λέγει τὰς θεὰς καὶ κόρας : κόρας μέν , ὅτι ἄγαμοι καὶ παρθένοι εἰσί , παλαιὰς δὲ διὰ τὸ γῆρας
παῖδες δὲ διὰ τὸ † νέον † , ἢ ἐπειδὴ ἄγαμοι καὶ παρθένοι εἰσίν : τὸ ἀλλόκοτον δὲ τῆς φύσεως
7222593 Σατυροι
χρυσῶν μαζονόμων φέροντες , ἑκατὸν εἴκοσι . Μεθ ' οὓς Σάτυροι τεσσαράκοντα , ἐστεφανωμένοι κισσίνοις χρυσοῖς στεφάνοις : τὰ δὲ
ὄνου τὰ πολλὰ ὀχούμενος , Λυδὸς οὗτος , οἱ δὲ Σάτυροι ὀξεῖς τὰ ὦτα , καὶ αὐτοὶ φαλακροί , κεράσται
7040356 ἀρρενες
καὶ τἆλλα σκεύη ποιοῦνται . ἔπειτα τῶν καρπίμων οἱ μὲν ἄρρενες αἱ δὲ θήλειαι : διαφέρουσι δὲ ἀλλήλων , καθ
θνητὰς ἐτράπου , ἅπαντες μεμίμηνταί σε , καὶ οὐχ οἱ ἄρρενες μόνον , ἀλλ ' , ὅπερ αἴσχιστον , καὶ
6833332 Γυναικες
ἡμᾶς : Κατὰ τῶν γυναικῶν . ὥσπερ πυρὸς καομένου : Γυναῖκές τινες ὑδροφοροῦσαι παρακελεύονται ἀλλήλαις . αἱ δὲ λοιπαί εἰσιν
ἡμᾶς : Κατὰ τῶν γυναικῶν . ὥσπερ πυρὸς καομένου : Γυναῖκές τινες ὑδροφοροῦσαι παρακελεύονται ἀλλήλαις . αἱ δὲ λοιπαί εἰσιν
6738862 ἀγονοι
γίνονται δέ , ὡς προεῖπον , καὶ γυναῖκες καὶ ἄνδρες ἄγονοι διὰ τὸ πεπηρῶσθαι ἔστιν ὅτε αὐτῶν τὸν γόνον ,
: τότε γὰρ καὶ οἱ μὴ ὀχεύοντες ὄζουσι καὶ οἱ ἄγονοι καὶ αἱ αἶγες ὅλως . Ἡ δ ' ὀχεία
6712541 Βακχαι
Ἀλκιβιάδου οὐδὲν διάφορον τῶν Βακχῶν ἐπεπόνθειν . καὶ γὰρ αἱ Βάκχαι ἐπειδὰν ἔνθεοι γένωνται , ὅθεν οἱ ἄλλοι ἐκ τῶν
: αἵτινες , καὶ αὗται . Βάκχοιο : Διονύσου . Βάκχαι : τιθήναι παρδάλεις Διονύσου , καὶ δεῖγμα ταύταις τὸ
6696146 παρθενοι
τελεῖν τὰ Θεσμοφόρια . εἰσὶ δὲ τὰ Θεσμοφόρια τοιαῦτα : παρθένοι γενναῖαι καὶ τὸν βίον σεμναὶ κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς
τοῦ Ἕκτορος οὕτω κομῶντος . ὁ δὲ νοῦς : ὅσαι παρθένοι θελήσουσιν ἐκφυγεῖν τὸν ζυγὸν τῶν ἀνδρῶν ἤτοι τὸν γάμον
6646705 νεαι
ἀξίαν χεῖρα παρασχέσθαι τοῦ παραδείγματος , σπουδάζουσι μὲν καὶ αἱ νέαι περὶ σὲ τέχναι , χορηγοῦσι δὲ αὐταῖς οἱ τῶν
! ] ! ? [ στόμα ] ἄναυδον ἦν , νέαι δ ' ἐπεύχοντολλαι [ ] [ ] ! [
6636694 βυρσαι
Κλέων . ἰστέον ὡς βυρσοδέψης ἦν ὁ Κλέων , αἱ βύρσαι δὲ δύσοσμοί εἰσιν . ἐπειδὴ οἱ βυρσοδέψαι κάκιστον ὀδώδασιν
. . ἕτερος δὲ τὰς βύρσας ἕψει . λέγονται δὲ βύρσαι τὰ δερμάτια τῶν βοῶν . . ἁλοὺς : Κρατηθείς
6628519 κοιμωνται
ταρρὸς μετέωρόν τι ἰκρίον , ἐφ ' οὗ αἱ ἀλεκτρυονίδες κοιμῶνται . τοιαύτην δή τινα ὑποληπτέον τὴν κρεμάστραν ἐσκευάσθαι .
Πρωτέως ἢ Νηρέως , τί ποιοῦσιν οἱ ἰχθύες ἢ πῶς κοιμῶνται ἢ πῶς διαιτῶνται . τοιαῦτα γὰρ συνέγραψεν ὡς εἶναι
6608788 φιλοπονοι
ἀμετάδοτοι καὶ ἄχρειοι . οἱ χρηστοὶ μελίτταις : καὶ γὰρ φιλόπονοι καὶ αὐτουργοὶ καὶ οἰκονομικοὶ καὶ εὔποροι καὶ πρᾷοι καὶ
πολλὰ καὶ μέλι καὶ οἶνον . φιλάργυροι δέ εἰσι καὶ φιλόπονοι . Ῥηγίνων : Ῥήγιον ᾤκισαν Χαλκιδεῖς οἱ ἀπ '
6578824 καταῤῥηγνυνται
; ἦρά τι καὶ ἐπιῤῥιγέουσιν ; ἦρά γε αἱ κοιλίαι καταῤῥήγνυνται ; καί τι καὶ κωματώδεες ; ἆρα καὶ τὸ
, σμικρὰ διαδιδούσης , ὀσφυαλγήσασι μετὰ κρίσιν , τουτέοισι κοιλίαι καταῤῥήγνυνται : οἱ δὲ περικαέες πρὸς χεῖρα , νωθροὶ ,
6569624 θηλειαι
οἱ δὲ νεώτεροι αἰεὶ τοῦτο ποιήσαντες ὀχεύουσιν . καὶ αἱ θήλειαι δ ' ἀλλήλας ἀναβαίνουσιν , ὅταν ἄρρην μὴ παρῇ
ληφθεὶς ] ἐπτοήθη . . . . . ὅτι αἱ θήλειαι κέρατα οὐ φύουσιν . ἐκαλεῖτο δὲ ἡ ἔλαφος Κερυνία
6545090 φοβουμεναι
τυπτομένης τῆς θαλάσσης ταῖς κώπαις ὑπὸ τῶν ἁλιέων , ὅθεν φοβούμεναι τὸν κτύπον ἐμπίπτουσι τῇ θήρᾳ : τῇ δειλίᾳ γὰρ
κατὰ τὸ σκότος . Ὄρφνῃ : σκοτίᾳ . ἀτυζόμεναι : φοβούμεναι . Κοῦφα : λεπτὰ , ψιλά . ἐλαφρῶν :
6533192 βασιλειοι
τοῖς φυτοῖς τοῖς ἠσκημένοις , ἅπερ οὖν οἱ μελεδωνοὶ οἱ βασίλειοι τῆς δεούσης ἀξιοῦσι κομιδῆς . καὶ γάρ εἰσιν ἄλση
ἐξώρμησαν καὶ παραγίνονται ἐς Μάργον , εἰς ἣν καὶ οἱ βασίλειοι συνῄεσαν Σκύθαι . καὶ τὴν σύνοδον ἔξω τῆς πόλεως
