἑτέρης τὸ μέγαθος ἐχομένην τῆς μεγάλης οἰκοδόμησε : ἑστᾶσι δὲ | ||
, καὶ ὅκως ἂν ἔχοντα τὰ σώματα παραλάβωσιν ἐκ τῆς ἑτέρης ὥρης , καὶ ὁκοιουτινοσοῦν χυμοῦ δυναστεύοντος ἐν τῷ σώματι |
τοῦ ζῆν ἀσφαλῶς ᾑρημένος . τὸ δὲ κατὰ παρένθεσιν ἐξ ἐπεμβολῆς γίνεται , οἷον τοῦ τ ' ἐκεῖνον , ὅπερ | ||
κατ ' ὀρθότητα ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ καὶ τὰ χωρὶς ἐπεμβολῆς , κῶλα δὲ τὰ ὀλίγῳ τῶν κομματικῶν μείζονα ἢ |
παρειάδα ἀπευθύνουσαν τὴν διαστραφεῖσαν γένυν , εἶτ ' ἐπὶ τὸν ἀνθερεῶνα , ἀπὸ τοῦ ἀνθερεῶνος ἀντικειμένην παρειάδα ἀποτελέσαι , καὶ | ||
τις χρῄζει . πολύρομβος . Θέντες τὴν ἀρχὴν ὑπ ' ἀνθερεῶνα ἄγομεν τὴν ἐπείλησιν εὐθεῖαν κατὰ μυκτῆρος καὶ βρέγματος ἐπὶ |
δὲ ὁ μείζονα ψόφον ποιῶν . Γ σημείωσαι περὶ τοῦ κοττάβου . εἶδος παιδιᾶς ὁ κότταβος , ἐν συμποσίοις γινόμενος | ||
δὲ καὶ Φερεκράτης ἐν Παννυχίδι τῶν κυμβείων καὶ τοῦ κατακτοῦ κοττάβου . περὶ δὲ τῆς πάντων τούτων κατασκευῆς καὶ χρήσεως |
πόντου κληῖδα . λέγει δὲ τὸ στενὸν [ ὅθεν καὶ κλεῖδα τὸ στενὸν ἐκεῖνο ὠνόμασε ] παρὰ τὸ ὥσπερ κλεῖδα | ||
εἶτ ' ἐγκάρσιος ἐπ ' αὐχένα καὶ ἐπ ' ἀντικειμένην κλεῖδα ὑπὸ μασχάλην καὶ ἐπὶ κλεῖδα , ἵνα χίασμα καὶ |
παραδιδόναι . ἐτῶν γὰρ διαγενομένων πεντεκαίδεκα μετὰ τὸν ἀφανισμὸν τῆς Ἄλβας πρεσβείας ἀποστείλας ὁ τῶν Ῥωμαίων βασιλεὺς εἰς τὰς ἀποίκους | ||
κλίνεται δὲ Ἄλβας , ὡς Χάραξ . ἔστι καὶ ποταμὸς Ἄλβας , ὁ νῦν λεγόμενος Τίβερις , Τιβερίνου τοῦ βασιλέως |
Δύμη : εἶτα προσελάμβανόν τινας τῶν δώδεκα πλὴν Ὠλένου καὶ Ἑλίκης , τῆς μὲν οὐ συνελθούσης τῆς δ ' ἀφανισθείσης | ||
Βούρας , θυγατέρα δ ' αὐτὴν Ἴωνος τοῦ Ξούθου καὶ Ἑλίκης εἶναι . ὅτε δὲ Ἑλίκην ἐποίησεν ἄδηλον ἐξ ἀνθρώπων |
Ἕκτωρ μέν , ᾧ δὴ τοῦδ ' ἐδωρήθη πάρα , ζωστῆρι πρισθεὶς ἱππικῶν ἐξ ἀντύγων , ἐκνάπτετ ' αἰὲν ἔστ | ||
αὐτῶν τόδε [ τὸ ] τόξον ὧδε διατεινόμενον καὶ τῷ ζωστῆρι τῷδε κατὰ τάδε ζωννύμενον , τοῦτον μὲν τῆσδε τῆς |
ἁπλῶς τῆς Θετταλίας : ὁ δ ' Ἐνιπεὺς ἀπὸ τῆς Ὄθρυος παρὰ Φάρσαλον ῥυεὶς εἰς τὸν Ἀπιδανὸν παραβάλλει , ὁ | ||
ἐν τῇ μεσογαίᾳ τὸ Κρόκιον πεδίον πρὸς τῷ καταλήγοντι τῆς Ὄθρυος , δι ' οὗ ὁ Ἄμφρυσος ῥεῖ . τούτου |
αὐτοῦ ἀναγεγραμμένος : πάλιν γὰρ οἱ πήχεις μεταξὺ τῶν ἀγκυλῶν διεκβάλλονται καὶ ἀποσφίγγονται , τὸ δὲ διπλοῦν τῆς καιρίας χάλασμα | ||
αὐτοῦ αἱ ἀρχαὶ διὰ δύο τρημάτων τῆς χελώνης ἄνωθεν κάτω διεκβάλλονται καὶ ἀποδίδονται τοῖς τύλοις τοῦ ἄξονος : ἡ δὲ |
δ ' ἐρρώσαντο πόδεσσιν προπροβιαζόμενοι : ἡ δ ' ἕσπετο Πηλιὰς Ἀργώ ῥίμφα μάλ ' , οἱ δ ' ἑκάτερθεν | ||
παμφανόωσα . Τοῖς δὲ παρεκτετάνυστο κατὰ χθονὸς ὄβριμον ἔγχος , Πηλιὰς ὑψικόμοισιν ἐειδομένη ἐλάτῃσι , λύθρου ἔτι πνείουσα καὶ αἵματος |
Ἀμφιτρίτας ῥοθίωι δραμόντες , ὅπου πεντήκοντα κορᾶν Νηρήιδων χοροὶ μέλπουσιν ἐγκύκλιοι , πλησιστίοισι πνοαῖς , συριζόντων κατὰ πρύμναν εὐναίων πηδαλίων | ||
τρίτου ἡ μεσότης κατὰ μετώπου , αἱ δ ' ἀρχαὶ ἐγκύκλιοι περὶ κεφαλὴν , τὸ δὲ ἅμμα παρὰ μέρος τῆς |
, ταῖς εἴκοσι κώπας ἐχούσαις . Πλαγχθέντα : πλανηθέντα . ᾐόνος : συνίζησις . Ἀγχιβαθεῖς : πολυβαθεῖς . ἐπί σφισιν | ||
ἔδοσαν ἔτι μείζονας οἱ μετὰ βασιλέως αὐτοῦ πάντες ἐπὶ τῆς ᾐόνος κατακοπέντες καὶ τέλος ἂν τοῖς βαρβάροις ἔσχε χερσαῖα ναυάγια |
. ἡ μήτηρ πρὸς τὸν καρκίνον : ” τί δὴ λοξή , ἥν , ὦ παῖ , βαδίζεις ὁδόν , | ||
μὲν εὐθεῖα γένηται , καλὰ ἔσεσθαι μαντευόμενοι , εἰ δὲ λοξή , ἀποτρόπαια . * † μαντεῖον . μαντείου ἢ |
ὠτὸς λοξὴν [ μὲν ] κατὰ βρέγματος καὶ μεσοφρύου ἐπὶ ἰνίον , ἵνα ἁρμόσῃ ἐφ ' ὧν τὸ μεσόφρυον καὶ | ||
γὰρ οὕτως ἑλιχθήσεται καὶ τοῖς ὀπίσω μέρεσι περὶ τὸ καλούμενον ἰνίον , ὃ μεταξὺ τοῦ τραχήλου καὶ τῆς ὀπίσω κυρτότητός |
δρόμος περιδρομή , στροφή περιστροφή , κύκλος κύκλωσις , εἵλησις περιείλησις , περιαγωγή . ἡλίου μέτρα , σελήνης σχήματα : | ||
ὡς ἐπ ' ἰγνύαν , εἶτ ' ἄλλη γίνεται κυκλοτερὴς περιείλησις ὑπὸ τὸ γόνυ , ἀφ ' ἧς ἄγεται λοξὴ |
τῆς Ἀργείας : τῆς Ἀμφιλοχικῆς ἐπὶ Στράτον : θηλυκῶς ἡ Στράτος κελεύοντες : παρακινοῦντες . ἐρήμην : ἔρημον φυλάκων . | ||
μεσογαίας ἀνήκουσαν εὐκάρπου τε καὶ πεδιάδος , ᾗ ἐστὶ καὶ Στράτος καὶ τὸ Τριχώνιον ἀρίστην ἔχον γῆν : ἐπίκτητον δὲ |
Λιλυβαίου εἰς Πελωριάδα στάδια αψʹ : ἀπὸ Λιλυβαίου διάπλους εἰς Ἀσπίδα τῆς Λιβύης ἐγγὺς στάδια ͵αχʹ . Κέρκινα νῆσος μῆκος | ||
Εὐφραντῶν ἐπὶ τὸν Δυσωπὸν στάδιοι ρνʹ . Ἀπὸ Δυσωποῦ ἐπὶ Ἀσπίδα στάδιοι τνʹ . Ἀπὸ Ἀσπίδος εἰς Ταριχείας στάδιοι τνʹ |
ἐκφυομένη μὲν ἀπὸ τοῦ κανθοῦ , προϊοῦσα δὲ μέχρι τῆς στεφάνης . ὅταν δὲ ὑπεραυξηθῇ , καὶ τὴν κόρην καλύπτει | ||
ἐλάτης βάκχοι πυκινὸν περὶ δῶμα . ” ἔστι δὲ καὶ στεφάνης εἶδος , ὡς Νίκανδρος ἐν τῷ περὶ γλωσσῶν ἱστορεῖ |