6532778 Ἠσαν
ἀποτετυχηκώς , ἐπὶ δὲ τὸ ἓν πολλὰ † κατανείμας . Ἦσάν τινες ἴσως οἳ καὶ τὰς τῶν ὅλων ἀρχὰς ἀτελεστέρας
, ” ἀμφιβολία ἐστὶν , τίς θεὸς κελεύει φυλάττεσθαι . Ἦσάν τῳ δύο παῖδες : τοῦτό ἐστιν οὐ τὸ τυχὸν
6522289 γιγαντες
βῶλον ὀδόντων , οἱ δ ' ἤδη κατὰ ὦλκας ἀνασταχύωσι γίγαντες , ᾗ κεν ὀρινομένους πολέας νειοῖο δοκεύσῃς , λάθρῃ
ἐστὶ Φερσεφόνης , καὶ ὄνομα ἔχει γίγαντος . Οἱ γὰρ γίγαντες ἀπορρήξαντες αἰγιαλοὺς ἐκύλιον διὰ τῆς θαλάσσης , ἐγχῶσαι τὰς
6462106 ἱερειαι
Ἀττικὸν καὶ γνήσιον , ἐξ οὗ ἐγίνοντο τῆς Ἀθηνᾶς αἱ ἱέρειαι . Ἐξ ὅτου . Ἀντὶ τοῦ ἀφ ' οὗ
φύς , ἃς ἐφ ' ἑκάστοις τοῖς γάμοις εὔξονται καὶ ἱέρειαι καὶ ἱερεῖς καὶ σύμπασα ἡ πόλις ἐξ ἀγαθῶν ἀμείνους
6455871 ἀζυγες
μένομεν Εὐρίπου πέλας : οἱ μὲν γὰρ ἡμῶν , ὄντες ἄζυγες γάμων , οἴκους ἐρήμους ἐκλιπόντες ἐνθάδε θάσσους ' ἐπ
κακῶν τιμὰς μεγίστας ἐν πόλει Τροζηνίαι δώσω : κόραι γὰρ ἄζυγες γάμων πάρος κόμας κεροῦνταί σοι , δι ' αἰῶνος
6454778 φυγουσαι
αὐτοῦ καταγνοῦσαι δεσμωτήριον μὲν καὶ τύμβον ἐκάλεσαν τὸ σῶμα , φυγοῦσαι δ ' ὥσπερ ἐξ εἱρκτῆς ἢ μνήματος ἄνω κούφοις
τὴν πέτραν . φυγοῦσαι : λιποῦσαι . λιποῦσαι : γράφεται φυγοῦσαι . γράφεται λυποῦσαι πρὸς τὸ σημαινόμενον πρῶτον . Πυγμαίων
6449869 προσιασι
τὰ κρυπτὰ ἐλέγχουσι : τοῖς γὰρ ἐληλεγμένοις καὶ καταφώροις γεγονόσι προσίασι . Παννυχίδες δὲ καὶ ἑορταὶ νυκτεριναὶ καὶ μετὰ ἀγρυπνίας
ἠγνόησαν καὶ ἠτίμασαν , οἱ δὲ νῦν ὑπομιμνήσκονται καί μοι προσίασι διὰ τὸ σχῆμα , φιλοσοφίαν τιμῶντες ὥσπερ τὴν γλαῦκα
6444022 Εὐρυαλη
: ἀντὶ τοῦ οὐκ ἐχθρόν : Γοργόνες τρεῖς , Σθενὼ Εὐρυάλη Μέδουσα : γράφεται καὶ τρέπε : ἀντὶ τοῦ ἐξ
καὶ κατέλαβε τὰς Γοργόνας κοιμωμένας . ἦσαν δὲ αὗται Σθενὼ Εὐρυάλη Μέδουσα . μόνη δὲ ἦν θνητὴ Μέδουσα : διὰ
6424019 πληθυνθησονται
διαμέτρου ἐν τοῖς δυσὶ καιροῖς καὶ ὑπάρχουσιν ἄμφω ἀκάκωτοι , πληθυνθήσονται ἔριδες αὐτοῦ καὶ αἱ μάχαι καὶ ἔσται πολύλογος καὶ
τῇ τοιαύτῃ φαρταρίᾳ εὐφρόσυνος καὶ ἱλαρὸς καὶ ὁσημέραι προκόπτων καὶ πληθυνθήσονται οἱ δουλεύοντες αὐτοῦ καὶ προσλήψεται νοτάριον καὶ ἐπισκεπτίτην καὶ
6414646 γυναικες
τοῦ μηνὸς τριάκοντά εἰσιν ἡμέραι , αἱ δὲ περιερχόμεναι δύο γυναῖκες ἡ ἡμέρα ἐστὶ καὶ ἡ νύξ , ἄλλη παρ
κοινὰν τὰν εὔκλειαν ἔχοντ ' Εὐρώπαν ἀφικέσθαι . ὦ φίλταται γυναῖκες , ὡς κακὸν κακῶι διάδοχον ἐν τῆιδ ' ἡμέραι
6389183 πεπαρμενοι
δευομένη νεκύεσσί τε πεπληθυῖα , ἵπποι δ ' ἀμφὶ βέλεσσι πεπαρμένοι ἢ μελίῃσιν ὑστάτιον χρεμέτιζον ἑὸν μένος ἐκπνείοντες . Οἳ
ἐπήιεν Αἶσα κυδοιμόν . Καί ῥ ' οἳ μὲν ξιφέεσσι πεπαρμένοι ἢ μελίῃσι κεῖντο , παρ ' αἰγιαλοῖσιν ἀλίγκιον ἐκχυμένοισι
6388818 νυοι
δὲ βοὸς μένος : αἱ δ ' ὀλόλυξαν θυγατέρες τε νυοί τε καὶ αἰδοίη παράκοιτις Νέστορος , Εὐρυδίκη , πρέσβα
ἔστι δὲ παρὰ τὸ αἱ δ ' ὀλόλυξαν θυγατέρες τε νυοί τε καὶ αἰδοίη παράκοιτις . ἴαμβοι βʹ . σύστημα
6385844 τικτουσαι
, τῆς δὲ εἰκόνος θεαταί . Γυναῖκες ἐπ ' αὐτῆς τίκτουσαι καὶ ἄλλαι σπαργάνοις κοσμοῦσαι , παιδία ἐκκείμενα , ποίμνια
μόνον τὰ ὀκτάμηνα οὐ ζῆν , ἀλλὰ καὶ διαφθειρομένων αἱ τίκτουσαι κινδυνεύουσιν . τὸν αὐτὸν δὲ δοκεῖ τρόπον λανθάνειν καὶ
6378859 συνῃεσαν
Ἑρνίκων ὅσους ἐδύνατο πλείστους ἐπὶ τὴν ψηφοφορίαν . οἱ δὲ συνῄεσαν ἀθρόοι , καὶ δι ' ὀλίγου μεστὴ ξένων ἦν
ἔπειτα οἵ τε ὁπλῖται καὶ οἱ ἱππεῖς ἀφ ' ἑκατέρων συνῄεσαν ταξάμενοι τὸν αὐτὸν ἀλλήλοις τρόπον , μέσην μὲν τὴν
6378123 κρατουμεναι
, κἂν φθαρτῶν ὦσι πραγμάτων προνοητικαί , τοῖς καθόλου λόγοις κρατούμεναι : οἳ κἂν ὦσι προβεβλημένοι παρὰ τῶν ἐν γενέσει
εἰσὶν ἡδοναὶ αἱ ἄλλων παθῶν ἀπεχόμεναι , ὑπὸ ἄλλων δὲ κρατούμεναι . πνίγει . θάλπει , καύματι . μεσημβριάζοντα .