ἡ Σαρωνικὴ , καὶ ἡ μὲν Κορινθία ἐξ ἐναντίας τῆς Ἐφύρης , ὃ ἔστι τῆς Κορίνθου πόλεως πρὸς δύσιν ἐστὶν | ||
' ἐφόρει γυάλοισιν ἀρηρότα : τόν ποτε Φυλεύς ἤγαγεν ἐξ Ἐφύρης , ποταμοῦ ἀπὸ Σελλήεντος ὅς οἱ καὶ τότε παιδὸς |
' ἂν καὶ Πόντον ἴδοις διθάλασσον ἐόντα , τόρνῳ ἐειδόμενον περιηγέος ἅμματι τόξου : ἀλλ ' εἴη νευρῆς σημήϊα δεξιὰ | ||
ὀξὺ δέ οἱ κεφαλῆς στόμα νέρθε νένευκε καμπύλον , ἀγκίστρου περιηγέος εἴκελον αἰχμῇ . θαῦμα δ ' ὀλισθηρῆς ἐχενηΐδος ἐφράσσαντο |
ἐξελκύϲωμεν ἄνω τὸν τύλον καὶ δῶμεν πλαγίαν διαίρεϲιν ἀπολύοντεϲ τὴν ἀγκύλην , φεύγοντεϲ δὲ τὴν διὰ βάθουϲ τῶν ϲωμάτων τομήν | ||
ἐὰν μὲν ἡ τοῦ βλεφάρου θρὶξ εἱρχθῇ , ἀναϲπῶμεν τὴν ἀγκύλην , ἐὰν δὲ ἐκπέϲῃ ἢ μία ἢ πλείουϲ , |
μικρὰ παντελῶς ἐστι μήτε ὑπερμεγέθη : ἰσχυρὸν δὲ ἐξῆρται τῆς ὁρμιᾶς ἄγκιστρον πυκνὰς πάντοθεν ἔχον γλωχῖνας , οἷον ἰσχυρῶς ἀντιλαβέσθαι | ||
, εἰ δοκεῖ , σιδηρώσας γε πρότερον ἐπὶ πολὺ τῆς ὁρμιᾶς , ὡς μὴ ἀποπρίσῃ τοῖς ὀδοῦσι καταπιὼν τὸ χρυσίον |
ἐστιν ὅταν πετομένου τοῦδε ἢ τοῦδε τοῦ ὄρνιθος , ἢ ἐμπρὸς ἢ ὀπίσω , ἢ δεξιὰ ἢ ἀριστερά , εἴπωμεν | ||
τῷ δεκανῷ τῷ μέσῳ : Ἁρματηλάτης σὺν παιδὶ , τὰ ἐμπρὸς τοῦ Κενταύρου , τοῦ Σκάφους τὸ μεσαίτατον καὶ τῆς |
πολλάκις δυόμενος ἢ ἀνατέλλων φαντασίαν ἡμῖν ἀποπέμπει ὡς ψαύων τῆς κορυφῆς , τοσαύτας μυριάδας ἀφεστὼς ἀπὸ παντὸς μέρους τῆς γῆς | ||
βάσεις ἴσας ἔχῃ , ἔχῃ δὲ καὶ τὰς ἀπὸ τῆς κορυφῆς ἐπὶ τὴν διχοτομίαν τῆς βάσεως ἠγμένας εὐθείας ἴσας , |
λοξὴ πλη - σίον κλειδῶν συμβολῆς : ὡς καὶ ἐνταῦθα χίασμα γίγνεσθαι καὶ παρὰ τράχηλον ἐπ ' ὠμοπλάτην καὶ ἐπὶ | ||
καὶ παρὰ τὸν τοῦ ἑτέρου μεγάλου κανθοῦ ἐπὶ μεσόφρυον ὡς χίασμα κατὰ μεσοφρύου γίνεσθαι ἐπ ' εὐθείας παρακειμένη τῇ πρώτῃ |
βίαι ἐκμυζῶντος ἔτι τοῦ παιδίου , ὥστε τὸ ἐκ τῆς θηλῆς ῥέον τῶι οὐρανῶι κύκλωι περιχυθὲν ἐκτυπῶσαι τὸ σχῆμα τῆς | ||
, καρκίνωμα ἐγένετο περὶ τὸ στῆθος , καὶ διὰ τῆς θηλῆς ἔῤῥεεν ἰχὼρ ὕφαιμος : ἐπιληφθείσης δὲ τῆς ῥύσιος , |
ἡ ] ἐπὶ τῶν λοιπῶν διαφορῶν ἥ τε μεσότης τῆς καιρίας τῷ περινέῳ περιτιθέσθω , παρατετηρημένως δὲ μᾶλλον ἐπὶ τῆς | ||
πήχεις σφίγγονται , τὸ δὲ μέσον τῶν βρόχων διπλοῦν τῆς καιρίας χάλασμα ἀναφέρεται ἐπὶ τὸν τένοντα τοῦ πάσχοντος , καὶ |
ἐπ ' ἀέθλοις . ἀλλ ' ἄγε δὴ σειρῇσι περίπλοκον ἀμφιβαλόντες ἕλκετ ' ἐς ἀκρόπολιν μεγάλην χρυσήνιον ἵππον : ἄμμι | ||