6369538 ἀδελφαι
γρ . εὐπρεπέστατα . πολὺ ] κατὰ . ἄμωμοι . ἀδελφαὶ . ταὐτοῦ ] τοῦ ἑνὸς γένους . ἀπὸ .
ποτε , ὦ ἄνδρες δικασταί , τοὺς ἑαυτῶν ἄνδρας αἱ ἀδελφαὶ μαρτυρεῖν εἴασαν καὶ ἐπέτρεψαν . Καὶ μὴν οὐδ '
6363962 ἀγριαι
λελυμέναι . ἐδοκοῦ - σαν δέ μοι αἱ γυναῖκες αὗται ἄγριαι εἶναι . ἐκέλευσε δὲ αὐτὰς ὁ ποιμὴν ἆραι τοὺς
οὕτως Εὔπολις . στρουθίζων : τρίζων . Ἀριστοφάνης . στρουθοὶ ἄγριαι : αἱ στρουθοκάμηλοι . στρωματόδεσμα : οὐδετέρως Ἀττικοί ,
6361011 γειτονες
' αὐτὸν μετ ' ἐμοῦ παρὰ τὴν θύραν παριόντα : γείτονες γὰρ ἀλλήλων τυγχάνουσιν ὄντες : τὸ μὲν πρῶτον συνδειπνεῖν
μεσόγειοι πόλεις ἀκινδύνως βιοῦσιν . ὧν ἧς ἂν ἐθέλητε , γείτονες ἔσεσθε , ἵνα τὴν ἐρεθίζουσαν ὑμᾶς ὄψιν τε καὶ
6353331 βουκολοι
λογισμῷ : καθάπερ γὰρ οἱ τῶν ἄλλων ζῴων ἀγελάρχαι , βουκόλοι καὶ αἰπόλοι καὶ νομεῖς , οὔτε βόες εἰσὶν οὔτε
' ἔκπληξιν καὶ φόβον : τότε τοῦτον οἱ δεσπόται καὶ βουκόλοι μετέστησαν καὶ ἠφάνισαν , ὡς οὐκ ἐπιτήδειον οὐδὲ συμφέροντα
6332691 διεφυγον
ὑπήντων . καὶ αὐτοὺς αἱ ὁλκάδες ἱστίῳ μὲν αἱ πρῶται διέφυγον ὀλίγαι , αἱ λοιπαὶ δέ , χαλάσαντος ἄφνω τοῦ
ἀλλ ' αἱ μὲν πλείους ἐπὶ τῆς Ἴμβρου καὶ Λήμνου διέφυγον , τέσσαρες δὲ τῶν νεῶν αἱ ὕσταται πλέουσαι καταλαμβάνονται
6329572 ἀλετρευουσι
. πεντήκοντα δέ οἱ δμῳαὶ κατὰ δῶμα γυναῖκες αἱ μὲν ἀλετρεύουσι μύλῃς ' ἔπι μήλοπα καρπόν , αἱ δ '
. , ζ ? πεντήκοντα δέ οἱ δμῳαὶ αἱ μὲν ἀλετρεύουσι , αἱ δὲ ἵστους ὑφῶσι . . , .
6327673 ἐλθουσαι
ΓΔ . Ἀλλὰ δηλονότι μέχρι τῶν Κ , Λ περάτων ἐλθοῦσαι στήσονται καὶ ἐφ ' ἑαυτὰς ἀνακλασθήσονται . . .
ἀρχαὶ πλὴν βουλῆς καὶ πρυτάνεων εἰς τὸ τοῦ Ἀπόλλωνος ἱερὸν ἐλθοῦσαι φερόντων ψῆφον κρύβδην , τῶν νομοφυλάκων ὅντιν ' ἂν
6300555 θαυματοποιοι
καὶ βαρβάρων καὶ Ἑλλήνων , καὶ οἱ ἀπὸ τῆς Ἰνδικῆς θαυματοποιοὶ ἦσαν διαπρέποντες καὶ ψιλοκιθαρισταὶ καὶ αὐλῳδοὶ καὶ ποιηταὶ τραγικοί
εἰς τὴν μικρότητα , καὶ λέγοντος ὅτι ῥᾳδίως αὐτὰς οἱ θαυματοποιοὶ καταπίνουσιν ἐν τοῖς θεάτροις , καὶ μὴν μάλιστα ,
6293282 μαιναδες
οὐκέτι κατέσχεν , ἀλλ ' ἐκλιποῦσα τὴν οἰκίαν ὥσπερ αἱ μαινάδες ἐφέρετο πρὸς τὰς πύλας οὐδὲν ἐπιστρεφομένη τῆς ἀνακαλούσης τε
? ? ο ? [ πης ποιμένες [ ] βουκόλοι μαινάδες δο ? ! [ Πελίου τε Μάγνησσαν κόραν σπείρων
6291926 ἀρσενες
: καλεῖται δὲ Γορτύνιος καὶ ὁ ποταμός . Ἀλέῳ δὲ ἄρσενες μὲν παῖδες Λυκοῦργός τε καὶ Ἀμφιδάμας καὶ Κηφεύς ,
ἀρτάβαι : σινήπυος σπέρματος τρίτον ἀρτάβης . πρόβατα , οἱ ἄρσενες τετρακόσιοι : βόες ἑκατόν : ἵπποι τριάκοντα : χῆνες
6285496 στεναχοντο
ζῆλον ἐπ ' ἀλλήλοισιν ἔτι στονόεντα φέρουσαι . Τρῳαὶ δὲ στενάχοντο κατὰ πτόλιν οὐδ ' ἐδύναντο ἐλθέμεναι ποτὶ τύμβον ,
' ἑτάροισι φάνημεν , οἳ φύγομεν θάνατον : τοὺς δὲ στενάχοντο γοῶντες . ἀλλ ' ἐγὼ οὐκ εἴων , ἀνὰ
6284660 θεαι
τὸν Ἀπόλλω , τὸν Ἑρμῆν δὲ τοῦ Κάδμου . καὶ θεαὶ δ ' ἐλάττους οὐκ αἰσχύνονται φαινόμεναι τούτου , ἀλλ
ἐπιτάρροθος αἰεὶ ῥυομένη νούσων χαλεπῶν κακόποτμον ἀνίην . Κλῦτε , θεαὶ πάντιμοι , ἐρίβρομοι , εὐάστειραι , Τισιφόνη τε καὶ
6284054 δορκαδες
σφῶν , ὥσπερ ἐκπεπληγμένα τοὺς ἀνθρώπους , ἔλαφοι δὲ καὶ δορκάδες καὶ στρουθοὶ καὶ ὄνοι πολλὰ μὲν καὶ ταῦτα ἑωρᾶτο
. Πάντα πέτρον κινήσω . Πάντα κάλων . Πρὸς λέοντα δορκάδες συνάπτουσι μάχας . Ῥόδιοι τὴν θυσίαν : ἐπὶ τῶν
6281010 διακεκοσμημενα
καὶ εὐρυχώρια , τοξικῆς τε καὶ τῶν ἄλλων ἀκροβολισμῶν ἕνεκα διακεκοσμημένα , μαθήσεώς τε ἅμα καὶ μελέτης τῶν νέων :
στοιχεῖα διοικοῦντες , ἔσται ποικίλα μέν , ἐν τάξει δὲ διακεκοσμημένα , εἰ δ ' οἱ τῆς ὕλης προεστηκότες ,
6274134 ὑπαυγοι
στηρίζοντες χρόνου πολλοῦ καὶ βραδυτῆτος αἴτιοι γίνονται , οἱ δὲ ὕπαυγοι ἀμαυρὰς τὰς πράξεις ποιοῦσιν . καθολικῶς δὲ ἐκ παρατηρήσεως
σημαίνει τῷ οἰκείῳ αὐτοῦ προσώπῳ . ἐὰν δὲ ἄμφω ὦσιν ὕπαυγοι ἔσται ἀνακωχὴ τῆς δίκης πρὸς χρόνον καὶ πάλιν ὕστερον
6267285 εὐφροσυναι
τὸ βιασάμενον καὶ κρατῆσαν ὀνοματοποιήσῃ πάθος , οὕτως εὐβουλίαι καὶ εὐφροσύναι φυσικαῖς ἐκφωνήσεσιν ἀναγκάζουσι χρῆσθαι , ὧν οὐκ ἂν εὕροι
, ὅτι ἐξ οὐδενὸς ἡμῖν αἱ ἡδοναὶ γίνονται καὶ αἱ εὐφροσύναι καὶ γέλωτες καὶ παιδιαὶ ἢ ἐντεῦθεν , καὶ λῦπαι
6267047 ἱεραι
ἐναργέσταται δὲ τῆς εὐσεβείας ἀποδείξεις εἰσίν , ἃς περιέχουσιν αἱ ἱεραὶ γραφαί : πρώτην δὲ λεκτέον , ἣ καὶ πρώτη
ἐπὶ τιμῇ τῶν προσώπων , οὐχ ὅτι πρὸς ἀξίωσιν αἱ ἱεραὶ γίνονται κρίσεις , ἀλλ ' ὅτι τῶν τὰς ἀρετὰς
6252776 ἀλφεσιβοιαι
Θεοκρίτῳ καὶ ἐπίθετον παρὰ τῷ ποιητῇ , οἷον : παρθένοι ἀλφεσίβοιαι , αἱ παρθένοι , αἱ βόας ἐφ ' ἑαυτὰς
ἢ ἀπὸ τοῦ κατὰ ἀμοιβὰς πολιτεύεσθαι . . . . ἀλφεσίβοιαι : αἱ παρθένοι , τῷ τοὺς πατέρας τοὺς ἄνδρας
6252031 παραγινονται
χορὸς συνέστηκεν ἐκ γυναικῶν Ἀργείων ἡλικιωτίδων Ἠλέκτρας , αἳ καὶ παραγίνονται ὑπὲρ τῆς τοῦ Ὀρέστου πυνθανόμεναι συμφορᾶς . προλογίζει δὲ
: γράφεται νέμεσθαι . Στέλλονται : ἐκεῖσε , πορεύονται , παραγίνονται . ἅμα : ὁμοῦ . ὁμιλαδόν : ἀπὸ τοῦ
6250705 Κηρυκες
τῶν καρπῶν τῶν Ἀθηναίων τῇ πόλει . Εὐμολπίδαι δὲ καὶ Κήρυκες εἰς Ποσειδῶ τε καὶ Ἑρμῆν ἀναφέροντες οἱ μὲν ἱεροφάντας
: Ἰσαῖος ἐν τῷ κατ ' Ἐλπαγόρου καὶ Δημοφάνους . Κήρυκες : Ἰσοκράτης Πανηγυρικῷ . γένος ἐστὶν ἐν Ἀθήναις οὕτως
6249598 παρακαθημενοι
Πρόκλον ἀνηλωκότες χρόνου , πολὺν δέ γε ἕτεροι παρεστῶτες , παρακαθήμενοι , κολακεύοντες , αἰτοῦντες , λαμβάνοντες , χρηματιζόμενοι :
τ ' ἦσαν ἐπικαθιζάνειν ἐπὶ τὴν κεφαλήν : παῖδες δὲ παρακαθήμενοι ἐσόβουν . ἀπαίρουσαι δὲ μικρόν , οὐ πολύ ,
6246807 ἐκλεκτοι
ἐπιγείων . ὥρα ιαʹ , * ἐν ᾗ εὐφραίνονται οἱ ἐκλεκτοὶ τοῦ θεοῦ . ἑνδεκάτῃ ἀνθομολόγησις καὶ ἀγαλλίασις πάντων .