: οἳ δ ' ὥς θ ' ἡμίονοι κρατερὸν μένος ἀμφιβαλόντες ἕλκως ' ἐξ ὄρεος κατὰ παιπαλόεσσαν ἀταρπὸν ἢ δοκὸν |
προβολίῳ παίειν . ἐὰν δὲ μὴ βούληται ἀκοντιζόμενος καὶ βαλλόμενος κατατεῖναι τὸν περίδρομον , ἀλλ ' ἐπανιεὶς ἔχῃ προσιόντα περιδρομὴν | ||
τοῦ βρόχου συνέχῃ . ἐξέσται δέ τινι καὶ κατὰ μετάληψιν κατατεῖναι . τίς δὴ ὁ τρόπος τῆς κατὰ μετάληψιν κατατάσεως |
φυτοῦ , ὅπερ ἐστὶ πυκνὸν καὶ δασύ . ἐπ ' ἀκροτάτοισι ποδῶν : τοῖς σφυροῖς ἢ τοῖς ἀστραγάλοις . ἐρεμνὰς | ||
οἱ μεσσηγὺς ἁλὸς χύσις , ὅσσα τε κύκλα μηνῶν : ἀκροτάτοισι δ ' ἐπεμβαίνουσα θαλάσσης κύμασι δακρυόεσσαν ὑπὸ στόμα γῆρυν |
θεραπεύϲομεν , φλεγμονῆϲ δὲ παρούϲηϲ φλεβοτομητέον αὐτοὺϲ ἀπ ' ἀγκῶνοϲ ἀριϲτεροῦ ἢ κατὰ τὴν ἄκραν χεῖρα διὰ τὸ ἐκ μακροτέρου | ||
ἥπατι φλεγμαίνοντι ἐκ δεξιοῦ μυκτῆροϲ , ἐπὶ δὲ ϲπληνὶ ἐξ ἀριϲτεροῦ . ὅθεν ῥᾷϲτον ἤδη τῷ ἰατρῷ καὶ τὸν αἱμορραγεῖν |
κενώϲαντεϲ τὸ περιεχόμενον τῇ πυοποιῷ χρηϲόμεθα θεραπείᾳ ἄχριϲ ἀποπτώϲεωϲ τῶν βρόχων . εἰ δὲ κατὰ ῥῆξιν ἀρτηρίαϲ γένοιτο τὸ ἀνεύρυϲμα | ||
ἀχέτας ποταμίοις παρὰ χεύμασιν πατέρα φίλτατον καλεῖ , ὀλόμενον δολίοις βρόχων ἕρκεσιν , ὣς σὲ τὸν ἄθλιον , πάτερ , |
συμπίπτουσαι συντρίβονται . τὸ δὲ πρώραθεν , ὅτι ἐκ τῆς πρώρας καθίενται αἱ ἄγκυραι εἰς τὴν θάλασσαν : τῆς ὑφάλου | ||
καὶ ὁ μὲν ἐλαύνει , ὁ δ ' ἐπὶ τῆς πρώρας ἕστηκε δόρυ ἔχων , σημήναντος τοῦ σκοποῦ τὴν ἐπιφάνειαν |
ὑπὸ τὸν ἀνθερεῶνα ὁ τελαμὼν ἄγεται , ἀπὸ δὲ τοῦ ἀνθερεῶνος λοξὴ πλησίον τοῦ χαλινοῦ ἐκ πλαγίων τοῦ τῆς ῥινὸς | ||
πολύκεστος ἱμὰς ἁπαλὴν ὑπὸ δειρήν , ὅς οἱ ὑπ ' ἀνθερεῶνος ὀχεὺς τέτατο τρυφαλείης . καί νύ κεν εἴρυσσέν τε |
καὶ τὰ διιστάμενα ὀστᾶ συνάγειν πρὸς τὴν κατὰ φύσιν τῆς ῥαφῆς συναρμογήν , ἔπειτα ὅλην τὴν κεφα - λὴν ἀποξυρᾶν | ||
τῆς τε διαρθρώσεως αὐτῆς καὶ τοῦ κάτω πέρατος τῆς λαβδοειδοῦς ῥαφῆς . κάμπτουσιν οἱ μύες οὗτοι σὺν τῷ τραχήλῳ τὴν |
λάθρη νῶτον ἐπαΐξας περιβάλλεται αἰόλα δεσμά , ἰφθίμων δολιχῇσι ποδῶν σειρῇσι πιέζων , σὺν δέ οἱ ἀκραίῃς κοτυληδόσι θερμὸν ἐρείδει | ||
καὶ ἰτέαι ἐμπεφύασιν , τῶν καὶ ἐπ ' ἀκροτάτων νέκυες σειρῇσι κρέμανται δέσμιοι . εἰσέτι νῦν γὰρ ἄγος Κόλχοισιν ὄρωρεν |
γενέσθαι . . . . = . . βρέχμα καὶ βρεχμόν : τὸ ὑπερμετώπιον : οὕτως εὗρον εἰς τὸ Ῥητορικόν | ||