ὥρα καλεῖται Σημβροῦ : ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ εὐφραίνονται οἱ ἐκλεκτοὶ τοῦ θεοῦ . ἡ ιβʹ ὥρα καλεῖται Δακνειοῦν :
6245267 νομιμοι
, καὶ ἐροῦμεν οὕτως : οὐ καλὸν γέννημα οἱ μὴ νόμιμοι παῖδες τῇ μητρί , οἷον Ἐτεοκλῆς καὶ Πολυνείκης ἐκ
ταῖς τῆς ψυχῆς κοσμήσεσιν ὁ νόμος λέγεται , ὅθεν καὶ νόμιμοι γίγνονται καὶ κόσμιοι : ταῦτα δ ' ἐστὶ δικαιοσύνη
6237249 ἀπληστοι
. διὰ τοῦτο ἐν τοῖς χρησμοῖς οἱ σοφίας καὶ ἐπιστήμης ἄπληστοι διατελοῦντες ἀνακεκλῆσθαι λέγονται : πρὸς γὰρ τὸ θεῖον ἄνω
ὑπογάστριον , ἐμπαθεῖς ἔσονται . Ἐὰν εἰς τὸ κρυπτὸν , ἄπληστοι ἔσονται ὑπὸ τῆς συνουσίας . Ἐὰν εἰς τὸ φυσικὸν
6232083 ἑκουσαι
τῆς περὶ αὐτὸν αἱροῦσι , καὶ ἐς τὴν βασιλείαν ἐπανάγουσιν ἑκοῦσαί τε καὶ βουλόμεναι καὶ τοῦ τρόπου ἀγάμεναι . Πεισίστρατον
αὐτὸν αἱροῦσι , καὶ εἰς τὴν βασιλείαν αὐτῶν ἐπανάγουσιν , ἑκοῦσαί τε καὶ βουλόμεναι καὶ τοῦ τρόπου ἀγάμεναι . Πείσανδρον
6231678 ἐτρεφον
μὲν Ἰολάειοι καταφυγόντες εἰς τὴν ὀρεινὴν καὶ καταγείους οἰκήσεις κατασκευάσαντες ἔτρεφον πολ - λὰς ἀγέλας βοσκημάτων , ὧν παρεχομένων δαψιλεῖς
αὐτῶν δουλαγωγηθεῖεν , καὶ διὰ τοῦτο ξένους τινὰς ἐν Κορίνθῳ ἔτρεφον , ἀσφαλείας ἕνεκα . 〛 ξενικὸν : Τὸ ἀπὸ
6230950 Νυμφαι
ἕλκος . τῆνον μὲν περὶ παῖδα φίλοι κύνες ὠρύονται καὶ Νύμφαι κλαίουσιν Ὀρειάδες : ἁ δ ' Ἀφροδίτα λυσαμένα πλοκαμῖδας
. ὕδατι δ ' ἐν μέσσῳ Νύμφαι χορὸν ἀρτίζοντο , Νύμφαι ἀκοίμητοι , δειναὶ θεαὶ ἀγροιώταις , Εὐνίκα καὶ Μαλὶς
6228191 παλαιαι
Καὶ μικτὰ μὲν γενικά , ὡς αἱ τραγῳδίαι καὶ αἱ παλαιαὶ κωμῳδίαι : μέρος μὲν γὰρ τούτων γέγραπται κατὰ στίχον
τῶν Σκυθῶν ὁπόσους οἵ τε μῦθοι δηλοῦσι καὶ αἱ ὑμέτεραι παλαιαὶ γραφαί , ἃς μικρῷ πρόσθεν εὖ μάλα ἐξετραγῴδησας ,
6222141 ἐτμηθησαν
αὐξόμενοι μέν , ἕως εἰσὶ συνηρτημένοι , μένοντες δὲ ὅσον ἐτμήθησαν ἀφῃρημένοι . Ἕκαστον μὲν οὖν μέρος ἴχνος ἔχειν δεῖ
, θεμέλιοι γεγόνασιν : εἰ δὲ θεμέλιοι γεγόνασι , λίθοι ἐτμήθησαν : εἰ οἰκία ἄρα γέγονε λίθοι ἐτμήθησαν . ἀναγκαῖον
6221880 ἐχθραι
* αἱ : αἱ πυθεδόνες * ἰοβόροι : ἰῷ τρώγουσαι ἐχθραί , κακαί * ὕδρωψ : ὑδρωποὶ γίνονται οἱ δηχθέντες
* ἀνῖαι : πόνοι , ὀδύναι λῦπαι * ἐχθόμεναι : ἐχθραί μισηταί μισούμεναι * ἀνδρός : τοῦ πληγέντος ῥινοὶ δὲ
6218595 κατεστασι
κροκοδείλοισι τοῖσι ἐν τῇσι αἱμασιῇσι . Ἄγραι δέ σφεων πολλαὶ κατεστᾶσι καὶ παντοῖαι : ἣ δ ' ὦν ἐμοὶ δοκέει
καὶ χωρὶς ὁ νεκρός . Θυσίαι μέν νυν αὗταί σφι κατεστᾶσι . Ὑσὶ δὲ οὗτοι οὐδὲν νομίζουσι οὐδὲ τρέφειν ἐν
6214168 σφαγαι
. Ἀγαθοκλέους δρασμὸς εἰς Σικελίαν . λβʹ . Αἱ γενόμεναι σφαγαὶ τῶν Σικελιωτῶν ὑπὸ Ἀγαθοκλέους . λγʹ . Στρατεία Ἀντιγόνου
αἱ στάσεις , ἐν αἷς ἄλλα τε πολλὰ δεινὰ καὶ σφαγαὶ οὐ πολιτῶν μόνον , ἀλλ ' ἤδη καὶ συγγενῶν
6211092 διδονται
. αἱ θαλαττίζουσαι δὲ τὴν γεῦσιν , σκληρόσαρκοι καθεστῶσαι , δίδονται [ δὲ ] τοῖς ἀσθενέσιν . τὸ δ '
ἢ οἰνομέλιτι κεκραμένη . τοῖς δ ' ἄγαν ἀποκρατοῦσι σήσαμα δίδονται καὶ βολβοὶ οἱ ἀπὸ τῆς ναρκίσσου , ὡς ἄλλως
6210517 ἀπηντων
θράσους ὅτι πολλοῦ καὶ ὁρμῆς καὶ τάχους σὺν βοῇ ἀσήμῳ ἀπήντων τε καὶ ἐδέχοντο τούτους γενναίως καὶ ἰσχυρῶς . καὶ
Λακεδαιμονίων παρελθόντων ἐκέκλει - στο μὲν ὁ Κρισαῖος κόλπος , ἀπήντων δ ' ἐπὶ τοὺς ὅρους . χωρὶς δ '
6208935 ἐπανασταντες
Ἅμα δὲ τούτοις πραττομένοις τῶν ἐκ Κορκύρας τινὲς φίλοι Λακεδαιμονίων ἐπαναστάντες τῷ δήμῳ , παρεκάλεσαν τοὺς Σπαρτιάτας ἀποστεῖλαι ναυτικὴν δύναμιν
ἀπέστησαν ἀπὸ Περσῶν , καί τινες τῶν σατραπῶν καὶ στρατηγῶν ἐπαναστάντες πόλεμον ἐξήνεγκαν πρὸς Ἀρταξέρξην . ὁμοίως δὲ τούτοις καὶ
6198562 Φορκου
κεφαλήν . ὁ δὲ Ἑρμοῦ καὶ Ἀθηνᾶς προκαθηγουμένων ἐπὶ τὰς Φόρκου παραγίνεται θυγατέρας , Ἐνυὼ καὶ Πεφρηδὼ καὶ Δεινώ :
Περγαμηνός φησι Κυανέας μὲν ὑπὸ ἀνθρώπων , ὑπὸ δὲ θεῶν Φόρκου πύλας κεκλῆσθαι . : Τὸν δὲ νῦν λεγόμενον παράσιτον
6195789 ἐσφηκωντο
ὁμοῖαι πλοχμοί θ ' , οἳ χρυσῷ τε καὶ ἀργύρῳ ἐσφήκωντο . Ὁ δὲ τρόπος ἐστὶ ποιητικὸς πράξεως ἢ παθήματος
ὁμοῖαι , πλοχμοί θ ' οἳ χρυσῷ τε καὶ ἀργύρῳ ἐσφήκωντο : καὶ τὸν Ὀδυσσέα ὅταν ἐθέλῃ καλὸν γεγονότα ὑπὸ
6194783 πορναι
δ ' ἄρρηκτος , χάλκεον δέ μοι ἦτορ ἐνείη . πόρναι δ ' εἰσῆλθον , κοῦραι δύο θαυματοποιοί , ἃς
κυνὸς ὡς ἀκτῖνες ἔλαμπον . Γ Κύννα δὲ καὶ Σαλαβακχὼ πόρναι Ἀθήνησιν . Γ τὴν ἀναίδειαν αὐτοῦ καὶ τὴν τραχύτητα
6193431 ἠιθεοι
κοῦραι σὺν εὐθυμίᾳ νεοκτίτῳ ὠλόλυξαν , ἔκλαγεν δὲ πόντος : ἠίθεοι δ ' ἐγγύθεν νέοι παιάνιξαν ἐρατᾷ ὀπί . Δάλιε
. , : Παρὰ Σαυνίταις κατ ' ἔτος οἵ τε ἠίθεοι κρίνονται δημοσίᾳ καὶ αἱ παρθένοι , ὁ δὲ κριθεὶς
6182322 ἀνηγοντο
ἁλμυρὸν ἐπίνετο . ἅμα τε ὁ ἄνεμος ἐπαύσατο καὶ οἳ ἀνήγοντο . καὶ περαιωθέντες σταδίους ἐς ἑξήκοντα ὁρμίζονται πρὸς αἰγιαλῷ
τὰ ὄντα ἐπεδείκνυον , οὕτω δὴ ἐκ τῶν παρόντων ἐπισιτισάμενοι ἀνήγοντο , καὶ ὁρμίζονται πρὸς ἄκρην , ἥντινα οἱ ἐπιχώριοι
6179801 τριπλαις
' ἡ φάτις , ξένοι ποτὲ λῃσταὶ φονεύους ' ἐν τριπλαῖς ἁμαξιτοῖς : παιδὸς δὲ βλάστας οὐ διέσχον ἡμέραι τρεῖς
ὅμοιος , παραβολή . ἀνδρί : ἀνθρώπῳ . Τριόδοισι : τριπλαῖς ὁδοῖς . πολυτρίπτοισι : πλατείαις , πεπατημένοις , πολυοδεύτοις
6170921 Νηρηιδες
φασί , Μοῦσαι μὲν οὐδ ' ἀφίκοντό ποτε ἐνταῦθα , Νηρηίδες δὲ ἔτι φοιτῶσι . „ μετὰ ταῦτα δὲ ἠρόμην
Ἑλένη καὶ γάμον ἐδαίσαντο σφῶν Ποσειδῶν τε αὐτὸς καὶ Ἀμφιτρίτη Νηρηίδες τε ξύμπασαι καὶ ὁπόσοι ποταμοὶ καὶ δαίμονες ἔρχονται τὴν
6170342 συχναι
Χιμαίρας καὶ ἡ Σκύλλης καὶ Κερβέρου , καὶ ἄλλαι τινὲς συχναὶ λέγονται συμπεφυκυῖαι ἰδέαι πολλαὶ εἰς ἓν γενέσθαι . Λέγονται
ἐγίνετο ἐρημουμένην τὴν πόλιν ὁρώντων . μετὰ τοῦτο βουλαί τε συχναὶ καὶ κατηγορίαι τῶν αἰτίων τῆς ἀποστάσεως ἐγίνοντο . ἐν
6168020 φοβεραι
” ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι τῶν πονηρῶν αἱ χάριτες φοβεραί εἰσιν . ταὼν γεράνου κατεγέλα κωμῳδῶν τὴν χροίαν αὐτοῦ
καὶ ἡ Ῥέα λέουσιν ἐποχουμένη καὶ ἡ Ἑκάτη ξενοφυὴς οὖσα φοβεραί . θύουσι δὲ αὐταῖς κύνας , ὥς φησι Σώφρων
6161470 Ἐροιαδαι
, καὶ τὴν θετὴν αὑτοῦ θυγατέρα ἔδωκε τῷ φιλοσόφῳ . Ἐροιάδαι : οἱ Ἐροιάδαι δῆμός ἐστι τῆς Ἱπποθωντίδος , ὥς
Ἐλαιουντάδε καὶ Ἐλαιοῦσι . Λέγεται καὶ ἐξ Ἐλαιέως . : Ἐροιάδαι . Οἱ Ἐροιάδαι δῆμός ἐστι τῆς Ἱπποθοωντίδος , ὥς
6159595 κοροι
' ἕνεχ ' οὐκ Διὸς Ἡρακλῆς ⌊ ⌋ Λήδας τε κόροι ⌊ ⌋ ⌊ ⌋ πόλλ ' ἀνέτλασαν ἔργοις ,
: ἐπεισπίπτει δ ' οἰκοτριβὴς δαπάνη . οἱ Λακεδαιμονίων δὲ κόροι πίνουσι τοσοῦτον , ὥστε φρέν ' εἰς ἱλαρὰν ἐλπίδα
6158739 Κορινθιαι
ἐπίτασσε : Συρακοσίαις ἐπιτάσσεις . ὡς εἰδῇς καὶ τοῦτο , Κορίνθιαι εἰμὲς ἄνωθεν , ὡς καὶ ὁ Βελλεροφῶν . Πελοποννασιστὶ
καὶ τράπεζαι Σικελικαί , καὶ ὀρχήσεις Συβαριτικαί , καὶ ἑταῖραι Κορίνθιαι , ταῦτα ἀθρόα , καὶ ὅσα τούτων ποικιλώτερα ,
6150928 γυμναι
ὑγροῦ ἔκκρισιν τὸν λιχανὸν δάκτυλον καθιέναι καὶ σκοπεῖν , πότερον γυμναί εἰσιν αἱ πλευ - ραὶ ἢ λελιπασμέναι ἢ σκέπονται
τοι γυναῖκας κατὰ τόπους κοινὰς ἅπασι καὶ κατεσκευασμένας . ἑστᾶσι γυμναί , μὴ ' ξαπατηθῇς : πάνθ ' ὅρα .