χεῖρας ἐελδόμενοι στυγερὰς ἀπὸ Κῆρας ἀμύνειν . Καί πού τις βρεχμόν τε καὶ ἐγκέφαλον συνέχευε λᾶα βαλὼν ἑτέροιο κατὰ μόθον |
κατὰ μῆκος ἀντιπαραγομένῃ , συνηγμένων πρὸς ἄλληλα τῶν σκελῶν . τριβέτω δὲ τοῖς ἀντίχερσιν ἑκατέροις καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ περιπλασσέτω | ||
καὶ τὴν κοιλότητα τῆς ὁπλῆς θεραπευέτω , καὶ τὴν κνήμην τριβέτω κατὰ τὴν φύσιν τῆς τριχός : τὴν δὲ μηριαίαν |
. Λιμνόχαρις δ ' ὡς εἶδεν ἀπολλύμενον Πολύφωνον , Τρωγλοδύτην ἁπαλοῖο δι ' αὐχένος τρῶσεν ἐπιφθὰς πέτρῳ μυλοειδέϊ : τὸν | ||
ἔσχατα μέρη τοῦ λαιμοῦ . ἐπιφέρει γοῦν ἀντικρὺ δ ' ἁπαλοῖο δι ' αὐχένος . . . . ἡ διπλῆ |
γʹʹ ιβʹʹ Παλλήνης τῆς χερσονήσου ὁ αὐχήν ναʹ μʹ ιβʹʹ Καναστραῖον ἄκρον ναʹ δʹʹ λθʹ ∠ ʹʹγʹʹ ιβʹʹ Κασσάνδρεια ναʹ | ||
μίαν ἡμέραν . Κάναστρον ἄκρον μεθόριον Θρᾴκης καὶ Μακεδονίας . Καναστραῖον : Κάναστρον ἀκρωτήριον μεθόριον Μακεδονίας καὶ Θρᾴκης οὗ πλησίον |
ἀκρόπολιν πόλιν ἄκρην . πεποιημένον , ὡς τὸ τετριγῶτας καὶ κελαρύζει , καὶ λάψοντες γλώσσῃσι . Περίφρασίς ἐστι φράσις πλείοσι | ||
. . . . τὸ δέ τ ' ὦκα κατειβόμενον κελαρύζει χώρῃ ἔνι προαλεῖ , φθάνει δέ τε καὶ τὸν |
? [ ! ] ? καί τε δι ' Ἐρχομενοῦ εἱλιγμένος εἶσι δράκων ⌋ ὥς [ ] ιν ? [ | ||
ἐν μέσαις ἄλλη μία . τρίτον δὲ βόστρυχός τις ὣς εἱλιγμένος , τὸ δ ' αὖ τέταρτον ἦν μὲν εἰς |
δὲ φλεγμαίνοντος κατὰ μὲν τὰ πλάγια μέρη πόνος τῆς καταλλήλου λαγόνος γίνεται , σφοδρυνόμενος κατὰ τὴν εἰς τὰ ἐναντία ἐπιστροφήν | ||
ὦ γαῖα κεραμί , τίς σε Θηρικλῆς ποτε ἔτευξε κοίλης λαγόνος εὐρύνας βάθος ; ἦ που κατειδὼς τὴν γυναικείαν φύσιν |
ἤθεσιν , ἐπιμιγνύμενος . καὶ δὴ βαδίζων ὡς ἀφ ' Ἡραίας εἰς Πῖσαν παρὰ τὸν Ἀλφειὸν μέχρι μέν τινος ἐπετύγχανον | ||
παρεῖναι ἐλέγοντο εἰς τὴν Μαντίνειαν , οὕτως ἀπαλλάττονται ἐκ τῆς Ἡραίας καὶ συμμιγνύουσι τοῖς Θηβαίοις . ὡς δὲ ὁμοῦ ἐγένοντο |
δὲ ῥακῶν λινῶν εὐμεγεθέων ἰϲχνῶν ἐξ ὑδρελαίου θερμοῦ κατὰ τοῦ ϲτήθουϲ καὶ τοῦ ϲτομάχου ἐπιρριπτόμενα τοὺϲ καυϲουμένουϲ παρηγορεῖν παραδόξωϲ καὶ | ||
ὀξύϲ τε καὶ καυϲώδηϲ , βάροϲ τε καὶ τάϲιϲ τοῦ ϲτήθουϲ , ῥωγμὸϲ καὶ πολλῆϲ τῆϲ ἐπὶ τὸ πρόϲωπον πληρώϲεωϲ |
. . ὄφρα οἱ αἷμ ' ἔτι θερμὸν ἀνήνοθεν ἐξ ὠτειλῆς : ἡ διπλῆ ὅτι τὴν ἐκ χειρὸς πληγὴν ὠτειλὴν | ||
ἐμέ τε συναρπάσας ἤδη παρὰ πόδας ἑστῶτα καὶ τῷ τῆς ὠτειλῆς περιρρεόμενον αἵματι , δρομαίως τὸ τάχος πρὸς τοὺς ἑταίρους |