6148047 ἠκολουθουν
διὰ τὴν ὀλιγότητα ἐκβιασθέντες , συνέθεντο τῷ Λευκίῳ καὶ εὐθὺς ἠκολούθουν ἐπὶ Κόρινθον , μηχανήματα φέροντες . . . .
συνέβαινε , συμμεταβαλλομένους ἀεὶ τοῖς καιροῖς : χωρὶς δὲ τούτων ἠκολούθουν ἱππεῖς χίλιοι πεντακόσιοι , ζεύγη δὲ Λιβύων πλείω τῶν
6140117 ἐλαφοι
τούτῳ καὶ ἡ δειλία τῶν φύσει αἱρετῶν ἐστιν , ἐπεὶ ἔλαφοι καὶ λαγῲ καὶ ἄλλα πλείονα ζῷα φυσικῶς ἐπ '
τὸ τῶν ἐλάφων πάσχομεν : ὅτε φοβοῦνται καὶ φεύγουσιν αἱ ἔλαφοι τὰ πτερά , ποῦ τρέπονται καὶ πρὸς τίνα ἀναχωροῦσιν
6139103 θυρσοι
μόνου τοῦ ἐρᾶν γέγραπται . σκευὴ μὲν γὰρ ἠνθισμένη καὶ θύρσοι καὶ νεβρίδες , ἔρριπται ταῦτα ὡς ἔξω τοῦ καιροῦ
τε καὶ παρα - δόξους ἐκδίδωσιν , ὥσπερ οἱ βακχεῖοι θύρσοι τὸ μέλι καὶ τοὺς ἑσμοὺς τοῦ γάλακτος . Μεγάλων
6135941 βασιλειαι
δηλονότι καὶ δόξα καὶ εὐγένεια καὶ τέκνα καὶ τυραννίδες καὶ βασιλεῖαι καὶ τἆλλα ὅσα τούτοις παραπλήσια . Ταῦτα οὖν πῶς
δὴ καὶ οὗτοι τὸ ἀρχαῖον ἐβασιλεύοντο , δῆλά ἐστι : βασιλεῖαι γὰρ πανταχοῦ τῆς Ἑλλάδος καὶ οὐ δημοκρατίαι πάλαι καθεστήκεσαν
6132268 Ὑπερβορεοι
, ἧς τὸ ἐθνικὸν Ὑπερασιεύς . Φλέγων κγʹ ὀλυμπιάδι . Ὑπερβόρεοι , ἔθνος . Πρώταρχος δὲ τὰς Ἄλπεις Ῥίπαια ὄρη
δ ' Ὠκεανῷ , Κρόνιον δέ ἑ κικλήσκουσι , πόντον Ὑπερβόρεοι μέροπες , νεκρήν τε θάλασσαν : Οὐκέτι δὲ προφυγεῖν
6131181 πρεσβυται
' εἴη τὸ ξύλινον τεῖχος τοῦτο . ὡς οἱ μὲν πρεσβῦται τῆς ἀκροπόλεως ἔχεσθαι παρῄνουν , οὕτω παρελήρουν , πεφράχθαι
τὴν ὑγρασίην , διὰ ταῦτα ξηροῖσι κρατέεται . Οἱ δὲ πρεσβῦται ψυχροὶ καὶ ὑγροὶ , διότι πυρὸς μὲν ἀποχώρησις ,
6127061 παρετοι
παραιτητέον . αἱ μὲν οὖν ὀλεθρίωϲ διακείμεναι καταφέρονται ληθαργικῶϲ καὶ πάρετοί εἰϲιν καὶ δυϲανάκλητοι , κἂν ἀνακληθῶϲιν , πρὸϲ τὰϲ
τὰ μύρα καταχεῖται καὶ ἐπὶ πολὺ συντρίβεται . τούτῳ καὶ πάρετοί τινες γενόμενοι κατέστησαν . Καλόν ἐστιν ἔλαιον ἐνεψηθείσης αὐτῷ
6126599 ταυροι
οὕτω δὲ ἀναβάντες τοὺς κέλητας ἤλαυνον ἐφ ' οὗ οἱ ταῦροι ἦσαν , καὶ ἐπεισβαλόντες τῇ ἀγέλῃ , ἠκόντιζον :
ὑπ ' ἀμφοτέρων κόνις ὤρνυτο . Τοὶ δ ' ἑκάτερθε ταῦροι ὅπως συνόρουσαν ἀταρβέες , οἵ τ ' ἐν ὄρεσσι
6124827 ἑορται
τῷ τυχόντι , ἀλλ ' ἐν ᾧ πανηγύρεις ἦσαν καὶ ἑορταὶ τῶν θεῶν , ἵνα τότε καθάπερ ὕμνοι ἀνυμνῶνται καὶ
ἀειδεῖ , ἄσκημος . τομυστίως : χωριζόμενος . Ὄργια : ἑορταὶ τοῦ Βάκχου . κευθομένῃ : τῇ γυναικί . Δόνια
6122377 φυσωδεες
. Τὸ φυσῶδες ξυναίτιον τοῖσι πτερυγώδεσι . καὶ γάρ εἰσι φυσώδεες . Λέγει αἴτιον τοῦ πτερυγώδους . ἀλλὰ πολλὰ βιβλία
. Ὠχροὶ δὲ καὶ δόλιχοι διαχωρητικώτεροι τουτέων , ἧσσον δὲ φυσώδεες , τρόφιμοι δέ . Ἐρέβινθοι λευκοὶ διαχωρέουσι καὶ οὐρέονται
6122154 μεσεμβοληματος
νθʹ , ξηʹ , οθʹ . ὁ δὲ ἐπὶ τοῦ μεσεμβολήματος γεννώ - μενος ἕξει ἑλκώσεις ἢ σηπεδόνας ἢ ῥευματισμοὺς
ξϚʹ , οδʹ , πϚʹ . ὁ δὲ ἐπὶ τοῦ μεσεμβολήματος γεννώμενος ἔσται ἀπόκοπος ἢ ἀνδράσι συνερχόμενος , εἰ δὲ
6119804 κρεισσονες
ἐς αἰθέρα . πολλαῖσι μορφαῖς οἱ θεοὶ σοφισμάτων σφάλλουσιν ἡμᾶς κρείσσονες πεφυκότες . μάντις δ ' ἄριστος ὅστις εἰκάζει καλῶς
ὁ χρυσοφαὴς Ἅλιος αὐγάζει . πόνοι γὰρ καὶ πόνων ἀνάγκαι κρείσσονες κυκλοῦνται : κοινὸν δ ' ἐξ ἰδίας ἀνοίας κακὸν
6119141 ἀρνεσσιν
' ἡγεμόνες Δαναῶν ἕλον ἄνδρα ἕκαστος . ὡς δὲ λύκοι ἄρνεσσιν ἐπέχραον ἢ ἐρίφοισι σίνται ὑπ ' ἐκ μήλων αἱρεύμενοι
ἅμα θυμικῶς καὶ ἰταμῶς πρασσομένην λύκοις εἴκασεν ὡς δὲ λύκοι ἄρνεσσιν ἐπέχραον ἢ ἐρίφοισι . τὸ δὲ ἄλκιμον καὶ ἄτρεπτον
6115869 ἐμμανεις
ζῳδίων περιέχει . τὸ δὲ μεσεμβόλημα Καρκίνου καὶ Λέοντος ποιεῖ ἐμμανεῖς , μηδενὸς δὲ τῶν ἀγαθοποιῶν μαρτυροῦντος καὶ ὑπὸ τῶν
ἀλωάς . ” ἀλύσσοντες δυσφοροῦντες καὶ λύσιν μὴ εὑρίσκοντες καὶ ἐμμανεῖς . βέλτιον δὲ ἀποδιδόναι ἄγαν λυσσῶντες . ἁλιῶσαι μάταιον
6112979 ἐπιδιδοασιν
, αἳ εὐθύς τε χρήσιμοί εἰσι καὶ ἐπὶ τὸ βέλτιον ἐπιδιδόασιν . ἔχω δ ' ἐπιδεῖξαι καὶ γυναιξὶ ταῖς γαμεταῖς
, αὗται τῷ σώματι , ὁκόταν πλήρεες ἔωσιν , ἀεὶ ἐπιδιδόασιν : ὁκόταν δὲ κεναὶ περιίστανται , ἀπ ' αὐτοῦ
6112123 εὐνουχοι
: τεκμήριον δ ' ὅτι γυναῖκες μὲν ἥκιστα ἐλεφαντιῶσιν , εὐνοῦχοι δὲ σπανιώτατα καὶ θεραπεύονται ῥᾳδίως . Ὅσα τῷ ἀνθρώπῳ
' ἐμὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῆς : ὅτι εἶπον αὐτῇ οἱ εὐνοῦχοι περὶ ἐμοῦ . Καὶ λέγει τῷ ἀνδρὶ αὐτῆς περὶ
6107605 Ἑσπεριδες
φησιν αὐτάς , ἔνιοι δὲ τὰς αὐτὰς ταῖς Ἀτλαντίσιν . Ἑσπερίδες δὲ ὀνομάζονται διὰ τὸ ἐν τῇ ἑσπέρᾳ , τουτέστιν
μζ ∠ ʹ λα δʹ Πενταπόλεως : Βερενίκη ἡ καὶ Ἑσπερίδες . . . . . μζ ∠ ʹδʹ λα
6106995 χελιδονες
ὄρνιθες ἄπληστον κλύζονται ἐνιέμεναι ὑδάτεσσιν : Ἢ λίμνην πέρι δηθὰ χελιδόνες ἀΐσσονται γαστέρι τύπτουσαι αὔτως εἰλεύμενον ὕδωρ : ἢ μάλα
βοτάνη ἐστί , καὶ φυέται καθ ' ὃν καιρὸν αἱ χελιδόνες φαίνονται . δαύκειον : ὅπερ Ἀπολλόδωρός φησιν ἐν τῷ
6106947 ἐπεχραον
' ἐφ ' ἱππήεσσιν ὄρουσαν ἱππῆες , πεζοῖσι δ ' ἐπέχραον ἔθνεα πεζῶν , ἅρμασι δ ' ἅρμαθ ' ἵκοντο
ὀδόντας ὧς Ζήτης Κάλαΐς τε μάλα σχεδὸν ἀίσσοντες τάων ἀκροτάτῃσιν ἐπέχραον ἤλιθα χερσίν . καί νύ κε δή σφ '
6106281 κιρκοι
ἀδελφιδοῦν . . ἐπτοημένοι ] περιεσπασμένοι καὶ πεφροντισμένοι . . κίρκοι πελειῶν ] πελείας τὰς νύμφας , ἤτοι τὰς τοῦ
ἁρπακτικὸν , λέγει . . καθὰ καὶ ἀετοί . . κίρκοι ] ὀξύπτεροι ἀετοί . πελειῶν ] περιστερῶν . οὐ
6105400 ῥυονται
ὑπόβρυχα νήχεται ἰχθύς . Οἵην μὲν φιλότητα μετ ' ἀλλήλοισι ῥύονται καὶ πόθον ὀξυβελῆ στικτοὶ σκάροι , οὐδ ' ἐνὶ
προσώπου ἀποσφαγήσεται , εἰ δὲ ἀγαθοποιοὶ ἐπιθεωρήσουσι τοῦ μὲν θανάτου ῥύονται , ἐν δεσμοῖς δὲ καὶ κακοῖς αὐτὸν περιβάλλουσιν .
6101500 μαστιγες
τυμπάνῳ ἠρέμα προσάγοις , οὐ ποιήσεις ψόφον , αἱ δὲ μάστιγες ποιοῦσι τὸν ψόφον καὶ αἱ ῥάβδοι παραπλησίως αὐτὸν τύπτουσαι
χερῶν πληγαῖς ὑπείκειν καὶ βολαῖσιν ὀστράκων . οὐ γὰρ ξέναι μάστιγες , ἀλλὰ δαψιλὴς σφραγὶς μενεῖ Θόαντος ἐν πλευραῖς ἔτι
6098311 προσῃεσαν
' αὐτῶν τὸ μὴ ἀεὶ διδόναι : ἀλλ ' ἐπεὶ προσῄεσαν μὲν ταῖς τραπέζαις ὑπὲρ τῶν ὡμολογημένων , ἐπανεγιγνώσκετο δὲ
τοὺς φαινομένους τῶν ἄρτων οὐκ ὀλίγος . οἱ πολλοὶ δὲ προσῄεσαν μὲν τοῖς ἐκπεπρακόσιν ἐπ ' ὠνῇ διδόντες ἀργύριον ,
6094008 ἐνθεοι
πρὸς ἄλλον ἀπ ' ἄλλου μεταστῶ λόγον . αἱ γὰρ ἔνθεοι διὰ λόγων ἐπωιδαὶ ἐπαγωγοὶ ἡδονῆς , ἀπαγωγοὶ λύπης γίνονται
μαντεῖα : τῆς μαντικῆς : τιμῶν , αὔξων : † ἔνθεοι γὰρ καὶ μανικοὶ γενόμενοι οἱ μάντεις μαντεύονται : †

Back