ἐρυσσάμενος ξίφος ὀξὺ Ἀντιφάτην μὲν πρῶτον ἐπαΐξας δι ' ὁμίλου πλῆξ ' αὐτοσχεδίην : ὃ δ ' ἄρ ' ὕπτιος | ||
τὸν δ ' ἕτερον ξίφεϊ μεγάλῳ κληῖδα παρ ' ὦμον πλῆξ ' , ἀπὸ δ ' αὐχένος ὦμον ἐέργαθεν ἠδ |
ἐὰν δὲ ἀκμὴν σπαργανούμενον τὸ βρέφος ἑλκωθῇ διὰ τὴν τῶν τελαμώνων παράτριψιν ἢ δι ' ἄλλην τινὰ ποιητικὴν ἑλκώσεως αἰτίαν | ||
περίκεινται χιτῶνες , μαχαίρας δὲ τῶν μηρῶν ἐξήρτηνται χρυσᾶς ἀργυρῶν τελαμώνων ξυνεχόντων αὐτάς . ἀλλ ' ἐν κύκλῳ μὲν ἰόντων |
κροκόεντα Πρίηπος κισσὸν ἐφ ' ἱμερτῷ κρατὶ καθαπτόμενος ἄντρον ἔσω στείχοντες ὁμόρροθοι . ἀλλὰ τὺ φεῦγε , φεῦγε , μεθεὶς | ||
πρηχθέντων εἰδότες οὐδέν . Ἔν τε δὴ τῇ ὁδῷ μέσῃ στείχοντες ἐγίνοντο καὶ τὰ περὶ Πρηξάσπεα γεγονότα ἐπυνθάνοντο . Ἐνθαῦτα |
δὲ ψήχῃ , ἄρχεσθαι μὲν ἀπὸ τῆς κεφαλῆς καὶ τῆς χαίτης : μὴ γὰρ καθαρῶν τῶν ἄνω ὄντων μάταιον τὰ | ||
σφάγιον ἐσεῖδον αἷμά τ ' οὐ πάλαι χυθὲν ξανθῆς τε χαίτης βοστρύχους κεκαρμένους . κἀθαύμας ' , ὦ παῖ , |
' , οὐδ ' ἔπειθέ νιν . λαβοῦσα δ ' ὠλέναις ' ἀριστερὰν χέρα , πλευροῖσιν ἀντιβᾶσα τοῦ δυσδαίμονος ἀπεσπάραξεν | ||
ἀκινήτων βάθρων , Ἀγαμέμνονος παῖ , θεᾶς ἄγαλμ ' ἐν ὠλέναις ; ἄναξ , ἔχ ' αὐτοῦ πόδα σὸν ἐν |
ἀριστερᾶς ἕως γόνατος . Παρθένου ἀνατελλούσης ἀνατέλλει Ὕδρος ἕως τοῦ Κρατῆρος Κυνὸς μεγάλου ὀπίσθιοι πόδες Ἀργοῦς τρόπεως πρύμνα , δύνει | ||
κεφαλὴ τοῦ Δράκοντος , ἣν βαστάζει Ὀφιοῦχος [ μέχρι τοῦ Κρατῆρος ] . βορρόθεν δέ ἐστι Δελφίν , Λύρα , |
ἵππιοι λόφοι νεύουσιν , κεφαλαῖσιν ἀνδρῶν ἀγάλματα : χάλκιαι δὲ πασσάλοις κρυπτοῖσιν περικείμεναι λαμπραὶ κναμίδες , ἄρκος ἰσχυρῶ βέλευς : | ||
ἐκ τῆς ἕδρας τοῦτο ποιήσομεν . Ταύτην δὲ τὴν σχεδίαν πασσάλοις πεπηγόσιν ἐν ἀπογείῳ κατασχόντες ἐκ τοῦ κάτωθεν μέρους τοῦ |
ἡμέραις ἐκβαίνουσι τῆς θαλάσσης , ἐν ταῖς πέτραις καὶ ταῖς ψαμάθοις ἡσύχως μένουσι καὶ ἔξω τῆς ἁλὸς τὸν ὕπνον ἔχουσι | ||
γεμίσῃ ἡ θάλασσα . Ναίει : ὃς , κατοικεῖ . ψαμάθοις : ἐν τοῖς . ψαμάθους : τάς . ἀνὰ |
, ἔνθα τὸ Ἀσκληπιεῖον , Ὑπερτελέατον ὀνομάζουσιν . ἄκρα δὲ ἀνέχουσα ἐς θάλασσαν ἀφέστηκεν Ἀσωποῦ διακόσια στάδια : καλοῦσι δὲ | ||
δὲ ἐφ ' οὗ τὸ ἅρμα μέση μὲν ἐπείργασται Θάλασσα ἀνέχουσα Ἀφροδίτην παῖδα , ἑκατέρωθεν δέ εἰσιν αἱ Νηρηίδες καλούμεναι |
δ ' ἔλαττον μόσχον ἐπονομάζουσιν . ἐπιπλεούσης δὲ τῆς ἀσφάλτου πελαγίας ὁ τύπος φαίνεται τοῖς [ μὲν ] ἐξ ἀποστήματος | ||
, καθάπερ καὶ νῦν πολλαχοῦ συμβαίνει : τὰς μὲν γὰρ πελαγίας ἐκ βυθοῦ μᾶλλον ἀνενεχθῆναι πιθανόν , τὰς δὲ προκειμένας |
πρὸ τῆς κενώσεως τοῦ παντὸς σώματος δριμέσι χρήσηται κατὰ τοῦ ἰσχίου φαρμάκοις , σφηνώσας τὸ πλῆθος δυσιατότατον κατασκευάσει τὴν διάθεσιν | ||
κινῆσαι τὴν κνήμην ἄνευ τοῦ μηροῦ : ἀπὸ δὲ τοῦ ἰσχίου μέχρι τῆς κατὰ τὸ γόνυ διαρθρώσεως συνέχειά τις φυλάττεται |
δ ' ὀστέον ἔγχος , ὃ δὲ πρηνὴς ἐπὶ γαίῃ κάππες ' : ἀτὰρ Μενέλαος ἀρήϊος οὖτα Θόαντα στέρνον γυμνωθέντα | ||
πρόσθε ποδῶν : ὃ δ ' ἄρ ' ἀρνευτῆρι ἐοικὼς κάππες ' ἀπ ' εὐεργέος δίφρου , λίπε δ ' |
ἐμβάλλει δὲ τῇ ἑαυτοῦ κεφαλῇ πλαγίως εἰς τὴν κοιλότητα τῆς ὠμοπλάτης . ἐπίκεινται δὲ αἱ ὠμοπλάται μυσὶν τοῖς ὑπεστρωμένοις ταῖς | ||
ἀπόφυσίς τις ὑπόκειται τῆς ὠμοπλάτης , ὀνομάζεται δ ' αὐχὴν ὠμοπλάτης , ᾧ κατὰ πέρας εἰς κοτύλην τινὰ τελευτῶντι τοῦ |
εἶναι ἰσοσυλλάβως τῷ ῥήματι , ὡς μάσσω μάκτρα , καλύψω καλύπτρα . οὕτω Φιλόξενος . . , : φάρυγξ : | ||
οὐράν : ἤρτητο δὲ ἀμφοῖν ἑκατέρωθεν ὑπὲρ τὴν κεφαλὴν ἡ καλύπτρα κύκλῳ τῶν νώτων ἐμπεπετασμένη : ὁ δὲ κόλπος τοῦ |
τηχθείς , πᾶσαν φλεγμονὴν θεραπεύει . ὁ δὲ ἐκ τῆς ῥάχεως αὐτῆς μυελὸς ἐπαλειφόμενος , πάντα πόνον ψυῶν καὶ ῥάχεως | ||
τὸ πλησίον τοῦ αὐχένος ἀνάστημα , λοφιαὶ τὸ μέσον τῆς ῥάχεως καὶ κεφαλῆς ὀστοῦν , ἢ νεῦρον τοῦ τραχήλου . |
τὸν ἄνδρα ἐπέλαβεν ἐκεῖνον ἀφεῖναι τὴν ψυχήν , ὃς τοῦ Ἡραίου τῆς ὀροφῆς κατ ' ἐμὲ ἀνασκευαζομένης ἐνταῦθα ὁμοῦ τοῖς | ||
ἀνίστησί τε αὐτοὺς πείσας καὶ διακομίζει ἐς τὴν πρὸ τοῦ Ἡραίου νῆσον , καὶ τὰ ἐπιτήδεια ἐκεῖσε αὐτοῖς διεπέμπετο . |
ὑπότροχον ποιήσας σχεδίαν ἐπέθηκε πλάγιον τὸν κριὸν καὶ οὐκ ἐξ ἀντισπάστων εἷλκεν , ἀλλ ' ὑπὸ πλήθους ἀνδρῶν προωθούμενον ἐποίησε | ||
ἀντισπαστικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον : ἔχει δ ' ἐπιτρίτους δʹ ἀντὶ ἀντισπάστων . Τὸ Ϛʹ σύνθετον ἔκ τε τοῦ λεγομένου προσοδιακοῦ |
ἐν τοῖς ἄντροις νύμφαι . κατὰ δὲ τὸ ὑψηλότατον τῆς ὀροφῆς ἀετοὶ κατὰ πρόσωπον ἦσαν ἀλλήλων χρυσοῖ , πεντεκαιδεκαπήχεις τὸ | ||
κεραμέους κανθάρους , καὶ τὸν λύχνον ὁμοίως τὸν ἐκ τῆς ὀροφῆς ἐξηρτημένον , ἀνακεχυμένας ἔχοντα τὰς φλόγας . ὅτι δὲ |
πόλις Κρήτης . . . . . καὶ γ τῆς Ἀργολίδος , ὡς Φίλων . . . . . Λαοδίκεια | ||
ἔχονται Πελληνεῖς : πρὸς Σικυῶνος δὲ οὗτοι καὶ μοίρας τῆς Ἀργολίδος Ἀχαιῶν οἰκοῦσιν ἔσχατοι . τὸ δὲ ὄνομα ἐγένετο τῇ |
αἰχμὴν ἀκὴν λέγει . καὶ ὅτι κυρίως ἐνταῦθα ἐπὶ τῆς ἐπιδορατίδος τῆς εὖ ἠκονημένης , ἐκεῖ δὲ παρῆκται τὸ τανυήκεας | ||
καὶ αἰχμὴ ποτὲ μὲν ἡ μάχη , ποτὲ δὲ τῆς ἐπιδορατίδος ἡ ἀκμή , οἷον “ αἰχμὴ δ ' ἐξελύθη |
ὡς καὶ ἐνταῦθα χίασμα γίγνεσθαι καὶ παρὰ τράχηλον ἐπ ' ὠμοπλάτην καὶ ἐπὶ μασχάλην , ἵνα τέσσαρα γένηται χιάσματα , | ||
Ταῦρον ἀμόρφωτοι . ὁ ὑπὸ τὸν δεξιὸν πόδα καὶ τὴν ὠμοπλάτην . . . . . . . . Κριοῦ |
Ἰχθύων β Ϛʹ βο λα βʹ ἐλς ὁ ἐπὶ τοῦ μεταφρένου καὶ τοῦ ὤμου τῆς πτέρυγος . . . . | ||
, ὡς χίασμα κατ ' αὐτοῦ γενέσθαι καὶ λοξὴ κατὰ μεταφρένου ὑπὸ μασχάλην ἐγκύκλιος . αἱ δ ' ἐπινομαὶ κατὰ |
σημαίνουσιν εἰς ἕβδομον μῆνα ἀμφοτέρων ἀριθμουμένων . Ὅσαι μὲν ἅμα μηνοειδεῖ τῇ σελήνῃ πίπτουσιν , αὗται μὲν πνεύματα σημαίνουσιν εἰς | ||
θηλύτητος , καὶ τὸν κερασφόρον αὐλὸν ἀνῆψαν αὐτῇ τῷ τε μηνοειδεῖ τοῦ σχήματος παραπλήσιον ὄντα καὶ βαρύτατον ἐπίσης προσλαμβανομένῳ κατὰ |
ἀργαλέῳ ἔχετ ' ἄσθματι κῆρ ἀπινύσσων . ” ἀπ ' ἰκριόφιν ἀπὸ τοῦ ἰκρίου . λέγει δὲ ἴκριον καὶ τὴν | ||
δ ' ἄρ ' ἀρνευτῆρι ἐοικὼς κάππες ' ἀπ ' ἰκριόφιν , λίπε δ ' ὀστέα θυμὸς ἀγήνωρ . Ζεὺς |
τὸ στέλεχος διαμπάξ , καὶ λαβὼν κλαδία βʹ ἀπὸ ἑτέρας πολυκάρπου ἐλαίας , τὰς ἀρχὰς τῶν κλάδων ἐξ ἑκατέρου μέρους | ||
μὲν ἔπειτα δόμονδε θοῶς κίον , αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς ἄσσον ἴεν πολυκάρπου ἀλῳῆς πειρητίζων . οὐδ ' εὗρεν Δολίον , μέγαν |
καὶ ὑπερησπάζοντο τὴν τοιαύτην κρᾶσιν : καὶ ἐκαλεῖτο ὁ οἶνος Μυρίνης . μέμνηται δὲ αὐτοῦ Φιλιππίδης ὁ τῆς κωμῳδίας ποιητής | ||
Βατίειαν ” κικλήσκουσιν , ἀθάνατοι δέ τε σῆμα πολυσκάρθμοιο „ Μυρίνης . ” Σκώπτεται δὲ καὶ ὁ Ἔφορος , διότι |
, καρπὸν δὲ παρόμοιον τῷ ἀνήθῳ πλὴν μείζω . ἐξ ἄκρου δὲ σχίζεται καὶ ἔχει τινὰς οὐ μεγάλους καυλούς : | ||
τοῖς ἐπὶ τὸ τεῖχος ἀποβαίνουσιν . εἶτα ἀποστήσας ἀπὸ τοῦ ἄκρου τοῦ ἄνω ἐκ διαστήματος ὡς ὅσον ποδῶν Ϛʹ ἔστω |
ὡς ἐσίδοντο δαϊκταμένην ἐνὶ χάρμῃ , πανσυδίῃ τρομέοντες ἐπὶ πτόλιν ἐσσεύοντο , ἄσπετ ' ἀκηχέμενοι μεγάλῳ περὶ πένθεϊ θυμόν . | ||
ἕπονται . Αὐτοὶ δ ' αἶψ ' ἐκβάντες ἐς Ἴλιον ἐσσεύοντο ἄβρομοι , ἠύτε μῆλα ποτὶ σταθμὸν ἀίσσοντα ἐκ νομοῦ |